Ξύπνησα. Μάζεψα και έβαλα πλυντήριο (φτού! ξέχασα να βάλω σήμερα, φεύγοντας..). Μεσημεράκι. Πήγα στους δικούς μου για φαϊ. Λεμονάτο, νοστιμότατο. Κουβέντα, χαβαλές, επιστροφή.
Είδα το Eric the Vicking – το είχα πάρει μαζί με την «Βραδυνή». Χε, χε. Χε, χε, χε, χα.
Με πήρε ο ύπνος, ξύπνησα γύρω στις εξίμιση. Είδα (λίγο) Πανιώνιο, περίμενα.
Επτάμιση, ΑΕΚ – Ολυμπιακός από κρακαρισμένο κουτί. Έχασα την περιβόητη σκηνή (φτού). Τελείωσε. Μαλακία παιχνίδι. Κατέβηκα, πήρα αυγά, μπεϊκον, πιπεριές, τυρί (που ‘σαι Βασίλη να δεις). Ταινία απο το DVDάδικο: Tais-toi.
Μαγείρεψα ομελέτα. Μμμμμ. Την έφαγα συνοδεία ταινίας. Βράδυ. Σκοτάδι. Βροχή. Αστραπές.
Θυμήθηκα.
Αναποδογύρισα τις φωτογραφίες, η μόνη φορά που είχα φωτογραφίες στο σπίτι – πολλά χρόνια μετά. Τις έκρυψα στο συρτάρι. Κεραυνοί.
Εβγαλα τις τηλεοράσεις από το ρεύμα. Ξεκίνησα να σκουπίζω – μιάμιση η ώρα το βράδυ. Αμίλητος. Μόνο εγώ ξέρω γιατί. Δύο. Ξάπλωσα – μόνος. Βιβλίο – οι τηλεοράσεις εκτός ρεύματος, παρότι αστραπες και κεραυνοί είχαν σταματήσει.
Σκοτάδι. Υπνος.
(*) Η απάντηση στο ερώτημα που δεν τέθηκε: «πως πέρασες την Κυριακή σου»;


Κοίτα με όταν δουλεύω, κοίτα με όταν εξυπηρετώ, όταν πίνω τον καφέ μου, κοίτα με όταν αγοράζω, κοίτα με όταν κλέβω, κοίτα με!
Είμαι δυνατός μπροστά στους άλλους, αλλά αδύναμος στον εαυτό μου.



Ελα ντε.
Η