Μόλις πέρσι, μετά τα μεγάλα κρύα και τους νεκρούς στα στρατόπεδα συγκέντρωσης που κατ’ ευφημισμόν ονομάζουμε «Κέντρα φιλοξενίας» ο Γιάννης Μουζάλας, Υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής της κυβέρνησης Σύριζα/ΑΝΝΕΛ είχε δηλώσει πως «μετά τον φετινό χειμώνα, γίναμε σοφότεροι».
Φέτος, σε δήλωση σε γερμανική εφημερίδα για τις συνθήκες, απάντησε σε ερώτηση δημοσιογράφου πως «όχι, δεν μπορώ να εγγυηθώ ότι δεν θα έχουμε νεκρούς φέτος, αλλά θα κάνουμε ο,τι καλύτερο μπορούμε».
Προσπαθώ εδώ και μέρες να συντάξω ένα κείμενο, αλλά μου είναι αδύνατον να διαχειριστώ τόσο αποτρόπαια κυνικές δηλώσεις. Για την πρώτη, είχα ήδη κάνει ένα ποστ, για την δεύτερη, δυσκολεύομαι να συμπυκνώσω χωρίς βρισιές σε ένα αξιοπρεπές κείμενο τον θυμό μου.
Αναρωτιέμαι πως γίνεται να είναι κάποιος τόσο σκληρός, τόσο απάνθρωπος. Τι επιτυγχάνει, (πέραν της προσπάθειας να σοκάρει το γερμανικό και ευρωπαϊκό αναγνωστικό κοινό) με μία τέτοια δήλωση, τι κληρονομεί αυτός ο τρόπος σκέψης.
Ταυτόχρονα με την δήλωση σχεδόν, έχουν χτυπήσει τον κώδωνα του κινδύνου μεγάλες ανθρωπιστικές οργανώσεις, διεθνείς οργανισμοί και φορείς, για αυτό που περιμένει αυτούς τους ανθρώπους στα κρύα των νησιών (αλλά και της ηπειρωτικής χώρας) που «φιλοξενούνται» έγκλειστοι. Θα υπάρχουν νεκροί, δεν υπάρχει αμφιβολία. Άνθρωποι που έχουν ζήσει τόσες κακουχίες, που έρχονται ακόμα και τώρα, χειμωνιάτικα, στοιβαγμένοι σε μία βάρκα μέσα στα άγρια κύματα, που έχουν ζήσει πόλεμο και απάνθρωπες συνθήκες, που ακόμα και αν ήταν σε καλή κατάσταση σωματική και ψυχολογική οι συνθήκες επιβίωσης στις σκηνές της Μόριας θα τους δημιουργούσαν πλείστα όσα προβλήματα – πολλώ δε μάλλον τώρα δεν θα αντέξουν όλοι αυτό που θα ακολουθήσει.
Θα υπάρξουν νεκροί, χωρίς αμφιβολία.
Οπότε το ερώτημα είναι γιατί να ειπωθεί κάτι τέτοιο, γιατί η δήλωση να μην αρκεστεί στο «θα κάνουμε ο,τι μπορούμε», ή, ακόμα καλύτερα, στο «δεν θα υπάρξει κανένας νεκρός, δεν θα ταλαιπωρηθεί κανείς, γιατί θα το πετύχουμε εμείς».
Γιατί κάποιος να απαντά μ’ αυτόν τον τρόπο.
Η γνώμη μου είναι ότι αφορά την ευθύνη.
Αρκετοί κρατούμενοι πρόσφυγες έχουν πεθάνει, μα και όσοι έχουν γλυτώσει, αντιμετωπίζουν τους δαίμονές τους. Άνθρωποι που κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας, που λυγίζουν κάτω από την αφόρητη πίεση, άνθρωποι που τους ταΐζουν πατάτες και μακαρόνια μέχρι να φτάσουν να αντιδράσουν, που είναι φυλακισμένοι για μήνες, που κοιμούνται στο πάτωμα, που ζεσταίνονται όπως μπορούν, σε σκηνές και κουβέρτες κόντρα στα χιόνια, σε άθλιες συνθήκες και με ελάχιστη βοήθεια.
Όλο αυτό θα αποτελούσε πρώτης τάξεως υλικό για μία καταδίκη για παραβίαση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Θα μπορούσε να ξεκινήσει από τους διοικητές αυτών των κέντρων συγκέντρωσης, τους πολιτικούς προϊστάμενούς τους, να φτάσει μέχρι την ηγεσία του υπουργείου, τον Μουζάλα, και τον αμέσως ανώτερό του, τον Αλέξη Τσίπρα.
Κατηγορίες που να περιλαμβάνουν ποινές που θα έφταναν σε χρόνια πραγματικής φυλάκισης.
Για κάθε έναν άνθρωπο που έζησε φυλακισμένος σε απάνθρωπες συνθήκες, ή που πέθανε εξαιτίας αυτών. Για κάθε έναν εξ αυτών που δεν του παρείχαμε αξιοπρεπείς συνθήκες, παραδειγματική τιμωρία.
(Μου φαίνεται αδιανόητο, μία ολόκληρη κοινωνία, να παρακολουθεί -όσο είναι εφικτό, γιατί ένα από τα αρχικά μέτρα ήταν η απαγόρευση της πρόσβασης των δημοσιογράφων χωρίς να υπάρχει έλεγχος και έγκριση- να εξελίσσεται ένα τέτοιο μακιαβελικό σκηνικό, χωρίς να ξεσηκώνεται και να αντιδρά)
Θα είχε περισσότερη λογική όλο αυτό – αν είχαν καταμεριστεί οι ευθύνες. Αν η Ελλάδα, η κυβέρνηση επίσημα έλεγε, πχ, «πήραμε €50 εκατομμύρια ευρώ από την Ευρώπη για να τους έχουμε εμείς και όχι εκείνοι, τα χαλάσαμε εδώ, εδώ και εδώ, για τόσους ανθρώπους – αυτό φτάνει: τόσο φαγητό, τόση υποστήριξη, τόσοι γιατροί, τόση στέγαση, τόση βοήθεια».
Αυτό, θα ήταν *χρήσιμο*: Θα μπορούσαμε να πιέσουμε να έρθουν και άλλα λεφτά από την Ευρώπη. Να μετρήσουμε αν αυτά που ήρθαν τελικά έγιναν σωστά φαγητά, αν πράγματι το κατα κεφαλήν κόστος πχ όντως φτάνει για μερίδες φαγητού που μπορεί να έχουν σκουλίκια, ή να στερούνται το κρέας επί δύο-τρεις εβδομάδες – ή κάποιος κερδίζει από αυτό, αν τα χρήματα έφταναν μόνο για σκηνές ή για μουχλιασμένες πρώην αποθήκες – ή αν τους πέταξαν εκεί εξοικονομώντας για άλλα πράγματα, αν έφταναν μόνο για Χ υπαλλήλους υγείας ή γραφειοκράτες που αποφασίζουν αν αξίζει κάποιος τον ορισμό πρόσφυγας ή μετανάστης – ή μπορούσαμε να έχουμε Χx10 όπου θα ήταν και ένας πιο λογικός αριθμός για να μην ταλαιπωρούνται φυλακισμένοι αυτοί οι άνθρωποι.
Θα είχαμε κάτι μετρήσιμο – και θα μπορούσαμε να δούμε ποιος φταίει, τελικά, γι’ αυτό το χάλι.
Ή, αν έλεγε «εμείς δεν πήραμε λεφτά, η ευθύνη είναι των ΜΚΟ που κάνουν κακή δουλειά εδώ, κι εδώ, μ’ αυτό ή μ’ αυτό». Αυτό θα ήταν *μετρήσιμο*, *ελέγξιμο*: θα βλέπαμε το έργο που έχει παράξει κάθε ΜΚΟ ανάλογα με τα χρήματα που έχει πάρει, θα ψάχναμε να βρούμε πως τα πήρε, τι υποσχέθηκε, και παρέδωσε τελικά, θα μπορούσαμε να ελέγξουμε τα μέλη και τους διοικητές του για τις πράξεις και τις παραλήψεις τους.
Κάποιος θα έπρεπε τελικά να απολογηθεί για κάθε νεκρό ή ταλαιπωρημένο άνθρωπο, είτε μέχρι τώρα, είτε από εδώ και εμπρός.
Όμως δεν γίνεται αυτό: οι καταγγελίες για ακατάλληλα φαγητά, για ακατάλληλες εγκαταστάσεις, για ακατάλληλη και ελλειπή υποστήριξη, ιατρική και γραφειοκρατική είναι διαρκείς, αλλά ούτε μία είδηση δεν έχουμε για οποιονδήποτε έλεγχο. Άνθρωποι πεθαίνουν, και δεν έχουμε καμία ενημέρωση για έστω και μία ΕΔΕ για να διαπιστωθούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες άνθρωποι χάνουν την ζωή τους.
Όταν η διοίκηση δεν αποδίδει ευθύνες, ουδείς καλείται να απολογηθεί. Όταν εμείς, ή ακόμα και η δικαιοσύνη δεν αποδίδει ευθύνες στην διοίκηση, ουδείς καλείται να απολογηθεί, επίσης.
Και πως να αποδώσεις ευθύνες όταν ο άλλος σου λέει «δεν αποκλείω να πεθάνει κανείς;» Σου δίνει την εντύπωση ότι υπάρχει μία μάχη, προσπαθούν, κάποιοι θα κερδίσουν, κάποιοι θα χάσουν – ατυχία, αλλά, τι να κάνουμε; Θα γίνουμε τουλάχιστον …σοφότεροι του χρόνου. Λίγο το ‘χεις;
Άλλωστε, εγώ το ‘πα θα σου πει. Σας είχα ενημερώσει. Είσαστε προετοιμασμένοι. Μην σοκάρεστε: το ξέρατε. Δεν αντιδράσατε, άρα, φταίτε και εσείς. Η σιωπή σας είναι συμμετοχή. Ας αντιδρούσατε, αν δεν θέλατε να συμβεί.
Δεν το λέει μόνο στους Ευρωπαίους αναγνώστες – το λέει και σε εμάς. Σε εμένα, σε εσένα, στην δικαιοσύνη που θα έπρεπε καιρό τώρα να αντιδράσει, στους φρουρούς τους, στους ίδιους τους φυλακισμένους:
Δεν μπορώ να εγγυηθώ. Μπορεί και να συμβεί. Προετοιμαστείτε.
Και οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να παγώνουν, να αρρωσταίνουν ή να πεθαίνουν φυλακισμένοι – αλλά «εμείς» θα έχουμε κάνει ότι μπορούμε (έτσι, χωρίς έλεγχο, επειδή το λένε αυτοί που διοικούν) και θα κοιμόμαστε πιο ήσυχοι τα βράδια». Ε, και αν πεθάνει κανείς, δεν το εγγυηθήκαμε κιόλας, σωστά; Δεν είναι ότι πήραμε την ευθύνη ότι δεν θα γίνει. Είμαστε ειλικρινείς.
Το έχω ξαναπει στο παρελθόν όμως: Αν θέλει ο Υπουργός να το παίξει ειλικρινής, ας μας πει ΠΟΣΟΙ. Σε πόσους ανθρώπους να καταστραφεί η υγεία, ψυχική και σωματική, πόσοι να πεινάσουν, να διψάσουν ή να πεθάνουν, πόσοι να αποπειραθούν να αυτοκτονήσουν απελπισμένοι -και πόσοι χρειάζεται να τα καταφέρουν τελικά, ώστε να χτυπήσει το καμπανάκι της ευθύνης:
«Δεν μπορώ να εγγυηθώ ότι δεν θα υπάρχουν νεκροί φέτος – αλλά αν είναι πάνω από Χ, θα δεχθώ τις ευθύνες μου απέναντι στην κοινωνία και τον νόμο γιατί θα έχω προσφέρει μία κακή υπηρεσία που κόστισε ζωές».
Να ορίσουμε το Χ. Να είναι ένας, πέντε, δέκα ή εκατό. Να ορίσουμε φύλα, άνδρες ή γυναίκες. Ηλικίες, μέχρι εκατό αν είναι ενήλικες ή μέχρι δέκα αν είναι παιδιά.
Για μένα, ένας άνθρωπος είναι ήδη πολύ, αλλά αυτό το τραίνο το έχουμε χάσει από καιρό. Να ξέρουμε πόσο μετριέται το «έκανα λάθος», πόσο μετριέται το «φταίω», πόσο μετριέται το «ας δούμε τι πήγε λάθος». Για μένα, για σένα, για την κοινωνία μας, για τον Μουζάλα ή τον Τσίπρα.
Πόσοι είναι οι Χ; Πότε αρχίζουμε να φωνάζουμε γι’ αυτούς τους ανώνυμους νεκρούς; Πότε κάποιοι απολογούνται;
Ποιο είναι το όριό μας;
One thought on “Η Ευθύνη της εγγύησης”