Η αίσθησή μου είναι ότι η τελευταία εβδομάδα, η εβδομάδα του δημοψηφίσματος ήταν κόλαφος για την δημοσιογραφία στην Ελλάδα.

Οι τηλεοπτικοί σταθμοί που είχαν πάρει θέση ανοικτά υπέρ του Ναι, (υποθέτω ότι είναι θεμιτό, δεν ξέρω όμως τους δημοσιογραφικούς κανόνες) έχω την αίσθηση ότι διάνθισαν την άποψή τους «εξαφανίζοντας», όπου αυτό ήταν δυνατό, την αντίθετη άποψη.

Οι διαδηλώσεις του Όχι πήραν τον ελάχιστο δυνατόν χρόνο μετάδοσης, αντίθετα με τις διαδηλώσεις του Ναι, που πήραν πολλαπλάσιο χρόνο προβολής.


Από το άρθρο του ThePressProject.gr «Τέσσερα ψέματα για τηλεοπτική κατανάλωση«

Ενημερωτικές εκπομπές απέφυγαν να έχουν οποιονδήποτε κύριο καλεσμένο με θέση υπερ του Όχι – επι μία εβδομάδα συνεχόμενα φιλοξενούσαν καλεσμένους και απόψεις που υποστήριζαν σχεδόν αποκλειστικά το Ναι.

Ακόμα και η στάση απέναντι στους καλεσμένους του Όχι ένιωσα ότι ήταν διαφορετική από την στάση στους καλεσμένους του Ναι. Κάθε άποψη του Όχι παραμεριζόταν, ακόμα και ζωντανή, για να πάμε σε φιλτραρισμένες, κατεψυγμένες πιο χρήσιμες δηλώσεις.

Αντίστοιχα, ο τύπος, με επίσης θέση κυρίως υπέρ του Ναι (αν και ο έντυπος χώρος ως ευρύτερος είχε καλύτερη εκπροσώπηση των δύο πλευρών) στις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις πριν την κεντρική συγκέντρωση για τις δύο θέσεις, αγνόησε αυτήν με την οποία διαφωνούσε, και υπερπρόβαλε αυτήν που συμφωνούσε, χωρίς να έχουν μεταξύ τους ιδιαίτερη διαφορά σε όγκο.

Ακόμα και όταν όλα τα κανάλια σεβάστηκαν την νομοθεσία που επιβάλλει να μην υπάρχουν εκπομπές για τις εκλογές το Σ/Κ του δημοψηφίσματος, ο Σκαϊ συνέχισε να προβάλλει δημοσιογραφικές εκπομπές, χαρακτηρίζοντας τις «ενημερωτικές» – παρότι, ως σταθμός, είχε ακόμα και δικτυακά μέρες πριν ξεκαθαρίσει την θέση του:

Τα μέσα πήραν θέση (εγώ λέω θεμιτό), αλλά με βάση αυτήν την θέση φαίνεται ότι απέκρυψαν όσο μπόρεσαν ο,τι δεν συμφωνούσε μαζί τους. Ακόμα και αν δεν έγινε σε όλες τις περιπτώσεις συνειδητά, έγινε, και αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο. Αυτή είναι η αίσθηση που εισέπραξα εγώ, αλλά από ότι αντιλαμβάνομαι όλο και περισσότερο, πολλοί πολίτες διαμαρτύρονται πλέον για το ίδιο πράγμα.

Μπορεί να κάνω λάθος, θέλω στα σχόλια και την δική σας αίσθηση.

~

Η ανάγνωση που διαβάζω μέχρι τώρα, είναι πόσο καλό έκανε αυτό στο Όχι. Ο κόσμος εξοργίστηκε από αυτήν την συμπεριφορά, απέρριψε την ενημέρωση των μέσων, στρεφόμενος σε εναλλακτικές πηγές ή στο διαδίκτυο, και συσπειρώθηκε πολύ πιο έντονα, και αυτό είναι γεγονός. Φάνηκε άλλωστε από το κεντρικό σύνθημα (εκτός του «όχι») στην κεντρική διαδήλωση του αντίστοιχου χώρου, που ήταν η αποδοκιμασία των δημοσιογράφων.

Αλλά το ζητούμενο δεν είναι αυτό. Κατόπιν εορτής, και μάλιστα με την επικράτηση του Όχι, η ανάγνωση «βοήθησαν το Όχι οι υπερβολές του ναι» είναι ελλιπής, επιφανειακή και επικίνδυνη. Αν είχε κερδίσει το Ναι, έστω και για μία ψήφο, η απαράδεκτη στάση των ΜΜΕ -η οποία μάλιστα δεν (ξέρω να) είχε έστω και μία δημόσια καταδίκη από την πλευρά των ευνοουμένων, ακόμα και ως αυτοπροστασία- θα είχε σημάνει μία εξαιρετικά οδυνηρή διαδικασία απόρριψης της αποδοχής του αποτελέσματος.

Είναι ανεξαρτήτως αποτελέσματος ένα πλήγμα στην δημοκρατία.

Η δημοκρατία νοείται όταν όλοι μπορούν να εκφέρουν τις απόψεις τους ισότιμα, και ο κόσμος να αποφασίζει βάσει αυτής της πληροφορίας. Ακόμα και αν τίθεται θέμα εκλογών, όταν η μία άποψη σχεδόν εξαφανίζεται από την επικοινωνιακή δομή ενώ η αντίθετή της υπερπροβάλλεται, ήδη, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, η διαδικασία έχει δεχθεί ισχυρό πλήγμα.

Η προσπάθεια να ομαλοποιηθεί η διαμαρτυρία με το «η υπερπροβολή βοήθησε την αντίθετη άποψη» χάνει αυτό ακριβώς το σημείο: Ότι η διαδικασία είναι ήδη πληγωμένη, ανεξαρτήτως απόδοσης ή αποτελέσματος.

Δεν ήταν άλλη μία μαύρη εβδομάδα για την δημοσιογραφία – ήταν συμπυκνωμένα η πιο μαύρη που μπορώ να θυμηθώ.

Αρνούμαι, καθώς δεν είμαι του δημοσιογραφικού χώρου, να κάνω υποδείξεις. Όσοι έχουν καθαρό μυαλό, και δίκαιη κρίση, ας το αποτολμήσουν. Ως καταναλωτής ειδήσεων μπορώ μόνο να σας πω αυτό:

Και μόνο η απαξίωση της δημοσιογραφίας την τελευταία εβδομάδα, είναι ένα τρομακτικό γεγονός.

Απευθύνομαι σ’ αυτούς που το ζουν, ως έκκληση και κραυγή:

Διορθώστε το εκ των έσω, άμεσα, όσο ακόμα προλαβαίνετε.

~


Υ.Γ.: Να μην παραλείψω να εκθειάσω την στάση της ΕΡΤ, η οποία στον βαθμό που μπόρεσα να καταλάβω αντιμετώπισε δημοσιογραφικά ισότιμα τις δύο απόψεις, έδωσε λόγο και στις δύο πλευρές, παρουσίασε ισομερώς τις ενέργειές τους και στάθηκε αξιοπρεπώς συγκριτικά με την συνολική εικόνα του τύπου.

Υ.Γ.: Όσο αφορά τα έντυπα, πράγματι ανάλογες εικόνες είχαμε και από άλλες εφημερίδες (όπως η Αυγή πχ) που υποστήριζαν το Όχι. Όπως γράφω, ο χώρος του εντύπου είναι ευρύτερος, και περιλαμβάνει όλες τις φωνές με μεγαλύτερη ευκολία. Παρόλα αυτά, ακόμα και η Αυγή παρουσίασε την συγκέντρωση του Ναι στο εξώφυλλό της (με αρνητικό σχόλιο, αλλά δεν την αγνόησε). Δικτυακά μέσα επίσης όπως το left.gr δεν έχω την αίσθηση ότι διακρίνονταν για την αντικειμενικότητά τους, κάτι που με έφερε και εμένα εκτός εαυτού.

Υ.Γ.: Η θέση μου, αν έχει καμία σημασία στην ανάγνωση του άρθρου, δεν ήταν ούτε υπέρ του Ναι, ούτε υπέρ του Όχι. Ως στάση, στέκομαι απέναντί σας με τους νικητές (γιατί η θέση μου είναι ότι μετά τις εκλογές όλοι έχουμε την ευθύνη των νικητών), αλλά προσωπικά ήμουν τόσο διχασμένος στο δημοψήφισμα, που μπορώ κάλλιστα να υιοθετήσω και τις δύο (εντελώς αντίθετες) πλευρές ως δικές μου.

Υ.Γ.: Ιδιαίτερη μνεία στο κανάλι της Βουλής, που παρουσίασε τις προσωπικές απόψεις της ΠτΔ με τον θεσμικό της ρόλο. Οι δημοσιογράφοι που εργάζονται στο κανάλι εξέδωσαν επιστολή διαμαρτυρίας για την γενικότερη κατάσταση στην 1η Ιουλίου. Είχα επίσης πάρει θέση και γι’ αυτό, τότε.

Τρίτη ημέρα κλειστή – ανοικτή η ΕΡΤ, και όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας, ξεπερνούν τα κωμικοτραγικά. Εκτός από τα απλά, καθημερινά σαχλαμαρίζοντα γεγονότα, χτυπάει,ύπουλα, σχεδόν αθόρυβα και πονηρά, το θέμα της Digea που κατεβάζει κανάλια – επειδή δεν της αρέσει το πρόγραμμα.

Είναι πολύ σημαντικό, αλλά περιμένω α) να δω πως θα εξελιχθεί, β) μία απάντηση στο ερώτημα «ποιες οι νομικές ευθύνες».

Στο μεταξύ, επειδή όπως πάντα οι εξελίξεις βγάζουν τον καλύτερο και τον χειρότερο εαυτό μας, παρακολουθώντας τις συζητήσεις για την ΕΡΤ, ανακάλυψα έναν τύπο ανθρώπου που δεν είχα κατηγοριοποιήσει ως τώρα.

(Θα τον περιγράψω, αλλά επειδή όλοι θα διαβάζουν κάποιον που νομίζουν ότι ήδη ξέρουν, σου ορκίζομαι, σε ότι έχω ιερό, δεν γράφω για αληθινούς ανθρώπους. Πρέπει να μοιάζουν με άνθρωποι, μόνο αυτό. Τίποτα αληθινό, καμιά ιστορικότητα, καμία βάση σε πρόσωπα, μόνο σε καταστάσεις.

Ναι; Ναι.)

Θέλω λοιπόν να σκεφτείς δύο ανθρώπους που ζουν, δίπλα δίπλα, ιστορικά γεγονότα. Τον έναν θα τον πούμε Βασίλη, τον άλλον θα τον πούμε Κώστα.

Και οι δυο, είναι κοινωνοί, όσο αυτό είναι δυνατόν καθώς έχουν επιλέξει διαφορετικό περίγυρο, περίπου των ίδιων ειδήσεων. Ας πούμε ότι είναι δημοσιογράφοι, ας πούμε ότι η σκέψη τους γίνεται τροφή για την σκέψη πολλών.

Μία είδηση, πχ, είναι ότι προσλαμβάνεται κάποιος στην ΕΡΤ, με μισθό 3.500 ευρώ μηνιαίως, για να κάνει, ας πούμε μία εκπομπή. Αυτός ο κάποιος είναι ατάλαντος, μα έχει γνωριμίες ή γνωστούς ή οικογένεια σε πολύ υψηλά ιστάμενες θέσεις.

Ο Βασίλης, σιωπά. Το βλέπει, μαθαίνει την είδηση, μα σιωπά. Δεν έχει σημασία αν αυτός που διορίζει τον ατάλαντο είναι τον ίδιων πολιτικών θέσεων με τον Βασίλη, αν κάνει το ίδιο επάγγελμα, αν απλώς τυγχάνει τώρα να συμπίπτουν, ή αν είναι υπάλληλος στην ίδια εταιρία. Σημασία έχει ότι σιωπά. Γράφει στην στήλη του για άλλα, άσχετα, κρίνει την απουσία εναλλακτικών λύσεων, το αφεντικό του του χτυπάει τον ώμο για τα στείρα, αμόλυντα άρθρα του.

Ο Κώστας, από την άλλη, γκρινιάζει. Ο Κώστας διαμαρτύρεται, αναρωτιέται, προκαλεί. Μπορεί στον εκνευρισμό του να γίνεται λαϊκιστής, και να αδικεί, μπορεί να αντιδρά υπερβολικά γρήγορα και να σκέφτεται λιγότερο – πάντως αντιδρά. Ο δικός του εργοδότης ίσως δεν τον αντέχει πια, η στήλη του μόνο γκρινιάζει και γαυγίζει. Είναι εκνευριστικός.

Αυτό, γίνεται διαρκώς. Ανα τακτά χρονικά διαστήματα, η ΕΡΤ προσλαμβάνει γραμματείς και φαρισαίους, ανθρώπους απολύτως ακατάλληλους είτε να διευθύνουν, είτε απλώς να εργάζονται, ανθρώπους που πληρώνονται από την ΕΡΤ για να δουλεύουν στο γραφείο του ανθρώπου που κάνει τις προσλήψεις, τυχαία στα λέω, πάντως πιάνεις το νόημα, δυσωδία.

Ο Βασίλης, σιωπά. Κάθεται στην γωνία του. Ο Κώστας, γκρινιάζει. Εκτίθεται.

Έρχεται η ώρα, που τα πράγματα ζορίζουν και ο αρχηγός του κράτους, αποφασίζει, για δικούς του λόγους να δείξει πυγμή. «Θα κλείσω την ΕΡΤ», κραυγάζει, και οι εντολές του γίνονται πράξη χωρίς σκέψη και λογική, καθώς το κίνητρο μοιάζει και αγνό, και η λαμογιά στο μαγαζί μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ασπίδα.

Κοίτα τώρα να δεις τι γίνεται:

Ο Κώστας, γκρινιάζει. Όπως γκρίνιαζε πριν για το άντρο ακολασίας, έτσι γκρινιάζει και τώρα για αυτό που θεωρεί αδικία, την σαλαμοποίηση, το γεγονός ότι πρόκειται για υποκρισία, κυρίως το γεγονός ότι, αν το μαγαζί είναι βρώμικο, όχι μόνο δεν βάζεις αυτόν που το λέρωνε τόσα χρόνια να απολύσει τους πάντες, μα τον απολύεις για παραδειγματισμό πρώτον-πρώτον, και δεν βάζεις την Digea να κάνει το άνομο λογοκριτή σου. Θα φύγει, θα πάει στο προαύλιο, θα γίνει ένα με τον κόσμο, θα μιλήσει για αλλαγή και για όνειρα, θα μαλώσει, θα λοιδορήσει ίσως, μπορεί να αδικήσει, να λαϊκίσει, θα εκτεθεί.

Και ο Βασίλης μιλάει. Αυτή την φορά όμως, ο Βασίλης παίρνει την πένα του, πάει στην στήλη του, την όποια στήλη, την προσωπική, την επαγγελματική – και γράφει:

«Μα είναι δυνατόν να υπερασπίζεστε τα λαμόγια; Να μην θέλετε κάθαρση; Είναι δυνατόν στην μάχη ανάμεσα στο απαραίτητο ξεβρώμισμα του οχετού, να επιλέγετε τους χείριστους συνδικαλιστές;»

Αύριο, όταν τελειώσουν όλα, ο Βασίλης που έχει επιλέξει «την σωστή πλευρά», θα λάβει μάλλον και την αντίστοιχη εύνοια. Η σιωπή του, τις σωστές στιγμές, ακόμα και αν ο ίδιος δεν την έκανε συνειδητά, θα εκτιμηθεί. Αύριο, όταν ανοίξουν οι νέες θέσεις στην γυαλισμένη ΕΡΤ, ο Βασίλης θα είναι εκεί, ως νικητής και υπερασπιστής του λογικού, της απολύτως κατανοητής θυσίας, και της αποστειρωμένης από αισθήματα κρίσης – ο,τι χρειάζεται δηλαδή για να επιλεχθεί ένας ηγέτης.

Αύριο, όταν τελειώσουν όλα, ο Κώστας θα είναι δαρμένος και ψεκασμένος, πιθανόν άνεργος να ψάχνει για μεροκάματο, ο γκρινιάρης που δεν έχει να προτείνει τίποτα για τα στραβά, και ο άπλυτος συνδικαλιστόφιλος, που, βρε αδελφέ, ας το παραδεχθούμε, του αξίζει αυτή η μοίρα – την επέλεξε.

Κάνουν όλοι τις επιλογές τους, δεν λέω. Άλλοτε γκρινιάρηδες, άλλοτε σιωπηλοί, όλοι ήμασταν και είμαστε πότε Βασίληδες, σε κάποια, πότε Κώστηδες, σε άλλα.

Απλώς, βρε Βασίλη, κάθε Βασίλη: Αν σου περισσεύει ένα δράμι ενδιαφέροντος και αντίληψης, πιάσε τον Κωστή, όχι φωναχτά, αν δεν θες, μες τον κόσμο, όχι δημόσια αν προτιμάς, μόνοι σας, σε μια γωνιά, κέρασέ τον κάτι, και πες του,

«Ρε Κωστή, ρε συ Κώστα, είχες δίκιο ρε που φώναζες. Συγνώμη»

Αυτό ζω γύρω μου, τόσες μέρες, αυτό περιγράφω. Και γω μπορεί να είμαι Βασίλης πότε πότε – προσπαθώ να μην είμαι, μα αν είναι έτσι, και σιωπώ και γω, χρωστάω σε Κωστήδες κάτι συγνώμες αντρίκιες.

Για την Digea θα τα πούμε άλλη φορά, είναι σοβαρό, το σοβαρότερο που έχω συναντήσει τόσα χρόνια, θα κάνω τον θυμό μου λέξεις, μα σας ικετεύω, μέχρι τότε, μην το προσπεράσετε έτσι.