Διάβασα με καθυστέρηση, για να αποφορτιστώ, την ομιλία του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη στην βουλή κατά την διαδικασία της απόφασης για τη σύσταση Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τα Τέμπη. Έχω ξαναπεί αρκετές φορές ότι τα πράγματα είναι πολύ άσχημα με τον συγκεκριμένο πρωθυπουργό, και δεν έχω κρύψει ότι πιστεύω πως ο τρόπος με τον οποίον επιλέγει να διαχειρίζεται μία πραγματικότητα που βιώνουμε όλοι οι υπόλοιποι είναι, εκτός από εξοργιστικός, και βαθύτατα επικίνδυνος. Η συγκεκριμένη περίπτωση θεωρώ ότι περιγράφει θαυμάσια το γιατί.

Κατ΄αρχάς, μπορείτε να την διαβάσετε εδώ. Θα παραθέσω στην συνέχεια κάποια αποσπάσματα, αλλά θεωρώ πως είναι σημαντικό να την διαβάσετε ολόκληρη, αργά-αργά κι εσείς. Δεν είναι ευχάριστη, κάθε άλλο. Αλλά αυτή είναι η αλήθεια μας σήμερα. Αυτός είναι ο τρόπος που το κορυφαίο στέλεχος της κυβέρνησης επιλέγει (και θα επιμείνω στο επιλέγει) να απαντήσει σε μία, καλοπροαίρετη ή κακοπροαίρετη, όπως νομίζει ο καθένας, κριτική για τις πράξεις και πιθανές παραλείψεις του.

Είναι αδύνατο να αντιληφθεί κανείς πόσο άσχημα είναι τα πράγματα αν δεν διαβάσει αυτό το κείμενο.

Ναι; Ναι. Προχωράμε.

~

Ξεκινώ από την κατακλείδα:

Όλα αυτά συγκροτούν και την προσωπική μου θεώρηση για τη σημερινή συνεδρίαση. Μια συνεδρίαση που είναι σίγουρο ότι θα περάσει στο χθες σύντομα, μαζί και με τα κόμματα που την προκάλεσαν.

Έχει σημασία γι’ αυτό που θα ακολουθήσει μετά.

Στο μισό κείμενό του περίπου επιτίθεται στην πρόταση που τον αφορά – αυτή της εσχάτης προδοσίας. Είναι λογικό, γιατί τον αφορά, αλλά ταυτόχρονα παράλογο διότι η πρόταση γίνεται από μία σχετικά μικρή μερίδα βουλευτών, περίπου το 10% της βουλής, και που και ο ίδιος, στην αρχή της ομιλίας του, απορρίπτει ακόμα και να συζητήσει γι’ αυτό.

Όπως ήδη εξήγησα, θεωρώ τη συγκεκριμένη πρόταση εκτροπή του κοινοβουλευτισμού και προσβολή της ίδιας της δημοκρατικής τάξης, γι’ αυτό και αρνούμαι να συζητήσω το περιεχόμενό της.

Αλλά συζητά γι’ αυτό – περίπου για τον μισό χρόνο που του διατίθεται.

Στην συνέχεια, μεταξύ αντεγκλήσεων, παραθέτει δύο παραδείγματα. Τον ΒΟΑΚ και τον Πατρών-Πύργου, και (φυσικά) το Μάτι. Είναι τα μόνα σημεία που βγάζουν κάποιον νόημα: Για τον ΒΟΑΚ, το επιχείρημα είναι πως, όσο δεν είναι έτοιμο το έργο και καθυστερεί, θα μπορούσε ένα δυστύχημα να εμπλέξει ως ποινικά υπεύθυνο τον κάθε Υπουργό Υποδομών για πιθανές ευθύνες. Για το Μάτι, την αναφορά του Εισαγγελέα πως, αν λειτουργούσε το 112 που δεν είχε ακόμα λειτουργήσει, θα σωζόντουσαν ζωές.

Δεν θα κρίνω αυτά καθ΄αυτά τα επιχειρήματα, δεν είναι αυτό το πλαίσιο της κουβέντας – αλλά είναι δύο επιχειρήματα, μπορείς να αντιπαρατεθείς γι’ αυτά. Μόνο που δεν αναφέρονται ως υλικό προς συζήτηση, αλλά ως επίθεση: “Μην μιλάτε, έχετε κι εσείς τον ΒΟΑΚ και το Μάτι (το Μάτι ρε φίλε..) οπότε αν θέλετε να ανοίξουμε αυτήν την κουβέντα, ετοιμαστείτε να είστε κατηγορούμενοι”.

Χαρακτηριστικό απόσπασμα είναι αυτό:

Η Νέα Δημοκρατία άσκησε πολιτική κριτική, θα έλεγα ακόμα περισσότερο για την άθλια θεωρία συγκάλυψης, μιας και μιλάμε για συγκάλυψη. Αυτό και αν ήταν συγκάλυψη, το σόου το οποίο στήσατε εκείνο το βράδυ στο Μάτι, με τον κ. Τσίπρα να ρωτάει «πότε πετάνε τα αεροπλάνα». Αυτό ήταν συγκάλυψη σε ζωντανή μετάδοση.

Αυτό, για τον πρωθυπουργό, ήταν ο ορισμός της συγκάλυψης…

Τέλος, μιλά για τα επιτεύγματα της κυβέρνησής του, συγκρίνοντας τα με την αρνητικότητα των πολιτικών του αντιπάλων.

Και μετά;

Τέλος. Τίποτα άλλο. Όλο το υπόλοιπο κείμενο δεν αντέχει σε κάποια κριτική, είναι ανούσιο και αδιάφορο – ιδιαιτέρως εκνευριστικό, πιθανόν, αλλα πολιτικά αδιάφορο.

Όλα αυτά συγκροτούν και την προσωπική μου θεώρηση για τη σημερινή συνεδρίαση. Μια συνεδρίαση που είναι σίγουρο ότι θα περάσει στο χθες σύντομα, μαζί και με τα κόμματα που την προκάλεσαν.

Να θυμίσω όμως για τι πράγμα συζητούσαν; Αντέχετε;

…Δύο τραίνα, πριν από δύο χρόνια, βρέθηκαν να πηγαίνουν στην ίδια γραμμή και συγκρούστηκαν το ένα με το άλλο. Ο λόγος που έγινε η σύγκρουση, είναι γιατί έλειπαν όλα τα απολύτως αναμενόμενα εργαλεία ασφαλείας. Κάποια από αυτά, στο παρελθόν λειτουργούσαν – αλλά στο δυστύχημα, και αρκετό καιρό πριν, ήταν ανενεργά. Οι εργαζόμενοι είχαν προειδοποιήσει, με εξώδικα, ότι θα συμβεί δυστύχημα. Ο αρμόδιος Υπουργός ένιωθε ντροπή γι’ αυτούς που του επεσήμαναν στην βουλή τα προβλήματα. Οι συνάδελφοί του τον δικαιολογούσαν δημόσια μετά επιχειρηματολογώντας πως αν έλεγε την πραγματική κατάσταση, κανείς δεν θα έμπαινε στα τραίνα. Ο πρόεδρος της επιτροπής ETCS είχε παραιτηθεί, και με επιστολή του μιλούσε για την επικινδυνότητα της κατάστασης. Η διαχείριση της κατάστασης μετά το δυστύχημα ήταν εγκληματική. Κατ’ αρχάς, σύμφωνα με τον ΕΟΔΑΣΑΑΜ δεν προφυλάχθηκε ο χώρος – και έτσι είναι πρακτικά σχεδόν αδύνατο να πούμε με βεβαιότητα τι προκάλεσε την έκρηξη που ακολούθησε της σύγκρουσης. Στην συνέχεια ο πρωθυπουργός σε ζωντανή μετάδοση επέρριψε τις ευθύνες σε διαχρονικά προβλήματα και τον σταθμάρχη, προκαταλαμβάνοντας ουσιαστικά κάθε έρευνα που θα ακολουθούσε. Λίγο αργότερα, η κυβέρνηση επιδόθηκε σε ένα άνευ προηγουμένου σόου, για να μας πείσει ότι ο τοπικός τηλεχειρισμός είναι αρκετός για την ασφάλεια των τραίνων. Ουδείς (ακόμα και τώρα, δύο χρόνια μετά) έχει αναλάβει την ευθύνη για την μεταφορά υλικού σε άγνωστες τοποθεσίες οι οποίες, μετά από έρευνα των συγγενών (συγκρίνοντας Google Maps χάρτες!), βρέθηκαν, και ανέκτησαν από αυτές όχι μόνο μέλη των νεκρών τους αλλά και τα “μαύρα κουτιά” – τα οποία πάντως ήταν απενεργοποιημένα ήδη από το 2018. Ανακαλύφθηκε ότι ο εν λόγω σταθμάρχης ήταν πολιτικό βύσμα και ακατάλληλος για την θέση. Ότι οι εργαζόμενοι ήταν ελάχιστοι, πολύ λιγότεροι από το οργανόγραμμα. Ακόμα είναι. Οι υπουργοί απαντούσαν ότι όποιος ασχολείται με το μπάζωμα ήταν για τα μπάζα. Στις εξεταστικές επιτροπές η κυβερνητική πλειοψηφία αρνείται να καταθέσουν μάρτυρες που μπορούν να ρίξουν λίγο περισσότερο φως στο πρόβλημα. Στάθηκε δε αδύνατο να βρεθεί υλικό από τις κάμερες σε όλη την διαδρομή των τραίνων, εκτός από δύο χρόνια μετά, όταν ανακτήθηκε υλικό, αλλά με αδιανόητα λάθος διαδικασίες και εγκληματικές παραλείψεις. Ο σιδηρόδρομος ήταν αρκετά χρόνια σε κακή κατάσταση, αλλά η σημερινή κυβέρνηση επέλεξε να χαρίσει στην ιταλική εταιρεία την συμφωνημένη υποχρέωσή της για αναβάθμιση του δικτύου. Η κυβέρνηση, αυτή η κυβέρνηση που ελέγχεται για το δυστύχημα για πράξεις και για παραλείψεις, μιλά για ασφαλή τραίνα το … 2027.

…Και αυτά είναι τα ελάχιστα που μπορώ να πω, με σχεδόν μηδενική έρευνα – ό,τι, λίγο, έχω συγκρατήσει δύο χρόνια τώρα.

Για αυτά; Για όλα αυτά; για ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ από αυτά;

Να σας θυμίσω ποια ήταν η πρωθυπουργική αντίδραση σε όλα αυτά; Μισή συζήτηση να αμύνεται στο 10% της βουλής, καμία ουσιαστική εξήγηση, δύο παραδείγματα αναφοράς, και πόσο καλά τα έχει κάνει η κυβέρνησή του γενικά.

~

Πριν από λίγο καιρό, μετά από ίσως την πιο μεγαλειώδη πορεία αγανάκτησης και αντίδρασης του κόσμου στην αίσθηση για έλλειψη δικαιοσύνης, ο πρωθυπουργός σε μία συνέντευξή του για να διαχειριστεί τον επικοινωνιακό όλεθρο, είχε πει:

«Δεν πιστεύω ότι ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής και θα εξηγήσω το γιατί. Δεν είναι η πρώτη φορά που το λέω. Ξέρετε, όταν συγκροτείται μία Εξεταστική Επιτροπή, εκ των πραγμάτων η διαδικασία μπαίνει στη λογική της κομματικής αντιπαράθεσης και σε μία, θα έλεγα, ενδεχομένως αναμενόμενη περιχαράκωση των κομμάτων που δυσκολεύονται αυτή τη στιγμή, νομίζω, ιστορικά να δουν τη μεγάλη εικόνα και να δράσουν αντικειμενικά. Θεωρώ ότι είναι ένα δομικό πρόβλημα των Εξεταστικών Επιτροπών της Βουλής και, όπως πολλές άλλες, δεν έχουν καταφέρει να διαφωτίσουν την κοινή γνώμη. Πιστεύω ότι το ίδιο έγινε και με αυτή. Και στον βαθμό που, θα έλεγα, μας αναλογούν ευθύνες γι’ αυτό, νομίζω ότι οι πολίτες μπορούν να τις επιμερίσουν, θα έλεγα, με τρόπο δίκαιο», δήλωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Και τι πήραμε στην επόμενη; Μισή συζήτηση να αμύνεται απέναντι στο 10% της βουλής, καμία ουσιαστική εξήγηση, δύο παραδείγματα αναφοράς, και πόσο καλά τα έχει κάνει η κυβέρνησή του γενικά.

Πάμε τώρα και στο συμπέρασμα.

~

Όπως είπα και στην αρχή, πιστεύω ειλικρινά ότι η παρούσα είναι ίσως η χειρότερη κυβέρνηση που έχω βιώσει πολιτικά, ένα όνειδος. Αλλά αν και αυτή η σκέψη είναι υποκειμενική, οφείλουμε όλοι να συζητήσουμε κάτι σημαντικό:

Κάθε κυβέρνηση, είτε μας αρέσει είτε όχι, πρέπει να μπορεί να ελέγχεται. Να κρίνεται. Να ερωτάται – και να απαντά. Τίποτα από αυτά δεν συνέβη εχθές. Σε μία κορυφαία διαδικασία, μίλησε η κυβερνητική πλειοψηφία, και τα πράγματα πηγαίνουν με το μικρότερο δυνατό κόστος για την κυβέρνηση, χωρίς κανέναν έλεγχο, χωρίς καμία ουσιαστική απάντηση.

Και, όπως λέω πάντα, το πρόβλημα δεν είναι το τώρα. Ο κόσμος που νιώθει αδικημένος, και δεν αναφέρομαι αποκλειστικά στους συγγενείς των νεκρών, έχει δίκιο να αισθάνεται εγκλωβισμένος. Έχει δίκιο να απογοητεύεται. Έχει δίκιο να πνίγεται.

Όταν βλέπει από την μία χαροκαμένους γονείς να λένε “εξηγήστε μου γιατί έγινε αυτό; εξηγήστε μου, γιατί προκαταλαμβάνετε την δικαιοσύνη, γιατί εμποδίζετε τις έρευνες, γιατί δεν απαντάτε στις ερωτήσεις μας” – και από την άλλη να τους απαντούν “Τεμπορυχία” – σε τι έχει να ελπίζει; Τι έχει να περιμένει;

Τι έχει να περιμένει όταν ο πρωθυπουργός της χώρας, σε μία πολύ σημαντική κοινοβουλευτική στιγμή, ουσιαστικά κρύβεται δημοσία πίσω από επιλεκτικές επιθέσεις, αεορολογίες, και ειρωνίες;

Και όσο η αντιπολίτευση πασχίζει αποκλειστικά να αντισταθεί στην μηντιακή υποστήριξη της κυβέρνησης και όχι να καταθέσει μία πρόταση βελτίωσης και αναδιαμόρφωσης της κατάστασης που βιώνουμε, μίας θετικής σκέψης – τόσο χειρότερα μας σκεπάζει αυτή η απελπισία.

Και τόσο θα γίνεται όχι πια απλώς πολιτικά ανεκτό αλλά αναμενόμενο η πρωθυπουργική προσωπική θεώρηση των πραγμάτων να μοιάζει με αυτή ενός βασιλιά που τα προβλήματα του λαού του του είναι παντελώς αδιάφορα.

Τεμπορυχία. Ανησυχώ πως δεν αφορά αποκλειστικά τα Τέμπη αυτή η δυσοίωνη χυδαιότητα.

Υ.Γ.: Οι εκ δεξιών δήθεν αντιπολιτευόμενοι της κυβέρνησης, για άλλη μία φορά, αυτό το όνειδος, το χειροκρότησαν και το υπερψήφισαν. Αυτήν την ρητορική. …Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.