Πως αναγνωρίζεις τον καλό χρόνο που έρχεται;

Όταν απο την πρώτη μέρα του χρόνου, Σάββατο, 8 η ώρα το πρωϊ, ξυπνάς από πόνους, καθώς μια πέτρα ΕΚΕΙΝΗ την ημέρα επέλεξε να κατέβει.

Μάλιστα κυρίες-κυριοι, και μικρά παιδιά.

Και η διαδικασία αυτή κράτησε, οδυνηρώς, μέχρι το βράδυ της επόμενης μέρας.

«Αου, τα νεφράκια μου» που θα έλεγε και ο Λαζόπουλος, καλή του ώρα εκεί που βρίσκεται. Τα νεφράκια μου και …πιο κάτω (ο νοών νοείτω, όσοι ξέρουν από κολικούς καταλαβαίνουν) λοιπόν, και πάει το διήμερο…

Ευτυχώς δεν ήταν απο τους «κακούς» κολικούς, δεν χρειάστηκε δηλαδή να πάω στο νοσοκομείο για καμιά ένεση – αλλά και πάλι…

Καλή χρονιά σας εύχομαι, με υ-γεί-α!

Σήμερα, τίποτα δεν βγάζει μόνο του post.

Η βροχή, που αποθαρρύνει τους καλανταδόρους πιτσιρικάδες. Στα Χριστούγεννα ήρθε μία κοπέλα, μόνη της, αλλοδαπή. Μ’ αρέσει περισσότερο να δίνω σε αλλοδαπούς που λένε τα κάλαντα. Μοιάζουν να το εκτιμούν διαφορετικά, να μην το απαιτούν. Δυο πιτσιρικάδες εμφανίζονται στην πολυκατοικία «να τα πούμε» αλλά εγώ έχω ήδη φύγει απο τα διαμέρισμα. Χαμογελάω όταν ακούω οτι κάποιος τους ανοίγει την πόρτα του – το τρίγωνο χτυπάει μαζί με την εξώπορτα πίσω μου.

Οτι ανακαλύπτω την μοναδική φορά που φάνηκε σε κάποιον ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΧΡΗΣΙΜΟ το ενιαίο τραίνο του μετρό (που το πρώτο βαγόνι επικοινωνεί εσωτερικά με το τελευταίο): Δύο αλητόφατσες πιτσιρικάδες ξεκινάνε από το τέλος και φτάνουν στην αρχή, λέγοντας τα κάλαντα. Χα. Ρουφιάνα τεχνολογία.

Οι δύο γέροι στο τραίνο που συναντιούνται τυχαία – «τι κάνεις συνάδελφε, χρόνια πολλά». Αναρωτιέμαι σε τί να είναι συνάδελφοι. Σκέφτομαι το μέλλον μου – φαντάζεσαι, λέω να βρεθώ με έναν άλλο web desinger σε καμιά 30αρια χρόνια και να του λέω «γειά σου συνάδελφε»; Άνθρωποι σε αχρηστία θα είμαστε και οι δυο. Σκατά, ωραίες σκέψεις πρωτοχρονιάτικα μαλάκα.

Οτι ερχομαι στο γραφείο και η Ξανθή κλείνει, και με βάζει να σκεφτώ – μερικά χρόνια down under ισοφαρίζονται από μία καλή (την καλύτερη εδώ και χρόνια) χρονιά; Πόσο είναι το σκορ ρε γαμώτο;

Οτι εφημερίδα (η Αυριανή) γράφει «Οργή Θεού Χτύπησε Τους Παιδεραστές – στην καθιερωμένη συνάντησή στα αμαρτωλά νησιά». Το βλέπω που το διαβάζουν, κοιτάω τον τίτλο. Δεν το πιστεύω, όταν πάω στο γραφείο κοιτάω στο περίπτερο του in.gr. Πράγματι, κάποιος έκανε εξώφυλλο αυτόν τον τίτλο. Θυμώνω τόσο, που καλύτερα να μην ξεκινήσω.

Οτι ο κόσμος βρίσκεται σε φάση αναμονής, σαν να μην μετράει η σημερινή μέρα. Σαν να μήν είναι κανονική, αληθινή μέρα. Χαμογελάω, λέω χρόνια πολλά με όλη μου την καρδιά σε όσους βλέπω, το εννοώ.

Σε όσους διαβάζουν (και σε όσους δεν διαβάζουν επίσης) Καλή Χρονιά. Σας χρωστάω ένα down post, κάτι σαν Αφιέρωμα για το 2005. Ας περιμένω όμως λίγο. Μπορεί να αλλάξει κάτι.

Τα καλύτερα αφιερώματα της χρονιάς άλλωστε, τα γράφεις ΑΦΟΥ κλείσει, όχι πριν.

Επέστρεψα απο (ολιγοήμερες) διακοπές (όχι, δεν πήγα πουθενά, εδώ έκατσα) και βρήκα τα πάντα άνω-κάτω: ο Νίκος άλλαξε χρώματα, η DiS άλλαξε φωτογραφία, η Ξανθή γράφει το ωραιότερο (με διαφορά) άρθρο σε συνέχειες και το λέει Μπλογκοκαζαμία – το μόνο που δεν άλλαξε είναι η eurobank: καμία απάντηση στο παράπονό μου…

Το κλιμα καλό και τα post σας πολλά… θα περάσω απο όσους προλάβω να αφήσω τα φιλιά μου. Εχω και ένα post που έγραψα σπίτι, ξέχασα να το φέρω (αλλά είναι για την νέα χρονιά, δεν βιάζομαι) να το ανεβάσω. Είναι και λίιιιγο down, οπότε πρέπει να κάτσει στο σωστό mood…

Αυτά. Αν δεν σας δώ, χρόνια πολλά ρε αλήτες (και αλήτισες).



 ? 

–>

Στο πνεύμα των ημερών, κρατήστε μια συνταγή για Χριστουγεννιάτικο κέικ…

> Συστατικά:
> 1 φλιτζάνι αλεύρι
> 1 κουταλάκι μαγειρική σόδα
> 1 φλιτζάνι ζάχαρη
> 1 κουταλάκι αλάτι
> 1 φλιτζάνι βούτυρο
> χυμός λεμονιού
> 4 μεγάλα αυγά
> καρύδια
> 1 μπουκάλι Johnie Walker
> 2 φλιτζάνια αποξηραμένα φρούτα

Δοκιμάστε το Johnie Walker για να ελέγξετε την ποιότητα. Πάρτε μια μεγάλη γαβάθα και δοκιμάστε το ουίσκι ξανά. Για να βεβαιωθείτε για την ποιότητα, γεμίστε ένα φλιτζάνι και πιείτε. Επαναλάβετε. Βάλτε το αλεύρι και το βούτυρο στο μίξερ και χτυπήστε τα μέχρι να γίνει μια μαλακή μπάλα. Προσθέστε ένα κουταλάκι σόδα. Ξαναχτυπήστε το. Βεβαιωθείτε ότι το ουίσκι είναι ακόμα εντάξει. Δοκιμάστε άλλο ένα φλιτζάνι.

Σβήστε το μίξετ. Σπάστε δυο αυτιά και προσθέστε τα στο μπολ. Ρίξτε και το φλιτζάνι με τα αποξηραμένα φούρτα. Μιξάρετε το χτυπητό. Αν τα αποφρηξαμένα φούρτα κολλήσουν στο μαραφέτι του μίρξερ, ξύστε τα με ένα κατσαβίδι. Δοκιμάστε το ουίθκι για να ελέγξετε τη γεύση του. Μετά, κοθκινήθτε δύο τζιφλάνια αλάτι, ή κάτι τέτοιο. Μπορείτε να βάλετε και πωθ το λένε. Ποιόθ ενδιαφέρεται! Τώρα θπάθτε το λεμόνι και θτραγκίκθτε τα καρύδια θαθ. Ελέγξτε το ουίκι. Προθέθτε ένα μικρό κίτρινο κροκόδειλο. Απειλήθτε ένα μικρό κουταλάκι ζάχαρη ή κάτι άλλο. Ό,τι βρήτε τέλοθ πάντων. Πετάκθτε το κοντά θτα άλλα.

Λαδώθτε το φούρνο με κάτι που ζουλιέται και κατουρήθτε στο πθυγείο. Ανάπθτε το ταπθί θτουθ 350 βαθμούθ. Μη κθεχάθετε να χτυπήθετε το μίκθερ. Αφαιρέθτε τη μούρη θαθ από το μπωλ και θηκωθείτε από το φούρνο. Ελέγκθτε το ουίκι κθανά και πηγαίνετε θτο κρεββάτι.

Χαλά Φριθτούγεμνα!

Το έστειλα πριν από μία ώρα. Και ως σωστός blogger σας το καταθέτω για να γελάσετε και εσείς:

«Σήμερα το πρωί δέχθηκα ένα τηλέφωνο από την τράπεζά σας για την διευθέτηση ενός λογαριασμού μου με την τράπεζά σας.

Συγκεκριμένα, με κάλεσε ΑΠΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΝΟΥΜΕΡΟ, στο κινητό μου τηλέφωνο, μία κυρία που δήλωσε ότι το όνομά της είναι Κυριακοπούλου, και με ενημέρωσε ότι πρέπει να πληρώσω έναν λογαριασμό 120 ευρώ για οφειλή της πιστωτικής μου κάρτας. Μετά από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες (γιατι το σήμα δεν ήταν καλό και η γραμμή έπεφτε διαρκώς) κατάφερα να ενημερωθώ ότι το σταθερό της τηλέφωνο ήταν το 2103362255.

Ως εδώ, καλά. Κάλεσα αμέσως πίσω το τηλέφωνο, από σταθερό, για να υποβάλλω τα παράπονά μου καθώς θεωρώ απαράδεκτη ενέργεια να ενημερώνομαι για την πιστωτική μου κάρτα, από απόρρητο νούμερο και δη στο κινητό μου τηλέφωνο. Είχα στο παρελθόν άλλη μία φορά διαμαρτυρηθεί για αυτό το γεγονός, προφανώς αποτυχημένα.

Κάλεσα λοιπόν το νούμερο αυτό και ενημερώθηκα από μία άλλη κυρία (το όνομά της δεν συγκράτησα, παρότι μου το επανέλαβε καθαρά πολλές φορές – μου συστήθηκε ως προϊσταμένη του τμήματος και συγκράτησα κάτι παρεμφερές του ‘Καρτσωνάδη’ ) ότι η εν λόγω κυρία Κυριακοπούλου είναι απασχολημένη – ήταν όμως διατεθειμένη να με εξυπηρετήσει αυτή.

Αφού πρώτα προηγηθούν κάποιες ερωτήσεις.

Το επώνυμό μου. Το δήλωσα. Το όνομα και το πατρώνυμό μου. Με ενημέρωσε ότι υπάρχει κάποια οφειλή της τάξεως των 120 ευρώ. Δεν έφερα αντίρρηση. Με ρώτησε αν θα πληρώσω σήμερα. Είπα ότι δεν γνωρίζω. «Μήπως αύριο;» Ενημέρωσα ότι «Στην πρώτη ευκαιρία θα διευθετήσω το ζήτημα το συντομότερο δυνατό». «Μήπως μπορείτε να μου πείτε ότι θα πληρώσετε αύριο;». «Όχι, δυστυχώς δεν μπορώ να το ξέρω, στην πρώτη ευκαιρία θα το διευθετήσω». «Ναι, αλλά θα ήθελα να ξέρω αν μπορώ να σημειώσω ότι θα πληρώσετε αύριο». «Δυστυχώς, δεν το γνωρίζω». «Μπορείτε να μου πείτε αν θα πληρώσετε αύριο;».

Εδώ η κουβέντα, πήρε την κάτω βόλτα. Δεν έχω την διάθεση να την επαναλάβω, αλλά σας μεταφέρω μία γενική εικόνα:

α) Η κουβέντα έγινε προσωπική. Η κυρία με ρώτησε γιατί δεν πληρώνω τον λογαριασμό μου. Αρνήθηκα να απαντήσω. Το επανέλαβε αρκετές φορές. Όταν την ρώτησα αν ποτέ είναι δυνατόν να συζητήσω τέτοια πράγματα με μία άγνωστη μου κυρία, το επιχείρημα της ήταν ότι «αν δεν το συζητήσετε με την τράπεζά σας, που της χρωστάτε με ποιόν θα το συζητήσετε;»

β) έμαθα ότι βρίσκομαι σε μία λίστα ανθρώπων που δεν συνεργάζονται με την τράπεζα. Όταν ζήτησα να μάθω περισσότερα, μου είπε ότι κάθε φορά που επικοινωνούν μαζί μου, αρνούμαι την συνεργασία. Ζήτησα να μάθω πόσες φορές έγινε προσπάθεια επικοινωνίας – δεν το είχε αυτό το στοιχείο.

γ) όταν ζήτησα να μιλήσω με προϊστάμενό της, για να εκφράσω τα παράπονά μου, με ενημέρωσε ότι δεν υπάρχει κανείς ανώτερος από αυτήν: ήταν η προϊσταμένη του τμήματος, και το θέμα σταματούσε εκεί (δικό μου το σχόλιο).

δ) μου έκλεισε, εμφανώς εκνευρισμένη, το τηλέφωνο – λέγοντας μου ότι ο χρόνος της, όπως και ο δικός μου, είναι πολύτιμος.

Διευκρινήσεις προς την κυρία και προς την τράπεζά σας: Δεν έχω καμία αντίρρηση να πληρώσω τον λογαριασμό, στην πρώτη ευκαιρία θα το κάνω. Ει δυνατόν, και σήμερα ακόμη. Γνωρίζω καλώς ότι χρωστάω και ότι έχω μείνει πίσω στις πληρωμές μου. Έχω ενημερωθεί για κακοπληρωμή του λογαριασμού μου, τηλεφωνικά ΜΙΑ ΑΚΟΜΗ ΦΟΡΑ (είναι δυσάρεστο ως γεγονός, συνεπώς το θυμάμαι καλά) και κατέθεσα την ίδια ή την επόμενη το ποσό που μου ζητήθηκε (περίπου 50 ευρώ).

Όμως.

Θεωρώ (όπως και δικαιούμαι, εφόσον η κυρία εργάζεται για εσάς και μιλάει στο τηλέφωνο εξ ονόματος της τράπεζάς σας) ότι εκπροσωπεί την τράπεζα σας και οι απόψεις της συμπίπτουν με τις δικές σας. Έτσι θέλω να σας απαντήσω τα εξής (αν ο δικός σας ο χρόνος δεν είναι τόσο πολύτιμος, και μπορείτε να διαθέσετε λίγο για να με ακούσετε):

Πρώτον. Δεν είμαι ηλίθιος, ούτε μου αρέσει να με αντιμετωπίζουν ως τέτοιον. Αν πω μία φορά ότι δεν ξέρω αν θα μπορέσω σήμερα (ή αύριο) να εξοφλήσω το χρέος μου, θα αναγκαστείτε να αρκεστείτε σε αυτό. Ενημερώστε με τι με περιμένει αν δεν το κάνω, και αφήστε με στην ευχή του Θεού. Αν ήμουν ηλίθιος, όπως ξεκάθαρα εννόησα από την συμπεριφορά της εν λόγω κυρίας, η επανάληψη της ερώτησης και της απάντησης θα με οδηγούσε να πω ότι θα πληρώσω – ακόμα και αν δεν μπορούσα (ή δεν ήθελα) να το κάνω. Δεν είμαι ηλίθιος – ότι πω την πρώτη φορά, ισχύει και για το ένα εκατομμύριο φορές ακόμα που θα με ρωτήσετε.

Δεύτερον. Δεν πρόκειται ούτε να απολογηθώ, ούτε να δικαιολογηθώ – ούτε στην τράπεζά σας, ούτε σε κανέναν άλλο για τους λόγους που με οδήγησαν στην κακοπληρωμή μου. Αν δεν έχω πληρώσει, έχω προφανώς έναν λόγο. Καλό ή κακό, δεν θα περάσει στην κρίση σας. Αν χρειαστώ ψυχολογική υποστήριξη ή έναν ώμο να στηριχθώ για τις κακοτυχίες της ζωής, δεν θα προτιμήσω τον δικό σας. Η σχέση μας είναι επαγγελματική – και επιθυμώ να παραμείνει έτσι. Προσωπικές υποδείξεις του τύπου «ποιός ο λόγος που δεν πληρώνετε την τράπεζά σας, είναι οικονομικός ή κάποιος άλλος» να μου λείπουν.

Τρίτον. Βρίσκομαι σε μία λίστα σας. Αυτή που μπαίνουν όσοι δεν συνεργάζονται με την τράπεζά σας. Καλώς. α) θεωρώ ότι αδίκως βρίσκομαι εκεί. Έχω ενημερωθεί μία και μοναδική φορά (δύο με την σημερινή) για την κακοπληρωμή μου. Αν κάποιοι υπάλληλοι έχουν σημειώσει κάτι διαφορετικό, παρακαλώ να με ενημερώσετε για τις ώρες, τα πρόσωπα και τις αντιδράσεις μου – καθώς όπως είναι φανερό, οι κουβέντες μας και οι «αρνήσεις» μου καταγράφονται σε φάκελο. β) Και επειδή δεν μου αρέσει να ανοίγει φάκελος χωρίς να γνωρίζω το περιεχόμενό του, ενημερώστε με καθώς με αφορά άμεσα – καθώς έχω και αντιρρήσεις όσο αφορά το περιεχόμενό του.

Τέταρτον. Δεν μου αρέσει να μου κλείνουν το τηλέφωνο. Έχω μία γενική απέχθεια σε αυτό – αν ο χρόνος σας είναι πολύτιμος, το ίδιο είναι και η επικοινωνία σας μαζί μου. Ας το ξεκαθαρίσουμε αυτό: αν με καλείτε, να είσαστε διατεθειμένοι να με υποστείτε – ακόμα και αν δεν ισχύει το πρώτο, και είμαι ένας ηλίθιος.

Πέμπτον. Οι τρόποι σας είναι απαράδεκτοι. Όταν μιλούσε η εν λόγω κυρία στο τηλέφωνο, ήταν εμφανώς εκνευρισμένη – ακόμα και αν έχω ευθύνη σε αυτό (που θεωρώ ότι ήμουν ευγενέστατος , αν και πιεστικός για κάθε καινούργιο διαμάντι που άκουγα), υπάρχει ένας κανόνας επικοινωνίας τον οποίο οφείλει να γνωρίζει κάθε υπάλληλος που σηκώνει το τηλέφωνο εξ ονόματι της εταιρίας σας: Εγώ είμαι πρόσωπο, ο υπάλληλος είναι η εταιρία.

Έκτον. Θεωρώ ότι το θέμα είναι προσωπικό, και ζητάω να προστατευτώ από την εν λόγω κυρία. Καθώς είναι προϊσταμένη τμήματος, και μετά από αυτή την καταγγελία μου, πιστεύω ότι δεν θα έχω ίση, τίμια και δίκαιη αντιμετώπιση στο εξής. Είναι πολύ πιθανό να κάνω λάθος. Αλλά οδηγήθηκα σε αυτή την αίσθηση από την επικοινωνία μας – αν δεν υπάρχουν τρόποι στο τηλέφωνο, δεν μπορώ να ελπίζω σε τρόπους στην εργασία.

Έβδομον. Όλοι έχουν έναν προϊστάμενο. Όταν τον ζητάω, έχω κάποιον λόγο να το κάνω, ο οποίος δεν είναι ανάγκη να περάσει από την έγκριση του υφισταμένου. Αν έχω παράπονα από την συμπεριφορά, τους τρόπους, τις ερωτήσεις και τις απαντήσεις του υπαλλήλου (ακόμα και αν είναι προϊστάμενος στο οποιοδήποτε τμήμα) – κάπου πρέπει να τα κάνω. Και το να μου κλείσουν το τηλέφωνο, δεν θα βοηθήσει κα-θό-λου.

Είμαι -για άλλη μία φορά- απογοητευμένος από την συμπεριφορά και την ποιότητα των υπαλλήλων σας. Αν αναζητήσετε στο παρελθόν, όταν ξεκίνησα την εν λόγω συνεργασία, θα δείτε ότι είχα άλλη μία απογοητευτική συμπεριφορά. Τότε, με ικανοποιήσατε πλήρως. Αλλά τα πράγματα δεν αλλάζουν από ότι φαίνεται. Απλώς, η άγνοια, που συνάντησα τότε, μεταλλάχθηκε σε προκλητική και απαράδεκτη συμπεριφορά. Δεν με πρόσβαλλαν άμεσα, δεν ήρθη ποτέ ο πληθυντικός, δεν σηκώθηκε (παρά μόνο μία φορά) η φωνή της κυρίας. Αλλά για να κάτσω και να γράψω τρεις σελίδες καταγγελία, ε, δεν μπορεί – πρέπει να είμαι εκνευρισμένος. Για να είμαι σαφής και κατανοητός, δεν έχω καμία αντίρρηση να πληρώσω – έχω όμως αντίρρηση να μου συμπεριφέρεστε έτσι. Η τηλεφωνική μας κουβέντα ακούστηκε καθαρά στο γραφείο, συνεπώς για κάθε αμφιβολία σας, υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να πιστοποιήσουν το δικό μου μέρος της συνομιλίας.»

Μεγάλο, αλλά έχει την πλάκα του. Τι θυμήθηκα τώρα; Να ναι καλά αυτά τα παιδιά…



 ? 

–>

Μπορείτε να πάρετε εως και 30.000 ευρώ εορτοδάνειο.

Έτσι λέει διαφήμιση τράπεζας. Τι λεω εγώ;

α) Να πάρετε μπορείτε, καμία αντίρρηση. Να ξεπληρώσετε όμως μπορείτε; Με πρόχειρους υπολογισμούς, τα 30 χιλιάρικα γίνονται εύκολα γύρω στα 33, με φόρους – και αυτό μόνο αν τα πληρώσετε στην ώρα τους. Επίσης, τα αρχικά 30 για να ξεπληρωθούν σε 3 ας πούμε χρόνια, χρειάζονται περίπου 850 ευρώ τον μήνα. Για τρία χρόνια. Πολύς καιρός, πολλά λεφτά, αδέλφια.

βου) Κανείς (δεν νομίζω να) χρειάζεται 30 χιλιάρικα για να πάει διακοπές. Συνεπώς; Συνεπώς, το πνεύμα του νόμου λέει ότι βου-α) Δεν θα τα πάρεις ποτέ (ευτυχώς) και βου-βου) τα θέλεις για να πληρώσεις άλλα πράγματα. Μα, λέει η αρκούδα που ήρθε από το δάσος (και είμαστε χαζοί αρκούδοι εκεί στο δάσος, και δεν καταλαβαίνουμε) άμα δεν έχεις να τα πληρώσεις in the first place, τι σκατά θέλεις το περισσότερα χρέη; Να σκάψεις πιο βαθιά τον λάκο σου;

Μακριά, αδέλφια. Η δουλειά της τράπεζας ήταν, είναι, και θα είναι ΝΑ ΒΓΑΛΟΥΝ ΛΕΦΤΑ ΑΠΟ ΣΑΣ. Είναι σαφές – και εσείς δεν έχετε λεφτά για σας, όχι να δώσετε και στην τράπεζα να ζήσει. Καλύτερα μακριά και αγαπημένοι.



 ? 

–>

Συγνώμη που άργησα σήμερα αφεντικό.

Είναι που να, εχθές, η κρατική τηλεόραση (να ‘ναι καλά, χρόνια να μου κόβει ο θεούλης – τηλεθέαση να της δίνει) είχε κατά τις μία-δύο (δεν ξέρω ακριβώς, την αρχή την έχασα γμτ το φελέκι μου) μία ταινία, ιταλική ήτανε θαρρώ, Σάντα Μαραντόνα τηνε λέγανε (εδώ, εδώ, εδώ και εδώκαι εδώ)…

Και ήτανε ωραία ταινία ρε αφεντικο, φρέσκια, και ζωντανή, και οι διάλογοι – μιά νοστιμιά, και πρώτα γέλαγα και μετα το καταλάβαινα και γέλαγα πιο πολύ, και οι ηθοποιοί ήτανε καλοί, και άμα θυμώσανε τρόμαξα, αλήθεια λέω, κατά τις τρείς ήτανε, και τρόμαξα που φωνάζανε ο ένας στον άλλο, και τελοσπάντων ξεχάστηκα, και την είδα ούλη, και ας είχα άλλα, πιο δύσκολα στο μυαλό μου – ίσως γι’ αυτό.

Και γι’ αυτό άργησα.

Εφταιγε και το τραίνο βέβαια, άργησε να ‘ρθει το πρωϊ.



 ? 

–>

Δεν γράφω Σαββατοκύριακα. Τελος πάντων, δεν γράφω post συχνά από το σπίτι. Είναι που δεν είμαι σε mood posting, είναι που ότι γράφω είναι πιο μυστήριο…

Τελοσπάντων, δεν γράφω.

Αλλά-

Αλλά η Αντιγόνη μου έγραψε, πριν λίγο. Και ξέρω οτι θα μπει Δευτέρα, και θα διαβάσει το blog. Είπα να την αναφέρω, για να χαμογελάσει και αυτή, όπως με έκανε και μένα.

Για όσους μπουν Δευτέρα, καλη (και χριστουγεννιάτικη) εβδομάδα παιδιά. Αλλά αυτό το post είναι για πάρτη της.

Γιατί μ’ αρέσουν οι άνθρωποι που δεν έχουν σκοπό να πουν ένα «γεια», αλλά το λένε έτσι και αλλιώς.

Άλλωστε, βρέχει, πράγματι.



 ? 

–>

Μερικοί απο μας δηλώνουν την αγάπη τους, δίνοντας και όχι παίρνοντας. Μ’ άρεσε αυτό το post. Ρίξτε του μια ματιά.

Υ.Γ. Πιο πολύ το τέλος, παρά η αρχή. Προφανώς.

Λοιπον. Άλλη μία έκθεση, όπως συχνά έγραφε ο φίλος μου ο Νικόλας, και ένας καλός λόγος για μερικούς από σας, να μην με γουστάρετε πλέον:

Δεν γουστάρω τον ρατσισμό.

Η κουβέντα ξεκινάει απο χθες στο post της Mandy. Όπου έχω πιστέψει ότι αλβανοί είναι οι δράστες, αλλά δεν έχει σημασία. Διαβάζω το post, αντιλαμβάνομαι το ρεύμα και την τροπή που θα πάρει η κατάσταση, περιμένω.

Επιπλέον, βλέπω σήμερα στο ALTER (…) την χαριτωμένη και αξιόλογη εκπομπή του κυρίου Βαρεμένου. Έχουν βάλει κάτω έναν εκνευρισμένο αλβανό εκπρόσωπο (το όνομα του οποίου δεν θυμάμαι, δυστυχώς) και τον ταλαιπωρούν με την βλακεία τους. Η δε «Στέλλα», η κοπέλα που την φωνή της ακούσαμε αρκετές φορές εχθές, σήμερα να δηλώνει «μπορει να είμαι κακιά, αλλά εγώ θα το πω: είμαι ρατσίστρια με τους αλβανούς, οι εννέα στους δέκα είναι κακοι».

Δεν είσαι κακιά Στέλλα μου. Λάθος είσαι, χαμένη είσαι, αφελής είσαι. Κακιά δεν νομίζω να είσαι.

Εξηγούμαι – και εκτίθομαι παραλλήλως:

Εκθεση: Γιατί είμαι εναντίον κάθε μορφής ρατσισμού.

1ον: Γιατί δεν συμφωνώ με τις γενικότητες. Για να μην κουραζόμαστε, κάνουμε γενικές κρίσεις με τα απολύτως απαραίτητα στοιχεία. Οι γυναίκες δεν ξέρουν να οδηγούν, οι ξανθές είναι ηλίθιες, οι μαύροι την έχουν μεγάλη, οι αλβανοί είναι καθίκια. Fast Food δέχομαι, Fast Sex δέχομαι, Fast Living δέχομαι. Αλλά να παίρνω αποφάσεις και θέσεις ελαφρά την καρδία, αποκλειστικά και μόνο επειδή βαριέμαι, είναι αφελές. Αν τις πιστεύω κιόλας, είμαι βλάκας.

2ον: Γιατί οι ξένοι δεν εκπροσωπούν την χώρα τους. Οι αλλοδαποί που κάνουν έναν φόνο, δεν είναι αλβανοί. Είναι κατ’ αρχάς άνθρωποι, με άλλα, πιο ισχυρά χαρακτηριστικά. Αν ακούω όλη την ημέρα ότι «αλβανός έκανε εκείνο, αλβανός έκανε το άλλο» – αλλα δεν ακούω «έλληνας έκανε εκείνο, έλληνας έκανε το άλλο» μπορεί να μπω σε μία διαδικασία. Αλλά κανείς δεν εκπροσωπεί την χώρα του. Οι ρουμάνοι έγιναν όλοι κακοί εξαιτίας του Ματέϊ; Ή ήταν, ή δεν ήταν. Δεν άλλαξε τίποτα με την εμφάνισή του – εκτός από την γνώμη μας. Ούτε οι Φιλιπινέζοι – παρότι σκότωσαν πρίν από μερικά χρόνια ολόκληση οικογένεια-.

3ον: Γιατί πρώτα κοιτάς τα μούτρα σου, και μετά των άλλων. Γνώμη μου είναι ότι ποσοστιαία έχουμε μεγάλο αριθμό παρανόμων μεταναστών στην χώρα μας (μας; άλλη κουβέντα αυτή). Για αυτό δεν φταίνε οι ξένοι, αλλά εμείς. Τα σύνορά μας ήταν μπουρδέλο για αρκετά χρόνια, είτε από δική μας ανύπαρκτη μεταναστευτική πολιτική, είτε από επιταγές της ευρώπης, είτε απο οικονομική επιλογή μας. Εν γένει, ήταν. Ισως να είναι και ακόμη. Δεν δώσαμε ποτέ (εμείς, ναι εμείς) την δυνατότητα σε αυτούς τους ανθρώπους να έρθουν νόμιμα, να ζήσουν νόμιμα, να προσφέρουν όσο και όπως και οι άλλοι εξ υμών. Και μετά είναι οι βρωμιάρηδες, οι άνεργοι, οι φτωχοί, οι μίζεροι. Οι κλεφτες. Πρώτα ας δούμε τα δικά μας λάθη, ας τα διορθώσουμε. Όταν μπουν οι νόμοι και οι κανόνες, όσοι είναι εκτός, ας τιμωρηθούν.

4ον και βασικότερον: Γιατι δεν υπάρχει λίγο ρατσιστής. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του ρατσιστή είναι το να σχηματίζει γενική γνώμη για μία ομάδα ανθρώπων εξαιτίας ενός ορισμένου χαρακτηριστικού τους. Δεν είναι τίποτα λιγότερο ο ρατσισμός. Δεν υπάρχει το καλυμα «δεν είμαι ρατσιστής, μόνο με τους αλβανούς τα έχω». Αν είσαι γενικεύεις εξ αιτίας ενός χαρακτηριστικού, είσαι ρατσιστής, αυτή είναι η βασική ιδέα. Μετά, είναι απλώς μαύροι, εβραίοι, γυναίκες, μουσουλμάνοι, γκέϊ, ανάπηροι. Αν αρχίσεις, δεν θα τελειώσεις ποτέ. Αν όμως ξεκινήσεις, που θα σταματήσεις; Ωραία, ας διώξουμε τους αλβανούς. Μετά, και αφού έχουμε πάρει φόρα, ας διώξουμε και τους τσιγγάνους. Πάει και αυτό. Ύστερα, αυτοί οι υπόλοιποι ξένοι «μας τρώνε τις δουλειές», ας φύγουν και αυτοί. Να μην διώξουμε και τους μουσουλμάνους τις θράκης; Αμέ. Οι γυναίκες, να σταματήσουν (πάλι) να ψηφίζουν, γιατί έχουν περίοδο(*) και επηρεάζεται η γνώμη τους στις εκλογές. Τώρα, οι ανάπηροι – έχουν τον σπόρο του σατανά μέσα τους. Όξω. Οι γκέϊ, έχουν φύγει προ πολλού – να ‘ναι καλά ο «φυλάω τον κώλο μου» Ιωαννίδης (ο Γιάννης, όχι ο άλλος. Και ο άλλος βέβαια, αφού τον αναφέραμε). Αυτοι οι μαυρομάλληδες, πρέπει να είναι τουρκόσποροι. Ουστ. Άχρηστοι οι γέροι, πρέπει να τους καθαρίζουμε σιγά σιγά – προκαλούν την οικονομια μας. Και πάει λέγοντας. Εμένα δεν με πειράζει: είμαι νέος, ξανθός, γαλανομάτης, άντρας (και ετεροφυλόφιλος), αρτιμελής. Τελευταίος θα κλεισω την πόρτα.

Αυτή είναι η γνώμη μου κυρίες και κύριοι. Και για αυτήν κρίνομαι. Τα σχόλιά σας, περικαλώ, επώνυμα, όπως και η θέση μου.

(*) Για τις γυναίκες, ώρες – ώρες, δεν μπορώ να το πιστέψω οτι μπορεί να είναι ρατσίστριες. Πέρασαν (και περνάνε) τα απίστευτα δεινά του ρατσισμού για αιώνες. Σε μία αποκλειστικά ανδροκρατούμενη κοινωνία, έχουν κατα καιρούς εκδιωχθεί από την εργασιακή, θρησκευτική, πολιτική και πνευματική ισότητα. Ακόμα και τώρα απαγορεύεται να επισκεφθούν το Άγιον Όρος (ως απαγόρευση και όχι ως επιλογή όπως θα πρότεινε η θρησκεία που ορίζει τα του Αγίου Όρους) – ενώ για να έχουν (μία κάποια) ισότητα στην πολιτική, έπρεπε μετα νόμου να επιβληθεί η ποσόστωση. Οικονομικά είναι ασθενέστερες των ανδρών, καθώς στην ίδια θέση, κατά κανόνα κερδίζουν λιγότερα χρήματα. Μέχρι μερικά χρόνια πριν απαγορευόταν να ψηφίζουν, και να καπνίζουν δημοσίως. Οι άντρες μπορούσαν (επιτρεπόταν να) δείρουν τις γυναίκες τους. Και η εικόνα της κοινωνίας, δεν έχει πολύ αλλάξει από το «η γυναίκα είναι ασθενέστερη του ανδρός» παρακινούμενη από καταστάσεις όπως η μη-υποχρεωτική στρατιωτική θητεία. Μετά από όλα αυτά, είναι να μην ξαφνιάζομαι όταν ακούω μια γυναίκα να υποστηρίζει τον ρατσισμό;



 ? 

–>

Δεν έγραψα εχθές. ‘Ημουν σε μία περίεργη κατάσταση – καθώς δέχθηκα ένα ισχυρό -οικονομικής φύσεως- πλήγμα. (Δεν έκλαψα ποτέ τα λεφτά. Όσα περάσανε από τα χέρια μου, τα φχαριστήθηκα, τα κέρασα, τα ήπια, τα έφαγα. Μερικά, τα φύλαξα. Αλλά ποτέ, ποτέ δεν τα έκλαψα. Νόμιζα ότι τα είχα: ε, λοιπόν, όχι μόνο δεν τα είχα, είμαι και μέσα. Ο.Κ.) Το πλήγμα λοιπόν ήταν ι-σχυ-ρό.

Ο.Κ.

Αλλά συμβαίνει κάτι περίεργο με μένα.

Δεν αισθάνομαι άσχημα. Καθόλου ρε παιδιά. Φτιάχνω το site μου να δημιουργήσω ένα καλό portfolio για να ψάξω για δεύτερη (και αν μπορέσω και τρίτη, why not) δουλειά χωρίς να κοιτάω πίσω. Πρέπει να οικονομίσω μερικές εκατοντάδες γιούργια τον μήνα, επιπλέον. Δουλειά; Δεν την φοβήθηκα ποτές. Φταίει και το επάγγελμά μου, web designer δεν είναι δουλειά, είναι hobby – αλλά ρε γαμώτο, δεν θα ήταν φυσικολογικό να μου την δώσει; Να τσαντιστώ; να μου κοπούν τα πόδια; Κάτι; Τίποτα;

Η είμαι αναίσθητος, ή δεν έχω καταλάβει καλά το πρόβλημα.

Εδώ και λίγες ημέρες, παίζω ένα παιχνίδι που λέγεται Sims 2. Σκοπός του δεν είναι να σκοτώσεις τους εχθρούς, να τρέξεις πιο γρήγορα από τους άλλους, ή να βάλεις γκολ.

Σκοπός του είναι να ζήσεις.

Πριν συνεχίσω, ένα μικρό (tiny) φλασμπακ στην σχέση Γιάννη – ηλεκτρονικών παιχνιδιών.

Παίζω παιχνίδια (ηλεκτρονικά) από τότε που ο πατέρας μου έκανε την μεγάλη κίνηση και μου αγόρασε έναν Amstrad 6128. Η είσοδος στον κόσμο των ηλεκτρονικών παιχνιδιών, ήταν άμεση, και επιβλαβής – καθώς, βιβλίο δεν άνοιξα έκτοτε (ούτε και πριν, για να λέμε την αλήθεια- αλλά τα κομπιούτερα αποτελούν μιά θαυμάσια δικαιολογία γιατί δεν έγινα γιατρός, αρχιτέκτονας ή δικηγόρος όπως όλος ο κόσμος). Υστερα αγόρασα μόνος μου μία Amiga 500 και, τέλος, ένα PC. Σε όλους αυτούς τους υπολογιστές, ασχολήθηκα σοβαρα μόνο με δύο τάξεις παιχνιδιών: Τα Football Games, (βλ. Match Day II, Kick off, Goal, Fifa, Evolution Pro Soccer) – και, περιστασιακά, μερικά driving games. (Σαν ακούω τον Βασίλη να λέει: «Ποδόσφαιρο και Οδήγηση… δύο πράγματα που θα ήθελες πολύ να μάθεις, αλλά όχι αρκετά…» – πόσο δίκιο έχεις φιλαράκι). Έχω να παίξω καινούργιο παιχνίδι, εδώ και 7-8 χρόνια. Δεν έχω κολλησει με το παραμικρό, έχω ένα σοβαρό πρόβλημα με 3D παιχνίδια τύπου Doom (εκεί έχω μείνει – ψέμματα, υπάρχει και η Λάρα) γιατί ζαλίζομαι και ανακατεύομαι.

Εκεί που κάποτε δεν έχανα Pixel, δεν ξέρω ούτε το κορυφαίο παιχνίδι όλων των εποχών για την τελευταία δεκαετία.

Κλείνει η παρένθεση.

Πίσω στα Sims. Τα Lemming’s τα θυμάστε; μοιάζουν πολύ τα δύο παιχνίδια. Έχεις στα χέρια σου την ζωή των ανθρώπων που ονομάζονται Sims. Αντί να μιλάμε για μία ομάδα ανθρώπων, εδώ ελέγχεις χαρακτήρες, προσωπικότητες με χαρακτήρα που απλώς πρέπει να βγάλουν την μέρα. Να χέσουν, να φάνε, να ερωτευτούν, να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους, να καθαρίσουν, να κοιμηθούν, να πιούνε καφέ, να μιλήσουν με άλλα sims, να παντρευτούν, να γεννήσουν άλλα simsάκια, να πάνε σχολείο, να χτίσουν το σπίτι τους, να αγοράσουν καινούργια πράγματα, να γυμναστούν, να ζωγραφίσουν, να πουλήσουν τους πίνακές τους, να, να, να.

Να ζήσουν.

Νέβερ έντινγκ παιχνίδι, πρέπει να πω. Πέθανε ο ένας, ζουν όμως τα παιδιά του, με τις ίδιες ανάγκες.

Ε, λοιπόν, κόλλησα. Για ώρες. Είχε πολλά χρόνια να μου συμβεί – ξέχασα να φάω. Πιάστηκα. Και όταν τελείωσε το κόλλημα με τα Sims, άρχισε με τα σπίτια τους.

Βλέπεις, εκτός απο τα Sims, σχεδιάζεις και τα σπίτια τους.

Βάλε τοίχους, βάλε πατώματα, βάλε έπιπλα, φτιάξε κατασκευές. Ο μικρός μας αρχιτέκτονας (plus πολιτικός μηχανικός).

Η Eve βρήκε τον μάστορά της.

Και χτίζω, και επιπλώνω, και να βάλω ένα κρεβάτι εδώ, και ένα στερεοφωνικό εκεί, ένα ταβάνι παραπέρα. Και αφού βρήκα και το tip για άπειρα λεφτά, βάλε και μία πισίνα, και ένα τζακούζι, και να πετάξουμε και έναν όροφο απ’ εδώ που ‘χει πλάκα. Και άρχισαν και τα προβλήματα του τύπου δεν μπορείς κύριε να έχεις την τουαλέτα στον τρίτο και την κουζίνα στο ισόγειο, καθότι μακριά και που να τρέχει ο Sim σου. Κοίτα να δείς που κάνω και μελέτες ευχρηστίας κτιρίων. Το ίδιο κάνουν και άλλοι, δείτε εδώ διαμάντια.

Οι εσωτερικές συγκρίσεις, είναι εύκολο να γίνουν. Οτι δεν έχω δική μου ζωή (ψέμματα, και έχω, και μ’αρέσει πάρα πολύ). Οτι θέλω να έχω τον έλεγχο των άλλων (ψέμματα, οι άνθρωποι που με ζουν από κοντά μπορούν να πιστοποιήσουν ότι κρατάω καλά τις αποστάσεις). Οτι δεν έχω (ή θα ήθελα να έχω) τον έλεγχο του σπιτιού μου (απολύτως αλήθεια, παλιό μεγάλο μου όνειρο).

Περνάω όμως καλά. Το εννοώ. Διασκεδάζω ρε παιδιά, όπως είχα καιρό να κάνω στον κομπιούτορά μου.

Και όπως έχω ξαναπεί: Δεν με πειράζει αν είμαι πρεζόνι, να το ξέρω όμως τουλάχιστον.

Πι-Ες: θα περάσει και αυτό. (Ξανά)εμαθα απο που κλείνει. Είναι ένα σημάδι, όσο να πεις.



 ? 

–>

Cat’s in the cradle

My child arrived just the other day
Came to the world in the usual way
But there were planes to catch and bills to pay
He learned to walk while I was away
He was talkin’ ’fore I knew it
And as he grew he said,
’I’m gonna be like you, dad,
You know I’m gonna be like you.’

Chorus
And the cat’s in the cradle and the silver spoon,
Little boy blue and the man ’n the moon.
’when you comin’ home? ’
’son, I don’t know when. we’ll get together then.
You know we’ll have a good time then.’

Well, my son turned ten just the other day.
He said, ’thanks for the ball, dad. come on, let’s play.
Could you teach me to throw? ’
I said, ’not today. I got a lot to do.’
He said, ’that’s okay.’ and he walked away and he smiled and he said,
’you know, I’m gonna be like him, yeah.
You know I’m gonna be like him.’

Chorus

Well, he came from college just the other day,
So much like a man I just had to say,
’I’m proud of you. could you sit for a while? ’
He shook his head and he said with a smile,
’what I’d really like, dad, is to borrow the car keys.
See you later. can I have them please ? ’

Chorus

I’ve long since retired, my son’s moved away.
I called him up just the other day.
’I’d like to see you, if you don’t mind.’
He said, ’I’d love to, dad, if I could find the time.
You see my new job’s a hassle and the kids have the flu,
But it’s sure nice talkin’ to you, dad.
It’s been sure nice talkin’ to you.’
And as I hung up the phone it occurred to me,
He’d grown up just like me.
My boy was just like me.

(*) και to be πατεράδες…



 ? 

–>