Όλο λέω «να ένα θέμα να γράψω» και όλο το αφήνω γιατί προκύπτει κάποιο άλλο, και ύστερα άλλο, και στο τέλος μαζεύονται πολλά και αυτή η διαρκής, εξαντλητική, ασταμάτητη ορμή θεμάτων κάθε μέρα (κάθε μέρα, ρε φίλε, μία μέρα ησυχίας δεν έχουμε) με καταπλακώνει και ξεχνάω τα μισά.

Έτυχε να έχω χρόνο, και ετυχε να υπάρχει καλό θέμα σχολιασμού, σχεδόν-όχι-γκρίνιας (ναι, καλά) οπότε ας ξεκινήσω να γράφω την σκέψη μου, και αν βγάλει κανένα νόημα όλο αυτό, θα το ανεβάσω κιόλας.

Έχουμε και λέμε:

Προσωπικά, δεν αισθάνομαι ιδιαίτερα περήφανος για τον Αντετοκούνμπο.

Βέβαια, δεν αισθανόμουν και ιδιαίτερα απογοητευμένος με τον Σχορτσιανίτη, κάποτε, οπότε παραμένω σταθερά ασυγκίνητος στα «Έλληνας θεός», «Πήρε την Ελλάδα στα χέρια του και την σήκωσε στους ουρανούς» κ.α.

Χαίρομαι πάρα πολύ βέβαια που χαίρεται ο κόσμος. Χαίρομαι αγνά, γιατί αυτοί που χαίρονται είδαν πίσω από το χρώμα, ή την καταγωγή, και επέλεξαν να χαρούν με κάποιον που δηλώνει ανοιχτά, και κόντρα σε κάθε γραφειοκρατία ή ρατσισμό, «ένας από αυτούς».

Βέβαια, δεν χάρηκαν όλοι, όχι όλος ο κόσμος, διότι, να με συμπαθάτε κιόλας, αλλά όταν πας σε συγκέντρωση «δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ Αλβανέ-Αλβανέ» (ή όταν τον υπουργοποιείς στην κυβέρνησή σου) δεν είμαι σίγουρος γιατί τώρα στέλνεις συγχαρητήρια – εκτός και αν ήσουν παιδιόθεν οπαδός των Μπακς, οπότε καταλαβαίνω, κέρδισε η ομάδα σου, δεν φέρνω αντίρρηση. Η ο άλλος θυμήθηκε τον Σαμαρά, λέει, που του έδωσε το διαβατήριο να πάει NBA. Τον Σαμαρά. Τον Σαμαρά που ξέρουμε όλοι. Ε, αυτά είναι γελοία πράγματα, κακώς τα αφήνουμε αχαρακτήριστα, αυτό το θράσος μένει και να μου το θυμηθείτε.

Να σας πω τι τρέχει όμως με μένα; Όταν χιονίζει και όλοι λένε «τέλεια, θα ασπρίσει η Αθήνα» – εγώ σκέφτομαι τους άστεγους. Όταν έρχονται Ολυμπιακοί και οι δρόμοι ομορφαίνουν, εγώ σκέφτομαι τους ναρκομανείς που τους βάζουν σε ένα λεωφορείο και τους παρατάνε αλλού να μην φαίνονται (όποιος έχει καλή μνήμη και θυμάται)

Ετσι και όταν κερδίζει ένας μετανάστης (διπλός κιόλας, από Νιγηρία – Ελλάδα και από Ελλάδα – Αμερική) σκέφτομαι τους μετανάστες που έμειναν πίσω.

Βλέπω τα χρυσά δαχτυλίδια και τις σαμπάνιες της νίκης, και σκέφτομαι τον άνθρωπο που πρόσφατα αυτοκτόνησε γιατί ενώ τον είχαν κλειδωμένο σε ένα απαράδεκτο καμπ θα τον έστελναν με το ζόρι πίσω σε μία πατρίδα που τον μισούσε.

Βλέπω να αγκαλιάζει την οικογένειά του, και σκέφτομαι την γυναίκα που κάηκε με το εγγονάκι της στην σκηνή της, επειδή έκανε κρύο.

Δεν κάνω επίκληση σε κανένα συναίσθημα, ούτε πάω να σας γαμήσω την χαρά, περιμένετε. Λέω εγώ. Εγώ τα σκέφτομαι όλα αυτά. Είναι κατάρα, όχι τιμή.

Το πρόβλημα είναι πως καθώς δεν έχω κάνει αρκετά (τώρα πια, ούτε και στο μπλογκ μου δεν γράφω γι’ αυτά) δεν μπορώ να αισθανθώ υπερήφανος. Μπράβο Γιάννη, αλλά δεν βοήθησα πουθενά.

Δεν ήμουν στο σχολείο σου στα Σεπόλια, όταν πούλαγες CD, δεν σε προστάτεψα από όσα άκουσες, δεν σε προστάτεψα όταν σήκωσες την σημαία, όταν κυκλοφορούσες στους δρόμους, όταν ζήτησες διαβατήριο, όταν – δεν ήμουν εκεί.

Κάποιοι ήταν. Κάποιοι ήταν δίπλα σου, κάποιοι σε πίστεψαν, κάποιοι σε στήριξαν, όχι μόνο γιατί ήσουν δύο μέτρα, αλλά κυρίως επειδή ήσουν ένα παιδί, με μία αδικία τροφοδοτούμενη από το χρώμα σου, το επώνυμό σου, την χώρα καταγωγής σου.

Και αυτοί οι κάποιοι, έχουν δικαίωμα να είναι σιωπηλά, μέσα τους, ή φωναχτά, ουρλιάζοντας, περήφανοι. Και η περηφάνια δεν περισσεύει για τους υπόλοιπους από εμάς, είναι ορισμένη, ότι έκανες στο παρελθόν πληρώνεσαι. Εσύ, σήκωσες βάρη, άκουσες τους προπονητές σου, μάτωσες και στερήθηκες. Αυτοί, πήγαν απέναντι σε ένα απόλυτα υπαρκτό τείχος, με εχθρό αντιλήψεις, το κράτος το ίδιο, τους συνανθρώπους τους, τους γείτονές τους. Για κάθε έναν από αυτούς που μπορεί να άκουσε το «νεγρολάτρη» (κατά το nigga lover) η μάχη ήταν εκεί, διαρκής, η ζωή τους όλη – και ένα κομμάτι υπερηφάνειας το δικαιούνται πια.

Μάχη η δική σου που σ’ εφερε μέχρι εκεί, μάχη και η δική τους.

Και έτσι δεν τολμώ να μοιραστώ την περηφάνια και την χαρά τους. Αν την μοιραστώ, νιώθω ότι θα ξεγελάσω τον κόσμο ότι δώσαμε τον ίδιο δύσκολο αγώνα μ’ αυτούς – και όχι, σε καμία περίπτωση δεν δώσαμε τον ίδιο αγώνα.

Αυτοί να είναι περήφανοι για σένα, που δικαίωσες τις προσδοκίες τους παρά τις δηλητηριώδεις αντιλήψεις των άλλων για το χρώμα και την (αρχική) καταγωγή σου, που έγινες τίμιος και σωστός – και γω απλώς θα χαμογελάω με την χαρά τους.

Θα χαρώ ακόμα περισσότερο αν κάνεις όλη αυτή τη χαρά και την συμπάθεια του κόσμου, δύναμη. Ο αθλητισμός έχει μία τάση να προσπερνά φραγμούς, να ανοίγει τον κόσμο στο διαφορετικό, να ραγίζει λίγο τοξικές αντιλήψεις. Αν πάρεις αυτήν την ευκαιρία, και καταφέρεις να τους πείσεις ότι αυτός που είναι φυλακισμένος τόσο καιρό σε απαράδεκτο για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια στρατόπεδο συγκέντρωσης είναι κι αυτός άνθρωπος, όπως είσαι κι εσύ, ότι μπορεί, αν του δοθούν οι ευκαιρίες, αν του δοθούν τα χέρια και η αγάπη, αν κριθεί δίκαια για αυτό που είναι, μπορεί να γίνει ένας αξιόλογος επιστήμονας, ένας γιατρός, ένας αρχιτέκτονας, ένας πυροσβέστης, σκουπιδιάρης, προγραμματιστής, ζωγράφος, δάσκαλος, τραγουδιστής, οτιδήποτε λαχταρά να γίνει, ένας από εμάς, όχι ένα ανώνυμο πτώμα στα κύματα ή ραμμένα χείλη σε ένα κάμπ – αν πείσεις τους συνανθρώπους μου και μεταφέρεις την αγάπη που απλόχερα σου έδωσαν προς αυτούς τους ανθρώπους.

Αυτό, θα κάνει την ζωή πιο εύκολη δεκάδων ανθρώπων που πασχίζουν να κάνουν την ζωή αυτών των άλλων μεταναστών πιο εύκολη. Γιατροί, δημοσιογράφοι, εθελοντές, οι άνθρωποι που πολεμούν καθημερινά, ανώνυμα, αθόρυβα, σαν κι αυτούς που στάλθηκαν δίπλα σου και σου έδωσαν κι εσένα μία ευκαιρία. Θα τους προσφέρεις μία ελπίδα, στην καθημερινή μάχη που δίνουν με τον εγκατεστημένο ρατσισμό στην χώρα μας. Θα τους δώσεις μία ανάσα.

Ε, τότε θα είμαι και γω περήφανος, γιατί έγραψα αυτό το κείμενο, γιατί έκανα μία προσπάθεια, γιατι προσπάθησα να σπείρω μία ιδέα 🙂

Και θα μοιραστώ και γω λίγο τότε, προσεκτικά και με σεβασμό, την περηφάνεια αυτών που σε προστάτεψαν όταν έπρεπε γιατί πίστεψαν σε σένα σαν άνθρωπο, ως αυτός που ήλπισε σε σένα, όταν μπορούσες 🙂

Εν αναμονή της δικής μου χαράς λοιπόν,
ένας συνονόματος θαυμαστής σου.

Αυτή, είναι μία φωτοβολίδα που πετάχτηκε, από τους φιλοξενούμενους οπαδούς της μίας ομάδας, στους γηπεδούχους οπαδούς της άλλης ομάδας.

Διαβάζω δε στα ρεπορτάζ, ότι η φωτοβολίδα πετάχτηκε με όπλο, ενώ ο δράστης δεν συνελήφθη, και το παιχνίδι συνεχίστηκε.

Πάμε λοιπόν:

Το παιχνίδι, έπρεπε να σταματήσει. Εκείνη την στιγμή. Να διακοπεί, ούτε καν να συνεχιστεί με άδειες κερκίδες.

Ο δράστης έπρεπε να συλληφθεί. Υποτίθεται ότι υπάρχουν κάμερες για να βρεθεί, αν είναι υποχρέωση της ομάδας και δεν υπάρχουν να συλληφθεί ο υπεύθυνος της γηπεδούχου, αν δεν είναι υποχρέωση να γίνει.

Όσοι ήταν δίπλα στον δράστη, τον είδαν, μα απέκρυψαν την πράξη του ή τον έκρυψαν για να μην βρεθεί, θα έπρεπε η ίδια η ομάδα τους, να τους απαγορέψει την είσοδο στα γήπεδα – για πάντα. Ηθικά, όχι νομικά: για πάντα.

Εφόσον η μετακίνηση έγινε ομαδικά, δηλαδή με συνδέσμους κλπ, έπρεπε αν υπάρχει υπεύθυνος γι’ αυτούς τους ανθρώπους να συλληφθεί και αυτός με την σειρά του. Αν δεν υπάρχει, να οριστεί ένας υπεύθυνος για την μετακίνηση, και να υπάρχουν ευθύνες γι’ αυτόν.

Επίσης, έπρεπε να συλληφθεί και ο υπεύθυνος του ελέγχου των οπαδών, για όλες τις θύρες, καθώς και αυτός για την είσοδο στην θύρα των οπαδών από την οποία έφυγε η φονική φωτοβολίδα.

Αυτά, είναι τα πρακτικά, που έπρεπε να γίνουν την ώρα του αγώνα.

Τίποτα εξ αυτών δεν έγινε.

Γιατί; Επειδή δεν είχαμε νεκρό;

~

Βλέπετε πόσα πράγματα έχουν εξαγγελθεί μετά τις πολύνεκρες πλημμύρες στην Μάνδρα; Πόσες ενέργειες έχουν μπει σε λειτουργία, ακόμα και κατεπειγόντως, για να μην υπάρξει άλλος νεκρός;

Βλέπετε πόσα πράγματα έχουν εξαγγελθεί για το Μάτι, μετά την πολύνεκρη πυρκαγιά; Πόσες ενέργειες θεωρούνται πλέον επιβεβλημένες, πόσες υπηρεσίες άλλαξαν υπεύθυνους, πόσα πράγματα θεωρούνται αυτονόητα πλέον μπήκαν στην ατζέντα;

Λοιπόν, προτείνω να κάνουμε το εξής:

Δείτε αυτόν τον άνθρωπο για παράδειγμα με το κόκκινο καπέλο. Εκ της φωτογραφίας μοιάζει να είναι ο πιο κοντινός στο φονικό βλήμα. Μάθετε το όνομά του, κάντε του μία κηδεία, τα παιδιά του και η γυναίκα του να τον κλάψουν –

– ΠΕΙΤΕ ΟΤΙ ΤΟΝ ΠΕΤΥΧΕ.

Πείτε ότι πια είναι νεκρός. Στην οικογένειά του η ΕΠΟ να δώσει τιμητική σύνταξη για να τα βγάζει πέρα, βάλτε τον σε ένα καράβι να μην τους ξαναδεί, αλλάξτε του όνομα και πρόσωπο, αν χρειαστεί, βάλτε τον σε υπηρεσία ανάλογη της προστασίας μαρτύρων.

Νιώστε την φρίκη να τον διαπερνάει ένα καυτό βλήμα, να του καίει τα σωθικά, να τον πετυχαίνει στην καρωτίδα και η κάψα να του στεγνώνει το ίδιο του το αίμα, κανείς δίπλα να μην μπορεί να το βγάλει, νιώστε την απελπισία όσων είναι δίπλα, νιώστε την ηδονή του δολοφόνου που ρίχνει ένα βλήμα πάνω στον κόσμο, όχι αδιαφορώντας αν έχει νεκρό αλλα ΕΠΙΔΙΩΚΟΝΤΑΣ να έχει νεκρό, ΠΡΟΣΔΟΚΩΝΤΑΣ να έχει νεκρό, οποιονδήποτε, τέσσερα καθίσματα και λίγο πιο κάτω ένα παιδί, τέσσερα καθίσματα και λίγο πιο πάνω μία γυναίκα, κάντε ο,τι χρειάζεται – αν δεν ξέρετε πως, ρωτήστε όσους κάθονταν δίπλα στον Χαράλαμπο Μπλιώνα.

Και θα σας πω γιατί:

Η ζωή είναι σκληρή. Κάπου – κάπου, στεκόμαστε τυχεροί, μας προειδοποιεί, μας λέει «κοίτα, κοίτα τι μπορεί να συμβεί», και εμείς έχουμε δύο επιλογές. Ή θα αξιοποιήσουμε αυτό το μάθημα, ή θα περιμένουμε να δούμε τι, πράγματι, μπορεί να συμβεί.

Λίγα εκατοστά χωρίζουν δύο εντελώς διαφορετικές ιστορίες: Στην μία, ένας άνθρωπος πεθαίνει, πάλι, εντελώς άδικα σε ένα γήπεδο. Στην άλλη, η φωτοβολίδα βρίσκει ένα κάθισμα, ή κάποιος κουνιέται ελάχιστα και γλυτώνει.

Είναι ίδιον των έξυπνων ανθρώπων, αυτών που θέλουν να αλλάξει κάτι, αυτών που θέλουν να δουν μία καλύτερη μέρα, τα πράγματα να προχωράνε μπροστά, αν θα μάθουν – ή όχι.

Αν δεν θέλουν να μάθουν, όσες φορές και να προειδοποιηθούμε με τα ελάχιστα εκατοστά, δεν θα αλλάξει τίποτα. Καμιά φορά, όπως μας έμαθε πικρά η υπόθεση Μπλιώνα, ακόμα και όταν μας δείξει τι τελικά θα συμβεί, ακόμα και τότε – αν οι άνθρωποι δεν θέλουν, δεν θα αλλάξει τίποτα.

Εγώ θέλω μία κυβέρνηση, μία δικαιοσύνη, έναν λαό που να θέλει να το αλλάξει αυτό. Να σκέφτεται όλα αυτά τα μεγαλόσχημα που θα έλεγε αν είχαμε νεκρό – και να τα κάνει πράξη πριν φτάσουμε να έχουμε τελικά.

Άλλωστε, δεν ακούω κανέναν που να τολμά να πει «όχι, δεν πρέπει να αλλάξει, γι’ αυτούς και γι’ αυτούς τους λόγους».

Καλό είναι που ντρέπονται, καλύτερο θα ήταν να το αλλάξουν – (ειδικά εκεί στην κυβέρνηση έχουν και πενήντα δύο εκατομμύρια τρόπους να το πιέσουν να γίνει, εκτός από τις δικές τους ευθύνες).

Αλλιώς, μετά, τουλάχιστον μην κάνουν τους ξαφνιασμένους.

Προειδοποιήθηκαν.

Το ερώτημα που έχει κάποια σημασία πριν ξεκινήσουμε είναι «αυτό; Με όσα γίνονται, αξίζει τον κόπο αυτό;»

Νομίζω πως ναι. Μπορεί να κάνω λάθος, μα νομίζω πως ναι. Ας δούμε μαζί την σκέψη μου.

Τελικός Κυπέλλου Ελλάδας, Σάββατο 6 Μαΐου του σωτήριου έτους 2017, και πριν την έναρξη του αγώνα, εκτεταμένα επεισόδια «αμαυρώνουν το ποδοσφαιρικό γεγονός».

Δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες οπαδοί των δύο ομάδων πλακώνονται για αρκετή ώρα, έξω μα και μέσα στο Πανθεσσαλικό στάδιο. Οι τραυματίες δεκάδες – τόσοι, που ακόμα και το αρμόδιο νοσοκομείο βρέθηκε σε δύσκολη θέση.

Τώρα που γράφω τούτο το ποστ είναι ξημερώματα Δευτέρας – μα σκέφτομαι να το ανεβάσω αργότερα, σε μία, δύο μέρες. Στο μεταξύ να περιμένω.

Θα περιμένω να δω, αν κάποιος από το κράτος μας ενοχλήθηκε από αυτήν την εικόνα.


Από το sport-fm.gr

Θα περιμένω να δω αν το αίμα αυτών των ανθρώπων, ακόμα και αν δεχθεί κανείς ότι συμμετείχαν αυτοβούλως στα επεισόδια (εγώ δεν το δέχομαι, αλλά δεν έχει σημασία) ή όσων ταλαιπωρήθηκαν πχ από δακρυγόνα, πέτρες, και δεν ξέρω και γω τι ενώ δεν είχαν καμία συμμετοχή, έχει, για κάποιον, αξία.

Θα περιμένω.

Θα περιμένω να δω αν θα το ξεχάσουμε, αν θα ξεχάσουμε όλο αυτό το αίμα που χύθηκε, όλες αυτές τις εικόνες βίας, τους μαχαιρωμένους, τα στιλέτα, τα δοκάρια, τις καρέκλες, τα γκλόμπ (ακόμα και ανάποδα).

Θα περιμένω.

Θα περιμένω να δω αν, ως κοινωνία, θεωρήσαμε ότι πήγε, κάτι, στραβά. Αν ναι, είναι απλό – θα αντιδράσουμε. Θα ρωτήσουμε αν η αστυνομία έκανε καλά την δουλειά της. Θα ρωτήσουμε αν οι ομάδες είχαν τον έλεγχο των οπαδών τους. Θα ρωτήσουμε αν η ομοσπονδία λειτούργησε με τον καλύτερο τρόπο.

Αν όχι, αν πιστέψουμε ότι όλα πήγαν σωστά, είναι τρομερά απλό, θα προσπεράσουμε. Και το αίμα θα ξεπλυθεί από τους τοίχους, και τα καθίσματα, και τα πατώματα, και θα γίνει δόξη και τιμή το επόμενο παιχνίδι, και θα συνεχίσουμε τις ζωές μας.

~

Όταν όμως, την επόμενη φορά, κάποιος πεθάνει – ακόμα και κάποιος συμμετέχοντας, αλλά πολλώ δε μάλλον κάποιος αθώος, θα περιμένω να δω αν τότε θα αναρωτηθούμε τι πήγε στραβά.

Θα περιμένω να δω αν θα ανατρέξουμε στο χθεσινό, αν θα αναρωτηθούμε αν θα μπορούσαμε, έστω και από σήμερα, να σώσουμε μελλοντικά την ζωή αυτού του ανθρώπου. Θα περιμένω να δω αν θα αναρωτηθούμε, αν πράγματι το χθεσινό ήταν λάθος – γιατί το επιτρέψαμε μία μέρα μετά:

– Γιατί είμαστε δειλοί; Δεν θέλαμε να τα βάλουμε με την ηγεσία και την μαφία των οπαδικών στρατών;

– Γιατί είμαστε ευθυνόφοβοι; Αρνηθήκαμε να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας, και να παραιτηθεί -ή να απολυθεί, αν δεν καταλαβαίνει γιατί- σύσσωμη η πολιτική ηγεσία που ήταν υπεύθυνη γι’ αυτό το χάλι;

– Γιατί ηδονιζόμαστε με το αίμα; Απολαύσαμε ως θεατές τηλεοπτικά ένα σόου ξύλου και βίας και μετά, με ασύλληπτη αδιαφορία, περάσαμε στον αυθεντικό εκνευρισμό για τα …διαιτητικά λάθη;

~

Θα (έπρεπε να) περιμένω.

Αλλά δεν θα το κάνω, δεν θα περιμένω. Θα το ανεβάσω σήμερα, τώρα αμέσως. Γιατί δεν θέλω να επιβεβαιωθώ, προτιμώ να έχω κάνει λάθος, προτιμώ κάποιος να δώσει σημασία σε ο,τι έγινε, και να το διορθώσει.

Πιστεύω ότι είμαστε περισσότεροι αυτοί που ενδιαφερόμαστε, που θυμώνουμε γι’ αυτό που έγινε, που θέλουμε να αλλάξει, που θέλουμε την κάθαρση και τους νόμους ανεξαρτήτως με τι χρώματα ντύνεται ο κάθε οπαδικός στρατός.

Πιστεύω ότι είμαστε περισσότεροι αυτοί που βλέπουν πόσο υποκριτικό είναι να προσπερνάμε τέτοια αίσχη ρίχνοντας την ευθύνη αποκλειστικά στους οπαδούς, αποκλειστικά στην μαφία των γηπέδων, πιστεύω ότι είμαστε περισσότεροι αυτοί που βλέπουν ότι είναι ΔΙΚΗ ΜΑΣ ευθύνη ως κοινωνία, πρωτίστως, ΔΙΚΗ ΜΑΣ ευθύνη να μην πεθάνει κανείς αύριο, ΔΙΚΗ ΜΑΣ ευθύνη να εξαλείψουμε τον χουλιγκανισμό, ΔΙΚΗ ΜΑΣ ευθύνη να τιμωρηθούν όσοι οργάνωσαν, όσοι ανέχθηκαν, και όσοι ήταν ανίκανοι να αποτρέψουν αυτές τις εικόνες.

Πιστεύω ότι είμαστε περισσότεροι αυτοί που αντιλαμβανόμαστε ότι είναι πρωτίστως θέμα ισονομίας, είναι θέμα δικαιοσύνης, είναι θέμα ηθικής – είναι διάολε θέμα πολιτισμού να μην προσπερνώνται αθόρυβα αυτές οι στιγμές.

Πιστεύω ότι είμαστε περισσότεροι αυτοί που φοβόμαστε ότι ο τίτλος «τελικός» δεν θα αφορά αύριο ένα παιχνίδι, αλλά την τελευταία μέρα ενός ανθρώπου.

~

Μία τελευταία κουβέντα, για να το απλοποιήσω λίγο, μ’ αυτήν την σκέψη:

Πρόσεξέ με λίγο:

Αυτό δεν είναι ποδόσφαιρο.

Μην προσπαθήσεις να πείσεις κανέναν, ούτε τον εαυτό σου, ότι είναι. Μην προσπεράσεις αυτήν την εικόνα.

Update 8/5/2017: Το Γραφείο Τύπου του Πρωθυπουργού της χώρας, ήρθε για δουλειά Δευτέρα πρωί, είδε τα σημαντικά γεγονότα του Σαββατοκύριακου, και είπε να αντιδράσει σε όσα έγιναν:

(Δεν το πίστευα – δεν έχει ανέβει ακόμα στο site – αλλά είναι δήλωση μοιρασμένη από το ΑΠΕ. Ιδού για όσους σαν και μένα δεν το πιστεύουν αν δεν το δουν με τα μάτια τους)

Αυτό έχουμε να περιμένουμε, μάλλον. Πολιτικό οπαδιλίκι της πλάκας, ατάκες, και «στην έφερα πρώτος». Μέχρι τόσο φτάνει (προφανώς) αυτή η κυβέρνηση. Και, όπως έχω ξαναγράψει, με τον χειρότερο δυνατόν τρόπο: από το Πρωθυπουργικό Γραφείο.

(Και όχι, δεν ασχολούμαι με το αν ο Μητσοτάκης έκανε καλύτερα ή χειρότερα με τις αρχικές δικές του δηλώσεις. Δεν με κυβερνά αυτός, ας τον κρίνουν οι ψηφοφόροι του)