Τι λέτε ρε παιδιά; Ανακαλύψατε το τηλεοπτικό δικαστήριο;

Δεν μπορώ να φανταστώ πως, οι ίδιοι που εφήυραν (και εκμεταλεύτηκαν όσο κανείς άλλος, ποτέ) την τηλεόραση, τώρα απαρνιούνται τις δυνάμεις της…

Και πότε γίνεται αυτό; Όταν ο κόσμος, για να πετύχει όλα αυτά που τον μάθανε να περιμένει (από το κράτος, από την κοινωνία) – χρησιμοποιεί τα ίδια όπλα που άλλοι χρησιμοποιήσαν για να τον μανιπουλάρουν…

Μπα; Τώρα δεν σας αρέσει η τηλεοπτική διαπόμπευση; Οτι σπείρατε θερίζετε κύριοι. Τώρα, οι τηλεοπτικοί αστέρες (γιατί οι περισσότεροι εξ αυτών είναι παρουσιαστές, και όχι δημοσιογράφοι, όπως βαυκαλίζονται να αυτοπροσδιορίζονται) όταν σταμάτησε ο εντυπωσιασμός των big brother, των σκουπιδιών των σταρ, των κρυφών λεπτομερειών των σεξουαλικών προτιμήσεων των διασημοτήτων – guess what – έπιασαν εσας.

Εσάς, τους πολιτικούς που τα παίρνετε, τους εμποράκους που πουλάτε χαλασμένα τυριά, τους συνεργάτες των μηδέν-ενενήντα, τους ιδιοκτήτες των παιδικών σταθμών που φέρονται στα παιδιά σαν σκουπίδια…

Τώρα, τα πράγματα θεωρούνται επικίνδυνα – και αυτοί που θρέφατε κάποτε σαν παιδιά σας, για τους Κουρήδες μιλάω, και τους Αλαφούζους, και τους Κοντομηνάδες – τώρα γελοιοποιούν αυτό που εσείς θέλετε να ονομάζετε ‘τηλεοπτική δημοκρατία’.

Παραδεχθείτε το: δεν τα επιτρέψατε απλώς – τα επιβάλλατε.

Και τώρα σας σοκάρει το γεγονός οτι τα χαλασμένα τυριά, τα αλλιωμένα κρέατα, τα φακελάκια, οι επιταγές, οι off-shore εταιρείες μπήκανε ξαφνικά στο ημερήσιο πρόγραμμα.

Και αντί να πείτε «ας δούμε πως θα εξαφανίσουμε αυτά τα φαινόμενα» (σας έχω δυο-τρεις λύσεις παλικάρια, μία που λέγεται άρση του νόμου που προβλέπει να μην κατηγορούνται βουλευτές, μία άλλη που λέγεται πόθεν έσχες, ξέρετε εσείς τώρα) λέτε «ας αντισταθούμε την τηλεοτρομοκρατία»…

Να αντισταθούμε στην τηλεοτρομοκρατεία; Φυσικά.

Και στο ρουσφέτι; Και στην αλητεία; Και στην απληστία; Και στην αδιαφάνεια;

Αφήστε. Θα περιμένω την …αυτοκάθαρση.

Σας δείχνουνε μωρέ, και βρίζετε το δάχτυλο που σας δείχνει…

Δεν ήταν μωρέ τηλεοτρομοκρατία όταν αυτοί, οι ίδιοι άνθρωποι έριχναν την προηγούμενη κυβέρνηση;

Τις μισές (και λίγες λέω) αντιπολιτευτικές σας κατηγορίες, απο τους ίδιους τις πήρατε.

Αντιπολίτευση της «τηλεοπτικής δημοκρατίας» ήσασταν, κυβέρνηση της «τηλεοπτικής δημοκρατίας» γίνατε.

Ο κάθε Τριανταφυλόπουλος και ο κάθε Ευαγγελάτος έγιναν οι προστάτες μας – θλιβερό, αλλά αν απέναντι βρίσκεται ο Ρεγκούζας, ο Κεφαλογιάννης, ο θείος Καραμανλής, ο Τσοχατζόπουλος, που με συγκεκριμένες κατηγορίες, με ονόματα, με στοιχεία κατηγορούνται για κάτι, και απαντούν (σε μας, γιατί ο δημοσιογράφος εξ ονοματί μου ρωτάει) με αλητείες τύπου «πους τις» ε, τότε ρε παιδιά, χίλιες φορές Ευαγγελάτος.

Αν λέει την μισή αλήθεια η κάμερα, την προτιμώ σαν πολίτης απο το ψέμα της σιωπής.

Και μαθήματα δημοκρατίας απο γραβατάκηδες, επαγγελματίες της πολιτικής, δεν δέχομαι.



 ? 

–>

Είδα στην τηλεόραση την διαφήμιση για την «διάσωση της Ολυμπιακής» που ζητούσε να ψηφίσουμε για να σωθεί.

Ανεξαρτήτως αν συμφωνώ ή διαφωνώ(*), η σελίδα είναι εδώ, για όποιον ενδιαφέρεται:

http://www.voteforolympic.gr/

Και επειδή τα internet-voting είναι της μοδός, τραβάτε να σώσετε και το δάσος Συγγρού:

http://www.dasosygrou.gr/

Προσοχή για αυτούς που δεν γνωρίζουν: Ψηφίζω ΔΕΝ σημαίνει μπορώ να πω «να πάει να πηδηχθεί η Ολυμπιακή σας». Και τα δύο αφορούν συλλογές υπογραφών: κάθε καταχώρηση λαμβάνεται ως θετική. Σημείωση δεύτερη: ΚΑΝΕΙΣ δεν νομίζω να πιστεύει απόλυτα τον διαχειριστή όταν κινδυνεύει η θέση του στην εταιρεία για το αληθές των αποτελεσμάτων. Αν θέλετε να ψηφίσετε, ψηφήστε – αλλά μην πολυβασιστείτε στα αποτελέσματα κιόλας….

(*) Σαν πρώτη εκτίμηση, η έκφραση «να σωθεί» μου θυμίζει επιχορηγήσεις (ή σβησίματα χρεών, το ίδιο μου κάνει) και μου δημιουργεί αρνητική διάθεση. Αν είναι να ΞΑΝΑπληρώσω ως ελληνικός λαός, θέλω ονόματα, διευθύνσεις, και φυλακές για αυτούς που τα φάγανε. Αλλιώς, καλύτερα ιδιώτική.

Αυτή είναι σαν πρώτη εκτίμηση η θέση μου, αλλά το συζητάω κιόλας.

Λόγω της νόσου των πτηνών και για προληπτικούς λόγους,

θα ήθελα να απαλειφθεί το παπάκι από το e-mail μου .

Ευχαριστώ εκ των προτέρων.

– Καλημέρα Βαγγέλη

– Τι γίνεται;

– Καλά. Είδες εθνική εχθές; Πάει το Μουντιάλ.

– Έλα μωρε με τους μαλάκες, πήρανε το Ευρωπαϊκό και κάτι έγινε… Ούτε για την Λάρισα και το Αιγάλεω δεν κάνουνε..

– Ναι μωρε, ψάχνουν τα εκατομμύρια να αγοράσουνε πόρσε.. παίξε μπάλα και άσε τα λεφτά ρε καραγκιόζη…

Ο Βαγγέλης φοράει την φόρμα του. Απλυτη εδώ και μέρες, με το αίμα ξεραμένο ακόμα επάνω. Ο Κώστας, που ήρθε τώρα μόλις, αρχίζει να καθαρίζει τον δικό του πάγκο.

Δουλεύουνε για λίγο αμίλητοι. Ο Κώστας παίρνει τα χθεσινά, ληγμένα εδώ και είκοσι ημέρες τριμμένα τυριά, και τους αλλάζει το ταμπελάκι με την ημερομηνία κοπής.

– Ρε μαλάκα, είδες εχθές Ευαγγελάτο;Πω πω… Τα γάμησε τα μαγαζιά!

– Καλά, μαλακίες… Ονόματα γιατί δεν λέει;

– Ή τα παίρνει, ή είναι δειλός ρε μαλάκα.. να τον τρέχουνε σε τίποτα μηνύσεις; Πάντως έγινε χαμός εχθές…

– Είδες πάντως ρε μαλάκα που στο έλεγα; Δεν τα κάνουμε μόνο εδώ αυτά, παντού γίνονται.. Κρέατα απο τα Σκόπια, ληγμένα τυριά, γύρευε τι τρώει ο κοσμάκης…

– Και δεν ξέρουνε ούτε τα μισά! Αφού εδώ οι κονσέρβες που λήγουνε, τους ‘χτυπάνε’ άλλη ημερομηνία και κολλάνε αυτοκόλλητο με ‘συστατικά’ πάνω στην παλιά ημερομηνία..

– Τα εμπορεύματα που έρχονται με τα ανοιχτά φορτηγά,

– Αυτά που μόλις χαλάσουν τόσο ωστε να μην μπορούμε να τα δώσουμε εμείς, τα πουλάμε σε πιτσαρίες και σουβλατζίδικα,

– Τις κατσαρίδες και τα ποντίκια – μαλάκα, είδα εχθές πάλι αυτό το μεγάλο να μπαίνει μέσα στα αλεύρια..

– Γαμώ το κερατό μου, πάλι θα αλλάζω σακούλες στα αλεύρια, την τύχη μου…

– Και είδες; Τόσες μαλακίες τρώει ο κόσμος, τίποτα δεν έπαθε…

– Ναι, καλά. Ρε μαλάκα, χαζός είσαι; Στα αρχίδια του ο κόσμος. Θυμάται κανένας τα χαλασμένα γιαούρτια της Φάγε; Τα μαζέψανε, και ούτε γάτα ούτε ζημιά.. Δεν τους ανησυχεί που υπάρχουνε λαμόγια στελέχη που κοιτάνε να κοροϊδεψουνε τον κόσμο… Total κύριε, εγώ αυτό ξέρω – και ας το πουλάει ο τύπος που έναν μήνα πρίν προσπαθούσε να με κοροϊδέψει…

– Αστα, μάγκα, όλοι μέσα στα σκατά είναι…

– Και ο κυρ’ Μανώλης, που κάνει την τρίχα τριχιά, βγάζει από παντού…

Συνεχίζουν να δουλεύουν. Ο Βαγγέλης κόβει τα κρέατα για να μην φαίνεται η σφραγίδα, ενώ ο Κώστας βάζει τα delicatessen ντολμαδάκια απο την κονσέρβα του 1 ευρώ το κιλό στην προθήκη του ‘Ντολμαδάκια της κυρα-Βαγγελιώς’ με 20 ευρώ το κιλό…

Ξαφνικά..

– Ρε μαλάκα!

– Τι είναι ρε;

– Ρε μαλάκα τόσο καιρό, ότι ήθελα για το σπίτι τα έπαιρνα απο αλλού, δεν έπαιρνα απο δω, γιατί ήξερα τι σκατά πουλάμε..

– Ε,και;

– Ρε μαλάκα, αν ΟΛΟΙ είναι έτσι, απο ΠΟΥ θα αγοράζω ρε; Τι θα ταϊσω το παιδί μου ρε μαλάκα;

(θανκς στον Ανώνυμο και στην Ξανθή που μου το τονίσανε…)

Για δείτε εδώ: Ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος τσίμπησε απο τον Κεντέρη.

Ενα παιδί, γράφει σε ένα μπλογκ για το πετ του: ένα σαλιγκάρι! Το λέει Κεντέρη. Του βάζει μαρούλια να φάει. Το παρακολουθεί να διανύει απόσταση ενός μέτρου σε διάστημα μιας βδομάδας. Γράφει με τρυφερότητα για το σαλιγκάρι του. Και μια μέρα το σαλιγκάρι φεύγει. Και το υπέροχο παιδί κάπως συγκινείται. Το πιστεύετε, λέει, αλλά ο Κεντέρης μού λείπει. Ηταν μια κάποια λύσις. Μήπως να υιοθετήσω μια πέτρα – που είναι πιο σταθερή;

Βέβαια, το υπόλοιπο άρθρο δεν είναι και τόσο χαρούμενο: μιλάει για την μοναξιά, για την προσπάθεια να βρεις κάποιον να τα πεις.

Απο την μία ο Κεντέρης γίνεται διάσημος (μα να μην έχω μία φωτό ρε γμτ), απο την άλλη σύμβολο της μοναξιάς.

Όμως, διαφωνώ: δεν ξέρω για τα αμπέλια της κυρίας, ή για την γάτα-θεά, ή για την αράχνη στην κουζίνα: εγώ και ο Κεντέρης περάσαμε θαυμάσια αγνοώντας ο καθένας την υπάρξη του άλλου – μέχρι που έφυγε.

Δυο φιλαράκια, που δεν ενοχλούσαν ο ένας τον άλλο, και που κάποια στιγμή χωρίσαν οι δρόμοι μας.

Και τι είναι η ζωή εκτός απο χωρισμούς και κανούργιες φιλίες;

Ο Τσαγκαρουσιάνος γράφει για την μοναξιά, αλλά και ο καλύτερος φίλος του Μπουκόβσκι, αν θυμάμαι καλά, ήταν -εκτός από το μπουκάλι του- κάποιος άγνωστος σε ένα μπαρ. Μοναχικός – αλλά ούτε με κομπιούτερς, ούτε με μπλογκ, ούτε με αμπέλια. Ο καθείς χτίζει την φυλακή -και τα καγκελά του και τα παράθυρά του-, πιστεύω. Καμιά φυλακή καλύτερη ή χειρότερη απο την άλλη.

Αν είχα υιοθετήσει μία πέτρα, τότε ναι, να μιλάγαμε για μοναχικές στιγμές (για την πέτρα, κυρίως).

~

Υ.Γ. Ο Τσαγκαρουσιάνος κοιτάει το μπλογκ μου και του αρέσει, εμένα μ’ αρέσει ο πιτσιρίκος, άρα του Τσαγκαρουσιάνου του αρέσει ο πιτσιρίκος. Δεν υπάρχει ποιο απρόβλεπτο πράγμα απο την ίδια την λογική.

Υ.Γ. Πάει και τούμπαλιν αυτό, ε;

Αφησα τον Κεντέρη να φύγει.

Για την ιστορία, μου είχαν φέρει (χωρίς να το ξέρουν) σε μία γλάστρα, και ήταν το πρώτο μου οικόσιτο σαλιγκάρι.

Δεν είναι ο Κεντέρης αυτός, αλλά φοβάμαι οτι τα παιδιά της πόλης δεν έχουν ματαξαναδεί σαλιγκάρι, και είπα να χρωματίσω λίγο το άρθρο με μία φωτό

Τι να κάνω, αποφάσισα να τον κρατήσω. Και επειδή το ζωντανό έπρεπε να έχει ένα όνομα (να τον φωνάζω βρε αδελφέ) τον βαφτίσαμε «Κεντέρη».

Όπως έπρεπε.

Αλλά μαζί με αυτό αρχίσανε και οι ευθύνες:

Τι τρώει το ζωντανό;

Εριξα μία ματιά στο internet, ρώτησα δεξιά και αριστερά, στο μαρούλι καταλήξανε όλοι. Του έβαλα ένα φύλλο μαρούλι, αλλά δεν τον είδα κεφάτο.

Υστερα, κοιμότανε. Ρε παιδιά, τον έβλεπες και νύσταζες – βδομάδες ύπνου λέμε τώρα. Βαρεμάρα του κερατά. Αφού να φανταστείτε, δεν ξύπνησε ούτε όταν βάλαμε καφέ (για λίπασμα) στην γλάστρα!

Είπα να του βάλω καμιά τηλεόραση αλλά δεν περίσσευε. Ας ερχότανε, ξέρει που ήτανε.

Και, παιδιά; Σιωπηλός ο Κεντέρης. Μήτε γαύγιζε, μήτε νιαούριζε. Ποτιζότανε κιόλα με την γλάστρα, μία χαρά.

~

Κάποια στιγμή, με τα πολλά, βαρέθηκε ο Κεντέρης. Άρχισε να την πουλεύει. Σαν να λέμε ξεκίνησε σήμερα, σε σε τρείς μέρες έφτασε ένα μέτρο παραπέρα.

Θαύμασα και εγώ την διάθεση για ελευθερία, (τι διάολο λέω, αυτά που βρίζω να τα κάνω; γκουαντάναμο το σπίτι μου, ούτε ο θεός δεν το θέλει) τον ξεκολλήσαμε (η Ελεάνα, γιατί εγώ σιχαινόμουνα ολιγάκι) και τον πήγαμε στο πάρκο.

Μήτε ξέρω την τύχη του, μήτε φωτογραφία δεν κράτησα. Αλλά ρε παιδιά να μου λείπει ο Κεντέρης;

Ητανε κι αυτός μια κάποια λύσις.

~

Την επόμενη φορά πάντως, θα υιοθετήσω μία πέτρα.

Κάθε μέρα -σχεδόν- περνάω απο τον σταθμό του ηλεκτρικού στο Μοναστηράκι.

Εκεί νιώθω το …μεγαλείο των Ολυμπιακών Αγώνων.

Είχα πει -πιθανόν όχι σε αυτό το blog- οτι τότε, μου θύμιζε τους νοικοκυραίους που δέχονται σπουδαίους επισκέπτες, αλλά έχουν το σπίτι τους χάλια.

Βρώμικο, ακατάστατο, χαλασμένο.

Έχουν λοιπόν, δύο λύσεις. Ή πασχίζουν να κρύψουν ό,τι τους ντροπιάζει, ή κάνουν ότι καλύτερο δυνατόν να διορθωθούν.

Παίζει και το σενάριο να τους καλέσουν στο σπίτι που έχουν, όπως το έχουν – αλλά ή οι επισκέπτες θα φύγουν τρέχοντας και δεν θα ξανάρθουν, ή που θα πουν «πολύ μάγκες αυτοί οι οικοδεσπότες».

Και δεν θα ξανάρθουν.

~

Στο Μοναστηράκι (στον σταθμό, γιατί για την πλατεία έχουν ήδη ακουστεί αρκετά παράπονα) λοιπόν, γίνεται της κακομοίρας.

Ήδη, απο τους Ολυμπιακούς, η κατάσταση έμοιαζε να είναι στην κόψη του ξυραφιού: μιά καθαρίστρια ήταν διαρκώς με μία σφουγγαρίστρα και μάζευε τα νερά.

Μετά, σιωπή.

Οι αγώνες τελειώσανε, οι φρίτς και οι τσιν πήγανε σπιτάκι τους, η καθαρίστρια απελευθερώθηκε απο την σφουγγαρίστρα…

Έτσι, τα νερά μαζεύονται, γλυστράει και είναι επικίνδυνα.

Για το εικαστικό, με την προβολή του σύμπαντος στην κορυφή της στοάς του μετρό στο Μοναστηράκι, έργο (αν θυμάμαι καλά απο τις πινακίδες) του Σινόπουλου, που έχει το Πλανητάριο, δεν μπορούμε να πούμε πολλά καθώς μοιραία, πέφτει σε δεύτερη μοίρα.

Πάντως, επι δύο μήνες το σήμα έδειχνε οτι πρέπει να αλλαχθεί η λυχνία, πράγμα που ουδέποτε – προφανώς γιατί κανείς δεν έκανε τον κόπο να ασχοληθεί- έγινε.

~

Θα σκοτωθεί κανείς; Θα χάσκουν σβηστοί οι προβολείς;

Οι οικοδεσπότες προτίμησαν να βάλουν τα σκουπίδια κάτω απο το χαλάκι. Οι επισκέπτες ήρθαν, είδαν, έφυγαν.

Τώρα οι οικοδεσπότες δεν δικαιούνται να γκρινιάζουν αν κάτι τους μυρίζει…

Μα, μα ναι! τον βρήκα!

Ωπ – πάμε λίγο πίσω. Οτι είμαι περίεργος, το ‘χουμε πει, τό ‘πανε τα κανάλια, το διαλάλησε ο τελάλης.

Είναι πασίγνωστο.

Αλλά εδώ, τα πράματα είναι περίεργα φίλε αναγνώστη, φανατικέ σύντροφε:

Απο την (παλιά, τι να λέμε τώρα) παιδική μου ηλικία, τα ξέχασα όλα – τί Τρουένο, Γκαούρ Ταρζάν, Ποκοπίκο, Ερικ Καστέλ, Μπλεκ, όλοι, με τον καιρό ξεχαστήκανε…

…ένας μου είχε μείνει απωθημένο: ο Coco Bill.

Κοιτούσες το στριπάκι, και είχε τετρακόσιες ιστορίες το καθένα. Γεμάτο σχέδιο, θεότρελο, καμία σχέση με οτιδήποτε είχα δει. Σαν όνειρο το κάθε σχέδιό του, θα έλεγες…

Φυσικά, η παιδική ηλικία δεν είχε την ωριμότητα να ψάξει ΠΟΙΟΣ το είχε ζωγραφήσει, γιατί πάντα πιστεύουμε οτι ό,τι μας αρέσει, θα κρατήσει για πάντα.

Φευ.

Και φυσικά, κάνεις άλλος δεν είχε ακούσει ποτέ για τον Cocco Bill

Πριν κανα εξάμηνο, αποφασίζω να χρησιμοποιήσω το internet, αλλά χωρίς επιτυχία.

Ανοίγω σήμερις το χαζοκούτι (computer) και τί να δώ;

Τι να δώ;

Δεν απαντάτε, συνεχίζω:

Η βαβέλ (ώ, ναι, αυτή) έχει στην Τεχνόπολη στο Γκάζι Φεστιβάλ Κόμικς.

Και ποιόν βλέπω, εκεί αμέριμνο, να καπνίζει στο πλάϊ;

Τον Cocco Bill (απο τον Benito Jacovitti)!

Τώρα που έχω τα στοιχεία, η αναζήτηση αρχίζει!

Εσείς, ποιόν χάρτινο ήρωα -που δεν μπορείτε να βρείτε πλέον- έχετε να θυμάστε; Ποιός απο το παρελθόν …σας λείπει;



 ? 
–>

Ερώτηση: «Μερικά χρόνια πριν, όταν 500.000 παιδιά πέθαναν στο Ιράκ εξαιτίας του εμπάργκο των τροφίμων, η Μάντλεν Ολμπράιτ είχε δηλώσει ότι «πρόκειται για κάτι θλιβερό αλλά άξιζε τον κόπο… Ηταν το τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε για την αποκατάσταση της δημοκρατίας».

Απάντηση: «Είναι τρομερό! Οταν λένε ότι δεν μπορούμε να αποφύγουμε τις απώλειες άμαχων πολιτών πρόκειται για απίστευτη υποτίμηση των ανθρώπων του Τρίτου Κόσμου, για ρατσισμό. Είναι απόλυτα αηδιαστικό και ανεύθυνο!».

Τάδε έφη Jean Ziegler από την Ελευθεροτυπία, έναν άνθρωπο που δεν γνώριζα, αλλά καλά θα κάνω να τον ακούω στο μέλλον…



 ? 

–>

Δεν είμαι μυστήριος άνθρωπος… είμαι;

Μάλλον είμαι. Βασικά, κάποια πράγματα, (ίσως μετά απο καιρό, με άλλη λογική) μου αρέσει να τα δοκιμάζω.

Αλλά, το να είσαι διαφορετικός, να μην είσαι «συνηθισμένος», έχει, όπως και να το κάνεις, τις δυσκολίες του.

Απλό (και όχι απλοϊκό) παράδειγμα:

Στην Πάρο, πρίν απο μερικά χρόνια, πηγαίνω για milkshake στην Δωδώνη που είχε ανοίξει εκεί. Τότε δεν υπήρχε η Sulla Luna, οπότε παγωτό έτρωγες (εν πολλοίς) όπου σε πήγαινε η όρεξή σου.

Πάω λοιπόν στην Δωδώνη μία, πάω δύο, πάω τρείς,έχω φάει όλα τα «φυσιολογικά» milkshake.

Θέλω να δοκιμάσω κάτι καινούργιο βρε αδέλφε.

Κοιτάω τις γεύσεις, βλέπω Λεμόνι.

Πως θα ήταν ένα milkshake λεμόνι;

Τότε στην Δωδώνη δούλευε μία ευγενικότατη κοπέλα, με την οποία, με τα πολλά σούρτα-φέρτα, ένα ‘γεια’ το είχαμε.

«μου βάζεις ένα milkshake λεμόνι; δεν έχω ξαναφάει, αλλά λέω να δοκιμάσω.»

Κολλάει η κοπέλα.
«Δεν ξέρω αν μπορεί να γίνει, γιατί το λεμόνι είναι sorbet.»

Με πιάνει το πείσμα:
«Κάντο, και ότι γίνει το πληρώνω.»

Πράγματι, με αρκετή περιέργεια, το κάνει.

Το δοκιμάζω, μου αρέσει – πολύ.

Συνέχισα να πηγαίνω, και μάλιστα δοκιμασα και άλλες γεύσεις – μάνγκο αν θυμάμαι καλά.

Μία μέρα μάλιστα, η δεσποινις με ρώτησε αν είναι καλό, της είπα να κάνει λίγο παραπάνω να δοκιμάσει – και της άρεσε.

Δεν ξετρελάθηκε, αλλά πινόταν ευχάριστα.

Και εδώ αρχίζει ο γολγοθάς.

Με την γεύση του στο στόμα (που λέει ο λόγος) πηγαίνω στην Δωδώνη (κυρίως στην γειτονιά μου, στο τέρμα Πατησίων), όχι πολύ συχνά, μιά φορά στους τρεις μηνες για να πάρω milkshake.

Κάθε φορά πέφτω είτε σε διαφορετική υπάλληλο, είτε σε υπαλληλο που δεν με θυμάται απο την προηγούμενη φορά.

– Καλημέρα σας, θα ήθελα ένα milkshake λεμόνι.
– Ορίστε;
– Ενα milkshake λεμόνι.
– Οχι, αυτό δεν γίνεται.
(εδώ κουράζομαι λίγο)
– Ακούστε, έχω ξαναφτιάξει και είναι νοστιμότατο.
– Είστε σίγουρος; Γιατί το γάλα δεν θα δέσει με το λεμόνι.
– Έχω ξαναφτιάξει, και μου άρεσε πολύ. Ακούστε, αν δεν βγει καλό, μην ανησυχείτε, θα το πληρώσω.
– Μα δεν είναι οτι δεν θέλω, δεν γί-νε-ται. Δεν δένει το λεμόνι με το γάλα, δεν καταλαβαίνετε;
– Ναι, αλλά εγώ το έχω ξαναφτιάξει – άρα γίνεται.
– Εμείς δεν μπορούμε να φτιάξουμε τέτοιο πράγμα.
– Μα, ΕΔΩ το έχω φτιάξει.

Εδώ υπάρχει -πάντα- μία μικρή δόση αμφιβολιας. Φαίνεται ωσαν θολούρα στα μάτια της υπαλλήλου.

– Εχετε φτιάξει εδώ τέτοιο πράγμα; (δοκιμάστε την ανάγνωση «τέτοιο πράγμα» στραβώνοντας τα χείλη σας και ταυτόχρονα σκεφτόμενοι κάτι πολύ αηδιαστικό, σαν το Παναθηναϊκό πρωταθλητή ένα πράγμα)

– Βεβαίως. Φτιάξτε το εσείς, και μην σας νοιάζει. Μηπως θέλετε να σας πληρώσω προκαταβολικά; (χαριτωμενάκι μου εσύ)

Προσέξτε: η παραπάνω κουβέντα, γίνεται ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ αναλλιώτη απο τον καιρό, την τεχνολογία, την Ακρόπολη που αναπαλαιώνεται, τους πολιτικούς που λένε θα. Ακριβώς οι ίδιες κουβέντες, με το ίδιο χρώμα, με τις ίδιες αντιρρήσεις, διαφορετικούς υπαλλήλους – ούτε εκπαιδευμένοι να ήτανε.

Εδώ λοιπόν, κάθε φορά, η υπάλληλος υποκύπτει, και το φτιάχνει, γκρινιάζοντας λίγο, και παραπονούμενη.

Και κάθε φορά είναι νοστιμότατο 🙂 .

Update: Παιδιά, ντρέπομαι. ‘Ημουν απόλυτα προετοιμασμένος να έχω 2-3 post, που να λένε «Κααααααααλος είσαι μωρέ, αλλά μην μας σκοτίζεις κιόλα», ή «όλο επιβεβαίωση ζητάς ρε καραγκιόζη» όπου και τα δύο θα ήταν απολύτως δικαιολογημένα – και σωστά.

ΔΕΝ ήμουν προετοιμασμένος για αυτό που ακολούθησε.

Κάπου θα έπρεπε να πω κάτι σε ‘σας ευχαριστώ’, αλλά όπως σας είπα, με πιάσατε λίγο απροετοίμαστο.

Επέστρεψα στα πάτρια εδάφη, μετά απο (άλλη μία) εβδομάδα στην Πάρο.

Εχω σκέψεις να μοιραστώ μαζί σας, αλλά όχι τα αγαπημένα σας επεισόδια τσακωμών με εταιρείες (και ας πλήρωσα το νερό καραβίσιο στην επιστροψή, ας όψεται)

Απο μία πλευρά, ομολογώ, μου ψιλοαρέσει που μερικοί ίσως χαθήκανε μην βλέποντας τίποτα καινούργιο στο site… Ξαναρχίζω απο το μηδέν, και όσο να πεις, έχει αυτό το ενδιαφέρον του.

Γκάλοπ λοιπόν. Προσοχή φανατικοί (λέμε τώρα) και χρήσιμοι αναγνώστες μου: Μι-λή-στε μου.

Ξέρω οτι ημερησίως, πριν ξεκινήσει το καλοκαίρι, ήσασταν καμιά εκατοσταριά. Τώρα, το είδατε αθόρυβο και οι μισοι την πουλέψανε.

Ε, ας δούμε πόσοι διαβάζουν αυτήν την σελίδα:

Θα ήθελα να κάνετε ένα σχόλιο (και οι ανώνυμοι μπορείτε) μέσα στην εβδομάδα 12/9 – 16/9.

θα ‘χει ενδιαφέρον να δω ποιοί απο όσους διάβαζαν επιστρέφουν, και ποιοί εξ αυτών ασχολούνται.

Για να σας δω….

Ρουφιάνα τεχνολογία. Δύο ποστ πίσω, σας είπα τι τράβηξα απο αυτήν.

Ε, μου την έφερε (παρακολουθεί το blog μου φαίνεται) και μου έδειξε το άλλο πρόσωπό της…

Τα θυμάστε τα lego; Αγόραζες τουβλάκια, έφτιαχνες πραγματάκια, σπίτια, αυτοκίνητα…

Ε, η (ρουφιάνα) η τεχνολογία που λέγαμε, έκανε πάλι το θαύμα της:

Lego Factory.

Κατεβάζεις το πρόγραμμα -εντελώς δωρεάν-, σχεδιάζεις ότι θέλεις, και μετά, αν γουστάρεις, το παραγγέλνεις – τα κομμάτια του – ωστε να το έχεις και αληθινό.

Χρήσιμο και παραγωγικό σαν παιχνίδι – τώρα δεν χρειάζεται να έχεις αγορασμένα τα κομμάτια για να αυτοσχεδιάσεις..

Εκεί που πάω να την βρίσω…

***
Υ.Γ. Γιατί, αυτό δεν είναι αποτέλεσμα της χρήσιμης και παραγωγικής μορφής της τεχνολογίας;