HELP

Μπορεί να είναι δύσκολο να είσαι Ανθρωπος. Ή, μπορεί να είναι εξαιρετικά εύκολο – δεν ξέρω.

Η ιστορία με τους δύο ανθρώπους που έτρεξαν να βοηθήσουν συνανθρώπους τους να απεγκλωβιστούν από το αυτοκίνητο ενώ ερχόταν το τραίνο, με έχει επηρεάσει βαθιά.

Διάβασε το άρθρο/ρεπορτάζ του @NikoAgo, κάτι που έκανα και εγώ.

Μιλάει για ανθρώπους που βοήθησαν ανθρώπους. Σε μία εποχή που το που γεννήθηκε κατατάσσει αυτόματα, αδιάκριτα τον συνάνθρωπό σου σε δολοφόνο, λαθραίο, υγειονομική βόμβα, μολυσμένο με aids, άπλυτο, υπάνθρωπο, – μία απλή, συγκινητική ιστορία, για ανθρώπους που βοηθούν ανθρώπους, χωρίς να τους ρωτούν «με αδίκησες;», «είσαι πακιστανός;», «είσαι έλληνας;», «είσαι χριστιανός;», «είσαι μουσουλμάνος;», «έχεις κάρτα εργασίας;», «τι ψηφίζεις;», «πως μπήκες στα σύνορα;»,

είναι μία ιστορία που αφαιρεί τα περιττά, και μένει στο βασικό.

Μπορεί να είναι δύσκολο να είσαι Ανθρωπος. Ή, μπορεί να είναι εξαιρετικά εύκολο, δεν ξέρω.

Είναι όμως θαυμαστό, και αξίζει τον σεβασμό μας.

Την έχουμε ανάγκη, φαίνεται. Δεν υπάρχει καμία άλλη λογική εξήγηση -ή, και να υπάρχει, δυσκολεύομαι σοβαρά να την κατανοήσω.

Έχουμε αφεθεί σε ψευδαισθήσεις. Έχουμε ψευδαίσθηση δημοκρατίας, με την οποία, προφανώς είμαστε καλυμμένοι, αλλιώς, θα είχαμε αντιδράσει καθημερινά, σοβαρά – θα είχαμε τουλάχιστον διευκρινήσει τι θέλουμε από την επόμενη μέρα δυο χρόνια τώρα. Ψευδαίσθηση ενημέρωσης, όταν τα κανάλια και τα έντυπα αναμασούν τα διατάγματα ορισμένων, και η αναζήτηση της αλήθειας πάει περίπατο. Ψευδαίσθηση ασφάλειας, όταν τα ΜΑΤ κατεβαίνουν για να τσακωθούν με τα φιλαράκια τους, να χτυπήσουν στο κεφάλι άοπλους, να ψεκάσουν αδιάκριτα την μάζα, να οδηγήσουν τις μηχανές τους πάνω στον κόσμο. Ψευδαίσθηση σωτηρίας, όταν, αυτοί που μας χρηματοδοτούν, υποτίθεται για να σωθούμε, δεν έχουν ζητήσει το παραμικρό για την τιμωρία της κακοδιαχείρισης, διαπραγματεύονται με κόμματα που και τα ίδια χρωστάνε ..τις μελλοντικές τους επιτυχίες, που δεν εκδίδουν καν αποδείξεις για τις δωρεές τους. Ψευδαίσθηση πρόνοιας καθώς πλέον όλα, ακόμα και η ζωή σου, μετριέται σε ένα excel με μονάδα το πόσο κοστίζεις και τι αποφέρεις. Ψευδαίσθηση μέλλοντος, καθώς ενώ κάθε μέχρι τώρα κίνηση αφαιρεί χρήμα από τον κόσμο – αλλά δεν προσθέτει στην αγορά, και καταστρέφει με μαθηματική ακρίβεια την επόμενη μέρα, ακολουθείται πιστά από μία ίδιας λογικής επόμενη κίνηση. Ψευδαίσθηση μεγαλείου για τα κόμματα που τώρα θα τα ψηφίσουν το ένα δέκατο από αυτούς που τα εξύψωσαν κουνώντας σημαίες. Ψευδαίσθηση ελπίδας, όταν μαζεύονται όλοι όσοι ασκούν εξουσία αποκλειστικά για να αφαιμάξουν και όχι να δημιουργήσουν. Ψευδαίσθηση σοβαρότητας, όταν τα μεγάλα λόγια για οτιδήποτε αντικαθιστώνται εν ριπή οφθαλμού με ακριβώς αντίθετα μεγάλα λόγια για οτιδήποτε -από τους ίδιους ακριβώς ανθρώπους. Ψευδαίσθηση δικαιοσύνης όταν ακόμα και μετά από αυτήν την κατρακύλα, κανείς δεν έχει κλειστεί πίσω από τα σίδερα, και δεν έχει στερηθεί ούτε σέντς από τα κλεμμένα.

Ψευδαίσθηση λογικής, γιατί αλλιώς δεν θα είχαμε επιτρέψει όλα αυτά να συνεχίζονται, χωρίς, τουλάχιστον, να χάσουμε το μυαλό μας παρακολουθώντας τα.

Κάθε φορά, τα ίδια. Κάθε φορά, ο ένας παλεύει, μάχεται, ιδρώνει, όχι μόνο για μία στιγμή, της επιτυχίας ή της αποτυχίας, αλλά και πριν, κάθε μέρα, συνέχεια, κόντρα σε όλους, κόντρα στους ίδιους που, όταν πετύχει, θα τον χειροκροτήσουν για πέντε λεπτά, θα τον συστήσουν οι ίδιοι στο κοινό τους, ως μεσάζοντες, ως οι πνευματικοί του πατέρες, και, πολύ σύντομα, όταν αντικατασταθεί από την επόμενη σπουδαία είδηση ελληνισμού και απόδειξης ανωτερότητας του ελληνικού DNA, και απομακρυνθούν οι κάμερες, θα τον ξεχάσουν, και θα συνεχίσει να παλεύει κόντρα στους ίδιους, κόντρα σε όλα, κόντρα σε όλους, κόντρα στην γραφειοκρατία, αν είναι επιχείρηση, κόντρα στην αγορά, κόντρα στις ανύπαρκτες εγκαταστάσεις, αν είναι αθλητής, κόντρα στο νέο χαράτσι ή στην αύξηση του πετρελαίου αν είναι ξέρω γω αυτός που βρήκε ένα πορτοφόλι και το παρέδωσε.

Οι μεσάζοντες του χειροκροτήματος θα βρουν το επόμενο πουλέν που θα τους προσφέρει μία θέση στις ειδήσεις, μία πρόσκληση στο προεδρικό μέγαρο, και, κυρίως, τον λόγο ύπαρξης της θέσης τους. Χώνονται μεταξύ αυτού που υπερβάλλει τα εμπόδια, και του πολίτη που τον χειροκροτά για την επιτυχία και την πράξη του. Θα τους γνωρίσεις από τις ακριβές θέσεις, από τα εκατομμύρια που περνάνε από τα χέρια τους, από τους προετοιμασμένους λόγους με κλισέ όπως «η ψυχή του Έλληνα», το «ελληνικό δαιμόνιο», ή «το ελληνικό αίμα» σε κάθε σκηνοθετημένη παρουσίαση μίας οποιαδήποτε πρωτιάς ή ενέργειας.

Προσπέρασε τους μεσάζοντες. Πες ένα μπράβο, στήριξε την επιχείρηση, τον αθλητή, τον αφακέλωτο γιατρό σου, που υπερέβαλε τα εμπόδια, και, αν θες να βοηθήσεις, πιάσε τους μεσάζοντες, και ρώτα τους τι έκαναν ΑΥΤΟΙ για να κάτσουν ανάμεσα σας.

Τι έκαναν ΑΥΤΟΙ για να βοηθήσουν τον αγωνιστή στην υπέρβασή του.

Και ποιοι από αυτούς έθεσαν ΟΙ ΙΔΙΟΙ τα εμπόδια που έπρεπε να προσπεραστούν.

Θα έχει πολύ ενδιαφέρον η απάντησή τους.

Δεκαεπτά περίπου εφημερίδες αυτήν την στιγμή είναι οι καθημερινές πανελλαδικής κυκλοφορίας. Μπορείς να δεις τα σημερινά εξώφυλλά τους, εδώ:

http://news247.gr/newspapers/?dtmDate=2012-02-13

Τα είδες; ωραία. Τώρα, για να συνεννοηθούμε, μιλάω σε μία από τις δύο κατηγορίες ανθρώπων. Είναι αυτοί που, για οποιονδήποτε λόγο, σωστό ή όχι, δίκαιο ή μη, δεν κατέβηκαν εχθές στο Σύνταγμα, και, αυτοί που, για οποιονδήποτε λόγο, σωστό ή όχι, δίκαιο ή μη, κατέβηκαν εχθές στο Σύνταγμα.

Αν ανήκεις στην πρώτη κατηγορία, σου έχω νέα:

Ήμασταν χιλιάδες. Πολλές χιλιάδες. Προσωπική εικόνα, και μιλάω απολύτως σοβαρά, σκέψου όλη την Αμαλίας, μέχρι και τον παράπλευρο δρόμο του Ζαππείου, αυτόν που πηγαίνει από πίσω, γεμάτα με κόσμο. Σκέψου, από τις περιγραφές που έχω, ότι το ίδιο έγινε και με την Πανεπιστημίου, την Σταδίου, την Ερμού και τις παράλληλες, κλπ. την Φιλελλήνων, κοκ.

Είναι αδύνατο να μετρηθούμε, γιατί η συγκέντρωση δεν ήταν οργανωμένη, γιατί δεν είχε κοινό παρανομαστή, γιατί δεν κατέβηκαν για τον ίδιο λόγο – ο,τι θες. Πάντως σκέψου, είναι αδύνατο να μετρηθούμε πόσοι.

Μένεις στο χιλιάδες που θα αποτυπωθεί, πιστεύω, σε φωτογραφίες και βίντεο.

Ή, ακόμα καλύτερα, μένεις στο πολλοί.

Επίσης, σου έχω και άλλα νέα:

Ήμασταν όλοι. Ήταν εκεί νέοι, γέροι, εργαζόμενοι, άνεργοι, υπέροχα, υπέροχα πρόσωπα, συνταξιούχοι, αυτός που σε εξυπηρετεί στα γκούντις της γειτονιάς σου, αυτός που σου φέρνει την πιτσα το βράδυ του Champions League, αυτός που οδηγάει το μετρό σου, αυτός που γράφει την είδηση στην ιστοσελίδα σου.

Χιλιάδες από αυτούς.

Επίσης, ήμασταν όλοι σκεπτικοί. Κουρασμένοι, αναζωογονημένοι, φοβισμένοι, ελπιδοφόροι, θυμωμένοι, ήρεμοι, κριτικοί. Δεν είχαμε έναν εχθρό όλοι. Άλλος, είχε τα ΜΑΤ. Άλλος, είχε τους βουλευτές. Άλλος, είχε τους δημοσιογράφους. Άλλος, είχε τους Γερμανούς. Δεν είχε κανείς μας πέτρες. Ούτε μολότοφ. Κανείς μας. ΚΑΝΕΙΣ ΜΑΣ.

Χιλιάδες από μας.

Κάποιοι είχαν λέιζερ και σημάδευαν περιπαικτικά τα κανάλια. Πολλοί είχαν νερό μαζί τους, αρκετοί είχαν μααλόξ ή ριοπαν, κάποιοι μάσκες νοσοκομείου, κάποιοι ακόμα καλύτερες μάσκες, ελάχιστοι κράνη για να γλυτώσουν ίσως από τίποτα πέτρες, κάποιοι είχαν μαζί τους ομπρέλες. Μερικοί, κατά πάσα πιθανότητα, είχαν και την σύνταξή τους μαζί.

Στα κανάλια, στις εφημερίδες, θα δεις ζημιές. Σε δεκατέσσερις από τις δεκαεπτά εφημερίδες, θα δεις φωτιές. Στα δελτία ειδήσεων, θα δεις κυρίως καταστροφές. Έγιναν προφανώς. Θα δεις και ΜΑΤ να ψεκάζουν τον κόσμο. Θα δεις και μηχανάκια της ΔΙΑΣ να ορμάνε στον κόσμο. Θα δεις και ανοιγμένα κεφάλια. Ίσως δεις μολότοφ. Σίγουρα πέτρες. Καμένα κτίρια. Πιτσιρικάδες με μίσος. ΜΑΤατζίδες με μίσος. Σε επαναλαμβανόμενες εικόνες, να γεμίσουν το μυαλό σου, με βαρύγδουπους τίτλους που θα αναιρεθούν την επόμενη κιόλας ημέρα, θα τα δεις όλα αυτά.

Θα δεις φόβο, καταστροφή και χάος. Και μίσος.

Και θα τρομάξεις.

Αν ήσουν εκεί, όμως, θα έβλεπες και κάτι ακόμα.

Δεν είναι ότι δεν θα τα έβλεπες όλα αυτά. Και τις κρότου-λάμψης θα έβλεπες και τον καπνό από τα δακρυγόνα, και τα πρόσωπα να κλαίνε, και την σύγχυση των χημικών και του πλήθους.

Θα έβλεπες όμως και αυτά που, ηθελημένα ή μη, η αστυνομία ήθελε να καθυποτάξει.

Θα έβλεπες ελπίδα, δημιουργική ανησυχία, απορία, αυτοκριτική, θα έβλεπες αγνώστους -τελείως αγνώστους- να σου χτυπούν την πλάτη, θα έβλεπες κάποιον να μοιράζεται μαζί σου το ριοπάν του, κάποιον να μοιράζεται το νερό του μαζί σου, κάποιον να ικετεύει «μην φεύγετε ρε παιδιά», χωρίς να σε ξέρει, να σου κάνει χώρο να κάτσεις, να σου δίνει την θέση του στο περίπτερο με τα νερά.

Θα έβλεπες πολλούς να σου χαμογελούν. Αγνώστους, παιδιά, μεγάλους, κοπέλες, αγόρια, παρέες, ηλικιωμένους, μόνους, ξένους, ολότελα ξένους, να σου χαμογελούν.

Να σου έχουν εμπιστοσύνη. Να ξέρουν ότι είσαι μαζί τους και εσύ. Και να ξέρεις ότι όλοι αυτοί είναι μαζί σου. Ότι δεν είσαι, πια, τόσο μόνος σου.

Όχι συμφωνείτε. Όχι ταιριάζετε. Όχι όλοι ίδιοι.

Απλώς, όχι μόνοι.

Είναι μυστήριο πράγμα η τεχνολογία των ΜΜΕ. Μπορεις να μυρίσεις τον φόβο, αλλά δεν σ’ αφήνουν να μυρίσεις την ελπίδα.

Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Τίποτα δεν είναι δωρεάν. Και αν το θεωρήσεις, έστω και για λίγο, θα σε πατήσει κάτω πριν προλάβεις να αντιδράσεις.

Έτσι και η δημοκρατία. Ψήφισα δημοσιογράφους; αθλητές; παρουσιαστές καιρού; ηθοποιούς; παρουσιαστές ειδήσεων; επαγγελματίες πολιτικάντιδες; Άχρηστους ανθρώπους χωρίς πυγμή, χωρίς το θάρρος της γνώμης τους, ανίκανους να ιεραρχήσουν αξίες, πιθανότατα γιατί δεν είχαν και ποτέ, ή δειλούς που ζουν με δανεικό φως από τους ηγέτες τους;

Θα το πληρώσω. Θέσφατο και αξίωμα. Θα το πληρώσω.

Ψήφισα το λαμόγιο που θα βάλει το παιδί μου στην ΔΕΚΟ να τρώει τσάμπα; αυτόν που θα μου λυσει από το πρόβλημα με την εφορία, μέχρι και την κλήση της τροχαίας και την μετάθεση του κανακάρη μου;

Θα το πληρώσω.

Ψήφισα τον πιο προβεβλημένο στην τηλεόραση; τον αγαπημένο των καναλιών; αυτόν που φοράει την καλύτερη γραβάτα, που μιλάει πιο στρωτά, που έχει το καλύτερο φόρεμα ή γκρίζους κροτάφους;

Θα το πληρώσω.

Είπα στα αρχίδια μου; Δεν πάω να ψηφίσω, είναι όλοι λαμόγια/πουλημένοι/άχρηστοι/καρεκλοκένταυροι;

Θα το πληρώσω.

Θα αρχίσουν να αποφασίσουν χωρίς εμένα. Θα μου βάλουν φυτευτό πρωθυπουργό που δεν θα έχω εκλέξει, θα πάρουν δάνεια για να ..γλυτώσουν με τα δανεικά, θα μου πουν κατάφωρα ψέματα μπροστά στα μάτια μου, θα με βιάσουν με χαράτσια που δεν θα έχουν ούτε λογική, ούτε αίσθηση δικαίου, θα απαλλάξουν ΟΛΟΥΣ τους δικούς τους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα σώσουν όλες τις δικές τους επιχειρήσεις με επίφοβα δάνεια-αστραπή, θα γλυτώσουν όλα τα κανάλια τους αναβάλλοντας (για να τα εκβιάζουν) κάθε προσπάθεια φορολόγησης, θα μειώσουν την σύνταξη του πατέρα μου, θα μειώσουν τον μισθό μου, θα με γονατίσουν με τις απειλές τους και θα με θυμώσουν με τις αποφάσεις τους.

Και θα πρέπει να βγω στον δρόμο, να φωνάξω, να μιλήσω, να εκτεθώ, να με ψεκάσουν, να με χτυπήσουν, να με λοιδορήσουν, να με πεινάσουν, να με εξευτελίσουν, να με απολύσουν, να με εκκαθαρίσουν.

Μέχρι να αντιληφθώ ότι προτιμώ να ασχολούμαι πιο ενεργά με την δημοκρατία μου, ότι δεν είναι τσάμπα, ότι θέλει θυσίες, θέλει χρόνο, θέλει συμμετοχή, θέλει-έναν-γαμημένο-έλεγχο, θέλει ιδανικά, θέλει ιδέες, θέλει ποιότητα, ανθρωπιά, ειλικρίνεια, θέλει να ακούω, θέλει να έχω κριτήρια, θέλει να ξέρω τι θέλω, θέλει να οραματίζομαι, θέλει να αποκτήσω αξίες και αξιοπρέπεια, και θέλει, κυρίως εμένα.

Αν πρέπει να πληρώσω, προτιμώ να πληρώσω δημιουργώντας, και όχι αυτοκαταστρεφόμενος.

Τίποτα δεν είναι τσάμπα. Και μόλις το θεωρήσεις, σε χτυπά κατακέφαλα η αλήθεια του.

Στα αποκαΐδια της δωρεάν δημοκρατίας που απολαμβάναμε μέχρι τώρα, μόνο αν γεννηθεί μία ακριβή δημοκρατία θα μας αξίζει.

Έτσι νομίζω.

ΥΓ: Η αρχική ιδέα γι’ αυτό το ποστ γεννήθηκε από αυτό το tweet:

ΥΓ: Δεν θα βαρεθώ ποτέ να το γράφω: Μάθε τι θέλεις. Αν το βρεις στα κόμματα, ψήφισέ το. Αν δεν το βρεις, ζήτα το. Αν δεν στο δώσουν, γίνε.

Λίγοι. Λίγοι ως αρχηγοί, λίγοι ως άνθρωποι. Τρεις ψευτο-δον-κιχώτες, ρετάλια, σέρνει ο καθένας το δικό του άρμα, προσεκτικά διαλυμένο, η μαριονέτα που έχουν οι ίδιοι τοποθετήσει να μοιάζει πιο σοβαρή, κάθε τους εμφάνιση χειρότερη από την προηγούμενη.

«Είμαστε δυνατοί»

Λίγοι. Λίγοι ως άνθρωποι, λίγοι ως ηγέτες. Αδύναμοι, με τα μυστικά τους, ανίκανοι να αντέξουν το βάρος της ίδιας τους της συνείδησης. Μαγεμένοι από τα ίδια τους τα λόγια, τα λόγια που ονειρεύονται οι ίδιοι και τους τα γράφουν άλλοι, ή, ακόμα χειρότερα, τα ονειρεύονται οι ίδιοι και τα απαγγέλουν οι ίδιοι, λόγια που έχουν αξία μόνο για τα πέντε λεπτά που θα ειπωθούν, μόνο για τις στιγμές που θα αποτυπωθούν, σε μία μπέτα, σε ένα dvd, και θα μεταδοθούν σε πανεθνικό δίκτυο, στα αυτιά χιλιάδων, στα έκπληκτα μάτια χιλιάδων, και θα χαθούν μετά, ανύπαρκτα, ανούσια από την γέννηση μέχρι τον θάνατό τους.

«Θα τα καταφέρουμε»

Και τόσο λίγοι, τόσο φτωχοί. Καρυδότσουφλα, σε έναν ωκεανό από γεγονότα, με μόνο όπλο τους πέντε λέξεις χωρίς αντίκρισμα, μία ψευτο-συμμαχία, μία απειλή στα τσιράκια τους, που τα έχουν τόσο ανάγκη όσο και εκείνα αυτούς – ίσως καθόλου τώρα που τους γκρέμισαν κάθε ψευδαίσθηση εξουσίας, άλλος με τσιτάτα αρχαίων και τραγούδια, άλλος με απειλές, άλλος με επίκληση σε ένα φιλότιμο που, έτσι και αλλιώς, κανείς από τους τρεις δεν έχει πια.

«Οι Έλληνες δεν λυγίζουν»

Λίγοι άνθρωποι. Με την πίεση των τραπεζιτών,με την πίεση των ψηφοφόρων, την πίεση των βουλευτών, καταλήγουν σε έναν χυλό, προσπαθούν να τους ηρεμήσουν όλους μαζί, ξεχνάνε ποιοι είναι οι ίδιοι, αν ήξεραν ποτέ, χωρίς ρότα, γιατί πέρασαν όλη τους την ζωή αντί να οδηγούν να οδηγούνται με τον πιο αποτελεσματικό και ανώδυνο τρόπο στην εξουσία, σε μία ψευδαίσθηση εξουσίας, σε ένα μανδύα δύναμης και ευθύνης, σπρωγμένοι από άλλους, σκιερούς χαρακτήρες που δεν εκτίθονται, μόνο απολαμβάνουν πια το πουλέν τους να κάνει αυτά που πρέπει.

«Εμπιστευθείτε μας»

Σίγουρα όχι ηγέτες. Δεν είσαι ηγέτης έτσι. Μπορεί να μας αξίζουν, και εμείς φαύλοι, παιδιά του Nitro ή του Ciao Antenna, ή του Big Brother και του «με αυτό το τεύχος η ταινία δώρο», με τους «σας ευχαριστούμε που μας εμπιστευτήκατε για την ενημέρωσή σας», ηγέτες γεννημένοι και πλασμένοι από χέρια δήθεν δημοσιογράφων, οριστών της κοινής γνώμης, μανιπουλαριστών και γκεμπελιστών, να ορίσαμε ως ηγέτη κάποιον που δεν θα μπορούσε να είναι ούτε κατ’ ελάχιστο, ελάχιστο άνθρωπος, χωρίς βάση, αξίες ιδανικά, μπορεί να μην είχαμε ούτε και εμείς, εικόνα μας, ομοιωσή μας, τους κοιτάμε σαν σε καθρέπτη και ξαφνιαζόμαστε, χάθηκε η πάχνη των βεγγαλικών, κόπασε η ιαχή των προκαθορισμένων συνθημάτων, καθάρισε η εικόνα από τις μηχανικά κινούμενες σημαίες των κομμάτων, δεν κάνει πλέον ζουμ-ιν η εικόνα στην τιβι, και εμείς μείναμε να κοιτάμε τον άνθρωπο, και αυτός εμάς, και είμαστε απόλυτα τρομαγμένοι για το που έχουμε αφήσει την τύχη μας, και αυτός το ίδιο.

«Όλοι μαζί στην μάχη»

Λίγοι ως ηγέτες. Αν έχεις σκαρφαλώσει έτσι, αν έχεις αναλωθεί να καταστρέφεις το καλύτερό σου, αντί να μάθεις από αυτό, αν πέρασες όλη σου την ζωή να νομίζεις ότι μπορείς ενώ ήσουν μαριονέτα, κοιτάς τώρα, χωρίς καμία αίσθηση αυτοπεποίθησης, και ψελλίζεις λίγα λόγια αξιοσύνης, όπως έμαθες ότι έκαναν παλιά μεγάλοι ηγέτες, αληθινοί και ως άνθρωποι, ψελλίζεις..

…ψελλίζεις λόγια ισχυρά για να ξεχάσει ο ακροατής τους ότι μία ώρα πριν, μόλις μία ώρα πριν, τον ξεπούλαγες, και δεν λες «το έκανα γιατί το πιστεύω» πια, ούτε αυτό δεν μπορείς, λες «μην κοιτάτε τι έκανα, άλλα πιστεύω, είμαστε δυνατοί, θα τα καταφέρουμε» όταν μία ώρα πριν, μία ώρα πριν, έσκυβες το κεφάλι και έλεγες «παιδιά: δεν θα τα καταφέρουμε, ας δούμε τι μπορούμε να σώσουμε» – αλλά δεν μίλαγες για την χώρα, δεν μίλαγες για τον άνθρωπο, μίλαγες για ένα κόμμα, μία εξουσία, ένα σύμβολο, μία σημαία, ένα βεγγαλικό, ένα χειροκρότημα, να νιώσεις λίγο ηγέτης.

«Είμαστε μαζί»

Και κάτω τους άνθρωποι τρομαγμένοι, χωρίς εναλλακτικές, με τον μισθό τους ανύπαρκτο, με την ψυχή στο στόμα, όσοι έχουν δουλειά να φοβούνται ότι θα την χάσουν, όσοι δεν έχουν να φοβούνται ότι δεν θα βρουν, ένα κράτος να τους μισεί, οι ξένοι άνθρωποι να τους μισούν, οι δημοσιογράφοι να τους κάνουν να μισεί ο ένας τον άλλον, αυτές οι τρεις φιγούρες να τους κάνουν να μισούν τον διπλανό τους – και κάτω τους άνθρωποι που την μόνη ελπίδα, πια, μπορούν να την βρουν ο ένας από τον άλλο, να πιάσουν το χέρι του διπλανού, να πουν αν έχω φαΐ έχουμε όλοι από λίγο, αν έχω ζεστασιά έχουμε όλοι από λίγο, αν έχω γνώσεις έχουμε όλοι, αν έχω ελπίδα έχουμε όλοι, να ανακαλύπτουν με ανακούφιση ότι δεν χρειάζονται ούτε φιγούρες, ούτε μαριονέτες, ούτε καρυδότσουφλα.

Και αυτοί οι τρεις άνθρωποι, υποχείρια της ίδιας τους της μεγαλομανίας, να ονειρεύονται ακόμα ότι θα δικαιωθούν, για το ίδιο τίποτα που ήταν ήδη τόσα χρόνια, να μη δίνουν μάχες παρά να σκύβουν, αυλοκόλακες μιας αυλής που δεν υπάρχει πια, προσπαθώντας να γεννήσουν από τα εν πλήρη συνείδησει ψεύτικα λόγια τους έναν μανδύα μιας ανθρωπιάς που δεν υπάρχει πια, μίας αξίας που δεν υπάρχει πια, αν, αν υποθέσουμε ότι υπήρξε ποτέ, για να μην νιώθουν τόσο, μα τόσο γυμνοί.

Τρεις άνθρωποι, τρεις λίγοι ηγέτες, τρεις λίγοι άνθρωποι, τρεις θλιβερές, θλιβερές φιγούρες.

Φίλε βουλευτή.

Άκου. Δεν ξέρω τι σκέφτεσαι, δεν ξέρω πως το βλέπεις, πως το έχεις υπολογίσει. Αλλα αν έχεις σκοπό, αν το σκέφτεσαι καν, μήπως θα έπρεπε να ψηφίσεις ναι σ’ αυτό που έρχεται, καλό είναι να το ξανασκεφτείς.

Σε φωνάξανε κλέφτη. Αν έκλεψες, καλώς, σου ταιριάζει αυτή η κατηγορία. Το ξέρεις, και ας γκρινιάζεις στα φωναχτά, ότι δεν σε παίρνει, έτσι είναι, άρπαξες, πήρες δωράκια, διόρισες, μπορεί να νιώθεις αδικημένος, εσύ λιγότερα, οι άλλοι περισσότερα, καταλαβαίνω, ή μάλλον δεν καταλαβαίνω, αλλά δεν είναι της παρούσης.

Κάτι αλλάζει.

Αν πριν σε φώναζαν κλέφτη, ή οτιδήποτε άλλο, αυτό ήταν πριν. Ήσουν, δεν ήσουν, θα κριθεί, μπορεί και να τσουβαλοποιήθηκες, να μην υπάρχουν στοιχεία, να ήταν όλοι οι άλλοι και όχι εσύ.

Μπορεί.

Όμως, τώρα θα σηκώσεις το χέρι σου.

Θα σου πουν η Ελλαδα αν δεν το κάνεις θα καταστραφεί, ή αν δεν το κάνεις το κόμμα δεν θα σε ξαναδεχθεί ΠΟΤΕ πίσω, ή θα σε πετάξουν στο χαντάκι.

Εγώ, δεν σου λέω τι να κάνεις. Ή μάλλον, σου λέω:

Σκέψου.

Σκέψου πολύ καλά τι πας να ψηφίσεις. Σκέψου πολύ καλά τι πας να δεχθείς. Άκου. Άκου όσους μιλάνε γι’ αυτό – όχι μόνο στα δελτία του Mega ή του Skai, αλλά άκου τον κόσμο, άκου αυτούς που έκλεισαν τα καταστήματά τους γιατί δεν έχουν πλέον πελάτες, άκου αυτούς που περιμένουν στην ουρά της ανεργίας, άκου αυτούς που πηγαίνουν ακόμα για δουλειά, άκου μία οικογένεια με παιδιά, άκου τους εφοριακούς να σου πουν πως βγαίνουν πλέον τα έσοδα, άκου τους αντιμνημονιακούς, όσους υποστηρίζουν ότι αυτή η ψήφος είναι ταφόπλακα, όσους υποστηρίζουν ότι ήδη αυτός ο δρόμος μας κατέστρεψε, όσους υποστηρίζουν ότι το μέλλον θα είναι ζοφερό ακόμα – και κυρίως περισσότερο- μετά την ψήφιση αυτής της συμφωνίας.

Σκέψου πολύ καλά.

Διάβασε καλά το κείμενο που υπογράφεις. Κλείσε τα τηλέφωνα, τις επιρροές, τους φίλους ή τους «φίλους» τους συνεργάτες που θα βολευτούν καλύτερα αν σε πείσουν, κλείσου σε ένα γραφείο, και φαντάσου την Ελλάδα μετά από αυτήν την υπογραφή.

Θα σου πουν να φανταστείς την Ελλάδα ΧΩΡΙΣ αυτήν την υπογραφή, και θα σου πω «έπιασαν αυτά που υπολόγιζαν οι ίδιοι άνθρωποι το 2010;»

Αυτή η ψηφοφορία δεν μοιάζει με καμία άλλη. Δεν υπάρχει πλέον καμία δικαιολογία. Αν το 2010, και μετά από αυτό, ψήφιζες με μία φρούδα ελπίδα ότι όλα θα πάνε κατ’ ευχήν, έχεις ζήσει, και συ μαζί με όλους μας, ότι αυτή η ελπίδα δεν υπάρχει πια.

Δεν πιάσανε τόπο οι κόποι σου, οι ευχές τους, οι ελπίδες μας.

Θυμήσου το. Θυμήσου καλά πριν σηκώσεις το χέρι σου και πεις «Ναι». Δεν σου λέω μην το κάνεις. Σου λέω σκέψου που θα χρειαστεί να ζήσεις την επόμενη μέρα. Η άγνοια ΔΕΝ είναι πια δικαιολογία. Τα ευχολόγια ΔΕΝ είναι πια δικαιολογία. Αυτοί που σε πείσανε την πρώτη φορά, έχουν, οι ίδιοι, για να σωθούν, αποτάξει ΑΥΤΗΝ ΑΚΡΙΒΩΣ την διαδικασία που σε καλούν, πάλι να ψηφίσεις.

Πριν το μνημόνιο σε εβρίζαν. Μπορεί δίκαια, μπορεί άδικα.

Μετά το μνημόνιο σε έβριζαν. Μπορεί να είχες πιεστεί πολύ, ή να ήλπιζες, ή να κατάλαβες λάθος τις προθέσεις του κόσμου, ή να πείστηκες.

Αυτό το μνημόνιο δεν έχει πια δικαιολογίες.

Και αυτή η ψήφος συνοδεύεται από ένα πολύ σκληρό, πολύ απάνθρωπο γνήσιο της υπογραφής.

Καλό θα είναι, ως άνθρωπος, ως πολίτης, ως νοήμον πλάσμα, να αντιληφθείς ότι έχεις ακαριαία την ευθύνη της υπογραφής σου.

Δεν υπάρχουν άλλες δικαιολογίες.

park inn

Ταινία είχε προχθές, δεν θυμάμαι το κανάλι. Το θέμα της ήταν μία υπάλληλος που βασανίζεται από έναν σεκιουριτά στην εταιρία που δουλεύει.

Ο σεκιουριτάς είναι υπεύθυνος για το υπόγειο πάργκινγ. Κυνηγά την κοπέλα ανάμεσα σε πολυτελέστατα αυτοκίνητα, καλά προφυλαγμένα από το κρύο, που κάποια από αυτά θυσιάζονται για να σωθεί η ηρωίδα υπάλληλος. Σε μία σκηνή, αστυνομικοί πλησιάζουν υποψιασμένοι, ο δολοφόνος σεκιουριτάς τους ανοίγει την πόρτα του πάρκινγ, την κλείνει πίσω του λέγοντας:

«Πρέπει να κλείσω, καταλαβαίνετε. Κάνει κρύο απόψε, έχει πολλούς άστεγους«.

Και κάπου εκεί, μία χολιγουντιανή ταινία αλλάζει, μεταμορφώνεται στο κεφάλι μου, γίνεται κάτι άλλο.

Μια μπουνιά.

~

Κάθε μέρα, για να φτάσω στο γραφείο μου περνάω από δύο πάρκινγκ – καμιά φορά, από τρία. Όχι υπόγεια, μιλάω για πολυκατοικίες που χτίστηκαν γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό: να φιλοξενούν δεκάδες, εκατοντάδες αυτοκίνητα, ασφαλή, σε έναν κόσμο που δεν τα χωράει, που δεν έχει που να τα βάλει, γιατί έχουμε όλοι, γιατί είμαστε πολλοί, με δύο αυτοκίνητα ο καθένας, και δεν φτάνουν τα πεζοδρόμια, ή κοστίζουν πολλά για να μείνουν απροστάτευτα.

Και έτσι, χτίσαμε χώρο για να στεγάσουμε τα αυτοκίνητά μας, να κοιμηθούν ήσυχα το βράδυ, ζεστά και προστατευμένα, από κάθε κακό, να είμαστε ήρεμοι, να είμαστε ήσυχοι.

Ασφαλείς.

Κάπως έτσι σκεπτόμενος έγραψα αυτό το tweet:

Υπάρχει στο διαδίκτυο μία έκφραση, που μου ταιριάζει: «Αυτό που ο επισκέπτης δεν μπορεί να ξε-δει».

Κάθε parking αυτοκινήτων πια, είναι ένα κτίριο που οι εμείς οι άνθρωποι κοστολογήσαμε περισσότερο το αυτοκίνητό μας, από τον άστεγο που τριγυρνά στο κρύο.

Μία συσκευή ζητά το ίδιο πράγμα με έναν άνθρωπο, και εμείς κάνουμε την επιλογή μας.

Είναι από εκείνα τα πράγματα που δεν μπορείς να ξε-δεις.

Πέρασε στα ψιλά, αλλά προσωπικά μου φαίνεται η είδηση της δεκαετίας:

Προσφυγή στο Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο για τα μηνύματα των εργαζομένων

Καταγγελία Digea για την «εκπομπή» του Alter

Επιτάχυνση των εξελίξεων στην τηλεοπτική αγορά, δεδομένης της οικονομικής κρίσης που πλήττει τη χώρα, διαγράφεται στον ορίζοντα, αφού χθες η Digea, ο ψηφιακός πάροχος, του οποίου μέτοχοι είναι τα κανάλια εθνικής εμβέλειας, προσέφυγε στο ΕΣΡ με καταγγελία, ζητώντας από την ανεξάρτητη αρχή να διευκρινίσει αν η «εκπομπή» του Alter -το οποίο μεταδίδει μηνύματα των εργαζομένων που έχουν προχωρήσει σε επίσχεση εργασίας- είναι νόμιμη.

Όπως ενημέρωσε ο πρόεδρος της ανεξάρτητης αρχής, Ιωάννης Λασκαρίδης, στην καταγγελία της η Digea παίρνει αφορμή από το ότι οι εργαζόμενοι του σταθμού μεταδίδουν κυλιόμενο μήνυμα, όχι μόνο για τα θέματα που αφορούν το κανάλι, αλλά και για άλλους εργαζομένους άσχετους με την εταιρεία, πράγμα που ενδέχεται να είναι παράνομο.

Παρά ταύτα και όπως τόνισε ο κ. Λασκαρίδης, στο έγγραφο που εστάλη στην ανεξάρτητη αρχή, επισημαίνεται ότι ο τηλεοπτικός σταθμός, ο οποίος είναι και μέτοχος της Digea, δεν έχει καταβάλει επί σειρά μηνών την εισφορά του στον ψηφιακό πάροχο και ως εκ τούτου, η εταιρεία, έχοντας νόμιμο συμφέρον, ρωτά να πληροφορηθεί αν η εκπομπή του σταθμού, είναι νόμιμη.

Ο κ. Λασκαρίδης διευκρίνισε ότι το ΕΣΡ δεν έχει καμία αρμοδιότητα στα εργατικά ζητήματα και δεν ασχολείται με αυτά, παρά ταύτα έχει λόγο όσον αφορά το περιεχόμενο.

Στο πλαίσιο αυτό, ανατέθηκε σε νομικό του ΕΣΡ, είπε ο πρόεδρος του ΕΣΡ, «να συντάξει έκθεση προκειμένου να διερευνηθεί αν η εκπομπή αυτή των εργαζομένων είναι νόμιμη, ενώ παράλληλα θα διερευνηθεί και το τι τελικά θα γίνει με το κανάλι, υπό το πρίσμα των εξελίξεων και δεδομένης της πρόσφατης υπαγωγής του στο άρθρο 99».

Όλο το άρθρο εδώ, οι επισημάνσεις δικές μου.

Διαβάζω επίσης από το blog των εργαζομένων στο ALTER:

Στη συνέχεια των δημοσιευμάτων διαβάζουμε ότι ο κος Λασκαρίδης φέρεται να δήλωσε ότι: «και αυτά που εκπέμπουν δεν είναι μόνον η δική τους διεκδίκηση. Αυτό που εκπέμπουν δεν ανάγεται μόνον στα δικά τους δικαιώματα, αλλά αναφέρονται και σε δικαιώματα ανθρώπων που δεν εργάζονται στον Σταθμό. Αναφέρονται δηλαδή στον Ρ/Σ Ξένιο, αναφέρονται σε άλλους εργαζομένους για να μην δεχτούν μικρότερες αποδοχές. Δεν περιορίζονται στο να αναφέρουν τα δικά τους βάσανα, τα δικά τους προβλήματα, αλλά επεκτείνονται. Αυτό είναι ένα πρόβλημα»

[…]

Στο διαδίκτυο διαβάζουμε ότι σε σχετική ερώτηση συντάκτριας «γιατί θεωρείτε πρόβλημα το ότι εκπέμπουν μηνύματα συμπαράστασης και προς άλλους εργαζομένους» ο κος Λασκαρίδης απάντησε: «Δεν θεωρούμε ότι υπάρχει πρόβλημα, αλλά το εξετάζουμε, το διερευνούμε αν υπάρχει θέμα νομιμότητας. Θα το δούμε. Αν ήμασταν βέβαιοι, θα βγάζαμε και απόφαση. Ο συλλογισμός μας είναι ο εξής: Επίσχεση εργασίας, δικαίωμα μου, εμένα δεν με πληρώνουν, σταυρώνω τα χέρια και δεν εργάζομαι. Δεν μπορεί να πει κανείς τίποτα. Είναι άσκηση ενός δικαιώματος. Εκείνοι όμως δεν έκαναν αυτό. Έκαναν κατάληψη ενός χώρου εργασίας και δεν αφήνουν να εισέλθει κανείς. Είναι κατάληψη μίας περιουσίας ενός άλλου. Εμείς λέμε ότι εκ πρώτης όψεως μπορεί να μην έχουμε καμία δουλειά σε αυτό. Αυτό είναι ενδεχομένως μία παράνομη κατάληψη, μία αυθαίρετη πράξη και η δικαιοσύνη έχει την αρμοδιότητα να το κρίνει. Ωραία. Να δούμε τώρα τι εκπέμπει. Τον κατέλαβαν. Τι εκπέμπει. Εκπέμπουν πρόγραμμα; Όχι. Τι έχουν; Έχουν τη διαμαρτυρία. Ωραία. Έχουν τη διαμαρτυρία για τα δικά τους. Κανείς θα έλεγε ότι εντάξει, μπορούν να πούνε για τα δικά τους, ότι κανείς δεν μας πληρώνει και αυτό το κρατάμε. Αυτό όμως επεκτάθηκε και προς τα άλλα, σε άλλα. Να δούμε αυτό είναι νόμιμο; Είναι παράνομο; Πρέπει να λάβουμε κάποια μέτρα;»

Οι σταθερές που θα βοηθήσουν την σκέψη μου:

α) όλα τα κανάλια είναι υποχρεωμένα να εκπέμπουν ψηφιακά. Κάποια επέλεξαν να το κάνουν συντάσσοντας εταιρίες που με την σειρά τους εκπέμπουν μπουκέτα καναλιών, όπως είναι η digea, κάποια άλλα, όπως η ΕΡΤ, που έχει την οικονομική άνεση, το κάνει αυτόνομα.

β) Η Digea (προσέξτε το αυτό, η εν λόγω εταιρία που συνετάχθη από τις διάφορες εταιρίες-κανάλια) προσέφυγε Η ΙΔΙΑ (σύμφωνα με το δημοσίευμα, δεν έχω άλλες πηγές, ενημέρωστε με αν ξέρετε περισσότερα) στο ΕΣΡ.

γ) η προσφυγή της Digea στο ΕΣΡ έγινε για δύο λόγους: ένα, για να κριθεί το παράνομο του περιεχομένου του σταθμού, δύο, για να κριθεί ο σταθμός παράνομος επειδή ..δεν πληρώνει την εισφορά του για διάστημα μηνών.

Ωραία όλα αυτά; Ωραία. Μέχρι στιγμής μιλάμε για δημοσιεύματα είτε του τύπου, είτε αναφορές του blog.

Πάμε να δούμε πως μεταφράζεται όλο αυτό.

Κατ’ αρχάς, το ΕΣΡ, δια στόματος Λαζαρίδη, καλείται να κρίνει αν, η αναφορές του σταθμού σε τρίτους εργαζόμενους είναι …νόμιμες ή όχι. Προσέξτε το αυτό: Το ΕΣΡ, (χωρίς να μπούμε στην διαδικασία απόφασης, αν ο ..νομικός σύμβουλος θα αποφανθεί τελικά θετικά ή αρνητικά), θα κληθεί να αποφανθεί, αν το περιεχόμενο ενός σταθμού, είναι νόμιμο ή παράνομο, όχι για την βάση του (ομολογεί ότι δεν έχει πρόβλημα να μιλάει για εργασιακά), αλλά για την ουσία του (δικαιούται, λέει ο πρόεδρος, να μιλάει ΜΟΝΟ για τα δικά του. Αν μιλήσει για άλλων, πρέπει να κριθεί το νόμιμο)! Σημειώστε το ως το πρώτο απίστευτο της υπόθεσης.

Σαν να μην έφτανε αυτό, η Digea επεμβαίνει κατ’ αρχάς προσφεύγοντας στο ΕΣΡ. Σημειώστε το ως το δεύτερο απίστευτο της υπόθεσης. Γιατί; Κατ’ αρχάς, γιατί τα μέλη της… ήδη δεν είναι νόμιμα. Δεν υπάρχει νομικό καθεστώς για κανένα από τα επτά κανάλια που συμμετέχουν στην Digea. Δεύτερον, γιατί, με την ΠΛΗΡΗ ανοχή του ΕΣΡ (επαναλαμβάνω, με την ΠΛΗΡΗ ανοχή του ΕΣΡ) έχουν καταστρατηγήσει μπόλικους κανόνες που έχουν θεσπιστεί: διαφημίσεις σε δελτία ειδήσεων, διαφημίσεις σε παιδικά προγράμματα, διαφημίσεις και διοργανώσεις κληρώσεων με μηδέν ενενήντα, η λίστα είναι τεράστια. Που είναι η ανοχή; Για μία παράβαση που αποφέρει δεκάδες χιλιάδων ευρώ σε έσοδα, καθημερινά και επί όσες ημέρες επαναλαμβάνεται, η ..»τιμωρία» είναι ένα απειροελάχιστο ποσοστό. Δηλαδή: τα κανάλια παρανομούν, επειδή γνωρίζουν ότι θα πληρώσουν πολύ λιγότερα από όσα θα κερδίσουν. Επιπλέον, το ΕΣΡ έχει παρέμβει ελάχιστα για προγράμματα που θίγουν κατάφωρα την αξιοπρέπεια των συμμετεχόντων (πχ τις εκπομπές της Ανίτας Πάνια), και, όταν αποφασίζει να το κάνει, το κάνει συνήθως ΑΦΟΥ η εκπομπή έχει κλείσει, και πιθανώς επανέλθει με …άλλο όνομα, αλλά ίδιο consept.

Ε, σ’ αυτό το ΕΣΡ, η Digea θέτει θέμα.. νομιμοποίησης περιεχομένου εκπομπής.

Υπόψιν: Εγώ είμαι αναφανδόν εναντίον του ΕΣΡ. Δεν πιστεύω σε καμία λογοκρισία, ούτε ανδρικών ασπασμών, ούτε της Πάνια. Δεν θέλω θεσμοφύλακα το ΕΣΡ, προτιμώ, όταν κρίνεται πως υπερβαίνονται συγκεκριμένοι νόμοι, να κινείται αυτεπάγγελτα νομικές διαδικασίες.

Στο προκείμενο όμως, παρατηρώ ότι η Digea, ζητά από το ΕΣΡ, να νομιμοποιήσει την διακοπή μίας εκπομπής, και αυτό το συζητά, επειδή μιλάει όχι για τα δικά της δικαιώματα, αλλα για τα δικαιώματα των άλλων εργαζομένων!

Και επειδή η Digea δεν υπάρχει, δεν είναι αυτόνομη επιχείρηση, τα υπόλοιπα κανάλια που την απαρτίζουν, φοβούνται και αντιδρούν, ψάχνοντας τρόπους να το κάνουν, να φιμώσουν ένα κανάλι -όχι επειδή μιλάει για τα δικά του προβλήματα, αλλά επειδή «απειλεί» να δώσει λόγο σε άλλους εργαζόμενους, όπως πχ της Χαλυβουργίας!

Κάτι που προφανώς τους προκαλεί ανατριχίλα.

Φυσικά, αν ήταν κανονική εκπομπή, όπως πχ του Τσίμα, του Βαξεβάνη κλπ, αν από εκεί μιλούσαν οι υπάλληλοι για τα προβλήματά τους, δεν θα ετίθετο θέμα νομιμότητας από το ΕΣΡ. Σωστά;

Προς το παρόν τουλάχιστον.

Η οικογένεια Κλικλίκου λοιπόν, ίσως κρύβει ένα δικτατοράκι μέσα της.

Και καλό είναι που το μαθαίνουμε νωρίς.


Υ.Γ.1: Όπως είδατε δεν αναφέρομαι ούτε στο αν έχουν δικαίωμα να «καταλάβουν» τον σταθμό οι υπάλληλοι (γιατί ούτε η Digea δεν το θέτει). Η Digea αναφέρεται αποκλειστικά στο περιεχόμενο, ανεξαρτήτως πως βγαίνει. Αυτό κάνω και εγώ.

Υ.Γ.2: Ούτε η Digea, ούτε το ΕΣΡ έχουν κοινοποιήσει τις ανακοινώσεις τους στους δικτυακούς τους τόπους. Το μόνο δημοσίευμα που βρήκα είναι της Ναυτεμπορικής (και το άρθρο των εργαζομένων, που ενώ παρουσιάζουν αυτολεξεί τα κείμενα σε εισαγωγικά, δεν αναφέρουν πηγές). Όποιος έχει επιπλέον πληροφορίες που θα ξεκαθαρίσουν την κατάσταση (και πιθανώς μου αλλάξουν την γνώμη μου), ενημερώνει.

Υ.Γ.3: Σήμερα η Digea εκπέμπει ΜΟΝΟ το σήμα του Alter σε κακή ποιότητα. Δεν ξέρω αν είναι τεχνικά εφικτό να οφείλεται σε λάθος, και όχι σε ηθελημένη παραποίηση του σήματος. Ενημερώστε αν γνωρίζετε.

Υ.Γ.4: Αν πληρώσουν οι υπάλληλοι την συμμετοχή του σταθμού, η Digea θα αφήσει το κανάλι να εκπέμψει ελεύθερα; Πόσο κοστολογείται η συμμετοχή, ξέρει κανείς;

Διαβάζω για τους 117 βουλευτές που ζητούν τα αναδρομικά τους. Έχει πλάκα, γιατί σχεδόν ταυτόχρονα μου ήρθε ένα email που μου ζητά να υπογράψω ένα εξώδικο που προσβάλλει την διαδικασία είσπραξης εισφορών από τον λογαριασμό της ΔΕΗ.

Μου αρέσουν και οι δυο κινήσεις, εκατέρωθεν. Και των βουλευτών, και των πολιτών.

Μου φαίνεται εξαιρετικά πολιτισμένο(*):

Οι άνθρωποι κάνουν προσφυγή στα δικαστήρια. Θεωρούν ότι έχουν νόμιμο δικαίωμα, το αίτημά τους είναι δίκαιο, και αυτό έχει καταπατηθεί.

Αν δεν μας αρέσουν οι νόμοι, να τους αλλάξουμε. Αν δεν μας αρέσουν οι διαδικασίες, να τις αλλάξουμε. Αν δεν μας αρέσουν οι βουλευτές, να τους αλλάξουμε. Αν δεν μας αρέσει να μας παίρνουν χαράτσι από την ΔΕΗ, να το αλλάξουμε. Αν δεν μας αρέσουν οι νομοθέτες, ή οι δικαστικοί, ας τους αλλάξουμε.

Ως τότε, το μόνο που μπορούν να κάνουν, οι μεν και οι δε, είναι να διεκδικήσουν το δίκαιό τους. Και, όσο με ενοχλεί το «μα θέλουν και σύνταξη οι συνταξιούχοι» ή «θέλουν και δουλειά οι δημόσιοι υπάλληλοι» μαζί με το «στις μέρες που ζούμε» θα με ενοχλεί όσο και το «μα θέλουν και τα αναδρομικά οι βουλευτές».

Η δικαιοσύνη (θα έπρεπε να) έχει ένα περίεργο κουσούρι: Δεν λέει «στις μέρες που ζούμε» θα έχεις λιγότερη δικαιοσύνη. Οφείλει να την παρέχει, ανεξαρτήτως ημερών.

Είτε βουλευτής είσαι, είτε συνταξιούχος, είτε χαρατσωμένος από την ΔΕΗ.

Αν ισχύσει για όλους όσους διεκδικούν τα δικαιώματά τους, εγώ είμαι ok (**).

(* Μια χαρά το ξέρω ότι οι καιροί δεν είναι ιδιαιτέρως πολιτισμένοι.)

(** Update: αν όχι όμως;

Η οθόνη, και ένα πληκτρολόγιο.

Όλοι στο σπίτι, κοιμούνται. Εγώ, γράφω. Ξημερώνει Σάββατο, 12 Νοεμβρίου του 2011, μία μέρα μετά. Όχι, δεν ξημερώνει τίποτα. Θα αργήσει να ξημερώσει.

Μέχρι τώρα, η τηλεόραση έπαιζε. Κοιμήθηκα λίγο, όσο χρειαζόταν για να ξυπνήσω να ταΐσουμε την μικρή. Άλλες φορές τρώει εύκολα, άλλες δύσκολα. Βγάζει και γουλίτσες, παίρνει και σιρόπι, σαν την μεγάλη της αδελφή.

Φοβάσαι μην χάσεις όσα αγαπάς μόνο όταν γίνει κάτι που σου στερεί την ασφάλεια ότι θα τα έχεις για πάντα. Όπως την ανθρωπιά σου, ξερώ γω. Ή την τιμή σου.

Δάκρυσα σήμερα.

Ήμουν στο γραφείο, και, κάποιοι άνθρωποι χαμογελούσαν. Νικητές. Όχι γύρω μου: στο γυαλί, στις δηλώσεις. Με νίκησαν. Μου είπαν «κοίτα, η απόλαυση να χτυπήσεις έναν άνθρωπο, η απόλαυση να τον πονέσεις, να τον διώξεις, να τον ξεριζώσεις, να τον κοιτάξεις σαν κατώτερο ον, σήμερα, μόλις τώρα, σε εξουσιάζει. Θα αναφέρεσαι σε αυτήν ως Κύριε Υπουργέ μου. Θα την πληρώνεις, θα την τιμάς, θα την σέβεσαι.»

Αλλιώς; Αλλιώς θα χάσω κάτι από μένα.

Την αξιοπρέπειά μου, την ελευθερία μου, τα παιδιά μου το φαγητό τους, η γυναίκα μου τον άντρα της, ο πατέρας μου τον γιο του.

Νίκησαν.

Πονάει λίγο το συκώτι μου. Δεν είναι η πρώτη φορά, με πονάει μέρες τώρα, μάλλον, μήνες τώρα. Πρέπει να πάω να το κοιτάξω, το αμελώ. Να το σημειώσω στο κινητό μου, απέκτησε ημερολόγιο, καλεντάρι. Όμορφο. Τίποτα πια όμως δεν είναι τόσο αθώα όμορφο.

Πονάει το χαμόγελό τους.

Γιατί μου είπαν, κοίτα, μικρέ μου. Δεν χρειαζόμαστε τανκς. Διάολε, δεν χρειάζεται ΚΑΝ να είμαστε ψεύτες! Μπορούμε να πούμε ότι είμαστε ακροδεξιοί, ότι μισούμε όποιον δεν είναι έλληνας, ότι θεωρούμε έναν συνάνθρωπό μας κατώτερο – και πάλι να μπούμε στην κυβέρνηση! Τα κανάλια που μας φώναζαν τόσο καιρό σε όλα τα παράθυρά τους δικαιώνονται, και δεν θα τα ξεχάσουμε. Σήμερα, η ανάγκη της πατρίδας απαιτεί να μας πουν ήρωες – και εσύ, μικρέ μου, μπορείς μόνο να κοιτάς.

Αλλιώς θα γίνεις σαν και μας. Θα λύνεις τις διαφορές σου με γροθιές.

Κάνει λίγο κρύο. Τα κοινόχρηστα ήταν πολύ ακριβά ήδη, φέτος θα μας γονατίσουν. Χοντρότερα ρούχα, και κάλτσες. Θα μπορούσαμε να μετακομίσουμε, και ίσως χρειαστεί να το κάνουμε – αλλά το σπίτι μας αρέσει, έχει χώρο για τα παιδιά, τώρα που είναι μικρά. Ίσως μετά.

Ότι τους έβαλε το ΠΑΣΟΚ, με γονατίζει. Δεν ξαφνιάζομαι για την σύμφωνη γνώμη της Νέας Δημοκρατίας, ξέρω τι θα πεις, αυτοί είναι οι βασικοί εχθροί τους – ποτέ δεν το χώνεψα πλήρως αυτό, αλλά το ΠΑΣΟΚ με γονάτισε. Δεν ήμουν ποτέ ΠΑΣΟΚ, δεν το ψήφισα ποτέ, δεν ήμουν ποτέ κανένα κόμμα άλλωστε, είχα πάντα πολιτική ιδεολογία που δεν καλουπώνεται σε κόμματα, δεν χωράει σε στεγανά. Το είπε το κόμμα και παπαριές – στα αρχίδια μου. Αλλά βλέπεις τους ανθρώπους. Σου πουλάνε έναν σοσιαλισμό. Δεν τους εμπιστεύεσαι αρκετά για να τους ψηφίσεις – αλλά τους εμπιστεύεσαι αρκετά για να τους ακούσεις. Να ψάξεις, ανάμεσά τους, έναν καλό, ίσως τίμιο. Που πάει να αλλάξει κάτι. Εκατον πενήντα τρεις από αυτούς λοιπόν, όσοι παρέμειναν σταθεροί στο «ψηφίζω για τελευταία φορά», δικαίωσαν το σίχαμα της ακροδεξιάς, του παρέδωσαν, ανίκανοι, ανήμποροι να κάνουν αλλιώς, την εξουσία, όσο μικρή και να είναι, ή όσο μεγάλη, την τιμή, την αξιοπρέπειά τους. Εκατόν πενήντα τρεις μικροί άνθρωποι, που θέλουν να λέγονται αριστεροί.

Πες ότι θέλεις, έχε ότι γνώμη θέλεις. Τίποτα αξιοπρεπέστερο για μένα στην βουλή, τίποτα πιο ελπιδοφόρο, από την απόλυτη άρνηση της αριστεράς να συμμετέχει σ’ αυτήν την κυβέρνηση. Τίποτα πιο ελπιδοφόρο.

Δάκρυσα σήμερα.

Μία φίλη, ας την πούμε Δανάη, μου είπε μία ιστορία. Η γιαγιά της, αυτόν τον μήνα, παρέλαβε δύο φακέλους. Στην μία επιστολή, γράφει την σύνταξή της: Τετρακόσια ευρώ. Στην άλλη, έχει την ΔΕΗ. Τριακόσια ενενήντα. «Τι να της πω;» μου λέει.

Τι να της πει;

Στο twitter, πασχίζω να γράψω.

Συνήθως όταν θυμώνω, ξεκινάω και ξεχνάω να σταματήσω. Δέκα, είκοσι, τριάντα tweets συνεχόμενα. Λέω, λέω λέω – μέχρι να νιώσω ότι είπα αυτό που ήθελα, όπως ήθελα να ακουστεί.

Σήμερα, πασχίζω να γράψω. Πασχίζω να ψελλίσω. Πασχίζω να εξωτερικεύσω.

Σε ένα από αυτά, γράφω: «Ευτυχώς μαλάκα μου να λες που το παιδί μου δεν καταλαβαίνει. Ευτυχώς μαλάκα μου να λες που δεν έχω να γυρίσω σπίτι να του εξηγήσω.» Μια κοπέλα μου απαντά: «Εγώ τι εξήγηση και τι διαβεβαίωση για το μέλλον να δώσω στο παιδί μου, που είναι και παιδί μεταναστών;»

Της απαντώ «δύναμη και κουράγιο. Δεν είναι η εικόνα μας αυτή. Συγνώμη.»

Μετά, αφαιρώ ότι δεν είναι απαραίτητο, μένω στην ουσία. Απαντώ: «Συγνώμη.»

Αυτό λέω στην φίλη μου την Δανάη να πει στην γιαγιά της. Συγνώμη.

Έχουμε δακρύσει και οι δύο, και εγώ και η Δανάη – από απόγνωση. Αυτό να της πεις, της λέω. Συγνώμη.

Αυτή η συγνώμη, έχει πατέρα. Έναν φίλο, που ξέρω ότι ψήφισε ΠΑΣΟΚ, που ξέρω ότι είναι τίμιος, που ξέρω ότι τα όχι που έχει πει έκτοτε του έχουν κοστίσει πάρα πολλά, που στις 16:06 μου έστειλε ένα μήνυμα στο κινητό.

«Τι να πω… Συγνώμη»

Σκέφτομαι τον Γλέζο, συχνά. Έχω μεγάλη εκτίμηση, μπορεί να μην συμφωνώ πάντα μαζί του, αλλά είναι άνθρωπος αξιοπρεπής, σπάνια εικόνα. Δίπλα δε στους άλλους, ακτινοβολεί.

Θυμάμαι ότι τον ψέκασαν, ανθρωπάκια, σε μία πορεία που εγώ δεν ήμουν εκεί, και ήταν εκείνος.

Θυμάμαι πόσες ιστορίες έχω ακούσει για όλα εκείνα που εκείνος θυσίασε, και εγώ όχι.

Θα δει τον Βορίδη υπουργό. Αυτός ο άνθρωπος, που του χρωστάω πολλά για την ελπίδα, θα δει τον Βορίδη υπουργό.

Πως να τον κοιτάξω στα μάτια;

Με τι μούτρα να του ζητήσω συγνώμη;

Τηλεοπτικό παράθυρο. Ο Αθανάσιος Πλεύρης γειτονιάζει τον Σπηλιωτόπουλο. Στην μέση, η Στάη. μοιάζει θυμωμένος – δεν πήρε, φαίνεται τίποτα. Αδικήθηκε. Δεν ακούω τι λέει, είμαι πολύ θυμωμένος. Μοιάζει με παιδάκι, σκέφτομαι τον πατέρα του, σκέφτομαι τον Γλέζο.

Είμαι πολύ θυμωμένος, ναι. Αλλά είμαι απόλυτα απογοητευμένος.

Ο βουλευτής, ο πράσινος, ο μπλε, στις 19 Φεβρουαρίου, αν έχουμε Ελλάδα μέχρι τότε, αν έχουμε Ευρώπη, αν έχουμε Σύνταγμα, αν έχουμε βουλή, αν έχουμε δουλειά, αν έχουμε ευρώ ή αν έχουμε δραχμή, στις 19 Φεβρουαρίου ο βουλευτής θα απλώσει το υπέροχο προσωπάκι του, φωτοσοπιασμένος, τριάντα χρόνια νεότερος, με άψογο σακάκι και χτένισμα, και θα γράψει από κάτω κάτι σαν «για να ξαναβρούμε την ελπίδα», ή «για την Ελλάδα», και θα εμφανιστεί, χάρτινος, μονοδιάστατος, στο γυαλί, στην αφίσα,

…και γω θα θυμάμαι την έκφραση του Βέγγου, όταν βλέπει ότι το παιδί του είναι ναζί.

Την πλήρη, απόλυτη, αδιαπραγμάτευτη απογοήτευσή του.

Θα αργήσει να ξημερώσει.

Συμπάθα με, όχι σχόλια σήμερα.

Με τον φόβο (ή «φόβο») να μην γίνει ποτέ το δημοψήφισμα, να προλάβει να πέσει η κυβέρνηση, ή το κράτος, ή να εκπληρωθεί η προφητεία των Μάγια ξερωγω, ας δούμε τι είναι αυτή η παπαριά, και γιατί είμαι αναφανδόν υπέρ της.

Τι σημαίνει ένα δημοψήφισμα:

Για την δημοκρατία. Η κυβέρνηση, πλην ορισμένων διαδικασιών, δεν έχει την λαϊκή εντολή παρά μόνο κάθε τέσσερα χρόνια. Τέσσερα-χρόνια. Αυτά είναι πολλά, σε κάθε περίπτωση, και, σήμερα μιλώντας, πολλές είναι και τέσσερις ώρες. Την ψηφίζουμε τώρα, και για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, λειτουργεί όπως νομίζει.

Συμφωνείς; διαφωνείς; μπορείς πχ να διαδηλώσεις, να κάψεις τράπεζες ή να μπεις στο μπουρδέλο την βουλή, να μιλήσεις στους βουλευτές σου ή να τους πετάξεις γιαούρτια, αλλά δημοκρατικά υποχρεωμένοι να σε ακούσουν είναι μετά από τέσσερα χρόνια.

Πολύ. Υπερβολικά πολύ. Γι’ αυτόν τον λόγο, η διενέργεια δημοψηφίσματος είναι μία θαυμάσια ευκαιρία για να μιλήσει, δημοκρατικά και -κυρίως- θεσμικά, ο λαός. Η δημοκρατία έχει μόνο να κερδίσει από αυτήν την διαδικασία της.

Γι’ αυτό είμαι υπέρ του δημοψηφίσματος.

Για τον πολίτη. Κάθε δυνατότητα που έχει ο πολίτης να συμμετέχει στα κοινά είναι μία δυνατότητα αξιοπρεπής παρουσίας. Ο Α ή ο Β μπορεί να τον θέλει στον δρόμο – δεν θα διαφωνήσουμε. Μπορεί να τον θέλει στο Σύνταγμα, δεν θα διαφωνήσουμε. Στον αγώνα, ούτε εκεί θα διαφωνήσουμε. Αλλά το σημαντικό, κατ’ εμέ, είναι να τον θέλει ενεργό. Κάθε φορά που καλείται να απαντήσει ο πολίτης σε ένα ερώτημα, καλείται να συμμετάσχει στην λύση του. Μέχρι τώρα, η συμμετοχή του ήταν να επιλέξει την Καϊλή γιατί έγραφε ωραία στο γυαλί, τον Ρομπόπουλο γιατί είχε ωραιο λόγο, ή τον Τσοχατζόπουλο για το παράστημά του. Μπορούσε – αλλά εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια αντιλαμβάνεται πόσο πονάει αυτή η ελαφρότητα της επιλογής, πόσο επηρεάζει την καθημερινότητά του. Ή, εν πάσει περιπτώσει, θα έπρεπε να έχει αντιληφθεί.

Γι΄αυτόν τον λόγο, η η διενέργεια δημοψηφίσματος είναι μία θαυμάσια ευκαιρία να συμμετάσχει(*), να έχει το βάρος της απόφασής του, να αξιοποιήσει την δύναμή του.

Γι’ αυτό είμαι υπέρ του δημοψηφίσματος.

Για το κράτος. Εδώ και χρόνια γράφω, με απόλυτη συνέπεια ελπίζω, πως η εικόνα μου είναι ότι οι τελευταίες κυβερνήσεις ΔΕΝ αξιοποιούν την εξουσία του λαού με λύσεις, αλλά με πρόγραμμα. Ότι τους είναι απείρως πιο εύκολο να πουν «ας φορολογήσουμε αυτό», από το να πουν «ας δημιουργήσουμε εκείνο». Πιο εύκολο, πιο βατό, πιο ασφαλές. Ε, προφανώς, δεν είναι. Ειδικά η τελευταία κυβέρνηση έχει βαλθεί να πείσει ότι αυτό που κάνει είναι σωστό, καταναλώνοντας απείρως περισσότερες δυνάμεις για να το τεκμηριώσει, από ότι για να εξετάσει την πιθανότητα να υπάρχουν και άλλες λύσεις, άλλες επιλογές, άλλες προτάσεις. Δεν ξέρω αν δεν την νοιάζει, που είναι το βλακώδες, είτε δεν είναι μέρος της ατζέντας της, που είναι το προδοτικό, δεν έχει δείξει ούτε ένα λεπτό μάχης για την λύση, παρά δύο χρόνια μάχης για την λύση έτσι.

Αυτή η κυβέρνηση μπορεί να τα αλλάξει όλα. Με ένα δημοψήφισμα να βγει ένα ερώτημα που περιέχει δύο λύσεις. Αντιλαμβάνομαι πλήρως ότι δεν θα γίνει, αλλά αφήστε με να είμαι ρομαντικός: έχει την ευκαιρία να δείξει ότι, έχει την σκέψη δύο λύσεων, την δυνατότητα διαχείρισής τους, μέχρι τώρα ακολουθούσε το ένα, είναι ικανή για το δεύτερο.

Γι’ αυτό, είναι μία θαυμάσια ευκαιρία, να δούμε ποιος είναι τι, ποιος αξίζει τι, και ποιος μπορεί τι.

Και γι’ αυτό, είμαι υπέρ του δημοψηφίσματος.

Υ.Γ.: (*) στο twitter διάβασα πως, η μη συμμετοχή ποσοστού μεγαλύτερου από το 50,1% την καθιστά άκυρη. Δεν μπόρεσα να το επιβεβαιώσω, αλλά, αν ισχύει, σημαίνει ότι έχουμε περισσότερες επιλογές από τις δύο, ειδικά σε ένα ερώτημα που δεν μας καλύπτει. Update (11/1/2012): το κείμενο στο twitter, αν και αναφερόταν στο δημοψήφισμα, ίσως εμπνεύστηκε από ένα email που κυκλοφορούσε εκείνη την εποχή για τις κανονικές εκλογές, το οποίο δεν ισχύει.

Άλλες θέσεις για το δημοψήφισμα: «Εκβιασμός» αλλά και «ευκαιρία» το δημοψήφισμα για την αριστερά (Το ποντίκι)

Είναι απλό: οι πολιτικοί του σήμερα έχουν την αποκλειστικότητα στην ανάγνωση και την μετάφραση του έργου των αγωνιστών του ’40. Γι’ αυτό κάθονται στην εξέδρα των επισήμων – έτσι νιώθουν. Σαν παπάδες της ιστορίας, κάθε ένας πολίτης που προσβάλλει την εξουσία αυτή, κάθε ένας που κατακρίνει το έργο τους, δεν χτυπά τους αντιπροσώπους των ηρώων, τους ερμηνευτές τους, χτυπά τους αγωνιστές του ’40: Στρέφεται κατά του ιστορικού παρελθόντος.

Οι πολιτικοί μας νιώθουν ως τα θύματα – αλλά αντέχουν, στωικά, την επίθεση: Αυτό που δεν αντέχουν είναι το πλήγμα στο αληθινό θύμα κάθε διαμαρτυρίας, και κάθε μορφής της, που είναι ο φαντάρος στα χιόνια, ο πολίτης της πείνας του έπους. Ως εκπρόσωποί τους, οι πολιτικοί μας, οι αιρετοί επίσημοι, μπορούν να αντέξουν τα πάντα – αλλά ντρέπονται, βαθύτατα, για έναν λαό που χτυπά, μέσω αυτών, το βαθύτερο νόημα του «όχι» και της επανάστασης, καθώς εμείς, οι πολίτες, εκλέξαμε τους συγκεκριμένους πολιτικούς για να έχουν την αποκλειστικότητα στην διδαχή του.

Αυτό είναι το νόημα όσων θα ακούσεις σήμερα:

Δεν μπορεί ο καθένας να ερμηνεύσει κατά το δοκούν το ‘όχι’ του ’40: Υπάρχει μία συντεταγμένη πολιτεία που έχει αναλάβει, με προσωπικές θυσίες, την διαδικασία της διδαχής του.

Τι θα γίνει δηλαδή, θα τα ισοπεδώσουμε όλα τέλος πάντων;

(μόλις το έγραψα, το ξαναδιάβασα αυτό το ποστ. μια συμβουλή: μην το διαβάσεις.)

Sad clown

Δεν ξέρω πως φτάσαμε ως εδώ. Κοιτάω που φτάσαμε, κοιτάω πως να διαφύγουμε, αλλά, πραγματικά, είμαι πολύ, πολυ απογοητευμένος.

Όλα είναι σκατά.

Η κυβέρνηση έχει χάσει κάθε πιθανή λαϊκή εντολή. Το κράτος υπολειτουργεί, σε όλους τους τομείς. Χρήματα λείπουν από παντού, οι πολίτες έχουν σταματήσει να το εμπιστεύονται, βγαίνουν νόμοι αναδρομικοί, σκαρφίζονται κάθε τρόπο, νόμιμο ή ακόμα και παράνομο, με τους πιο γελοίους όρους, για να κλέψουν, στην ουσία, χρήματα από τον πολίτη. Ζητούν να ξανακάνεις περαίωση, ακόμα και αν έχεις ήδη κάνει στο παρελθόν, ακόμα και αν έκανες κάθε-προηγούμενη-χρονιά, ακόμα και αν δεν έχεις τίποτα να κρύψεις. Κρύβουν χαράτσια στους λογαριασμούς της ΔΕΗ για να τα δώσεις, ακόμα και εκβιαστικά. Ταυτόχρονα, κάθε αγορά είδους πολυτελείας γίνεται χωρίς ποθεν έσχες, αποκλειστικά για να ξαναέρθει το χρήμα που την κοπάνησε στο εξωτερικό.

Ταυτόχρονα, κάθε ποσό άνω των πέντε χιλιάδων ευρώ φορολογείται, κάτι που σημαίνει ότι όποιος παίρνει περισσότερα από 380+ ευρώ τον μήνα, καλείται να πληρώσει στο τέλος του χρόνου. Όποιος το σχολιάζει γίνεται λαϊκιστής και λοιδορείται. Οι πολίτες αρνούνται να πληρώσουν. Γκρεμίζοντας κάθε αίσθηση νομιμότητας ή δικαιοσύνης, αρνούνται τις επιταγές του κράτους. Δεν πληρώνω, από δικαίους και αδίκους, ξεσφραγίζουν κουτιά της ΔΕΗ, όποιος θέλει, όπου θέλει, όπως θέλει αρνείται να πληρώσει, αρνείται να υπακούσει. Βγαίνει νόμος για το κάπνισμα στα μαγαζιά, κάποιοι βαράνε πέντε-δέκα ελεγκτές, αρνούνται να ελέγξουν, ο νόμος ισχύει, αλλά δια της ράβδου δεν εφαρμόζεται. Ο κόσμος στέλνει ο,τι να ναι στις εφορίες που δεν έχουν ελεγκτές να δουν τι από αυτά ισχύει και τι όχι. Από την άλλη, το κράτος αλλάζει κάθε-γαμημένη-μέρα τους κανόνες, σήμερα αποδείξεις, αύριο κάρτες, μεθάυριο πάλι αποδείξεις γιατί δεν υπάρχουν μηχανήματα παντού, παραμεθαύριο πάλι κάρτες. Μαζέψτε, μην μαζεύετε, μαζέψτε πάλι. Παράνοια.

Οι μαθητές χωρίς βιβλία ξεκινάνε τις τάξεις, άλλοι κάνουν κατάληψη, άλλοι σπάνε τα σχολεία, καταστρέφουν τα πάντα. Οι εργαζόμενοι στον δήμο απεργούν, δεν απεργούν, κάνουν κατάληψη στις χωματερές, δεν μπορούν να απεργήσουν, παίρνουν λιγότερα πια, είναι πιο ακριβή η απεργία, δεν αντέχουν οικονομικά να διεκδικήσουν, οδηγούνται σε παρανομίες. Παράνοια. Τα σκουπίδια μαζεύονται στους δρόμους, παιδιά σε σχολεία λιποθυμούν από ασιτία, ναι ρε φίλε, από ασιτία, (διαψεύστηκε) γίνονται καταγγελίες, δεν οδηγούν πουθενά. Γονείς χωρίς δουλειά, άνθρωποι χωρίς μέλλον. Κρατήσεις σε δημοσίους υπαλλήλους για την ενίσχυση των ανέργων, μειώνονται διαρκώς οι μισθοί, ανακοινώνεται αύξηση μισθών με το ενιαίο μισθολόγιο, ισχύει – αλλά έχουν ήδη κοπεί όλα τα επιδόματα, δίκαια και άδικα, τελικά είναι μειωμένος ο μισθός.

Οι πολίτες βγάζουν κρεμάλες στους δρόμους, κρε-μά-λες, οι πολιτικοί είναι αδύνατο να περπατήσουν. Γίνονται δηλώσεις ανυπακοής ως επανάσταση από βουλευτές, πνίγονται μετά στην αίθουσα ψηφοφορίας πίσω, όχι μόνο από μισόλογα, αλλά και από ξεκάθαρες δηλώσεις εκβιασμού. Ουδείς ασχολείται. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις έχουν πάρει μία ιδιότυπη ασυλία, ακόμα και αν υπάρχει ξεκάθαρη ευθύνη, καλύπτεται από παραγραφή. Άνθρωποι που από κατηγορητήρια, με στοιχεία, έχουν φάει ότι τρώγεται, που εμπλέξανε γυναίκες, παιδιά, off shore, εκκλησίες, τον θεό τον ίδιο, είτε δεν αγγίζονται, είτε τα ονόματά τους γίνονται γνωστά μόνο κατόπιν διαβουλεύσεων μεταξύ των εμπλεκομένων κομμάτων. Επιχειρηματίες πηδάνε από το παράθυρο, αυτοπυρπολούνται, δεν μαθαίνει κανείς τίποτα.

Τα δελτία ειδήσεων και οι στήλες των εφημερίδων έχουν γεμίζει από αυτόκλητους σωτήρες, κουστουμάτους των δεκάδων χιλιάδων ευρώ που μιλάνε με άνεση για τον κατώτατο μισθό, στρατευμένους δημοσιογράφους που λειτουργούν με εκβιασμούς, απειλές και σκορπίζουν κατηγορίες, και αυθεντικούς γνώστες (και «γνώστες») που αυτοδιαψεύδονται προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσουν ένα σύστημα χωρίς καμία απολύτως σταθερά. Δημοσιογράφοι και «δημοσιογράφοι» που κάνουν τα δελτία τύπου είδηση, και τα ευχολόγια σίγουρο μέλλον. Και ποιοι παρακολουθούν; Επιχειρηματίες που καταρρέουν, μαγαζιά που κλείνουν διαρκώς, άνθρωποι που χάνουν την δουλειά τους, και δεν βρίσκουν ούτε έναν-χρόνο-μετά, μετά από άπειρες αποστολές βιογραφικών, παρακάλια, βύσματα και μέσα.

Άνθρωποι χωρίς μέλλον, που φωνάζουν «να καεί το μπουρδέλο η βουλή», και η φωνή τους ενώνεται με ακροδεξιούς που νομιμοποιούνται σε βουλή και δήμους, που κυκλοφορούν άνετα πλέον με μαχαίρια και λοστάρια, που η φωνή τους ενώνεται με ανθρώπους που δεν έχουν πατήσει στο δημόσιο ούτε μία μέρα, ή στην μονάδα τους ούτε μία μέρα, και όλοι αυτοί βρίσκονται αντιμέτωποι με την πιο ανερχόμενη εργασία αυτήν την στιγμή, τις δυνάμεις ασφαλείας, τα ΜΑΤ, που χτυπούν ακαριαία, δεν λογοδοτούν πουθενά, δημοσιογράφους, πολίτες, παιδιά, χωρίς οίκτο, χωρίς αιδώ. Και έτσι, έχεις άλλον έναν λόγο να μην κατέβεις σε πορείες έτσι και αλλιώς χωριστές, άλλοι εδώ, άλλοι εκεί, και αν είσαι με τους από εκεί να μην μπορείς να τραγουδήσεις τα συνθήματα των από εδώ, συνθήματα έτσι και αλλιώς παρωχημένα, φτιαγμένα από ξύλινους ανθρώπους, αχυρανθρώπους, συνδικαλιστές που δεν μπορούν να απολυθούν, που δεν δούλεψαν ποτέ, που δεν νοιάζονται, μερικοί εκ των οποίων θα γίνουν γενικοί γραμματείς και υπουργοί αύριο, μίας Ελλάδας διαλυμένης.

Μιας Ελλάδας που το μέλλον της εγκλωβισμένο σε σχολές και παρατάξεις, σε μαφία των τάξεων και των εξωθεσμικών, πασχίζει να βρει μία ακτίνα φωτός έξω, έξω όπου και να είναι αυτό. Σκλαβοπάζαρα στην Αυστραλία ή μία τυχερή θέση στην Αγγλία. Μα και έξω να πεινάνε, να μαθαίνουμε τα κόλπα τους, να βαπτίζουμε την απόλυση εφεδρεία, μισούς μισθούς για μισή δουλειά, απλήρωτοι για μήνες, να δουλεύεις και να μην πληρώνεσαι. Να μην πληρώνεσαι αλλα να μην είσαι απολυμένος να πάρεις τουλάχιστον επίδομα. Παράνοια.

Τα κανάλια να παίζουν τις ίδιες αηδίες κάθε μέρα, τα εξώφυλλα των εφημερίδων να εκβιάζουν, πότε για δικό τους όφελος, πότε για μία πατρίδα που έχουν να της εξοφλήσουν το ΙΚΑ πέντε χρόνια τώρα. Ο διπλανός μου να μην κόβει αποδείξεις, ο άλλος να ακριβαίνει ως καρτέλ το ήδη ακριβότερο πετρέλαιο, το γάλα, την τιμή της μονάδας στο κινητό, όλοι μαζί συννενοημένοι να σε χρεώνουν στα 45» πλέον, όχι στα 30», συννενοημένοι, στα μουγγά, και εσύ να μην έχεις ούτε αυτά να δώσεις.

Εταιρίες να μπλέκονται σε σκάνδαλα, εκατομμύρια ανασφάλιστα αυτοκίνητα, να παρακαλάς να μη σε βαρέσει κανένα, κλοπές, πρεζόνια, ημεδαποί και μη με στιλέτα στην τσέπη τα βράδια, ο κάθε Ψωμιάδης να κατουρά σε ένα σάπιο δικαστικό σύστημα, και να βγαίνει γελώντας ενώ μόλις τον πιάσανε γιατί τον κυνηγούσε ιντερπολ και ως φυγά, δίπλα ο άλλος να παθαίνει καρδιακό γιατί χρώσταγε τρία χιλιάρικα. Παράνοια. Σε κάθε προσπάθεια σωτηρίας θα χωθεί και κάποιος τραμπούκος, θα κάνει την ελπίδα στρατευμένη, τελικά θα φύγεις αηδιασμένος, το όνειρο να γίνεται σαπίλα.

Και στις ειδήσεις, να σε απειλούν με όρους ακαταλαβίστικους, σπρεντ, κούρεμα, αγορές, να μην καταλαβαίνεις, να θες πέντε μάστερ να δεις ειδήσεις, ο Πάγκαλος να σου λέει μαζί τα φάγαμε, ο Χρυσοχοϊδης να μιλά για επενδύσεις δισεκατομμυρίων, ο Παπουτσής να δικαιολογεί τον ματατζή που κοπανάει τον άνθρωπο που λέει μη με βαρέσεις, και εμείς να κοιτάμε όταν ατιμώρητα χημικά με σκοπό να δολοφονήσουν ρίχνονται στους αποπνικτικούς χώρους του μετρό, χτυπώνται γιατροί που παρέχουν πρώτες βοήθειες, απλοί άνθρωποι με παιδιά.

Κόμματα υπερχρεωμένα σε τράπεζες, αληθινά χρεωμένα, με δάνεια, πολιτικές χρεωμένες σε επιχειρηματίες που τις κράτησαν ζωντανές, σε Ευρωπαίους, σε Αμερικανούς, σε ισραηλινούς, σε Κύπριους και Τούρκους, σε μπίζνεσμαν, από την Σαουδική Αραβία, στο κεφάλαιο, τους Κινέζους, που μοιράζονται ορυχεία χρυσού, άφαντες μελλοντικές πετρελαιοπηγές, αοζ, που στέλνουν καράβια με γιατρούς στο έλεος των οποίων θέλουν να τα βυθίσουν, απόπειρες δολοφονίας Ελλήνων πρωθυπουργών, φυσικά αέρια, ψυχρός πόλεμος στα πόδια μας, κοιτάμε, χαζεύουμε αμίλητοι.

Και σε όλα αυτά, κανένα μέλλον, καμία διέξοδος, μπροστά μας χρεωκοπία, οι ίδιοι πολιτικοί, οι ίδιες ιδέες, καμία ελπίδα, τίποτα ορατό.

Χρεωκοπία ρε φίλε. Χρεωκοπία.

Υ.Γ.: Video που κοινοποίησε η @Cyberela