Συνήθως προτιμώ να ασχολούμαι με τους ανθρώπους ή με την ηθική των πραγμάτων, και να αποφεύγω όσο περισσότερο μπορώ τον τομέα των οικονομικών, για τον οποίο έχω, και το ομολογώ, μαύρα μεσάνυχτα. Αν μπεις στον κόπο να διαβάσεις τις επόμενες σκέψεις μου, λάβε το σοβαρά υπόψιν, και αξιολόγησε το κείμενο και τις ανησυχίες μου αναλόγως.

~

Αν εξαιρέσεις κανείς τα φιλοκυβερνητικά ρεπορτάζ, πολύ αμφιβάλλω αν θα υπάρχει άλλος να θεωρήσει ότι η οικονομία μας “πηγαίνει καλά”. Δεν θα μπω στην διαδικασία να αξιολογήσω αν ο λόγος που βρισκόμαστε εδώ έχει να κάνει με την περίοδο πριν το 2009, με την περίοδο 2009-2015, ή με την περίοδο 2015-2018 – κυρίως επειδή όποιος τα φέρνει δύσκολα τώρα, συνεχίζει να παλεύει ανεξαρτήτως ποιος είναι (αν είναι μόνο ένας) ο υπεύθυνος των δυσκολιών αυτών που έχει να αντιμετωπίσει.

Η παρούσα κυβέρνηση πάντως, έχει στοχεύσει οικονομικά σχεδόν αποκλειστικά σε μία μνημονιακή πολιτική, σπανίως διακοπτόμενη από αναλαμπές … βοήθειας στα τέλη κάθε ημερολογιακού έτους, και αυτές όχι ιδιαίτερα στοχευμένες όσο θα ήθελα. Η Ευρώπη μοιάζει ικανοποιημένη (ή τουλάχιστον δεν αντιδρά πια) από τα αντίμετρα που προτείνουμε, τα οποία φαίνεται να κυρίως φορολογικής στόχευσης, με ο,τι αυτό συνεπάγεται.

Που θα οδηγήσει όμως όλο αυτό;

Η κοινωνία μας είναι αδύνατο να επιβιώσει όταν τα κρατικά έσοδα εξαρτώνται τόσο πολύ από φόρους και μειώσεις. Ανέκαθεν η θέση μου ήταν ότι η μείωση των συντάξεων έπρεπε να είναι η τελευταία δυνατόν λύση, και άλλες κινήσεις (όπως η κρατική επιχορήγηση στο Μέγαρο ή οι αγορές πολεμικού υλικού) δείχνουν ότι υπάρχει …ψαχνό για κόψιμο. Ταυτοχρόνως, χωρίς να παραγνωρίζω την προσπάθεια της εξυγίανσης των οικονομικών, της αναζήτησης των παθογενειών και της διόρθωσης των λαθών, οι εργαζόμενοι τελικά φορολογούνται κάθε χρόνο και σκληρότερα, οι επιχειρήσεις δέχονται πιέσεις και από την πεσμένη αγορά και από την φορολογία, και οι όποιες επενδύσεις (με, ή χωρίς εισαγωγικά) τελικά γίνονται με τους (απαράδεκτους κατ’ εμέ) όρους του Ελληνικού ή των Σκουριών.

Ακόμα και αν (που πολύ αμφιβάλλω) οι αριθμοί στα excel των κυβερνώντων εντός και εκτός Ελλάδας ευημερούν, φοβάμαι ότι η πραγματικότητα στραγγαλίζει καθημερινά όλο και περισσότερους: από την μείωση της επιδότησης στο επίδομα θέρμανσης, μέχρι την αυξανόμενη φορολόγηση και τις μειωμένες συντάξεις οι άνθρωποι πασχίζουν όλο και περισσότερο να επιβιώσουν τελικά.

Ακόμα και αν αυτό το μοντέλο είναι αποδεκτό από τους δανειστές, πολύ αμφιβάλλω αν είναι βιώσιμο. Ο ενεχυριασμός της κρατικής περιουσίας για τα επόμενα 99 ετη θεωρώ προφανές ότι έγινε ακριβώς γιατί οι ευρωπαίοι θεωρούν σαφές ότι η Ελλάδα δεν παρέχει καμία βιώσιμη λύση, τουλάχιστον όχι άμεσα, για την οικονομική της επιβίωση. Δεν συζητώ για τις άλλες χώρες, την Κύπρο ή την Πορτογαλία, καθώς πιστεύω ακράδαντα μέσα στην άγνοιά μου ότι η κάθε χώρα είχε άλλες βάσεις, άλλες λύσεις, και διαφορετικές μεταβλητές για την “σωτηρία” της, και προφανώς το μοντέλο της διαρκούς λιτότητας, όπου και αν επιβλήθηκε, ήταν κατ’ εμέ βαθιά αποτυχημένο.

Αντιστοίχως αποτυχημένη ήταν και κάθε κυβέρνηση που επέλεξε να κυβερνήσει με βάση αυτό το μοντέλο, πολλώ δε μάλλον όταν ψηφίστηκε με τα επαναστατικά “Go back κυρία Μέρκελ”, που αποκλείεται να μην πλήγωσαν στην συνέχεια τους ψηφοφόρους της.

Πιστεύω ότι η συνέχεια προμηνύεται δυσοίωνη. Όταν δεν γεννάς χρήμα, αλλά τρως από τα έτοιμα, καλό θα είναι να ετοιμάζεσαι για την στιγμή που θα βρεθείς με άδειο συρτάρι, και θα είναι πολύ αργά να δημιουργήσεις από κάπου χρήμα έστω και για να καλύψεις τις βασικές σου ανάγκες. Οι αλλαγές κυβερνήσεων δεν θα φέρουν τις προσδοκώμενες λύσεις – τουλάχιστον όχι άμεσα, καθώς θα αναλωθούν όλοι στο blame game στον άλλον, που συνήθως έρχεται με περισσότερες θυσίες για τους πολίτες. Το να βαφτίζεις το κρέας ψάρι, και εν προκειμένω την αλλαγή των μνημονίων με μία άλλη λέξη, πχ εποπτεία(;), μπορεί να ξεγελάσει κάποιους, αλλά αυτούς που δεν έχουν ούτε κρέας, ούτε ψάρι, ούτε καν ψωμί στο τραπέζι τους, αν δεν τους εξοργίσει, το λιγότερο θα τους αφήσει αδιάφορους.

Τα πολιτικά δίπολα άλλωστε δεν λειτουργούν πια όπως θα ήθελαν μερικοί: και η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση έχουν λερωμένες τις φωλιές τους και σπέρνουν απογοητεύσεις ακόμα και στο κοινό τους, και αντίθετα από το 2015 η ψήφος δεν θα είναι ελπίδας -έστω και ψεύτικης- αλλά στην βάση του “λιγότερου κακού”, και κυρίως από ένα περισσότερο κομματικοποιημένο, παρά πολιτικοποιημένο κοινό – ενώ ταυτόχρονα τα social media, είτε στρατευμένα είτε και ειλικρινώς λειτουργούν περισσότερο ως καταστροφείς κάθε εικόνας που θα μπορούσε, έστω και εσφαλμένα, να δημιουργηθεί για κάποιον ως φορέας ευρύτερης λύσης, και τα μικρότερα κόμματα δεν φαίνονται να κερδίζουν έστω και την βάση αυτής της απογοήτευσης, τουλάχιστον όχι ως σημαντική κρίκοι εξουσίας.

Επιπλέον και για μένα ακόμα πιο σημαντικό, η βασική κατ’ εμέ βάση της δημοκρατίας, η δημοσιογραφία έχει χάσει την αίγλη και τους ήρωές της, και ουδείς μπορεί αυτήν την στιγμή, θεωρώ προσωπικά, να λάμψει ως η πηγή εμπιστοσύνης ώστε, τουλάχιστον, να θέσουμε της σωστές βάσεις της αντίληψης του τι συμβαίνει γύρω μας, και να διορθώσουμε έστω ατομικά τις όποιες λαθεμένες μας επιλογές.

Δεν διορθώσαμε κανένα από τα λάθη μας: Η ηθική μας παρέμεινε ασταθής, οικονομικά θεωρώ ότι οδηγούμαστε μαθηματικά στην ακόμα πιο σκληρή χρεοκοπία, και επιλέξαμε να παλέψουμε φροντίζοντας περισσότερο για το τώρα παρά (και αν) για το αύριο.

Δεν στηρίξαμε την οικονομία μας όπως θα έπρεπε, δεν στηρίξαμε την δικαιοσύνη και την δημοκρατία μας όπως θα έπρεπε, δεν προσαρμόσαμε την παιδεία μας όπως οφείλαμε, και δεν έχουμε λύσεις για την δημοσιογραφία μας, όπως θα ήταν φρόνιμο να κάνουμε.

Θεωρώ ότι ήταν εν πολλοίς άλλη μία χαμένη χρονιά, και φοβάμαι ότι δεν έχουμε πολλές χρονιές στην διάθεσή μας, αν θέλουμε να αποκτήσουμε βάσεις για να σταθούμε στα πόδια μας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.