Ζούμε ένα μάτριξ. Μία παράλληλη πραγματικότητα. Όπως στον Κυνόδοντα, που το μουνί βαφτίζεται μεγάλη λάμπα, έτσι και εδώ, οι νονοί της πραγματικότητάς μας, αλλαζουν λέξεις, νοήματα, για κάτι που το νιώθουμε πως είναι κάτι άλλο, αλλά μουδιασμένοι το ακούμε, ξανά και ξανά, μέχρι να το εμπεδώσουμε, ξανά, ξανά, έτσι που οι απολύσεις βαπτίζονται «πρόοδος», ο δανεισμός «σωτηρία», το ξύλο της ασφάλειας (που τώρα τον ρόλο της έχουν αναλάβει τα ΜΑΤ) «εθνική ασφάλεια», τα κυβερνητικά ανακοινωθέν βαπτίζονται «Δελτία Ειδήσεων», η αποδοχή των όρων «φρόνιμη στάση», η μη-αποδοχή «προδοσία», ο νόμιμος, πειθήνιος πολίτης βαπτίζεται «πατριώτης», ο μόνιμος φόρος «έκτακτος», το χαράτσι βαπτίζεται «ενίσχυση», η κλοπή βαπτίζεται «εισφορά», ο παπάς βουτάει τις λέξεις στο νερό, βγαίνουν άλλες, πιο ωραίες, πιο αποδεκτές, ο συνταξιούχος χάνει μέρος της σύνταξής του, είναι πια «λαός με κατανόηση», όχι υποσιτισμένος, όχι «φτωχός», προς θεού όχι «κάτω από το όριο της φτώχιας», όχι, είναι αυτός που καταλαβαίνει, πεινάει, βέβαια, το κατανοούμε, συμπάσχουμε, όχι αδιαφορούμε, το βαφτίσαμε αλλιώς και αυτο, έγινε «συμπάσχουμε», δεν προσέχεις, αχ, γιατί δεν προσέχεις, αυτός που χτυπάμε στο Σύνταγμα, που παρακαλάει να μην τον χτυπήσουμε, αυτός, είναι «αναρχικός», φοβού, μην του μπαντάρεις το κεφάλι, καίει ανθρώπους, είναι φονιάς, ο γιατρός στο μετρό που περιθάλπει ανοιγμένα κεφάλια είναι τραμπούκος ρε, μακρυά, μακρυά, ο διπλανός σου είναι δημόσιο, κακός, κακός, σε ταλαιπωρούν, μη τους μιλάς, θέλουν την θέση σου, την ευημερία σου, ο ταξιτζής, ο γιατρός, ο γιατρός είναι «φοροφυγάς», τι θα πει ποιος, όλοι, όλοι, ο νέος που χάνει την δουλειά του, όχι εσύ, όχι εσύ, ο άλλος, μη σε νοιάζει, η χώρα θα αναθαρρήσει, είσαι ο λόγος που βγαίνουμε από το τούνελ, την στενωπό, δεν υπάρχουν διλήμματα στην δημοκρατία, το λένε οι νονοί μας, η εθνική μας προδοσία έγινε «θυσία», «αδιαφορία για το πολιτικό κόστος», η πείνα βαπτίζεται «σπρέντς», και οι οχτροί βαπτίζονται «αγορές», όχι τοκογλύφοι, όχι!, άμα σου έλεγαν ότι τα δίνεις στους τοκογλύφους θα τα έδινες ρε; για σένα βρε τα κάνουμε όλα αυτά, αχ, αχ, λίγο να καταλάβαινες, να πρόσεχες τα λόγια μας, λιγάκι ρε γαμώτο, θα ήταν τόσο σαφές πια.

Αχάριστε. Δεν προσέχεις πια τις νέες λέξεις, τα νέα νοήματα. Δεν προσέχεις, πρόσεξε λίγο, θα καταλάβεις. Θα καταλάβεις.

Το λένε οι νονοί μας ρε.

Αυτοί που από άνθρωπο σε βάπτισαν αριθμό.

Κανένας σεβασμός πια, κανένας.

Προσθήκη 12 Νοεμβρίου 2011: Να μην ξεχάσουμε αυτούς που βάπτισαν την ακροδεξιά, το μίσος, τον φασιμό «εκλεγμένη κυβέρνηση». Προς θεού, να μην το ξεχάσουμε ποτέ αυτό.

Μάζεψα τα tweets της Παρασκευής. Δεν είχα σκοπό να τα πω, αλλά, τα μαζεύω, τα μαζεύω – κάποια στιγμή. Επειδή με εκφράζουν όμως, και επειδή το twitter ξεχνάει πολύ εύκολα, τα μάζεψα εδώ:

Η Σούλα Μερεντίτη απηύδησε εχθές. Ένιωθε βαθύτατα αριστερή, και πετάχτηκε μία με κάτι γάλατα και κάτι ψωμιά και την έκανε να νιώσει δεξιά. [tweet]

Κατανοώ την αγανάκτησή της. Έχει δείξει άλλωστε η κυρία Σούλα Μερεντίτη στο κοινοβούλιο τις αριστερές της πεποιθήσεις, τόσες ψηφοφορίες πια. [tweet]

Το πρόβλημά μου με την Μερεντίτη δεν είναι αν παρεξηγείται που δεν είναι (πια) αριστερή. Το πρόβλημά μου είναι αν δεν το έχει καταλάβει. [tweet]

Και η Μερεντίτη, και οι υπόλοιποι θα έπρεπε από νωρίς να καταλάβουν ότι τους κοροϊδεψαν(;) &το ΠΑΣΟΚ δεν είναι πια(;) αριστερό. [tweet]

Την αδυναμία τους όμως να κατανοήσουν, την εισπράττουμε εμείς ως σκληρό κράτος. Δεν θα πονάει για πολύ ΜΟΝΟ εμάς όλο αυτό, νομίζω. [tweet]

Τεσπα,αυτοί νιώθουνε αριστεροί,εμείς νιώθουμε βιασμένοι, ο πρωθυπουργός νιώθει πιεσμένος,το κεφάλαιο νιώθει πεινασμένο.. Όλοι κάπως νιώθουν. [tweet]

Δεν γαμιέται. Ο καθείς ότι σπέρνει θα θερίσει. Εμείς ψηφίζαμε λαμόγια, και θερίζουμε τώρα. Αυτοί ψηφίζουν πείνα, και θα θεριστούν αύριο. [tweet]

Φοβάμαι μόνο μην έχουν την έκπληξη της Μερεντίτης αύριο. Μη πουν «μα γιατί; εγώ είμαι αριστερός! είμαι με τον λαό!». Από την άλλη, μπορεί να θέλουν να μαυριστούν ως ηλίθιοι, όχι ως προδότες. Μπορεί να ετοιμάζουν από τώρα την απολογία τους. [tweet][tweet]

Αυτήν την έκπληξη δεν θα την αντέξω. Όχι τίποτα άλλο, θα σημαίνει ότι δεν φωνάξαμε «ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ, ΕΙΣΤΕ ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟΙ» αρκετά δυνατά σήμερα. [tweet]

Στο κάτω κάτω της γραφής, μπορεί να είναι καλύτερη μία Ελλάδα που πεινάει,αλλά που ψηφίζει με αξιοπρέπεια τους καλύτερούς της. Ίσως, χαλάλι. [tweet]

Απλώς θέλω να θυμάμαι την έκφραση οργής της κυρίας Σούλας της βουλευτού. Που ο «λαϊκισμός» της Κανέλλη της έπεσε βαρύς. [tweet]

Γιατί, αυτό θέλω να πω από το πρωί, δεν έχω θυμώσει με την Κανέλλη. Γιατί η Κανέλλη είπε στο κοινοβούλιο (όπως και ο Τσίπρας παλαιότερα) αυτά που θέλω να πω ΕΓΩ. Ότι, ένα καρβέλι ψωμί και ένα μπουκάλι γάλα, είναι ήδη το ένα πέμπτο των εξόδων του έτους μιας οικογένειας που θα φτάσει το αφορολόγητο όριο. Το ένα πέμπτο. Ένα γάλα και ένα ψωμί. Ότι τα πέντε χιλιάδες αφορολόγητα, είναι για μηνιαίο μισθό 384 ευρώ. Οπότε, δεν μιλάει η Κανέλλη με τα smart και τις πισίνες στο κοινοβούλιο – μιλάω εγώ. Εγώ. Και λέω ότι ένας πολίτης με 384 μισθό τον μήνα δεν μπορείς να τον φορολογείς επιπλέον. ΔΕΝ – ΜΠΟΡΕΙΣ. Δεν μπορεις να του πάρεις ΚΑΙ ΑΛΛΑ. Δεν βγαίνει ούτε με αυτά. Δεν μπορείς. [tweet] [tweet] [tweet] [tweet] [tweet]

Στ’ αρχίδια μου λοιπόν αν το λέει η Κανέλλη, αν το λέει η Σακοράφα, ή αν το λέει ο Φούφουτος. Το λέω ΕΓΩ. Εμένα εκπροσωπεί η Κανέλλη. Την δική μου φωνή μιλάει. Ας το πει η Μερεντίτη – δεν με νοιάζει. Αρκεί ΝΑ ΜΗΝ ΤΟΛΜΗΣΕΙ να το ψηφίσει μετά. Διότι, δεν φτάνει να το λες, πρέπει να έχεις τα αρχίδια να μην το ψηφίσεις μετά. Είτε άκοπα, όπως η Κανέλλη, ή ο Τσίπρας, είτε με κόπο όπως η Σακοράφα και ο Κουρουπλής [tweet] [tweet] [tweet] [tweet]

Αυτοί λοιπόν, μιλάνε για μένα, ψηφίζουν για μένα, και με εκπροσωπούν τίμια. Δεν πρόκειται περι λαϊκισμού, και αν είναι έτσι, είναι ο καλύτερος, ο πιο τίμιος λαϊκισμός που είδε αυτή η γαμιόλα η βουλή εδώ και χρόνια. [tweet] [tweet]

Είτε από την Κανέλλη με τις πισίνες, είτε από την «Πασόκα» την Σακοράφα, είτε από τον «προδότη» Τσίπρα, είτε από τον Κουρουπλή. [tweet]

Οπότε, όσοι κκ βουλευτές ενοχλούνται από τον λαϊκισμό του κάθε τύπου εκει μέσα που με εκπροσωπεί, ευχαρίστως να τους εξηγήσω εγώ που δεν έχω ούτε πισίνες, ούτε σμαρτ, ούτε πασοκικό παρελθόν, ούτε τίποτα. Ας ρωτήσουν την πηγή του κειμένου. Ευχαρίστως να τους εξηγήσω. [tweet] [tweet]

Για να μην έχουν αυτήν την βλακώδη έκφραση μετά, όταν θεριστεί ότι έχουν σπείρει. [tweet]

Υ.Γ.: Τα link δεν είναι για να τα ακολουθήσετε εσείς. Είναι για να θυμάμαι εγώ, ότι όντως, αυτά ήθελα να πω, και αυτά είπα.

Police brutality

Υπάρχουν στιγμές που με έχεις διαβάσει, και με βλέπεις να είμαι λίγο (ή, καλύτερα, πολύ) ευαίσθητος με την αστυνομική βία.

Όταν συμβαίνει, να φωνάζω, να αντιδρώ, να διαμαρτύρομαι.

Συνήθως, αν όχι πάντα, τριγύρω από την αστυνομική βία, υπάρχει η δικαιολογία μίας παρανομίας. Με, ή χωρίς εισαγωγικά. Πχ, ένας μετανάστης έκλεψε μία τσάντα – συνελήφθη και βρέθηκε αργότερα νεκρός στο τμήμα. Ταραχοποιοί προκάλεσαν επεισόδια – οι αστυνομικές δυνάμεις καταστολής άσκησαν βία με τα γκλομπ ή χρησιμοποιώντας χημικά. Ενας νεαρός πέταξε πλαστικό μπουκάλι (ή απλώς έβρισε) αστυνομικούς σε περιπολία – ένας εκ των αστυνομικών τον πυροβόλησε και τον σκότωσε.

Υπάρχει, συνήθως (όχι πάντα) μία παρανομία, και συνήθως (όχι πάντα) ακολουθεί παρά πόδας μία αστυνομική ασυδοσία.

Σε κάποιες από τις διαμαρτυρίες μου για την αστυνομική βία (διαμαρτύρομαι α-πο-κλει-στι-κα για την αστυνομική βία, ποτέ για τις παρανομίες που την προκαλούν/δικαιολογούν/ή απλώς συνυπάρχουν μαζί της, (όλο και πιο συχνά, δυστυχώς) ακούω από άλλους σχολιαστές:

«Ναι, αλλά αυτό (την παράνομη πράξη) θα το αφήσεις ασχολίαστο; Δεν πρέπει να ασχοληθούμε μ’ αυτό; δεν πρέπει να το κατακρίνουμε;»

Ας δούμε μία και καλή τον τρόπο σκέψης μου, για να μην εξηγώ, κάθε φορά, τα ίδια πράγματα.

Όχι, δεν θα ασχοληθώ με την παρανομία.

Δεν θα ασχοληθώ με τους σιχαμερούς τύπους που έκαψαν τους τρεις στην τράπεζα, δεν θα ασχοληθώ με τους μετανάστες που έσφαξαν τον οικογενειάρχη για μία βιντεοκάμερα, δεν θα ασχοληθώ με τους υπάνθρωπους που πέταξαν μία μολότοφ σε αστυνομικό που έπεσε από την μηχανή στο Σύνταγμα, δεν θα ασχοληθώ με αυτούς που κλέβουν στις πορείες, δεν θα ασχοληθώ με τους δολοφόνους των αστυνομικών στις μηχανές.

Μου ζητάς να ασχοληθώ μαζί τους. Να τους κατακρίνω.

Δεν προτίθεμαι να το κάνω.

Θα ασχοληθώ με αυτούς που βάρεσαν τον κύπριο Αυγουστίνο, με αυτούς που συνέλαβαν τον τύπο με τα πράσινα παπούτσια, με αυτούς που άφησαν να πεθάνει η Γκουλιώνη, με αυτούς που συνέλαβαν τον Μάριο Ζ, θα ασχοληθώ με αυτούς που έριξαν τα χημικά στο Σύνταγμα, με αυτούς που στάθηκαν δίπλα-δίπλα με ακροδεξιούς στην Κρήτη, θα ασχοληθώ με αυτούς που έλεγαν «εσύ είσαι το νούμερο ένα -και εσύ το νούμερο δύο» στο ΑΤ Ακρόπολης, με αυτούς που έδειραν τον Μώδεστο όταν διαμαρτυρήθηκε, η λίστα είναι ΤΕΡΑΣΤΙΑ. Με αυτούς θα ασχοληθώ.

Αποκλειστικά.

Γι΄αυτούς θα φωνάξω. Γι’ αυτούς θα διαμαρτυρηθώ.

Αποκλειστικά.

Αντέχεις την συνέχεια; γιατί προτίθεμαι να σου εξηγήσω γιατί.

~

Είμαι πολίτης αυτής της χώρας. Είτε ψήφισα αυτήν την κυβέρνηση, είτε άλλο κόμμα βουλής, είτε τρίτο άγνωστο κόμμα, είτε έριξα λευκό, είτε δεν ψήφισα καθόλου (εφόσον μου το επιτρέπει ο εκλογικός νόμος) είμαι ενεργό μέρος αυτής της κοινωνίας.

Στην εξίσωση, για ο,τι έχει συμβεί στο παρελθόν, και για ο,τι πρόκειται, δυστυχώς, να συμβεί και στο μέλλον, υπάρχουν δύο πολύ συγκεκριμένα στοιχεία:

Υπάρχουν (συνήθως) οι «παράνομοι».

Υπάρχει (πάντα) η εκτελεστική εξουσία (συνήθως με την μορφή της αστυνομίας).

Ας δούμε τον ρόλο μου, τις ευθύνες μου, απέναντι σ’ αυτά τα δύο στοιχεία.

~

Πρώτον, οι «παράνομοι».

Αυτός που κρατάει μολότοφ, αυτός που κρατάει πέτρα, αυτός που κρατάει πιστόλι, αυτός που σπάει μαγαζιά, αυτός που καταστρέφει, που σκοτώνει, αυτός που παρανομεί – όλοι δεχόμαστε ότι αυτός είναι ο παράνομος.

Ε, λοιπόν, αυτός ο παράνομος δεν κάνει απολύτως τίποτα για λογαριασμό μου.

Δεν τον διάλεξα, δεν τον επέλεξα, δεν τον ψήφισα, δεν τον ανέχθηκα, δεν τον έβαλα εκεί, δεν του ζήτησα να πάει, δεν έχω μιλήσει μαζί του, δεν ξέρω ποιος είναι, δεν ξέρω ΚΑΝ αν είναι ένοχος.

Αυτός ο παράνομος δεν είμαι εγώ.

Δεν έχω εξουσία επάνω του, δεν μπορώ να τον σταματήσω, δεν μπορώ να τον καθοδηγήσω, δεν με ακούει, κατά πάσα πιθανότητα με μισεί εξίσου με εσένα, δεν είναι δικός μου –

– δεν με εκπροσωπεί.

Δεν ξέρω τι σκέφτεται, δεν ξέρω γιατί το κάνει, δεν ξέρω αν είναι τραμπούκος, αν είναι τίμιος επαναστάτης, αν είναι εγκάθετος, αν είναι μαφιόζος, αν είναι πρεζόνι, αν είναι πεινασμένος, αν έχει παιδιά, ή αν εκδίδει την γυναίκα του.

Αυτός είναι παράνομος. Εγώ, πάλι, όχι.

Θα μπορούσα, θα μου πεις, με κάποιους από αυτούς, να είμαι μαζί τους: να κλέβω, ή να αντιστέκομαι στην Κερατέα. Να δολοφονώ, ή να αντιστέκομαι στο Σύνταγμα.

Θα μπορούσα να είμαι –

– δεν είμαι όμως. Είτε είμαι πολύ ηθικός, είτε είμαι πολύ δειλός, αυτός είναι εκεί, εγώ είμαι εδώ.

Πιστεύεις ότι τρέφεται με την σιωπή μου, και σου λέω ότι, είτε το θέλω, είτε όχι, έχω πάρει την θέση μου, πολύ καθαρά: Αυτός είναι εκεί, και εγώ είμαι εδώ.

Και στο ξαναλέω, και πρόσεξέ το αυτό: και μόνο που αυτός είναι εκεί, και εγώ είμαι εδώ, μας κάνει εχθρούς, όχι φίλους.

Εγώ μπορεί να μην ασχολούμαι μαζί του – αυτός όμως, κατά πάσα πιθανότητα, αν με είχε μπροστά του, έτσι όπως κάθομαι στον καναπέ μου, και κρύβομαι πίσω από το πληκτρολόγιό μου, θα μου άνοιγε το κεφάλι.

Σε κάποιες περιπτώσεις, δεν τον αδικώ κιόλας.

Δεύτερον, οι νόμιμοι.

Εδώ, έχουμε θέμα.

Διότι, ως πολίτης αυτής της χώρας, ως ενεργό (είπαμε, με οποιονδήποτε τρόπο) μέλος αυτής της κοινωνίας, το αστυνομικό όργανο υπάρχει για να προστατεύει εμένα.

Εγώ επέλεξα τα αφεντικά του, εγώ τα εξέλεξα, εγώ τον όπλισα, εγώ τον κατέβασα στους δρόμους, εγώ του είπα (μέσω της νομοθετικής εξουσίας) τι να κάνει, εγώ τον ανέχθηκα, εγώ του ζήτησα να πάει, εγώ ψήφισα τα άμεσα αφεντικά του.

Ο αστυνομικός που κυκλοφορεί στους δρόμους, έχει όπλο μαζί του. Του το επέτρεψα εγώ. Τις σφαίρες του τις πληρώνω εγώ. Τον κατέβασα στους δρόμους. Εγώ. Του έδωσα εξουσία να σκοτώνει. Εγώ. Του έδωσα νόμους για να ακολουθεί. Εγώ. Του έδωσα εντολή να πάει στα χειρότερα μέρη, να βάλει τον εαυτό του σε κίνδυνο, για να σώσει εμένα.

Το αφεντικό του κάθε αστυνομικού είμαι εγώ. Και την ευθύνη των πράξεών του;

Εγώ την έχω. Εξ’ ολοκλήρου.

~

Θα μου πεις «εσύ έστειλες τους ΜΑΤατζήδες να πετάξουν χημικά ΜΕΣΑ στο μετρό στο Σύνταγμα»; όχι, παρέκουσαν τις εντολές μου. «Εσύ τους έστειλες να πετάξουν κρότου λάμψης με αποτέλεσμα να κουφαθεί ο κύπριος δημοσιογράφος;» Όχι, παρέκουσαν τις εντολές μου. «Εσύ έβαλες τους αστυνομικούς να φυτέψουν μολότοφ στην τσάντα του παιδιού με τις πυζάμες; Εσύ τους έβαλες να σακατέψουν τον διαδηλωτή στο σύνταγμα που τους λέει »μην με χτυπήσεις»; Εσύ τους έβαλες να χτυπήσουν με τους πυροσβεστήρες; εσύ τους είπες να χτυπήσουν οδηγώντας την μηχανή πάνω στον κόσμο; εσύ τους έβαλες να κλωτσήσουν την περαστική σπάζοντάς της το πόδι; εσύ τους έβαλες να ρίξουν χημικά στα σουβλατζίδικα στο μοναστηράκι; εσύ τους είπες να χτυπήσουν δημοσιογράφους στην Ακρόπολη»;

Όχι, παρέκουσαν τις εντολές μου.

Τις εντολές ΜΟΥ.

Γιατί, αυτοί οι άνθρωποι, με βάση το σύνταγμα και τους νόμους, είναι υπό τις εντολές μου. Και αν όχι αυτοί, τότε οι διοικητικοί προϊστάμενοί τους. Και αν όχι αυτοί, οι πολιτικοί προϊστάμενοί τους.

Αυτοί, με βάση το σύνταγμα και τους νόμους, όλα αυτά τα κάνουν (δήθεν, ή μη) για να προστατέψουν εμένα. Από τους παράνομους. Εμένα. Αν δεν θέλω να λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο, έχω την πολιτική, κοινωνική, ηθική υποχρέωση να αντισταθώ.

Δεν έχω καμία υποχρέωση να αντισταθώ στους «παρανόμους»: το έκανα ήδη, φτιάχνοντας νόμους, στήνοντας ένα δικαστικό σύστημα, και ενεργοποιώντας μία αστυνομία – ίσως ένα από το πιο σκληρό, το πιο άκαρδο, το πιο άσπλαχνο, το πιο βάναυσο, το πιο αποτρόπαιο αστυνομικό κράτος που έχουμε δει μετά την χούντα.

Έχω κάνει ήδη το ..καθήκον μου απέναντι στους παρανόμους. Και αυτό το καθήκον, ειδικά το αστυνομικό, με κάνει να ντρέπομαι, κάθε φορά που παρακούει τις εντολές μου.

Μην μου ζητάς λοιπόν να καταδικάσω τις παρανομίες των παρανόμων.

Αρνούμαι να το κάνω, γιατί δεν τους εκπροσωπώ – ούτε και αυτοί θέλουν την εκπροσώπησή μου.

Αντίθετα, ζήτα μου, όσο πιο επιθετικά μπορείς, όσο πιο επίμονα, όσο πιο απαιτητικά μπορείς να μαζέψω, με όποιον τρόπο μπορώ, την αστυνομική βία. Να την κατακρίνω, όσο πιο σκληρά μπορώ, όσο πιο πολύ μπορώ, όσο πιο έντονα μπορώ.

Όποια μορφή και αν έχει, όποια δικαιολογία και αν βρει, όποιο σιχαμένο καθήκον και αν υπηρετεί.

Γιατί οι παράνομοι δεν με φωνάζουν «αφεντικό». Οι νόμιμοι με φωνάζουν.

Flickr Photo

Διαβάζω, τις τελευταίες ημέρες μία προσπάθεια να αποκρυπτογραφηθεί η ιστορία της Amy Winehouse, του Ισλανδού δολοφόνου, ακόμα και του μεγέθους της κυπριακής έκρηξης των πυρομαχικών.

Είτε μόνα τους, είτε σε συνδυασμό, τα άρθρα νιώθω πως έχουν, κατά την ταπεινή μου άποψη, μία δυσκολία να εκφραστούν, μία αμηχανία.

Μια αμηχανία ως προς το αποτέλεσμα της ιστορίας που πραγματεύονται.

Παράλογος ο θάνατος μίας 27χρονης, και κατά γενική ομολογία πετυχημένης κοπέλας, παράλογοι οι λόγοι που οδήγησαν σε μία άνευ προηγουμένου μαζική δολοφονία, παράλογες οι απροσεξίες στην διαχείριση πολεμικού υλικού.

Αδύνατη η κατανόησή τους.

Εγώ πάλι, ξαφνιάζομαι με τις αντιδράσεις.

Είναι παράλογος ο θάνατος της Winehouse όταν, μόλις λίγες ημέρες πριν παραπατά μπροστά στο κοινό της γιουγκοσλαβίας; Όταν, από ότι μαθαίνω αργότερα, ο πατέρας της λέει δημόσια ότι όποιος της προσφέρει τσιγάρο, όχι ναρκωτικά, ή ποτό, ακόμα και τσιγάρο, θέλει το κακό της;

Είναι παράλογη η μαζική δολοφονία όταν υπάρχουν άνθρωποι, ανάμεσά μας, που κοστολογούν την ανθρώπινη ζωή του διπλανού μας, λιγότερη από τον σκοπό τους;

Εϊναι παράλογη η κατάληξη της φύλαξης των πυρομαχικών, όταν έγινε με τέτοιον τρόπο, που, ακόμα και στον πιο ανόητο, αφελή άνθρωπο, θα ήταν αντιληπτό ότι μιλάμε για έγκλημα που περιμένει να συμβεί;

Τι μας προκαλεί άραγε αμηχανία; ότι τα πράγματα κατέληξαν έτσι, ή η αδυναμία μας να τα αντιληφθούμε;

~

Δεν βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω, σε καμία περίπτωση. Δεν είμαι πιο έξυπνος από κανέναν από τους υπόλοιπους. Ξαφνιάστηκα απόλυτα από τον θάνατο της Winehouse – παρότι είχα δει, με τα μάτια μου, την θλιβερή σκηνική της παρουσία στην Γιουγκοσλαβία. Ή, αν θέλετε, σε πιο προσωπικό επίπεδο, εντρομος ανακάλυψα τον καρκίνο της μητέρας μου, παρότι την έβλεπα να καπνίζει τόσα χρόνια.

Προφανώς, δεν ήθελα να δω.

Είναι, υποθέτω, μία φυσιολογική δυναμική άρνησης, είτε πρόκειται για έναν ξένο μύθο, είτε για έναν δικό μας άνθρωπο.

Αλλα, όταν βλέπω κάτι, όταν καταφέρνω να αναγνωρίσω το κακό πριν συμβεί, όταν αλλάζω στρατόπεδο, θυμώνω με αυτούς που δεν βλέπουν τι έρχεται.

~

Δείτε αυτές τις φωτό. Σοβαρά, δείτε τις. Δεν βλέπετε τι έρχεται;

Διαβάστε αυτό το κείμενο. Δεν βλέπετε τι έρχεται;

Διαβάστε αυτήν την περιγραφή.

Διαβάστε αυτήν την είδηση.

Δείτε.

Διαβάστε.

Υπάρχουν και άλλα, πολλα.

Είναι δυνατόν να ξαφνιαστούμε αύριο; Μετά από όλη αυτήν την γνώση, όλη αυτήν την προειδοποίηση, είναι δυνατόν;

~

Υ.Γ.: Ξαναδιαβάζοντας τούτο το άρθρο, με καθαρό μυαλό, ως τρίτος, μου δίνω την εντύπωση ότι χρησιμοποιώ τις θλιβερές ιστορίες των τελευταίων ημερών, για να περάσω μία ατζέντα για την οποία φωνάζω πολύ καιρό τώρα.

Μπορεί.

Αν και νιώθω βαθιά μέσα μου πως δεν έχω πρόθεση να καπηλευτώ τόσο πόνο, όσο να αναδείξω την επιλεκτική μας αντίληψη των πραγμάτων, θα δεχθώ αδιαμαρτύρητα αν θέλετε να μου προσάψετε αυτό το αδίκημα. Ούτε «μάντης κακών» με άρωμα «σας το ‘πα εγώ» θέλω να γίνω.

Απλως με πονάνε αυτές οι περιγραφές, με πονάνε αυτές οι ιστορίες, με πονάνε αυτές οι εικόνες.

Ας είναι αυτό το ελαφρυντικό μου λοιπόν: Φοβάμαι. Και σας θέλω δίπλα μου για να φωνάξουμε όλοι, και να φοβάμαι λιγότερο.

Να ξεκινήσω αυτήν την σκέψη με τούτο, που μοιάζει άσχετο, αλλά δεν νιώθω να είναι:

Είμαι πολύ προσεκτικός όταν μιλάω για το «κίνημα των αγανακτισμένων», κυρίως γιατί δεν θέλω να καπελώσω την προσπάθειά τους: Πήγαμε οικογενειακώς μόνο μία φορά, απόγευμα, καθήσαμε λίγες ώρες, και μέχρι στιγμής δεν έχω συμμετάσχει σε καμία συζήτηση.

Συνεπώς, δεν δικαιούμαι να ομιλώ αντ’ αυτών.

«Αυτοί» όμως, δεν υπάρχουν πραγματικά – είναι ένα συνονθύλευμα ατόμων, απόψεων, θέσεων, που έχουν θυσιάσει τον προσωπικό τους χρόνο για κάτι που ονειρεύονται – θα μπορούσα να είμαι και εγώ, αν οι συνθήκες το επέτρεπαν. Άρα, χωρίς να παίρνω δάφνες, δικαιούμαι να ομιλώ και εγώ για το θέμα, να καταθέτω και τις δικές μου απόψεις.

Αυτά, για να μην τολμήσω να πω αύριο «ήμουν και εγώ ένας από αυτούς» – σαν τους κλειδωμένους στο Πολυτεχνείο.

Αυτά, και συνεχίζουμε.

~

Terror

Προχθές, Δευτέρα, οι βουλευτές έμειναν μέσα στην Βουλή. Οι αγανακτισμένοι τους μούντζωναν απ’ έξω. Οι βουλευτές, μαζί με τους υπαλλήλους της βουλής, περίμεναν μέσα. Κάποια στιγμή όμως, θέλησαν να πάνε σπίτι τους – οι μέσα, γιατί οι έξω έχουν κάνει σπίτι τους την πλατεία.

Και φοβήθηκαν.

Είναι μυστήριος αυτός ο φόβος, είναι σπάνιος για τους βουλευτές, δεν έχουν μάθει να ζουν μες τον φόβο, μες τον πανικό.

Αυτόν, που δεν ξέρεις τι να κάνεις.

Να μιλήσουμε λίγο γι’ αυτόν τον φόβο;

Πριν από μερικούς μήνες, τότε με τον Η1Ν1, έπρεπε να πάω στο νοσοκομείο. Δεν θυμάμαι γιατί, ίσως πονούσαν τα νεφρά μου, φοβόμουν για πέτρα, ίσως για πρόβλημα στην χολή. Πάντως πήγα σε κεντρικό νοσοκομείο, μέρα εφημερίας, ανήσυχος γι αυτό που είχα.

Εκεί, πήρα αριθμό, αφού πρώτα πέρασα από τις πέντε, δέκα διαδικασίες που χρειάζονται, και ύστερα μου έδειξαν μία σαραβαλιασμένη πόρτα, σε έναν σκοτεινό διάδρομο, και μου είπαν: εκεί.

Εκεί, μαζί με περίπου τριάντα άτομα, οι μισοί με μάσκες, οι άλλοι όχι, να πονάνε, να βήχουν, να έχουν (ή να φοβούνται ότι οι διπλανοί τους έχουν) Η1Ν1, άνθρωποι με λερωμένα ρούχα, μετανάστες που δεν γνωρίζουν ελληνικά να προσπαθούν να συννενοηθούν με τους άλλους, εγώ να πονάω, ένας σεκιουριτάς να νιώθει χαμένος στο όλο σκηνικό, συγγενείς να νοιάζονται για τους δικούς τους, να περνάνε ουρές, να τσακώνονται, οι δίπλα μου να βήχουν, εγώ να έχω ένα μωρό στο σπίτι, να σκέφτομαι ότι θα γυρίσω εκεί με δώρο ένα Η1Ν1 που προσπαθήσαμε τόσο προσεκτικά να αποφύγουμε, που μπορεί να μας στερήσει την μικρή άδικα.

Και εκει μέσα, πέρασαν, με το ρολόι, ΤΡΕΙΣ ΩΡΕΣ.

Επι τρεις ώρες φοβόμουν. Επι τρεις ώρες ένιωθα πανικό. Αναρωτιόμουν αν έκανα λάθος, αν θα το μετάνιωνα μετά, που πήγα εκεί, αν δεν υπήρχε λόγος βρε αδελφέ, σιγά τον πόνο, σιγά το επείγον, αν είναι με την κίνησή μου αυτή να σκοτώσω το παιδί μου.

Και έφυγα.

Σχεδόν πανικόβλητος, γνωρίζοντας ότι, όχι μόνο ότι ήταν να γίνει, ότι ήταν να κολλήσω το έχω ήδη κολλήσει, αλλά και ότι το πρόβλημα, αν δεν ήταν νεφρά, μπορεί να ήταν σημαντικό, πονούσα, δεν ήξερα γιατί, δεν πρόλαβα να μάθω γιατί.

Νίκησε ο πανικός.

~

Είναι μυστήριος αυτός ο φόβος, είναι σπάνιος για τους βουλευτές, δεν έχουν μάθει να ζουν μες τον φόβο, μες τον πανικό.

Εμείς πάλι, ζούμε μ’ αυτόν. Πάμε στην εφορία και αφηνόμαστε στα χέρια ενός παράλογου, αδύνατο να καμφθεί συστήματος. Πάμε στον γιατρό και ξέρουμε πως αν δεν δοθεί φακελάκι, μπορεί ο άνθρωπος μας να παραμεληθεί στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής του. Περπατάμε στον δρόμο, και φοβόμαστε να κοιτάξουμε τον άλλο, απειλούμαστε. Ξέρουμε πως, αυτός που περπατάει δίπλα μας, μπορεί να μην έχει καν να φάει, αυτός, η οικογένειά του, το παιδί του – δεν έχει τίποτα να χάσει αν αποφασίσει να πατήσει την ηθική του για να ταϊσει την οικογένειά του. Πηγαίνουμε για δουλειά -όσοι έχουμε ακόμα- και είμαστε διατεθειμένοι να δεχθούμε οτιδήποτε, οτιδήποτε αρκεί να μπει ο μισθός μας, να μην πεινάσει η οικογένειά μας. Ας χάσουμε την αξιοπρέπειά μας, αρκεί να μην χάσουμε το φαΐ της οικογένειας. Ανοίγουμε τις εφημερίδες μας και τα κανάλια μας και το μέλλον είναι μαύρο, πιο μαύρο από ποτέ, τόσο μαύρο που παραδίνεσαι, και λες «ότι θες, κάνε ότι θέλεις – αρκεί να φύγει το μαύρο μέλλον.»

Κάποιοι απο εμάς, αντιδρούν σε αυτόν τον εκβιασμό, για να βρεθούν σε έναν χειρότερο – να τους βάλουν μολότωφ στις τσάντες για να τους ενοχοποιήσουν, να τους κρατήσουν μήνες, ΜΗΝΕΣ φυλακή χωρίς κανένα στοιχείο, να τους χτυπήσουν με πυροσβεστήρες, να τους ψεκάσουν αδιαφορώντας για τα παιδιά τους, να τους βιάσουν κάθε σκέψη αν τολμήσουν να αντιδράσουν στην εξουσία.

Δες το αυτό το τελευταίο, μπορεί να μην το γνωρίζεις. Είναι το χειρότερο από δολοφονίες, από εκβιασμούς, από τραμπουκισμούς. Διάβασέ το σταγόνα, σταγόνα, να ποτίσεις από τον φόβο που σου χαρίζουν.
~

Είναι μυστήριος αυτός ο φόβος, είναι σπάνιος για τους βουλευτές, δεν έχουν μάθει να ζουν μες τον φόβο, μες τον πανικό.

Ο πανικός δεν είναι καλός. Ο φόβος, δεν είναι καλός. Είμαι ο πρώτος, ο πρώτος που θα αντιδράσω στο να καεί, να καεί το μπουρδέλο η βουλή – δεν θα το ξεστομίσω ποτέ, το σιχαίνομαι αυτό το σύνθημα, το σιχαίνομαι γιατί νομοτελειακά θα μου φέρει χειρότερους από αυτούς – όταν αυτοί θα πάνε στα Παρίσια και στα Λόνδρα, στας Βρυξέλλας και στας Μονάχους, και θα επιστρέψουν νικητές, ήρωες της επανάστασης – όταν εγώ θα έχω φάει και άλλο ξύλο, και άλλη τιμωρία για να διώξω τις στολές που τόσο δύσκολα και απρόσμενα ξεφορτωθήκαμε, κάπου εκεί το ’73

~

Είναι μυστήριος αυτός ο φόβος, είναι σπάνιος για τους βουλευτές, δεν έχουν μάθει να ζουν μες τον φόβο, μες τον πανικό.

Μόνο που ο πανικός είναι κολλητικός. Αν το έχει ο γείτονάς σου, θα κολλήσεις και εσύ. Αν φοβούνται οι εκατό, οι χίλιοι, οι δέκα χιλιάδες, οι εκατό χιλιάδες που είναι έξω από την πόρτα σου, όσα αλεξίσφαιρα αυτοκίνητα και αν έχεις, όσα σπίτια στην Διονυσίου Αεροπαγίτου, όσα κότερα, εξοχικά, όσους μπράβους, όση Δημοκρατία και αν σε περικλείει σε ένα κτίριο επιβλητικό, κρεμ σομόν, στο κέντρο της Αθήνας, με νυχτερινά φώτα το βράδυ, με δερμάτινα καθίσματα, με πούρα και δικό σου γυμναστήριο, με την γυναίκα σου να συμμετέχει σε γκαλά και να χορεύει για φιλανθρωπικούς σκοπούς, με στούντιο, παράθυρα και αντιπαραθέσεις με συναδέλφους –

– ο πανικός δεν έχει χρώμα, δεν έχει οσμή, περνάει από κλειστές πόρτες, από την υπουργική σου λιμουζίνα, από την μυρωδιά του πούρου σου, από τα αρμάνι και τα ξύλινα πατώματα, ποτίζει ο πανικός.

~

Δεν θα έπρεπε να φοβούνται οι βουλευτές. Δεν θα έπρεπε να φοβάται η δημοκρατία. Μα έκανε λάθος πράγματα, διαρκώς, δεν σταματάς να φοβάσαι με τα ΜΑΤ, δεν σταματάς να φοβάσαι με τους σωματοφύλακες, όταν κρύβεσαι στο σπίτι σου, όταν φυλακίζεσαι για να μην σε δουν στον δρόμο.

Ενισχύουν τον φόβο αυτά, δεν τον καταλαγιάζουν.

Δεν θα σου πω κύριε βουλευτά πως θα σταματήσεις να φοβάσαι. Αν δεν ξέρεις, αν δεν έχεις καταλάβει, τελικά, ίσως σου αξίζει.

~

Update – υστερόγραφο: επειδή το ‘χω και ένα άγχος, γιατί αυτοί οι άνθρωποι δεν βγήκαν μόνοι τους, κάποιος τους ψήφισε, και όχι μία φορά, περισσότερες από μία – αν διαβάζοντας αυτό το άρθρο, το μόνο που συγκράτησες, είναι «πάμε να τους βαρέσουμε, ού! ού!» είσαι χειρότερος από αυτούς. Και μιλάω πολύ, πολύ σοβαρά.

Εχθες το βράδυ, μία ιδέα καρφώθηκε στο μυαλό μου.

Σκέφτηκα να δώσουμε ένα όνομα στο βάρβαρο και επικίνδυνο έθιμο των βεγγαλικών. Να του δώσουμε το όνομα του νεκρού επτάχρονου παιδιού.

Να πάμε στην οικογένεια, και, με όλο το σεβασμό στο κακό που τους βρήκε, να τους ζητήσουμε να κάνουμε το όνομα του επτάχρονου, αθώου παιδιού σύμβολο, σύμβολο για να θυμούνται όλοι πόσο σκληρό μπορεί να γίνει αυτό το ανόητο έθιμο.

Αφού πάρουμε την έγκριση της οικογένειας που πενθεί, που οδύρεται πάνω από το πληγωμένο κεφαλάκι του, να λέμε, κάθε Πάσχα από εδώ και μπρος, την ημέρα της Ανάστασης ημέρα που σκοτώθηκε αυτό το παιδάκι.

Είμαι σίγουρος πως ο Ιησούς δεν θα είχε αντίρρηση. Θα έπαιρνε την ημέρα του πίσω, όταν όλοι αυτοί που γιορτάζουν την ανάστασή του, θα σταματούσαν να τροφοδοτούν τον χάρο με μικρά παιδάκια.

Θα την λέγαμε μέρα Ανάστασης του Ιησού, και θανάτου του μικρού παιδιού. Όλοι. Εκκλησία, Τύπος, εμείς, τα κανάλια, τα ραδιόφωνα, μόνο αυτό, δεν θα λέγαμε «μην ρίχνετε βεγγαλικά», «μην σκοτώνεστε μεταξύ σας», «μην στερείτε την ζωή σε κανέναν» – θα λέγαμε θα γιορτάσουμε την Ανάσταση του Ιησού, και θα κλάψουμε τον θάνατο του μικρού.

Κάθε χρόνο.

Είμαι σίγουρος πως κανένας δεν ήθελε να σκοτωθεί ο μικρός, και θα είχαν όλοι δεύτερες σκέψεις, πριν ρίξουν, και θα τους κοίταζαν οι δίπλα με αποδοκιμασία, γιατί κάποιος είδε τον εικοσιπεντάχρονο να το πετά το δολοφονικό βεγγαλικό, και τα προηγούμενα που πέταξε, και τα προηγούμενα που πέταξαν όλοι οι άλλοι, και τα ανέχθηκε, ε, δεν θα τα ανεχθεί πια, γιατί θα σκοτώσουν αυτόν, το παιδί του, ένα ξένο παιδί, ένα όχι και τόσο ξένο επτάχρονο παιδάκι.

Δεν θα ξεχάσει κανείς το επτάχρονο παιδάκι.

Αν έπιανε η ελπίδα μου, θα το θυμόντουσαν οι άνθρωποι. Ποιος θα ήθελε να στερήσει την ζωή σε ένα επτάχρονο παιδάκι;

Καθώς όμως η νύχτα προχωρά, η ελπίδα μου, ότι μπορεί να αλλάξει κάτι, αν δώσουμε όνομα σ’ αυτόν τον σατανά, που βάζει πιστούς ανθρώπους να σκοτώνονται μεταξύ τους, αυτή η ελπίδα – δεν κρατάει πολύ.

Μου μένουν στο μυαλό τα επεισόδια που έκαναν οι φίλαθλοι της ΑΕΚ, το βράδυ.

Τελικός Κυπέλλου, ο αντίπαλος άγνωστος, μικρός – κανένας λόγος για αντιπαράθεση. Θα μπορούσε να είναι γιορτή, γιορτή της μπάλας, γιορτή κυπέλλου, γιορτή για την ΑΕΚ, αν κέρδιζε, ή προβληματισμός αν έχανε, αλλά πάντως γιορτή.

Δεν έχουν αντίπαλους απέναντί τους, ορκισμένους εχθρούς – έχουν τις οικογένειες των παικτών της άλλης ομάδας, σημαντικά λιγότερους φιλάθλους, και ΜΑΤατζίδες που δεν θα είχαν καμιά δουλειά εκεί αν οι ίδιοι οι οπαδοί της ΑΕΚ δεν είχαν χαλάσει τον κόσμο λίγες ώρες πριν.

Αυτά που ακολουθούν δεν τιμούν κανέναν.

Λίγους μήνες πριν λοιπόν, μία υπάλληλος του ίδιου σταδίου, μεταφερόταν στο νοσοκομείο με λιγότερα δάκτυλα στο χέρι της. Έπιασε μια κροτίδα, δεν ήξερε τι να την κάνει (υπάλληλος ασφαλείας που φτηνοπληρονώταν, για ώρες δούλευε, καμία ασφάλιση προφανώς, το ξεχάσαμε αυτό το σκάνδαλο) σκάει στο χέρι της, μένει με λίγα δάκτυλα λιγότερα, φωνάζει, ουρλιάζει, την μεταφέρουν σηκωτή στο νοσοκομείο.

Αν έπιανε η ελπίδα μου, θα την θυμόντουσαν οι φίλαθλοι. Ποιος θα ήθελε να στερήσει δάκτυλα από έναν αθώο άνθρωπο;

Αλλά, είναι σαν να μην έγινε ποτέ. Οι οπαδοί, πιο βάρβαροι από ποτέ, δεν σκέφτηκαν καν αυτήν την κοπέλα. Ίσως γιατί δεν είχε όνομα.

Λίγα χρόνια πριν, ένας 29χρονος έχανε την ζωή του σε γήπεδο της Λάρισας. Μία φωτοβολίδα, ριγμένη με όπλο, από την απέναντι κερκίδα, καρφώνεται στην καρωτίδα του.

Και ο 29χρονος Χαράλαμπος Μπλιώνας είχε όνομα αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό.

Ίσως τα παιδιά που μαλακίζονταν εχθές το βράδυ, δεν ξέρουν καν ποιος είναι ο Χαράλαμπος Μπλιώνας.

Αν έπιανε η ελπίδα μου, θα τον είχαν θυμηθεί οι φίλαθλοι. ΘΑ τον είχαν θυμηθεί οι άντρες ασφαλείας και οι αστυνομικοί που ελέγχουν τον χώρο και την ασφάλεια όσων είναι μέσα. Ποιος θα ήθελε να στερήσει την ζωή από έναν αθώο φίλαθλο;

Οι ελπίδες, νιώθω, είναι σαν σπόροι. Μπορώ να τις προτείνω, να τις φυτέψω, αλλά αν δεν έχουν χώμα, αν δεν έχουν νερό, δεν θα μεγαλώσουν – δεν θα γίνουν τίποτα. Θα μείνουν ελπίδες, ελπίδες για ένα μέλλον με περισσότερη λογική, περισσότερο συναίσθημα.

Ελπίδες για ένα μέλλον που θα θέλαμε να αλλάξουμε, ώστε να μην σκοτώνεται κανείς, να μην χάνει χέρια, δάκτυλα, μάτια κανείς, να μην χαλάει κανείς την ζωή κανενός για ένα βάρβαρο, απαράδεκτο έθιμο, ή για μία βλακώδη επίδειξη δύναμης.

Αν έπιανε η ελπίδα μου, δεν θα χρειαζόταν ένα όνομα. Θα είχαμε αρκετό μυαλό για να μην επαναλάβουμε τα λάθη μας, αυτά τα ανούσια, βλακώδη, εκληματικά λάθη, ποτέ ξανά.

Αν έπιανε η ελπίδα μου, δεν θα χρειαζόμασταν ονόματα θυσιασμένων.

Αν έπιανε η ελπίδα μου, θα αρκούσε να θυμόμαστε.

Royal Wedding Crowd

Πάντα υπάρχει ο μαλάκας της παρέας.

Σας το λέω, δηλαδή, πρώτος – για να μην προλάβετε να μου το πείτε εσείς. Πάντα υπάρχει. Εκεί που όλοι κάνουν χαβαλέ, και πλάκα, και διασκεδάζουν, και ξεχνιούνται βρε αδελφέ, πετάγεται ο πικρόχολος και λέει «αχ, και να είχαμε την γιαγιά τώρα» και γαμιέται το γλέντι.

Καλά περνάγαμε ρε παπάρα, δεν περνάγαμε καλά; Γιατί μας το χαλάς;

~

Να, σήμερα είχαμε τους γάμους του ζευγαριού της χρονιάς. Χαβαλές, γέλιο, καπέλα, το πρώτο φιλί, Πίπα να λέγεται η κουνιάδα, στα κίτρινα η βασίλισσα, ξεχνιόμαστε.

~

Και μένα να μη μου βγαίνει από το μυαλό, μία 32χρονη, νέα κοπέλα, που ενώ ετοιμαζόταν να κάνει το τρίτο της παιδί – πηγαίνει σε νοσοκομείο που δεν εφημερεύει, στην αρχή, ενώ δεν υπήρχε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας να την φροντίσει, πεθαίνει, λόγω έλλειψης, λένε τα πρώτα ρεπορτάζ, γιατρών.

~

Άμαξες, το νυφικό, πλούσια ρούχα, πλήθος κόσμου, δεν έμπαινε το δαχτυλίδι, αλλάζει το όνομά της από Κέητ σε Κάθριν, Ζαμπούνης, προγαμιαίες σχέσεις και συμβόλαια, ξεχνιόμαστε.

~

Και κάποιοι άλλοι να κλαίνε, γιατί ένα παιδί, παιδί, μόλις επτά χρονών, κατέληξε, σήμερα το πρωϊ, από τραύματα στο κεφάλι λόγω έκρηξης πυροτεχνήματος/φωτοβολίδας. Την έριξε ένα εικοσιπεντάχρονο παιδί, που έχει συλληφθεί λέει το ρεπορτάζ, και, προφανώς, θα δικαστεί για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Δυο ζωές.

~

Πάντα υπάρχει ο μουντρούφλης. Εκεί που όλοι διασκεδάζουν, κάποιος περίεργος, κάποιος βλαμμένος δεν ανέχεται, δεν αντέχει να υπάρχουν δύο – τρεις – δέκα χιλιάδες αναφορές στον γάμο, και δέκα όλες και όλες σε δύο παιδιά και μία έγκυο.

Αν τον συναντήσεις, πάντως, μην τον μαλώσεις. Προσπέρασέ τον, αν σε χαλάει – αλλά μην τον μαλώσεις. Δεν θέλει να σου χαλάσει την καρδιά. Να, μωρέ, ντρέπεται που δεν υπάρχει νοσοκομείο για την έγκυο, που δεν υπάρχει λογική για τα παιδιά.

Και αυτός, μην νομίζεις – αν στο πει σκληρά, δεν το εννοεί. Ντρέπεται και στεναχωριέται, και πληγώνεται, και θέλει να φωνάξει, και έχει ευθύνη για την επόμενη έγκυο, και το επόμενο παιδί, αν πεθάνει το επόμενο παιδί – αλλά θα πεθάνει, και η επόμενη έγκυος, και το επόμενο παιδί γιατί δεν θα φωνάξει κανείς, δεν θα παραιτηθεί κανείς, και δεν θα αλλάξει τίποτα κανείς – έτσι νιώθει.

Γιατί, αν το θες, δεν μπορεί ένας γάμος να κάνει περισσότερο θόρυβο από δύο κηδείες.

Update: Διαβάστε την αντίθετη άποψη, εδώ.

Θέλω να σου ζητήσω μία χάρη.

Θέλω να ξεχάσεις για λίγο τους μισθούς σου. Θέλω να ξεχάσεις τα δελτία ειδήσεων, οτι σε φωνάζουν γουρούνι στις διεθνείς αγορές, τα επιδόματα και τα δώρα σου, την αξία που έχει το χρήμα σου.

Θέλω να ξεχάσεις τον επι μήνες, δημόσιο, διαρκή εξεφτελισμό σου.

Θέλω να ξεχάσεις ότι τρείς τύποι, που δεν τους επέλεξες, που δεν τους ψήφισες, που δεν τους ξέρεις καν, με την ανοχή της σημερινής κυβέρνησης, κανονίζουν αν, και τι ασφάλιση θα έχεις, πόσο θα κάνει μία υπηρεσία που θα αγοράσεις ή θα προσφέρεις, αν θα βρεις φάρμακα ή νοσοκομεία όταν τα χρειαστείς.

Θέλω να ξεχάσεις τον επι μήνες δημόσιο, διαρκή εξεφτελισμό σου.

Θέλω να ξεχάσεις, για λίγο μόνο, ότι οι τρεις νοματαίοι από τα ξένα σε εκβιάζουν για να αγοράσεις δάνεια από αυτούς, μόνο, στις τιμές που σου προσφέρουν αυτοί, μόνο – ενώ αυτοί με την σειρά τους μπορούν να πουλήσουν το χρέος σου όπου, και όποτε αυτοί γουστάρουν. Ακόμα και στους εχθρούς σου, γιατί το χρήμα δεν έχει εχθρούς.

Θέλω να ξεχάσεις τον επι μήνες δημόσιο, διαρκή εξεφτελισμό σου.

Θέλω να ξεχάσεις ότι το δώρο Πάσχα, για πολλούς, ήταν περίπου εκατό ευρώ. Θέλω να ξεχάσεις ότι για ακόμα περισσότερους, το δώρο Πάσχα, θα έρθει από το ταμείο ανεργίας. Και για άκομα περισσότερους, ότι δεν θα έρθει κανένα δώρο, από κανένα ταμείο.

Θέλω να ξεχάσεις τους όλο και περισσότερους πολίτες που μαζεύονται έξω από τα συσσίτια. Να ξεχάσεις τις σχολές που κλείνουν, τα νοσοκομεία που κινδυνεύουν, τα νοίκια και τα δάνεια που μένουν απλήρωτα.

Θέλω για λίγο να ξεχάσεις πόσο πολύ φοβάσαι.

Όταν τα καταφέρεις, θέλω να διαβάσεις αυτό:

Αρκετά έχουμε αυτομαστιγωθεί στη ΝΔ, τόνισε ο Ευριπίδης Στυλιανίδης

Αποστάσεις από τη διαμάχη που έχει ξεσπάσει μεταξύ της νυν ηγεσίας της ΝΔ και της «καραμανλικής πτέρυγας» για την απόφαση της δημόσιας αποκήρυξης της απογραφής επί υπουργίας Γ.Αλογοσκούφη κράτησε μιλώντας στον Βήμα 99,5, ο βουλευτής Ροδόπης Ευριπίδης Στυλιανίδης.

«Είναι λάθος οι πολιτικές δυνάμεις να κοιτούν προς τα πίσω. Αρνούμαι να σχολιάσω το παρελθόν» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Στυλιανίδης.

«Η αυτοκριτική της ΝΔ έχει γίνει. Αρκετά έχουμε αυτομαστιγωθεί. Η ΝΔ θα κριθεί πλέον από τον νέο της λόγο» τόνισε ο βουλευτής της ΝΔ και πρόσθεσε ότι «οι αποφάσεις του παρελθόντος θα κριθούν από τους ιστορικούς».

Ο κ. Στυλιανίδης έστρεψε τα βέλη του κατά της κυβέρνησης, τονίζοντας ότι πάσχει από «πολιτικό Αλτσχάιμερ» και ότι «έχει επιλεκτική μνήμη» σχετικά με τις ευθύνες για την κατάσταση στην οποία έχει φτάσει η χώρα μας.

Αναφερόμενος στο «Ζάππειο 2» που θα παρουσιάσει ο Αντώνης Σαμαράς στις 9 Μαΐου ο κ. Στυλιανίδης είπε ότι θα περιλαμβάνει προτάσεις για πολιτικές έκτακτης ανάγκης προκειμένου να βγει η χώρα από το αδιέξοδο. Πρόσθεσε ότι θα παρουσιαστεί μία δέσμη προτάσεων πρακτικού χαρακτήρα.

Πρόσθεσε ακόμα τώρα έχει διαταραχθεί η κοινωνική συνοχή και έχει διαλυθεί η μεσαία τάξη. «Η ΝΔ έχει χρέος να στηρίξει τις εξαθλιωμένες ομάδες».

Από το in.gr

Θέλω να κρατήσεις λέξεις-κλειδιά όπως «Η αυτοκριτική της ΝΔ έχει γίνει. Αρκετά έχουμε αυτομαστιγωθεί. Η ΝΔ θα κριθεί πλέον από τον νέο της λόγο», και «Είναι λάθος οι πολιτικές δυνάμεις να κοιτούν προς τα πίσω. Αρνούμαι να σχολιάσω το παρελθόν»

Και τώρα θέλω να τα ξαναθυμηθείς όλα όσα σου είπα να ξεχάσεις.

Υ.Γ.: Αν είσαι οπαδός του ΠαΣοΚ, και δείξεις σε άλλους το άρθρο, μόνο και μόνο για να πεις «να, κοίτα πόσο μαλάκες είναι αυτοί της ΝΔ – ψήφισε εμάς», είσαι πιο μαλάκας από ότι θα ήθελες να νομίζεις.

ACE Collectible Garbage Truck

Η Ελεάνα είδε τα προσεκτικά διαλεγμένα σκουπίδια της ανακύκλωσης να καταλήγουν στο ίδιο σκουπιδιάρικο που, δευτερόλεπτα πριν, αφομοίωνε τις πάνες και τα τρόφιμα.

Όταν μου το περιέγραφε, είχε ένα σταμάτημα το βλέμμα της.

Μία απογοήτευση.

Μία ώρα πριν, (μια ώρα πριν ρε φίλε!), ο υπολογιστής μου δεχόταν καταιγισμό από φωνές, κραυγές και κατάρες, καθώς αναμετέδιδε, για άλλη μία φορά, στιγμές της Κερατέας.

Εκεί, που ένα κράτος, πασχίζει να χτίσει μία μονάδα διάθεσης σκουπιδιών. Κόντρα σε στην αρχή ήρεμους, ύστερα εξαγριωμένους πολίτες, με όπλο ασπίδες, κράνη εξαρτήσεις, αφθονία χημικών που, καθώς καταγγέλλεται μπορεί να είναι υπεύθυνα για τον θάνατο ενός αγέννητου παιδιού, πολλούς, πολλούς τραυματισμούς ρε φίλε, σωματικούς και ψυχολογικούς.

Κόντρα σε ένα χωριό, που δεν τους εμπιστεύεται – ούτε-ένα-λεπτό.

Και εκεί, που κόβουν χρήματα από την σύνταξη, (κόβουν χρήματα από την σύνταξη ρε φίλε!), για να πληρώσουν ευρωπαϊκά πρόστιμα για τις παράνομες χωματερές. Σκέψου το: θέλω να πω, αν μπορείς, σκέψου το.

Δεν μπορώ να φανταστώ πόσο πιο χαμηλά θα πέσουμε. Πόσο πιο ανήκουστο είναι να μαζέψει κανείς αποτυχημένες ανακυκλώσεις, νεκρά αγέννητα παιδιά από χημικούς πολέμους, κομμένες συντάξεις και ταυτόχρονα πληρωμές προστίμων για ανυπολόγιστη ζημιά στο περιβάλλον, σε μία πρόταση, σε μία ημέρα, σε μία σκέψη – και να μην ακουστεί τρομερά παράλογο. Τρομερά αποτυχημένο, τρομερά λίγο.

Τρομερά απογοητευτικό.

Ξέρεις, η απογοήτευση αυτή, είναι βαθιά. Όχι για τα σκουπίδια, ή για το χαμένο χρόνο διαλογής, να μπει το πλαστικό ή το μεταλλικό εδώ, το άλλο εκεί, να μην κλείσει η σακούλα, να μην χαθεί το χρήσιμο. Θέλω να πω, ούτε εύκολα τα έκανε αυτά η Ελεάνα, ούτε άκοπα – τα έκανε με όραμα.

Με κοίταξε όμως ρε φίλε η Ελεάνα με απογοήτευση. «Γιατί να παιδεύομαι;» Αυτό μου είπε.

Γιατί να παιδεύεται;

Η προσπάθειά της, η όποια, η μικρή ή η μεγάλη, θα περισυλλέγει με το ίδιο σκουπιδιάρικο που θα μαζέψει του τύπου που δεν έκανε καμία προσπάθεια. Που δεν ανακύκλωσε τίποτα, που δεν νοιάστηκε καθόλου, που τα έγραψε όλα στα αρχίδια του. Το κράτος θα τους αντιμετωπίσει το ίδιο, αδιάφορα, μάζεψέ τα ρε Γιώργο να φύγουμε. Και αυτό, στο λέω ρε μάγκα και στεναχωριέμαι στ’ αλήθεια, με πληγώνει βαθύτερα από το κάθε τι:

Αυτοί που ονειρεύονται να μην έχουν να ελπίζουν σε τίποτα.

Και αν ελπίσουν, για μία στιγμή, πως θα γίνουν πολιτισμένοι, πως θα βρουν -όχι βοήθεια, καθήκον, υπευθυνότητα, μία ροή, κάτι διαφορετικό, θα περάσει ο σκουπιδιάρης και θα τους αφήσει άφωνους.

Θα τους πάρω τηλέφωνο εκεί στον δήμο, να τους μαλώσω, και θα γελάσουν αμέσως μόλις κλείσουν το τηλέφωνο. Ρε τον μαλάκα θα πούνε, και θα ξεχάσουν σε τρία λεπτά το θέμα. Ή, θα μαλώσουν τον Γιώργο, που θα πει ρε τον μαλάκα, και τι τον νοιάζει, και θα βρίζει αποφεύγοντας τον μπλε κάδο – ή αδειάζοντας τον από εκδίκηση, πάρτα ρε μαλάκα.

Θα τους μαλώσω, πες. Και πες θα αλλάξουν. Πες. Αλλά αυτό το βλέμμα, αυτήν την αμφιβολία στα μάτια της Ελεάνας, τίποτα δεν θα την σβήσει.

Μαλακισμένο πράγμα η εμπιστοσύνη, άμα χαλάσει, δύσκολα κολλάει.

Χίλιοι άνθρωποι μου λένε «Τι ασχολείσαι; Τι νομίζεις πως θα αλλάξει;»

Κάθε τρεις και λίγο, αφήνω ένα σχόλιο στο twitter, με τρόπο τέτοιο για να τον διαβάσει ο Υπουργός, ο Παπουτσής. Το μήνυμα λέει «και τελικά δεν μας είπατε, τι λέει η έρευνα, φταίνε τα χημικά των ΜΑΤ για την αποβολή της εγκύου στην Κερατέα;»

Χίλιοι άνθρωποι μου λένε «Τι ασχολείσαι; Τι νομίζεις πως θα αλλάξει;»

Και με ένα πέρασμα του σκουπιδιάρικου, κερδίζουν.

Και γινόμαστε πιο βρώμικοι, και πιο στα αρχίδια μας, και πιο λυσσαλέοι, μίζεροι και κακόμοιροι, και χαζεύουμε στις οθόνες μας κοίτα ρε μαλάκα τι γίνεται στην Κερατέα, μπαμ! μπουμ! πω πω, γαμάτη αυτή η μολότοφ, ξυστά πέρασε, τον μαλάκα τον μπάτσο – και πετάμε το κουτάκι στα ίδια σκουπίδια που θα σκοτώσουν, αύριο, έναν εξαγριωμένο πολίτη, έναν ΜΑΤατζή, ένα αγέννητο μωρό ή μία ελπίδα.

Και αν πάει κάποιος να εξεγερθεί; να αλλάξει κάτι;

Θα περάσει το σκουπιδιάρικο και θα πετάξει τα σκουπίδια στον ίδιο κάδο πολτοποίησης. Δεν μπορείς να αλλάξεις τίποτα μαλάκα μου. Θα στο κάνουμε πάντα πιο δύσκολο.

Θες κατακλείδα, ε; Να κλείσω με κάτι. Να ξέρεις αν είναι να ελπίζεις, γιατί θα σου πω όχι – θα συνεχίσουμε γιατί αξίζει, ή θα σου πω γάμησέ τα ρε φίλε, και θα μαυρίσει η ψυχή σου.

Να χα ένα καλό κλείσιμο ρε μπαγάσα, μπέσα σου λέω, θα στο έδινα.

Rocks

Ο Τάσος Μαντέλης παραδέχθηκε 450.000 μάρκα δώρο από την Siemens και τον καλούν να πληρώσει… 7.500 χιλιάδες ευρώ.

Γιατί; Τι νόημα έχει; Τι νόημα έχει αυτή η ποινή;

Τίποτα να μην πληρώσει. Τίποτα.

Δεν κάνω πλάκα, τίποτα απολύτως. Έχω καλύτερη ιδέα:

Να τον κάνουν ξανά υπουργό. Είναι πολύ μάγκας ο Τάσος, θα μας βγάλει από την κρίση – είναι φανερό.

Του κόψανε και το εκλέγειν και εκλέγεστε και στεναχωρήθηκε πολύ όπως γράφανε σωρηδόν τα ρεπορτάζ; να του το δώσουνε πίσω.

Γιατί να μην εκλέγεται;

Έχουμε τον Μαντέλη, τον Τσουκάτο παλιότερα, τον Άκη, και τους κατηγορούμε αντί να τους κάνουμε σημαίες;

Αφού είναι φανερό: Αυτοί είναι οι σωτήρες μας.

Διότι:

  • είτε ο κόσμος θα πει «να καθαρίσει ο Μαντέλης που είναι πολύ μάγκας και ασίκης, και παίρνει δέκα και πλερώνει μία», να τον στείλουμε στας ευρώπας να κάνει κολεγιά με τα άλλα τα λαμόγια που συνεννοούνται μια χαρά τόσα χρόνια,
  • είτε ο κόσμος θα πει «αυτό πάει πολύ, αυτό είναι προσβολή, να καεί το μπουρδέλο η βουλή» και θα αφήσει τα γιαούρτια, και θα πιάσει τις πέτρες.
  • Ένα από τα δύο θα γίνει. Όχι σ’ αυτόν τον Μαντέλη; Όχι σ’ αυτόν. Στον επόμενο ρε αδελφέ. Στον μεθεπόμενο.

    Έχουμε Μαντέληδες, οοουυυ, ένα σωρό. Διευθυντές κατεστραμμένων ταμείων, υπουργούς οικονομικών, πολιτικούς που διόριζαν, διευθυντές εφοριών, διευθυντές δημοσίων….

    Έχουμε Μαντέληδες ένα σωρό.

    Και, κάποια στιγμή, θα γίνουν οι σωτήρες μας αυτοί οι τύποι.

    Είτε έτσι, είτε αλλιώς.

    Να μου το θυμηθείς.

    #noJustice

    Chives and Greek Flag

    Εδώ και πολλά χρόνια, θέλω να βάλω μία σημαία στο μπαλκόνι μου. Το ξεχνάω, κάθε φορά, σε κάθε επέτειο, αλλά σχεδόν το μετανιώνω: την επόμενη φορά, σίγουρα θα το κάνω.

    Αλλά δεν το κάνω.

    Η αλήθεια είναι πως μου αρέσει που είμαι Έλληνας. Θέλω να πω, το ίδιο θα μου άρεσε αν ήμουν και Πακιστανός, Τούρκος ή Σκοπιανός, αλλά και Έλληνας που είμαι, πολύ μου αρέσει.

    Βέβαια, ίσως φταίει που είμαι μισός Γάλλος – η μητέρα μου ήταν Γαλλίδα. Και μισός Γάλλος που είμαι, μ’ αρέσει. Δεν βλέπω γιατί να μην μ’ αρέσει.

    Μόνο που τώρα τελευταία, δεν μ’ αρέσει το πως έχουν κάνει άλλοι να είσαι Έλληνας. Έλληνας πχ κατέληξε να είναι να μισείς τους Τούρκους, δεν θέλω να είμαι τέτοιος Έλληνας. Για άλλους, Έλληνας σημαίνει να χαίρεσαι υπερβολικά με τις νίκες των εθνικών ομάδων, και να λυπάσαι επίσης υπερβολικά – σχεδόν να θυμώνεις. Ούτε τέτοιος Έλληνας θέλω να είμαι.

    Κάποιοι τύποι νιώθουν Έλληνες όταν φοράνε τα μαύρα τους τα τζάκετ, αρπάζουν τα καδρόνια και βαράνε τον πρώτο μετανάστη που θα βρούνε μπροστά τους – άλλοι, νιώθουν Έλληνες όταν καίνε βιβλία, ή όταν κλέβουν την εφορία.

    Ούτε τέτοιος Έλληνας θέλω να είμαι.

    Εγώ, περιέργως, έχω άλλη Ελλάδα στο μυαλό μου.

    Θέλω να είμαι εκείνος ο Έλληνας που βοηθάει τον μετανάστη που θα έρθει στην χώρα του, που θα μοιραστεί το ψωμί του, θα εκπαιδεύσει το παιδί του, θα γιατρέψει την γυναίκα του. Θέλω να είμαι εκείνος ο Έλληνας που θα πληρώσει τους φόρους του, φροντίζοντας όμως ταυτόχρονα να είναι δίκαιοι για όλους, όχι μόνο για ‘κείνον.

    Θέλω να είμαι ο Έλληνας που λέει καλημέρα στον γείτονά του, είτε της πολυκατοικίας, είτε της γειτονιάς, είτε της διπλανής χώρας. Να λυπάται με τις λύπες του, να είναι δίπλα του στα δύσκολα και να χαίρεται με τις χαρές του.

    Θέλω να είμαι εκείνος ο Έλληνας που δεν θα ντρέπεται να βάλει την σημαία του στο μπαλκόνι, γιατί δεν θα έχει κοιτάξει αλλού όταν κάποιος αδικεί κάποιον άλλον. Δεν θα έχει κοιτάξει αλλού όταν κάποιος άλλος πεινά, ή υποφέρει. Θέλω να είμαι ο Έλληνας που θα τον δείχνουν όλοι, και θα λένε τιμά τον λόγο του, μου στάθηκε, ήταν ντόμπρος. Θέλω να είμαι ο Έλληνας που θα αφήσει θα χαρεί να δει, δίπλα του, τον Πακιστανό ή τον Τούρκο να βγάλει την δική του σημαία στο μπαλκόνι, στο διπλανό από το δικό μου, γιατί θα νιώθει εξίσου περήφανος που είναι Πακιστανός, ή Τούρκος.

    Δεν βλέπω γιατί τα καραφλοξυρισμένα παιδαρέλια είναι πιο Έλληνες από μένα. Δεν καταλαβαίνω γιατί ο μπαγάσας που κλέβει την εφορία γιατί νιώθει ότι αδικείται, αλλά ψηφίζει το ίδιο κόμμα που τον αδίκησε γιατί του έδωσε δουλειά στο δημόσιο είναι πιο Έλληνας από μένα. Δεν κατανοώ γιατί ο πολιτικός αρχηγός που διασπείρει μίσος, απέχθεια, διαφορά και έχθρα είναι πιο Έλληνας από μένα. Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί αυτός που καίει έναν (υποτυπώδη) χώρο διαφορετικής λατρείας, αδιαφορώντας αν έχει μέσα ανθρώπους, είναι πιο Έλληνας από μένα. Δεν μπορώ να διανοηθώ γιατί ο πολιτικός που πατάει τον όρκο του, που λέει δημόσια και εν γνώσει του ψέματα είναι πιο Έλληνας από μένα.

    Επειδή το λέει; Επειδή κρέμασε στην γιορτή την σημαία στο μπαλκόνι; Επειδή το καπηλεύτηκε;

    Την βλέπουμε αλλιώς την Ελλάδα. Εγώ πάντως, σίγουρα την βλέπω αλλιώς. Και όσο μεγαλώνω, τόσο αγνοώ την δική τους ερμηνεία του έλληνα, τόσο περισσότερο θέλω να φωνάξω ότι είμαι Έλληνας.

    Της δικής μου Ελλάδας. Της δικής μου πατρίδος η σημαία.

    Η κάλπη

    Εμένα, όταν με ρώτησαν, τους απάντησα ότι θέλω ειρήνη και δικαιοσύνη.

    Όταν με ρώτησαν τους είπα ότι δεν θέλω να επιβάλλεται κάτι παράνομο με την δύναμη των χημικών και των ΜΑΤ. Ότι θέλω οι πολίτες να απολαμβάνουν υπηρεσίες νόμιμες και πλήρεις, όχι να πληρώνουν χωρίς να εξυπηρετούνται. Ότι θέλω νομιμότητα, όχι λήθη. Ότι θέλω νομιμότητα, όχι παραγραφή. Ότι θέλω νομιμότητα, όχι ασυλία.

    Όταν με ρώτησαν, τους είπα ότι σέβομαι τον θεσμό του πανεπιστημιακού ασύλου, ότι δεν θέλω αστυνομία στο πανεπιστήμιο. Ότι θέλω να σέβονται τον πολίτη, όποιος και να είναι, από όπου και αν προέρχεται. Απάντησα οτι δίνω αξία στα ανθρώπινα δικαιώματα, οτι δίνω αξία στην ανθρώπινη ζωή, οτι δίνω αξία στις ευθύνες μας.

    Όταν με ρώτησαν τους είπα ότι το να μην παραπέμπεται κανείς είναι απαράδεκτο. Ότι να εκδιώχνεται βουλευτής αν δεν συμφωνεί απόλυτα με το κόμμα μας, είναι απαράδεκτο. Ότι το να μην ευθύνεται κανένας πρόεδρος/διευθυντής ασφαλιστικού ταμείου για τα ελλείμματά του είναι απαράδεκτο. Ότι το να μην μου παρέχονται υπηρεσίες υγείας και σύνταξης παρότι έχω πληρώσει γι’ αυτές, είναι απαράδεκτο. Ότι να μου παρακρατούν συμφωνηθέντες μισθούς, είναι απαράδεκτο, να μου αυξάνουν μονομερώς τις ώρες και τις συνθήκες εργασίας είναι απαράδεκτο.

    Όταν με ρώτησαν τους είπα ότι δεν θέλω να πληρώσω χρέη που δεν γνωρίζω που και πως προήλθαν. Ότι είμαι εναντίον της χρήσης χημικών από τους αστυνομικούς στις πορείες, είμαι εναντίον της χρήσης βίας, ψυχολογικής ή σωματικής από την αστυνομία, ότι είμαι εναντίον των συνθηκών κράτησης στις φυλακές. Ότι δεν θέλω να πεθάνει άλλος άνθρωπος ενώ είναι κρατούμενος.

    Ότι είναι απαράδεκτο να συλλαμβάνεται κάποιος για το …μαλλί του, γιατί κατεβάζει τα σκουπίδια, γιατί περπατάει στον δρόμο. Οτι είναι απαράδεκτο να του βάζουν στην τσάντα μολότοφ για να τον κάνουν, σώνει και καλά, ένοχο, ενώ άλλοι, που δημιουργούν επεισόδια, να πληρώνονται κάθε μήνα από την αστυνομία.

    Όταν με ρώτησαν, τους είπα ότι δεν θέλω να αντιμετωπίζονται συνάνθρωποί μου ρατσιστικά, γιατί ερωτεύτηκαν κάποιον του ιδίου φύλλου. Ότι αν θέλουν να συμβιώσουν μαζί, να το κάνουν ελεύθερα, νόμιμα και συνταγματικά κατοχυρωμένα όχι με την ανοχή, αλλά την προστασία του κράτους. Ότι δεν θέλω να δουλεύουν ανασφάλιστοι και να πεθαίνουν σε αυλές υπουργείων. Ότι δεν θέλω να γίνονται τα ίδια λάθη στο περιβάλλον με αυτά του παρελθόντος.

    Όταν με ρώτησαν για την εκκλησία τους είπα ότι δεν θέλω να πληρώνονται οι υπάλληλοί της από το κράτος, δεν θέλω να εξαρτάται από αυτήν αν θα δοξάσει τον θεό του ένας …»άπιστος».

    Όταν με ρώτησαν τους είπα ότι δεν θέλω να «ξεχνάει» το κράτος τις υποχρεώσεις των καναλιών με αντάλλαγμα την πλήρη υποταγή στα αφεντικά τους. Δεν θέλω ιδιοκτήτες μέσων να έχουν και άλλες επιχειρήσεις που κάνουν δουλειές με το κράτος.

    Όταν με ρώτησαν τους είπα ότι δεν θέλω να ξεχάσω την Vodafone, την (υποτιθέμενη) αυτοκτονία του Κώστα Τσαλικίδη, την Siemens, τα εξοπλιστικά, τις «επιχορηγήσεις» προς τα κόμματα, τις καλοπληρωμένες ΜΚΟ. Τους είπα ότι δεν θέλω να τα ξεχάσουν ούτε και αυτοί. Ότι δεν θέλω να ξεχάσω πως δεν προστατέψαμε ελληνικά καράβια από επιθέσεις σε διεθνή ύδατα, ότι κάνουμε συμφωνίες για να παράγουμε όπλα μαζικής δολοφονίας με επεκτατικές, δολοφονικές κυβερνήσεις.

    Εμένα, όταν με ρώτησαν, τους είπα την γνώμη μου.

    Και αν συμφωνούσαν αρκετοί, η γνώμη μου θα γινόταν και πράξη.

    Να το θυμάσαι, όταν, και αν σε ξαναρωτήσουν.

    (photo via @Karpidis from flickr

    Προσθήκη: διαβάζεται υπό τους ήχους: Κινούμενη άμμος

    Τις τελευταίες ημέρες ασχολούμαστε με τα γεγονότα τις Νομικής. Τους διακόσιους, τριακόσιους μετανάστες που ήταν μέσα, και έκαναν απεργία πείνας για να νομιμοποιηθούν όλοι (και όχι μόνο αυτοί) από το ελληνικό κράτος.

    Θα παραθέσω link από bloggers που ασχολήθηκαν με το θέμα, αν νομίζετε, ευχαρίστως να το κάνετε και εσείς στα comments (ναι, λέω να κάνω την έκπληξη σήμερα, και να τα αφήσω ανοιχτά 🙂 ).

    Υπάρχει, ως φιλολογία, ότι ο Αλέξης Τσίπρας(*) κανόνισε αυτήν την μεταφορά και την στέγασή τους εκεί. Δεν ξέρω αν ισχύει, το βρίσκω πολύ πιθανό δεδομένου ότι α) στελέχη του Σύριζα έχουν φανερά συμβάλει στην διαδικασία, β) ο Σύριζα γενικά τα συνηθίζει κάτι τέτοια κουλά.

    Ο πρωθυπουργός πάντως ήταν σαφής όταν μιλούσε για κομμάτικά παιχνίδια – το ίδιο και αρκετοί πασόκοι και μη όταν μίλησα μαζί τους στο twitter. Κάποιοι ήταν υπέρ του δέοντος ξεκάθαροι.

    Κοινό πνεύμα των αντιρρησιών ήταν σίγουρα το πόσο λάθος έκανε ο Σύριζα. Αν δεχθούμε λοιπόν ότι ήταν αυτοί, ας παραθέσω κάποιες σκέψεις μου.

    Για το αν έκαναν καλά που επέλεξαν την νομική, κατ’ εμέ δεν υπάρχει καν θέμα. Πόσους μήνες βρίσκονται στην Πανεπιστημίου μπροστά στην Ακαδημία απεργοί πείνας; Από που είναι; τι ζητάνε; Ξέρετε; Όχι; Αυτό ακριβώς. Ακόμα και αν ξέρετε, διαβάστε το «μήνες». Θα καταλάβετε τι εννοώ.

    Για το αν εκμεταλλεύτηκαν πολιτικά μετανάστες. Εδώ, για να είμαι ειλικρινής, γελάω πικρά και με τα δύο μέρη της πρότασης. Για παράδειγμα με την ξαφνική έγνοια που μας έπιασε για την εκμετάλλευση των μεταναστών. Ή με την πολιτική επιτυχία που είχε το εγχείρημα. Στο δεύτερο, την είδα την πολιτική επιτυχία – όσοι άκουσα θύμωσαν τόσο (ή έκαναν ότι θύμωσαν) με την «κατάληψη» της νομικής που δεν θα ψήφιζαν Σύριζα ακόμα και αν ήταν μόνο ένα κόμμα να ψηφίσουν. Κατ εμέ κέρδισαν τον σεβασμό όσων ήδη ήξεραν τον τρόπο σκέψης τους – αλλά και ακόμα και από τους υποστηρικτές τους, έχασαν μερικούς. Πολιτικά λοιπόν όχι μόνο δεν κέρδισαν, δεν είχαν καν τρόπο να κερδίσουν. Και το ήξεραν. Θέση μου. Για το πρώτο δε, που μας έπιασε κόψιμο αν τους εκμεταλλεύτηκαν τους φτωχούληδες τους μετανάστες, τώρα που το σκέφτομαι, δεν είναι για γέλια. Θα δούμε πόσο μας ένοιαξε πραγματικά μία ημέρα μετά.

    Για το αν έκαναν ζημιά στο άσυλο. Δεν θα είχα αντίρρηση, αλλά να – είδα στο twitter τόσους αντιπαθούντες να υποστηρίζουν την ζημιά στην ιδέα του ασύλου που έκαναν οι μετανάστες (οι μισοί και βάλε εξ αυτών δεν το γουστάρουν έτσι και αλλιώς γιατί συνήθως φιλοξενεί τους σιχαμένους αναρχικούς, επίσης πολλοί εξ αυτών στο όνομα του ασύλου έκαναν έτσι και αλλιώς μπουρδέλο τα πανεπιστήμια με τις παρατάξεις τους) που, πραγματικά, δεν νομίζω να πληγώθηκε τόσο πολύ το άσυλο. Και αν πληγωθεί αύριο, δεν θα φταίει ο Σύριζα που έβαλε τους μετανάστες, αλλά η κυβέρνηση που βρήκε ένα καλό πρόσχημα για να καταλύσει από τα τελευταία ίσως δείγματα πολιτισμού στην χώρα μας. Γιατί, όταν καταλύεται το άσυλο από μετανάστες ή αναρχικούς, δεν πας σαν κράτος να το καταλύσεις ακόμα περισσότερο – εκτός και αν δεν το ήθελες εξ΄ αρχής, οπότε πάσο.

    Δύο κουβέντες ακόμα, και κλείνω: Ο Σύριζα δεν έκανε, κατ’ εμέ, κανένα λάθος. Πολιτικά μπορεί, θα λυπηθώ να τον δω ίσως να πέφτει ακόμα πιο κάτω στην βουλή – αλλά θεσμικά, σ’ αυτό που πιστεύει και ονειρεύεται, ήταν ειλικρινέστατος.

    Έφερε το πρόβλημα στην πόρτα μας, στα κανάλια μας, στην σκέψη μας. Θυσίασε ένα ποσοστό στην βουλή για να μας αποδείξει πόσο υποκριτές είμαστε. Πόσο υποκριτικά μιλάει ο πρωθυπουργός, πόσο υποκριτικά οι φοιτητές, πόσο υποκριτικά οι ψηφοφόροι, πόσο υποκριτικά η κοινωνία, πόσο υποκριτικά τα κανάλια – πόσο υποκριτικά ο απλός λαός.

    Θέλω να πω, φανταστείτε ότι πολλοί από τους υποκριτές αυτούς που σχολίασαν την υπόθεση, η πρώτη τους ενέργεια ήταν να αποκαλέσουν υποκριτές τους «υποκινητές». Σουρεαλιστικό μπάχαλο.

    Κάποιοι – όχι πολλοί, δυστυχώς, είδαν αυτήν την υποκρισία να τους τριγυρίζει. Δεν λέω ότι δεν έχουν φερθεί υποκριτικά και κάποιοι στον Σύριζα, δεν το αποκλείω καθόλου, λέω όμως ότι, με αυτήν την κίνηση, σίγουρα αποκαλυφθήκαμε εμείς.

    Οι υπόλοιποι, θα αφήσουν τα κλάματα για το άσυλο, τους φτωχούς μετανάστες, τα πάρτε τους σπίτια σας αφού τους αγαπάτε και θα ασχοληθούν με κάτι άλλο με τους ίδιους όρους, σαν παιχνίδι υπολογιστή. Άκοπα.

    Βέβαια, λίγοι τυφλοί λιγότερο, είναι και αυτό μια νίκη, όσο να πεις.

    ((*) άλλοι το χρέωναν στον Αλαβάνο, αλλά επειδή δεν έχει πολιτικό κέρδος, δεν κινείται πολύ αυτή η σκέψη)

    Υ.Γ.: Σκόπιμα δεν ασχολούμαι εδώ με τους μετανάστες. Το δράμα τους, ή το μανιπουλάρισμά τους ή την πονηριά τους – δεν έχουν θέση σε πολιτική κουβέντα. Διαβάστε το blog μου όσοι είσαστε καινούργιοι, θα βρείτε άλλα άρθρα για να μιλήσουμε γι’ αυτούς.

    Προσθήκη: Φάτε λίγη ώρα σ’ αυτό το βίντεο. Το είχα παρουσιάσει στο twitter ως «Τους μετανάστες τους λένε παράνομους, *παράνομα* κράτη. Ηλέκτρα Κούτρα TEDxAcademy». Αξίζει τον χρόνο σας – αλλά μόνο αν ενδιαφέρεστε πραγματικά.

    Είμαι εκνευρισμένος, και προβληματισμένος, αλλά θα προσπαθήσω να κρατήσω καθαρό μυαλό, για να δω τα γεγονότα.

    Η περιγραφή, χωρίς χαρακτηρισμούς:

    Πελάτης της apple, κάτοχος ενός iMac (αυτά που είναι ο υπολογιστής μαζί με την οθόνη, ενιαίος, και μοιάζει σαν να έχεις μόνο μια οθόνη), για επαγγελματική χρήση, παρατηρεί σκούρες σκιές στην οθόνη του.

    Πηγαίνει το μηχάνημα (θυμίζω – είναι ενιαίο, άρα όλον τον υπολογιστή) στο εξουσιοδοτημένο σέρβις της εταιρίας SystemGraph.

    Από τις περιγραφές και των δύο, έμεινε γενικά ικανοποιημένος από την εξυπηρέτηση.

    Σε τρεις εργάσιμες, του επιστρέφουν τον υπολογιστή, μαζί με μία έγγραφη αναφορά που λέει για αντικατάσταση οθόνης.

    Για όλα αυτά, ο πελάτης καλυμμένος από την εγγύηση, δεν πληρώνει (εκτός από μία έξτρα αγορά).

    Ο πελάτης πηγαίνει στο γραφείο του, όπου ανακαλύπτει ότι το πρόβλημα δεν έχει διορθωθεί, αλλά επιδεινωθεί.

    Παίρνει ξανά τον υπολογιστή, και μαζί με φίλο του, ξαναπηγαίνει στην εταιρία SystemGraph.

    Εκεί, σύμφωνα με τις περιγραφές και των δύο πλευρών, υπάρχει εκνευρισμός. Ο πελάτης ζητά από την εταιρία να αντικαταστήσει πλέον τον υπολογιστή εξ ολοκλήρου, η εταιρεία διατείνεται ότι η apple δεν κάνει αντικαταστάσεις, και ότι ακόμα και αν ήταν έτσι, θα το έκανε η εταιρία από την οποία το αγόρασε, που είναι τα καταστήματα Public, και όχι από αυτούς.

    Ο πελάτης εξηγεί πως, τα καταστήματα Public στα οποία έχει ήδη απευθυνθεί, τον στέλνουν στην εταιρία ως επίσημη αντιπρόσωπο.

    Επίσης, ενημερώνει πως θεωρεί δικαίωμά του να γίνει αντικατάσταση συσκευής που υπολειτουργεί, και παραθέτει μία σειρά από νομικά επιχειρήματα.

    Η εταιρία ζητά από τον πελάτη έγγραφο το αίτημα αντικατάστασης, κάτι που κάνει άμεσα ο πελάτης. Ο διευθυντής της εταιρίας παραλαμβάνει το αίτημα υπογράφοντας με την υποσημείωση ότι δεν το διάβασε.

    Ο πελάτης ενημερώνει (ή «απειλεί» κατά την εταιρία) ότι θα προσφύγει στον Συνήγορο του Καταναλωτή και στο Ινστιτούτο Καταναλωτών αν δεν ικανοποιηθεί.

    Συνεχίζει ο πελάτης την διαδικασία επιδιόρθωσης (ή αντικατάστασης) του μηχανήματος, και ανεβάζει στο διαδίκτυο την περιγραφή της ιστορίας.

    Η εταιρία αντιδρά στις περιγραφές του, και ανακοινώνει πως κινηθεί νομικά κατηγορώντας τον για συκοφάντηση.

    Αυτά μπόρεσα να αλιεύσω από την ανοιχτή προς το κοινό επικοινωνία τους.

    Σύνδεσμοι:

    Το ποστ που περιγράφεται από τον πελάτη το γεγονός,

    Μία αναφορά του σε forum

    Η απάντηση (στο ίδιο forum) της εταιρίας,

    Η απάντηση (στο ίδιο forum) του πελάτη,

    Η ανακοίνωση από τον δικηγόρο του πελάτη της μήνυσης από την εταιρεία προς τον πελάτη με αίτημα αποζημίωσης διακοσίων χιλιάδων ευρώ.

    Είναι πολλά τα link, και αρκετά τα κείμενα, όταν τα διαβάσετε μην ξεχάσετε να ξαναγυρίσετε εδώ για να δείτε το σκεπτικό μου.
    ~

    Ως εδώ λοιπόν τα είπα καθαρά και στειρωμένα; Τα είπα. Ξηγήθηκα όμορφα; ξηγήθηκα.

    Πάμε να δούμε τι καταλαβαίνει ο arkoudos από όλο αυτό:

    Ένας τύπος πάει σε μία εταιρία για να φτιάξει ένα μηχάνημα δύο χιλιάδων ευρώ που το δουλεύει επαγγελματικά. Το μηχάνημα επισκευάζεται, αλλά επιστρέφει χειρότερο. Ο τύπος έξαλλος, επιστρέφει στην εταιρία που το έφτιαξε, τους βάζει τις φωνές, και τους λέει μαλακίες φτιάξατε, αλλάξτε το όλο τώρα γιατί άμα το ξαναφτιάξετε, πάλι έτσι θα μου το δώσετε και έχω και δουλειές. Του λένε πριτς, δεν αφήνει το μεγάλο αφεντικό. Τους λέει τι αφεντικό και κουταμάρες, υπάρχουν νόμοι, θα πάω στον Συνήγορο. Του λένε να πας όπου θες – απο μας δεν. Περνάει άλλα τόσα με άλλες εταιρίες που κρύβονται πίσω από την apple. Τσαντισμένος, γράφει ένα ποστ.

    Και η εταιρεία θίγεται.

    Μέχρι εκείνη την στιγμή, ότι και αν έχει ειπωθεί μεταξύ τους, η εταιρία δεν έχει θιχθεί. Στην απάντησή της, λέει ότι ο τύπος έβρισε, τσαντίστηκε, έκανε σαματά – αλλά η εταιρία δεν θίχτηκε αρκετά ώστε να κάνει μηνύσεις.

    Η εταιρία έκανε μηνύσεις όμως μόλις γράφθηκε το ποστ. Για την SystemGraph, αυτό το γεγονός είναι μη-υπάρχον, ανάξιο λόγου – μέχρι που γράφθηκε το ποστ και δημοσιοποιήθηκε η ιστορία.

    Μπορεί να γκρινιάζει όσο θέλει για την συμπεριφορά του τύπου: Το πόστ όμως, που ο τύπος μοιράζεται τις …εμπειρίες του, κάνει την εταιρία να πράξει το πιο γελοίο, ανόητο, λανθασμένο, βήμα που θα μπορούσε να κάνει ποτέ:

    Κάνει μήνυση για το ποστ.

    Ξαναδιαβάστε την απάντηση της εταιρίας:

    Ο πελάτης ήταν κακός, εκνευρισμένος, έβριζε, εμείς είχαμε δίκιο, αυτός είχε άδικο, σαματάς.

    Πουθενά δεν λέει η εταιρία «δεν έγιναν έτσι τα πράγματα». Πουθενά πχ δεν λέει «δεν του δώσαμε χαλασμένο μηχάνημα». Πουθενά δεν λέει «δεχθήκαμε ως ζητήθηκε την αντικατάσταση». Λέει «ήταν χαλασμένο», λέει «πράγματι ξαναήρθε», λέει «δεν υποχρεούμαστε να αντικαστήσουμε»

    Ο πελάτης λέει την αλήθεια.

    Αυτό όμως, είναι μικρής σημασίας για την εταιρία: σημασία έχει, για την εταιρία, που τα λέει δημόσια.

    Δεν στο αλλάξαμε, δεν ήταν σωστά επιδιορθωμένο, δεν σου δώσαμε εναλλακτικές – αλλά δεν έπρεπε να μιλήσεις.

    ~

    Κυρίες και κύριοι, σας καλωσορίζω σε μία νέα εποχή. Η SystemGraph θα γίνει, θέλοντας και μη, το χειρότερο δυνατόν πείραμα για το αν μία εταιρία μπορεί να ελέγξει την ροή πληροφορίας της απεικόνισης της ζωής του καθενός από εμάς.

    Διάβασα με προσοχή το ποστ του τύπου. Πρόκειται για ένα όχι ιδιαίτερης αξίας κείμενο. Είχε τσαντίλα προς λάθος κατεύθυνση, σαχλαμάρα διάθεση να πικάρει σε κάθε δεύτερη λέξη, είχε μέσα ανοησία θα έλεγα και κακή διαχείριση του γεγονότος. Κολλάει σε λεπτομέρειες, του φταίνε όλα, ακόμα και τα μάλλον αθώα, τον έχουν κοντράρει όλοι, είναι τσαντισμένος.

    Με δυο λόγια, έχει γνήσιο, ανθρώπινο, θυμό.

    Δεν τον αδικώ.

    Αν είχα δώσει, δύο χιλιάρικα, για μία συσκευή τέτοιας σημασίας, και μου την επισκεύαζαν κάνοντας την χειρότερη, λέγοντας μου μετά δεν στην αλλάζω που να χτυπιέσαι, θα είχα πει πολύ πιο άγρια πράγματα.

    Αλλά όσο θυμό και να έχει, δεν έχει δόλο.

    ~

    Έχω γνωστούς που φημίζονται για την ψυχραιμία τους. Αντιμέτωποι με εταιρίες όπως πχ η On Telecoms, (την αναφέρω και αυτά που έχω τραβήξει και εγώ) έχουν λυγίσει. Με τράπεζες. Με οργανισμούς. Με κολοσσούς.

    Μέχρι τώρα, ΟΛΟΙ οι πελάτες έχουν μιλήσει πρώτα με τις εταιρίες τους. Μετά, έχοντας μείνει ανικανοποίητοι από το επίπεδο επικοινωνίας, κυνηγούν να βρουν μία λύση. Μερικοί, όλο και περισσότεροι, κοινοποιούν τα προβλήματα για να ενημερώσουν άλλους υποψήφιους πελάτες γι’ αυτό που δεν θα σας πει κανείς άλλος πλην της εμπειρίας:

    Το after sales support.

    Αυτό γινόταν παλαιότερα αν θυμάστε (και γίνεται ακόμα) και από τις στήλες των περιοδικών, απο forum που είναι σχεδόν ειδικά γι’ αυτόν τον σκοπό, όπως το adslgr.com, από comment forms σε διάφορα καταστήματα (στα ίδια, για τον εαυτό τους!) από επιχειρήσεις που παρακαλούν για ένα σχόλιο συμμετέχοντας σε site όπως το booking.com, από επιχειρήσεις που ΠΛΗΡΩΝΟΥΝ, και μεγάλα ποσά πρέπει να σας πω μάλιστα, εξωτερικές εταιρίες για να συλλέγουν ανώνυμα, δημόσια, χωρίς παρεμβάσεις τα σχόλια των πελατών τους (όπως το getsatisfaction.com)

    Είναι μια λογική πολιτική μιας εταιρίας που λέει θέλω να μάθω τι λέει στ’ αλήθεια ο πελάτης μου για μένα, ακόμα και αν αυτό μου κοστίσει αν είμαι άχρηστος ή ακόμα και αν είναι κακόβουλος. Θέλω να μάθω, και τον εμπιστεύομαι να το κάνει δημόσια. Γιατί αν δεν το κάνει σε μένα, θα το κάνει κάπου αλλού, και επειδή δεν μπορώ να τον φιμώσω, θα κάνει μεγαλύτερη ζημιά.

    Η SystemGraph αποφάσισε ότι αυτή η ενημέρωση είναι παράνομη. Αναφέρεται σε ΜΙΑ και ΜΟΝΟ ΜΙΑ λέξη σε όλο το post, την λέξη Λαμόγια (που για μένα σαν αναγνώστη, δεν αφορά κάποιον συγκεκριμένα, είναι γενική και αόριστη ως βρισιά στο κείμενο), για θεωρήσει εαυτόν θιγμένη, και να φιμώσει αυτήν την διαδικασία.

    Δηλαδή, πραγματικά, τι σκεφτόντουσαν;

    ~

    Ορκίζομαι ότι τις πρώτες φορές που το διάβασα, δεν είχα δει καν την λέξη. Έπρεπε να την ψάξω. Επίσης, ορκίζομαι ότι δεν θα ήξερα το επίπεδο των υπηρεσιών της SystemGraph (μπορεί να την προτιμούσα κιόλας, καθώς κάτοχος και εγώ προϊόντων της apple) και ακόμα και αν είχα διαβάσει το άρθρο, πράγμα απίθανο, μάλλον δεν θα έριχνα δεύτερη ματιά…

    …αν η ίδια η εταιρία δεν έκανε μήνυση στον τύπο.

    Αν πράγματι με τα τόσα, κάποιος κατάφερε να μειώσει την εταιρία, ή να την καταστήσει αναξιόπιστη, ή να την θίξει εμπορικά δεν ήταν ο τύπος με το σαχλό -κατ’ εμέ- ποστ του.

    Ήταν η αδιανόητη κίνηση της εταιρίας να κυνηγήσει νομικά το δικαίωμα του τύπου να εκφράζεται.

    Μήνυση στον εαυτό τους πρέπει να κάνουν. Σοβαρά το λέω.

    Αδιανόητη, by the way, όχι γιατί δεν έχω πλήρη εμπιστοσύνη στον θεσμό της δικαιοσύνης. Ήταν δικαίωμά της – ειδικά όταν κάποιοι άλλοι ρίχνουν οξύ ή μπουνιές κάτω από το τραπέζι.

    Δεν έχω πρόβλημα κανένα που η εταιρία κάνει μήνυση για ένα άρθρο που, ενώ παραδέχεται ότι περιγράφει με σχετική ακρίβεια τα γεγονότα, διαμαρτύρεται για το …ύφος τους. Για μία και μόνο λέξη.

    Δεν θα κάνω λοιπόν …μήνυση στην εταιρία, γιατί αυτό που κάνει είναι νόμιμο. Διατηρώ όμως την επιφύλαξη αν αυτό που κάνει είναι εταιρικά ηθικό:

    – γιατί ζητά το εξωφρενικό ποσό 200.000 ευρώ από έναν πολίτη, με ξεκάθαρο σκοπό να τον γονατίσει ηθικά και σωματικά,

    – γιατί ενώ παραδέχεται πως έτσι έγιναν σε γενικές γραμμές τα πράγματα, χτυπάει τον πελάτη της για την δημοσίευση, και όχι την αλήθεια των λεγομένων του,

    – γιατί είναι για μένα ξεκάθαρο πως σκοπός της είναι να φιμώσει, να τρομοκρατήσει, και, εν τέλει να λογοκρίνει έναν πολίτη.

    Οπότε νόμιμη λοιπόν, εξίσου αν όχι και περισσότερο, επιβεβλημένη και απόλυτα λογική, είναι και η δική μου κίνηση να αποφύγω κάθε συναλλαγή με την εταιρία και με παρακλάδια της, νόμιμη είναι η απόφασή μου να μην δώσω ούτε ένα ευρώ στα ταμεία της. Στην λιγότερη των περιπτώσεων γιατί δεν θέλω, αν τελικά κάνει χάλια δουλειά, να ανησυχώ αν το πω πουθενά ότι θα εισπράξω μία μήνυση που θα καταστρέψει την ζωή μου.

    Από εμένα, ποτέ-πια στην SystemGraph λοιπόν.

    Δεν πληρώνω εταιρίες που έχουν πρόβλημα με τον ελεύθερο λόγο μου.

    Δεν πληρώνω εταιρίες που αντί να κοιτούν πως θα κάνουν την δουλειά τους καλύτερα, σκαρφίζονται τρόπους να φιμώσουν τις αντιδράσεις που προκαλεί η ελλιπής εργασία τους.

    Δεν μου αξίζουν τέτοιες εταιρίες. Δεν μου αξίζει τέτοια συμπεριφορά.

    Ας βρουν άλλους πελάτες, πρόθυμους στο after sales support να παίρνουν και μία πλουσιοπάροχη μήνυση δώρο αν δεν είναι αρκούντως ευτυχισμένοι με το αποτέλεσμα. Ας βρουν άλλους πελάτες να τους δίνουν τα ωραία τους ευρώ για να πληρώνει η SystemGraph τους δικηγόρους της.

    Όχι εγώ. Ποτέ πια.

    [add-on: Άλλοι θα μπουν στην διαδικασία να κρίνουν αν η SystemGraph έχει ή δεν έχει υποχρέωση, αν η apple έχει η δεν έχει υποστήριξη και σε ποιο επίπεδο στην Ελλάδα, αν έχει ή όχι δίκιο ο τύπος. Δεν μπαίνω στην διαδικασία: αδιαφορώ. Υπάρχουν αρχές, δικαστήρια και οργανώσεις για να βρουν ποιος έχει, τελικά, δίκιο. Αλλά όταν μία εταιρία μηνύει κάποιον για το ύφος και όχι την αλήθεια των λόγων του, το παιχνίδι αλλάζει κατεύθυνση. Από αυτήν την εταιρεία απειλούμαι, ως μελλοντικός πελάτης, και όχι από την ποιότητα των υπηρεσιών της, ή την ευγένεια των υπαλλήλων της. Απειλούμαι γιατί αν δεν πειθαρχήσω πειθήνια με αυτά που πρεσβεύει, θα πάω φυλακή. Απειλούμαι γιατί αν έχω στόμα και μιλήσω ειλικρινά, το παιδί μου θα κάνει δέκα χρόνια να με ξαναδεί. Όσοι πιστεύουν ότι αυτή η υπόθεση έχει να κάνει με apple, με after sales support, ή με #fail αντιδράσεις απλώς, είναι βαθιά γελασμένοι.

    Σας το λέω, δείτε το δάσος – είναι στοιχειωμένο]

    [update: η SystemGraph μου έστειλε -και οφείλω να την αναρτήσω- μία ανακοίνωση για τα γεγονότα:

    Ανακοίνωση της System Graph Technologies σχετικά με την αντιμετώπιση από πλευράς μας, της διαμάχης που έχει προκύψει με καταναλωτή.

    Με ιδιαίτερη χαρά λάβαμε σήμερα την επιστολή παρέμβασης του Συνηγόρου του Καταναλωτή, ο οποίος κάλεσε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη την Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011.

    Αναγνωρίζοντας ότι η ήπια αντιμετώπιση των γεγονότων είναι πιο ωφέλιμη και για τις δύο πλευρές και αρνούμενοι να συμβάλουμε στον περιορισμό της ελεύθερης έκφρασης στο Διαδίκτυο, θα παρευρεθούμε στην συνάντηση προκειμένου να αναφέρουμε τις θέσεις μας, ελπίζοντας σε εξώδικη επίλυση της διαφοράς.

    Η ομάδα της System Graph Technologies

    .
    ]

    Όπως όλοι οι εργαζόμενοι έχουμε υπογράψει μία συνθήκη εργασίας. Θα δουλεύουμε πχ 8 ώρες, τα παραπάνω είναι υπερωρία. Θα πληρώνεσαι τόσο – όσο συμφωνήσαμε. Αν σε απολύσω θα σε αποζημιώσω. Αυτά, είναι συμβάσεις. Συμφωνηθέντα μεταξύ εσού και του αφεντικού σου.

    Τώρα, ο υπαλληλος πήγε να πιάσει δουλεια για το κράτος. Για συγκεκριμένους λόγους, η συμβαση ήταν διαφορετική. Είχε περισσότερα προνόμια, περισσότερες απολαβές. Αυτό, ήταν αποδεκτό από όλους. Εσένα (του λαού) που ψήφιζες το αφεντικό του, του αφεντικού του, και του εργαζόμενου. Ήταν μία συμφωνία τιμής.
    Όπως όμως και εσύ θα εξαγριωνόσουν αν το ένα μέρος καταπατούσε την συμφωνία, έτσι και αυτοί. Και ο μόνος τρόπος αντίδρασης είναι η απεργία.

    Τώρα, τι συμβαίνει πραγματικά. Το αφεντικό (το κράτος) και οι ιδιωτικοί (εμείς) βλέπουμε αυτήν την συμφωνία και εκνευρίζονται Το αφεντικό γιατί ήταν είτε άχρηστο είτε πονηρό, και εκμεταλλεύτηκε αυτήν την συμφωνία με ανταλλάγματα (πχ ψήφους). Εμείς γιατί οι συνθήκες της αγοράς είναι πιο σκληρές, και δεν μπήκαμε (δεν θέλαμε, όπως εγώ, δεν μπορούσαμε όπως άλλοι) στο ίδιο καθεστώς σύμβασης όπως αυτό του Δημοσίου Τομέα.
    Δημιουργήθηκε λοιπόν ένα κλίμα εκνευρισμού και ζήλιας: «οι άχρηστοι του δημοσίου». Στην πραγματικότητα, ήταν και είναι ακόμα ένα εξαιρετικό εργαλείο αυτός ο εκνευρισμός για να γίνει μία αθέτηση της συμφωνίας.

    Αυτό το εργαλείο στηρίζεται σε ξεκάθαρα προβλήματα του δημοσίου: γραφειοκρατία, μίζες, καθυστερήσεις, κλπ. Στην πραγματικότητα όμως, ο υπάλληλος έχει την μικρότερη (ή σε περιπτώσεις και καμία) ευθύνη για όλα αυτά. Η αδυναμία του δημοσίου να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις πχ, έχει να κάνει κατ’ αρχάς γιατί ο πολιτικός, ο βουλευτής, ο οποιοσδήποτε με εξουσία έβαλε εκεί ένα άχρηστο τομάρι. Δεν είναι όλοι – για κάθε άχρηστο είναι δέκα που δουλεύουν για αυτόν. Αλλά αυτός είναι μέρος του εργαλείου που λέγαμε.
    Τώρα λοιπόν, το κράτος (και εμείς, φυσικά) που ήμασταν κακοί διαχειριστές αυτής της εξουσίας, λέει «θέλω να απαλλαγώ από αυτό το κόστος». Δεν λέει όμως ότι αυτό διόρισε τους υπεράριθμους και τους άχρηστους, αυτό υποσχέθηκε σε εκείνη την σύμβαση που λέγαμε πιο πάνω, αυτό διαιώνησε το πρόβλημα αφήνοντας την γραφειοκρατία σε ανίκανους.

    Αυτό που λέει είναι «οι άχρηστοι δημόσιοι υπάλληλοι» που «ζημιώνουν όλους μας».

    Κάνε το «δημόσιοι υπαλληλοι» σε εργαζόμενοι, και θα δεις ότι είναι εξοργιστικό: αυτός που ευθύνεται, ρίχνει την ευθύνη σ’ αυτούς που δεν φταίνε.

    Με την ίδια λογική, αύριο (τι αύριο δηλαδή, εχθές, στην ψήφιση του νομοσχεδίου) κατοχύρωσε την απώλεια βασικών δικαιωμάτων του εργαζόμενου στον ιδιωτικό τομέα. Θα απολύεσαι πχ, σε έναν χρόνο – χωρίς αποζημίωση. Ήσουν, λέει, δοκιμαστικός.

    Αν δεν ήσουν ικανός βέβαια, ή κατάλληλος, κανονικά φταίει η επιχείρηση που σε προσέλαβε. Αλλά – guess what – θα την πληρώσεις εσύ.

    Αδικο; Μπορεί, αλλά απολύτως νόμιμο, γιατί έχει ψηφιστεί. Αντιστοίχως για τους δημοσίους είναι απολύτως νόμιμο να χάνουν επιδόματα και μέρος των αποδοχών τους σε 13ο – 14ο, αλλά εντελώς άδικο γιατί α) δεν ήταν μέρος της συμφωνίας τους, β) δεν είναι αυτοί υπεύθυνοι.

    Θα πήγαινες εσύ πχ σε μία εταιρία που σου δίνει και αυτοκίνητο, κινητό και μπόνους να πεις «οχι, ευχαριστώ, θα ζημιωθεί άδικα η εταιρία»; Είχες την απαίτηση από τον άνθρωπο που πήγαινε να εργαστεί στον δημόσιο τομέα να πει «όχι, εμένα ειδικά μην με μονιμοποιήσετε, μην μου δώσετε επίδομα – νιώθω ότι θα ζημιωθεί το κράτος»;
    Και οι δύο, και εσύ, και ο δημ. υπαλληλος θα λέγατε «η ευθύνη είναι σ’ αυτόν που προσλαμβάνει. Σ’ αυτόν που θέτει τους όρους».

    Τώρα πως πέφτει η ευθύνη σ’ αυτόν που τους αποδέχθηκε;