Ότι μιλάω, δεν θα έπρεπε να έχει αντίρρηση κανείς.

Ούτε ότι, μέχρι τώρα τουλάχιστον, είμαι συνεπής και ειλικρινής στον λόγο μου.

Ότι έχω να πω, το λέω. Δεν έχω ούτε κομματικούς προσδιορισμούς να με ελέγχουν, ούτε φιλαράκια να ικανοποιήσω, ούτε αναγνώστες να χαϊδέψω.

~

Πριν καναδύο χρόνια, ο Καραμανλής, πρωθυπουργός τότε, αποφάσισε να κάνει την πιο επικίνδυνη κίνηση επικοινωνιακά που είχε ονειρευτεί ποτέ:

Αποφάσισε να ρωτήσει, απ’ ευθείας, τον κόσμο.

Όσοι είχαν υπολογιστή, ένα θα έλεγε κανείς νέο, ανεξάρτητο και σχετικά μορφωμένο μέρος της ελληνικής κοινωνίας δηλαδή, είχε δικαίωμα να του καταθέσει μία ή και περισσότερες ερωτήσεις.

Απ’ ευθείας. Μεσάζοντες θα υπήρχαν, φυσικά, αλλά οι ερωτήσεις θα ήταν εμφανείς σε όλους. Ότι σκεφτόταν ο κόσμος αυτός για την κυβέρνηση Καραμανλή, θα γινόταν Λόγος, αίτημα σε μία ανοιχτή συνέντευξη.

Οι ερωτήσεις που τέθηκαν στον πρωθυπουργό, τελικά, μετά την επιλογή, θα τις χαρακτήριζε κάποιος μέτριες. Τις δε απαντήσεις θα τις έλεγε φτωχές.

Αλλά το σημαντικό δεν ήταν ούτε η επιλογή των ερωτήσεων, ούτε οι απαντήσεις που δόθηκαν τελικά.

Το σημαντικό ήταν οι ερωτήσεις.

Το σημαντικό κατ’ εμέ, ήταν που ο κόσμος είχε δικαίωμα να μιλήσει σε ένα μέσο ανοιχτό και ζωντανό, να κριθεί για την σκέψη του, να δημιουργήσει μία άλλη ερώτηση, ίσως μία σκέψη, μία διαδικασία.

Το σημαντικό, ήταν η συμμετοχή.

Τα τότε μέσα, ΤΡΟΜΑΞΑΝ από την συμμετοχή. Το λέω και το πιστεύω ακράδαντα, τα τότε μέσα τρομοκρατήθηκαν. Οι εφημερίδες, τα κανάλια, τα ραδιόφωνα αν παρουσίαζαν το γεγονός όπως είχε, αν έθεταν τις ερωτήσεις που έθεσε ο κόσμος, ΕΙΔΙΚΑ αυτές που δεν απαντήθηκαν ποτέ, θα προκαλούσαν αναταραχή.

Θα ακουγόντουσαν πράγματα που ήταν στο μυαλό πολλών, αλλά σε κανένα επίσημο στόμα ενημέρωσης.

Οπότε, άνοιξαν το σεντούκι των ερωτήσεων, βρήκαν αυτές που χρησιμοποίησαν την διαδικασία για να την γελοιοποιήσουν, και την παρουσίασαν έτσι. Γελοία και φθηνή.

Αρνήθηκα να παίξω εκείνο το παιχνίδι. Πήρα ξανά ΟΛΕΣ τις ερωτήσεις, μία προς μία, και ξεχώρισα αυτές που άξιζαν να ακουστούν. Τις εμφάνισα στο site πιστεύοντας ότι η απόδοση του γεγονότος αυτού καθ’ εαυτού ήταν διαστρεβλωμένη για άλλη μία φορά, και ότι κανείς δεν δικαιούτω να λέει για λογαριασμό μου ότι ήταν μία γελοία και φθηνή διαδικασία:

Ενα πλειοψηφικό ποσοστό ερωτήσεων ήταν όσο σοβαρό άξιζε σε μία τέτοια διαδικασία, και όσο αξιοπρεπές άξιζε σε τέτοιους, σκεπτόμενους πολίτες.

Θέση μου, και κρίθηκα γι’ αυτήν, παρουσιάζοντας τα επιχειρήματά μου. Διακόσια τριάντα τρία επιχειρήματα για την ακρίβεια.

~

Μόλις προχθές, ο τωρινός πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου αποφάσισε να κάνει το ίδιο περίπου πράγμα. Ερωτήσεις από το διαδίκτυο, ξεσκαρτάρισμα, απαντήσεις σε ελάχιστες από αυτές.

Τεράστια θεωρώ η συμμετοχή για άλλη μία φορά. Πάνω από 2.500 οι ερωτήσεις (συμπεριλαμβανομένων και των RT, των επαναλήψεων δηλαδή) σε μία διαδικασία που κράτησε κάτι περισσότερο από δύο ημέρες.

Πάλι τέθηκαν, παλι ξεχώρισαν, πάλι δεν απαντήθηκαν.

Και για άλλη μία φορά, τα μέσα παρουσίασαν την διαδικασία ως φαιδρή και γελοία, κρατώντας μόνο πέντε-δέκα χαβαλεδιάρικα μηνύματα. Λογικό, ο Νίκολα Τόντι δεν κάθεται καλά με την διαφήμιση Vodafone στο διπλανό κουτί.

Με την ίδια θέση, με το ίδιο πάθος, αυτό που λέει ότι οι σοβαρές ερωτήσεις πρέπει να ακουστούν με σοβαρότητα, και να πιέσουμε προς την απάντησή τους, μάζεψα πάλι όλες τις ερωτήσεις και μία-μία τις ξεχώρησα για δω πόσες τελικά ήταν οι αξιόλογες, και πόσες χαβαλε.

Τετρακόσιες αξιόλογες ερωτήσεις βρήκα.

Θέλω λίγο να κάτσετε σ’ αυτό το νούμερο και την σημασία του. Τετρακόσιες αξιόλογες ερωτήσεις, και μέσα όπως αυτό (δείτε και εδώ, από το ίδιο μέσο – για να το εμπεδώσουμε), και αυτό, ξεχώρισαν τον χαβαλέ και το γελοίο.

Αυτό, εμένα, με κάνει σκεπτικό.

~

Θεωρώ ότι υπάρχει μία προσπάθεια να αναδειχθεί η μη-συμμετοχή, να πει στον επόμενο νέο που θα σκεφτεί ότι έχει μία ερώτηση, μία σκέψη, μία πρόταση να μην εμπιστευτεί ένα μέσο που χαβαλεδιάζει. Λογικό να μην το κάνει, αν ήταν μόνο αυτό. Αλλά, δυστυχώς γι’ αυτούς, και ευτυχώς για μάς, το μέσο είναι ανοιχτό, και αν κάποιος ασχοληθεί ελαχίστως σοβαρά, θα ανακαλύψει την αλήθεια:

Κοντά στις μισές, ή και περισσότερες ερωτήσεις, ήταν σοβαρές και αξιόλογες.

Κοντά στις μισές, ή και περισσότερες ερωτήσεις, είτε δεν έχουν ακουστεί ποτέ, είτε δεν έχουν απαντηθεί ποτέ.

Σκεφθείτε το λίγο: Οι πολίτες θυμούνται γεγονότα, όπως ο φοιτητής με τις πυτζάμες, γνωρίζουν γεγονότα, όπως η κατάσταση στα πανεπιστήμια, προβλέπουν γεγονότα, όπως η μαζική μετανάστευση νέων.

Αυτά τα γεγονότα, κάνουν την εξουσία να αισθάνεται άβολα. Πρέπει να απαντήσει, αν ερωτηθεί αρκετά, για την θολή θέση της στον πλου πλοίων με ελληνική σημαία στην μεσόγειο και την μη στήριξη τους. Πρέπει να απαντήσει στο αν θεωρείται επιτυχία η δολοφονία του Τόντι. Πρέπει να απαντήσει στο αν έχει σκοπό να πράξει κάτι για το πρεζόνι που τρυπιέται στον κακόφημο δρόμο της Αθήνας.

Αρκεί να ερωτηθεί αρκετά.

Για να μην ερωτηθεί ποτέ αρκετά, έχει πληρώσει/εκβιάσει/αναθρέψει τα μέσα έτσι, ώστε οι ερωτήσεις να είναι εγκεκριμένες, γνωστές από πριν, μελετημένες.

Η εξουσία λοιπόν, εφόσον δεν απαντά, διότι και τις δύο φορές δεν απάντησε ούτε γι’ αστείο στα σοβαρά ερωτήματα, θα κάνει ότι μπορεί για να μην υπάρχουν ερωτήματα. Να αποτρέψει τον κόσμο από το να ρωτά.

~

Ε, και τι έγινε; ρωτούσε στο σχόλιό του ο (δικαίως) απογοητευμένος socialfail.gr. Και που τα γράψαμε;

Παραθέτω την απάντησή μου στο και που τα γράψαμε.

@socialfail.gr “και που τα γράψαμε”;

Σκέψου μία χώρα που η ενημέρωσή σου, η εικόνα για το τι πάει στραβά και τι όχι, ποιος έχει θέσεις και λύσεις και ποιος πετάει μπαρούφες απλώς για να βγει (στην καλύτερη, για να βγει και να εκμεταλλευτεί την θέση του εις βάρος σου στην χειρότερη), φιλτράρεται από αυτό που λέμε Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, με ότι κανόνες, κόστος, ηθική μπορεί να έχει αυτό.

Σκέψου αυτά τα μέσα μετά, με τις όποιες δοσοληψίες (στην καλύτερη των περιπτώσεων αναφέρομαι στις νόμιμες κρατικές διαφημίσεις, στην χειρότερη σε ιδιοκτήτες που είναι ταυτόχρονα και εργολάβοι, ή ακόμα χειρότερα σε ιδιοκτήτες μιζαδόρους) αυτά τα μέσα λοιπόν, να λένε την γνώμη τους καμουφλάροντάς την με το “η γνώμη του κόσμου”.

Πρόσεξε: η γνώμη του κόσμου. Και επειδή δεν υπάρχει αντίλογος, μία ψυχοτροπιασμένη κοινωνία, που δεν μπορεί να δει μπροστά της από τα βυζιά του bogBrother ή το κούρεμα του Σάκη, ή τον Νταλούκα και τον Ρεχάγκελ, ή το καινούριο iphone, ή την καινούργια εξάτμιση, αυτή η κοινωνία πιστεύει ότι πράγματι, αυτή είναι η γνώμη της, και δεν αντιδρά με την διαστρέβλωση.

Και σκέψου λοιπόν αυτήν την κοινωνία, που κάποιος ρωτά για τον Τόντι, για τις σπουδές και την ισονομία, για την κατάσταση στην εξωτερική πολιτική και την οικονομία, να φιλτράρεται αυτό, και να γίνεται “2 ερωτήσεις απο το facebook και μία από το twitter”.

Και οι απαντήσεις, αν μου επιτρέπεις, πλην ελαχίστων περιπτώσεων, να είναι όλες case study “άλλα σε ρωτάω, άλλα μου απαντάς”, ή, ακόμα χειρότερα, “τι καλά που θα ήταν να ήμασταν εμείς κυβέρνηση, έχουμε τρομερά σχέδια στο μυαλό μας”.

Σε όλα αυτά, σε πείσμα όλων αυτών, καμιά εκατοστή νοματαίοι δεν περιμένουν ούτε τα κανάλια, ούτε τις εφημερίδες, ούτε τους δημοσιογράφους να πουν για λογαριασμό τους τι σκέφτονται. Σκέφτονται οι ίδιοι, και έχουν τον χώρο και τον τρόπο, και το θάρρος να τα υποβάλλουν επώνυμα.

Με έναν τρόπο ώστε η ενημέρωση να επανέλθει, έστω για λίγο, έστω έτσι, στα φυσιολογικά για την εποχή επίπεδα. Και η φωνή αυτών των ελαχίστων, να δυναμώσει από το δίκιο τους, την ουσία τους, και την ειλικρίνειά τους.

Σε μία εποχή που μιλάνε άλλοι για λογαριασμό τους λες και είναι ηλίθιοι, αποδεικνύουν ότι και μυαλό έχουν, και λογική, και μνήμη.

Γιατί πιστεύουν, πιστεύουμε, ότι αν κάνεις την σωστή ερώτηση, αν μιλήσεις με αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια, θα αναγκάσεις τον άλλον να σε παραδεχθεί με σεβασμό και αξιοπρέπεια.

Γι’ αυτό τα γράψαμε.

«Αν μιλήσεις με αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια, θα αναγκάσεις τον άλλον να σε παραδεχθεί με σεβασμό και αξιοπρέπεια»

Και εγώ βάλθηκα να αποδείξω ότι ο κόσμος μιλά, με αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια.

~

Λίγες ημέρες μετά, τώρα που γράφω τούτο το άρθρο, μόλις έκλεισαν οι κάλπες.

Η μεγαλύτερη αποχή που είδαν ποτέ οι κάλπες, αυτό διαφαίνεται.

Ο εκνευρισμός μου μεγάλος. Γιατί προσπαθώ να αποδείξω ότι έχουμε αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια, και, ταλαιπωρημένοι οι πολίτες από την εικόνα των μέσων, που εμφανίζουν την διαδικασία ως «τελειωμένη», «αδύνατο να αλλάξει», «όλοι βρώμικοι και λαμόγια», «οι υπόλοιποι άχρηστοι/ανθέλληνες/ναζί/βολευτές» σταματούν να ρωτούν.

Σταματούν να ρωτούν «τι θα κάνεις για τον Δήμο» γιατί ξέρουν ότι είτε δεν θα κάνει τίποτα, είτε, έτσι και αλλιώς, θα τους πει ψέματα. Είτε, και αυτό είναι νομίζω και το χειρότερο σενάριο, δεν θα τους πει τίποτα. Και αφού φτάνουν ως εκεί, τα παρατάνε, απέχουν, αδιαφορούν.

Και ο κάθε Κακλαμάνης, ο κάθε Ψωμιάδης, το κάθε κανάλι που τους φιλοξενεί με το αζημίωτο σε κάθε ευκαιρία, τρίβει τα χέρια του.

Γιατί πλέον, αυτός που δεν ψήφισε καν, δεν έχει δικαίωμα να ερωτά. Έχασε το δικαίωμα να θέτει ερωτήματα.

Κέρδισαν.

Όσο δεν ρωτάς, όσο δεν συμμετέχεις, κερδίζουν.

Είναι ΑΝΑΓΚΗ για το κανάλι να δείξει τον Κακλαμάνη ζορρό. Είναι ανάγκη να πει ο βουλευτής τα πήρε, ή ο δημοτικός σύμβουλος, είναι, για φαντάσου, καθίκι τελικά.

Γιατί σιχαίνεσαι, και δεν μπαίνεις στον κόπο να αλλάξεις τίποτα. Λες «εγώ δεν θέλω να συμμετέχω σ’ αυτό το γελοίο, σιχαμερό συνοθύλευμα εξουσίας» και απέχεις.

Εγω πασχίζω, χώνοντας τα χέρια μου στα σκατά του χαβαλέ, για να διαλέξω την ερώτηση που είναι ειλικρινής και σοβαρή, πασχίζω να βρω στα ψηφοδέλτια κάποιον που αξίζει την προσοχή και την ψήφο μου, και συ σιχαίνεσαι και λες αστο.

Δεν διαφέρουμε: Για τέσσερα χρόνια θα βρίζουμε μαζί τις λάθος αποφάσεις, θα διαβλέπουμε συμφέροντα και ευθύνες, θα τονίζουμε λάθος τακτικές. Για τέσσερα χρόνια, στην ασφάλεια του twitter και του post και του comment μας θα ουρλιάζουμε για το στραβό και το άδικο, θα ψηφίζουμε ο ένας τον άλλο με like και +1, θα διαβάζουμε και θα οργανώνουμε την αντίδρασή μας.

Μόνο που όταν τελικά μπουν στον κόπο να μας ρωτήσουν, εγώ θα ρωτήσω και εσύ θα είσαι σιωπηλός.

Είτε γιατί σιχάθηκες, είτε γιατί βαρέθηκες, είτε γιατί ονειρεύεσαι ένα καλύτερο μέλλον, θα μείνεις σιωπηλός.

Αλλά το σύστημα που σιχαίνεσαι αντέχει την σιωπή σου μια χαρά φίλε μου. Τις ερωτήσεις φοβάται.

Υ.Γ.: Θυμήσου τι άλλο κάνει, πετυχημένα, η σιωπή σου.

6 thoughts on “Η σιωπή

  1. Χαίρομαι που καταπιάστηκα με το twitter μόνο κ μόνο επειδή σε «γνώρισα». Μακάρι κάποια στιγμη να συμφωνήσουν περισσότεροι διαφωνούντες με την άποψή σου, μπας κ αλλάξει κάτι πραγματικά.

  2. Πολύ ορθή τοποθέτηση, σπουδαία πρωτοβουλία και μεγάλη προσπάθεια. Κατανοώ, δικαιολογώ και συμμερίζομαι την όλη αγανάκτηση. Η όποια χαλαρότητα και ο αστεισμός δεν μπορεί να αναιρεί αυτομάτως από τους αυτόκλητους διαχειριστές του δημόσιου βίου της χώρας την ορθώς εννοούμενη πολιτική και κοινωνική φωνή μιας ολόκληρης γενιάς. Όλοι εμείς, που δεν είμαστε -και ούτε θελήσαμε να γίνουμε ποτέ- ίσα με τα μούτρα αυτών που ξεζούμισαν τη χώρα επί 35 χρόνια, έχουμε αποδείξει πως δεν χρειαζόμαστε τον σοβαροφανη και κενό ξύλινο πολιτικό τους λόγο για να μιλήσουμε σοβαρά. Ας μας ερμηνεύουν όπως θέλουν. Είναι ήδη εγκεφαλικά νεκροί και αρνούνται να το παραδεχτούν.

  3. Ετσι ειναι. Καλυτερα, βεβαια, να μη περιμενουμε να «μπουν στον κόπο να μας ρωτήσουν» αλλα να προβαλλουμε με καθε τροπο τις ερωτησεις και τις απαντησεις που προτεινουμε. Δες π.χ. τι γινεται με το χρεος: ενα σωρο καθηγητες ειδικοι περι τα οικονομικα συμφωνουν σε προτασεις εντελως διαφορετικες με αυτα που πραττει η κυβερνηση και δεν λαβαινεται υποψη η γνωμη τους…

  4. Ας αξιολογήσουμε την φωνή όσων μίλησαν, έστω και με την ψήφο τους. Όσοι λένε ότι έχουν άποψη αλλά δεν την εξέφρασαν ποτέ, θα συνεχίσουν να παραμένουν εκεί που οι ίδιοι επέλεξαν: στη λήθη της σιωπής.
    Και μετά ας μην απορεί κανείς για αυξημένα ποσοστά πχ ΧΑ. Ψήφισαν οι ίδιοι πάνω-κάτω αλλά λόγω αποχής φαίνονται διπλάσιοι 😉

  5. Αρκούδε, ότι και να λες εσύ, ο δυσαρεστημένος λαός έδωσε ένα ξεκάθαρο μήνυμα, το οποίο ήταν: «Θα κρατήσω την αναπνοή μου! Θα δείτε τι θα πάθετε!»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.