Μόνιμο αγκάθι μου οι κρεμάλες.
Αν κάτι με στοιχειώνει, κάθε φορά, είναι οι κρεμάλες, τα ντου στην βουλή, το σύνθημα «να καεί το μπουρδέλο η βουλή».
Με τρομάζει αυτό το σύνθημα, βαθιά, με τρομοκρατεί.
«Να καεί, να καεί, το μπουρδέλο η Βουλή».
Προσπαθώ, κάθε φορά, να εξηγήσω γιατί. Φυσικά, όπως σε όλα, η βάση της διαφωνίας μου είναι κυρίως το «όχι στο όνομά μου», μία θεωρία ύπαρξης που με καλύπτει, σχεδόν πάντα, απόλυτα.
Όχι στο όνομά μου.
Όσο δεν θέλω να λέει ο πρωθυπουργός πως οι θυσίες που κάνει ο Ελληνικός λαός τον αναγκάζουν να πλήξει τον τάδε, ή τον τάδε κλάδο (όχι στο όνομά μου, μάγκα μου) άλλο τόσο δεν θέλω ένα κομμάτι όχλου, είτε για χαβαλέ, είτε, πολύ περισσότερο, για τον βασανισμένο λαό (όχι στο όνομά μου, φίλε) να ορμήξει και να κάνει ντου στην Βουλή.
Όχι στο όνομά μου.
Αλλά αυτός είναι ο εύκολος λόγος. Ο άλλος χέστηκε – θα μου πει, «στα παπάρια μου, δεν το κάνω στο όνομά σου, στο δικό μου το κάνω. Εσύ κάτσε στον καναπέ σου να διαμαρτύρεσαι».
Σωστός, βέβαια. Όμως.
Ο δεύτερος λόγος ήταν πάντα το «και μετά;»
Η αμεσοδημοκρατία, που είναι ένα ευγενές, τολμώ να πω, όνειρο πολλών, δεν είναι άμεσα εφαρμόσιμο. Θα μπορούσαμε να γίνουμε εκείνο το χωριό που αυτοδιοικείται – αλλά δεν πρόκειται, όχι διότι ο γείτονας μου που κατεβάζει τα σκουπίδια του ενώ έχει απεργία, ή που δεν κόβει απόδειξη ενώ κατηγορεί αυτούς που φοροδιαφεύγουν, ή που βρίζει τον μετανάστη που «του έχει φάει τις δουλειές», ή, ή, ή – (καταλαβαινόμαστε, αυτός) όχι λοιπόν γιατί αυτός δεν πρόκειται ποτέ, δεν έχει ούτε την παιδεία, ούτε την διάθεση να εφαρμόσει αμεσοδημοκρατία.
Όχι γι’ αυτό.
Αλλά γιατί τα κενά εξουσίας, ειδικά τα τόσο μεγάλα κενά εξουσίας, θα καλυφθούν, άμεσα, από τους ισχυρούς. Και, πιο ισχυρός από τους εκατό, διακόσιους, χίλιους που θα μπουν με λοστάρια μέσα στην βουλή και θα ανοίξουν όποιο κεφάλι βρουν, είναι ο τύπος που έχει όπλο, πιο ισχυρός από αυτόν είναι ο τύπος που έχει πολυβόλο, πιο ισχυρός από αυτόν ο τύπος που έχει τανκς, πιο ισχυρός ακόμα ο τύπος που έχει ξερωγω πενήντα αστέρια ή ένα σφυροδρέπανο στην σημαία του.
Αν με εννοείς.
Το «και μετά;» λοιπόν, μοιάζει ένας αξιοπρεπής λόγος να φοβάμαι.
Αλλά, παραδόξως, δεν είναι ούτε αυτό.
(αντέχεις; τελειώνω)
Ο λόγος που φοβάμαι, λοιπόν, παραδόξως, είναι η εμπιστοσύνη.
Καμιά δεκαριά νοματαίοι αποφάσισαν πως δεν είμαστε αρκετά ικανοί να αντέξουμε την αλήθεια. Στην αρχή, έταζαν θέσεις στο δημόσιο πχ με λεφτά που δεν είχαν, και τα δανειζόντουσαν. Μικρό το επιτόκιο, μπορούσαν. Κρατούσαν επιχειρήσεις ανοιχτές με λεφτά που δεν είχαν, και τα δανειζόντουσαν. Μικρό το επιτόκιο, μπορούσαν. Δεν σου έλεγαν όμως «ψιτ, που ‘σαι, δεν παράγουμε. Αν συνεχιστεί αυτό, θα βουλιάξουμε». Αντιθέτως, έταζαν περισσότερες θέσεις, περισσότερο δημόσιο, περισσότερα επιδόματα. Το βασικό πρόβλημα ήταν πως δεν είχαν εμπιστοσύνη στον κόσμο. Του έλεγαν ψέματα. Ήξεραν, πίστευαν πως αν του έλεγαν την αλήθεια, θα λειτουργούσε λάθος. Και συνέχισαν να μην τον εμπιστεύονται. Σήμερα, καμιά δεκαριά νοματαίοι αποφάσισαν να μας ρίξουν στο ΔΝΤ. Χωρις να ρωτήσουν κανέναν. Μαζεύτηκαν σε ένα δωμάτιο, είπαν «μαλάκα βουλιάζουμε» (το καλό σενάριο σου λέω τώρα) και φτιάξανε πλάνο σωτηρίας. Χωρίς να ρωτήσουν κανέναν. Το πλάνο ήταν μαλακία – πήγαν να το φτιάξουν με ένα που αποδείχθηκε χειρότερο. Δεν ρώτησαν κανέναν. Γιατί δεν είχαν εμπιστοσύνη σε κανέναν.
Δεν είχαν εμπιστοσύνη σε μένα, σε σένα.
Ο κόσμος επαναστάτησε, πήρε κατ’ αρχάς τα πλακάτ, μετά μαζεύτηκαν πολλοί, μετά πέσανε τα δακρυγόνα και οι φόροι. Θόλωσε πες. Βρέθηκε, στους καπνούς, μία λύση.
«Να καεί, να καεί, το μπουρδέλο η Βουλή».
Γιατί να είναι αυτή η λύση; Γιατί να μην «καθαρίσει, καθαρίσει το μπουρδέλο η βουλή»; Ή να «πλυθεί, να πλυθεί, το μπουρδέλο η βουλή»;
Γιατί φοβούνται ότι, αν πέσει η κυβέρνηση, το μπουρδέλο θα αλλάξει πουτάνες – μπουρδέλο όμως, θα παραμείνει.
Γιατί δεν έχουν καμία, απολύτως εμπιστοσύνη. Σε σένα, σε μένα.
Δεν λέω ότι την αξίζουμε, ούτε εσύ, ούτε και γω. Μπορεί να μην είμαστε άξιοι εμπιστοσύνης. Μπορεί, πράγματι, να βάλουμε άλλες πουτάνες στο μπουρδέλο, όχι καλύτερες από αυτές που είναι τώρα εκεί. Δεν λέω.
Λέω όμως δύο πράγματα: ότι δεν θέλω κανένας με λοστάρι να αποφασίσει, εν μέσω χημικών και αστυνομικής βίας, στο όνομά μου, πως ήρθε η ώρα να καθαρίσει έτσι η βουλή,
και πως ο μόνος, ο μόνος τρόπος να γίνουμε άξιοι εμπιστοσύνης, είναι κάποιος να αρχίσει να μας εμπιστεύεται.
Και όσες φορές και να τα κάνουμε σκατά, ποτέ να μην πει «αφού τα κάνεις σκατά, σου αφαιρώ τον λόγο, παίρνω την κρεμάλα μου, και καίω την βουλή». Να διδάσκει, να επιμένει, να δείχνει, κάθε φορά, τα ίδια και τα ίδια λάθη, να νουθετεί, να προτείνει, να ελπίζει.
Αλλιώς, είτε οι μεν, είτε οι δε, θα δουλεύουν για το καλό μας. Και να θυμάσαι: είναι αποκλειστικά και μόνο γιατί δεν μας εμπιστεύονται.
Υ.Γ.: Μια σκέψη είναι, την δουλεύω ακόμα, συμπεριφερθείτε αναλόγως στα σχόλιά σας.
Εγώ θα μείνω λίγο στο «και μετά». Αυτό είναι που με βασανίζει. Αυτό το ερώτημα θέτω κι εγώ σε όσους ζητάνε ανατροπή τώρα.
Ναι, να πέσει ο ΓΑΠ. Και μετά; Εκλογές; Τι θα φέρουν; Συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ; ΝΔ-ΛΑΟΣ; Όλοι μαζί; Θα αλλάξει κάτι αυτό;
Ή μήπως αναρχία και αυτοργάνωση; Ωραίο ακούγεται δε λέω, και με φανταστική εφαρμογή σε μικρές συλλογικότητες, άντε και σε χωριά. Αλλά σε ένα κράτος; Και μάλιστα, όχι αποκομμένο από τον υπόλοιπο κόσμο; Είναι αφελές να πιστέψει κανείς πως θα περάσουν περισσότερες από 1-2 εβδομάδες μέχρι να υπάρξει έξωθεν παρέμβαση -ίσως και στρατιωτική.
Αυτό το «και μετά» είναι νομίζω που δεν έχει βρει ακόμα πειστική απάντηση, και γι’ αυτό ο κόσμος είναι μουδιασμένος. Θέλει να φύγει από την τωρινή κατάσταση, αλλά δεν ξέρει προς τα πού να πάει…
Να καεί το μπουρδέλο η βουλή δεν παίζει, όπως κανένα μπουρδέλο δεν άφησαν να καεί ποτέ. Το πολύ πολύ να αλλάξει πουτάνες πάλι. Παίζουν όλα τα σενάρια εκτός από το να μείνουμε «ακυβέρνητοι». Αν ανησυχείς μήπως έρθει ολοκληρωτικό καθεστώς, απλά άνοιξε τα μάτια και κοίτα γύρω σου!
Καλημέρα 🙂 Ζητάω προκαταβολικά συγγνώμη για το σεντόνι..
Κατ’ αρχάς, να γίνουμε άξιοι εμπιστοσύνης σε ποιους; Σε ανθρώπους που ονειρεύονται να εξουσιάσουν (να ασκήσουν εξουσία σε αντικείμενα); Αφού θέτεις το ζήτημα με αυτόν τον τρόπο, προϋποθέτεις και την ύπαρξη κάποιων καλών καγαθών ανθρώπων στις υπάρχουσες θέσεις εξουσίας; Προσωπικά πιστεύω πως ρομαντικοί ήρωες (τους ονομάζω έτσι διότι έτσι είθισται να θεωρείται στις μέρες μας ο άνθρωπος που θέλει να πράξει το ‘καλό’) δε ζουν στις θέσεις για τις οποίες συζητάμε, διότι το ίδιο το σύστημα εξουσίας – τα συστήματα, αν πιστεύεi κανείς πως υπάρχουν πραγματικά διαφορές σε παγκόσμια κλίμακα- δεν τους αφήνει να υπάρξουν στους κόλπους του. Δε θα γίνω πολύ δραματική, όμως θα πω πως είναι ακριβώς η ίδια περίπτωση με τους μπάτσους: αναγνωρίζω κάθε καλή αρχική πρόθεση αλλά τίποτα στον κόσμο δε με πείθει πως μπορεί να επιβιώσει ενσυνείδητος και ευσυνείδητος άνθρωπος μέσα στην εκχυδαϊσμένη βία τους.
Έπειτα μιλάς για την εμπιστοσύνη κάποιων τρίτων ως προς ..εμάς; Μα είσαι σίγουρος πως εσύ θα με εμπιστευόσουν; Ή εγώ εσένα; Και θα εμπιστεύσουν τι; Την ικανότητά μου να διαχειριστώ τη ζωή μου; Τη δικιά σου; 100 άλλων ανθρώπων; Και θα έπρεπε εσύ να το αποδείξεις σε εμένα και εγώ σε εσένα ή και οι δυο μας σε κάποιον άλλο ο οποίος θα αποφανθεί ότι, ναι, είμαστε άξιοι να διαχειριστούμε τις ζωές μας; Αυτό μου θυμίζει έναν έφηβο που πρέπει να αποδείξει, ενώ μένει στην οικογενειακή εστία, ότι είναι άξιος να συντηρήσει τον εαυτό του προκειμένου να φύγει από αυτήν και μετά ζει όλη του τη ζωή με το φόβο μην παραστρατήσει. Πιστεύω ότι μόνο στην πραγματική τους εφαρμογή λύνονται τέτοια ζητήματα και πως εκεί πρέπει να κριθεί ο καθένας μας.
Συμφωνώ με τα σενάρια που διάβασα πιο πάνω, συμφωνώ όμως και με τις κρεμάλες, τις οποίες τις βρίσκω υγιείς αντιδράσεις στις συνθήκες που βιώνουμε. Αν δε όσοι το λένε έφταναν κάποτε και στην πραγματοποίησή του, ακόμα και με την καταστολή που πιθανόν να ακολουθούσε και με τους ισχυρούς στις ισχυρές θέσεις, η γνώση του ότι η επίσημη εξουσία είναι εξολοθρεύσιμη θα υπήρχε για πάρα πολύ καιρό μετά. Ίσως για όσο καιρό χρειάζεται για να μάθουμε να ασχολούμαστε με ζητήματα εξουσίας που αφορούν εμάς. Διότι όλα αυτά τα κακά σενάρια ξεκινάνε με αυτό, πιστεύω, και όχι με τις κρεμάλες, με το ότι δηλαδή αρνούμαστε να ασχοληθούμε (οι περισσότεροι), ακόμα και σε αυτούς τους καιρούς, με οποιοδήποτε ζήτημα για τη διαχείριση του οποίου κατηγορούμε αυτούς που θέλουμε να κρεμάσουμε/δικάσουμε/διώξουμε – και όχι μόνο. Δε φτάνει μόνο να συναντηθούμε, να γνωριστούμε, να μοιραστούμε τη χαρά και τον πόνο μας, όπως δε φτάνει και το να διαμαρτυρηθούμε. Πρέπει ως σύνολο κοινωνίας να προσπαθήσουμε να φτιάξουμε και λύσεις και όχι σε θεωρητικό επίπεδο. Όχι λύσεις άμυνας όπως κάνουμε μέχρι τώρα, για παράδειγμα τι θα κάνουμε αν το κράτος μας κόψει το ρεύμα. Όχι μόνο πώς θα βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο όταν δε θα μπορεί να πληρώνει το νοίκι του ή θα του πάρουν το σπίτι αλλά το πού θα μείνουν όσοι δεν έχουν πού να μείνουν εδώ και τώρα και αύριο, και το πώς να φέρουμε ρεύμα στα σπίτια. Και νομίζω στην προσπάθειά μας να βρούμε λύσεις και να τις υλοποιήσουμε θα βρίσκαμε και την εμπιστοσύνη που μας λείπει, σ’ εμάς, μεταξύ μας, και τελικά όταν θα αντιμετωπίζαμε το άδειο ή καμμένο κοινοβούλιο να ξέραμε και τι να το κάνουμε.. Ο ισχυρός δεν είναι πάντα αυτός που έχει το μεγαλύτερο όπλο, αν συναντήσει μια όμάδα άοπλων και αυτή η ομάδα δε φρικάρει (ή δεν πάει για καφέ) πολύ πιθανόν να μην τη βγάλει καθαρή. Πιστεύω..
Καλημέρα!
Βασικό θέμα είναι ότι οι 300 είναι οι εκπρόσωποι του λαού και νομίζω ότι αυτό το θέλουμε όλοι. Εκτός κι αν δεν αλλά άλλη συζήτηση. Είναι ο καθρέπτης της κοινωνίας μας με τα καλά της και τα κακά της.
Δυστυχώς λόγω του υπάρχοντος εκλογικού νόμου η εικόνα αυτή είναι στρεβλή και επίπλαστη. Ίσως αυτό να συμβαίνει γιατί το αποδεχτήκαμε σε άλλες εύφορες εποχές που δεν υπήρχε μεγάλη πρεμούρα για το τι μέλλει γενέσθαι μιας και όλα έδειχναν ρόδινα.
Η εποχή λοιπόν επιτάσσει την αναθεώρηση του εκλογικού νόμου μπας και δοθεί η δυνατότητα να βγει κάτι νέο. Το «και μετά» θέλει σχεδιασμό σε βάθος χρόνου κάτι που ποτέ σαν λαός δεν το μάθαμε.
Είναι πρακτικό θέμα και εμείς είμαστε καλοί στη θεωρία-φιλοσοφία και όχι στην πράξη.
«Και μετά τι;»
Αυτό είναι το ερώτημα που βασανίζει. Το βασικό ερώτημα των ημερών-μηνών-τελευταίων ετών, στο οποίο ουδείς μέχρι τώρα δεν έχει βρεθεί στη θέση να δώσει μια απάντηση. Γιατί τα «πώς» και τα «γιατί» είναι εύκολα να απαντηθούν. Ναι, «να καεί το μπουρδέλο η βουλή» (να το «πώς»), επειδή «αυτοί είναι ανίκανοι», «ήταν πάντα ανίκανοι», «μας πουλάνε στους Γερμανούς», «τα ήξεραν όλα από την αρχή» (να και το «γιατί»)…
Και μετά, ρε μάγκα, τι;
Συμφωνώ με τον ZissisPap, ίσως αυτό που θα πρέπει να ακολουθήσει να είναι μια εκ βάθρων αναθεώρηση του εκλογικού νόμου, ίσως ακόμη και μια αναθεώρηση της πολιτικής οργάνωσης της χώρας (μην με δαγκώσετε, είναι αυτό που λέμε «λέμε τώρα!»). Πάντως, το σίγουρο είναι πως προτού «καεί καεί το μπουρδέλο η Βουλή», πρέπει να υπάρχει οργανωμένη η επόμενη μέρα. Και σε μια ολόκληρη χώρα, δυστυχώς, δεν βλέπω τον τρόπο εφαρμογής της άμεσης δημοκρατίας, και ας με φάνε οι φίλοι μου που τόσο πολύ τη θέλουν. Γι’ αυτό, εξάλλου, δεν το λέω δυνατά, αλλά μόνο από μέσα μου – ή σε σχόλια blogs 😉
@mamouhalos
Δε διαφωνώ. Αλλά η δυνατότητα για ανατροπή θα μας δοθεί μία και μόνο μία φορά. Αν είναι να ανατρέψουμε την τωρινή χούντα (με ή χωρίς εισαγωγικά) για μια άλλη παρόμοια, προτιμώ να μην «κάψω» το χαρτί μου έτσι άδοξα.
Δεν έχω ολοκληρωμένη λύση στο κεφάλι μου, το ψάχνω κι εγώ…
@mamouhalos το ζητούμενο είναι οι κρεμάλες, τα ντου και το κάψιμο της Βουλής. Η τελευταία φορά που ήρθε η Χούντα στην Ελλάδα, ήρθε γιατί είχε προηγηθεί ένα μεγάλο διάστημα κενού εξουσίας – και, συμφωνόντας με την παρατήρησή σου, το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Κυβέρνηση υπάρχει, αλλά λαϊκή εντολή ΔΕΝ έχει. Σαφώς δεν έχει. Αυτό το κενό εξουσίας φοβάμαι στην ουσία.
@branka Στο «Κατ’ αρχάς, να γίνουμε άξιοι εμπιστοσύνης σε ποιους;» απαντώ στους όποιους έχουν την εξουσία που απορρέει, όπως συμφωνούμε από την τελευταία παράγραφο, από εμάς – είτε αν έχει την εντολή μας, όπως στις εκλογές, είτε αν έχει την ανοχή μας, όπως στα όπλα. (δεν λέω τι έχουμε τώρα, σε όποιο και από τα δύο (ανοχή-εντολή), ταιριάζει). Απαντώντας «Μα είσαι σίγουρος πως εσύ θα με εμπιστευόσουν; Ή εγώ εσένα; Και θα εμπιστεύσουν τι;», στο τέλος της τελευταίας σου παραγράφου, δείχνεις και εσύ η ίδια εμπιστοσύνη σε εμάς. Αν δεν πάμε για καφέ. Θεωρώ πως η κοινωνία που ζωγραφίζεις (αυτή που συμπαραστέκεται στον διπλανό της) δημιουργείται όχι από κρεμάλες αλλά από διδαχή και παιδεία (όπως έγραφα στο άρθρο). Αυτή, τελικά ίσως είναι και η μόνη διαφωνία μας: Η ταχύτητα και ο τρόπος που θα καταλήξουμε να δίνουμε εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλο. Κατά τα άλλα, καταλαβαίνω τι λες για την αξία της κρεμάλας, και, στον βαθμό που δεν χρειάζεται να αποδειχθεί δια της πράξης, συμφωνώ με το πνεύμα της.
@ZissisPap Πολύ σωστό σχόλιο. Η αναθεώρηση του εκλογικού νόμου (που έγινε όπως έγινε, προφανώς, για «το καλό μας») είναι ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ διαδικασία ώστε η εμπιστοσύνη να επανέλθει στους πολίτες. Θα είναι εξίσου απαραίτητο και ως αίτημα για την στήριξή μου, σε οποιοδήποτε κόμμα, σε επόμενες εκλογές όταν και αν γίνουν.
@maria, @yX Η @branka το λέει με αρκετή λογική σκέψη: βουτάμε στα βαθιά και θα επιπλεύσουμε. Ίσως έχει δίκιο. Γνωρίζοντας πως μπορεί να έχω άδικο, εμμένω στο «αργά αλλά σταθερά», χωρίς να λιθοβολώ την σκέψη της. Και βλέπουμε.
Αυτό με το «μπουρδέλο τη βουλή» μου θυμίζει το ανέκδοτο με τον παπαγάλο που τον πήραν από ένα μπουρδέλο σε ένα σπίτι.
Όπως εξελίσσεται το ανέκδοτο ο παπαγάλος διαπιστώνει ότι άλλαξε το μπουρδέλο (το σπίτι), άλλαξε η τσατσά (η σύζυγος), αλλάξαν και οι πουτάνες (οι θυγατέρες) ωστόσο όταν μπαίνει ο σύζυγος στο σπίτι διαπιστώνει «Καινούργιο μπουρδέλο, καινούργια τσατσά, καινούργιες πουτάνες, αλλά ο κύριος Δημήτρης, πάντα στην ώρα του…»
Θα διαφωνήσω με το θέμα της εμπιστοσύνης ως πρόβλημα των πολιτικών απέναντι στους πολίτες. Πιστεύω ότι ανέκαθεν οι πολιτικές μας επιλογές ήταν (αν όχι με βάση τι ψηφίζαμε παραδοσιακά, ποσοστό που διαχρονικά μειώνεται) με βάση τι ΔΕΝ θέλαμε. Ποτέ δηλαδή δεν υπήρχε θετική πολιτική επιλογή με τη λογική του κάνω Α για να πάρω Β, ίσως απουσία πολιτικού οράματος, ίσως γιατί πάντα πιστεύαμε ότι αυτό είναι πρόβλημα κάποιου άλλου. Αντίθετα ψηφίζαμε έχοντας την απόλυτη εμπιστοσύνη ότι οι επόμενοι απλά δεν θα κάναν τα ίδια με τους προηγούμενους.
Στο χρονικό διάστημα λοιπόν που μεσολαβεί μέχρι να καταλάβουμε τι δεν μας αρέσει στους επόμενους, εκείνοι κάνανε αυτά για τα οποία ποτέ δεν τους εξουσιοδοτήσαμε κυρίως γιατί πρόβλημά μας ήταν οι προηγούμενοι. Και πάει λέγοντας…
Θα κλείσω με μία απορία.
Γιατί πιστεύουμε ότι η λύση στο όποιο πρόβλημα θα έρθει «όχι από εμένα» και μας παραξενεύει όταν αυτοί που καταλαμβάνουν την εξουσία δεν μας εμπιστεύονται όταν εμείς η ίδιοι απορρίπτουμε εαυτούς;
Συγγνώμη για το δαιδαλώδες της σκέψης, αλλά με όλα αυτά που βλέπω τελευταία «there is a party in my head, and no one is invited».