(θανκς στον Ανώνυμο και στην Ξανθή που μου το τονίσανε…)

Για δείτε εδώ: Ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος τσίμπησε απο τον Κεντέρη.

Ενα παιδί, γράφει σε ένα μπλογκ για το πετ του: ένα σαλιγκάρι! Το λέει Κεντέρη. Του βάζει μαρούλια να φάει. Το παρακολουθεί να διανύει απόσταση ενός μέτρου σε διάστημα μιας βδομάδας. Γράφει με τρυφερότητα για το σαλιγκάρι του. Και μια μέρα το σαλιγκάρι φεύγει. Και το υπέροχο παιδί κάπως συγκινείται. Το πιστεύετε, λέει, αλλά ο Κεντέρης μού λείπει. Ηταν μια κάποια λύσις. Μήπως να υιοθετήσω μια πέτρα – που είναι πιο σταθερή;

Βέβαια, το υπόλοιπο άρθρο δεν είναι και τόσο χαρούμενο: μιλάει για την μοναξιά, για την προσπάθεια να βρεις κάποιον να τα πεις.

Απο την μία ο Κεντέρης γίνεται διάσημος (μα να μην έχω μία φωτό ρε γμτ), απο την άλλη σύμβολο της μοναξιάς.

Όμως, διαφωνώ: δεν ξέρω για τα αμπέλια της κυρίας, ή για την γάτα-θεά, ή για την αράχνη στην κουζίνα: εγώ και ο Κεντέρης περάσαμε θαυμάσια αγνοώντας ο καθένας την υπάρξη του άλλου – μέχρι που έφυγε.

Δυο φιλαράκια, που δεν ενοχλούσαν ο ένας τον άλλο, και που κάποια στιγμή χωρίσαν οι δρόμοι μας.

Και τι είναι η ζωή εκτός απο χωρισμούς και κανούργιες φιλίες;

Ο Τσαγκαρουσιάνος γράφει για την μοναξιά, αλλά και ο καλύτερος φίλος του Μπουκόβσκι, αν θυμάμαι καλά, ήταν -εκτός από το μπουκάλι του- κάποιος άγνωστος σε ένα μπαρ. Μοναχικός – αλλά ούτε με κομπιούτερς, ούτε με μπλογκ, ούτε με αμπέλια. Ο καθείς χτίζει την φυλακή -και τα καγκελά του και τα παράθυρά του-, πιστεύω. Καμιά φυλακή καλύτερη ή χειρότερη απο την άλλη.

Αν είχα υιοθετήσει μία πέτρα, τότε ναι, να μιλάγαμε για μοναχικές στιγμές (για την πέτρα, κυρίως).

~

Υ.Γ. Ο Τσαγκαρουσιάνος κοιτάει το μπλογκ μου και του αρέσει, εμένα μ’ αρέσει ο πιτσιρίκος, άρα του Τσαγκαρουσιάνου του αρέσει ο πιτσιρίκος. Δεν υπάρχει ποιο απρόβλεπτο πράγμα απο την ίδια την λογική.

Υ.Γ. Πάει και τούμπαλιν αυτό, ε;

Αφησα τον Κεντέρη να φύγει.

Για την ιστορία, μου είχαν φέρει (χωρίς να το ξέρουν) σε μία γλάστρα, και ήταν το πρώτο μου οικόσιτο σαλιγκάρι.

Δεν είναι ο Κεντέρης αυτός, αλλά φοβάμαι οτι τα παιδιά της πόλης δεν έχουν ματαξαναδεί σαλιγκάρι, και είπα να χρωματίσω λίγο το άρθρο με μία φωτό

Τι να κάνω, αποφάσισα να τον κρατήσω. Και επειδή το ζωντανό έπρεπε να έχει ένα όνομα (να τον φωνάζω βρε αδελφέ) τον βαφτίσαμε «Κεντέρη».

Όπως έπρεπε.

Αλλά μαζί με αυτό αρχίσανε και οι ευθύνες:

Τι τρώει το ζωντανό;

Εριξα μία ματιά στο internet, ρώτησα δεξιά και αριστερά, στο μαρούλι καταλήξανε όλοι. Του έβαλα ένα φύλλο μαρούλι, αλλά δεν τον είδα κεφάτο.

Υστερα, κοιμότανε. Ρε παιδιά, τον έβλεπες και νύσταζες – βδομάδες ύπνου λέμε τώρα. Βαρεμάρα του κερατά. Αφού να φανταστείτε, δεν ξύπνησε ούτε όταν βάλαμε καφέ (για λίπασμα) στην γλάστρα!

Είπα να του βάλω καμιά τηλεόραση αλλά δεν περίσσευε. Ας ερχότανε, ξέρει που ήτανε.

Και, παιδιά; Σιωπηλός ο Κεντέρης. Μήτε γαύγιζε, μήτε νιαούριζε. Ποτιζότανε κιόλα με την γλάστρα, μία χαρά.

~

Κάποια στιγμή, με τα πολλά, βαρέθηκε ο Κεντέρης. Άρχισε να την πουλεύει. Σαν να λέμε ξεκίνησε σήμερα, σε σε τρείς μέρες έφτασε ένα μέτρο παραπέρα.

Θαύμασα και εγώ την διάθεση για ελευθερία, (τι διάολο λέω, αυτά που βρίζω να τα κάνω; γκουαντάναμο το σπίτι μου, ούτε ο θεός δεν το θέλει) τον ξεκολλήσαμε (η Ελεάνα, γιατί εγώ σιχαινόμουνα ολιγάκι) και τον πήγαμε στο πάρκο.

Μήτε ξέρω την τύχη του, μήτε φωτογραφία δεν κράτησα. Αλλά ρε παιδιά να μου λείπει ο Κεντέρης;

Ητανε κι αυτός μια κάποια λύσις.

~

Την επόμενη φορά πάντως, θα υιοθετήσω μία πέτρα.

Κάθε μέρα -σχεδόν- περνάω απο τον σταθμό του ηλεκτρικού στο Μοναστηράκι.

Εκεί νιώθω το …μεγαλείο των Ολυμπιακών Αγώνων.

Είχα πει -πιθανόν όχι σε αυτό το blog- οτι τότε, μου θύμιζε τους νοικοκυραίους που δέχονται σπουδαίους επισκέπτες, αλλά έχουν το σπίτι τους χάλια.

Βρώμικο, ακατάστατο, χαλασμένο.

Έχουν λοιπόν, δύο λύσεις. Ή πασχίζουν να κρύψουν ό,τι τους ντροπιάζει, ή κάνουν ότι καλύτερο δυνατόν να διορθωθούν.

Παίζει και το σενάριο να τους καλέσουν στο σπίτι που έχουν, όπως το έχουν – αλλά ή οι επισκέπτες θα φύγουν τρέχοντας και δεν θα ξανάρθουν, ή που θα πουν «πολύ μάγκες αυτοί οι οικοδεσπότες».

Και δεν θα ξανάρθουν.

~

Στο Μοναστηράκι (στον σταθμό, γιατί για την πλατεία έχουν ήδη ακουστεί αρκετά παράπονα) λοιπόν, γίνεται της κακομοίρας.

Ήδη, απο τους Ολυμπιακούς, η κατάσταση έμοιαζε να είναι στην κόψη του ξυραφιού: μιά καθαρίστρια ήταν διαρκώς με μία σφουγγαρίστρα και μάζευε τα νερά.

Μετά, σιωπή.

Οι αγώνες τελειώσανε, οι φρίτς και οι τσιν πήγανε σπιτάκι τους, η καθαρίστρια απελευθερώθηκε απο την σφουγγαρίστρα…

Έτσι, τα νερά μαζεύονται, γλυστράει και είναι επικίνδυνα.

Για το εικαστικό, με την προβολή του σύμπαντος στην κορυφή της στοάς του μετρό στο Μοναστηράκι, έργο (αν θυμάμαι καλά απο τις πινακίδες) του Σινόπουλου, που έχει το Πλανητάριο, δεν μπορούμε να πούμε πολλά καθώς μοιραία, πέφτει σε δεύτερη μοίρα.

Πάντως, επι δύο μήνες το σήμα έδειχνε οτι πρέπει να αλλαχθεί η λυχνία, πράγμα που ουδέποτε – προφανώς γιατί κανείς δεν έκανε τον κόπο να ασχοληθεί- έγινε.

~

Θα σκοτωθεί κανείς; Θα χάσκουν σβηστοί οι προβολείς;

Οι οικοδεσπότες προτίμησαν να βάλουν τα σκουπίδια κάτω απο το χαλάκι. Οι επισκέπτες ήρθαν, είδαν, έφυγαν.

Τώρα οι οικοδεσπότες δεν δικαιούνται να γκρινιάζουν αν κάτι τους μυρίζει…

Μα, μα ναι! τον βρήκα!

Ωπ – πάμε λίγο πίσω. Οτι είμαι περίεργος, το ‘χουμε πει, τό ‘πανε τα κανάλια, το διαλάλησε ο τελάλης.

Είναι πασίγνωστο.

Αλλά εδώ, τα πράματα είναι περίεργα φίλε αναγνώστη, φανατικέ σύντροφε:

Απο την (παλιά, τι να λέμε τώρα) παιδική μου ηλικία, τα ξέχασα όλα – τί Τρουένο, Γκαούρ Ταρζάν, Ποκοπίκο, Ερικ Καστέλ, Μπλεκ, όλοι, με τον καιρό ξεχαστήκανε…

…ένας μου είχε μείνει απωθημένο: ο Coco Bill.

Κοιτούσες το στριπάκι, και είχε τετρακόσιες ιστορίες το καθένα. Γεμάτο σχέδιο, θεότρελο, καμία σχέση με οτιδήποτε είχα δει. Σαν όνειρο το κάθε σχέδιό του, θα έλεγες…

Φυσικά, η παιδική ηλικία δεν είχε την ωριμότητα να ψάξει ΠΟΙΟΣ το είχε ζωγραφήσει, γιατί πάντα πιστεύουμε οτι ό,τι μας αρέσει, θα κρατήσει για πάντα.

Φευ.

Και φυσικά, κάνεις άλλος δεν είχε ακούσει ποτέ για τον Cocco Bill

Πριν κανα εξάμηνο, αποφασίζω να χρησιμοποιήσω το internet, αλλά χωρίς επιτυχία.

Ανοίγω σήμερις το χαζοκούτι (computer) και τί να δώ;

Τι να δώ;

Δεν απαντάτε, συνεχίζω:

Η βαβέλ (ώ, ναι, αυτή) έχει στην Τεχνόπολη στο Γκάζι Φεστιβάλ Κόμικς.

Και ποιόν βλέπω, εκεί αμέριμνο, να καπνίζει στο πλάϊ;

Τον Cocco Bill (απο τον Benito Jacovitti)!

Τώρα που έχω τα στοιχεία, η αναζήτηση αρχίζει!

Εσείς, ποιόν χάρτινο ήρωα -που δεν μπορείτε να βρείτε πλέον- έχετε να θυμάστε; Ποιός απο το παρελθόν …σας λείπει;



 ? 
–>

Ερώτηση: «Μερικά χρόνια πριν, όταν 500.000 παιδιά πέθαναν στο Ιράκ εξαιτίας του εμπάργκο των τροφίμων, η Μάντλεν Ολμπράιτ είχε δηλώσει ότι «πρόκειται για κάτι θλιβερό αλλά άξιζε τον κόπο… Ηταν το τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε για την αποκατάσταση της δημοκρατίας».

Απάντηση: «Είναι τρομερό! Οταν λένε ότι δεν μπορούμε να αποφύγουμε τις απώλειες άμαχων πολιτών πρόκειται για απίστευτη υποτίμηση των ανθρώπων του Τρίτου Κόσμου, για ρατσισμό. Είναι απόλυτα αηδιαστικό και ανεύθυνο!».

Τάδε έφη Jean Ziegler από την Ελευθεροτυπία, έναν άνθρωπο που δεν γνώριζα, αλλά καλά θα κάνω να τον ακούω στο μέλλον…



 ? 

–>

Δεν είμαι μυστήριος άνθρωπος… είμαι;

Μάλλον είμαι. Βασικά, κάποια πράγματα, (ίσως μετά απο καιρό, με άλλη λογική) μου αρέσει να τα δοκιμάζω.

Αλλά, το να είσαι διαφορετικός, να μην είσαι «συνηθισμένος», έχει, όπως και να το κάνεις, τις δυσκολίες του.

Απλό (και όχι απλοϊκό) παράδειγμα:

Στην Πάρο, πρίν απο μερικά χρόνια, πηγαίνω για milkshake στην Δωδώνη που είχε ανοίξει εκεί. Τότε δεν υπήρχε η Sulla Luna, οπότε παγωτό έτρωγες (εν πολλοίς) όπου σε πήγαινε η όρεξή σου.

Πάω λοιπόν στην Δωδώνη μία, πάω δύο, πάω τρείς,έχω φάει όλα τα «φυσιολογικά» milkshake.

Θέλω να δοκιμάσω κάτι καινούργιο βρε αδέλφε.

Κοιτάω τις γεύσεις, βλέπω Λεμόνι.

Πως θα ήταν ένα milkshake λεμόνι;

Τότε στην Δωδώνη δούλευε μία ευγενικότατη κοπέλα, με την οποία, με τα πολλά σούρτα-φέρτα, ένα ‘γεια’ το είχαμε.

«μου βάζεις ένα milkshake λεμόνι; δεν έχω ξαναφάει, αλλά λέω να δοκιμάσω.»

Κολλάει η κοπέλα.
«Δεν ξέρω αν μπορεί να γίνει, γιατί το λεμόνι είναι sorbet.»

Με πιάνει το πείσμα:
«Κάντο, και ότι γίνει το πληρώνω.»

Πράγματι, με αρκετή περιέργεια, το κάνει.

Το δοκιμάζω, μου αρέσει – πολύ.

Συνέχισα να πηγαίνω, και μάλιστα δοκιμασα και άλλες γεύσεις – μάνγκο αν θυμάμαι καλά.

Μία μέρα μάλιστα, η δεσποινις με ρώτησε αν είναι καλό, της είπα να κάνει λίγο παραπάνω να δοκιμάσει – και της άρεσε.

Δεν ξετρελάθηκε, αλλά πινόταν ευχάριστα.

Και εδώ αρχίζει ο γολγοθάς.

Με την γεύση του στο στόμα (που λέει ο λόγος) πηγαίνω στην Δωδώνη (κυρίως στην γειτονιά μου, στο τέρμα Πατησίων), όχι πολύ συχνά, μιά φορά στους τρεις μηνες για να πάρω milkshake.

Κάθε φορά πέφτω είτε σε διαφορετική υπάλληλο, είτε σε υπαλληλο που δεν με θυμάται απο την προηγούμενη φορά.

– Καλημέρα σας, θα ήθελα ένα milkshake λεμόνι.
– Ορίστε;
– Ενα milkshake λεμόνι.
– Οχι, αυτό δεν γίνεται.
(εδώ κουράζομαι λίγο)
– Ακούστε, έχω ξαναφτιάξει και είναι νοστιμότατο.
– Είστε σίγουρος; Γιατί το γάλα δεν θα δέσει με το λεμόνι.
– Έχω ξαναφτιάξει, και μου άρεσε πολύ. Ακούστε, αν δεν βγει καλό, μην ανησυχείτε, θα το πληρώσω.
– Μα δεν είναι οτι δεν θέλω, δεν γί-νε-ται. Δεν δένει το λεμόνι με το γάλα, δεν καταλαβαίνετε;
– Ναι, αλλά εγώ το έχω ξαναφτιάξει – άρα γίνεται.
– Εμείς δεν μπορούμε να φτιάξουμε τέτοιο πράγμα.
– Μα, ΕΔΩ το έχω φτιάξει.

Εδώ υπάρχει -πάντα- μία μικρή δόση αμφιβολιας. Φαίνεται ωσαν θολούρα στα μάτια της υπαλλήλου.

– Εχετε φτιάξει εδώ τέτοιο πράγμα; (δοκιμάστε την ανάγνωση «τέτοιο πράγμα» στραβώνοντας τα χείλη σας και ταυτόχρονα σκεφτόμενοι κάτι πολύ αηδιαστικό, σαν το Παναθηναϊκό πρωταθλητή ένα πράγμα)

– Βεβαίως. Φτιάξτε το εσείς, και μην σας νοιάζει. Μηπως θέλετε να σας πληρώσω προκαταβολικά; (χαριτωμενάκι μου εσύ)

Προσέξτε: η παραπάνω κουβέντα, γίνεται ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ αναλλιώτη απο τον καιρό, την τεχνολογία, την Ακρόπολη που αναπαλαιώνεται, τους πολιτικούς που λένε θα. Ακριβώς οι ίδιες κουβέντες, με το ίδιο χρώμα, με τις ίδιες αντιρρήσεις, διαφορετικούς υπαλλήλους – ούτε εκπαιδευμένοι να ήτανε.

Εδώ λοιπόν, κάθε φορά, η υπάλληλος υποκύπτει, και το φτιάχνει, γκρινιάζοντας λίγο, και παραπονούμενη.

Και κάθε φορά είναι νοστιμότατο 🙂 .

Update: Παιδιά, ντρέπομαι. ‘Ημουν απόλυτα προετοιμασμένος να έχω 2-3 post, που να λένε «Κααααααααλος είσαι μωρέ, αλλά μην μας σκοτίζεις κιόλα», ή «όλο επιβεβαίωση ζητάς ρε καραγκιόζη» όπου και τα δύο θα ήταν απολύτως δικαιολογημένα – και σωστά.

ΔΕΝ ήμουν προετοιμασμένος για αυτό που ακολούθησε.

Κάπου θα έπρεπε να πω κάτι σε ‘σας ευχαριστώ’, αλλά όπως σας είπα, με πιάσατε λίγο απροετοίμαστο.

Επέστρεψα στα πάτρια εδάφη, μετά απο (άλλη μία) εβδομάδα στην Πάρο.

Εχω σκέψεις να μοιραστώ μαζί σας, αλλά όχι τα αγαπημένα σας επεισόδια τσακωμών με εταιρείες (και ας πλήρωσα το νερό καραβίσιο στην επιστροψή, ας όψεται)

Απο μία πλευρά, ομολογώ, μου ψιλοαρέσει που μερικοί ίσως χαθήκανε μην βλέποντας τίποτα καινούργιο στο site… Ξαναρχίζω απο το μηδέν, και όσο να πεις, έχει αυτό το ενδιαφέρον του.

Γκάλοπ λοιπόν. Προσοχή φανατικοί (λέμε τώρα) και χρήσιμοι αναγνώστες μου: Μι-λή-στε μου.

Ξέρω οτι ημερησίως, πριν ξεκινήσει το καλοκαίρι, ήσασταν καμιά εκατοσταριά. Τώρα, το είδατε αθόρυβο και οι μισοι την πουλέψανε.

Ε, ας δούμε πόσοι διαβάζουν αυτήν την σελίδα:

Θα ήθελα να κάνετε ένα σχόλιο (και οι ανώνυμοι μπορείτε) μέσα στην εβδομάδα 12/9 – 16/9.

θα ‘χει ενδιαφέρον να δω ποιοί απο όσους διάβαζαν επιστρέφουν, και ποιοί εξ αυτών ασχολούνται.

Για να σας δω….

Ρουφιάνα τεχνολογία. Δύο ποστ πίσω, σας είπα τι τράβηξα απο αυτήν.

Ε, μου την έφερε (παρακολουθεί το blog μου φαίνεται) και μου έδειξε το άλλο πρόσωπό της…

Τα θυμάστε τα lego; Αγόραζες τουβλάκια, έφτιαχνες πραγματάκια, σπίτια, αυτοκίνητα…

Ε, η (ρουφιάνα) η τεχνολογία που λέγαμε, έκανε πάλι το θαύμα της:

Lego Factory.

Κατεβάζεις το πρόγραμμα -εντελώς δωρεάν-, σχεδιάζεις ότι θέλεις, και μετά, αν γουστάρεις, το παραγγέλνεις – τα κομμάτια του – ωστε να το έχεις και αληθινό.

Χρήσιμο και παραγωγικό σαν παιχνίδι – τώρα δεν χρειάζεται να έχεις αγορασμένα τα κομμάτια για να αυτοσχεδιάσεις..

Εκεί που πάω να την βρίσω…

***
Υ.Γ. Γιατί, αυτό δεν είναι αποτέλεσμα της χρήσιμης και παραγωγικής μορφής της τεχνολογίας;

Κυκλοφορεί…

Ένα πρωινό καλοκαιρινής Κυριακής, η Μαρίκα και ο Κώστας Μητσοτάκης κάθονται στην αυλή του εξοχικού τους. Κάποια στιγμή η Μαρίκα ρωτά τον Μητσοτάκη:

– Κώστα δεν θα πάμε για μπάνιο σήμερα;

Και ο Μητσοτάκης απαντά:

– Θα πάμε Μαρίκα, αλλά περίμενε να πέσει πρώτα ο HELIOS !



 ? 

–>

Βασικά, όλα ξεκινάνε απο μία ανάγκη.

Λες:

Ρε γαμώτο, αφού έχω κείμενα στο Palm μου, γιατί να μην έχω και στο κινητό μου;

Ετσι ξεκινάνε όλα.

Ο Αρκούδος είναι περήφανος χρήστης ενός k700i της Sony Ericsson. Τον παλιό καλό καιρό, κυκλοφορούσε με ένα 7110 της Nokia (μεχρι και site είχα φτιάξει για αυτό, αλλά δεν μπορώ να το βρώ με τίποτα), με ένα.. φτού. το ξέχασα. Θα το θυμηθώ όμως… και με το (υπέροχο οπτικά) Alcatel 715.

Μέχρι την Nokia, είχα ανακαλύψει τον παράδεισο: Συγχρονισμός κινητού με υπολογιστή. Γινόταν με καλώδιο, και με έσωζε απο το να γράφω επαφές με το χέρι, στο κινητό.

Υστερα όμως, με alcatel (κόλαση – αδύνατον να βρώ καλώδιο) και το άλλο κινητό που είχα, που επίσης το ξεχνάω, η συνδεσιμότητα απλώς απέτυχε…

Τώρα όμως το είχα πάρει προσωπικά: το Sony Ericsson k700i τραβούσε φωτογραφίες! Δεν-υπήρχε-περίπτωση να μην τις έχω στον υπολογιστή μου…

Ετσι, απο το Δεν-υπάρχει-περίπτωση κατέληξα να αγοράσω ένα bluetooth της εταιρείας Gigabyte. (μην ανησυχείτε, δεν θα αρχίσω τις γκρίνιες, μια χαρά δούλεψε :Ρ)

Τα σκάω το λοιπόν, το συνδέω, έχει ένα προγραμματάκι δικό του, μια χαρά, μπορώ να κατεβάσω τις φωτογραφιές, να περάσω τις επαφές μου στο Outlook (όχι οτι το χρησιμοποιώ, αλλά εκεί τις περνάει) και να ανεβάσω τα mp3 μου.

Κοινώς, μάγκας.

Αλλά έρχεται η ερώτηση που λέγαμε…

Γιατί να μην έχω κείμενα στο κινητό μου;

Η ερώτηση, αν την καλοσκεφθείτε, δεν είναι παράλογη: Εδώ δείχνει βίντεο, παίζει mp3 – τι ζητάω; να δείξει ένα παλιοκείμενο, αυτό ζητάω…

Και με τρώει με μιση ώρα αποτυχημένη αναζήτηση συνολικά εδώ και ένα δίμηνο…

Ωσπου, προχθές, ξεχασμένες ανάγκες επανέρχονται στην επιφάνεια… Τι γίνεται με εκείνα τα κείμενα;

Σηκώνουμε τα μανίκια, εμπεριστατωμένη αναζήτηση, με τα πολλά, καταλήγω εδώ:

Μπορείτε να δείτε και να διαβάσετε κείμενα με το πρόγραμμα, που τα μετατρέπει σε Java αρχεία! Χαράς ευαγγέλια, καθώς (αμυδρά θυμόμουνα ότι) το κινητό μου έχει Java. Το πρόγραμμα λέγεται BookReader, το κατεβάζω απο εδώ και το εγκαθιστώ. Παίρνω ένα κείμενο, ελληνικό (Ανθή, αν διαβάζεις, το μενού των βιβλίων που φτιαχναμε ήταν, να η τιμητική σου) και το μετατρέπω σε Java αρχείο.

Α, μάλιστα. Πολύ ενδιαφέρον. Και μετά τι το κάνουμε;

Αντε, να το βάλουμε στο κινητό μας. Το πρόγραμμα που χρησιμοποιώ απο την εταιρεία που μου έδωσε το bt, βλέπει ορισμένους μόνο φακέλους. Σαν να λέμε Φωτογραφίες, Τραγούδια, Άλλα.

Το κινητό βέβαια, έχει άλλους δύο πολύ ενδιαφέροντες φακέλους, Εφαρμογές και Παιχνίδια, αλλά ουδείς εκ των δύο είναι προσβάσιμος απο το πρόγραμμα.

Φωτογραφία δεν είναι, τραγούδια δεν παίζει, το στελνω στον φάκελο ‘Αλλα’.

Πάω στο κινητό, στον φάκελο, οι επιλογές μου επιτρέπουν μόνο να το μεταφέρω (αλλά όχι σε άλλον φάκελο, για παράδειγμα στις εφαρμογές) και να το στείλω με mms.

Λέω «πως παίρνουν οι άλλοι τα παιχνίδια τους; με mms δεν τα παίρνουν;» και ΜΟΥ το στέλνω με mms.

Το λαμβάνω, κάνει και κάπου μισό ευρώ η μαλακία, το εγκαθιστώ…. Αλληλούια! Το κείμενο εμφανίζετε περίφημα στο κινητό μου. Ωσαννά!

Κάνω το ίδιο με μεγαλύτερο κείμενο. Το κόβω, το ανεβάζω στο κινητό, πάω να το στείλω με mms… Τσου. Το μέγεθος είναι 250kb, τα mms παίρνουν μόνο 100.

Οχι ρε γαμώτο.

Ετσι και αλλιώς, μισό ευρώ το βιβλίο είναι (όπως και να το κάνεις) πολλά.

Ξανά στην αρχή.

Κατεβάζω 2 προγράμματα για επικοινωνία με το κινητό μου. Το απλό (και με προβλήματα στα μηνύματα – δεν εμφανίζει το Κ Λ Σ και πάει λέγοντας) My Phone Explorer, και το σε πολλά πράγματα πλήρες Flo’ats Mobile Agent.

Κανένα απο τα δυο δεν μπορεί να δεί το Bluetooth.

Το Flo’ats το είχα ξαναδοκιμάσει και παλιότερα, με το ίδιο πρόβλημα.

Τι κάνουμε; Τσεκάρουμε το μενού των προγραμμάτων. Το Flo’ats ζητά και IP και COM σύνδεση, το My Phone Explorer μόνο COM.

Ψάχνω το πρόγραμμα του bt και βρίσκω ότι δίνει μία σύνδεση COM.

Α, χα!

Δίνω την σύνδεση COM στο Flo’ats – κλείνει όλο το computer. Μάλιστα. Κάνω το ίδιο με το My Phone Explorer – δουλεύει.

Παιδεύομαι κανα τέταρτο, βρίσκω το upload programm. Το κάνω, το βάζει στον σωστό φάκελο, και παίζει μία χαρά!

Στο γραφείο, εγκαθιστώ και την καινούργια έκδοση του Flo’ats – παίζει μία χαρά.

Και, τελικά, εντέλει, για κλείσιμο, διαβάζω κείμενα στο τηλεφωνάκι μου.

Ο ρουφιάνος, Νίκος Δήμου έχω γίνει.

Συνοψίζω:

Πρόγραμμα για να βλέπετε το κινητό σας (της Sony Ericsson μόνο, νομίζω) στον υπολογιστή σας:
floAt’s Mobile Agent: πλήρες και πανέμορφο (αλλά η προηγούμενη έκδοση μου ψιλοκόλλαγε…)
MyPhoneExplorer: ποιο απλό, με προβλήματα στα SMS (όχι αυτά που στέλνει – αυτά που κατεβάζει απο το κινητό στον υπολογιστή σας), και σελίδα στα…γερμανικά.

Πρόγραμμα για να κάνετε απλά TXT αρχεία ικανά να διαβαστούν ως εφαρμογή στο κινητό σας:
BookReader: Πολύ απλό στην χρήση, και λειτουργεί για αρκετές εταιρείες κινητών

Site για Java παιχνίδια και προγράμματα:
Softpedia: Με search αλλά όχι πλήρες,
GetJar.com: Καταπληκτικό, πλήρες (αλλά χωρίς search)



 ? 

–>

(νέο πόστ-ξαφνιαστήκατε;)

Εχουμε και λέμε.

Αναφέρω οτι είμαι σχεδόν καλά στην υγεία μου, αρκετά εκτός δικτύου, δεν ασχολούμαι με τα κοινά..

…άλλωστε, άμα διαβάζεις τους σωστούς ανθρώπους, ξέρεις τι θα γίνει, ΠΡΙΝ γίνει.

Νομίζω;

Επιστρέφω τάχιστα, λαμόγια! 🙂

Ε, εντάξει, μιά χαρά είμαι. Καλά το περνάω (προς το παρόν) – αλλά είναι με την …βούλα: ο αρκούδος πάσχει από λοιμώδη μονοπυρήνωση.

Η όπως αλλιώς διάολο γράφεται αυτό το διαολόπραγμα.

Επίσης, τράβηξα του Χριστού τα πάθη, κυρίως από γραφειοκρατεία και …ιατροκρατεία, και όχι τόσο απο την ασθένεια.

Το καλύτερο κομμάτι της ιστορίας στην διάθεσή σας (είναι μεγάλο, μην βαρεθείτε – τα καλά είναι στο τέλος):

Η μαλακία αυτή, για να βρεθεί, εκτός απο τις εξετάσεις αίματος, χρειάζεται και μία ειδική εξέταση. Από την δεύτερη εβδομάδα της ασθένειας, η γιατρός του νοσοκομείου που πήγαινα να με δουν, μου την είχε γράψει:

«Επειδή εμείς δεν την κάνουμε, να πας σε ένα μικροβιολογικό κέντρο, όπως είναι η Διάγνωση, για να δουμε αν πάσχεις πράγματι απο αυτό.»

Ψάχνω στην περιοχή μου, υπάρχει Διάγνωση, πηγαίνω να την κάνω.

Ωραια γραφεία, κόσμος πέρα δώθε, ελεύθερο γραφείο πληροφοριών.

Καθίστε, κάθομαι. Τι μπορούμε να κάνουμε για σας; Ε, δεν μου κάνετε αυτήν την εξέταση να δούμε τι κουβαλάω; ασφαλώς και βεβαίως μου λέει η κοπέλα. Πόσο θα κάνει; ρωτάει το αρκούδι

Παρένθεση: έχω ρωτήσει δύο ανθρώπους. Τον πατέρα μου και την κοπέλα μου. Υπολογίζουν 30 με 40 ευρώ. Κλείνει η παρένθεση.

Πόσο θα κάνει; ρωτάει το αρκούδι (το έχει κάνει και ο Φώσκολος αυτό με την επανάληψη, είναι για να μην χάνετε το ρου της ιστορίας).

196 ευρώ μου λέει η χαμογελαστή υπάλληλος.

Ε, λέω δεν έχω τόσα λεφτα – και προκαταβολή παίρνουμε μου λέει η λευκή ρόμπα, το φαντάζομαι λέω, αφήστε, θα πάω στο ΙΚΑ να τα κάνω τσάμπα.

Παρένθεση: Οι μυημένοι μπορούν να χαμογελάσουν ελεύθερα. Κλείνει η παρένθεση.

Συνεχίζω τον γολγοθά μου (υπάρχει και προηγούμενο μέρος, θα σας το πω άλλη φορά) και παίρνω στο 184. Για μία εξέταση αίματος; Θα πάτε στο κοντινότερο ΙΚΑ σας (στην Δροσοπούλου), θα σας δει παθολόγος και θα σας γράψει αυτός την εξέταση.

Μαϊστα. Το κλείνω το ραντεβού, και σκέφτομαι σοβαρά το blog μου, ενεργοποιώ την μνήμη μου. Εδώ, θα γελάσουμε λέω.

Πάω στον παθολόγο. 10-14:30 λέει το χαρτί αλλά αυτή – που έχει το παιδί της στο δωμάτιο να παίζει αμέριμνο – θα φύγει στις 12. Μας ενημερώνει τους απέξω που περιμένουμε – για να μην υπάρχει παρεξήγηση. Επιπλέον, είναι και στα αρχίδια της, καθώς της λέιπει ένα συνταγολόγιο που δεν το έχουν φέρει, αλλά δεν παει και η ίδια να το πάρει (τι, να αφήσει το παιδί μόνο του; αναίσθητοι είσαστε;), φεύγει κάπου μισή ώρα να πάει να πιεί καφέ, τέτοια πράγματα.

Εν ολίγοις, κάποια στιγμή φωνάζει τον αρκούδο, σκάω μύτη (έξω απο την πόρτα, μέσα δεν μπήκα ποτε) τι θέλετε εσείς; να, μία εξέταση. Μου φτιάχνει το παραπεμπτικό, θα πάτε πάνω να κλείσετε ραντεβού.

«Πάνω» έχει ποιο σοβαρούς υπαλλήλους, μου κλείνουν για την μεθεπόμενη ημέρα.

Την μεθεπόμενη μέρα, σκάω μύτη. Τρία είναι τα γραφεία, ένα δουλεύει. Όλοι (κάπου 40 άτομα) περιμένουν έξω απο αυτό. Δύο-τρείς υπάλληλοι έχουν (με το συμπάθειο) κυριολεκτικά γαμηθεί στην δουλειά εκεί μέσα. Με φωνάζουν, κάθομαι, κάνω έτσι το χέρι μου – με ρωτάει η κοπέλα: τι εξέταση είναι; Τις δίνω το χαρτί.

Α, όχι, μου λέει, ΕΜΕΙΣ δεν κάνουμε αυτήν την εξέταση.

Χι-χι-χι.

Μα, λέω (χωρίς να τα παίρνω με την κοπέλα, τι φταίει αυτή) παθολόγος που «δουλεύει» τρεις ορόφους πιο κάτω μου την έγραψε, και γραμματέας που δουλεύει έναν πιο πάνω μου την έκλεισε ραντεβού.

Τι να σας κάνω; μου λέει η κοπέλα.

Ελα ντε; Πρέπει να φταίνε οι ορόφοι. Διαφορετικό υψομετρικό.

Θα πάτε τρεις ορόφους πιο πάνω να σας πουν πότε και που πρέπει να πάτε.

Πάω (δεν με τρομάζουν εμένα τα υψομετρικά).

Στον υπάλληλο (αφού μου βαράει καμιά 10ριά σφραγίδες στο χαρτί) του λέω τι θα κάνω; δεν έχω 195 ευρώ για αυτή την παπαριά. Τράβα μου λέει στην Παμακάριστο, εκεί θα στην κάνουν.

Αντε καλά.

Φεύγω (να ‘ναι καλά η Ελεάνα με το αμαξάκι της) και πάμε Παμακάριστο.

Καινούργιο σκηνικό.

Δεν έχει πολύ κόσμο. Στο λογιστίριο (που πρέπει πρώτα να περάσω) υπάρχει μία εμφανής ουρά, ενώ κάθε φορά που τελειώνει με έναν πελάτη, πατάει ένα κουμπί, και αλλάζει ένας αριθμός πάνω απο το κεφάλι της. Πάω να πάρω νούμερο.

Δεν έχει νούμερα.

Απο ότι καταλαβαίνω, σταμάτησε να έχει νούμερα εδώ και ώρα. Στέρεψε. Έτσι είναι κυρίες και κύριοι, δεν γεμίζουν μόνα τους αυτά τα πράγματα (πάντα αναρωτιόμουνα). Την ευσυνειδητη υπάλληλο, όμως, δεν την σταματάει αυτό. Το κουμπί το πατάει μετά απο κάθε πελάτη, και ανακοινώνει τον αριθμό.

Οταν έρχεται η σειρά μου, την ενημερώνω, παρεπιπτώντως, οτι τσάμπα βαράει γιατί η μηχανή που γεννάει χαρτάκια, στέρεψε – δεν γεννάει πια. Με ευχαριστεί με μία ελαφρά συγκίνηση. Περιμένει. Της λέω τι θέλω. 30 ευρώ μου λέει.

Ώπα, ώπα. για μισό. Παρένθεση εδώ. Τριάντα ευρώ η Παμακάριστος, εκατόν ενενήντα έξι η Διάγνωση; Αντιλαμβάνεται κανείς το σοκ που έπαθα; Ναι; Να συνεχίσω; Ευχαριστώ.

Πλερώνω με χαμόγελο, παίρνω τις αποδείξεις – γιατί και αυτά που έδωσα, το ΙΚΑ μου θα μου τα επιστρέψει. Το ΙΚΑ μου. Αχουτο.

Πίσω μου η κοπέλα χτυπάει το κουδούνι. «Να περάσει το 77». Δύσκολα κόβεται το χούϊ.

Στο αιματολογικό, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Χαρτάκια υπάρχουν ένα σωρό. Πίνακας με αριθμούς δεν υπάρχει (δεν μπορείς να τα έχεις όλα – σωστά;).

Χαμογελάμε, παίρνουμε αριθμό.

Εχουμε το 87, παίρνουν αίμα απο το 83. Χαζεύουμε τον κόσμο, μπροστά μας η πόρτα που οδηγεί στο μικροβιολογικό. Με κωδικό.

Ωπ, ενδιαφέρον.

Μια κοπέλα με την απαιτούμενη συνοδεία της -φίλης της- νοσοκόμας περνάει, μπαίνει με το έτσι θέλω, κύριε Βασίλη τι κάνετε, καλά είναι ο κύριος Βασίλης, που παρεπιπτώντως είναι και ο γιατρός που παίρνει το αίμα. Αφού παίρνει το αίμα, εκτός σειράς, πηγαίνει στο μικροβιολογικό, η φίλη της νοσοκόμα πατάει τον κωδικό δεν ανοίγει οι πόρτα. Οι δίπλα μου, που πετάξανε κάτι ωραιότατα καρφιά όταν βγήκε η κυρία γελάνε, αλλα δεν ξέρω γιατί. Οταν μπήκαν και άλλοι αργότερα κατάλαβα – ο κωδικός ήταν τόσο εύκολος (μπορούσε να τον δει ο οποιοσδήποτε) που πρέπει να είσαι τελείως βλάκας για να τον δώσεις λάθος.

Ζώον με περικεφαλαία.

Μπαίνω στο αιματολογικό, δείχνοντας το χαρτάκι μου. «Δεν υπάρχει λόγος» μου λέει ο κυρ-Βασίλης, «Πως», του λέω «για να τηρούνται οι τύποι. Να μην μπαίνει ο καθένας όποτε θέλει εδωμέσα». Σωστά, ο κυρ-Βασίλης, πράος άνθρωπος, καταλαβαίνει το υπονοούμενο, κατεβάζει το κεφάλι.

Μαζί με τον κυρ-Βασίλη υπάρχει και ένας νοσοκόμος. Απο την πρώτη στιγμή δεν με πείθει οτι θα καταφέρει να μου πάρει αίμα. Αφού μου ψηλαφίζει τα χέρια κανα δίλεπτο φωνάζει τις ενισχύσεις: «κυρ Βασιλη έρχεστε λίγο; δεν του βρίσκω φλέβα».

Έρχεται το βαρύ πυροβολικό, ο κυρ Βασίλης αυτοπροσώπως. Πράος άνθρωπος. Με ψηλαφίζει και αυτός, ούτε αυτός μου βρίσκει, μου λέει θα σας πάρω απο δω, το απο δω είναι στον καρπό κοντα του αριστερού μου χεριού.

Μωρε απο το μάτι μην μου πάρεις, καί απο όπου καταλαβαίνεις πάρε μου.

Καθώς με τρυπά, τον ρωτάω:

-Πόσο καιρό θέλουν οι εξετάσεις;
-Πέντε με δέκα μέρες.
-Α, καλά.

Μετά απο λίγο, πιέζω την τύχη μου:
-Επειδή τελειώνει η αναρωτική μου άδεια, είναι εύκολο να μάθουμε αν θα είναι σε 5 ή σε 10;
-Φυσικά, να πάω να ρωτήσω.

Πράος άνθρωπος.

Το έχει πάρει το αίμα, το χέρι με πονάει ολίγον-τι, επιστρέφει:

-Δυστυχώς έχω άσχημα νέα: θα πάρετε αποτελέσματα στο τέλος του μήνα (του Αυγούστου). Η μοναδική υπάλληλος παίρνει άδεια οπότε…
Κάγκελο εγώ. Η άδειά μου τελειώνει στις 8/8.
-Πόσο χρόνο κάνουν τα άλλα ιατρεία;
-Κάπου 5 με 10 ημέρες, αλλά ελάτε μαζί μου να ρωτήσουμε το μικροβιολογικό.

Πάω, μου ανοίγει, πετάει σε μία χοντρή μικροβιολόγο «αυτός είναι ο νεαρός» και την πουλεύει πριν αρχίσουν τα δύσκολα. Πράος άνθρωπος.

Προσπάθώ -σκληρά- να συννενοηθώ με την μικροβιολόγο:

-Τι θέλετε; αφού σας είπαμε. Αν δεν σας αρέσει, ακυρώστε την εξέταση.
-Αν πάω αλλού, πόσο χρόνο κάνουν κανονικά;
-Δέκα με δεκαπέντε μέρες.
-Εσείς πότε θα μου δώσετε αποτελέσματα;
-Τέλος του μηνός. Αν δεν σας αρέσει, ακυρώστε την εξέταση.
-Αυτό που θέλω είναι την βοήθειά σας. Αν έτσι και αλλιώς κάνουν και οι άλλοι δεκαπέντε μέρες, και εσείς μου τις δώσετε σε 16-17, τότε δεν έχει νόημα να πάω αλλού. Απλώς θέλω να καταλάβω πόσο καιρό κάνουνε.
-Αν θέλετε, μπορείτε να πάτε στο Γεννηματά.
-Μπορώ να πάρω το αίμα μου; Γιατί εδώ δυσκολεύτηκαν πολύ να μου πάρουν και δεν θέλω να περάσω την ίδια ταλαιπωρία.

Αυτό δημιούργησε μία σύγχιση. Δεν πρέπει να έχει ξαναζητήσει κανείς το αίμα του πίσω. Στην αρχή μου λένε όχι, αλλά το μελετάνε, το συζητάνε (πολιτισμός, δημοκρατία, τετοια πράγματα) και μου λένε ναι.

-Δεν θα το πάρουνε, αλλα μπορείτε.

Το ποσό είναι τριάντα ευρώ (και το αγαπημένο μου ΙΚΑ θα μου τα ΄δωκει πίσω, γιατί με αγαπάει και αυτό). Μπορώ να κάνω μία εξεταση εδώ, αλλά να πάω και στο Γεννηματά, να κάνω και μία εκεί. Μπορεί να μήν λειπει η μοναδική υπάλληλος για διακοπές και να πάρω νωρίτερα τα αποτελέσματα.

-Καλώς, σας ευχαριστώ. Θα κάνω την εξέταση και εδώ, και εκεί.
-Οπως καταλαβαίνετε. Αλλα τα αποτελέσματα θα τα πάρετε τέλος του μηνός.

Θέλω να καταλάβετε την ψυχολογία μου εδώ. Εχω αντιληφθεί απο τα τεκτενόμενα, οτι αυτή η εξέταση είναι τόσο σπάνια που την κάνουν ελάχιστα νοσοκομεία και αν πάς σε ιδιωτικό μικροβιολογικό, θα πληρώσεις τον κώλο σου.

Στο μεταξύ η Ελεάνα που περιμένει έξω και έχει ακούσει όλη την κουβέντα έχει γίνει (και αυτή) έξω φρενών. Βρίσκει στον κατάλογο το τηλέφωνο ενός γνωστού της ιδιωτικού μικροβιολόγου στην περιοχή της.

-Πόσο κάνει αυτή η εξέταση;
-τριάντα ευρώ
-πότε θα πάρουμε τα αποτελέσματα;
-Αυριο.

Ωπ. Καινούργια λέξη στο λεξιλόγιο μας. Αυ-ρι-ο. Με το λογικό κόστος, αποτελέσματα άμεσα.

-Μας πήρανε αίμα. να το φέρουμε;
-Φυσικά, εγώ χρειάζομαι μόνο ένα πήγμα.

Χαράς ευαγγέλια. Πηγαίνω στο αιματολογικό να ακυρώσω την εξέταση.

-Μπορώ να ακυρώσω την εξέταση γιατί βρήκα κάποιον που μου δίνει αποτελέσματα αύ-ρι-ο;
-Φυσικά (Πράος άνθρωπος).
-Μπορώ να πάρω το αίμα μου ή το έχετε δώσει στο μικροβιολογικό;
-Οχι, εδώ το έχουμε. Μισό λεπτό να σας δώσω το χαρτί και το αίμα. Τί όνομα;
-Αρκούδος.

Το χαρτί βρίσκεται αμέσως. Το άιμα όμως καθυστερει. Είναι καμιά τριανταριά φιάλες, αλλά με αρκούδος δεν βρίσκει τίποτα.

-Α, να μου λέει, αυτό θα είναι. Είχα γράψει λάθος το όνομα.

….

Ορίστε; Έγραψαν λάθος το όνομα; Ήμουν η αιματολογική εξέταση νούμερο 96 εκείνης της ημέρας μόνο, και γράψανε λάθος το όνομα;

Για να σας δώσω ιδέα του λάθους, αντι να γράψουνε για παράδειγμα Γεωργόπουλος, γράψανε Γεωργακόπουλος.

Μικρό, αλλα σημαντικό, το επώνυμό μου είναι εξίσου διαδεδομένο.

Μέχρι το τέλος του μηνός, 5-6 Γεωργακόπουλοι θα έχουν περάσει σίγουρα.

-Μην ανησυχείτε, δεν υπάρχει Γεωργακόπουλος, εσείς είσαστε – σίγουρα.

Εκεί τελειώνει η λογική. Φέρτε το λέω, να τελειώνουμε (μην κάψουνε κανέναν κακομοίρη οτι έχει λοιμώδη και τρέχει) Το βάζω στην τσέπη.

Πληρώνομαι στο λογιστήριο παίρνοντας τα λεφτά μου πίσω.

Πάω στον μικροβιολόγο. Μόλις ακούει την ιστορία, πετάμε μαζί την φιάλη στα σκουπίδια. Μου παίρνει αίμα – με την μία και εντελώς ανώδυνα. Κοιτάει τις προηγούμενες εξετάσεις μου και μου δίνει συμβουλές, συστάσεις.

Τα αποτελέσματα τα παίρνω την επομένη, και πληρώνω τριάντα ευρώ.

Θέλετε καλό κλείσιμο; Δεν έχω. Αλλά σας υπόσχομαι να χαμογελάσω με τις παρατηρήσεις σας.

Την τελευταία εβδομάδα, εν μέσω πυρετών, νοσοκομείων και εξετάσεων η αλήθεια είναι οτι σας αμέλησα λιγάκι.

Οι τελευταίες εξελίξεις με θέλουν, μετά απο απίστευτη γραφειοκρατεία, να κάνω εξετάσεις αίματος για να δουν αν έχω …λοιμώδη μονοπυρήνωση.

Οι εξετάσεις θα γίνουν την άλλη εβδομάδα, εως τότε θα είμαι με την απορία:

Να σας δίνω φιλιά κλείνοντας το κάθε post ή θα σας κολλήσω;