Επειδή από τα γραπτά μου, στο twitter και στο blog, υποπτεύομαι ότι έχω αφήσει να εννοηθεί ότι είμαι κάτι άλλο από αυτό που είμαι στην πραγματικότητα, θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι, για να μην παρεξηγούμαστε:

Είμαι υπέρ της νομιμότητας.

Δεν ξέρω αν είναι σωστό, ή όχι αυτό – αλλά μόνο έτσι ξέρω να λειτουργώ. Δεν ξέρω πχ αν κάποιος που η τράπεζα του έχει πάρει το σπίτι κάνει καλά ή όχι να πετάει πέτρες, αλλά ο μόνος τρόπος, σαν μέρος της κοινωνίας που ξέρω να φερθώ, είναι να επιμείνω ο άνθρωπος να ακουστεί και να μη χάσει το σπίτι του, αλλά να τιμωρηθεί αν πετάει πέτρες.

Μόνο έτσι ξέρω να λειτουργώ στην κοινωνία.

Κάποιος που πετάει μία μολότοφ σε αστυνομικό, δεν είναι φίλος μου, δεν με εκφράζει, και -δεν νιώθω κιόλας ότι- με αντιπροσωπεύει. Αυτός ο κάποιος έχει μία εξουσία που δεν του την δίνω εγώ, για να σκοτώσει. Το γεγονός ότι γράφω ο,τι σκέφτομαι κάθε φορά που ένας αστυνομικός χτυπάει άδικα και ατιμώρητα έναν μετανάστη, το κάνω ΑΚΡΙΒΩΣ γιατί δεν θέλω κάποιος άλλος, κάπου, να κάψει έναν άλλον αστυνομικό για αντίποινα.

Τι σημαίνει «υπέρ της νομιμότητας»; Για την στάση μου, αυτό έχει δύο, διακριτές, παραμέτρους.

Η πρώτη είναι οι νόμοι. Αν οι νόμοι πουν, ότι είναι σύννομη μία επέμβαση στο Πολυτεχνείο, ή στο σπίτι του διπλανού μου, ή στο σπίτι μου, αν ερωτηθεί και κρίνει η εισαγγελία, ή όποιος άλλος έχει ευθύνη, ότι ήταν μία απόφαση που συμπορεύεται με τους τρέχοντες νόμους, δεν θα αντιδράσω. Αρκεί να καλύπτει και την δεύτερη παράμετρο όμως:

Η δεύτερη, είναι η ατομική ηθική μου. Ακόμα και αν όλοι οι νόμοι πχ επιτρέπουν να βιάζονται κρατούμενες μέχρι να αποδειχθεί ότι δεν έχουν ναρκωτικά, εγώ θα είμαι αντίθετος, και θα ζητήσω μία αλλαγή του νόμου με όποιον τρόπο μπορώ.

Οι νόμοι, πιστεύω, είναι οι κανόνες που οφείλουμε να τηρούμε όλοι, και αν όχι να αποδεχόμαστε ότι από το ίδιο σύστημα υπάρχουν προβλεπόμενες, ίσες για όλους, συνέπειες. Η προσωπική, ατομική ηθική μου δεν είναι ανάγκη να έχει την έγκριση κανενός άλλου: αν εγώ νομίζω ότι κάτι είναι ανήθικο, θα κάνω ότι μπορώ για να αλλάξω τον νόμο που το επιτρέπει.

Η επιμονή μου στην συνολική νομιμότητα και την ατομική ηθική, δεν γίνεται γιατί είμαι πιο έξυπνος από τους υπόλοιπους – γίνεται αποκλειστικά και μόνο γιατί μου είναι αδύνατο να βρω άλλον, καλύτερο τρόπο να λειτουργήσω ως κοινωνία. Ως ηλίθιος, ο μόνος τρόπος -επαναλαμβάνω- για να λειτουργήσω σε μία κοινωνία, είναι να έχω σταθερούς κανόνες που, ή τους αλλάζουμε, ή τους ακολουθούμε όλοι μέχρι να βρούμε καλύτερους.

Αν οι νόμοι είναι λάθος, φυσικά να τους αλλάξουμε. Θα υπερασπιστώ κάθε φωνή που θα ζητήσει το δίκαιό της έτσι. Αλλά οι νόμοι πρέπει να τηρούνται, αλλιώς δεν θα έχω καμία βάση να κατακρίνω την παρανομία, ειδικά όταν είναι κρατική. Αλλά επίσης, καμία παρανομία δεν δικαιώνει αυτοδίκαια μία άλλη: Αν αδικηθείς κάπου, δεν σημαίνει ότι μπορείς να αδικήσεις κάποιον άλλον για αντίποινα. Για μένα δεν λειτουργεί έτσι.

Ακριβώς δε επειδή έχω αυτήν την στάση, είμαι υποχρεωμένος να είμαι πιο κριτικός και απόλυτος απέναντι σε όσους δεν τηρούν τον νόμο που οι ίδιοι πρεσβεύουν, παρά σε όσους τον καταπατούν: Γιατί με κάθε «μα είναι νόμιμο» που θα πετάξω σε μία κουβέντα, έχω την ατομική ευθύνη να καταδικάσω πολλαπλάσια την παρανομία από όσους καταχρώνται τις δυνάμεις που εγώ ο ίδιος τους έδωσα να φροντίζουν να τηρείται η νομιμότητα.

Δεν είναι το ίδιο, ούτε θα γίνει ποτέ για μένα (ελπίζω) το ίδιο ο αστυνομικός που χτυπάει έναν πολίτη, με τον πολίτη που χτυπάει έναν αστυνομικό – το πρώτο είναι για μένα σαφώς χειρότερο από το δεύτερο. Και το γεγονός ότι κατακρίνω όσο περισσότερο και πιο έντονα μπορώ την στάση του πρώτου, δεν σημαίνει αυτοδίκαια ότι εγκρίνω και την στάση του δεύτερου.

Δεν ζητάω να το κάνει κανείς από εσάς, ούτε θα κατακρίνω κάποιον αν δεν το κάνει. Ο καθείς λειτουργεί όπως μπορεί καλύτερα, εγώ έτσι, εσείς μπορεί να έχετε άλλους κανόνες. Θεμιτό, αφού έτσι και αλλιώς δεν ξέρω τι είναι σωστό, μπορεί κάλλιστα να κάνω λάθος εγώ, και σωστά εσείς.

Έχω γράψει, και υπερασπιστεί στο παρελθόν ένα σωρό πράγματα. Δεν είμαι σταθερός σε όλα – οι γνώμες μου αλλάζουν, μετατρέπονται στον χρόνο – μα θεωρώ, και ελπίζω, ότι σ’ αυτό έχω μία σταθερή άποψη. Το θέμα είναι να είναι και ξεκάθαρη σε όσους μπαίνουν στον κόπο να διαβάσουν το blog μου ή τις απόψεις μου στο twitter.

"Injustice anywhere is a threat to justice everywhere" by afagen, on Flickr

Μα όμως σκοτώθηκε ένα παιδί, ένας νέος, γιατί τρόμαξε, -δεν έχει τόση σημασία, θα σου πω γιατί, δεν έχει τόση σημασία, άκου-, γιατί τρόμαξε, γιατί τον έσπρωξαν, γιατί ήταν μία άτυχη στιγμή, ή μία δολοφονία, δεν θα κοιτάξω αυτό, άκου:

Σκοτώθηκε ένα παιδί. Γιατί ταξίδεψε παράνομα, λαθραία, η λέξη της εποχής μας, λαθραίος, αυτός που δεν θα έπρεπε να είναι εδώ, που δεν αξίζει να είναι εδώ, που δεν πλήρωσε να είναι εδώ, που δεν μπορεί να είναι εδώ, ένα λαθραίο παιδί σε ένα τρόλεϊ, που η κοινωνία μας πληρώνει, δεν αντέχει τσαμπατζίδες, που ο κάτοικος της Μυτιλήνης και της Ορεστιάδας πληρώνει, από τους φόρους του για την τσάμπα βόλτα του κύριε, κύριε λαθραίε, λαθραίε, δεν ταιριάζεις μαζί μας, δεν είσαι ένας από εμάς.

Είσαι ένας λαθραίος.

Εμείς, οι νομοταγείς, δεν ανεχόμαστε καλά τους λαθραίους. Βάζουμε κυνηγούς επικηρυγμένων ελεγκτών ελεγκτές ως κυνηγούς επικηρυγμένων να πληρωθούν με το κεφάλι τους, ή χτίζουμε, παράνομες κατά πως φαίνεται, φυλακές για να τους στεγάσουμε, εμείς οι νομοταγείς που δεν ανεχόμαστε μύγα στο σπαθί μας.

Μα όταν η Vodafone και η Ericsson επιτρέπουν να ακούγονται οι τηλεφωνικές συνδιαλλαγές μας – και μετά από έναν χρόνο μηδενικής έρευνας γίνεται γνωστό (και τα πρόστιμα εξαφανίζονται με την ταχύτητα που μπαίνουν), όταν τα The Mall κρίνονται παράνομα ακόμα και από το ΣτΕ(!) μα παραμένουν ακόμα ανοικτά(!) μέχρι να βρεθεί μία νομική φόρμουλα, να μαζευτούν πεντ-έξι υπουργοί να υπογράψουν ένα κουρελόχαρτο για να προσπεραστεί το «νομικό κώλυμα», όταν οι υπηρεσίες καταπωσφαίνεται μπερδεύτηκαν κομμάτι με την υπόθεση του Ελληνικού Χρυσού – προς το συμφέρον του βεβαίως, ή κάτι μυστήριες υποθέσεις λαθρεμπορίας καυσίμων παραγράφονται -άκου να δεις-, όταν σε κάποιες εθνικές οδούς ακόμα πληρώνουμε διόδια ενώ είχαν σταματήσει για χρόνια να γίνονται έργα και ο κόσμος σκοτωνότανε, ή η Siemens καταλήγει να μας παραδίδει μαθήματα διαφάνειας – ενώ είμαστε υποχείρια εκβιασμού λόγω της σχέσης μας/της με το μετρό, ή κάτι εκατομμύρια που πάνε σε γραφεία κομμάτων εξαφανίζονται από προσώπου γης,

..όλα αυτά μάλλον δεν είναι λαθραία. Είναι εντελώς φανερά, εντελώς απείραχτα, εντελώς ανέγγιχτα.

Την παραδοχή ότι όσο εξαντλούμε την αυστηρότητά μας στους άνεργους λαθρεπιβάτες των τρόλεϊ, τους λαθραίους του €1,40 ή του εξαντλητικού, επικίνδυνου περάσματος για μία καλύτερη ζωή κάπου αλλού, οι άλλοι, ευνοημένοι από τα ΜΜΕ τους και τις κυβερνητικές τους φιλίες, και τα πολλά,-πολλά, πάρα πολλά- λεφτά τους, θα συνεχίσουν τις μπίζνες τους απτόητοι.

Γιατί όπως έλεγα και προχθές:

Και γω με την νομιμότητα είμαι – κάθε μορφής της. Αλλά δεν είναι αρκετά τυφλή ρε παιδί μου, από το ένα μάτι φαίνεται, λίγο λαθραία μοιάζει να κρυφοκοιτάζει.

Source: Wikipedia

Όπως πάντα τα σχόλια είναι χρήσιμα – αλλά σε τούτο το άρθρο πραγματικά το απογειώνουν, διορθώνουν και εμπλουτίζουν. Μην παραλείψεις να τα διαβάσεις, όταν τελειώσεις – ή μπες στο άρθρο, αν το διαβάζεις από rss reader. Αξίζει τον κόπο.

Κάνοντας μία έρευνα στο blog μου, ανακάλυψα με απογοήτευση ότι για την Αμυγδαλέζα έχω κάνει αναφορά μόνο μία φορά. Μόνο μία! Στο twitter ήμουν πιο ομιλητικός, μα τούτα τα γραπτά μένουν, στο twitter χάνονται, σαν κουβέντα καφενείου.

Να εκτεθώ από εδώ λοιπόν. Πρέπον και αναμενόμενο, άλλωστε είναι ιδιαίτερα εύκολο να πάρω θέση – πιο δύσκολο είναι να κρατήσω την οργή μου, μάλλον.

Κατ’ αρχάς, το ψυχρό κομμάτι.

~

Εχθές το βράδυ, επεισόδια ξέσπασαν στην Αμυγδαλέζα. Σύμφωνα με -ανεπιβεβαίωτη- πληροφορία (νομίζω της Εφημερίδας των Συντακτών) οι φυλακισμένοι αντέδρασαν στην είδηση ότι η κράτησή τους παίρνει παράταση έξι μήνες (από δώδεκα σε δεκαοκτώ μήνες), σύμφωνα με άλλες πηγές γιατί είχαν περάσει ήδη δέκα καλοκαιρινές ημέρες χωρίς ρεύμα, και οι συνθήκες διαβίωσης στα κονταίνερ ήταν αφόρητες. Δέκα αστυνομικοί τραυματίστηκαν, μάλλον από τις πέτρες, στρώματα και κοντρέινερ καήκαν, σε λίγη ώρα η κατάσταση είχε τεθεί ύπο έλεγχο, δέκα φυλακισμένοι αγνοούνται.

Ναι; Ναι.

~

Πάμε στα λίγο πιο περίπλοκα

Με βάση αυτήν την μετάδοση, τα πράγματα μοιάζουν μάλλον απλά και σίγουρα οδηγούν σε απλοϊκά συμπεράσματα. Η δεύτερη ανάγνωση, όπως πάντα, χρειάζεται την συνολικότερη εικόνα, πιο καθαρό μυαλό, και μία ελάχιστη πρόθεση ανάλυσης.

Για να δούμε:

«Να φύγουν από δω, και όπου θέλουν ας πάνε»: Δεν είναι εφικτό, γιατί η Ελλάδα έχει υπογράψει το Δουβλίνο 2. Αυτή η υπογραφή, απλοϊκά το λέω, μας δεσμεύει σε ένα πολύ συγκεκριμένο πράγμα: επειδή η Ελλάδα γεωγραφικά είναι η κύρια πύλη εισόδου για τους μετανάστες, κάθε μορφής, υπογράψαμε μία συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους μας, κάθε τέτοιος μετανάστης να είναι *δική μας ευθύνη*. Ήτοι, κάθε μετανάστης που πιάνουν πχ στην Ολλανδία, αν δηλώσει πύλη εισόδου την Ελλάδα, να τον επιστρέφουν ΣΕ ΕΜΑΣ. Το γιατί το υπογράψαμε είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο, αλλά έχει ένα κερασάκι η τούρτα: επειδή εμείς τραβάμε το ζόρι, μας πληρώνουν ένα σκασμό χρήματα για να «επαναπατρίζουμε» τους μετανάστες. Θα δούμε λίγο πιο κάτω τι σημαίνει αυτό.

«Οι Έλληνες δεν έχουμε να φάμε, και οι λαθρομετανάστες θέλουν πολυτέλειες. Πόσο μας κοστίζουν όλα αυτά;»: Δεν μας κοστίζουν απολύτως τίποτα. Η Αμυδαλέζα και τα άλλα «κέντρα φιλοξενίας (για όνομα του θεού πια) μεταναστών» πληρώνονται εξ ολοκλήρου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Βασικά, δεν πληρώνονται για να κοιμούνται στο χώμα και να τρώνε χαλασμένα κρουασάν: υπάρχει ένα συγκεκριμένο κόστος κατά κρατούμενο, που να του επιτρέπει μία αξιοπρεπή διαβίωση. Συνεπώς, το φαγητό, την διαμονή, το κόστος της φυλάκισής τους δεν το χάνει ούτε ένας Έλληνας πολίτης. Μάλλον αντιθέτως.

«Σιγά που οι λαθραίοι θέλουν και αιρκοντίσιον»: Εδώ είναι ένα πρακτικό ζήτημα: Η Αμυγδαλέζα έγινε στο πόδι, και στα πεταχτά. Ήταν βασικά τότε ένα συγκεκριμένο επικοινωνιακό παιχνίδι, που έπρεπε να γίνει σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Από όσα έχω προλάβει να αλιεύσω, οι κρατούμενοι μένουν αποκλειστικά σε κοντέινερ, τα οποία (όπως τα παιδιά που κάνουν σχολείο σε τέτοια «κτίσματα» και οι σεισμόπληκτοι μπορούν να διαβεβαιώσουν) δεν έχουν καμία αίσθηση μόνωσης: το χειμώνα κάνει πιο κρύο μέσα απ’ ότι έξω, το καλοκαίρι βράζουν κάτω από τον ήλιο. Τα αιρκοντίσιον είναι *απαραίτητο συμπλήρωμα* κάθε τέτοιας κατοικίας, και όχι πολυτέλεια. Είπαμε, όσοι ζουν σ’ αυτά από ανάγκη, μπορούν να σας το επιβεβαιώσουν.

«Ναι, αλλά η Ευρώπη μας δίνει εύσημα»: Όοοοοχι ακριβώς. Ο @skoukios κατάφερε να βρει τους κανόνες που ορίζει η ευρωπαϊκή Ένωση για την διαχείριση αυτών των ανθρώπων, δεν τα έχουμε πάει πολύ καλά λέει (από εδώ που είμαι δεν μπορώ να επιβεβαιώσω το αρχικό κείμενο, οπότε, κάθε παρατήρηση στα σχόλια, δεκτή). Αν αντέχετε να διαβάσετε left.gr επίσης, αναφέρει ότι οι διθύραμβοι για το success story των κέντρων μας δεν έλεγαν όλη την αλήθεια – (και εδώ την ευθύνη για την πιστότητα του ρεπορτάζ την έχει το μέσο, θα επιβεβαιώσω όποτε μπορέσω). Τέλος, από ότι φαίνεται και ο ΟΗΕ (πάλι από τον left) δεν θα άντεχε να ζήσει ούτε μία ώρα. Αναρωτιέμαι γιατί. (Σύνδεσμος του Δεκεμβρίου. Έχουμε Αύγουστο. Αν αυτό σας λέει κάτι). [Προσθήκη: Όχι μόνο από τον left, αλλά και τους Ευρωπαίους Πρασινους]

«Τέλος πάντων, ας περίμεναν λίγο να φτιαχθούν τα αιρκοντίτιον, μην καίνε πράγματα που έχουμε πληρώσει εμείς τόσο εύκολα»: Είπαμε κατ’ αρχάς, δεν τα έχουμε πληρώσει εμείς, τίποτα δεν έχουμε πληρώσει εμείς. Και όσο αφορά το αν είναι ένα περιστατικό, υπάρχει μία ιδιομορφία: επειδή είναι φυλακή, και επειδή ακόμα δεν έχει βγει πολύς κόσμος από εκεί (σας θυμίζω, έγινε με τις προηγούμενες εκλογές, είναι έναν χρόνο μέσα) η μόνη ενημέρωση που υπάρχει,είναι από την ΚΕΕΡΦΑ (Κίνηση Ενωμένη Ενάντια στον Ρατσισμό και την Φασιστική Απειλή) (ναι, και αυτοί αριστεροί είναι, κάντε την καρδιά σας πέτρα) η οποία ένα στα δύο ποστ της, αναφέρεται σε περιστατικά της Αμυγδαλέζας. Και ναι, έχει γίνει λόγος και για νεκρούς.

«Μα τα κανάλια δεν είπαν τίποτα»: Τα κανάλια και γενικότερα τα ΜΜΕ έχουν μία πολύ δύσκολη σχέση με το θέμα. Η ενημέρωσή τους περνάει αποκλειστικά από την ΕΛ.ΑΣ, με ότι και αν αυτό συνεπάγεται. Δεν είχα πρόσβαση σε ειδήσεις τις τελευταίες μέρες, αλλά η περιγραφή είναι ότι η μετάδοσή τους είναι γελοία, αν όχι εξοργιστική. Θα επανέλθω, μόλις έχω στοιχεία. Ίσως μία απομαγνητοφώνηση να είναι απαραίτητη. Στο μεταξύ:

και

«Μα για να είναι φυλακή, κάτι έκαναν!» Αυτο που έκαναν, ήταν να μπουν στην χώρα μας χωρίς τα απαραίτητα χαρτιά [προσθήκη: και μόνο για αυτό, υπάρχει νόμος και ελληνικός και ευρωπαϊκός, που απαγορεύει την φυλάκισή τους! Διάβασε στα σχόλια]. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μας πληρώνει για να τους φερθούμε ανθρώπινα. Εμείς δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό, ούτε καν με ξένα χρήματα.

«Η Ελλάδα δεν χωράει άλλους μετανάστες!»: Ξανά, Δουβλίνο 2. Οι άνθρωποι αυτοί, το μεγαλύτερο ποσοστό τους, δεν έχει καμία πρόθεση να μείνει στην Ελλάδα – απλώς, είμαστε το μόνο σύνορο στο οποίο υπάρχει πρόσβαση μέσω Τουρκίας (και κατά πάσα πιθανότητα, μία αρκετά επικερδής επιχείρηση που δεν πρέπει να σταματήσει για τους λαθρεμπόρους, και από εδώ, και από εκεί). Δεν θέλουν λοιπόν να μείνουν στην πυκνοκατοικημένη μας Ελλάδα. Θέλουν να πάνε ΑΛΛΟΥ. Όταν όμως συλλαμβάνονται ΟΠΟΥΔΗΠΟΤΕ στην Ευρώπη, έχουμε συμφωνήσει, επί πληρωμής, να τους διαχειριζόμαστε εμείς. Εμείς συμφωνήσαμε, οι Έλληνες. Καμιά δουλειά δεν έχουν οι Πακιστανοί, Αφγανοί, Αφρικανοί μετανάστες σ’ αυτό το αλισβερίσι.

«Ε, τέλος πάντων, μετανάστες είναι, λαθραίοι, έχουν συνηθίσει να ζουν σαν τα ζώα»: Οχι, δεν είναι μόνο μετανάστες. Το κέντρο έχει «φιλοξενήσει», μεταξύ άλλων, και κάποιες επιχειρήσεις «σκούπα» (τα έχουμε ξαναπεί, ε;) εξαρτημένων από ναρκωτικά, αλλά (είναι επώνυμη καταγγελία αλλά δεν έχει επιβεβαιωθεί από κάπου αλλού ακόμα) και τυχαίους πολίτες που τους έβαλαν να …σκουπίσουν για να φύγουν. Τυχαίους. Για «εξακρίβωση στοιχείων». Τυχαίους. Εμένα, και ΕΣΕΝΑ.

«Και γιατί δεν φεύγουν;» Δεν μπορούν να φύγουν, οι πόρτες είναι κλειστές. Και, υποτίθεται δεν μπορούν να τους διώξουν, γιατί αφού δεν έχουν χαρτιά, δεν ξέρουν που να τους στείλουν. Εδώ, θα μου επιτρέψεις να κάνω μία ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ εκτίμηση – ένα σενάριο συνωμοσίας: Πληρωνόμαστε με το κεφάλι. Για κάθε έναν μετανάστη που «φιλοξενούμε» (απίστευτος όρος, ε;) δικαιούμαστε κάποια χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτά τα χρήματα τα εισπράττουμε – κάνουν δεν κάνουν το κορόιδο οι Ευρωπαίοι για το αν γίνονται ανθρώπινο φαγητό ή σάπια κρουασάν. ΕΓΩ λοιπόν, (και ειλικρινά ελπίζω, στην ζωή μου το λέω, να διαψευστώ αύριο) θεωρώ ότι τους κρατάμε φυλακισμένους για να πληρωνόμαστε. Τόσο απλό. Τους κρατάμε εδώ, για να γίνονται αριθμοί σε ένα excel, και να παίρνουμε, κατά κεφαλή, κάποια ευρώ που βάζουμε στην τσέπη μας – καθώς, πιάνουμε κορόιδο τους κουτόφραγκους, και, παρότι έχουν πληρωμένους γιατρούς, διατροφή, αλλά και όσο το δυνατόν πιο γρήγορη έξοδο, εμείς κάνουμε τους πονηρούς, και εισπράττουμε τα ευρώ τους.

«Για σιγά ρε Γιάννη – κανείς δεν μπορεί να σκέφτεται να κάνει τέτοιο κακό επίτηδες σε ανθρώπους, είσαι παλαβός» Κανείς, ε;

Απο το Πρώτο Θέμα.

Ξανασκέψου το.

~

Λύσαμε και τις απορίες; Μάλλον γεννήθηκαν εκατό περισσότερες. Μία μόνο προσωπική θέση από εμένα:

Αυτοί οι άνθρωποι είναι άδικα στην φυλακή. Είναι άδικα γιατί δεν έχουν δικαστεί, ούτε καταδικαστεί. Είναι άδικα γιατί οι κανόνες με τους οποίους φτιάχθηκε το κέντρο, όπως της αμεσότητας της έρευνας κάθε υπόθεσης ξεχωριστά, και άμεσα, δεν τηρείται. Δεν έχουν πρόσβαση ούτε σε δικηγόρους, ούτε σε νομική υποστήριξη, και αν ισχύει ακόμα και το δέκα τοις εκατό των καταγγελιών, ούτε και σε βασικά για να επιβιώσουν αγαθά – και κυρίως, ζουν σε ένα πέπλο σιωπής. Αυτοί οι άνθρωποι ζούνε μία κόλαση. Αν έτσι και αλλιώς πιστεύεις ότι υπάρχουν κατώτεροι άνθρωποι από σένα, άνθρωποι που έχουν λιγότεροι αξία από σένα, άνθρωποι που δεν αξίζουν να ζουν όπως εσύ, έτσι και αλλιώς, σ’ αυτό το blog δεν έχεις δουλειά – δεν μπορώ να σου εξηγήσω ούτε τα βασικά.

Αυτοί όμως, που υποστηρίζουν το να φέρονται στους κρατούμενους έτσι, απλώς για να βγάλουν λεφτά, ως κράτος, ως κοινωνία, είναι απλώς στυγνοί έμποροι σκλάβων. Όποιοι δέχονται, σε οποιοδήποτε επίπεδο και αν είναι αυτό, εδώ και έναν χρόνο, όχι μόνο στην Αμυγδαλέζα αλλά και αλλού, να κερδίζουν χρήματα ως κοινωνία, από την κακομεταχείριση ανθρώπων, να συμμετέχουν σε μία συγκάλυψη γιατί απλώς βολεύει, όσοι αρνούνται ακόμα και να ρωτήσουν τι πραγματικά συμβαίνει, που πάνε τα χρήματα αυτά, αλλά και πως καταντήσαμε να εκμεταλλευόμαστε ψυχές για ευρώ, είναι συνένοχοι σε ένα έγκλημα που δεν έχει προηγούμενο στην Ελλάδα.

Αν τους πω ότι τα χρήματα που γλυτώσαμε από τα αίρκοντίσιον των «κέντρων φιλοξενίας» θα γίνουν, σε μία απολύτα λογική διαδρομή χρήματος, αιρκοντίτιον στον προθάλαμο μίας τράπεζας στο γραφείο που θα τους δώσει αύριο δάνειο να πληρώσουν την θέρμανσή τους, θα είναι ένας φθηνός λαϊκισμός που μπορεί μεν να ξεσηκώσει – μα δεν θέλω αυτό:

Θέλω κατ’ αρχάς, να σκεφτούμε ξεκάθαρα, πόσο κακό κάνουμε ως πολίτες σ’ αυτούς τους ανθρώπους. Να επικαλεστώ, πριν από το συναίσθημα αυτοσυντήρησής μας, την ανθρωπιά μας.

Και πως ακριβώς αφήσαμε, με ποιον ακριβώς τρόπο, να φτάσουμε τόσο χαμηλά ρε φίλε.

Υ.Γ.: Δεν υπάρχει μόνο η Αμυγδαλέζα, ε;

Υ.Γ.2: Από τον @ernestodlaserna η επικοινωνία του Συνηγόρου του Πολίτη για την κράτηση αλλοδαπών

Να κάνουμε μία συμφωνία; Ό,τι και να πιστεύει ένα κόμμα, οφείλει να τηρήσει κάποιους κανόνες. Ας πούμε, δεν πρέπει να σφάζει ανθρώπους – αυτός μου φαίνεται ότι είναι ένας καλός κανόνας. Ή να τους διαχωρίζει, με βάση την φυλή – αυτός, επίσης, είναι ένας καλός κανόνας. Ή το φύλο, ή το χρώμα, ή τις σεξουαλικές προτιμήσεις, ή τις πολιτικές προτιμήσεις, ή, ή. Όλοι αυτοί, είναι απαράβατοι κανόνες.

Είναι κανόνες κοινής λογικής.

Για μένα – για σας δεν με νοιάζει, όπως βολεύεται ο καθένας σας. Για μένα όμως, αυτή η λίστα είναι αδιαπραγμάτευτη.

Δεν με ενδιαφέρει αν ένα κόμμα είναι υπέρ του μνημονίου, ή κατά του μνημονίου, αν θέλει ένα εκατομμύριο δημοσίους υπαλλήλους, ή όλα να είναι ιδιωτικά, αν θέλει φύση που δεν φέρνει χρυσό, ή χρυσωρυχεία παντού – γι’ αυτό, τελικά, θα το κρίνουν οι ψηφοφόροι του. Αν διαφωνώ πολιτικά, διαφωνώ επί πολιτικών θεμάτων με ένα κόμμα, που αν κερδίσει δεν θα με φυλακίσει, ή δολοφονήσει, ή στείλει στην εξορία επειδή διαφώνησα – αυτό, ας πούμε, για μένα είναι λιγουλάκι απαραίτητο.

Επειδή είναι στην βουλή ένα κόμμα, δεν το κάνει αυτόματα ούτε κόμμα, ούτε πολιτικό φορέα για μένα. Αν η ΧΑ είναι στην βουλή, δεν είναι αυτοδίκαια κόμμα, συγκρίσιμο με τα άλλα:

Τα άλλα, τουλάχιστον τα τωρινά, είναι κόμματα. Έχουν πολιτικές θέσεις (μπορεί όχι πάντα τίμιες ή ειλικρινής, συμφωνώ) αλλά είναι πολιτικά κόμματα που σέβονται, ή θα έπρεπε να σέβονται, τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Η βασική δομή της ΧΑ από την άλλη, είναι μία συμμορία από μαχαιροβγάλτες, που έχουν ανάγκη την εξουσία ακριβώς για να επιβληθούν στα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν έχουν «θέσεις», γιατί δεν τους ενδιαφέρει διόλου η πολιτική. Τους ενδιαφέρει η νομιμοποίηση, ώστε αύριο, με την ισχύ της βίας, να επιβληθούν σε όλους – και σε αυτούς με τους οποίους διαφωνούν (αλλά και σε αυτούς που τους στήριξαν).

Αυτοί που θεοποιούν τον Χίτλερ, που ονειρεύονται το Ολοκαύτωμα και ελπίζουν σε βασανιστήρια της ασφάλειας και εξορίες, δεν επιδέχονται καμίας πολιτικής αντιπαράθεσης – έχουν ήδη χάσει αυτό το δικαίωμα προνόμιο να συνδιαλέγονται μαζί μου, όταν αγνόησαν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

Καμία πολιτική θέση δεν θέλω να επιβάλλεται με όπλα, και όταν αυτή επιβάλλεται, δεν είναι πολιτική θέση, και δεν εννοείται ως τέτοια στο δικό μου αξιακό σύστημα.

Άρα: η πολιτική με την πολιτική της κρίση, και οι νεοναζί μαχαιροβγάλτες με την κρίση της δικαιοσύνης. Όσο δεν τα αναμιγνύουμε στην κουβέντα μας, για μικροκομματικούς λόγους ή απλή αφέλεια, μπορούμε να συζητήσουμε οτιδήποτε.

Έχεις λοιπόν μία εταιρία, κρατική – ας την πούμε ΕΡΤ. Για χρόνια τώρα, αυτή η εταιρία υπάρχει, δυναμώνει, περνάει δύσκολες και ευχάριστες στιγμές, επιβιώνει.

Τα έσοδά της, δεν είναι σαφή. Κάποια από αυτά, τα παράγει μόνη της, από διαφημίσεις. Τα περισσότερα, τα παίρνει από τον κόσμο, που ενοχλείται να πληρώνει, αλλά όταν βλέπει πχ Champions League (ή εκπομπές ποίησης) σταματά να γκρινιάζει, και απολαμβάνει το θέαμα.

Σίγουρα πάντως, δεν βγάζει όσα σπαταλά. Και αυτό, φαίνεται.

Στα σπλάχνα της, δουλεύουν όλοι οι πιθανοί συνδυασμοί που μπορεί να φανταστεί κανείς. Καταπληκτικοί επαγγελματίες που πασχίζουν να δείξουν την δουλειά τους, χαραμοφάηδες που ψάχνουν πως να λουφάρουν, ταλέντα που δεν θα τους δινόταν με άλλον τρόπο τέτοια ευκαιρία, ικανοί που χάλασαν, ανίκανοι που τελικά βρήκαν κάτι καλό στην ζωή τους να κάνουν αξιόλογα. Άλλοι μπήκαν μέσα με ιδρώτα, άλλοι έγλειψαν και καναδύο κώλους σιχαμένων για να μπουν, άλλοι, απλώς βρέθηκαν, κάποια στιγμή στην ζωή τους, να δουλεύουν για την μεγάλη εταιρία. Και φυσικά, παχυλοί μισθοί σε ανύπαρκτης ουσίας θέσεις δίνονταν, και ιστορικά αλλά εμφανώς και απ’ αυτήν την κυβέρνηση, σε ανθρώπους για πολιτικούς λόγους σκορπίζοντας αλόγιστα ζεστό, και ιδιαίτερα χρήσιμο αυτήν την εποχή, χρήμα.

Μαζί μ’ αυτούς, όλοι οι ιδιωτικοί. Άλλοι με βύσμα, άλλοι με ευκαιρία, προσκολήθηκαν έστω και μία στιγμή στο όχημα, παρήγαγαν αξιοπρεπές έργο – ή, απλώς, ξέπλυναν χρήματα με αηδίες. Κρατικό χρήμα πάντως, στην ιδιωτική αγορά, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, πήγε.

Κάποια στιγμή, όμως, στην μακρόχρονη ιστορία της, έπεσε το σύνθημα. Κάτι πρέπει να αλλάξει. Και αυτό που αποφασίσανε να αλλάξει, είναι η ΕΡΤ.

Μέχρι στιγμής, έχουν ακουστεί πάμπολλοι λόγοι για τους οποίους πάρθηκε αυτή η απόφαση. Σύμβουλοι παρά τω πρωθυπουργό, πολιτικά παιχνίδια, κυβερνητικοί συσχετισμοί, ειλικρινές ξεκαθάρισμα ενός απίστευτου εσωτερικού γραφειοκρατικού μπάχαλου που κόστιζε πολλά, ευκαιρία για αλλαγή πλεύσης καθώς δεν «έδειχνε» κατάλληλα την φωνή της κυβέρνησης, ακόμα μεγαλύτερη ευκαιρία πρόσληψης ημετέρων, για όποιον λόγο και αν αποφασίστηκε, αποφασίστηκε:

Αλλάζουμε.

Η απόφαση πάρθηκε άμεσα. Με τον φόβο των αντιδράσεων, επιχειρήθηκε μία κίνηση σοκ, σε λίγες ώρες έκλεισε, η εξήγηση ήταν αν όχι παράλογη, τουλάχιστον άδικη, όλοι στον ντορβά, καλοί, κακοί, το κουβάρι αφού δεν ξετυλίγεται κόβεται, και αν χαθούν και μερικοί, λίγοι ή πλειοψηφία, αξιόλογοι, το γενικότερο καλό θα το αξίζει.

Και πέφτει μαύρο.

Τα ΜΑΤ κατεβάζουν σταθμούς, οι υπάλληλοι συνεχίζουν να εκπέμπουν κάνοντας καταλήψεις και αντιδρώντας όπως μπορούν, αλληλέγγυοι που πριν τους έβριζαν στέκονται στον αγώνα τους είτε για ψηφοθηρικούς λόγους, είτε γιατί βλέπουν δίκαια τα αιτήματά τους, ή απλώς άδικη την στάση της κυβέρνησης, το internet αντικαθιστά την απόλυτη απουσία των άλλων μέσων ενημέρωσης που αγνοούν οτιδήποτε δεν πρέπει να ακουστεί, τα φύλλα των εφημερίδων είτε δείχνουν την κυβερνητική αδιαλλαξία, είτε υπερπαρουσιάζουν την διεφθαρμένη πλευρά της Μεσογείων.

Μαζί με το σκοτάδι όμως, ταυτόχρονα, φωτίζεται και όλη η ανυπαρξία σχεδίου.

Κανένα απολύτως σχέδιο για το μετά. Η «επόμενη μέρα» βασίζεται σε ένα παλαιότερο σχέδιο που οι ίδιοι που στελεχώνουν την κυβέρνηση έχουν καταδικάσει όταν εμφανίστηκε, λέξεις αλλάζουν σε ένα word αποτυχημένα για να δείξουν πρόγραμμα δράσης, οι εργαζόμενοι μαθαίνουν ότι αν δεν εγκαταλείψουν δεν θα αποζημιωθούν για την απόλυσή τους(!) από την αστυνομία(!!), το σήμα εκπέμπεται ψηφιακά, το 902 προσπαθεί να μεταφέρει το σήμα στους τηλεοπτικούς δέκτες – και η Digea των ιδιωτικών σταθμών εντελώς παράνομα την κόβει (με το έτσι θέλω κάνοντας κρίση του τι επιτρέπεται και τι όχι να παίζει ένα κανάλι) ξεκινώντας ένα απίστευτο γαϊτανάκι 20 δευτερολέπτων μετάδοσης, λογότυπα που δεν κατοχυρώνονται δικτυακά κλέβονται από αυτούς που έχουν την προνοητικότητα να τα κλείσουν, οι εργαζόμενοι παρουσιάζουν δεδομένα που μιλούν για απίστευτη οικονομική καταστροφή από αυτήν την απόφαση – και οι καταγγελίες τους παραμένουν αναπάντητες, η ανυπαρξία πλάνου περνά ξεκάθαρα και στην Ευρώπη, προγράμματα χαρίζονται σε ιδιωτικούς σταθμούς αδιαφανώς, και με πιθανότητα να αυξήσουν την οικονομική ζημιά για το δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία μιλούν ξεκάθαρα για οικονομική καταστροφή που θα τα οδηγήσει σε κίνδυνο, και, σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, δύο χιλιάδες από τους δύο χιλιάδες εξακόσιους «τεμπλεχανάδες που απομυζούσαν το δημόσιο» θα μοριοδοτηθούν για να το …ξανακάνουν στην επόμενη ΕΡΤ.

Το απόλυτο μπάχαλο.

Η μία παρανομία διαδέχεται, για να καλύψει, την προηγούμενη. Ακόμα και το ΣτΕ θέτει σοβαρούς περιορισμούς στην απόφαση, που οδηγεί στην απόφαση να εκπέμψει παράνομα στην ουσία σήμα, από ιδιωτικούς χωρίς ούτε καν επίφαση νομιμότητας ή διαφάνειας στην επιλογή, με πρόγραμμα φτιαγμένο από καναδύο ανθρώπους, εθελοντές, για να καλυφθεί το κενό και ο αρμόδιος υπουργός τονίζει στους υπαλλήλους ότι πρέπει ταυτόχρονα, και να αδειάσουν άμεσα το κτίριο, και να εγγυηθούν πως, ότι έχουν χρεωμένο, θα παραδοθεί σωστά – ενώ δεν υπάρχει κανείς να παραλάβει.

Αυτά έγιναν, ή αυτά κατάλαβα εγώ τουλάχιστον ότι έγιναν.

Πανικόβλητες αποφάσεις, χωρίς σχέδιο, που στην συνέχεια η μία απόφαση που παίρνουμε, είναι κατά τι χειρότερη από την άλλη, για να διορθώσουμε κάτι που, όντως ήταν χαλασμένο, αλλά τώρα έγινε πολύ-πολύ χειρότερο, είτε γιατί αυτοί οι ίδιοι ανίκανοι άνθρωποι που το κατέστρεψαν κατ’ αρχάς, προσπαθούν να το διορθώσουν, είτε γιατί θέλουμε απλώς να μασκαρέψουμε και όχι να διορθώσουμε, είτε γιατί, βρε αδελφέ, (εμένα μου φαίνεται προφανές), όλο αυτό γίνεται για λάθος λόγους.

Και θες να μου πεις, σοβαρά μιλώντας, ότι δεν βλέπεις πω αυτή η ιστορία, είναι η απόλυτη απεικόνιση αυτού που γίνεται στην ίδια την Ελλάδα τουλάχιστον από το 2009 και μετά.

Ξαναδιάβασέ το. Και όπου ΕΡΤ, βάλε Ελλάδα.

Λοιπόν, άκου μία αστεία ιστορία, να γελάσεις – εμένα σήμερα με βαράνε στο μυαλό.

Είναι φορές που είσαι εγκλωβισμένος, που γύρω σου σφυρίζουν μπουνιές, όλες στοχεύουν στο μυαλό σου, να σε χτυπήσουν, να σε ζαλίσουν, να σε αποβλακώσουν – να πεις φτάνει ρε φίλε, φτάνει, ο,τι θες, θα υπογράψω ο,τι θες, θα παραδεχθώ ο,τι θες, δεν θα σκέφτομαι άλλο, θα ακούω, μόνο, και θα συμφωνώ, μόνο, χωρίς second guessing και πρωτοβουλίες, τέρμα οι πρωτοβουλίες, τέρμα η επανάσταση, θα συμμορφωθώ, μόνο σταμάτα λίγο να χτυπάς, γιατί θέλω λίγο να ονειρευτώ, ξέρω γω, το ξέρω βέβαια ότι απαγορεύεται, αλλά λιγουλάκι μόνο, ένα λεπτό, μην βαράς, γιατί θα χαλάσει το μυαλό μου, και δεν θα μπορεί να ονειρευτεί ξανά, δεν θα μπορώ να εκφράσω τι με ενοχλεί, τι σιχαίνομαι, και τι θέλω να πω εγώ, και όχι τι θέλεις να πεις εσύ τι θέλω να πω εγώ, λοιπόν, σήμερα είναι μία τέτοια ημέρα.

Δεν με βαράνε σήμερα, βέβαια, στο μυαλό.

Με βαράνε καιρό τώρα.

Αλλά σήμερα το ντάπα-ντούπα, οι επίμονες, σταθερές, χωρίς ίχνος φανερής οργής μπουνιές – να, έγιναν λίγο κατανοητές. Ή δεν απέφυγα καναδύο από αυτές, και ξέρεις πως πάει, αν φας την πρώτη και λυγίσεις, μετά ζαλίζεσαι, και οι άλλες πέφτουνε βροχή, είναι να μη σε δουν κάτω, να λυγίσεις.

Αποφασίσανε σήμερα να αφήσουν ελεύθερο τον Σακκά.

Έχω φαει ογδόνταχιλιάδεςμπουνιές που λέγανε μέχρι τώρα «να φάει σουβλάκια», «κάνει δίαιτα», «η νηστεία κάνει καλό». Είναι μία αναμενόμενη μάχη, που δεν με αφορά άμεσα, ψόφος δεν έχω πει πουθενά, και για κανέναν, ούτε για αστείο, ίσως θες γιατί θα πω μία φορά και θα το εννοώ, ή δεν θα ξεστομίσω ποτέ, που είναι και το πιο πιθανό, γιατί είμαι τέτοιος άνθρωπος και τον ντρέπομαι τον άλλον να του πω ψόφος, τεσπά, διακόσιεςπενήνταδύοχλιάδεςτετρακόσιεςείκοσιοκτώμπουνιές μέχρι τώρα, εγώ να φωνάζω «είναι παράνομο, και συναινούμε εμείς με την σιωπή μας» και ο διπλανός μου, που συναινεί και αυτός, με περισσότερο ίσως από την σιωπή του, με πράξεις, λόγια και επιδοκιμασίες, με μία αγοραστή και αρκετά εύπλαστη έννοια του κοινωνικού χούλιγκαν, που καμιά φορά το τσεκ του βγαίνει από αυτούς, τους ίδιους που παρανόμησαν, θα φωνάξει «Να φάει κάτι σουβλάκια που έχω και μπαγιατέψανε», μπαμ, μπουνιά, στην λογική μου και στο μυαλό μου, αλλά θα το προσπεράσω, είπαμε, δεν είναι δικός μου αγώνας, δεν μίλησα σε κανέναν έτσι, δεν μου μιλάει κανείς.

Και αποφασίζουν να τον αφήσουν ελεύθερο.

Εκεί το μυαλό σου σταματάει, γιατί, κοίτα, υπάρχει μία στιγμή στις ταινίες, που όλη την ώρα έλεγες «αυτός είναι ο δολοφόνος, να το δεις» και ωπ, αποκαλύπτεται ποιος είναι, και τα χάνεις λίγο, αδειάζει το μυαλό σου, ε, φαντάσου το προς επτάδισεκατομμύριαφορές τόταλ μπλανκ, να σου λένε έτσι είναι, βγαίνει.

Γιατί αρχίζεις να σκέφτεσαι, και να λες για κάτσε ρε φίλε, για κάτσε λίγο γιατί θα τρελαθώ:

Γιατί βγαίνει έξω;

Τι άλλαξε;

Είναι προφυλακισμένος από τον δεκέμβρη του ’10, ναι; Και έχουμε ιούλιο του ’13, ναι; Και παρήλθε το δεκαοκτάμηνο, και δίκη δεν είχε ακόμα ξεκινήσει, και του φορτώσανε και άλλο, να μείνει μέσα, να μείνει να σαπίσει – ναι;

ΝΑΙ;

Γιατί βγαίνει έξω τώρα;

Τι ήταν πριν, λάθος;

Μία ατυχής στιγμή; Μια παρανόηση; Τι άλλαξε και το άκαμπτο κράτος που τον κράτησε από τον δεκέμβρη του ’10 φυλακισμένο, τον αφήνει τώρα; Ήταν άποψη και άλλαξε; ήταν μία θέση και μετακινήθηκε; Γιατί είναι έξω; Γιατί εγώ ξέρω ότι τα δικαστήρια είναι σαφή. Βγάζουν μία σαφή απόφαση. Δίκαιη, και ξεκάθαρη. Έχουν ληφθεί όλες οι παράμετροι, και έχουν αξιολογηθεί όλες οι θέσεις. Εγώ ξέρω ότι ήταν μέσα ο άνθρωπος, γιατί υπήρχε κάποιος λόγος που ήταν μέσα. Ποιος λόγος ήταν αυτός; Πως γίνεται όταν ρωτάμε πολλοί ποιος λόγος ήταν αυτός, το σύστημα να λέει «έξω»; Επειδή ρωτήσαμε βγήκε έξω;

Δηλαδή, αν δεν ρωτήσουμε, δεν θα έβγαινε;

Έπρεπε να κάνει απεργία πείνας για να βγει; Αυτό είναι το σύστημα τώρα; Θα σε στριμώξουμε στο σκοτεινότερο κελί, και αν κάνεις απεργία πείνας, και συγκινήσεις κανέναν, σε βγάζουμε γιατί δεν ξέρουμε τι να απαντήσουμε όταν μας ρωτήσουν;

Γιατί εγώ ρωτάω. Και ξέρεις γιατί ρωτάω; Γιατι όταν βγει ο Σακκάς έξω, και με πετύχει στον δρόμο, θα μου πει «για έλα εδώ ρε φιλαράκι, που ψηφίζεις, και πληρώνεις τους φόρους σου, και καταδικάζεις και την βια, και είσαι και κύριος, και σου ανοίγουν και την πόρτα στην τράπεζα, και σε λένε Έλληνα πολίτη, και θες και δημοκρατία, για έλα να σε ρωτήσω κάτι:»

«Γιατί με προφυλάκισες τόσο;»

Τι θα του πω; Θα περιμένει κάτι να του πω. Εγώ τον προφυλάκισα. Εγώ. Εγώ ο ίδιος, είναι ξεκάθαρο. Τι θα του πω; Να του πω, «λοιπόν, άκου, έκανες και δεύτερο έγκλημα, και λυπάμαι γι’ αυτό, αλλά έτσι είναι ο νόμος, και γι’ αυτό. Λυπάμαι, αλλά έτσι είναι ο νόμος».

Εντάξει.

Και θα με ρωτήσει λοιπόν, ο αδύνατος, ο αδύναμος Σακκάς, ο μετά από 38 ημέρες απεργίας πείνας Κώστας Σακκάς, θα με ρωτήσει λοιπόν, σιγά, ψιθυριστά, κοιτώντας με στα μάτια, λέξη-λέξη –

«Και τότε γιατί με έβγαλες; Αφού ήσουν τόσο σίγουρος, γιατί με έβγαλες;»

Μπαμ.

Και παραδίπλα ακριβώς, ζαλισμένος και πεσμένος, με κενά μνήμης και συνείδησης και ευθιξίας και αξιοπρέπειας, διαβάζω:

«Οι αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, οι οποίες λαμβάνονται στο πλαίσιο του παρόντος νόμου και του εκάστοτε ισχύοντος Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής και του εκάστοτε Μνημονίου Συνεννόησης, τεκμαίρονται σύμφωνες με τον σκοπό του Ταμείου και το δημόσιο συμφέρον και θεωρούνται επωφελείς και συμφέρουσες για το Ταμείο και το Ελληνικό Δημόσιο όσον αφορά την ευθύνη, αστική και ποινική, των μελών του Γενικού Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής καθώς και του προσωπικού του Ταμείου»

Αυτό, θα ψηφιστεί σε λίγες ημέρες. Από μένα. Για να σωθεί η χώρα, αλλιώς θα γίνουμε Αίγυπτος. Πρόσεξε τι λέει, πρόσεξε:

«[…] τεκμαίρονται σύμφωνες με τον σκοπό του Ταμείου και το δημόσιο συμφέρον και θεωρούνται επωφελείς και συμφέρουσες για το Ταμείο και το Ελληνικό Δημόσιο όσον αφορά την ευθύνη, αστική και ποινική […]»

Ετοιμάζεται να ψηφιστεί ένας νόμος, που λέει ότι τα μέλη του Συμβουλίου του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, είναι εκ προοιμίου αθώα, ο,τι και να κάνουν, όποια απόφαση και να πάρουν, διότι θεωρούνται επωφελείς και συμφέρουσες για το ταμείο και το ελληνικό δημόσιο, και είναι σύμφωνες με το δημόσιο συμφέρον.

Αναδρομικά.

Από τώρα το λέει, για το μέλλον. Για αποφάσεις που δεν έχουν ληφθεί ακόμα. Εκ προοιμίου. Δεν θα γίνει ποτέ δικαστήριο, δεν θα κληθεί ποτέ κανείς να καταθέσει, γιατί τώρα αποφασίζουμε πως ο,τι κάνει το ταμείο στο μέλλον, είναι για το δημόσιο συμφέρον.

Καταλαβαίνεις τι σου λέω τώρα; Καταλαβαίνεις; Μόλις έφαγες μία μπουνιά, την κατάλαβες; ήρθε κατευθείαν στον δικό σου εγκέφαλο, μέσα στο μυαλό σου, πέρασε από το μάτι σου και έφτασε στο κέντρο σκέψης της λογικής σου.

Μπαμ.

Πως νιώθεις;

Ετσι νιώθω και γω.

Εκεί με βαρέσανε σήμερα.

Υ.Γ.: Με περιμένει στην γωνία και ο Θοδωρής Ηλιόπουλος. Να με ρωτήσει γιατί τον φυλάκισα κοντά έναν χρόνο, ενώ όλοι μου έλεγαν ότι είναι όχι μόνο αθώος, αλλά ούτε καν ύποπτος φυγής – και μετά, απλώς, τον αθώωσα. Για να τον αποφυλακίσω, δε, από την προφυλάκιση, έκανε και αυτός απεργία πείνας. Σαρανταεννιά μέρες.

Τρίτη ημέρα κλειστή – ανοικτή η ΕΡΤ, και όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας, ξεπερνούν τα κωμικοτραγικά. Εκτός από τα απλά, καθημερινά σαχλαμαρίζοντα γεγονότα, χτυπάει,ύπουλα, σχεδόν αθόρυβα και πονηρά, το θέμα της Digea που κατεβάζει κανάλια – επειδή δεν της αρέσει το πρόγραμμα.

Είναι πολύ σημαντικό, αλλά περιμένω α) να δω πως θα εξελιχθεί, β) μία απάντηση στο ερώτημα «ποιες οι νομικές ευθύνες».

Στο μεταξύ, επειδή όπως πάντα οι εξελίξεις βγάζουν τον καλύτερο και τον χειρότερο εαυτό μας, παρακολουθώντας τις συζητήσεις για την ΕΡΤ, ανακάλυψα έναν τύπο ανθρώπου που δεν είχα κατηγοριοποιήσει ως τώρα.

(Θα τον περιγράψω, αλλά επειδή όλοι θα διαβάζουν κάποιον που νομίζουν ότι ήδη ξέρουν, σου ορκίζομαι, σε ότι έχω ιερό, δεν γράφω για αληθινούς ανθρώπους. Πρέπει να μοιάζουν με άνθρωποι, μόνο αυτό. Τίποτα αληθινό, καμιά ιστορικότητα, καμία βάση σε πρόσωπα, μόνο σε καταστάσεις.

Ναι; Ναι.)

Θέλω λοιπόν να σκεφτείς δύο ανθρώπους που ζουν, δίπλα δίπλα, ιστορικά γεγονότα. Τον έναν θα τον πούμε Βασίλη, τον άλλον θα τον πούμε Κώστα.

Και οι δυο, είναι κοινωνοί, όσο αυτό είναι δυνατόν καθώς έχουν επιλέξει διαφορετικό περίγυρο, περίπου των ίδιων ειδήσεων. Ας πούμε ότι είναι δημοσιογράφοι, ας πούμε ότι η σκέψη τους γίνεται τροφή για την σκέψη πολλών.

Μία είδηση, πχ, είναι ότι προσλαμβάνεται κάποιος στην ΕΡΤ, με μισθό 3.500 ευρώ μηνιαίως, για να κάνει, ας πούμε μία εκπομπή. Αυτός ο κάποιος είναι ατάλαντος, μα έχει γνωριμίες ή γνωστούς ή οικογένεια σε πολύ υψηλά ιστάμενες θέσεις.

Ο Βασίλης, σιωπά. Το βλέπει, μαθαίνει την είδηση, μα σιωπά. Δεν έχει σημασία αν αυτός που διορίζει τον ατάλαντο είναι τον ίδιων πολιτικών θέσεων με τον Βασίλη, αν κάνει το ίδιο επάγγελμα, αν απλώς τυγχάνει τώρα να συμπίπτουν, ή αν είναι υπάλληλος στην ίδια εταιρία. Σημασία έχει ότι σιωπά. Γράφει στην στήλη του για άλλα, άσχετα, κρίνει την απουσία εναλλακτικών λύσεων, το αφεντικό του του χτυπάει τον ώμο για τα στείρα, αμόλυντα άρθρα του.

Ο Κώστας, από την άλλη, γκρινιάζει. Ο Κώστας διαμαρτύρεται, αναρωτιέται, προκαλεί. Μπορεί στον εκνευρισμό του να γίνεται λαϊκιστής, και να αδικεί, μπορεί να αντιδρά υπερβολικά γρήγορα και να σκέφτεται λιγότερο – πάντως αντιδρά. Ο δικός του εργοδότης ίσως δεν τον αντέχει πια, η στήλη του μόνο γκρινιάζει και γαυγίζει. Είναι εκνευριστικός.

Αυτό, γίνεται διαρκώς. Ανα τακτά χρονικά διαστήματα, η ΕΡΤ προσλαμβάνει γραμματείς και φαρισαίους, ανθρώπους απολύτως ακατάλληλους είτε να διευθύνουν, είτε απλώς να εργάζονται, ανθρώπους που πληρώνονται από την ΕΡΤ για να δουλεύουν στο γραφείο του ανθρώπου που κάνει τις προσλήψεις, τυχαία στα λέω, πάντως πιάνεις το νόημα, δυσωδία.

Ο Βασίλης, σιωπά. Κάθεται στην γωνία του. Ο Κώστας, γκρινιάζει. Εκτίθεται.

Έρχεται η ώρα, που τα πράγματα ζορίζουν και ο αρχηγός του κράτους, αποφασίζει, για δικούς του λόγους να δείξει πυγμή. «Θα κλείσω την ΕΡΤ», κραυγάζει, και οι εντολές του γίνονται πράξη χωρίς σκέψη και λογική, καθώς το κίνητρο μοιάζει και αγνό, και η λαμογιά στο μαγαζί μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ασπίδα.

Κοίτα τώρα να δεις τι γίνεται:

Ο Κώστας, γκρινιάζει. Όπως γκρίνιαζε πριν για το άντρο ακολασίας, έτσι γκρινιάζει και τώρα για αυτό που θεωρεί αδικία, την σαλαμοποίηση, το γεγονός ότι πρόκειται για υποκρισία, κυρίως το γεγονός ότι, αν το μαγαζί είναι βρώμικο, όχι μόνο δεν βάζεις αυτόν που το λέρωνε τόσα χρόνια να απολύσει τους πάντες, μα τον απολύεις για παραδειγματισμό πρώτον-πρώτον, και δεν βάζεις την Digea να κάνει το άνομο λογοκριτή σου. Θα φύγει, θα πάει στο προαύλιο, θα γίνει ένα με τον κόσμο, θα μιλήσει για αλλαγή και για όνειρα, θα μαλώσει, θα λοιδορήσει ίσως, μπορεί να αδικήσει, να λαϊκίσει, θα εκτεθεί.

Και ο Βασίλης μιλάει. Αυτή την φορά όμως, ο Βασίλης παίρνει την πένα του, πάει στην στήλη του, την όποια στήλη, την προσωπική, την επαγγελματική – και γράφει:

«Μα είναι δυνατόν να υπερασπίζεστε τα λαμόγια; Να μην θέλετε κάθαρση; Είναι δυνατόν στην μάχη ανάμεσα στο απαραίτητο ξεβρώμισμα του οχετού, να επιλέγετε τους χείριστους συνδικαλιστές;»

Αύριο, όταν τελειώσουν όλα, ο Βασίλης που έχει επιλέξει «την σωστή πλευρά», θα λάβει μάλλον και την αντίστοιχη εύνοια. Η σιωπή του, τις σωστές στιγμές, ακόμα και αν ο ίδιος δεν την έκανε συνειδητά, θα εκτιμηθεί. Αύριο, όταν ανοίξουν οι νέες θέσεις στην γυαλισμένη ΕΡΤ, ο Βασίλης θα είναι εκεί, ως νικητής και υπερασπιστής του λογικού, της απολύτως κατανοητής θυσίας, και της αποστειρωμένης από αισθήματα κρίσης – ο,τι χρειάζεται δηλαδή για να επιλεχθεί ένας ηγέτης.

Αύριο, όταν τελειώσουν όλα, ο Κώστας θα είναι δαρμένος και ψεκασμένος, πιθανόν άνεργος να ψάχνει για μεροκάματο, ο γκρινιάρης που δεν έχει να προτείνει τίποτα για τα στραβά, και ο άπλυτος συνδικαλιστόφιλος, που, βρε αδελφέ, ας το παραδεχθούμε, του αξίζει αυτή η μοίρα – την επέλεξε.

Κάνουν όλοι τις επιλογές τους, δεν λέω. Άλλοτε γκρινιάρηδες, άλλοτε σιωπηλοί, όλοι ήμασταν και είμαστε πότε Βασίληδες, σε κάποια, πότε Κώστηδες, σε άλλα.

Απλώς, βρε Βασίλη, κάθε Βασίλη: Αν σου περισσεύει ένα δράμι ενδιαφέροντος και αντίληψης, πιάσε τον Κωστή, όχι φωναχτά, αν δεν θες, μες τον κόσμο, όχι δημόσια αν προτιμάς, μόνοι σας, σε μια γωνιά, κέρασέ τον κάτι, και πες του,

«Ρε Κωστή, ρε συ Κώστα, είχες δίκιο ρε που φώναζες. Συγνώμη»

Αυτό ζω γύρω μου, τόσες μέρες, αυτό περιγράφω. Και γω μπορεί να είμαι Βασίλης πότε πότε – προσπαθώ να μην είμαι, μα αν είναι έτσι, και σιωπώ και γω, χρωστάω σε Κωστήδες κάτι συγνώμες αντρίκιες.

Για την Digea θα τα πούμε άλλη φορά, είναι σοβαρό, το σοβαρότερο που έχω συναντήσει τόσα χρόνια, θα κάνω τον θυμό μου λέξεις, μα σας ικετεύω, μέχρι τότε, μην το προσπεράσετε έτσι.

Prima di sparare, pensa (Think before you shoot) [34/52]

Υπάρχει μία δύσκολη, σημαντική στιγμή, που τα σκατά χτυπάνε τον ανεμιστήρα όπως λένε οι αμερικανοί, και γεμίζουν τον τόπο, και κάνουμε όοοολοι πως δεν τα βλέπουμε, βέβαια βρωμάνε παντού, και έχουν λερώσει τα πάντα αλλά να, ο πρώτος που θα πει «ρε παιδιά, γέμισε σκατά όλη η πλάση» – μάλλον θα τον βάλουν και να τα καθαρίσει.

Κάπως έτσι νιώθω με την ΠΟΛΙΤΙΚΗ (επαναλαμβάνω, πολιτική) αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής: Σα να τους κοιτούν όλοι, να βλέπουν το πρόβλημα, αλλά προσέχουν μη λερωθούν πάνω του. Κάποιος άλλος, τελικά, θα καθαρίσει. Αν μείνω αρκετά σιωπηλός και δεν λερωθώ, την γλύτωσα σχετικά ανώδυνα, σου λέει.

Τελευταίο δείγμα (σου θυμίζω και τις «Λερωμένες με αίμα μπότες στο κατώφλι«) είναι η οπλοφορία στην Βουλή.

Όποιος νομίζει ότι το να πάρεις όπλο είναι απλό, (νόμιμα τουλάχιστον), γελιέται. Υπάρχει μία διαδικασία που περιλαμβάνει και γιατρούς, γνωματεύσεις, μία δικλείδα ασφαλείας βρε αδελφέ, για να φυλαχθούν οι υπόλοιποι. Γιατρό λοιπόν. Που να μπορεί να βεβαιώσει ότι αυτός που το κρατάει το ρημάδι, δεν θα το κουνάει πέρα δώθε επειδή του την έδωσε, ούτε θα ξεχνάει πως δουλεύει το γαμημένο, ούτε επειδή θα θυμώσει θα του ‘ρθει να το βγάλει να χηρέψει καμία μάνα τσάμπα.

Όμως, η ζωή τα φέρνει βόλτα έτσι, τα σκατά βρίσκουν τον ανεμιστήρα, απλώνονται, και ξαφνικά, εκεί που τέλος πάντων υπήρχε μία συμφωνία κυρίων «πάρτο, αλλά μη μας κάνεις ρεζίλι», τώρα κουμάντο για να πάρει όπλο έχει και ο τελευταίος σαλεμένος – επειδή είναι στην βουλή.

Δεν το ‘χανε προβλέψει αυτό.

Και ξαφνικά, να σου κάτι φωτογραφίες με τον πρωθυπουργό μας με αλεξίσφαιρο, να σου κάτι πάνω-να-πιάσω-το-όπλο-γιατί-τσαντίστηκα-με-τον-δήμαρχο, να σου κάτι καταγγελίες για πυροβολισμούς, να σου και ένας που δεν ξέρει πως δουλεύει ούτε από τις ταινίες ρε φίλε, και πυροβολάει στα αεροδρόμια, σκιάχτηκαν εκεί μέσα, είναι βλαμμένοι αυτοί, πάει η συμφωνία κυρίων, δεν περνάει τίποτα σου λέει. Κομμένη.

Μαλακίες δεν περνάει, αλλά άλλη συζήτηση αυτή.

Την υποκρισία πιάνω εγώ:

Δεν μου λες: Ο σαλεμένος, πριν φορέσει κοστούμι, φορούσε μαύρο μπλουζάκι με δάφνες, σήκωνε το χεράκι του, και κουβαλούσε φαλσέτα. Ή τσεκούρια, για να μη ξεχνιόμαστε. Ή κανα αυτόματο για το μεροκάματο ρε αδελφέ. Ή μπαζούκας ξέρω γω τι θα βρούνε εκει μέσα που πάνε και μαζεύονται. Ή βόμβες, που ακόμα δεν μάθαμε τι έγινε με αυτήν την ιστορία.

Τώρα σε πείραξε; Γιατί; Μπήκε στο σαλόνι σου;

Δηλαδή, ο σαλεμένος είναι καλά να το φοράει το κουμπούρι ΕΞΩ, αλλά ΜΕΣΑ κινδυνεύει η δημοκρατία; Έξω δεν κινδυνεύει η δημοκρατία; Η ο συνάνθρωπός μου, που βάζει τον κεφάλι του στον ντορβά, και χαλάει την μέρα του την βολή του και την ηρεμία του, και θα πάει να φωνάξει «γαμιέται ο ρατσισμός», για να ξεπλύνει λίγο απ’ τα σκατά που κάνεις ότι δεν βλέπεις, δεν κινδυνεύει; Ο μετανάστης, που θέλει απλώς να πάει σπίτι του να περάσει άλλη μία μέρα, να δει την οικογένειά του, να της πει ξέρω γω δεν έχει ψωμί απόψε γιατί δεν έκλεψα (άλλη ιστορία, θα στην πω κάποια στιγμή) δεν κινδυνεύει;

Δεν θέλει πόρτα με ανιχνευτή εκεί; Είναι επικίνδυνος μόνο μέσα στην βουλή; Έξω είναι ακίνδυνος; Είναι δυνατόν, – ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ – να ανέχεσαι τον ίδιο άνθρωπο με όπλο έξω – αλλά όχι μέσα γιατί γυαλίζει το μάτι του;

Γεμίσαμε σκατά, γεμίσαμε και ανθρώπους που θέλουν απλώς να μη λερωθούν, μη φάνε καμία ξανάστροφη, και να χαζεύουν σιωπηροί το σκατό να κυλάει, μη τυχόν και τους ζητήσει κανείς να το καθαρίσουν και μπλέξουν. Και όταν τους πλησιάζει πολύ, έναν ανιχνευτή όπλων, ένα αλεξίσφαιρο και πεντέξι νοματαίους για φρουρά, και καθαρίσαμε.

Θα βγάλουν οι άλλοι το σκατό από τον τοίχο.

Ανιχνευτή υποκρισίας μόνο μη βάλουμε καμία μέρα, γιατί με τόσο data entry, το βλέπω να ζορίζεται.

Canada postage stamp: a free press

Από το 2009, που ξεκαθάρισαν κάποια πράγματα, αυτό που θεωρώ ότι αποκαλύφθηκε περισσότερο, ήταν οι στενοί δεσμοί εξουσίας και τύπου.

Όχι ότι πριν δεν ήταν φανερό: τα ίδια πράγματα γίνονταν, με τις ίδιες διαδικασίες, και, σε κλίμακα, είχαν τα ίδια αποτελέσματα. Τώρα όμως, είτε η κλίμακα έχει αλλάξει, είτε οι συνθήκες δεν επιτρέπουν καλλωπισμούς και στρογγυλέματα – για όποιον λόγο και αν γίνεται, θεωρώ πως όλο και περισσότεροι άνθρωποι έμαθαν να αμφισβητούν τα μέσα.

«Η διαφορετική φωνή εξαφανίζεται. Ο,τι δεν μας συμφέρει δεν έγινε. Ο,τι μας συμφέρει, το υπερτονίζουμε. Δεν ρωτάμε περισσότερα, δεν αναρωτιόμαστε καν. Υπάρχουν γραμμές και τις τηρούμε πιστά. Η απόψή μας μπορεί, και πρέπει να αλλάξει το πρόσημο ενός γεγονότος, αν χρειαστεί.»

Η κακή δημοσιογραφία υπάρχει, ζει από αυτές τις λέξεις, και την βλέπουμε γύρω μας, πιο καθαρά από ποτέ.

Και πως αντιδρούν οι πολίτες/καταναλωτές; Δεν αγοράζουν, μειώνουν τους χρόνους θέασης, διαφωνούν όχι μόνο με το μήνυμα αλλά και με τον φέροντα το μήνυμα, αναζητούν και άλλες γραμμές μεταφοράς ειδήσεων, όπως είναι το διαδίκτυο.

Δεν πληγώνει αυτό όσους ζουν από αυτές τις συνδέσεις; Ναι, αλλά όχι πολύ. Αν γράψω αναπάντεχα καλά για μία τράπεζα, αυτή δεν θα δυσκολευτεί να μου δώσει δάνειο για αντάλλαγμα. Αν υποστηρίξω ένα κόμμα, θα πάρω μεγαλύτερη διαφήμιση από την εταιρία του επιχειρηματία που θέλει, για δικούς του λόγους, αυτό το κόμμα να συνεχίσει να υπάρχει. Αν στηρίξω μία κυβέρνηση, αυτή, με την σειρά της, θα φροντίσει να μην πληγωθώ ανεπανόρθωτα από την κρίση.

Δεν υπάρχουν δημοσιογράφοι πια; Υπάρχουν. Αν τα παραδοσιακά μέσα τους απομονώνουν, αυτοί, θρασύτατα, εκμεταλλεύονται τις νέες τεχνολογίες. Blog, δικτυακό ραδιόφωνο, ενημερωτικά sites, αυτόνομες εφημερίδες και εκδόσεις.

Και όπως πάντα μένει στο κοινό να κρίνει αν η δημοσιογραφία τους είναι σωστή, ή όχι. Όπως έπρεπε να γίνεται πάντα.

Έχω ξαναπεί όμως: τίποτα δεν είναι δωρεάν.

Το δελτίο του καναλιού στην τηλεόραση ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΩΡΕΑΝ. Θα πληρωθεί, αν όχι από τον θεατή, τότε από τον σπόνσορα, που μπορεί να είναι όποιος θέλει, να στηρίξει όποια γραμμή θέλει, να εμφανίσει ή να εξαφανίσει όποια γραμμή επιθυμεί.

Ο δικτυακός τόπος της εφημερίδας, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΩΡΕΑΝ. Κοστίζει πολύ περισσότερα, διαφημιστικό χρόνο, αναφορά, ρεπορτάζ – αν δεν πληρώσεις εσύ και εγώ ως αναγνώστες, θα πληρώσει κάποιος άλλος ως χορηγός, θα επιβάλλει απόψεις, θέσεις, κατευθύνσεις.

Το ραδιόφωνο ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΩΡΕΑΝ. Το twitter, ή το facebοok link, δεν είναι δωρεάν.

Η εργασία, η μεταφορά έρευνας ή «έρευνας», είδησης, ή «είδησης», γνώμης, ή «γνώμης», ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΩΡΕΑΝ.

ΤΙΠΟΤΑ δεν είναι δωρεάν. Ο συντάκτης της πρέπει να πληρωθεί, για να συνεχίσει να το κάνει. Απλώς, αν δεν πληρώσω εγώ, θα πληρώσει κάποιος άλλος για μένα – και αυτός θα κάνει κουμάντο.

Σ’ αυτό που τώρα, ασυναίσθητα, ονομάζουμε «εναλλακτική δημοσιογραφία», δηλαδή δημοσιογραφία εκτός των τυπικών γραμμών παραγωγής και των παλαιών εκδοτών, έχουν λάβει θέση αρκετές φωνές, πχ

Το περιοδικό Unfollow,

Η Εφημερίδα των Συντακτών,

Το περιοδικό Hot Doc,

Ο δικτυακός τόπος The Press Project,

Η εφημερίδα 6 Μέρες,

Το περιοδικό DeltaHacker,

ΠΡΟΣΘΗΚΗ: Το δικτυακό ραδιόφωνο RadioBubble

ΠΡΟΣΘΗΚΗ: Η δικτυακή τηλεόραση Omnia TV

ΠΡΟΣΘΗΚΗ: Η δικτυακή τηλεόραση Garage TV

και τόσα άλλα (στείλτε comment και θα προσθέσω)

Άνθρωποι που ίσως ονειρεύτηκαν ότι μπορούν να μιλήσουν χωρίς μεσάζοντες, χωρίς αφεντικά, χωρίς υποχωρήσεις και εκπτώσεις. Άνθρωποι που ίσως είπαν «εγώ, θα γράφω για τον αναγνώστη μου, και μόνο».

Δεν σου ζητώ να διαφωνείς ή να συμφωνείς με τα λεγόμενά τους, ή με την ποιότητα και τον όγκο της δουλειά τους. Κάλλιστα μπορείς να καλύπτεσαι από τα παραδοσιακά μέσα, δεν το μέμφομαι. Κάλλιστα μπορείς να χαρείς, ή να αδιαφορήσεις αν κλείσουν – κανένα πρόβλημα.

ΑΝ όμως παρακολουθείς αυτά που κάνουν, ΑΝ συμφωνείς με την προσπάθειά τους, ΑΝ ενδιαφέρεσαι να διαβάσεις το κείμενό τους, άκου λίγο:

Οι περισσότεροι από αυτούς τους δημοσιογράφους αν δεν είχαν αυτό το μέσο, δεν θα μπορούσαν να γράψουν πουθενά αλλού. Οι βασικοί παίκτες, αν όχι όλοι οι περισσότεροι, είναι ελεγχόμενοι από αυτόν που πληρώνει – και δεν μιλάω για τον αναγνώστη, είπαμε. Κάποιων εξ αυτών οι πένες δεν είναι ευπρόσδεκτες, οι απόψεις τους δεν είναι «της επίσημης γραμμής», και τα ερωτήματά τους ενοχλούν.

Ο μόνος τρόπος για να συνεχίσουν να υπάρχουν, όμως, είναι να επιβιώσουν οικονομικά. Η εφημερίδα 6 μέρες ανέστειλε την λειτουργία της, ήδη. Είναι ένα πλήγμα, θεωρώ – αλλά δεν γίνεται αλλιώς. Ο γραφίστας πρέπει να πληρωθεί, ο δημοσιογράφος να πληρωθεί, το πιεστήριο να πληρωθεί. Εγώ, που δεν την αγόραζα, όσο και να στεναχωριέμαι που έκλεισε, δεν την στήριξα – άρα έχω μερίδιο ευθύνης. Όταν έκλεισε κατάλαβα ότι θα μου λείψει από τα εξώφυλλα του περιπτέρου.

Θα ακολουθήσουν και άλλοι, γιατί υπάρχει ένα ιδιότυπο πρόβλημα:

Ή θα τους στηρίξω εγώ, ή θα τους αναλάβει το σύστημα που δεν θέλω.

Το σύστημα που δεν θέλω, στηρίζει ήδη πολλά μέσα, και ούτε θέλει να τους ακούσει, και δεν πιστεύει ότι μπορούν να γράφουν ότι νομίζει εκείνο. Οι ανταγωνιστές τους παίρνουν εύκολα δάνεια, εύκολες διαφημίσεις, εύκολες στηρίξεις.

Αυτοί που θέλω να διαβάζω, όχι. Και υπάρχει, θεωρώ, λόγος γι’ αυτό.

Οι ξένοι βρέθηκαν στο ίδιο πρόβλημα με την χρήση της λέξης Free. Free, σημαίνει και δωρεάν, και ελεύθερος. Χρειάστηκε να το διαχωρίζουν, κάθε φορά που αναφέρονται στο free, για να εξηγούν σωστά τα πράγματα.

Το ίδιο προτείνω και εγώ. Για να έχουμε μία Free δημοσιογραφία, ως ελεύθερη δημοσιογραφία, πρέπει να ξεχάσουμε το free περιεχόμενο – κανένα περιεχόμενο δεν παράγεται, τελικά, δωρεάν.

Στηρίξτε όσες εκδόσεις θέλετε να υπάρχουν και αύριο. Αγοράστε τα τεύχη τους, όποτε μπορείτε, βοηθήστε στις συνδρομές τους ή στα αιτήματά τους για υποστήριξη, με οποιοδήποτε ποσό, βοηθήστε την συνέχισή τους.

Αποφασίστε αν κάτι που διαβάζετε πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει – και στηρίξτε το, με όποιον τρόπο μπορείτε.

Για να έχουμε, πραγματικό Free Press – και οι χορηγοί, κριτές και ελεγκτές της τύχης τους να είμαστε αποκλειστικά εμείς, οι αναγνώστες.

Όπως πρέπει να γίνεται.

Υ.Γ.: Δεν μιλάω αφ υψηλού – είμαι ο χειρότερος πελάτης τους. Ελπίζω, για μένα που θέλω να συνεχίσω να τους διαβάζω, αλλά δεν μπορώ πάντα οικονομικά, να υπάρξει κάποιος άλλος που να θέλει, και να μπορεί. Αυτό είναι και το νόημα του άρθρου μου.

Λοιπόν, για το σημερινό Καμίνη – ΧΑ: Μ’ αρεσει – δεν μ’ αρέσει, δεν έχει καμιά δουλειά ο δήμαρχος να ζητά πιστοποιητικό πολιτικών ή κοινωνικών φρονιμάτων από κανέναν. Φαγητό, μέχρι τώρα, μοιράζει όποιος έχει λεφτά ή τα μέσα – όχι απαραιτήτως όποιος έχει καρδιά. Και οι φασίστες μοιράζουν, και οι αντιφασίστες, και ο οπορτουνιστές της δημοσιότητας, και οι αγνοί αλληλέγγυοι. Όπερ, είναι μία ενέργεια, κοινή, με διαφορετικές κάθε φορά αφορμές. Ο Δήμαρχος -ως ρόλος- δεν μπορεί, ούτε να κρίνει, ούτε να εγκρίνει κάποιες αφορμές από αυτές. Αν του δώσω το δικαίωμα να πάρει αυτόν τον ρόλο, αύριο μπορεί να πει «τώρα δεν μ’ αρέσουν οι αλληλέγγυοι» με μία δικαιολογία, γιατί «δεν είναι στην βουλή» ξέρω γω, ο,τι θέλει. Ε, αυτήν την δύναμη, δεν γουστάρω να του την δώσω. Επιπλέον, δεν θέλω νταβατζή στο κεφάλι μου: η αποπομπή της ΧΑ πχ δεν είναι, θεωρώ, δουλειά του δημάρχου, αλλά δουλειά του κόσμου, που πρέπει να σκεφτεί ελεύθερα, λογικά, και ανθρώπινα για τις αφορμές του καθενός. Αν το αφήσω στον Δήμαρχο, με μία έννοια, το στερώ απο τους πολίτες. Αυτοί πρέπει, κατ΄άρχάς, να εξοβελίσουν τον ρατσισμό, όχι ένας δήμαρχος για πάρτη τους.

Είπε ο Καμίνης, τέρμα το Σύνταγμα – για όλους; Αυτό, χτυπάει κυρίως αυτούς που παλεύουν για λίγη δημοσιότητα παραπάνω, ή έναν συμβολισμό – και τίποτα άλλο. Αν υπάρχουν άλλες διαθέσιμες πλατείες στα 100-200 μέτρα, προσωπικά, δεν έχω κανένα πρόβλημα. Όποιος αντιδρά σε αυτό, και έχει επιχειρήματα, με χαρά να τον ακούσω.

Αν αναγάγουμε όμως την κόντρα σε αντι-ΧΑ, αυτόματα δίνουμε το δικαίωμα στον Δήμαρχο να αποφασίζει *πολιτικά*, και αύριο η επόμενη απόφασή του, μπορεί να μην μας αρέσει καθόλου, να μην μας φανεί δίκαιη.

Τέλος, διαβάζω (δεν έχω πρόχειρο παράδειγμα γαμώτο, και είμαι λίγο ταλαιπωρημένος με νοσοκομεία σήμερα για να το ψάξω) ότι ο Δήμαρχος έχει κάνει χοντράδες στο παρελθόν, και ξενοφοβικές. Δεν θυμάμαι, μπορεί, δεν έχει σημασία – έστω ότι έχει κάνει. Ακόμα και αν η κόντρα του είναι πολιτική (θυμήσου, διαφωνώ, και αν πρέπει, και ότι είναι) – αλλά ακόμα και αν είναι, και ακόμα και αν συμφωνήσω ότι πρέπει να είναι, η μία σωστή ενέργεια, δεν είναι καθαγιασμός. Γκρινιάζουμε για τα παλιά, και επικροτούμε, όσοι τέλος πάντων συμφωνούμε, για το τώρα. Και τα δύο ταυτόχρονα, όχι μόνο μπορούν να γίνουν, αλλά πρέπει να γίνουν ακριβώς για να είμαστε τίμιοι με το τώρα που υπερασπιζόμαστε.

Αυτές είναι οι σκέψεις μου.

Υ.Γ.: με νόημα: αν είχα απειλήσει, ή βγάλει πιστόλι στον Δήμαρχο, θα με είχανε πάει στην κλούβα, πριν ανοιγοκλείσω τα μάτια μου. Ούτε καν αν το είχα κανει: Αρκούσε ο Δήμαρχος να ισχυριστεί απλώς ότι έτσι έγινε.

Υ.Γ: Με ακόμα μεγαλύτερο νόημα: Και ειδικά, *ειδικά* αν ο Δήμαρχος ήταν μελλοντικός πολιτικός δημοτικός αντίπαλος του προϊσταμένου της Ελ.Ας – κυρίως για τον συμβολισμό του πράγματος. Ειδικά τότε.

Loudest silence........

Διάβασε. Έχει και άλλα. Διάβασε. [προσθήκη: διάβασε και αυτό]

Θα βρεις και άλλα. Διάβασέ τα. Μετά, έλα.

Λοιπόν, άκου:

Να μην παίξει κανείς με τα παιδιά. Κανείς. Συμφωνώ. Ούτε του Στουρνάρα νεκροί, ούτε του Σαμαρά, ούτε του Σημίτη, ούτε των τραπεζών, ούτε των επιχειρήσεων, ούτε του μνημονίου, ούτε του Σύριζα. Κανενός. Κανείς. Να αφήσουμε τις οικογένειες να κλάψουν ήσυχες, να μην ακούσουμε κανέναν αυτόκλητο σωτήρα τους, ούτε της αριστεράς, και κανέναν αυτόκλητο τιμητή τους, ούτε του μνημονίου.

Κανείς με τα παιδιά, κανείς.

Μαζί σου.

Για τον παππού, όμως, μπορεί να μιλήσει; Για τους άλλους φοιτητές, που σωθήκανε, μπορεί να μιλήσει; Για τις οικογένειες, μπορεί να μιλήσει;

Για τους ζωντανούς, που δεν έχουν, που δεν αντέχουν το κρύο, μπορεί να μιλήσει;

Δεν έχουν θέρμανση, μπορεί να μιλήσει; Δεν έχουν λεφτά, μπορεί; Ζεσταίνονται με ότι βρουν, μπορεί να το πει;

Όχι;

Εντάξει, να μην μιλήσει ούτε γι’ αυτούς. Κανείς. Κανείς να μην εκμεταλλευτεί το δράμα τους για να δικαιολογήσει τις ψήφους του, κανείς.

Ούτε ο Σημίτης, ούτε ο Τσίπρας, ούτε η Παπαρήγα, ούτε ο Βενιζέλος.

Κανείς να μη μιλήσει για τους ζωντανούς, κανείς για τους πεθαμένους. Κανείς να μη μιλήσει για κανέναν.

Σιωπή.

Συμφωνώ. Εντάξει. Σιωπή για όλους.

Αύριο, αύριο το πρωί όμως, μπορεί να κάνει;

Μην μιλήσει κανείς. Ούτε ο Σύριζα, ούτε η Νέα Δημοκρατία, ούτε το ΚΚΕ, ούτε ο Τζήμερος, κανείς, για κανέναν.

Αύριο το πρωί, μπορεί να κάνει;

Να μειώσει τον φόρο. Να δώσει την βοήθεια. Να ζεσταθεί ο κόσμος. Να μη κρυώνει κανείς. Να μην πεθάνουν άλλοι.

Φτάνουν τα λόγια, φτάνουν πια. Συμφωνώ.

Αυτοί που έχουν το μαχαίρι, αύριο το πρωί, συγκλονισμένοι, όπως νιώθουν πως είναι, όπως κραυγάζουν ότι είναι, όπως νουθετούν να είμαστε και εμείς, να αποκαταστήσουν αυτήν την αδικία.

Όχι να περιμένουμε μέχρι το καλοκαίρι – αύριο. Θα κάνει και άλλα κρύα αύριο.

Να σκάσουμε όλοι. Συμφωνώ. Να κάνουμε. Γίνεται;

Αλλιώς, είμαστε όλοι υποκριτές, και περισσότερο αυτοί που ψηφίστηκαν να κάνουν.

Εγώ αυτά καταλαβαίνω.

Λοιπόν, άκου να δεις πως πάει.

Χθες, καταδικάστηκε σε ισόβια ο Παπαγεωργόπουλος, πρώην δήμαρχος Θεσσαλονίκης. Η ενοχή έγινε με βάση την κατηγορία » για την πράξη της άμεσης συνεργείας στην υπεξαίρεση στην υπηρεσία κατ’ εξακολούθηση, δια παραλείψεως». Η δίκη ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2012 – η εισαγγελική παραγγελία το 2008.

Το ποσό που υπεξαιρέθηκε φτάνει (αν δεν απατώμαι) τα 21 εκατομμύρια ευρώ.

Αυτά, είναι γεγονότα. Ο ίδιος δήλωσε πως ήταν μία πολιτική δίκη, και μία άδικη απόφαση, το δικαστήριο απεφάνθη. Δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάνε, δεν έχω διαβάσει ούτε ρεπορτάζ του τότε, ούτε του τώρα – παρότι, υπήρχαν, αρκετά.

Πάμε λίγο πιο πίσω. Σε δύο συγκεκριμένες χρονικές στιγμές, ενώσω η εισαγγελία ερευνούσε (και πάντως πριν την δίκη), το 2011, ο τότε μέρος της κυβέρνησης Σαμαράς, απαντούσε σε ερώτηση δημοσιογράφου:

Το ίδιο σκηνικό, είχε επαναληφθεί και έναν χρόνο περίπου πριν.

(και τα δύο τα βρήκα από το επίσημο κανάλι του Παπαγεωργόπουλου, που φυσικά, τα διατυμπάνισε όσο πιο ξεκάθαρα μπορούσε)

Θυμίζω: σε εξέλιξη ήταν η εισαγγελική έρευνα τότε.

Και αυτά, γεγονότα είναι. Η στήριξη Σαμαρά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μία «αθέμιτη παρέμβαση» στην δικαιοσύνη, λόγω της ισχυρής του θέσης – αλλά από μόνο του, δεν είναι έγκλημα. Είναι πολιτικό λάθος, θεωρώ, ή καλύτερα ένα πολιτικό παιχνίδι (στήριξη στον δήμαρχο συνεπάγεται πολύ χρήσιμη πολιτική στήριξη από τους ψηφοφόρους του) αλλά ο άνθρωπος δεν ήταν καταδικασμένος, υπήρχαν μόνο βάσιμες υποψίες.

Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που ο Σαμαράς στηρίζει καταδικασθέντες: Νωπή είναι η θετική άποψη που έχει για τον «φίλο του» Παναγιώτη Ψωμιάδη, παρότι έχει κηρυχθεί έκπτωτος από το αξίωμά του ο πρώην Νομάρχης της ίδιας περιφέρειας.

Υποθέτω οι ίδιοι ψηφοφόροι έβγαλαν και τους δύο, συνεπώς με τα ίδια κριτήρια έγινε η στήριξη.

Τι έχουμε μέχρι τώρα; Τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, και σημερινό πρωθυπουργό, να στηρίζει τουλάχιστον δύο ανθρώπους με υπόνοιες, και καταδίκες στην πλάτη τους.

(το τουλάχιστον δύο, πάει στην παραμονή του Στυλιανίδη σε υπουργική θέση, παρά τα όσα έγιναν πρόσφατα στο μετρό, και τις έρευνες – μην πω ήδη για τις δηλώσεις δηλαδή)

~

Πάμε ξανά στο σήμερα.

Η αξιωματική αντιπολίτευση, βγάζει μία ανακοίνωση. Προσωπική εκτίμηση, είναι ότι λέει πέντε πολιτικές αρλούμπες, για μήτρα διαφθοράς – γενικόλογες παπαρολογίες.

Όπως και να έχει, επιτίθεται στην κυβέρνηση και τον Σαμαρά, για εκείνες τις δηλώσεις.

Πάμε να δούμε δύο Ελλάδες τώρα.

Στην μία, η απάντηση της κυβερνώσας Νέας Δημοκρατίας θα ήταν

«Δεν γνωρίζαμε τότε, καθώς δεν υπήρχε απόφαση, ότι ο κατηγορούμενος θα κρινόταν ένοχος. Ο προεδρος εξέφρασε μία προσωπική γνώμη, η οποία όμως καταρρίφθηκε πλήρως από την απόφαση του δικαστηρίου.

Ως εκ τούτου, και με βαθιά εμπιστοσύνη στην δικαιοσύνη, παραδεχόμαστε ότι ήταν λάθος η δήλωση, και καταδικάζουμε την διαφθορά από όπου και αν προέρχεται – πιο έντονα, γιατί έρχεται από τα σπλάχνα μας, και πληγώνει την εμπιστοσύνη που ζητήσαμε από τους συμπολίτες μας.

Θα κάνουμε ότι είναι δυνατόν, για να εξαλειφθούν τέτοια φαινόμενα, ξεκινώντας από του οίκου μας»

Στην άλλη, θα ήταν αυτή:

«Ποιοι μιλάνε; Εκείνοι που υπερασπίζονται δημοσίως ληστές, βιαστές, τρομοκράτες και βαρυποινίτες;

Η Νέα Δημοκρατία και ο Πρόεδρός της σέβονται όλες τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης.

Και είναι αυτονόητο, ότι μετά την σημερινή καταδίκη του κ. Παπαγεωργόπουλου, αναστέλλεται σύμφωνα με το καταστατικό και κατά πάγια τακτική, η κομματική του ιδιότητα μέχρι την τελεσιδικία της σχετικής απόφασης.

Ωστόσο, υποδείξεις σε θέματα πολυετών καθείρξεων ή ισοβίων δεν δέχεται η Νέα Δημοκρατία από τον Σύριζα. Ποιοι μιλάνε;

Εκείνοι που υπερασπίζονται δημοσίως ληστές, βιαστές, τρομοκράτες και βαρυποινίτες;

Είναι εξοργιστικό και προκλητικό να προσάπτει σήμερα μομφές ο ΣΥΡΙΖΑ για δηλώσεις που έγιναν πολύ καιρό πριν εκδικαστεί η υπόθεση στο δικαστήριο.

Άλλωστε, μήπως πριν από ενάμιση χρόνο, είχαν σχηματίσει γνώμη περί της ενοχής ή όχι, οι ίδιοι οι Δικαστές που αποφάνθηκαν σήμερα; Ή μήπως γνώριζε από τότε, μόνον ο ΣΥΡΙΖΑ, την σημερινή απόφαση;

Μακάρι, τον ίδιο σεβασμό που δείχνει η Νέα Δημοκρατία απέναντι στη Δικαιοσύνη να μάθει να δείχνει ο ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του».

Μάντεψε σε ποια Ελλάδα ζεις.

~

Δυστυχώς, για όλους μας, έχει και συνέχεια.

Η προσωπική, ανώνυμη μομφή για τους βιαστές, δεν έμεινε αναπάντητη.

Η Ζωή Κωνσταντοπούλου (που την αφορά άμεσα η μομφή) σήκωσε το γάντι, και επανήλθε με μία νέα ανακοίνωση.

Πρόκειται για μία θυμωμένη ερώτηση, που συμπεριέχει και πολιτικές θέσεις, και πιο σαφή ερωτήματα, και αερολογίες. (πχ το 6 είναι αερολογία, το 7 το ίδιο, το 4 όμως θα μπορούσε να απαντηθεί πολιτικά θεωρώ, έστω και με ανοχή της γλώσσας της ερώτησης, το ίδιο και το 1)

Πάμε να δούμε δύο Ελλάδες τώρα.

Στην μία, η απάντηση της κυβερνώσας Νέας Δημοκρατίας θα είχε απαντήσεις για τις κατηγορίες θεωρούσε ότι την αφορούν, και πάντως θα ονομάτιζε σαφώς ποιους εννοεί με την πρώτη απάντησή της.

Στην άλλη, θα ήταν αυτή:

Από το Γραφείο Τύπου της Νέας Δημοκρατίας, σχετικά με την πρωτοφανή στα χρονικά πολιτική δήλωση της βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ κας Ζωής Κωνσταντοπούλου, εκδόθηκε η ακόλουθη ανακοίνωση:

«Ο ΣΥΡΙΖΑ, σε μια πρωτοφανή κίνηση για τα πολιτικά χρονικά, απειλεί με μηνύσεις και αγωγές, μέσω της κας Κωνσταντοπούλου, ένα κόμμα, επειδή έβγαλε ανακοίνωση που δεν τους άρεσε.

Και επειδή προσπαθεί να φιμώσει την αλήθεια, ας απαντήσει ο ΣΥΡΙΖΑ στα εξής:

1) Γνωρίζει ναι ή όχι ποιοι ήταν μάρτυρες υπεράσπισης των μελών της δολοφονικής τρομοκρατικής οργάνωσης “17 Νοέμβρη”;
2) Γνωρίζει ναι ή όχι ποιος ή ποια ήταν συνήγορος υπεράσπισης κατηγορουμένων μελών της “17 Νοέμβρη”;
3) Γνωρίζει ναι ή όχι ποιος ή ποια είναι συνήγορος υπεράσπισης κατηγορούμενου για βιασμούς γυναικών επιδιώκοντας συνεχείς αναβολές επί 7 χρόνια;
4) Γνωρίζει ναι ή όχι ποιοι είναι οι γονείς καταζητούμενου ληστή-τρομοκράτη μέλους των “Πυρήνων της Φωτιάς”;
5) Γνωρίζει ναι ή όχι ποιος είναι ο πατέρας καταδικασμένου για ένοπλη ληστεία σε τράπεζα, ο οποίος μάλιστα κυκλοφορεί ελεύθερος;
6) Γνωρίζει ναι ή όχι ποιος κατηγορείται ως ηθικός αυτουργός για την τρομοκρατική επίθεση στις Σκουριές Χαλκιδικής;

Για να τους βοηθήσουμε, η κοινή συνισταμένη όλων είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ας είναι, λοιπόν, πιο προσεκτική η κα Κωνσταντοπούλου όταν κουνά το δάχτυλο και ας βρει άλλους τρόπους να καταφέρει να γίνει “Τσίπρας στη θέση του κ. Τσίπρα”».

Μάντεψε σε ποια Ελλάδα ζεις.

~

Τώρα, για να σε προλάβω, θα μου πεις ρε συ Γιάννη, στις Ελλάδες που ζω ή που θα ήθελα να ζήσω, γιατί δεν βάζεις τις αερολογίες του Σύριζα;

Το σκέφτηκα, για να είμαι ειλικρινής. Μα υπάρχει κάτι πολύ σημαντικό: ο Σύριζα δεν είναι κυβέρνηση.

Πρόσεξε την σκέψη μου: Έστω ένα κόμμα που λέγεται Κίτρινη Λαίλαπα. Το κόμμα αυτό αποτελείται από ηλίθιους ψυχασθενείς, ανθρώπους που δεν μπορούν να συντάξουν λόγο, και ξεστομίζουν ο,τι μπαρούφα φανταστείς.

Κάθονται λοιπόν, και γράφουν μία επιστολή καταγγελία στο κυβερνών κόμμα, ότι αποτελείται από εξωγήινους.

Ωραία; ωραία.

Υπάρχουν δύο Ελλάδες.

Αυτή που το κυβερνών κόμμα απαντά «Λυπούμαστε που θα σας απογοητεύσουμε, δεν είμαστε από τον Άρη, μπορείτε να κάνετε ο,τι έλεγχους χρειάζεστε για να σας το αποδείξουμε»,

Και αυτή που το κυβερνών κόμμα απαντά «Δεν θα ασχοληθούμε με τρελούς, που δεν έχουν καν πάει στρατό, και δεν έχουν πρόβλημα να συμφωνούν με φασίστες. Μην μας κουνάτε λοιπόν το δάκτυλο, τρομοκράτες»

Μάντεψε σε ποια Ελλάδα ζεις.

~

Όταν η απάντηση είναι «κοίτα ποιος μιλάει», δεν είναι απάντηση, είναι επίθεση. Όσο είσαι μέχρι δώδεκα ετών, μπορείς να συμπεριφέρεσαι έτσι – μη σου πω ότι είναι μάλλον αναμενόμενο. Μετά, κάποια στιγμή, ξεθυμώνεις, αντιλαμβάνεσαι τις ευθύνες σου, και, ακόμα και αν σου μιλάνε θυμωμένα δωδεκάχρονα παιδιά, φροντίζεις να απαντάς με επιχειρήματα, ή έστω, τουλάχιστον με κάποια αξιοπρέπεια.

Μάντεψε σε ποια Ελλάδα ζεις.

Έχω ξαναμιλήσει γι’ αυτούς που θεωρώ ότι εκφράζουν μέρος της Νέας Δημοκρατίας σήμερα. Ήμουν σαφής, θεωρώ: υπάρχουν στελέχη που, αυτόνομα, μολύνουν την επιλογή κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου, που σε ένα ευρύτερο πλαίσιο συμφωνούν με την κυβερνητική λύση που προτείνει ως κόμμα.

Αυτά τα στελέχη, οι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας πρέπει να τα απομονώσουν, τους προσβάλλουν όλους.

Εκείνο, όμως, είναι το αυτόνομο μέρος. Οι μεμονωμένοι ακραίοι, που μαγνητίζουν τα άκρα.

Τώρα, μιλάμε για το επίσημο κομμάτι. Επίσημες δηλώσεις. Επίσημη θέση.

Τι κερδίζουμε ως κοινωνία; Τι κερδίζουμε όταν η απάντηση (όπως και αν έχει τεθεί η ερώτηση) είναι «ποια ήταν συνήγορος υπεράσπισης κατηγορουμένων μελών της “17 Νοέμβρη”, » ποιοι είναι οι γονείς καταζητούμενου ληστή-τρομοκράτη μέλους των “Πυρήνων της Φωτιάς”, «ποιοι οι συνήγοροι των βιαστών»;

Θα μπορούσε να είναι απάντηση σε κάθε κυβερνητικό έλεγχο: Μην μιλάτε εσείς, είστε συνήγοροι της 17 Νοέμβρη. Μην μιλάτε εσείς, είστε συνήγοροι βιαστών. Μην μιλάτε εσείς, είστε γονείς τρομοκράτη. Μην μιλάτε εσείς, είστε ηθικοί αυτουργοί.

Είναι απάντηση το «κοίτα ποιος μιλάει»; Εμπεριέχει καμία τιμή στην δημοκρατία, στους θεσμούς, στις δομές του συστήματός μας το «κοινή συνισταμένη όλων είναι ο ΣΥΡΙΖΑ»;

Εμπεριέχει καμία τιμή στην δικαιοσύνη η κατηγορία ότι κάποιος είναι συνήγορος, ή γονιός, ή δικηγόρος;

Έχει καμία λογική αυτό που παρακολουθούμε; Στέκει πουθενά;

Υπάρχει πιο κάτω από αυτό;

~

Για άλλη μία φορά, ο λόγος μου είναι προς τους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας. Ειλικρινά, εμπιστεύομαι βαθιά ότι έχετε κρίση, ότι η επιλογή σας έγινε με σοβαρά κριτήρια, και ότι δεν είμαστε εχθροί, ακόμα και αν πιστεύουμε ότι θα σώσουμε τον τόπο με εντελώς διαφορετικούς τρόπους.

Η ψήφος σας όμως, είχε ευθύνη, γιατί κέρδισε την ψήφο των υπολοίπων από εμάς. Αν η ΝΔ δεν ήταν κόμμα εξουσίας, δεν θα σας εφιστούσα εγώ την προσοχή, γιατί δεν θα εξέφραζε και εμένα – μόνο εσάς.

Τώρα όμως, εκφράζει όλη την Ελλάδα. Δυστυχώς.

Αν σας εκφράζει και εσάς αυτό που γίνεται, καλώς. Αν κρίνετε ότι είναι μία απάντηση που δεν στερείται ηθικής και αξιοπρέπειας, δεν μπορώ να σας πω τίποτα παραπάνω.

Αν όμως, όπως και εγώ, ενοχλείστε από την έλλειψη ήθους και την παντελή έλλειψη σεβασμού σε κάθε θεσμό, αντιδράστε.

Η ψήφος σας είναι το ισχυρότερο, το μοναδικό χαρτί για να αλλάξουν τα πράγματα. Χωρίς την δική σας παρέμβαση, δεν θα αλλάξει τίποτα, τίποτα απολύτως – αυτό σας το υπόσχομαι. Εγώ δεν μπορώ να τους στερήσω την ψήφο, δεν την πήραν ποτέ. Μόνο εσείς μπορείτε να επαναφέρετε την λογική σ’ αυτόν τον ρημαγμένο τόπο.

Αντιδράστε, διαμαρτυρηθείτε, αξιοποιήστε την ευθύνη και την ψήφο σας.

Αυτή είναι η γνώμη μου και την λέω σε όλους, και την λέω και σε σένα:

Μάντεψε σε ποια Ελλάδα ζεις. Και αν δεν σ’ αρέσει, κάνε κάτι, αντέδρασε, και άλλαξέ την.

Μόνο εσύ μπορείς.

Update: Τα ίδια ισχύουν με κάθε κυβέρνηση. Είτε ΝΔ, είτε Σύριζα, είτε ΠΑΣΟΚ. Μην αλλάξουμε την γνώμη μας ανάλογα με την κυβέρνηση και τις συμπάθειες/αντιπάθειές μας: Οι κυβερνήσεις, οφείλουν να είναι κυβερνήσεις όλων των Ελλήνων, και να συμπεριφέρονται αναλόγως.

Point!

Πρώτα, το άρθρο. Διάβασέ το, μέχρι τέλους, και ξαναέλα, θα σου έχω τα αποσπάσματα που θα συζητήσουμε.

Ωραία; Ωραία. Παμε τώρα σε μία πρόχειρη, τελείως, ανάλυση του τι μόλις διάβασες:

Κατ’ αρχάς, ο συντάκτης αντιλαμβάνεται ότι μιλά για ένα θέμα που, κάπως, τους αφορά όλους.

Στην συνέχεια, δείχνει να αντιλαμβάνεται τι είναι η ανεργία: «[…] η ανεργία είναι ένας μικρός θάνατος. Ένας ψυχικός θάνατος.»

Όλα καλά ως εδώ. Συνεχίζει, όμως, αντιπαραβάλλοντας τους ανέργους «με καμία διάθεση κοινωνικού αυτοματισμού» με τους «πάνω από 1.000.000» δημοσίους υπαλλήλους. Και «Αρκετοί απ αυτούς τεμπέληδες, άχρηστοι, με μαϊμού πτυχία, επικίνδυνοι κακοποιοί, όπως ο τύπος που προχθές μετέφερε δεκάδες κιλά ναρκωτικά με… το αυτοκίνητο της υπηρεσίας».

Από την μία πλευρά οι άνεργοι, δηλαδή, και από την άλλη «πάνω από ένα εκατομμύριο δημόσιοι, αρκετοί από αυτούς τεμπέληδες, άχρηστοι, επικίνδυνοι κακοποιοί».

«Πάνω από ένα εκατομμύριο»; Δηλαδή πόσοι, ένα εκατό; ένα τρακόσιοι; Και, «αρκετοί από αυτούς»; Και ένας επικίνδυνος είναι αρκετός – αλλά σ’ αυτά τα μεγέθη είναι πόσοι;

Η έρευνα που έγινε από το κράτος τους βγάζει σε 685.000. Το μισό από το «περισσότεροι από το 1.000.000».

Ακούγεται πιο τρομαχτικό το εκατομμύριο, ίσως. Και, αν ερμηνεύσει κανείς το «αρκετοί» ως περισσότεροι από το 1/4, στο 1.400.000 οι 400.000 περίπου είναι «τεμπέληδες, άχρηστοι, με μαϊμού πτυχία, επικίνδυνοι κακοποιοί». Πάνω από τους μισούς της πραγματικής ζωής.

Βολεύει μάλλον αυτή η ανάγνωση.

~

Ο συντάκτης κάνει μία αναφορά στο ότι αντιλαμβάνεται ότι υπάρχουν και αξιόλογοι δημόσιοι υπάλληλοι. Ο πατέρας του, πχ. Η θεία του. Ο φίλος του. Και είναι χρήσιμοι, βεβαιώνει. Κάποιοι είναι καταπληκτικοί, υπερβαίνουν εαυτόν.

Αλλά υπάρχουν και οι άλλοι: «Όμως, συναντώ και δημοσίους υπαλλήλους, που αποτελούν ντροπή και ζούνε σε βάρος ανέργων και φτωχών ανθρώπων. Επίορκους. Αργόμισθους. Καταχραστές δημοσίου χρήματος. Βολεμένους συνδικαλιστές των κομματικών στρατών.». Όλοι, μία σούμα. Μαζί ο επίορκος με τον αργόμισθο, μαζί ο καταχραστής με τον συνδικαλιστή.

Βολεύει μάλλον και αυτή η ανάγνωση.

~

«Γιατί δεν απολύονται σήμερα»; φωνάζει ο συντάκτης. Και συνεχίζει: «[…] Γιατί η τριμερής κυβέρνηση εξακολουθεί να προστατεύει το πελατειακό κράτος; Γιατί οι πολιτικοί «κανίβαλοι» του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζουν αυτό το ανοσιούργημα; «. (Τα έντονα γράμματα δικά του, όχι δικά μου. Κράτα το αυτό, θα επανέλθω)

Με κανονικά γράμματα λοιπόν η «τριμερής κυβέρνηση» και το «πελατειακό κράτος», με έντονα οι «πολιτικοί κανίβαλοι του Σύριζα». Καλά το κράτος, είναι φυσιολογικό. Μα, ο Σύριζα; Ο Σύριζα; Αυτό πρέπει να το βροντοφωνάξουμε, είναι ανήκουστο.

Προφανώς, δεν είναι υπεύθυνο το κράτος, είναι ο Σύριζα. Αυτός κάνει κουμάντο. Οι αποφάσεις περνάνε από το 25% που μάζεψε, ή μαζεύει ήδη, του κόσμου. Γιατί έτσι είναι.

Γιατί βολεύει και αυτή η ανάγνωση.

~

Αμέσως μετά, ο συντάκτης παραθέτει πόσο κακό είναι οι νέοι να ψάχνουν για δουλειά, ή να κάνουν χαμαλίκια, και η μάστιγα του κακού, οι δημόσιοι υπάλληλοι, να βαράνε που και που καμιά σφραγίδα.

Και τέλος, καταλήγει σε μία όαση (σε σχέση με το υπόλοιπο άρθρο) με την μορφή πρότασης: «Η μόνη λύση είναι αξιολόγηση του 1.000.000 δημοσίων υπαλλήλων, αναδιάρθρωση των υπηρεσιών, αξιοποίηση και αυξήσεις στους άξιους και απόλυση όλων των υπολοίπων.»

Αλλά, φευ, η καλή διάθεση δεν κρατάει πολύ: «Είμαι σίγουρος ότι απ’ όσα διαβάσατε, κάποιοι φανατικοί, συγκρατήσατε μόνο τις λέξεις πολιτικοί «κανίβαλοι» του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, περί αυτού πρόκειται. » (τα έντονα είπαμε δικά του).

Εμ, ναι, κύρ συντάκτα μου (εδώ επανέρχομαι από πριν), όταν βάζεις με έντονα γράμματα τον Σύριζα (και την τρικομματική – που αποτελείται εν πολλοίς από στελέχη προηγούμενων κυβερνήσεων, που δημιούργησαν αυτό το χάος- με απλά γράμματα, αυτό θα προσέξει ο άλλος. Δεν είναι ότι δεν το ήθελες, είναι ότι αυτό ακριβώς ήθελες να γίνει. Και το επανέλαβες για να γίνει ακόμα πιο κατανοητό.

Γιατί μόνο αυτή η ανάγνωση βολεύει.

~

Και καταλήγει ότι ο ίδιος ο συντάκτης δεν είναι κρατικοδίαιτος, ότι είναι «κτηνώδες» ο Σύριζα να «επενδύει στην ανεργία» και να «κάνει πάρτι όταν ένας Έλληνας χάνει την δουλειά του» (αυτολεξεί τα γράφω, ξαναδιάβασέ το), και ότι «δεν έχουμε δει τίποτα από το κοινωνικό χάος που έρχεται».

Γιατί, τελικά, αυτή η ανάγνωση του άρθρου βολεύει τον συντάκτη.

~

Ποια ανάγνωση ΔΕΝ βολεύει τον συντάκτη; Ότι, ας πούμε, αν απολυθούν οι μισοί δημόσιοι υπάλληλοι, είναι πιθανό η άμεση συνέπεια να είναι να απολυθούν και άλλοι ιδιωτικοί. Και αυτό είναι φυσικό, γιατί (κατά ένα μεγάλο μέρος) οι μισθοί των «αργόμισθων δημοσίων» είναι αυτοί που τροφοδοτούν την αγορά σήμερα (καθώς και μέρος από τους μισθούς των συναδέλφων τους, μέσω των φόρων). Ότι η μόνη ανάπτυξη στην εργασία που θα φέρει η απόλυση των δημοσίων είναι πως θα πολλαπλασιάσει τους ανέργους, με αποτέλεσμα να είναι πιο εύκολο «Νέοι με μάστερ» που «ψάχνουν για 500 ευρώ μεταφέροντας καρότσια σε σούπερ μάρκετ», να αποδεχθούν ότι πρέπει να κάνουν την ίδια δουλειά για 200 ευρώ. Ότι, ναι μεν η ανεργία είναι «ένας μικρός θάνατος», αλλά θα προκαλέσει «κοινωνικό χάος» αν δεν απολύσουμε-σκοτώσουμε τους μισούς δημοσίους υπαλλήλους.

Α, και ότι #gia_ola_ftaiei_o_Syriza, και όχι η τρικομματική, που, και πολιτικές ευθύνες ιστορικά έχει για τον διορισμό όλων αυτών των ενάμιση εκατομμύρια (αρκετοί από αυτούς τεμπλεχανάδες-επίορκοι-συνδικαλιστές), και έχει τώρα ευθύνες για το μόνο πράγμα που συμφωνούμε απόλυτα:

«Η μόνη λύση είναι αξιολόγηση του 1.000.000 δημοσίων υπαλλήλων, αναδιάρθρωση των υπηρεσιών, αξιοποίηση και αυξήσεις στους άξιους και απόλυση όλων των υπολοίπων.»

Κάτι που οφείλει να κάνει, για να λύσει το πρόβλημα.

Όχι. Ο Σύριζα, που κάνει πάρτι (για το όνομα του θεού, δηλαδή!) κάθε φορά που απολύεται ένας Έλληνας.

~

Η κατακλείδα μου, και η θέση μου, για να μη νομίζεις ότι μιλάω εκ του ασφαλούς, είναι η εξής:

> Οχι, δεν μου φταίει ο συντάκτης. Δεν είναι προσωπικό. Συνειδητά δεν έψαξα να δω ούτε πως τον λένε, ούτε ποιος είναι. Δεν την σχολιάζω ως προσωπική άποψη, αλλά ως θέση, και ως τέτοια κρίνεται από άστοχη, ως επικίνδυνη. Και αυτή η θέση αναπαράγεται σε κάθε δυνατή μορφή, για να «αφήσει κάτι» (συνήθως τα έντονα γράμματα), σαν τα σκατά στον ανεμιστήρα.

> Ναι, πρέπει να γίνει αξιολόγηση των δ/υ άμεσα, να χρησιμοποιηθούν όλοι με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και για αυτούς, και για ένα λειτουργικό κράτος που δεν θα κοστίζει τόσο. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει με όρους «εμείς» και «αυτοί», αλλά με «όλοι μας».

> Ναι, κάποιοι, δεν προβλέπεται να περάσουν την αξιολόγηση, όχι γιατί μέχρι τώρα δεν δούλευαν, που συχνά είναι ευθύνη των ανωτέρων τους, αλλά γιατί μας εκμεταλλεύτηκαν όλους. Προφανώς αυτοί πρέπει να απολυθούν, όσοι υπεξαίρεσαν να κληθούν να πληρώσουν, και οι εγκληματίες να πάνε φυλακή. Απλώς, αυτή η μερίδα ατόμων δεν πρέπει να χαρακτηρίζει τους πάντες, ούτε να υπερβάλλεται ως επιχείρημα. Και φυσικά, εξίσου προφανώς, δεν πρέπει να μείνουν στο απυρόβλητο όσοι έκαναν από την πίσω πόρτα προσλήψεις, επίσης – είτε για οικονομικούς, είτε για πολιτικούς λόγους.

> Όχι, ούτε ένα εκατομμύριο είναι, ούτε οι μισοί από τους υπάρχοντες πρέπει να απολυθούν για να γίνει καλό στην κοινωνία – δεν θα γίνει καλό στην κοινωνία, θα ζημιωθεί ακόμα περισσότερο από τέτοιες πρακτικές όπως προτείνονται.

> Όχι, η ευθύνη της τρικομματικής δεν πρέπει να γράφεται με κανονικά γράμματα. Πρέπει να γράφεται με έντονα γράμματα, και να γίνεται όλο και πιο έντονη και η κριτική μας προς εκείνη, και προς εμάς.

> Ναι, θεωρώ ότι αυτό το άρθρο γράφτηκε για να επιτεθεί στον Σύριζα και να «βοηθήσει» τους αναγνώστες να «καταλάβουν» τον «κανιβαλισμό» του και τα «πάρτι» του εναντίον των Ελλήνων. Ναι, είναι ένα άρθρο που παίρνει ένα σοβαρό πρόβλημα, και το χρησιμοποιεί για να παίξει ξεκάθαρα πολιτικό παιχνίδι, και μάλιστα με υπερβάσεις που δύσκολα αντέχουν κριτικής.

Και όχι, δεν έχω αυτήν την θέση ούτε γιατί στην οικογένειά μου εργάζονται στο δημόσιο, ούτε γιατί είμαι «…συριζαίος».

Απλώς, καμιά φορά αντιλαμβάνομαι λίγο περισσότερα από όσα θεωρώ ότι βολεύουν τους συντάκτες τέτοιων άρθρων.

Το έχω πει επανειλημμένως: Οι μνημονιακοί δεν είναι εχθροί μου. Όχι επειδή είναι μνημονιακοί, τουλάχιστον. Κάποιοι, και το καταλαβαίνω (άλλο που δεν συμφωνώ, άλλο αυτό), πιστεύουν ότι αν όχι έτσι, τουλάχιστον σχεδόν έτσι θα έπρεπε να πάνε τα πράγματα.

Πως αλλιώς, τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα.

Δεν μπορώ να ξέρω – έχω τις αντιρρήσεις μου, αλλά κανείς δεν μπορεί να ξέρει.

Θεωρώ, πάντως – και αυτό έχει σημασία, ότι δεν είναι εχθροί. Ή εγώ είμαι λάθος, ή αυτοί, οι και οι δύο -αρκετοί από αυτούς ζουν με την ίδια δυσκολία που την βγάζω και γω, η κρίση ταλαιπωρεί τους πάντες- έχουν δικαίωμα της γνώμης, και κυρίως της ψήφου τους.

Ας ορίσουν οι περισσότεροι πως θα οδεύουμε, αυτό είναι δημοκρατία άλλωστε. Αν οι περισσότεροι θέλουν στραβά, όλοι στραβά λοιπόν.

Αυτό που δεν μπορώ να καταλάβω όμως, είναι πως κλείνουν τα μάτια. Δεν είναι ανθρώπινο, δεν είναι ανθρώπινο να κάνεις ότι δεν βλέπεις.

Ο Φαήλος. Ο Ψωμιάδης. Η Σιδέρη. Ο Πλεύρης. Ο Γεωργιάδης. Ο Βορίδης. Πόσους ξεχνάω; Πόσους ίδιους και απαράλλαχτους δεν πιάνω καν; Αφορμή ήταν αυτό:

Έχει κανένα νόημα; Έχει κανένα νόημα να τα βάζεις με μικρά παιδιά; Τι σου έκαναν, τι αμαρτία μπορεί να κουβαλάει ένα παιδί που, απλώς, γεννήθηκε εδώ, πήγε σχολείο εδώ, δεν γνώρισε άλλη πατρίδα; Οι γονείς του μπορεί να είναι λαθρομετανάστες, μπορεί να είναι κακό αυτό για σένα – μα αυτό, είναι απλώς ένα παιδί!

Είναι, απλώς, ένα παιδί!

Προχθές, κολλούσαν αυτοκόλλητα οι χρυσαυγίτες στους παιδικούς σταθμούς, ζητώντας από τον Δήμο Αθηναίων να σταματήσει να ταΐζει παιδάκια, ανάλογα με την καταγωγή τους. Οι Χρυσαυγίτες, ε; Όχι μόνο, λυπάμαι.

Λυπάμαι.

Άκου, και σε σένα μιλάω τώρα. Κάποιοι, φωνάζουν. Επειδή φωνάζουν, τρώνε ξύλο. Επειδή φωνάζουν, βγαίνουν φωτογραφίες να «ξεφτιλιστούν» στους γνωστούς τους (και για ΚΑΝΕΝΑΝ άλλο λόγο) και να γίνουν «παράδειγμα προς αποφυγή» . Επειδή φωνάζουν συλλαμβάνονται. Επειδή φωνάζουν, τραβούν τα πάνδεινα στην ΓΑΔΑ.

Και αυτοί, σου θυμίζω, δεν τους ψήφισαν καν.

Έχεις χρέος να φωνάξεις. Εσύ. Όχι να διαμαρτυρηθείς, ΝΑ ΦΩΝΑΞΕΙΣ! Η δική σου φωνή, επειδή είναι φωνή ψήφου, είναι φωνή πλειοψηφίας, είναι φωνή κυβέρνησης, μετράει πιο πολύ, και έχει μεγαλύτερο χρέος. Επειδή αναλαμβάνεις το τίμημα και την ευθύνη της διαδρομής που ακολουθούμε, έχεις διπλό ρόλο.

Βγάλε – τους φασίστες – και τους νεοναζί – από την εξουσία. ΤΩΡΑ, πριν είναι αργά.

Μην σκύβεις το κεφάλι, καμία εξάρτηση δεν έχει η σωτηρία της χώρας από το πως θα φερόμαστε στους φασίστες, ή τους ρατσιστές. Καμία! Καμία εξάρτηση με το πως φερόμαστε ως κράτος, και ως εκπρόσωποί του. ΚΑΜΙΑ! Μπορούμε να μιλήσουμε για οικονομικές σωτηρίες (ή καταστροφές) χωρίς να χρειαστεί να αδικήσουμε ούτε ένα μικρό παιδί. Και αν κάποιοι σου θέσουν δίλημμα ή έτσι, ή οι άλλοι,ΦΤΥΣΕ ΤΟΥΣ!

Γιατί εγώ μπορεί να ψήφισα ΠΑΣΟΚ, ή ΝΔ, και να μου αξίζουν αυτά που τραβάω. Μπορεί, πράγματι, μαζί να τα φάγαμε, μαζί να γίναμε πελάτες, ή ανεκτικοί. Μπορεί να μην αξίζω την σύνταξη, ή τον μισθό, ή το επίδομα, ή την υγεία μου. Ή μπορεί να μην αντέχει η χώρα, και να αδικούμαι, μα, σύμφωνα με σένα, να πιέζομαι τώρα, για να σωθώ μετά.

Αυτά τα παιδιά όμως, αυτές οι αθώες ψυχές, δεν αξίζουν ούτε τον Πλεύρη, ούτε τον Γεωργιάδη, ούτε τον Ψωμιάδη, ούτε τον Βορίδη, ούτε την Σιδέρη, ούτε τον Φαήλο, ούτε τόσους άλλους που ξεχνάω τώρα.

Δεν αξίζουν αυτήν την πολιτική μίσους. Δεν την αξίζουν! Δεν έκαναν τίποτα για να την αξίζουν, πέρα του να γεννηθούν εδώ. Είναι αθώα αυτά τα παιδιά, δεν πρέπει, δεν είναι ανθρώπινο να θυσιαστούν στην οποιαδήποτε πολιτική για να σωθούμε (ή «σωθούμε») οικονομικά εμείς.

Αν πρέπει να σωθεί αυτή η χώρα, αν αξίζει να σωθεί, αξίζει να σωθεί με όποιον τρόπο προτιμήσουν οι πολλοί – αλλά τίμια. Χωρίς να γίνεται με μία σιωπηλή ανοχή σε τέτοιες φωνές και συμπεριφορές. Δεν σου ζητώ τώρα να αλλάξεις οικονομική θέση, δεν είναι αυτό το σημαντικό:

Είσαι άνθρωπος. Όσο και να διαφωνούμε για τα οικονομικά, παραμένεις άνθρωπος. Θύμωσε, και φέρσου επιτέλους σαν άνθρωπος.

Αρκετά ανέχτηκες με την σιωπή σου. Αυτοί είναι ακόμα εκεί, και γίνονται κάθε μέρα, πιο θρασείς, και πιο δυνατοί. Αν όντως διαφωνείς με όλους αυτούς, αν τους βρίσκεις γελοίους και επικίνδυνους, έχεις διπλή ευθύνη. Έχεις διπλή δύναμη.

Αφαίρεσέ τους από την λύση που ονειρεύεσαι. Τώρα.

Φέρσου σαν άνθρωπος.

Γνώμη μου, και κρίνομαι γι’ αυτήν.

Ρε παιδιά, να ονειρευτούμε λίγο;

Μόνο μισό λεπτό, όχι πολύ. Έτσι, για αλλαγή.

Να μιλήσουμε για ένα νέο κράτος. Ένα κράτος που συμπεριφέρεται στους πολίτες σωστά, τίμια. Που τους λέει, πχ, δεν έχω χρήματα να σας δώσω, αλλά αφού σας αδικώ από την πρότερη συμφωνία μας, θα σας ανταμείψω με παροχές, πχ, δωρεάν παιδικούς σταθμούς, ή αφορολόγητα για πέντε χρόνια, σαν αντάλλαγμα. Ένα κράτος που ρωτά τον συλληφθέντα, μετά, -είναι δεν είναι ένοχος- αν του φέρθηκαν ανθρώπινα στις φυλακές, και αν όχι τιμωρεί τους υπεύθυνους. Ένα κράτος που λέει «δεν με νοιάζει τι κάνεις στο κρεβάτι σου, ο πολιτικός γάμος είναι δικαίωμά σου, ακόμα και με άνθρωπο του ιδίου φύλου». Ένα κράτος που λέει «παιδεία, υγεία, πρόνοια, είναι οι προτεραιότητες στις υποχρεώσεις μας». Που τιμωρεί τους επίορκους αυστηρά, αλλά δίκαια. Που δεν σε αναγκάζει να δεχθείς τα θρησκευτικά πιστεύω των διπλανών σου, επειδή είναι περισσότεροι ή/και συμφωνεί μαζί τους. Που δεν χωρίζει ανθρώπους ανάλογα με το χρώμα τους, την οικονομική τους κατάσταση, τα πιστεύω τους – και τους προστατεύει από την διάθεση άλλων να τους χωρίσουν. Που δέχεται τις αντιδράσεις, τις ακούει, και δεν τις καταστέλλει με χημικά και βία. Ένα κράτος που πείθει, με την ανά πάσα στιγμή τίμια στάση του, τους πολίτες να σταθούν τίμιοι απέναντί τους. Που αντιλαμβάνεται ότι ο όταν πολίτης ζει έναν άτυπο ανταγωνισμό ανάμεσα σ’ αυτούς που κόβουν αποδείξεις, και σ’ αυτούς που δεν κόβουν, είναι ευθύνη του κράτους να φέρει ισονομία, όχι να επαφίεται στην ηθική των χαμένων. Και που ταυτόχρονα πρέπει να δημιουργήσει κίνητρα – καρότα, ώστε οι αποδείξεις να κόβονται χωρίς μαστίγιο. Που δεν ευνοεί τους συμπαθούντες εις βάρος όλων των άλλων, ούτε θεωρεί εχθρούς όσους διαφωνούν μαζί του. Ένα κράτος που δέχεται τα δικαστήρια – ακόμα και όταν αποφασίζουν εναντίον του. Που δεν εκβιάζει την άποψή του στην δημοσίευση των απόψεων, αλλά αντιθέτως απαιτεί να ακουστούν όλες οι πλευρές, για να κρίνει ο πολίτης και να καθορίσει την θέση του.

Λίγο, λίγο θέλω να ονειρευτώ κάτι τέτοιο.

Μην με ξυπνήσεις ρε φίλε, μη σε νοιάζει – θα με ξυπνήσει η πραγματικότητα.