(Καμιά φορά, όταν με διαβάζετε, σας δίνεται η εντύπωση ότι τα ξέρω όλα. Μεγάλη η ψευδαίσθηση, και θα την ανατρέψω άλλη μία φορά. Και λυπάμαι, που για άλλη μία φορά δεν πάω με το ρεύμα. Μακάρι ίσως να ήταν αλλιώς, αλλά έτσι είμαι, αυτά σκέφτομαι)

Την Τετάρτη το πρωί, μόλις σηκώνομαι, μαθαίνω για την αυτοκτονία ηλικιωμένου στο Σύνταγμα. Μένω αποσβολωμένος. Βλέπω τα ρεπορτάζ, γίνονται κουβέντες για χρέη, για πρόβλημα υγείας, αναρωτιέμαι αν θα δοθεί βαρύτητα, ηλικιωμένος, 77χρονος, βλέπω τον Μπεγλίτη, στην Τσαπανίδου, live, λέω μεγάλο φάουλ ρε, ακόμα δεν ξέρουμε τι έγινε, και γιατί.

Στον δρόμο για την δουλειά, το σκέφτομαι. Αναρωτιέμαι πως είναι να ετοιμάζεσαι το πρωί, να κάνεις τέτοιο πράγμα. Είσαι σίγουρος; το έχεις μετανιώσει; το έχεις ξαναδοκιμάσει και άλλες φορές; είναι βαρύ το πιστόλι στην τσέπη; κρύο; το κουβαλάς στο μετρό; κοιτάς τον κόσμο στα μάτια; δεν τον κοιτάς, μη σε καταλάβουν; βαστούν τα πόδια σου; ξέρεις τι πας να κάνεις; έχεις πρόγραμμα; Έχεις προγραμματίσει τι θα πεις πριν; Όταν βγαίνεις; τους κοιτάς ξέροντας αυτό που δεν ξέρουν; ότι θα δουν έναν φόνο; βιάζεσαι να το κάνεις, για να μην μετανιώσεις;

Ανατριχιάζω. Βιαιο πράγμα. Τον φοβάμαι τον θάνατο, πολύ – και στα παπούτσια του αυτόχειρα είναι βαριά η θέση, το βγάζω από το μυαλό μου.

Παρακολουθώ την κουβέντα από το twitter στο γραφείο. Κάποιοι, τον έχουν ήδη αναγάγει σε ήρωα. Μένοντας σε μία κουβέντα που μετέφερε αυτόπτης μάρτυρας ότι δεν θέλει να αφήσει χρέη, μιλούν για έναν απελπισμένο άνθρωπο, θύμα της κοινωνίας. Ο 77χρονος γίνεται βάρκα, για εκφράσει ο καθένας την οργή του. «Γιατί δεν ζώστηκε με χειροβομβίδες, να μπει στην βουλή». «Έστρεψε το όπλο του σε λάθος κεφάλι».

Μένω σιωπηλός. Δεν ξέρω. Δεν μπορώ να πω.

Γράφω μόνο ένα tweet για το θέμα:

Αυτό.

Λίγη ώρα μετά, διαβάζω το γράμμα που άφησε ο αυτόχειρας. Βρίθει σχολιασμών που δεν με βρίσκουν σύμφωνο – αλλα τους καταλαβαίνω. Βγαίνουν περισσότερα στοιχεία για την αυτοκτονία. Ενας από τους καλύτερους μου φίλος, μου στέλνει ένα μήνυμα:

«ρε φιλε η περιγραφη μοιαζει φοβερα με τον πατερα της!»

Μου κόβονται τα πόδια. Ξέρω την Έμυ χρόνια, αλλά κανέναν άλλο από την οικογένειά της. Μου φαίνεται αδιανόητο. Ρωτάω εναν φίλο που έχει πρόσβαση σε δημοσιογράφο: Το όνομά του αρχίζει από Χριστ; Ναι.

Ταμπλάς.

Επιβεβαιώνεται. Ρωτάω κοινούς γνωστούς. Ναι, αυτός είναι.

Δεν τον ξέρω τον άνθρωπο. Κλαίω όμως για την κόρη του.

Μετα από λίγο, μου έρχεται email από την οικογένειά του, ότι η επιστολή είναι αληθινή, και ένα σκανάρισμά της, γιατί τα μέσα την έχουν πετσοκόψει μόνο σε ότι τους συμφέρει. Επειδή υπάρχουν αρκετοί που αναρωτιούνται, επιβεβαιώνω δικτυακά την επιστολή, χωρίς να αναφέρω την ανάμιξή μου.

Γιατί; Γιατί δεν έχω ακόμα ιδέα.

Όσο ο καιρός περνάει, μαθαίνω περισσότερα για τον Δημήτρη Χριστούλα. Βαθιά πολιτικοποιημένος, αξιοπρεπέστατος σαν άνθρωπος, μόνιμος κάτοικος Συντάγματος όταν οι νέοι θέλησαν να ονειρευτούν.

Σήμερα, στην πολιτική κηδεία του (το πολιτική αντί θρησκευτικής, όχι πολιτική όπως πολιτικοποιημένης) ακούστηκε το ίδιο πράγμα που ακούγεται μέρες τώρα. Συνθήματα, κλάματα, οργή, ελπίδα.

Αλλοπρόσαλλο μέχρι τώρα το κείμενο, ασύνδετο, χωρίς νόημα, το ξέρω. Στα γράφω για να με καταλάβεις. Να δεις πόσο ζαλισμένος είμαι. Αλλά άκου: Ψάχνω, ακόμα, να βρω την θέση μου. Αυτό είναι το θέμα μου. Ένας άνθρωπος αποφασίζει να φωνάξει τα τελευταία του λόγια σε ένα χαρτί. Είναι ένας άνθρωπος που, αν τον γνώριζες, το πιο πιθανό είναι να του έσφιγγες το χέρι, ακόμα και αν διαφωνούσες μαζί του. Είναι ταυτόχρονα ένας άνθρωπος που γράφει για καλάσνικόφ και κρεμασμένους στην τελευταία επίγεια δήλωσή του. Ενας άνθρωπος που σήμερα έμαθα ότι ενέπνευσε πολλούς να είναι τίμιοι και ουσιαστικοί, να αγωνίζονται γι αυτά που πιστεύουν, είναι ταυτόχρονα ένας άνθρωπος που υπογράφει ένα κείμενο με οργή, και απελπισία και κάλεσμα.

Δεν έχω καμία πρόθεση να σου πω τι να σκεφτείς. Καμία. Άκου; Εγώ δεν ξέρω. Ξέρω για μένα: δεν θέλω καλασνικοφ. Δεν θέλω κρεμασμένους. Δεν θέλω αίμα. Αν υπάρχει, προτιμώ να είναι το δικό μου, παρά του απέναντί μου ή του διπλανού μου. Δεν θέλω σκλαβιά, αυτό είναι σίγουρο. Δεν θέλω την βία τους, αυτό είναι δεδομένο. Δεν θέλω υποταγμένους δίπλα μου, αυτό είναι βέβαιο. Αλλα δεν θέλω την ελευθερία μου να την κερδίσω ούτε με κρεμάλες, ούτε με καλάσνικοφ, ούτε με αίμα. Θέλω να την κερδίσω με το δίκιο μου.

(και είμαι σίγουρος, άκου, για ένα πράγμα είμαι σίγουρος, όσο λάθος και να κάνω, δεν κάνω, ότι και οι δικοί του άνθρωποι, αυτοί που τον λατρεύουν, πιστεύουν το ίδιο πράγμα ακριβώς)

Ταυτόχρονα όμως, σέβομαι τον Δημήτρη Χριστούλα. Όχι γιατί έχω προσωπική ανάμιξη, αλλά γιατί δεν μπορώ να κρίνω κανέναν, δεν είμαι ικανός να κρίνω κάποιον που αποφασίζει για τον εαυτό του. Που γράφει για καλάσνικοφ – αλλα δεν χύνει σταγόνα αίμα άλλου, πλην την δική του. Η απόλυτη αυτοθυσία. Η απόλυτη ειρήνη.

Ταυτόχρονα όμως, και ως πιο βαθύ συμπέρασμα απ’ όλα, θλίβομαι για την απόφασή του να τερματίσει την ζωή του. Αν μη για οτιδήποτε άλλο, ίσως για τους πιο εγωιστικούς λόγους που μπορείς να φανταστείς:

Γιατί ήθελα να τον γνωρίσω.

Ζωντανός, ήταν για τους γύρω του πηγή ειρηνικής έμπνευσης. Ήταν ένας άνθρωπος, από ότι ακούω από όσους τον γνωρίσανε, χωρίς ίχνος από το τετριμμένο «ο νεκρός δε δικαίωτε δεδικαίωται», αλλά με αληθινά, πικρά, ειλικρινή δάκρυα ότι έχασαν έναν πολύτιμο φίλο, έναν πολύτιμο πατέρα.

Ως νεκρός μου στερεί την πρόθεσή μου να διαφωνήσω μαζί του. Να του θέσω τις απόψεις μου. Να επιμείνω. Να τσακωθούμε. Να αλλάξουμε τα δίκια μας.

Θα ήταν ένας θαυμάσιος συνομιλητής, όσο ήταν ζωντανός.

Η πρώτη μου θέση, φαίνεται, είναι πιο σωστή απ’ όλες:

(Πείτε ό,τι νομίζετε στα σχόλια, δεν ξέρω αν θα συμμετέχω. Καταλαβαίνετε ελπίζω.)

6 thoughts on “Μακάρι

  1. Δύσκολες οι σκέψεις, πόσο μάλλον οι κρίσεις. Ήμουν στην κηδεία του Δημήτρη Χριστούλα & μόνο σοφότερος έφυγα. Σοφότερος γιατί άκουσα να μιλούν γι’ αυτόν, σοφότερος γιατί αφουγκράστηκα το πλήθος. Ευχαριστώ για το κείμενο, γιατί θα το διαβάσω ξανά και ξανά και θα τσακωθώ μαζί του και μαζί μου για τις ιδέες του Δημήτρη, τις δικές σου, των άλλων & τις δικές μου.

  2. Οσο διάβαζα το κείμενο σου, τόσο περισσότερο μου έβγαινε ένα ΓΙΑΤΙ;
    Γιατί να φύγεις όταν ζωντανός μπορεί να κάνεις περισσότερα!
    Δεν τον γνώριζα, αλλά άκουσα τα καλύτερα για κείνον…
    Δύσκολο να κρίνουμε.
    Πάρτο κι έτσι όμως…….
    Αν δεν είχε κάνει αυτό που έκανε δε θα προβληματιζόμασταν τώρα…….
    Δε σκεφτήκαμε να τον γνωρίσουμε ζωντανό…….
    Κάπου υπάρχει ένα λάθος ή εμένα μου φαίνεται;

  3. Εκλαψα επιτέλους με το κειμενο σου, αλλα το ειχα τόσο ανάγκη.
    Οταν εμπλεκεσαι συναισθηματικά ειναι εντελως διαφορετική η ματιά των καταστάσεων.Το εζησα τοτε οταν πυροβόλησαν τον Ακη.(Καλτεζά).Εξακολουθω να το ζω σε καθε δολοφονία γιατι ετσι βλεπω και την πραξη του κυρίου Χριστουλα.Υποκλίνομαι στα ειρηνικά σου συναισθηματα και σκεψεις.Συγνωμη, εγω δεν μπορω να τις εχω.

  4. «Αλλα δεν θέλω την ελευθερία μου να την κερδίσω ούτε με κρεμάλες, ούτε με καλάσνικοφ, ούτε με αίμα. Θέλω να την κερδίσω με το δίκιο μου.»

    Μακάρι, όπως λέει και ο τίτλος του post. Αλλά δεν το βλέπω δυστυχώς. Και δυστυχώς δεν επιβεβαιώνεται και ιστορικά η επιθυμία αυτή. Νομίζω πως δεν έχουμε εμφύλιο (ή γενικευμένη τρομοκρατία αν προτιμάς) επειδή πολλοί σκεφτόμαστε όπως εσύ. Αλλά πιστεύω ότι αν αποφασίσουμε να διεκδικήσουμε αληθινά την ελευθερία μας, δυστυχώς μάλλον θα χρειαστεί να γίνουμε βίαιοι. Γιατί το δίκιο σου δεν θα σου το χαρίσει κανείς…

    Συγνώμη αν είμαι εκτός θέματος, αλλά για την ίδια την αυτοκτονία δεν έχω να πω πολλά. Σέβομαι απόλυτα την απόφαση του ανθρώπουυ αυτού, αν και εγώ θα προτιμούσα να τον είχα δίπλα και στους αγώνες που έπονται…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.