-“Είσαι γραφείο;” του έστελνα όταν μου περίσσευαν πέντε ευρώ, να πάω να του τα δώσω για το press.

-“Όχι, είμαι άνθρωπος” μου έλεγε κάθε φορά, «χαχαχα» – και γω τσαντιζόμουν μαζί του και ας μην το έδειχνα, γιατί θα έπρεπε να τον ξαναρωτήσω, αν είναι *στο* γραφείο, και μου στερούσε λίγο (πολύτιμο) χρόνο επικοινωνίας μας.

Γιατι αυτό ήταν ο Κώστας – είχε λίγο χρόνο, απίστευτα πολύτιμο. Θα σας το πουν όλοι. Δούλευε δεκαπέντε, είκοσι ώρες την ημέρα – καμιά φορά δεν κοιμόταν για μέρες, έφτιαχνε περίτεχνα project, σκεφτόταν την επόμενη μεγάλη ιδέα, όχι μία, πέντε μαζί, πολύπλοκα, έτρεχε τους σέρβερ, έφτιαχνε τον κώδικα, ετοίμαζε τις live συνδέσεις, σχεδίαζε τα εικαστικά, έγραφε τα κείμενα, έκανε συνεργασίες, έτρεχε σε εφορίες και τράπεζες, τσακωνόταν και τα έβρισκε μετά – ή δεν τα έβρισκε, μένανε τσακωμένοι και δεν μιλιόντουσαν, και σου έλεγε τον πόνο του, “μα έκανα λάθος;” γιατί τον πονούσε κάθε τσακωμός, κάθε κόντρα, βαθιά.

Και είχε και τα ρεπορτάζ. Την δημοσιογραφία. Δεν πάλευε, όπως ίσως νομίζουν πολλοί για μία αντικειμενική δημοσιογραφία – πάλευε για μία αδέσμευτη, μία ανεξάρτητη δημοσιογραφία. Τα άρθρα, οι ξένοι δημοσιογράφοι, το τρέξιμο, – γι’ αυτό ήταν πολύτιμα πέντε λεπτά μαζί του, γιατί ο Εφήμερος έζησε πέντε ζωές δικές μου στα σαρανταδύο του χρόνια.

Στο σχολείο μου σήμερα, είχαμε γιορτή. Επιλέγω να γράψω τούτο το κείμενο τώρα, ασυνάρτητα, μέσα από την καρδιά μου και όχι μέσα από το μυαλό μου – θα καταλάβεις γιατί. Στο σχολείο, τα παιδιά μου είχαν γιορτή. Ήταν η πρώτη στιγμή που βούρκωσα για τον Εφήμερο – κρατιόμουν, όλη την ημέρα. Διάβασα πεντακόσια tweet “πέθανε ο δημοσιογράφος Εφήμερος”, μόνο για να το πιστέψω, και ας μου το ΄χε πει ο μπαγάσας, σε όλους το χε πει, ότι θα πέθαινε, ότι ήταν εφήμερη η βόλτα του στα μέρη μας.

Στο σχολείο τα παιδιά είχαν γιορτή σήμερα. Και έκλαψα, όχι για τα δικά μου, που τραγουδούσαν αμέριμνα, αλλά για δύο άλλα παιδιά, δύο παιδιά που δεν έτυχε να γνωρίσω – παρότι πάντα το κανονίζαμε, δύο μικρά παιδιά που του άξιζε του Εφήμερου να τα δει να μεγαλώνουν, που του άξιζε να τα δει να τραγουδάνε αμέριμνα, περήφανα και φάλτσα, τραγούδια με τόσο νόημα, που μόνο ένας άνθρωπος που έχει παλέψει να τα κάνει αληθινά καταλαβαίνει.

Θα μάθουν πόσο πολύτιμη ήταν η φιλία μας; Θα μάθουν, άραγε, πόσοι άνθρωποι είπαν “κρίμα!” μέσα από την καρδιά τους, για έναν άγνωστό τους, που θα τον γνωρίσουν μόνο από τις περιγραφές μας; Πόσο τυχερά θα ήταν αν θα τους αφιέρωνε όταν μεγάλωναν, αυτόν τον τόσο πολύτιμό του χρόνο;

(Κοίτα που η πληκτρολόγηση στα τυφλά θα μου φανεί χρήσιμη στα σαράντατόσα μου)

Θα πουν άλλοι για την δημοσιογραφία που υπηρέτησε πιστά. Που την υπηρέτησε τίμια, με προσωπικό κόστος, όχι τα ξενύχτια, οι κόντρες, οι απειλές και τις τρικλοποδιές, όχι τις μικρές ή μεγάλες ήττες σε όσα πίστευε ότι μπορούσαν να πάνε καλύτερα και πάλευε γι’ αυτά – αλλά γιατί ήξερε ότι δεν έχει χρόνο, και πάλευε να ξεζουμίσει την ζωή μέχρι την τελευταία σταγόνα.

Θα πουν άλλοι για το πόσα έχασε υπερασπιζόμενος ότι θεωρούσε σωστό. Για τις χρόνιες φιλίες που θα τσαλάκωναν γιατί ένιωθε ότι έπρεπε να υπερασπιστεί μία δημοσίευση κειμένου ακόμα και αν δεν συμφωνούσε μ’ αυτό, για τους πελάτες που ήξερε ότι θα του έλεγαν εν μία νυκτί “όχι, δεν σε πληρώνουμε” αλλά παρόλα αυτά πόσταρε το κείμενό του – και ότι γίνει, για τις τράπεζες, που κάθε φορά “τελευταία στιγμή” κάτι στράβωναν στις πληρωμές και θα έπρεπε να τρέξει να βρει λεφτά για μισθούς, ή έξοδα, παρακαλώντας – πάλι, για το όνειρό του.

Άλλοι αυτά μπορούν να τα τεκμηριώσουν καλύτερα – θα σωπάσω για λίγο εδώ.

Εγώ θα κλείσω με τον δικό μου Εφήμερο. Το Εφήμερο που τον ρωτούσα τι έχει, και δεν μου έλεγε – υποψιάζομαι, τώρα που έμαθα τι έγινε με την εγχείρηση, ότι δεν μου έλεγε για να μην με στεναχωρήσει – πάντα πίστευε ότι ήμουν υπερβολικά ευαίσθητος. Τον Εφήμερο που, μόλις έφτιαχνε κάτι, πέντε λεπτά το αργότερο μετά μου έλεγε “το είδες; σ’ αρέσει;” και τσαντιζόταν που του έλεγα κατ’ ευθείαν τι να διορθώσει και όχι πόσο γαμάτο είναι. Και με έβριζε, και απογοητευόταν, και στο επόμενο project πάλι πέντε λεπτά μετά, σαν μικρό παιδί περήφανος, με ρώταγε. Τον Εφήμερο που με μάλωνε, γιατί έγραφα τεράστια κείμενα, και βαριόταν να τα διαβάσει. Τον δικό μου τον Εφήμερο που μου είπε περίπου πέντε χιλιάδες φορές ότι θα πεθάνει, και εγώ ήμουν βέβαιος ότι θα πάει αυτός τελικά στην δική μου κηδεία, και όχι εγώ στην δική του, και θα τον κοροΐδευα εκεί που ήμουν.

Τον δικό μου Εφήμερο, που με όλα τα περίεργά του, σε κέρδιζε τελικά ο μπαγάσας.

Θα μου λείψεις ρε φίλε, αλήθεια. Πολύ.

Υ.Γ: Κώστα, μεγάλο το κείμενο, ε; Θα βαρεθείς πάλι να το διαβάζεις, ε; Ε, έτσι πάει ρε Κώστα, τώρα δεν μπορείς να μου την πεις, όσο μεγάλο θέλω θα το γράφω.

Υ.Γ.2: Για τα παιδιά στο γραφείο. Χάσατε νιώθω έναν πατέρα, έναν φίλο, έναν μέντορα. Σας σκέφτομαι διαρκώς. Έχετε όλη την αγάπη μου.

Υ.Γ. 3: Γραννέτα, έχεις δίκιο. Από τα τελευταία πράγματα που μου είπε, είναι πόσο σε αγαπούσε, και πόσο χαρούμενος ήταν που περνούσε πλέον περισσότερο χρόνο μαζί σας. Καλή δύναμη και κουράγιο.

Να εκτεθώ λίγο για τις εκλογές;

Να πω τι θέλω ως πολίτης;

Τα τελευταία χρόνια το διακύβευμα γίνεται όλο και πιο οικονομικό, ένα πεδίο για το οποίο, πραγματικά, έχω μαύρα μεσάνυχτα.

Δεν ξέρω αν θα είναι καλύτερα με ευρώ, ή με δραχμή. Δεν ξέρω αν είναι καλύτερα να χρωστάμε πολλά για λίγο, ή λίγα για πολύ. Δεν ξέρω πως δημιουργείται ένα χρέος (πλην των προφανών τρόπων) και, κυρίως, πως ξεπληρώνεται καλύτερα αυτό. Δεν ξέρω σε ποιον χρωστάμε, πόσα χρωστάμε αληθινά, πόσα σβήνονται, διαγράφονται, αν σβήνονται, αν είναι οικονομικά ηθικό καν να σβήνονται.

Υπάρχει ένας καλός λόγος γι’ αυτό, πάντως.

Η οικονομία, όταν βγαίνεις από τον μικρόκοσμο της οικογένειάς σου, γίνεται γεωμετρικά πιο περίπλοκη. Διάφοροι κανόνες που έγιναν για να καλύψουν διάφορες ιδέες που σκέφτηκαν για να ξεφύγουν από διάφορες δυσκολίες – μία ατέρμονη διαδικασία που, για κάποιους είναι ένα επάγγελμα (αν όχι ένας στόχος ζωής) και για κάποιους σαν και μένα, μία αδιανόητη λειτουργία. Και, βέβαια, όλα αυτά να μην βασίζονται αυστηρά σε μαθηματικούς κανόνες, αλλά και να διαπλέκονται διαρκώς μεταξύ τους, και να να περιέχουν και το ανθρώπινο στοιχείο – τον φόβο, την ελπίδα, παράγοντες απολύτως ελεύθερους που ακόμα και αν νομίζεις ότι τους ελέγχεις – τελικά μάλλον θα κάνεις λάθος.

Οπότε, σε μία διαβολική συγκυρία, στις τελευταίες εκλογές που το πρόσημο ήταν, ή το έκαναν αποκλειστικά οικονομικό, δεν μπορώ να μετάσχω με την συμμετοχή που τους αξίζει.

Αυτό, μου στερεί ένα βασικό, γι’ αυτές τις εκλογές, εργαλείο κριτικής

Επίσης, για να έχει ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον, δεν έχω και κομματική / πολιτική βάση. Δεν μπορώ να αυτοπροσδιοριστώ καν ως αριστερός, δεξιός ή κεντρώος – καλά καλά δεν ξέρω αν υφίστανται ακόμα αυτές οι έννοιες με την λογική που τις είχα διδαχθεί μικρός. Δεν ξέρω αν είμαι κομμουνιστής, αναρχικός, φιλελεύθερος, καπιταλιστής. Δεν είναι απαραιτήτως καλό, αυτό, δεν επιχαίρω, απλώς περιγράφω μία κατάσταση: αν το ΚΚΕ πει κάτι με το οποίο συμφωνώ, θα συμφωνήσω. Αν η Νέα Δημοκρατία πει κάτι με το οποίο συμφωνώ, θα συμφωνήσω επίσης. Αν οι Φιλελεύθεροι πουν κάτι που βγάζει νόημα, θα συμφωνήσω.

Επειδή δεν ξέρω που βρίσκομαι, δεν ξέρω και ποιος έχει δίκιο. Όλα στο κράτος, ή όλα στους ιδιώτες; Αυτό είναι σαφέστερο: το νερό πχ, δεν εμπιστεύομαι έναν άλλον να μου το παρέχει όπως νομίζει. Την υγεία, το ίδιο. Την παιδεία, το ίδιο. Αυτά θέλω να υπάρχουν κάτω από τον πολιτικό έλεγχό μου, ώστε να είμαι πιο σίγουρος ότι διασφαλίζω ότι θα πάνε σε όλους. Ταυτόχρονα όμως, θέλω καλύτερη υγεία, θέλω καλύτερη παιδεία, θέλω καλύτερο νερό – και δεν έχω πρόβλημα κάποιος που είναι καλύτερος να κερδίσει από αυτό. Και όσο περισσότερες οι επιλογές του προϊόντος του, τόσο περισσότερα να κερδίσει αν είναι καλύτερος. Κανένα πρόβλημα δεν έχω.

Δεν ξέρω αν υπάρχει πολιτικός χώρος (όχι κομματικός, πολιτικός) που να το εκφράζει καλύτερα, οπότε φευ, θα το ονομάσω μόνος μου «κεντρώος» και ο,τι βγει. Για την κουβέντα το κάνω μόνο άλλωστε.

Αυτά, δεν βοηθάνε καθόλου την πολιτική και κομματική μου επιλογή. Ξεκινάω ήδη όντας μη αρτιμελής, με βασικά μέλη μου να λείπουν. Όπως είπα, δεν επιχαίρω – ούτε ντρέπομαι ιδιαιτέρως. Μακάρι να ήταν αλλιώς, δεν είναι, πάμε με ο,τι έχουμε.

Μου ενισχύει όμως τα άλλα.

Ενώ αδυνατώ να κρίνω αν η μία ή η άλλη οικονομική κατεύθυνση είναι σωστή, τα αποτελέσματά της – τα βραχυχρόνια, όχι απαραιτήτως τα μακροχρόνια – είναι τριγύρω μου και βοηθούν την απόφασή μου.

Ενώ δεν ξέρω αν πρέπει να έχουμε ευρώ, ή δραχμή, ξέρω ότι οι άνθρωποι δεν πρέπει να πεινάνε. Κανείς. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν πρόσβαση σε φαγητό. Σε νερό. Σε παιδεία. Σε υγεία. Σε στέγαση.

Μοιάζουν ουτοπικά;

Έχω διαφωνήσει επ’ αυτού και στο παρελθόν. Δεν είναι ουτοπικά, είναι θέμα προτεραιοτήτων. Αν οι μισοί πεινάνε, και το ένα τοις εκατό έχει πρόσβαση σε κρέας, θα προτιμήσω να έχουν όλοι ψωμί. Ένα μικρό καρβελάκι, έστω. Αυτό, για μένα είναι προτεραιότητα, όχι όνειρο. Είναι εφικτό, απλώς ίσως δεν είναι ιδιαιτέρως επιθυμητό για όλους. Κατανοώ: Ούτε και γω θα ήθελα να χάσω την ελευθερία του να δημιουργώ και να πληρώνομαι γι’ αυτό – αλλά -προτεραιότητες- αυτό το θεωρώ πιο σημαντικό.

Μοιάζουν οικονομικά – ένας τομέας που ξεκαθάρισα ότι δεν έχω ιδέα γι’ αυτόν;

Μοιάζουν – αλλά για μένα δεν είναι. Εκτός και αν αυτή η χώρα δεν έχει ούτε ένα ευρώ (ή δραχμή) στα ταμεία της ΟΛΑ είναι θέμα προτεραιοτήτων – έτσι το βλέπω. Άρα, η πολιτική μου κατεύθυνση είναι «με ο,τι έχουμε πάμε, αρκεί να έχουν όλοι τα ελάχιστα»

Κουτή, απλοϊκή, αυτή είναι η σκέψη μου μ’ αυτήν πορεύομαι. Αν έχεις και εσύ μια ψήφο, συγχαρητήρια, δεν πάω να σε πείσω, έχουμε ισόποσο μερίδιο ευθύνης, το ένα δεκάκις εκατομμυριοστό έκαστος, μπορεί τα δικά σου κριτήρια να είναι καλύτερα, μπράβο. Εγώ, έτσι.

~

Πάμε να δούμε τώρα τι συμβαίνει.

Από το 2009 – και κυρίως την τελευταία διετία, όποιος διαβάζει το blog μου θα δει ότι με απασχολούν πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Ο φασισμός, η επιβολή με την βία. Ο νεοναζισμός, η λατρεία του φύρερ. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, όσων τους έχουμε στερήσει την δύναμη να τα διεκδικήσουν, των αντιδρούντων, των μεταναστών, των ομοφυλοφίλων, των φτωχών, κλπ. Η ανεξέλεγκτη, ατιμώρητη κρατική βία. Η δικαιοσύνη, ευρύτερα, όταν βλέπω να μην στέκεται αντάξια του ρόλου που εγώ, προσωπικά, της έχω θέσει (ανεξαρτήτως νόμων, με την δική μου, απολύτως υποκειμενική ηθική).

Θα ήθελα να ασχολούμαι με πεζά πράγματα, αλλά οι διαρκείς ήττες σε όλους αυτούς τους τομείς με εμποδίζουν.

Έχω λοιπόν την υποχρέωση με βάση τις αξιακές μου κόκκινες γραμμές (όχι με σειρά προτεραιότητας) να ψηφίσω το κόμμα που είτε θα κάνει, είτε πιστεύω ότι μπορώ να πιέσω ώστε να κάνει τα εξής:

– Θα δώσει (επιτέλους) δικαίωμα σύναψης συμφώνου συμβίωσης στους ομοφυλόφιλους .

– Προσωπικά, δεν έχω καμία αντίρρηση ευρύτερα να δώσει και δικαίωμα υιοθεσίας, αλλά αναγνωρίζω ότι το πλαίσιο της υιοθεσίας ακόμα και σε ετεροφυλόφιλους είναι ήδη μπλεγμένο, και πρέπει να αντιμετωπιστεί συνολικά.

– Θα διαχωρίσει την θρησκευτική εξουσία, από την πολιτική εξουσία. Ακόμα και σε επίπεδο οικονομικό, αλλά (επειδή είναι αναγνωρίζω την πολυπλοκότητα) θα επιμείνω κυρίως σε επίπεδο κράτους. Αίτημά μου, πάντως, είναι και στα δύο.

– Θα σεβαστεί την ανθρώπινη αξιοπρέπεια όλων όσων ζουν σ’ αυτά τα γεωγραφικά σύνορα ανεξαρτήτως ποιοι είναι. Αν κάποιος είναι εδώ, θα αποκτήσει έστω και το ελάχιστο επίπεδο ανθρώπινης διαβίωσης. Θα έχει την ελευθερία του, είτε να ταξιδέψει, είτε να μείνει εδώ και να μεγαλουργήσει. Όπου και αν γεννήθηκε, ο,τι γλώσσα και να μιλάει, σε ο,τι θεό και αν πιστεύει, να έχει την ίδια αντιμετώπιση από το κράτος. Αν γεννήθηκε εδώ, θα τον αναγνωρίσει ως πολίτη αυτής της χώρας, δίνοντας του το δικαίωμα να συμμετέχει στα κοινά. Αν έχει μείνει εδώ αρκετό καιρό και μπορεί, και το επιθυμεί και ο ίδιος, επίσης.

– Θα εξασφαλίσει ισονομία στους πολίτες της. Ουδείς πιο ευνοημένος από άλλους, όποια και να είναι η σχέση του με την εξουσία. Θα τιμωρήσει όσους εκμεταλλεύτηκαν στο παρελθόν αυτήν την σχέση, ακόμα και σε πολιτικό επίπεδο αναλογικά με τον βαθμό της εκμετάλλευσής τους – και πάντως όχι εκδικητικά. Δεν θα εμποδίσουν οι συμμαχίες την ιστορική απόδοση δικαιοσύνης.

– Θα διεξάγει μια λογιστική και όχι μόνο αποτίμηση του παρελθόντος, και θα φροντίσει ώστε στο μέλλον, κάθε έλεγχος να γίνεται ευκολότερα, και με μεγαλύτερη διαφάνεια.

– Θα εξασφαλίσει ότι η «νόμιμη» βία που μπορεί να ασκήσει ως κράτος, θα είναι η ελάχιστη δυνατόν στους πολίτες του. Ότι αυτοί θα μπορούν να διαμαρτύρονται, αν διαφωνούν με την πολιτική του – χωρίς να ανησυχούν για την σωματική τους ακεραιότητα. Αίτημά μου είναι το κράτος όχι απλώς να ανεχθεί, αλλά να προστατέψει τις πορείες και τις διαδηλώσεις, αν αυτές κινδυνέψουν, και να φροντίσει ώστε να υπάρξουν οι δίαυλοι οι πολίτες σε κάθε περίπτωση να μπορούν να εκφραστούν όσο το δυνατόν πιο ελεύθερα. Απόλυτο αίτημά μου είναι όσοι εκμεταλλεύονται με οποιονδήποτε τρόπο την δυνατότητα του κράτους να ασκεί «νομιμη» βία, να τιμωρούνται παραδειγματικά. Καμία ΕΔΕ πια στο αρχείο.

– Θα εξασφαλίσει ώστε να υπάρχει σεβασμός στην δημοκρατία. Όχι μόνο οι πολίτες να συναποφασίζουν για τις σημαντικότερες εκ των αποφάσεων που τους αφορούν: Σεβασμός στο κοινοβούλιο και τις λειτουργίες του. Σεβασμός στους βουλευτές, και την θέση τους. Οι νόμοι να είναι σαφείς και να δίνεται η δυνατότητα να αρνηθεί κάποιος μόνο έναν εξ αυτών, όχι το σύνολό τους. Να δίνεται χρόνος για να παρθούν οι αποφάσεις. Να μην παίρνονται όσο είναι δυνατό σημαντικές αποφάσεις ερήμην του κοινοβουλίου.

– Θα φροντίσει ώστε οι κανόνες να είναι ξεκάθαρα ορισμένοι, και εύκολα κατανοήσιμοι απ’ όλους. Οι νόμοι θα είναι σαφείς, και για όλους. Η φορολογία θα είναι δίκαιη, και οι πολίτες θα έχουν τον χρόνο να προετοιμαστούν για να αντεπεξέλθουν. Οι επιχειρήσεις θα έχουν ένα ξεκάθαρο πλαίσιο λειτουργίας, και το κράτος θα επενδύσει στον έλεγχο της τήρησης αυτού του πλαισίου ως οφείλει. Ως όφελος, ελπίζω ότι οι άνθρωποι θα επιστρέψουν στην χώρα τους, αν αυτή εγγυηθεί ότι οι κανόνες, ακόμα και αν είναι σκληροί, θα είναι δίκαιοι και ξεκάθαροι για όλους.

– Θα έχει μία αξιοπρεπή παρουσία ως κράτος. Θα επικοινωνεί με σεβασμό στους πολίτες του. Μέλη του δεν θα αγνοούν πχ βασικά ανθρώπινα δικαιώματα στις δηλώσεις τους. Μέλη του δεν θα είναι ποινικά άτρωτοι, ούτε θα εκμεταλλεύονται την θέση τους είτε για προσωπικό, είτε για κομματικό όφελος. Αν συμβεί κάτι εξ’ αυτών, θα τιμωρούνται παραδειγματικά.

– Θα προσφέρει τις βάσεις για μία ειλικρινή διαδικασία δημοσιογραφικού προς εκείνο ελέγχου. Θα απέχει από τις κρατικά ελεγχόμενες πληροφορίες, αντικαθιστώντας τις με δημόσια ελεγχόμενες, και ακόμα και αυτό, στο μικρότερο δυνατόν βαθμό.

– Θα αποκτήσει ευθύνες για τις επιλογές του. Δεν θα είναι οι πράξεις του απόρροια εντολών τρίτων, αλλά ξεκάθαρες, δικές του επιλογές, για τις οποία αντίστοιχα θα κριθεί και αναλόγως όταν το κρίνουν σκόπιμο οι πολίτες.

– Θα φροντίσει ώστε όλοι, ΟΛΟΙ οι πολίτες αυτής της χώρας να έχουν πρόσβαση σε φαγητό, νερό, ρεύμα, παιδεία, υγεία, στέγη, επικοινωνία, αξιοπρέπεια. Πόσο απ’ όλα αυτά; Δεν ξέρω, ειλικρινά. Το περισσότερο δυνατόν.

~

Θεωρώ τα αιτήματά μου δίκαια. Υποθέτω ότι πιάνουν από τον φιλελεύθερο μέχρι τον κομμουνιστή (έχοντας μία επιφύλαξη για τους ομοφυλόφιλους και τα δικαιώματά τους) αλλά γενικά, νομίζω ότι είναι δίκαια αιτήματα.

Νομίζω ότι αυτές οι προτεραιότητες, θα δημιουργήσουν μία κοινωνία όπου η οικονομική ανάπτυξη θα είναι πιο εύκολη, αν όχι δεδομένη. Ισονομία, δικαιοσύνη, αξιοπρέπεια των πολιτών – αν εξασφαλίσουμε αυτά, τότε θα αποτελέσουν μία εξαιρετική βάση για να χτιστούν οι υπόλοιπες δομές, πχ της οικονομίας, τις οποίες μπορεί να αγνοώ.

Τι εννοώ:

~

Σήμερα, έχουμε απόλυτη έλλειψη από αυτά. Ζούμε σε ένα κράτος που τα αιτήματά μου λοιδορούνται και καταπατούνται το ένα μετά το άλλο, ατιμώρητα. Άνθρωποι αδικούνται, πεινούν, πεθαίνουν, βασανίζονται, εξαφανίζονται σε φυλακές. Κάθε έννοια δικαιοσύνης έχει χαθεί, κάθε έννοια ουσιαστικής δημοκρατίας έχει καταποντιστεί με πολυνομοσχέδια, βιαστεί με επείγουσες πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Έχει χαθεί κάθε έλεγχος, με μία απίστευτη διαπλοκή τραπεζών, μέσων ενημέρωσης και κράτους, όπου αλληλοστηρίζονται με εξωφρενικές αποφάσεις κατά παράβαση κάθε έννοιας ισονομίας. Η αστυνομία χτυπά, βασανίζει, φυλακίζει εντελώς διακριτά και επιλεκτικά. Οι πολίτες μεταναστεύουν μην αντέχοντας τον παραλογισμό και την αναξιοκρατία. Ο φασισμός εκπροσωπείται απρόσκοπτα και μέσα στο κοινοβούλιο, και όχι μόνο από τα χαρακτηρισμένα ως ακροδεξιά κόμματα. Γελοίοι, μικροί άνθρωποι, εκθέτουν την χώρα διαρκώς, όχι μόνο εντός, αλλά και εκτός. Οι κανόνες είναι διάτρητοι, οι αποφάσεις παίρνονται στο πόδι, αδιαφορώντας για τις συνέπειες, και ανακαλούνται μόνο όταν η πίεση έχει ξεπεράσει την αντοχή της.

Ένα κράτος που με εκμεταλλεύεται, ένα κράτος που με αγνοεί, ένα κράτος που με μισεί.

Όσο και αν οι οικονομικές θεωρίες μου είναι άγνωστες, και η άγνοια αυτή δεν βοηθάει στην κριτική μου, πιστεύω ότι αυτό το κράτος δεν θα καταφέρει ποτέ να σταθεί αντάξιο οποιασδήποτε επένδυσης και οικονομικής ευημερίας, όσα ευρώ και να έρθουν στα χέρια του. Κανείς στα συγκαλά του ούτε στην Ελλάδα – μα ούτε περισσότερο στην Ευρώπη δεν θα στηριχθεί σε αυτά τα πρόσωπα που στα όρια της ψυχολογικής παράνοιας έχουν χάσει την στήριξη ακόμα και των ίδιων των αξιοπρεπέστερα στεκόμενων στελεχών τους. Οι πολίτες του το μισούν -ακόμα και αν εκβιάζονται (με, ή χωρίς εισαγωγικά) πανταχόθεν για να το στηρίξουν ακόμα λίγο.

Αυτό ζω σήμερα, αυτό θεωρώ ότι ζούμε όλοι σήμερα, και αυτό επιθυμώ όσο το δυνατόν περισσότερο να αλλάξω.

~

Υποστηρίζω ότι η επιλογή, έρχεται ανάποδα. Αντί να κρίνουμε με βάσει το οικονομικό πλαίσιο, να κρίνουμε με βάση τις ανθρώπινες, (και πολυκομματικές) αξίες. Αυτή είναι η δική μου προτεραιότητα για την ψήφο μου. Και υποστηρίζω, χωρίς να ζητώ το αλάθητο για την άποψή μου, ότι ένα αξιοπρεπέστερο κράτος, με αξιοπρεπέστερους πολίτες, πιο ελεύθερους, θα έχει την δυνατότητα μετά να ορθοποδήσει σε όποιον άλλον τομέα επιθυμεί.

Αντιλαμβανόμενος πόσο σημαντικό είναι η πολυδιαφημισμένη οικονομία της, θέλω να αποκτήσει τις σωστές βάσεις για να ανθίσει. Δεν θα φέρει το χρήμα την ανθρωπιά που μας λείπει. Δεν θα φέρουν τα ευρώ καλύτερες συνθήκες για την Αμυγδαλέζα ή το Κολαστήριο – όταν οι άνθρωποι που διοικούν δεν είναι ικανοί καν να φερθούν ανθρώπινα στον πιο αδύναμο – ακόμα και αν αυτό δεν κοστίζει. Είναι χαμένη η μάχη έτσι. Αντίθετα, η αξιοπρέπεια, η ελπίδα για ισονομία και δικαιοσύνη, η ανθρωπιά θα φέρει, αν είναι να έρθει ποτέ τελικά, την καλύτερη οικονομία που ονειρευόμαστε όλοι.

Θέλω να αλλάξει αυτή η χώρα ανάποδα. Πρώτα από τους ανθρώπους της.

Και θα συνεχίσω να επιμένω, όποια και να είναι η αυριανή κυβέρνηση, να πολεμάω για να πετύχω ακριβώς αυτό, να γίνουν σεβαστές οι κόκκινες γραμμές μου, οι αξίες μου, οι ελπίδες και τα πιστεύω μου.

Ως οφείλω σαν πολίτης.

Καλή ψήφο σε όλους 🙂

~

Υ.Γ.: Έχω αναφερθεί στο παρελθόν σ’ αυτήν την θέση: Ανάπτυξη. Ίσως αξίζει τον κόπο.

Όπως κάνω συνήθως, πρώτα να παραθέσω τα γεγονότα. Αλλά, αυτήν την φορά, αντί να το κάνω εγώ, θα αφήσω έναν δημοσιογράφο να το κάνει. Συνυπογράφω κάθε συμπέρασμα του κειμένου (πλην ..ρέγγας), οπότε οι ερωτήσεις σας εδώ.

Στις τρεις περίπου δεκαετίες που κάνω αυτή τη δουλειά, δεν έχω δει άλλη φορά εισαγγελική έρευνα που να αφορά τόσο σοβαρή υπόθεση όπως αυτή της προσπάθειας χρηματισμού του βουλευτή Χαϊκάλη, που να τελειώνει τόσο γρήγορα, τόσο πρόχειρα και χωρίς καμιά διερεύνηση ακόμη και των πραγματικών περιστατικών. Επίσης δεν έχω δει τόσο μικρό εισαγγελικό πόρισμα για τόσο μεγάλη υπόθεση που μερικές ώρες μετά τη συγγραφή του να γίνεται φεϊγ βολάν στα Μέσα Ενημέρωσης.

Δεν έχω καμιά εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη. Έχω εμπιστοσύνη στους ανθρώπους της Δικαιοσύνης που κάνουν καλά τη δουλειά τους. Ο Εισαγγελέας Παναγιωτόπουλος δεν την έκανε. Και θα μου επιτρέψει όπως αυτός διατηρεί το δικαίωμα της “ελεύθερης κρίσης του Εισαγγελέα” την οποία χρησιμοποιεί ως επιχείρημα ακόμη και για να βγάζει τέτοια εισαγγελικά πορίσματα με τα οποία ανθυπομειδιούν και τα μάρμαρα του Εφετείου, να διατηρώ και εγώ την ελεύθερη κρίση του δημοσιογράφου και την απλή λογική που προσπαθώ όσο μπορώ να διαφυλάξω μέσα στην προσπάθεια αντιστροφή της που γίνεται καθημερινά.

Η εισαγγελική έρευνα “μπάζει” και νομικά και σε ό,τι αφορά τα τεχνικά της στοιχεία. Ο Εισαγγελέας, όπως γράψαμε από την πρώτη στιγμή πέταξε στο καλάθι των αχρήστων το αποδεικτικό υλικό των βίντεο. Η μη αποδοχή του υλικού ως νόμιμου, ήταν η βάση της απαλλαγής του Αποστολόπουλου και έγινε με την επιφανειακή πρόταξη των νόμων και των αδικημάτων. Δηλαδή στην εισαγγελική λογική, υπήρξε ένα αδίκημα και ένα αποδεικτικό υλικό από παράνομη καταγραφή, άρα το συμπέρασμα είναι πως έπρεπε να απορριφθεί.

Η αλήθεια είναι πως δεν ήταν ένα απλό αδίκημα, αλλά μια προσπάθεια να πληγεί το δημόσιο συμφέρον, να παραχαραχθεί η λαϊκή βούληση όπως αυτή εκφράζεται από τις εκλογές και να απειληθεί το Σύνταγμα. Είχαμε λοιπόν όπως καλά γνωρίζει ο κύριος Εισαγγελέας, λόγους Δημοσίου συμφέροντος τους οποίους δεν προέταξε για να κάνει αποδεκτό το υλικό. Συμπεριφέρθηκε ως να επρόκειτο για ένα αδίκημα χωρίς δημόσια διάσταση και πολιτικές προεκτάσεις.

Σαν να κατέγραφε ένας σύζυγος τη σύζυγο και το υλικό πήγε στον Εισαγγελέα. Ο κύριος Παναγιωτόπουλος γνώριζε επίσης πως υπάρχει η απόφαση 277/2014 του Αρείου Πάγου, η οποία σε αντίστοιχη περίπτωση νομιμοποίησης τέτοιου υλικού, θεωρεί πολύ απλά πως όταν η καταγραφή δεν αφορά προσωπικά θέματα αλλά τη δημόσια σφαίρα και τη λειτουργία των προσώπων μέσα σε αυτή, το υλικό είναι νόμιμο.

Το δεύτερο νομικό φάουλ, όπως λένε συνάδελφοι του κυρίου Παναγιωτόπουλου, είναι ότι κλείνει την υπόθεση και δεν ασκεί δίωξη, παρότι υπάρχει παραδοχή του αδικήματος. Δηλαδή ενώ και ο Χαϊκάλης και ο ίδιος ο Αποστολόπουλος παραδέχονται πως υπήρξε πρόταση χρηματισμού, ο Εισαγγελέας δεν ασκεί δίωξη, αλλά κάνει την παραδοχή πως η προσπάθεια αυτή του Αποστολόπουλου ήταν για καλό σκοπό. Για να δείξει δηλαδή στον Καμμένο και την κοινωνία ότι ο Χαϊκάλης σκόπευε να ξεπουληθεί. Βέβαια ο Αποστολόπουλος ούτε στον Καμμένο το είπε αυτό ούτε σε κάποιο Εισαγγελέα αλλά ο κύριος Παναγιωτόπουλος το αποδέχεται ως αληθές. Δηλαδή είναι σαν να λέμε πως κάποιος ο οποίος οδηγείται στον κύριο Παναγιωτόπουλο για απόπειρα ανθρωποκτονίας για παράδειγμα, αν δηλώσει στον Εισαγγελέα πως την απόπειρα την έκανε για να δείξει στο θύμα πως η ζωή είναι σκληρή, για να τον εκπαιδεύσει στις δυσκολίες, τότε ο κύριος Παναγιωτόπουλος δεν θα του ασκήσει δίωξη αλλά θα αποδεχθεί την καλή πρόθεση. Είναι μια ενδιαφέρουσα νομική αντίληψη και πρωτότυπη.

Το πόρισμα του Εισαγγελέα για μια τόσο μεγάλη υπόθεση η οποία δεν έπρεπε να αφήνει σκιές, είναι μόλις 6 σελίδες, μαζί με τα τυπικά. Και είναι απολύτως φυσιολογικό αφού δεν υπάρχει καμιά ουσιαστική εισαγγελική έρευνα για να περιγραφεί σε αυτό.

Ο Εισαγγελέας δεν έκανε έρευνα των επικοινωνιών των δύο εμπλεκόμενων. Είχε και νομικό δικαίωμα και υποχρέωση. Να θυμίσω πως ο Εισαγγελέας Αρης Κορρέας, ξεκίνησε την παρακολούθηση των συνομιλιών για τα στημένα του ποδοσφαίρου με ανώνυμη καταγγελία. Είναι προφανές πως για μια υπόθεση που ακουμπά θέματα Δημοκρατίας με πολιτικές προεκτάσεις κανένας δεν θα είχε αντίρρηση να “ανοίξουν” τα τηλέφωνα εκτός από τους ενόχους. Ο εισαγγελέας δεν το έκανε. Αντιθέτως όπως αποφαίνεται εν είδει μαντείας “πιθανολογείται σφόδρα ότι η μη προσέλευση του Αποστολόπουλου δεν είναι διαρροή για τον απλούστατο λόγο ότι μέχρι τις 18:15 δεν γνώριζε κανείς την ταυτότητα του ατόμου που θα εμφανιζόταν…δεν προσήλθε γιατί ουδέποτε είχε αληθή πρόθεση”.

Γνωρίζει ο κύριος Παναγιωτόπουλος πως η εισαγγελική έρευνα σταματά για να βγει συμπέρασμα, όταν υπάρχει στοιχείο και όχι μαντεία. Τέτοιο στοιχείο δεν έχει αν και θα μπορούσε να έχει ζητώντας τις επικοινωνίες του Αποστολόπουλου τις τελευταίες μέρες. Επίσης καταλαβαίνει οποιοσδήποτε πως δεν ήταν ανάγκη να διαρρεύσει κάποιος ποιός ήταν ο μεσάζοντας. Αρκούσε να διαρρεύσει πως ο Χαϊκάλης έχει κάνει καταγγελίες για χρηματισμό και η αστυνομία είχε στήσει παγίδα για το άτομο. Αυτοί που επιχειρούσαν να χρηματίσουν ήξεραν ποιόν είχαν ενδιάμεσο ώστε να τον ειδοποιήσουν να μην πάει στο ραντεβού.

Ο Εισαγγελέας Παναγιωτόπουλος αποδέχεται στο πόρισμα πως ο Αποστολόπουλος παρακολουθούσε και κατέγραφε τον Χαϊκάλη έχοντας τοποθετήσει μικρόφωνο κάτω από το τραπέζι στο καφέ του ξενοδοχείου Plazza, μικροκάμερα στο ταβάνι πάνω στον αισθητήρα πυρανίχνευσης και βάζοντας δύο άτομα σε διπλανό τραπέζι. Αυτή η παραδοχή από τον Αποστολόπουλο κατά τον Εισαγγελέα σημαίνει πως τον κατέγραφε για να τον καταγγείλει. Ο Εισαγγελέας δεν θέτει το ενδεχόμενο η καταγραφή από τον Αποστολόπουλο να γίνεται για να εκβιάζεται ο Χαϊκάλης ή για αποδείξει ο Αποστολόπουλος στους εντολείς του την πρόθεσή του.

Στο σημείο αυτό όμως ο Εισαγγελέας έχει καταπατήσει κάθε έννοια αντικειμενικής έρευνας. Δεν ρωτάει τον Αποστολόπουλο ποιοί ήταν οι μάρτυρες. Δεν καλεί αυτούς τους μάρτυρες να καταθέσουν. Δεν ζητά από τους υπαλλήλους του ξενοδοχείου να καταθέσουν (οι υπεύθυνοι του Plazza μας διαβεβαίωσαν πως ουδέποτε ενοχλήθηκαν). Δεν διατάζει έρευνα από τα εγκληματολογικά της Αστυνομίας για να βρεθούν δαχτυλικά αποτυπώματα ή για να διαπιστωθεί από τις κάμερες του ξενοδοχείου τι ακριβώς έγινε εκείνη τη μέρα. Δεν αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν κάποιος αν δεν έχει την άδεια του ξενοδοχείου να παγιδεύσει ένα δημόσιο χώρο όπως είναι το καφέ του Plazza. Δεν αναζητεί μήπως πρόκειται για εγκληματική ομάδα με εξειδικευμένες γνώσεις που επιδίδεται συστηματικά σε τέτοιες ενέργειες. Δεν συνδυάζει πως ο τραπεζίτης που κατά τον Χαϊκάλη θα χρηματοδοτούσε το χρηματισμό του, είναι ταυτόχρονα και μέτοχος της τράπεζας που θα έσβηνε το δάνειο αλλά και μέτοχος του ξενοδοχείου στο οποίο με ευκολία έγινε η παγίδευση. Και τέλος, ο Εισαγγελέας δεν ασκεί καν δίωξη στον Αποστολόπουλο για την καταγραφή Χαϊκάλη.

Η ίδια η εξέταση του Αποστολόπουλου από τον Εισαγγελέα είναι εντυπωσιακή. Χωρίς καμιά πίεση, ο Εισαγγελέας Παναγιωτόπουλος εξετάζει τον Αποστολόπουλο σε μια κατάθεση μόλις 5 αραιογραμμένων σελίδων. Δεν τον ρωτάει για να εκμαιεύσει πράγματα που υπάρχουν στο βίντεο τα οποία ακόμη και αν δεν τα έχει κάνει αποδεκτά τα γνωρίζει από την κατάθεση Χαϊκάλη και Καμμένου. Τον αφήνει να πει ό,τι έχει ευχαρίστηση ενώ σε κάποιο σημείο της κατάθεσης τον αβαντάρει λέγοντας πως ο Χαϊκάλης στις 11 Δεκεμβρίου είχε πει πως μπορεί να ψηφίσει Πρόεδρο Δημοκρατίας. Ρωτά συγκεκριμένα ο Εισαγγελέας “Έχετε υπόψη σας τη δήλωση Χαϊκάλη στις 11/12/2014 ότι θα ψηφίσει πρόεδρο Δημοκρατίας προκειμένου να αποφευχθεί Εθνική κρίση;”. Ο Αποστολόπουλος συμφωνεί και συμπληρώνει πως αυτό αποδεικνύει τα λεγόμενά του. Η μόνη διαφορά είναι πως ο Χαϊκάλης ουδέποτε έκανε τη δήλωση που ο Εισαγγελέας μετέφερε στον Αποστολόπουλο.

Μερικές ώρες μετά το κλείσιμο της υπόθεσης, σε τηλεοπτικό παράθυρο, ο δικηγόρος του Αποστολόπουλου αποστόμωσε τη δικηγόρο του Χαϊκάλη λέγοντας “εσείς θα κάνετε 10 μηνύσεις και οι 10 θα πάνε στο αρχείο”. Τέτοια βεβαιότητα από δικηγόρο σπάνια βλέπουμε. Όπως και εισαγγελικό πόρισμα που η χρησιμότητά του εκτός από το καθάρισμα Αποστολόπουλου είναι να τυλίγεις ρέγγες. Σίγουρα όχι για να το διδάσκεις σε Νομική Σχολή.

Κώστας Βαξεβάνης

Οι σημειώσεις δικές μου. Το πρωτότυπο κείμενο (που με άδεια αντιγράφω) βρίσκεται εδώ: Με το εισαγγελικό πόρισμα τυλίξτε καμιά ρέγγα

Να ξεκαθαρίσουμε τι λέει το κείμενο;

Ο εισαγγελέας, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, και μόλις με έξι σελίδες αναφοράς, βάζει στο αρχείο μία εκ των πιο σημαντικών στιγμών της ελληνικής δικαιοσύνης, μία απόπειρα δωροδοκίας εν ενεργεία βουλευτή. Υιοθετώντας πλήρως (αν όχι κατευθύνοντας) τα επιχειρήματα του φερόμενου ως δράστη, και χωρίς να κάνει απολύτως καμία έρευνα για να τα τεκμηριώσει, βασίζει σ’ αυτά και μόνον την ανεπάρκεια του αιτήματος, και αρχειοθετεί την διαδικασία – παρότι ο ακόμα και ο φερόμενος ως δράστης, παραδέχεται την ενέργεια.

Απλό δεν είναι;

Σκεφτείτε το λίγο, έχει σημασία:

Μπορεί να έχουμε μουδιάσει γενικώς, μα τούτο δεν χωρά καμία αδιαφορία για μένα: Για οποιονδήποτε λόγο και αν έγινε αυτό, με οποιαδήποτε πρόσχημα, κάποιος πλησίασε βουλευτή για να του αποσπάσει αλλαγή ψήφου με ανταλλάγματα.

Ξεπερνάω ότι είδαμε την πράξη με τα μάτια μας, σε δύο εκτενέστατα video.

Ξεπερνάω την συμπεριφορά των μέσων στο πρόσωπο του Χαϊκάλη. Ίσως γράψω μία μέρα τις σκέψεις μου γι’ αυτό (τελικά, ενδίδω και παραθέτω ένα μέρος τους στο παρόν άρθρο), αλλά το προσπερνάω για έναν πολύ σημαντικό λόγο:

Γιατί ο Χαϊκάλης δεν είναι το θέμα. Ούτε το video είναι το θέμα.

Γιατί το θέμα είμαστε εμείς.

~

Και φτάνουμε στο νόημα του άρθρου.

Τι πάθαμε;

Γιατί δεν αντιδράσαμε;

Αν είτε ο Χαϊκάλης με τον Καμμένο γιατί είναι μανιπουλαριστές πολιτικοί ήθελαν να σπιλώσουν την πλευρά που ήθελε ΠτΔ και οργάνωσαν δήθεν όλο αυτό το πράγμα, είτε κάποιος «απλώς» ήθελε να τους «δοκιμάσει», είτε πράγματι κάποιος ήθελε να δωροδοκήσει βουλευτή – όλα αυτα είναι ποινικά και ηθικά κολάσιμα!

Γιατί δεν αντιδράσαμε;

Προσωπικά, ομολογώ ότι έχω τρελαθεί. Όχι από την ενέργεια, (αν και δεν πίστευα ποτέ ότι θα έγραφα τέτοιο άρθρο) αλλά από την απουσία αντίδρασης.

Που είμαστε; Τι μας συμβαίνει;

Τα ΜΜΕ είδαμε πως αντέδρασαν στο θέμα – με λοιδορία και και εμπαιγμό, σχεδόν πανηγυρίζοντας(!) που αρχειοθετήθηκε.

Οι πολιτικοί ήταν ανύπαρκτοι – πλην των Ανεξαρτήτων Ελλήνων που ήταν οι εμπλεκόμενοι και μια ελάχιστη συμπαράσταση του Σύριζα (που μετά αποτραβήχθηκε διακριτικά) ουδείς άλλος έκρινε σκόπιμο να κρίνει αυστηρά αυτήν την αισχρή διαδικασία. Ακόμα και μία τύποις μήνυση (έστω και άστοχη) προς τον βουλευτή από τον πρωθυπουργό της χώρας… αρχειοθετήθηκε και αυτή χωρίς να κατατεθεί ποτέ.

Οι δικαστικές αρχές, απούσες παντελώς. Ένα αίολο όπως και να το δεις συμπέρασμα, που θα έπρεπε άμεσα να ανακαλέσουν για να γλυτώσουν την όποια αξιοπρέπεια έχει απομείνει στην δικαιοσύνη, ακόμα, κοντά έναν μήνα μετά, μοιάζουν να το ξέχασαν.

Αλλά όλοι αυτοί, κάνουν την δουλειά τους! Είναι μεν αισχρό, αλλά είναι φυσικό, αν τρέφονται από συμφέροντα να αντιδρούν έτσι.

Εμείς;

Εμείς τι πάθαμε αδέλφια;

Ας δούμε πρώτα σε ποιους απευθύνομαι. Αν, διαβάζοντας το άρθρο του Βαξεβάνη, αν διαβάζοντας την κατάθεση του φερόμενου ως δράστη (κοίτα που πρέπει να είμαι και τυπικός σ’ αυτήν την σιχαμένη ιστορία), αν βλέποντας την αιτιολόγηση του εισαγγελέα, αν βλεποντας τα δύο βίντεο – δεν έχεις έστω και την παραμικρή αμφιβολία ότι κάτι παράνομο έγινε – δεν ζητάω τίποτα από εσένα. Τίμια, συνέχισε την ζωή σου, φύγε από το άρθρο, δεν έχω καμία απαίτηση. Δεν θα προσπαθήσω καν να σε πείσω.

Αλλά, ρε αδελφέ, αν από όλα αυτά πιστεύεις ότι κάποιος παρανόμησε, κάποιος, ο Χαϊκάλης, ο Αποστολόπουλος, ο Λαζόπουλος, αυτοί που έβαλαν τον Αποστολόπουλο, οι υπάλληλοι του Πλάζα, εγώ, κάποιος παρανόμησε – πες μου ειλικρινά:

Γιατί δεν αντιδράς;

Δεν θα την ξεπεράσω ποτέ αυτήν την ησυχία.

Τι περιμένεις να γίνει; Να βγει ο Σύριζα και να τα «διορθώσει όλα»; Πως θα το κάνει αν δεν του το ζητήσεις, επιτακτικά εσύ; Γιατί να το κάνει; Ο Σύριζα, η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, το Κίνημα, το ΚΚΕ, – όλοι αυτοί, ικανοποιούν τα δικά σου αιτήματα! Αν δεν το ζητήσεις, εσύ πρώτα, γιατί να το κάνουν;

Γιατί είναι το λογικό; Μα μέχρι τώρα, δεν έκαναν ΤΙΠΟΤΑ. Δεν αντέδρασαν, δεν επέμειναν, δεν υποσχέθηκαν καν ότι θα υπάρχει έστω και υποψία δικαιοσύνης. Δεν έχουν αίτημα να απαντήσουν, γιατί δεν τους έχει τεθεί ΠΟΤΕ. Γιατί σιωπήσαμε ΕΜΕΙΣ.

Γιατί;

Νομίζεις ότι η δικαιοσύνη είναι αυτονόητη; Νομίζεις ότι θα σε προστατέψει κανείς αύριο αν δεν το απαιτήσεις; Νομίζεις ότι ο επόμενος βουλευτής, θα πάει ποτέ στον εισαγγελέα; Γιατί, για να εισπράξει τον χλευασμό του, την γελοιοποίηση από τα ΜΜΕ, και την δική σου αδιαφορία;

Ποιος θα προστατέψει τον επόμενο που θα τον πλησιάσουν για να τον δωροδοκήσουν – αν όχι εμείς;

Ποιος έχει να χάσει από ένα κοινοβούλιο, που η υποψία δωροδοκίας είναι αδιάφορη, αν όχι η πράξη της η ίδια;

Ποιος άλλος από εμάς;

Και τι να κάνουμε ρε Γιάννη;

Ζητάω μόνο ένα πράγμα. Ούτε επανάσταση, ούτε τους δρόμους, ούτε να ξεκουνήσει κανείς από το πληκτρολόγιό του. Μόνο ένα πράγμα:

Να πάρεις θέση.

Γράψε ένα άρθρο. Γράψε μία σειρά από tweets, ή facebook posts. Πες στο σε φίλους και γνωστούς, «τι θα γίνει πια με αυτήν την υπόθεση;» Πες στο στους βουλευτές σου «να ξέρεις, εγώ που θα σε ψηφίσω, με απασχολεί πολύ που είναι στο αρχείο». Δεν σου ζητάω να κάνεις ΟΥΤΕ ΜΙΣΟ ΒΗΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΝΑΠΕ ΣΟΥ. Αυτό θα γίνει, αν γίνει, αν ενοχληθούμε πολλοί πολύ από την αδιαφορία που θα εισπράξουμε.

Το λιγότερο: αν είσαι blogger, ή αν έχεις σελίδα στο facebook, ή αν έχεις twitter, ή αν εκτίθεσαι με οποιονδήποτε τρόπο:

Αν πιστεύεις ότι αυτή η υπόθεση, όπως την διάβασες στην αρχή, δεν ταιριάζει στο αρχείο, μην την προσπεράσεις. Μην την αμελήσεις. Ψάξε την. Αμφισβήτησε τον Βαξεβάνη, και τον Χαϊκάλη, και μένα, διάβασε τις καταθέσεις, διάβασε το πόρισμα, βγάλε δική σου απόφαση, αλλά ο,τι και να κάνεις, μην σιωπήσεις:

Πάρε θέση.

Κανείς δεν θα χαρίσει ούτε δημοκρατία, ούτε δικαιοσύνη σ’αυτούς που δεν την απαιτούν. Είναι ηθική υποχρέωση να πολεμήσουμε για να μην κερδίσει κανείς από την σιωπή μας.

Απαίτησέ την.

Για να μην βάλουμε στο αρχείο και την ηθική μας.

~

Ένα υστερόγραφο με σημασία: Οφείλω μία δημόσια συγνώμη στον Παύλο Χαϊκάλη. Νιώθω ότι δεν έχω πολεμήσει αρκετά. Είδα την λοιδορία στο πρόσωπό του, τελείως άδικη και ύπουλη, ακόμα και κυρίως από επίσημα χείλη, είδα την επίθεση και την αποδόμηση κάθε προσπάθειάς του να προστατευτεί. Εγώ και ο Παύλος Χαϊκάλης είμαστε σε τελείως αντίθετα στρατόπεδα ιδεολογικά και πολιτικά. Και αυτό το κάνει πιο δύσκολο για μένα. Γιατί οφείλω να τον προστατέψω, οφείλω να του δείξω ότι υπερασπίζομαι την δικαιοσύνη -και σαν πολίτης αυτής της κοινωνίας, μόνο αυτό δεν έκανα. Ντρέπομαι βαθύτατα μπροστά του, και θέλω να είναι γραμμένο, και σαφές. Ντρέπομαι που του φέρθηκαν έτσι, στον δημόσιο διάλογο, ντρέπομαι που τον αγνόησε η δικαιοσύνη, ντρέπομαι που νιώθω ότι δεν έκανα αρκετά για να μοιραστώ μαζί του όσα τράβηξε ως τώρα, από αυτήν την απίστευτη, αδιανόητη ιστορία. Είτε ευθύνεται, είτε όχι, ζήτησε ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ – και ως κοινωνία όχι μόνο του την αρνήθηκα, μα τον προσέβαλα. Δεν έχει να κάνει λοιπόν με αυτόν – έχει να κάνει με εμένα, αποκλειστικά με εμένα.

Για την δική μου ντροπή παλεύω. Το δικό μου κούτελο έχω να καθαρίσω.

~

(αν δεν σου φτάνει τόσο διάβασμα, η αρχική μου θέση όταν ακόμα η υπόθεση ήταν ενεργή: Όταν μια δωροδοκία δεν είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί)

Το άφησα να κάτσει από την Κυριακή το βράδυ. Συνήθως, όταν δίνω χρόνο μέχρι την αντίδρασή μου, έχω την ευκαιρία να δω λίγο διαφορετικά τα πράγματα, να αποστασιοποιηθώ από τυχόν παρεξηγήσεις, να καταλάβω λίγο διαφορετικά τα πράγματα.

Δεν μου πρόσφερε τίποτα ο χρόνος που πέρασε εδώ όμως. Δυσκόλεψε μάλλον τα πράγματα. Οπότε, όπως πάντα, προσωπικό ποστ για να ξεκαθαρίσουν οι σκέψεις μας.

Από πριν σας λέω, μην εστιάσετε στα πρόσωπα. Δείτε την λογική του πράγματος, αλλιώς θα χάσετε πολλά προσωποποιώντας καταστάσεις.

Λίγο ιστορία λοιπόν.

Έχω λοιπόν μία κουβέντα, με έναν άνθρωπο στο twitter. Λέω πόσο δύσκολα είναι με τον ΕΝΦΙΑ, που μόλις τον έχω δει, και στα δικά μου οικονομικά δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα.

Δεν βγαίνουν τα λεφτά, γράφω. Δεν κόβονται από πουθενά.

«Κόβονται», μου λέει ο συνομιλητής μου. «Αν κόψουμε Δημοσίους Υπαλλήλους, κόβονται. Αλλά…»

Ωπ, αντιδρώ. «Αυτό χρειάζομαι τώρα», σημειώνω. «Χειρότερες υπηρεσίες, περισσότερους ανέργους και λιγότερο κράτος να με προστατέψει»

«Εσύ οφείλεις να προστατέψεις τον εαυτό σου, όχι το κράτος» σημειώνει ο συνομιλητής μου. «Τι δηλαδή; Θες «πατερούλη» τυπου Στάλιν?»

Μέχρι εδώ, η κουβέντα είναι πολιτική – θα έλεγα όχι κομματική, αλλά όπως το δει κανένας. Μέχρι εδώ όμως, κανένα πρόβλημα.

«(αφήνοντας τον Στάλιν κατά μέρος), το κράτος είμαι εγώ – γιατί να μην προστατέψω τους αδύναμους; Πιστεύω ότι αξίζει ως κατεύθυνση» η απάντησή μου.

«Αφου το θες ετσι, πλήρωνε τότε ΕΝΦΙΑ για να μην απολυθεί κανένας ακαμάτης-μιζαδόρος Δμ. Υπλ.»

Παραθέτω την απάντησή μου επι λέξη:

Η ομαδοποίηση μπορεί να βολεύει την σκέψη σου, αλλά αν συζητήσουμε λίγο είμαι σίγουρος ότι θα συμφωνήσεις σε τρία βασικά πράγματα:

– Ένα, δεν είναι όλοι οι ΔΥ «ακαμάτηδες-μιζαδόροι». Αλλιώς να πάμε σε νοσοκομείο εν μέρα εφημερίας να το συζητήσουμε.

– Δύο, η ευθύνη για τους όσους «ακαμάτηδες μιζαδόρους» όντως υπάρχουν, δεν ανήκει σε εμένα, αλλά στους ίδιους που μου βάζουν ΕΜΦΙΑ

– Τρία, με αποφάσεις όπως αυτή έχω μεγάλες ενστάσεις αν τα χρήματά μου πάνε σε ΔΥ ή σε πληρωμές που διαφωνώ

Αυτό. Ενα, δύο, τρία.

Η απάντηση:

«Πήγαινε να μεινεις στην Αργεντινή τότε Γιάννη. Δεν αντέχω νυχτιάτικα Συριζαίικη προπαγάνδα! Καληνύχτα.»

Και εδώ ξεκινάει το ποστ μας….

Τι Συριζαίικο είπα; Δεν είναι όλοι οι Δημόσιοι Υπάλληλοι ακαμάτηδες μιζαδόροι. Όσοι υπάρχουν, που υπάρχουν, είναι διορισμένοι από τους ίδιους ανθρώπους που μου βάζουν ΕΝΦΙΑ. Όσο το δημόσιο ξοδεύει χρήματα αλόγιστα, έχω δικαίωμα να πιστεύω ότι οι «έκτακτες εισφορές», τα χαράτσια και οι απρογραμμάτιστοι, άδικοι κατ’ εμέ φόροι, δεν καλύπτουν πάγιες ανάγκες, αλλά οικονομικές ανωμαλίες.

Είναι προπαγάνδα κάτι από αυτά;

Δεν είναι προπαγάνδα πχ ότι οι Δημόσιοι Υπάλληλοι είναι όλοι, ή έστω οι περισσότεροι «ακαμάτηδες μιζαδόροι» και είναι ότι δεν είναι όλοι; Δεν είναι προπαγάνδα ότι φύτρωσαν, ξέρω-γω, ή όλοι μαζί τους διορίσαμε, και είναι ότι μπήκαν με τις ίδιες ηγεσίες με τις σημερινές; Δεν είναι προπαγάνδα ότι κάθε ευρώ που δίνουμε πάει στο αδηφάγο δημόσιο να τα σκορπάει σε ακαμάτηδες δημοσίους υπαλλήλους, και είναι ότι κάπως πρέπει να πληρωθεί η στήριξη του Μεγάρου – και επειδή δεν υπάρχουν λεφτά, μόνο έτσι μπορεί να πληρωθεί;

Θεωρώ ότι αυτά που λέω είναι λογικά. Είναι τίμια ερωτήματα, τίμιες θέσεις. Δεν είναι πια; Είναι προπαγάνδα; Είμαι «Συριζαίος»;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν λέω ότι είναι τεράστια αδικία το The Mall να λειτουργεί ακόμα, ενώ χρειάστηκε να φτιαχτεί για λογαριασμό του αντισυνταγματικός νόμος (απόφαση του ΣτΕ!) για να ξεκινήσει να λειτουργεί; Που διαμαρτύρομαι γιατί αυτός που πέρασε τον φωτογραφικό νόμο, απολαμβάνει τώρα την θέση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν λέω ότι χρειάζεται να διερευνηθεί η υπόθεση πως χάσαμε 500 εκατομμύρια ευρώ (τουλάχιστον!) από την Hochtief, η οποία δικαιώθηκε στο δικαστήριο να μην πληρώσει ούτε ένα ευρώ ΦΠΑ που έχει ήδη εισπράξει;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν αναρωτιέμαι αν πρέπει το Μέγαρο να «σωθεί» με κρατικό χρήμα, και πόσο δε μάλλον εδώ και καιρό να ρωτάω γιατί τα αρχικά δημοσιεύματα του δανεισμού των 240 εκατομμυρίων ευρώ (και εδώ) έγιναν …ξαφνικά 420 εκατομμύρια(!);

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν αναρωτιέμαι γιατί οι ένστολοι, εργαζόμενοι και με σταθερό μισθό, πρέπει να πάρουν επίδομα, ενώ τόσοι χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες, μπορεί περισσότεροι, είναι αυτήν την στιγμή άνεργοι και ένα εκατομμύριο εξ αυτών είναι αποκλεισμένοι από το επίδομα ανεργίας εξαιτίας των περιορισμών που θέτει η νομοθεσία;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι για τον φόρο στο πετρέλαιο, που οι φτωχότεροι εξ ημών δεν έχουν να το πληρώσουν, να γίνομαι έξαλλος που κάποιοι, από την αδυναμία τους, πεθαίνουν από αναθυμιάσεις κακοφτιαγμένων μαγκαλιών; Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν γίνομαι έξαλλος που, μετά από τέτοια ταλαιπωρία, ανακαλύπτεται άκοπα και χωρίς ευθύνες ότι το μέτρο δεν έπιασε;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που υπάρχουν άνθρωποι που δεν σήμερα, δεν έχουν ρεύμα, και ταλαιπωρούνται (και όχι μόνο)αφάνταστα χειμώνα καλοκαίρι; Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν τονίζω ότι το κόστος για να σωθούν είναι είκοσι ευρώ τον μήνα;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν γίνομαι έξαλλος, έξαλλος, που ο Σγουρός της περιφέρειας Αττικής υπόσχεται 20 εκατομμύρια ευρώ στην ΑΕΚ για γήπεδο, 10 στον Παναθηναϊκό για να φτιάξει το δικό του, και συνολικά 420 εκατομμύρια για «αθλητικές και άλλες εγκαταστάσεις» – σήμερα; Ως Συριζαίος προπαγανδιστής δεν θα κάνω το ίδιο με την Δούρου;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι για τις συνθήκες διαβίωσης στο έκτρωμα που ονομάζουμε νοσοκομείο φυλακών, και το οποίο, τοσο καιρό μετά, δεν έχει ακόμα περάσει στο Υπουργείο Υγείας;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι για τις απαράδεκτες συνθήκες διαβίωσης των εν γένει φυλακισμένων, που σε περιπτώσεις δεν βλέπουν ήλιο για έξι μήνες, επειδή δεν υπάρχουν λεφτά για φύλακες; Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν αντιδρώ για την απουσία κάθε είδους ενημέρωσης όταν τέσσερις χιλιάδες άνθρωποι έκαναν ταυτόχρονα απεργία πείνας διαμαρτυρόμενοι για τα κελιά τύπου Γ; Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι για τα κελιά τύπου Γ;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν τρελαίνομαι με τις συνθήκες διαβίωσης των μεταναστών και προσφύγων στα «κέντρα φιλοξενίας» όταν διαμαρτύρομαι για τις εμφανώς ρατσιστικού τύπου προσαγωγές του «Ξένιου Δία», όταν συνάνθρωποί μας παίρνουν άσυλο προστασίας ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ προς το Βέλγιο;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι για την απόφαση της δικαιοσύνης να αθωώσει τον ιδιοκτήτη της φάρμας στην Μανωλάδα, λες και οι επιστάτες έδρασαν για ίδιον όφελος, και ενώ οι συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων εκεί είναι σήμερα χειρότερες(!) από αυτές που ήταν όταν το ανακαλύψαμε;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν αναρωτιέμαι γιατί μία φυλακή γίνεται να κοστίζει 7 εκατομμύρια ευρώ λιγότερα από τις έξι πανομοιότυπες που χτίστηκαν, και αν στις άλλες πέντε υπάρχει υπερκοστολόγηση τουλάχιστον αυτού του ποσού;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν ζητάω ευθύνες γιατί οι λιμενικοί που ρυμούλκησαν το καράβι στο Φαρμακονήσι δεν φρόντισαν να ασφαλίσουν με σωσίβια τους επιβαίνοντες, με αποτέλεσμα να πνιγούν άνθρωποι, παιδιά, λάθος που επαναλήφθηκε και άλλες φορές, με τα ίδια ακριβώς αποτελέσματα; Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που η έρευνα μπήκε στο συρτάρι;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που τα κανάλια αποφεύγουν τον φόρο 20% επί των διαφημίσεων όπως τους έχει επιβληθεί δια νόμου – με συνεχείς αναβολές, ενώ ταυτόχρονα(!) τους επετράπη να προβάλλουν τηλεπαιχνίδια αφαιρώντας τους και την υποχρέωση καταβολής φόρου επί των κερδών;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν αντιδρώ που σκάφος με ελληνική σημαία το σταματά παρανόμως σε διεθνή ύδατα με απειλή όπλων η Ισραηλινή κυβέρνηση και η Ελλάδα δεν αντιδρά;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που για ένα καπρίτσιο, έκλεισε η κερδοφόρα πλεονασματική ΕΡΤ, και λειτούργησε ένα ελάχιστο μόρφωμά της, με το ίδιο κόστος (και μεγαλύτερο!) για τον πολίτη, αλλά χωρίς κανέναν απολύτως έλεγχο ή διαγωνισμό για το που πήγαν τα χρήματα που ξοδεύτηκαν, και πλέον με τους ίδιους κρατικούς ελέγχους που «καταδικάστηκαν» τόσο έντονα από τους διώκτες της; Και μετά ..αμνηστεύονται κιόλας για τις πράξεις τους προκαταβολικά!;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν αντιδρώ για την τιμή (και τις συνθήκες) πώλησης του ΟΠΑΠ και την τιμή πώλησης του Ελληνικού;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν βλέπω ότι όσοι εμπλέκονται σε υποθέσεις λαθρεμπορίας καυσίμων αθωώνονται ή παραγράφονται τα πρόστιμά τους;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν βλέπω νόμους να απαλλάσσουν εφοπλιστές από βεβαιωμένους φόρους δισεκατομμυρίων; Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν τονίζω ότι χρειάστηκαν πέντε προσπάθειες για να επιτευχθεί αυτό που ονομάζω ντροπή;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν βλέπω, εν μέσω κρίσης, κοντά τρία εκατομμύρια ευρώ να δίνονται στον διεθνή οργανισμό …γαλλοφωνίας;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που τόσα και τόσα αίσχη από τις ΜΚΟ δεν έχουν ακόμα φτάσει σε ένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, τόσα χρόνια μετά, ούτε μία σύλληψη, ούτε μία καταδίκη; Ακόμα και όταν αναφέρονται τα ονόματα υπουργών, ακόμα και του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν αντιδρώ βλέποντας την βουλή να νομιμοποιεί, αφού έγιναν οι παρανομίες, το εργοστάσιο χρυσού στις σκουριές; Και θα …πληρώνουμε και το νερό που άλλαξε χρήση, με 30 εκ. ευρώ;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι βλέποντας δημόσια, κρατική στήριξη της διευθύνουσας συμβούλου του ταμείου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας – ενόσω γίνονται οι έρευνες εις βάρος της;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που o κοινοβουλευτικός μας έλεγχος έχει αντικατασταθεί με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και συμπυκνωμένους νόμους, με νομοσχέδια σε άσχετες διατάξεις κάνοντας νομικούς να μιλάνε για εκτροπή;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που τα διόδια έχουν ανατεθεί σε εργολάβους που, ΤΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ εισπράττουν κανονικά χωρίς να αποδίδουν έργο, παίρνουν και αυξήσεις(!);

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που η ΑΤΕ μας κόστισε, χωρίς κανείς να τεθεί υπεύθυνος γι’ αυτό, 100 εκατομμύρια για ένα …»λάθος»;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που ένα εργοστάσιο παραγωγής πλάσματος που κόστισε εκατομμύρια ευρώ για να κατασκευαστεί, έχει μείνει ως ..αποθήκη στο Μενίδι, και σύντομα, αν όχι ήδη, τα ακριβοπληρωμένα μηχανήματά του θα είναι άχρηστα – ενώ ταυτόχρονα ΑΓΟΡΑΖΟΥΜΕ πλάσμα από άλλες χώρες, ξοδεύοντας εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι για τους νόμους που έχει περάσει ο Υπουργός Χαράλαμπος Αθανασίου, που κατηγορείται ότι είτε αποφυλακίζουν εμπόρους ναρκωτικών, είτε αθωώνουν… τον εαυτό του;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν αντιδρώ που στα δάση, με τον πρόσφατο νόμο, θα επιτρέπεται να χτίζονται μεταξύ άλλων και …δεξαμενές αποθήκευσης πετρελαιοειδών;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που η πώληση του γάλακτος απο τις εταιρίες πήρε παράταση χρόνου, με πρόσχημα την μείωση της τιμής, και αυτή η μείωση …δεν ήρθε τελικά ποτέ;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι για τις καταγγελίες ότι το (χρεωκοπημένο!) Ερρίκος Ντυνάν κάνει …εκπτώσεις στα νοσήλεια υπουργών και πρώην πρωθυπουργών;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που περνάει νόμος οι ΔΕΚΟ και οι ΜΚΟ να απαλλαγούν από κατηγορίες σε περίπτωση που κατηγορούνται για οικονομικό έγκλημα σε βαθμό κακουργήματος – και ο υπεύθυνος γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης Λέανδρος Ρακιντζής να αναφέρεται και γραπτώς σε ασυλία;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι για το ασύλληπτο (πολιτικά, οικονομικά και ηθικά) σκάνδαλο της Digea; Είμαι συριζαίος προπαγανδιστής όταν τα αρνούμαι όλα αυτά τα αίσχη;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν δεν μπορώ να βρω καν έναν νομότυπο λόγο να έχουν προκαταβολική ασυλία όσοι (χρεωκοπημένοι τώρα ) τραπεζίτες έδωσαν δάνεια στα κόμματα – με ανύπαρκτες εγγυήσεις;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν βλέπω ότι και το απίστευτο σκάνδαλο των #LuxLeaks που πιάνει και ελληνικές εταιρίες δεν οδηγεί σε καμία έρευνα, σε καμία αναφορά, θάβεται και από τον ΣΔΟΕ – και από τα κανάλια;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν ξέρω ότι ο Μανώλης Κυπραίος, δημοσιογράφος που έκανε την δουλειά του, δεν θα ξαναακούσει ποτέ τίποτα – καθώς τα ΜΑΤ του πέταξαν μία χειροβομβίδα κρότου-λάμψης που του στέρησε την ακοή – και η υπόθεση για την οποία διατάχθηκε ΕΔΕ, καταλήγει και αυτή,βολικά, στο αρχείο;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν τρελαίνομαι που ακόμα και σήμερα, αθώα, δεκάχρονα παιδάκια, μετά από μία απίστευτη ταλαιπωρία, που είδαν ακόμα και τους δικούς τους να πνίγονται, είναι ξυπόλητα και κοιμούνται στο πάτωμα μίας παγωμένης φυλακής, για έξι ή οκτώ μήνες, μέχρι να υπάρξει, αν υπάρξει, κάποιας μορφής σωτηρία γι’ αυτά; Είμαι Συριζαίος όταν με πιάνουν τα κλαμματα διαβάζοντας την ιστορία τους;

Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι που κανείς δεν έχει ακούσει αυτά, και τόσα άλλα, ούτε μία φορά από τα κανάλια της τηλεόρασης; Είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής όταν διαμαρτύρομαι για την απόλυτη σιωπή τόσων σκανδάλων από την κοινή γνώμη; Για να μπορεί να κρίνει; (Τεστ: ΠΟΣΑ ήξερες εσύ από αυτά που αναφέρω; Και ΑΠΟ ΠΟΥ τα έμαθες;)

~

Αυτή είναι η απάντηση; Ότι είμαι Συριζαίος προπαγανδιστής; Αυτό έχω να αντιμετωπίσω δηλαδή; Δεν συμμεριζόμαστε πια τους φόβους μας, δεν είναι κοινές οι αγωνίες μας, όλα έγιναν διλήμματα ή με τον Αλέξη, ή με τον Αντώνη; Όποιος μιλάει για όλα αυτά για τα οποία διαμαρτύρομαι είναι Συριζαίος προπαγανδιστής;

Και αν μιλάω γι’ αυτά, τότε η απάντησή που μου αξίζει είναι …να πάω να μείνω στην Αργεντινή;

~

Επι προσωπικού, δεν έχω πρόβλημα. Μπορεί ο καθένας να νομίζει ο,τι θέλει για μένα, μπορεί να νομίζει ότι θέλω Αλέξη, ότι ονειρεύομαι Αργεντίνες και πείνες, ότι μισώ τους δεξιούς και γι’ αυτό αντιδρώ. Μπορεί ο καθένας να με κατατάξει όπου νομίζει, ως πληρωμένο υπάλληλο της Κουμουνδούρου, ή, ακόμα χειρότερα, απλήρωτο που ζητά την αποσταθεροποίηση. Μπορεί να αντιλαμβάνεται με φρίκη ότι θέλω να θυσιάσω το μέλλον των παιδιών μου σε μία ζωή με δραχμή, σε ένα αμφίβολο μέλλον.

Πεδίο δόξης λαμπρόν, ονειρευτείτε ο,τι θέλετε για μένα μάγκες.

Φτιάξτε τον Συριζαίο εχθρό που ονειρεύεστε, το τέρας που θα φάει τις ελπίδες σας για την Ελλάδα που ξαναγεννιέται από τις στάχτες της. Ζήστε την ζωή με τα δικά σας μέτρα, που κάποιος είναι είτε μαζί μας είτε εχθρός μας, επειδή εσείς διαλέξατε εχθρούς και φίλους όπως καταλάβατε. Μην διανοηθείτε να αναρωτηθείτε και εσείς για τα μολυσματικά, προπαγανδιστικά ερωτήματά μου.

Εγώ επιμένω για τα ερωτήματά μου αυτά, να μην βάζω πρόσημο. Ούτε κομματικό, ούτε καν πολιτικό – όπως ήμουν πάντα.

Και επειδή επιμένω επίσης ότι μιλάω σε ευφυείς ανθρώπους, θα συνεχίζω να αναρωτιέμαι, να σκέφτομαι, να αντιδρώ όπως νομίζω καλύτερα, με μοναδικό μου γνώμωνα την τίμια κριτική προς την κυβέρνηση, προς κάθε κυβέρνηση, όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ και όπως την οφείλει κάθε πολίτης.

Ξαναδείτε τις ερωτήσεις μου. Μία-μία. Δεν είναι όλες, δεν είναι καν όλες του 2014. Έχει πολλές, πολλές ακόμα.

Μακρυά τα παιδιά σας λοιπόν από τις οθόνες. Το «συριζαίικο τέρας» σας συνεχίζει την φριχτή «προπαγάνδα» του. Κλείστε τα αυτιά σας, έχετε μία ελπίδα να σωθείτε.

Νισάφι.

Εχθές πήγα σε μία κηδεία.

Όλη την ημέρα μετά κουβαλούσα αυτές τις σκέψεις στο κεφάλι μου, απελευθερώθηκαν αργά το βράδυ.

Θα μπορούσα -το σκέφτηκα- να τις ξαναγράψω σε ποστ, με περισσότερες λέξεις και ίσως πιο ξεκάθαρη εικόνα, αλλά αυθόρμητες και τραχιές, νομίζω ότι με εκφράζουν περισσότερο.

Έχει τόσα πολλά ζιζάνια ο δρόμος, ώστε να είναι άδικο μην παραδεχθείς αυτούς που ξέρουν να εκτιμούν ένα λουλούδι.

Ο Γιάννης έχει γενέθλια! Κλείνω τα 41, μπαίνω αισίως στα 42 μίας πολύ ενδιαφέρουσας ζωής – σε μία πολύ ενδιαφέρουσα επίσης χρονική στιγμή 🙂

Όμως, δεν έχω μόνο εγώ γενέθλια!

Όσοι επιλέξετε να μου ευχηθείτε, θα ήθελα, αν το θέλετε βέβαια και εσείς, να ευχηθείτε και σε έναν φίλο μου, που έχει επίσης γενέθλια. Είναι καλός άνθρωπος όπως και εγώ, ζει στην ίδια ταραγμένη περίοδο, όπως και εγώ, έχει παιδάκια, όπως και εγώ, μια γυναίκα που τον αγαπάει, και γονείς που τον σκέφτονται, έζησε σίγουρα μια γεμάτη ζωή μέχρι τώρα, και θα ήθελε να ζήσει και άλλα χρόνια, πολλά χρόνια, ελπίζοντας στο καλύτερο.

Δυστυχώς, δεν θα διαβάσει τα μηνύματά σας, ούτε θα του τα μεταφέρω εγώ. Δεν ξέρω καν πως τον λένε, από που είναι, πως είναι το πρόσωπό του. Δεν ξέρω ούτε καν που βρίσκεται, αυτήν την στιγμή.

Ξέρω όμως τι δώρο θέλει! Α, ξέρω καλά τι δώρο θέλει, και είναι πολύ φθηνό γι’ αυτούς που το έχουν, και πολύ ακριβό γι’ αυτούς που τους λείπει. Είναι σαν τα τρία δώρα που κουβάλησαν οι μάγοι, ψάχνοντας για ένα αστέρι.

Είναι δικαιοσύνη, ελπίδα, ανθρωπιά.

Ο καλός μου φίλος είναι φυλακισμένος στα στρατόπεδα κράτησης μεταναστών ανά την Ελλάδα. Μπορεί να είναι ανήλικος, φυλακισμένος με μεγάλους. Μπορεί να έχει παιδιά, και να είναι φυλακισμένα μαζί του. Μπορεί να είναι άρρωστος, και να του αρνούνται την πρόσβαση στην υγεία. Μπορεί να είναι όχι «απλώς» μετανάστης, αλλά πρόσφυγας, που δικαιούται χαρτιά, αλλά δεν παραλαμβάνει κανείς την αίτησή του.

Στην χώρα του μπορεί να είχε πόλεμο, και να αναγκάστηκε να φύγει. Μπορεί να είχε πείνα, και να έψαξε αλλού σωτηρία για την οικογένειά του. Μπορεί να είναι γυναίκα, και να βιάστηκε, ή να γλύτωσε από το κόψιμο της κλειτορίδας της. Μπορεί να διαφώνησε με την ηγεσία της κυβέρνησης ή του βασιλιά στην χώρα του, και να αναζήτησε καταφύγιο για να γλυτώσει την αγχόνη.

Μπορεί να είναι δάσκαλος, ή γιατρός, ο ίδιος. Στα γενέθλιά του δεν μπορούν να του πάρουν δώρα οι συγκρατούμενοί του, αλλά να μοιραστούν μαζί του το ληγμένο γάλα, που σερβιρίστηκε σήμερα. Να πιει μεγαλυτερη μερίδα! Να αλλάξει μία μέρα η ζωή του, όντως φυλακισμένος επί τουλάχιστον δεκαοχτώ μήνες σε ένα κελί, χωρίς δίκη και χωρίς άλλη κατηγορία από την αναζήτηση ελπίδας, δικαιοσύνης, ανθρωπιάς. Ή μπορεί στον απόπάνω όροφο, να μην πάει κανείς τουαλέτα, για να κάνει ένα μπάνιο χωρίς να κυλάνε λύματα από την οροφή. Αυτό, μάλιστα, θα ήταν δώρο!

Δεν είναι μακρυά, αν θέλεις να τον ψάξουμε. Αν δεν κάνω λάθος, είναι ή στην Αμυγδαλέζα, ή στην Κομοτηνή, ή στο Τμήμα Δοκίμων Αστυφυλάκων Ξάνθης, ή στο Παρανέστι Δράμας, ή στο Φυλάκιο Ορεστιάδας ή στην Κόρινθο. Όλα είναι κοντά μας, μερικά είναι πολύ δίπλα μας. Δεν θα κουραστούμε πολύ, σε έξι σημεία θα ψάξουμε. Φαντάζεσαι να τον βρούμε, και να του πούμε χρόνια πολλά;

Φαντάζεσαι να μάθουμε το όνομά του; Σε πληροφορώ, δεν θέλει τίποτα άλλο. Ίσως, βέβαια, να μην μπορεί να μας το πει. Κάποιοι, διαμαρτυρόμενοι για τις συνθήκες που αναγκάζονται φυλακισμένοι να ζήσουν, έραψαν το στόμα τους. Ίσως είναι ένας από αυτούς. Ίσως τον πείσουμε να το ξεράψει λίγο, μόνο για να τον ακούσουμε. Και ας το ράψει, πάλι, όταν φύγουμε.

Έχω γενέθλια λοιπόν. Πήρα ήδη πρωινό φιλάκι από τις κόρες μου, πηγαίνοντας τις σχολείο, έκλαιγε η μικρή για κάτι μπισκότα που θα δώσει η μεγάλη στην τάξη της. Ήθελε και αυτή – υποσχέθηκα ότι θα της πάω 🙂

Εχει γενέθλια και ο φίλος μου. Είμαστε το ίδιο πράγμα, σε βεβαιώ, δακρίζουμε όταν σκεφτόμαστε τις κόρες μας, αν είναι το ίδιο μεγάλος με εμένα, ή τους γονείς μας, αν είναι το ίδιο μικρός με τα παιδιά μου. Θυμώνουμε όταν αδικηθούμε, πονάμε και οι δύο όταν μας χτυπάνε, όταν είμαστε άρρωστοι θέλουμε έναν γιατρό, λαχταράμε καθαρό και φρέσκο φαγητό όταν πεινάμε, δροσιά το καλοκαίρι και λίγη ζέστα το χειμώνα – ζεσταινόμαστε το ίδιο, κρυώνουμε το ίδιο, θέλουμε ελπίδα και έχουμε αληθινή ανάγκη να σέβονται οι άλλοι τα ανθρώπινα δικαιώματά μας, για υγεία, ελευθερία, δικαιοσύνη, ανθρωπιά.

Εγώ έχω πολλούς φίλους, εσάς! Αυτός, πάλι, έχει πολλούς συγκρατούμενους. Θα ήθελε να έχει φίλους και εσάς, το ξέρω. Είστε αξιόλογοι άνθρωποι, και θα εκτιμούσε το ενδιαφέρον σας.

Έχουμε και οι δύο γενέθλια. Σας ευχαριστώ θερμά για τις ευχές σας, αλλά δεν μπορώ να γιορτάσω μόνος μου:

Ελπίζω να γιορτάσει και ο φίλος μου μαζί!

…Ανθρώπινα.

Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για τις συνθήκες κράτησης του ελληνικού κράτους στους «μετανάστες χωρίς χαρτιά», διαβάστε την αναφορά για τις συνθήκες διαβίωσης στα κέντρα κράτησης μεταναστών που έχουν ετοιμάσει οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, άρθρα μελών ανθρωπιστικών οργανώσεων και δημοσιογράφων που τα επισκέφθηκαν, και παλαιότερες αναφορές.

Αν θέλετε να αλλάξει κάτι, μιλήστε στους βουλευτές σας, στους δημοσιογράφους, στους φίλους σας. Εξηγήστε το πρόβλημα, εκφράστε τις σκέψεις σας. Ή, μοιραστείτε τα γενέθλιά σας με έναν άγνωστο, τελείως άγνωστο άνθρωπο, που το μόνο που θα ήθελε είναι ελπίδα, δικαιοσύνη, ανθρωπιά και λίγους περισσότερους φίλους!

Update: Αυτό είναι σημερινό – την ημέρα των γενεθλίων μου. Ρίξε μία ματιά, σε παρακαλώ.

Επειδή από τα γραπτά μου, στο twitter και στο blog, υποπτεύομαι ότι έχω αφήσει να εννοηθεί ότι είμαι κάτι άλλο από αυτό που είμαι στην πραγματικότητα, θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι, για να μην παρεξηγούμαστε:

Είμαι υπέρ της νομιμότητας.

Δεν ξέρω αν είναι σωστό, ή όχι αυτό – αλλά μόνο έτσι ξέρω να λειτουργώ. Δεν ξέρω πχ αν κάποιος που η τράπεζα του έχει πάρει το σπίτι κάνει καλά ή όχι να πετάει πέτρες, αλλά ο μόνος τρόπος, σαν μέρος της κοινωνίας που ξέρω να φερθώ, είναι να επιμείνω ο άνθρωπος να ακουστεί και να μη χάσει το σπίτι του, αλλά να τιμωρηθεί αν πετάει πέτρες.

Μόνο έτσι ξέρω να λειτουργώ στην κοινωνία.

Κάποιος που πετάει μία μολότοφ σε αστυνομικό, δεν είναι φίλος μου, δεν με εκφράζει, και -δεν νιώθω κιόλας ότι- με αντιπροσωπεύει. Αυτός ο κάποιος έχει μία εξουσία που δεν του την δίνω εγώ, για να σκοτώσει. Το γεγονός ότι γράφω ο,τι σκέφτομαι κάθε φορά που ένας αστυνομικός χτυπάει άδικα και ατιμώρητα έναν μετανάστη, το κάνω ΑΚΡΙΒΩΣ γιατί δεν θέλω κάποιος άλλος, κάπου, να κάψει έναν άλλον αστυνομικό για αντίποινα.

Τι σημαίνει «υπέρ της νομιμότητας»; Για την στάση μου, αυτό έχει δύο, διακριτές, παραμέτρους.

Η πρώτη είναι οι νόμοι. Αν οι νόμοι πουν, ότι είναι σύννομη μία επέμβαση στο Πολυτεχνείο, ή στο σπίτι του διπλανού μου, ή στο σπίτι μου, αν ερωτηθεί και κρίνει η εισαγγελία, ή όποιος άλλος έχει ευθύνη, ότι ήταν μία απόφαση που συμπορεύεται με τους τρέχοντες νόμους, δεν θα αντιδράσω. Αρκεί να καλύπτει και την δεύτερη παράμετρο όμως:

Η δεύτερη, είναι η ατομική ηθική μου. Ακόμα και αν όλοι οι νόμοι πχ επιτρέπουν να βιάζονται κρατούμενες μέχρι να αποδειχθεί ότι δεν έχουν ναρκωτικά, εγώ θα είμαι αντίθετος, και θα ζητήσω μία αλλαγή του νόμου με όποιον τρόπο μπορώ.

Οι νόμοι, πιστεύω, είναι οι κανόνες που οφείλουμε να τηρούμε όλοι, και αν όχι να αποδεχόμαστε ότι από το ίδιο σύστημα υπάρχουν προβλεπόμενες, ίσες για όλους, συνέπειες. Η προσωπική, ατομική ηθική μου δεν είναι ανάγκη να έχει την έγκριση κανενός άλλου: αν εγώ νομίζω ότι κάτι είναι ανήθικο, θα κάνω ότι μπορώ για να αλλάξω τον νόμο που το επιτρέπει.

Η επιμονή μου στην συνολική νομιμότητα και την ατομική ηθική, δεν γίνεται γιατί είμαι πιο έξυπνος από τους υπόλοιπους – γίνεται αποκλειστικά και μόνο γιατί μου είναι αδύνατο να βρω άλλον, καλύτερο τρόπο να λειτουργήσω ως κοινωνία. Ως ηλίθιος, ο μόνος τρόπος -επαναλαμβάνω- για να λειτουργήσω σε μία κοινωνία, είναι να έχω σταθερούς κανόνες που, ή τους αλλάζουμε, ή τους ακολουθούμε όλοι μέχρι να βρούμε καλύτερους.

Αν οι νόμοι είναι λάθος, φυσικά να τους αλλάξουμε. Θα υπερασπιστώ κάθε φωνή που θα ζητήσει το δίκαιό της έτσι. Αλλά οι νόμοι πρέπει να τηρούνται, αλλιώς δεν θα έχω καμία βάση να κατακρίνω την παρανομία, ειδικά όταν είναι κρατική. Αλλά επίσης, καμία παρανομία δεν δικαιώνει αυτοδίκαια μία άλλη: Αν αδικηθείς κάπου, δεν σημαίνει ότι μπορείς να αδικήσεις κάποιον άλλον για αντίποινα. Για μένα δεν λειτουργεί έτσι.

Ακριβώς δε επειδή έχω αυτήν την στάση, είμαι υποχρεωμένος να είμαι πιο κριτικός και απόλυτος απέναντι σε όσους δεν τηρούν τον νόμο που οι ίδιοι πρεσβεύουν, παρά σε όσους τον καταπατούν: Γιατί με κάθε «μα είναι νόμιμο» που θα πετάξω σε μία κουβέντα, έχω την ατομική ευθύνη να καταδικάσω πολλαπλάσια την παρανομία από όσους καταχρώνται τις δυνάμεις που εγώ ο ίδιος τους έδωσα να φροντίζουν να τηρείται η νομιμότητα.

Δεν είναι το ίδιο, ούτε θα γίνει ποτέ για μένα (ελπίζω) το ίδιο ο αστυνομικός που χτυπάει έναν πολίτη, με τον πολίτη που χτυπάει έναν αστυνομικό – το πρώτο είναι για μένα σαφώς χειρότερο από το δεύτερο. Και το γεγονός ότι κατακρίνω όσο περισσότερο και πιο έντονα μπορώ την στάση του πρώτου, δεν σημαίνει αυτοδίκαια ότι εγκρίνω και την στάση του δεύτερου.

Δεν ζητάω να το κάνει κανείς από εσάς, ούτε θα κατακρίνω κάποιον αν δεν το κάνει. Ο καθείς λειτουργεί όπως μπορεί καλύτερα, εγώ έτσι, εσείς μπορεί να έχετε άλλους κανόνες. Θεμιτό, αφού έτσι και αλλιώς δεν ξέρω τι είναι σωστό, μπορεί κάλλιστα να κάνω λάθος εγώ, και σωστά εσείς.

Έχω γράψει, και υπερασπιστεί στο παρελθόν ένα σωρό πράγματα. Δεν είμαι σταθερός σε όλα – οι γνώμες μου αλλάζουν, μετατρέπονται στον χρόνο – μα θεωρώ, και ελπίζω, ότι σ’ αυτό έχω μία σταθερή άποψη. Το θέμα είναι να είναι και ξεκάθαρη σε όσους μπαίνουν στον κόπο να διαβάσουν το blog μου ή τις απόψεις μου στο twitter.

Λοιπόν, άκου μία αστεία ιστορία, να γελάσεις – εμένα σήμερα με βαράνε στο μυαλό.

Είναι φορές που είσαι εγκλωβισμένος, που γύρω σου σφυρίζουν μπουνιές, όλες στοχεύουν στο μυαλό σου, να σε χτυπήσουν, να σε ζαλίσουν, να σε αποβλακώσουν – να πεις φτάνει ρε φίλε, φτάνει, ο,τι θες, θα υπογράψω ο,τι θες, θα παραδεχθώ ο,τι θες, δεν θα σκέφτομαι άλλο, θα ακούω, μόνο, και θα συμφωνώ, μόνο, χωρίς second guessing και πρωτοβουλίες, τέρμα οι πρωτοβουλίες, τέρμα η επανάσταση, θα συμμορφωθώ, μόνο σταμάτα λίγο να χτυπάς, γιατί θέλω λίγο να ονειρευτώ, ξέρω γω, το ξέρω βέβαια ότι απαγορεύεται, αλλά λιγουλάκι μόνο, ένα λεπτό, μην βαράς, γιατί θα χαλάσει το μυαλό μου, και δεν θα μπορεί να ονειρευτεί ξανά, δεν θα μπορώ να εκφράσω τι με ενοχλεί, τι σιχαίνομαι, και τι θέλω να πω εγώ, και όχι τι θέλεις να πεις εσύ τι θέλω να πω εγώ, λοιπόν, σήμερα είναι μία τέτοια ημέρα.

Δεν με βαράνε σήμερα, βέβαια, στο μυαλό.

Με βαράνε καιρό τώρα.

Αλλά σήμερα το ντάπα-ντούπα, οι επίμονες, σταθερές, χωρίς ίχνος φανερής οργής μπουνιές – να, έγιναν λίγο κατανοητές. Ή δεν απέφυγα καναδύο από αυτές, και ξέρεις πως πάει, αν φας την πρώτη και λυγίσεις, μετά ζαλίζεσαι, και οι άλλες πέφτουνε βροχή, είναι να μη σε δουν κάτω, να λυγίσεις.

Αποφασίσανε σήμερα να αφήσουν ελεύθερο τον Σακκά.

Έχω φαει ογδόνταχιλιάδεςμπουνιές που λέγανε μέχρι τώρα «να φάει σουβλάκια», «κάνει δίαιτα», «η νηστεία κάνει καλό». Είναι μία αναμενόμενη μάχη, που δεν με αφορά άμεσα, ψόφος δεν έχω πει πουθενά, και για κανέναν, ούτε για αστείο, ίσως θες γιατί θα πω μία φορά και θα το εννοώ, ή δεν θα ξεστομίσω ποτέ, που είναι και το πιο πιθανό, γιατί είμαι τέτοιος άνθρωπος και τον ντρέπομαι τον άλλον να του πω ψόφος, τεσπά, διακόσιεςπενήνταδύοχλιάδεςτετρακόσιεςείκοσιοκτώμπουνιές μέχρι τώρα, εγώ να φωνάζω «είναι παράνομο, και συναινούμε εμείς με την σιωπή μας» και ο διπλανός μου, που συναινεί και αυτός, με περισσότερο ίσως από την σιωπή του, με πράξεις, λόγια και επιδοκιμασίες, με μία αγοραστή και αρκετά εύπλαστη έννοια του κοινωνικού χούλιγκαν, που καμιά φορά το τσεκ του βγαίνει από αυτούς, τους ίδιους που παρανόμησαν, θα φωνάξει «Να φάει κάτι σουβλάκια που έχω και μπαγιατέψανε», μπαμ, μπουνιά, στην λογική μου και στο μυαλό μου, αλλά θα το προσπεράσω, είπαμε, δεν είναι δικός μου αγώνας, δεν μίλησα σε κανέναν έτσι, δεν μου μιλάει κανείς.

Και αποφασίζουν να τον αφήσουν ελεύθερο.

Εκεί το μυαλό σου σταματάει, γιατί, κοίτα, υπάρχει μία στιγμή στις ταινίες, που όλη την ώρα έλεγες «αυτός είναι ο δολοφόνος, να το δεις» και ωπ, αποκαλύπτεται ποιος είναι, και τα χάνεις λίγο, αδειάζει το μυαλό σου, ε, φαντάσου το προς επτάδισεκατομμύριαφορές τόταλ μπλανκ, να σου λένε έτσι είναι, βγαίνει.

Γιατί αρχίζεις να σκέφτεσαι, και να λες για κάτσε ρε φίλε, για κάτσε λίγο γιατί θα τρελαθώ:

Γιατί βγαίνει έξω;

Τι άλλαξε;

Είναι προφυλακισμένος από τον δεκέμβρη του ’10, ναι; Και έχουμε ιούλιο του ’13, ναι; Και παρήλθε το δεκαοκτάμηνο, και δίκη δεν είχε ακόμα ξεκινήσει, και του φορτώσανε και άλλο, να μείνει μέσα, να μείνει να σαπίσει – ναι;

ΝΑΙ;

Γιατί βγαίνει έξω τώρα;

Τι ήταν πριν, λάθος;

Μία ατυχής στιγμή; Μια παρανόηση; Τι άλλαξε και το άκαμπτο κράτος που τον κράτησε από τον δεκέμβρη του ’10 φυλακισμένο, τον αφήνει τώρα; Ήταν άποψη και άλλαξε; ήταν μία θέση και μετακινήθηκε; Γιατί είναι έξω; Γιατί εγώ ξέρω ότι τα δικαστήρια είναι σαφή. Βγάζουν μία σαφή απόφαση. Δίκαιη, και ξεκάθαρη. Έχουν ληφθεί όλες οι παράμετροι, και έχουν αξιολογηθεί όλες οι θέσεις. Εγώ ξέρω ότι ήταν μέσα ο άνθρωπος, γιατί υπήρχε κάποιος λόγος που ήταν μέσα. Ποιος λόγος ήταν αυτός; Πως γίνεται όταν ρωτάμε πολλοί ποιος λόγος ήταν αυτός, το σύστημα να λέει «έξω»; Επειδή ρωτήσαμε βγήκε έξω;

Δηλαδή, αν δεν ρωτήσουμε, δεν θα έβγαινε;

Έπρεπε να κάνει απεργία πείνας για να βγει; Αυτό είναι το σύστημα τώρα; Θα σε στριμώξουμε στο σκοτεινότερο κελί, και αν κάνεις απεργία πείνας, και συγκινήσεις κανέναν, σε βγάζουμε γιατί δεν ξέρουμε τι να απαντήσουμε όταν μας ρωτήσουν;

Γιατί εγώ ρωτάω. Και ξέρεις γιατί ρωτάω; Γιατι όταν βγει ο Σακκάς έξω, και με πετύχει στον δρόμο, θα μου πει «για έλα εδώ ρε φιλαράκι, που ψηφίζεις, και πληρώνεις τους φόρους σου, και καταδικάζεις και την βια, και είσαι και κύριος, και σου ανοίγουν και την πόρτα στην τράπεζα, και σε λένε Έλληνα πολίτη, και θες και δημοκρατία, για έλα να σε ρωτήσω κάτι:»

«Γιατί με προφυλάκισες τόσο;»

Τι θα του πω; Θα περιμένει κάτι να του πω. Εγώ τον προφυλάκισα. Εγώ. Εγώ ο ίδιος, είναι ξεκάθαρο. Τι θα του πω; Να του πω, «λοιπόν, άκου, έκανες και δεύτερο έγκλημα, και λυπάμαι γι’ αυτό, αλλά έτσι είναι ο νόμος, και γι’ αυτό. Λυπάμαι, αλλά έτσι είναι ο νόμος».

Εντάξει.

Και θα με ρωτήσει λοιπόν, ο αδύνατος, ο αδύναμος Σακκάς, ο μετά από 38 ημέρες απεργίας πείνας Κώστας Σακκάς, θα με ρωτήσει λοιπόν, σιγά, ψιθυριστά, κοιτώντας με στα μάτια, λέξη-λέξη –

«Και τότε γιατί με έβγαλες; Αφού ήσουν τόσο σίγουρος, γιατί με έβγαλες;»

Μπαμ.

Και παραδίπλα ακριβώς, ζαλισμένος και πεσμένος, με κενά μνήμης και συνείδησης και ευθιξίας και αξιοπρέπειας, διαβάζω:

«Οι αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, οι οποίες λαμβάνονται στο πλαίσιο του παρόντος νόμου και του εκάστοτε ισχύοντος Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής και του εκάστοτε Μνημονίου Συνεννόησης, τεκμαίρονται σύμφωνες με τον σκοπό του Ταμείου και το δημόσιο συμφέρον και θεωρούνται επωφελείς και συμφέρουσες για το Ταμείο και το Ελληνικό Δημόσιο όσον αφορά την ευθύνη, αστική και ποινική, των μελών του Γενικού Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής καθώς και του προσωπικού του Ταμείου»

Αυτό, θα ψηφιστεί σε λίγες ημέρες. Από μένα. Για να σωθεί η χώρα, αλλιώς θα γίνουμε Αίγυπτος. Πρόσεξε τι λέει, πρόσεξε:

«[…] τεκμαίρονται σύμφωνες με τον σκοπό του Ταμείου και το δημόσιο συμφέρον και θεωρούνται επωφελείς και συμφέρουσες για το Ταμείο και το Ελληνικό Δημόσιο όσον αφορά την ευθύνη, αστική και ποινική […]»

Ετοιμάζεται να ψηφιστεί ένας νόμος, που λέει ότι τα μέλη του Συμβουλίου του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, είναι εκ προοιμίου αθώα, ο,τι και να κάνουν, όποια απόφαση και να πάρουν, διότι θεωρούνται επωφελείς και συμφέρουσες για το ταμείο και το ελληνικό δημόσιο, και είναι σύμφωνες με το δημόσιο συμφέρον.

Αναδρομικά.

Από τώρα το λέει, για το μέλλον. Για αποφάσεις που δεν έχουν ληφθεί ακόμα. Εκ προοιμίου. Δεν θα γίνει ποτέ δικαστήριο, δεν θα κληθεί ποτέ κανείς να καταθέσει, γιατί τώρα αποφασίζουμε πως ο,τι κάνει το ταμείο στο μέλλον, είναι για το δημόσιο συμφέρον.

Καταλαβαίνεις τι σου λέω τώρα; Καταλαβαίνεις; Μόλις έφαγες μία μπουνιά, την κατάλαβες; ήρθε κατευθείαν στον δικό σου εγκέφαλο, μέσα στο μυαλό σου, πέρασε από το μάτι σου και έφτασε στο κέντρο σκέψης της λογικής σου.

Μπαμ.

Πως νιώθεις;

Ετσι νιώθω και γω.

Εκεί με βαρέσανε σήμερα.

Υ.Γ.: Με περιμένει στην γωνία και ο Θοδωρής Ηλιόπουλος. Να με ρωτήσει γιατί τον φυλάκισα κοντά έναν χρόνο, ενώ όλοι μου έλεγαν ότι είναι όχι μόνο αθώος, αλλά ούτε καν ύποπτος φυγής – και μετά, απλώς, τον αθώωσα. Για να τον αποφυλακίσω, δε, από την προφυλάκιση, έκανε και αυτός απεργία πείνας. Σαρανταεννιά μέρες.

Είχα σκοπό να γράψω για τον Σακκά – θα αναρτήσω όμως, αργότερα, έναν μονόλογο που έκανα στο twitter, και που φέρνει, πιστεύω, ένα σοβαρό μέρος του προβλήματος.

Επιστρέφοντας όμως στο σπίτι, έγινε κάτι άλλο, που νομίζω ότι αξίζει να το μοιραστώ στο blog μου – όχι τόσο για να το μάθετε εσείς, αλλά, όπως σχεδόν όλα εδώ μέσα, για να το θυμάμαι εγώ αργότερα.

~

Για να σας βάλω στο παιχνίδι: Ίσως το έχω ξαναπεί, ίσως όχι – αλλά έχω μία ιδιορρυθμία, μια παραξενιά. Όλοι πιστεύουν ότι έχουν καναδύο παραξενιές, δικές τους, που δεν τις μάθανε από αλλού, έτσι και γω, έχω τουλάχιστον μία όλοδική μου:

Αν βρω χρήματα κάτω, δεν είναι δικά μου.

Άκου να δεις τι γίνεται: εγώ μεγάλωσα χωρίς πλούτη. Αυτό δεν σημαίνει δεν έχω να φάω, σημαίνει ο,τι λεφτά είχα, ήταν αυτά που κέρδιζα από την δουλειά μου – χωρίς καβάτζα καμία. Δουλεύω από πολύ μικρός, είμαι ανεξάρτητος από ακόμα μικρότερος. Δεν έφαγα από έτοιμα, δεν είχα εναλλακτικές, δεν είχα ούτε μία μέρα στην ζωή μου να πω λοιπόν, σήμερα δεν θα δουλέψω, γιατί έχω στο συρτάρι για να περάσουν καναδύο χρόνια, δεν τρέχει μία.

Όταν δεν είχα δουλειά, όντως, δεν είχα να φάω. Όταν είχα δουλειά, αλλά πληρωνόμουνα λίγα, είχα να φάω λίγα. Όταν έπαιρνα περισσότερα, είχα περισσότερα.

Ούτε λούσα, ούτε γκρίνιες, ούτε αυτοκίνητα, ούτε σπίτια, ούτε τίποτα: Είμαι ο,τι δουλεύω.

Έτσι έμαθα να πορεύομαι.

Οπότε, όταν βρω χρήματα κάτω, δεν είναι δικά μου επειδή τα βρήκα. Τα δικά μου λεφτά, τα έχω όλα δουλεμένα. Αυτά, είναι ξένα.

Έκανα λοιπόν, από μικρό, πολύ μικρό παιδί, μία παραδοχή:

Αν βρω λεφτά κάτω, έχω δύο επιλογές: Να τα αφήσω, και να φύγω. Κάποιος άλλος θα τα μαζέψει, όλα καλά. Ή, να τα σηκώσω – αλλά αν το κάνω, είναι δάνειο. Είμαι υποχρεωμένος, κάποια στιγμή στην ζωή μου, να αφήσω, κάτω στον δρόμο, εκεί που τα βρήκα κατά προτίμηση, τα διπλά. Είναι δάνειο, και πρέπει να επιστραφεί.

Αυτοί ήταν οι κανόνες της ζωής μου. Δεν έχω βρει πολλά λεφτά κάτω, αλλά τον κανόνα αυτόν τον υπηρέτησα πιστά. Και οδυνηρά, γιατί μία μέρα βρήκα ένα πεντοχίλιαρο, και ήταν δύσκολο να αποφασίσω να αφήσω δέκα χιλιάρικα κάτι χρόνια μετά – αλλά το έκανα.

Σήμερα, επιστρέφοντας, βρήκα πενήντα ευρώ στον δρόμο. Και τα σήκωσα, για πρώτη φορά στην ζωή μου, χωρίς να είμαι σίγουρος ότι κάποια μέρα, στο ίδιο μέρος, θα αφήσω εκατό ευρώ -όπως οφείλω.

Το δάνειο έγινε κλοπή σήμερα. Και ντρέπομαι λιγάκι γι’ αυτό, ομολογώ.

~

Στις δύσκολες στιγμές φαινόμαστε τι άνθρωποι είμαστε. Όταν δεν έχεις δύο παιδιά, όταν δεν σε πήραν την ίδια ημέρα από την τράπεζα, ή δεν χρωστάς δύο μηνιάτικα στον παιδικό σταθμό, όταν είσαι μόνος σου και δεν τρέχει μία αν δεν φας – όλα είναι πιο εύκολα. Είναι οι δικοί σου κανόνες, και αξίζουν όσο οτιδήποτε είσαι διατεθειμένος να στερηθείς γι’ αυτούς.

Όταν όμως έρχονται οι ευθύνες, έχεις μία επιλογή να ακουμπήσεις κάτω τα στοιχεία που σε κάνουν αυτό που είσαι, και να βρεις ποια από αυτά μπορεί να κάνουν δύσκολη την ζωή των δικών σου ανθρώπων, αυτών που εξαρτώνται από εσένα.

Και, καμιά φορά, δεν σ’ αρέσει καθόλου που κάνεις τέτοιες επιλογές. Αλλά πρέπει τουλάχιστον να θυμάσαι ότι τις έκανες, γιατί τις έκανες, να μην τις χρεώνεις ποτέ σε κανέναν άλλον, γιατί είναι δικές σου, και να προχωράς με ο,τι σου επετράπη να πάρεις, ξανά, μαζί σου.

~

Όπως είπα, τούτο το ποστ είναι αποκλειστικά για μένα. Προς το παρόν χάθηκε μόνο η σιγουριά μου ότι θα μείνω πιστός σ’ αυτά που με καθορίζουν – μπορεί, κάλλιστα, μια μέρα να ακουμπήσω εκατό ευρώ σε έναν δρόμο και να φύγω χωρίς να κοιτάξω πίσω, χαμογελώντας ανακουφισμένος που ένα δάνειο ξεπληρώθηκε. Μπορεί επίσης, κάλλιστα, να μην επιστρέψω ποτέ αυτό το δάνειο, και να χάσω ένα μέρος του εαυτού μου, των κανόνων που με ορίζουν, για ένα μισοδιπλωμένο χαρτονόμισμα των πενήντα ευρώ, σε μία δύσκολη στιγμή.

Αυτό που δεν μπορεί να γίνει, όμως, είναι να το αφήσω να ξεχαστεί σαν να μην έγινε τίποτα: Είτε έτσι, είτε αλλιώς, ο Γιάννης άλλαξε λίγο σήμερα.

Έτσι πάει, φιλαράκι.

(Καμιά φορά, όταν με διαβάζετε, σας δίνεται η εντύπωση ότι τα ξέρω όλα. Μεγάλη η ψευδαίσθηση, και θα την ανατρέψω άλλη μία φορά. Και λυπάμαι, που για άλλη μία φορά δεν πάω με το ρεύμα. Μακάρι ίσως να ήταν αλλιώς, αλλά έτσι είμαι, αυτά σκέφτομαι)

Την Τετάρτη το πρωί, μόλις σηκώνομαι, μαθαίνω για την αυτοκτονία ηλικιωμένου στο Σύνταγμα. Μένω αποσβολωμένος. Βλέπω τα ρεπορτάζ, γίνονται κουβέντες για χρέη, για πρόβλημα υγείας, αναρωτιέμαι αν θα δοθεί βαρύτητα, ηλικιωμένος, 77χρονος, βλέπω τον Μπεγλίτη, στην Τσαπανίδου, live, λέω μεγάλο φάουλ ρε, ακόμα δεν ξέρουμε τι έγινε, και γιατί.

Στον δρόμο για την δουλειά, το σκέφτομαι. Αναρωτιέμαι πως είναι να ετοιμάζεσαι το πρωί, να κάνεις τέτοιο πράγμα. Είσαι σίγουρος; το έχεις μετανιώσει; το έχεις ξαναδοκιμάσει και άλλες φορές; είναι βαρύ το πιστόλι στην τσέπη; κρύο; το κουβαλάς στο μετρό; κοιτάς τον κόσμο στα μάτια; δεν τον κοιτάς, μη σε καταλάβουν; βαστούν τα πόδια σου; ξέρεις τι πας να κάνεις; έχεις πρόγραμμα; Έχεις προγραμματίσει τι θα πεις πριν; Όταν βγαίνεις; τους κοιτάς ξέροντας αυτό που δεν ξέρουν; ότι θα δουν έναν φόνο; βιάζεσαι να το κάνεις, για να μην μετανιώσεις;

Ανατριχιάζω. Βιαιο πράγμα. Τον φοβάμαι τον θάνατο, πολύ – και στα παπούτσια του αυτόχειρα είναι βαριά η θέση, το βγάζω από το μυαλό μου.

Παρακολουθώ την κουβέντα από το twitter στο γραφείο. Κάποιοι, τον έχουν ήδη αναγάγει σε ήρωα. Μένοντας σε μία κουβέντα που μετέφερε αυτόπτης μάρτυρας ότι δεν θέλει να αφήσει χρέη, μιλούν για έναν απελπισμένο άνθρωπο, θύμα της κοινωνίας. Ο 77χρονος γίνεται βάρκα, για εκφράσει ο καθένας την οργή του. «Γιατί δεν ζώστηκε με χειροβομβίδες, να μπει στην βουλή». «Έστρεψε το όπλο του σε λάθος κεφάλι».

Μένω σιωπηλός. Δεν ξέρω. Δεν μπορώ να πω.

Γράφω μόνο ένα tweet για το θέμα:

Αυτό.

Λίγη ώρα μετά, διαβάζω το γράμμα που άφησε ο αυτόχειρας. Βρίθει σχολιασμών που δεν με βρίσκουν σύμφωνο – αλλα τους καταλαβαίνω. Βγαίνουν περισσότερα στοιχεία για την αυτοκτονία. Ενας από τους καλύτερους μου φίλος, μου στέλνει ένα μήνυμα:

«ρε φιλε η περιγραφη μοιαζει φοβερα με τον πατερα της!»

Μου κόβονται τα πόδια. Ξέρω την Έμυ χρόνια, αλλά κανέναν άλλο από την οικογένειά της. Μου φαίνεται αδιανόητο. Ρωτάω εναν φίλο που έχει πρόσβαση σε δημοσιογράφο: Το όνομά του αρχίζει από Χριστ; Ναι.

Ταμπλάς.

Επιβεβαιώνεται. Ρωτάω κοινούς γνωστούς. Ναι, αυτός είναι.

Δεν τον ξέρω τον άνθρωπο. Κλαίω όμως για την κόρη του.

Μετα από λίγο, μου έρχεται email από την οικογένειά του, ότι η επιστολή είναι αληθινή, και ένα σκανάρισμά της, γιατί τα μέσα την έχουν πετσοκόψει μόνο σε ότι τους συμφέρει. Επειδή υπάρχουν αρκετοί που αναρωτιούνται, επιβεβαιώνω δικτυακά την επιστολή, χωρίς να αναφέρω την ανάμιξή μου.

Γιατί; Γιατί δεν έχω ακόμα ιδέα.

Όσο ο καιρός περνάει, μαθαίνω περισσότερα για τον Δημήτρη Χριστούλα. Βαθιά πολιτικοποιημένος, αξιοπρεπέστατος σαν άνθρωπος, μόνιμος κάτοικος Συντάγματος όταν οι νέοι θέλησαν να ονειρευτούν.

Σήμερα, στην πολιτική κηδεία του (το πολιτική αντί θρησκευτικής, όχι πολιτική όπως πολιτικοποιημένης) ακούστηκε το ίδιο πράγμα που ακούγεται μέρες τώρα. Συνθήματα, κλάματα, οργή, ελπίδα.

Αλλοπρόσαλλο μέχρι τώρα το κείμενο, ασύνδετο, χωρίς νόημα, το ξέρω. Στα γράφω για να με καταλάβεις. Να δεις πόσο ζαλισμένος είμαι. Αλλά άκου: Ψάχνω, ακόμα, να βρω την θέση μου. Αυτό είναι το θέμα μου. Ένας άνθρωπος αποφασίζει να φωνάξει τα τελευταία του λόγια σε ένα χαρτί. Είναι ένας άνθρωπος που, αν τον γνώριζες, το πιο πιθανό είναι να του έσφιγγες το χέρι, ακόμα και αν διαφωνούσες μαζί του. Είναι ταυτόχρονα ένας άνθρωπος που γράφει για καλάσνικόφ και κρεμασμένους στην τελευταία επίγεια δήλωσή του. Ενας άνθρωπος που σήμερα έμαθα ότι ενέπνευσε πολλούς να είναι τίμιοι και ουσιαστικοί, να αγωνίζονται γι αυτά που πιστεύουν, είναι ταυτόχρονα ένας άνθρωπος που υπογράφει ένα κείμενο με οργή, και απελπισία και κάλεσμα.

Δεν έχω καμία πρόθεση να σου πω τι να σκεφτείς. Καμία. Άκου; Εγώ δεν ξέρω. Ξέρω για μένα: δεν θέλω καλασνικοφ. Δεν θέλω κρεμασμένους. Δεν θέλω αίμα. Αν υπάρχει, προτιμώ να είναι το δικό μου, παρά του απέναντί μου ή του διπλανού μου. Δεν θέλω σκλαβιά, αυτό είναι σίγουρο. Δεν θέλω την βία τους, αυτό είναι δεδομένο. Δεν θέλω υποταγμένους δίπλα μου, αυτό είναι βέβαιο. Αλλα δεν θέλω την ελευθερία μου να την κερδίσω ούτε με κρεμάλες, ούτε με καλάσνικοφ, ούτε με αίμα. Θέλω να την κερδίσω με το δίκιο μου.

(και είμαι σίγουρος, άκου, για ένα πράγμα είμαι σίγουρος, όσο λάθος και να κάνω, δεν κάνω, ότι και οι δικοί του άνθρωποι, αυτοί που τον λατρεύουν, πιστεύουν το ίδιο πράγμα ακριβώς)

Ταυτόχρονα όμως, σέβομαι τον Δημήτρη Χριστούλα. Όχι γιατί έχω προσωπική ανάμιξη, αλλά γιατί δεν μπορώ να κρίνω κανέναν, δεν είμαι ικανός να κρίνω κάποιον που αποφασίζει για τον εαυτό του. Που γράφει για καλάσνικοφ – αλλα δεν χύνει σταγόνα αίμα άλλου, πλην την δική του. Η απόλυτη αυτοθυσία. Η απόλυτη ειρήνη.

Ταυτόχρονα όμως, και ως πιο βαθύ συμπέρασμα απ’ όλα, θλίβομαι για την απόφασή του να τερματίσει την ζωή του. Αν μη για οτιδήποτε άλλο, ίσως για τους πιο εγωιστικούς λόγους που μπορείς να φανταστείς:

Γιατί ήθελα να τον γνωρίσω.

Ζωντανός, ήταν για τους γύρω του πηγή ειρηνικής έμπνευσης. Ήταν ένας άνθρωπος, από ότι ακούω από όσους τον γνωρίσανε, χωρίς ίχνος από το τετριμμένο «ο νεκρός δε δικαίωτε δεδικαίωται», αλλά με αληθινά, πικρά, ειλικρινή δάκρυα ότι έχασαν έναν πολύτιμο φίλο, έναν πολύτιμο πατέρα.

Ως νεκρός μου στερεί την πρόθεσή μου να διαφωνήσω μαζί του. Να του θέσω τις απόψεις μου. Να επιμείνω. Να τσακωθούμε. Να αλλάξουμε τα δίκια μας.

Θα ήταν ένας θαυμάσιος συνομιλητής, όσο ήταν ζωντανός.

Η πρώτη μου θέση, φαίνεται, είναι πιο σωστή απ’ όλες:

(Πείτε ό,τι νομίζετε στα σχόλια, δεν ξέρω αν θα συμμετέχω. Καταλαβαίνετε ελπίζω.)

Πρώτα, ο πρόλογος. Μακρύς, αλλά θα καταλάβεις περισσότερα για το θέμα.

Πριν μερικά χρόνια, εις μνήμη της μητέρας μου που πέθανε από καρκίνο, και των αντιδράσεων στην είδηση του γεγονότος, έγραψα ένα post.

Ο τίτλος του ήταν «Πες το δυνατά ρε, Καρκίνος«.

Δεν ήξερα τι θα ακολουθούσε.

Δεν περίμενα τίποτα, και αυτό που έγινε, ακόμα δεν το έχω συλλάβει.

Τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, ~3.100 σχόλια έχουν μπει, ~187.000 φορές έχει διαβαστεί, και έχει αλλάξει τις ζωές πολλών. Όσων σχολίασαν, όσων συμμετείχαν, όσων παρακολούθησαν, όσων ήξεραν ακόμα και ότι απλώς, είναι εκεί αν το χρειαστούν.

Πρώτα απ’ όλους, φυσικά, την δική μου.

Επέλεξα έναν ρόλο. Αναγκαστικά, αποστασιοποιήθηκα για να είμαι τίμιος και ειλικρινής με όλους. Δεν μπορώ να είμαι δίπλα σ’ αυτούς τους ανθρώπους, δεν ξέρω πως – μπορώ μόνο να τους δώσω χώρο να κάνουν αυτό που μια ζωή προσπαθώ να μοιράσω στους διπλανούς μου:

Να εκφραστούν.

Η μάχη με τον καρκίνο μπορεί να είναι σιωπηλή, μπορεί όμως και να είναι το ακριβώς αντίθετο.

Κάθε σιωπηρή, την σέβομαι. Κάθε φωναχτή, την στηρίζω.

Πάμε και στο θέμα μας.

~

Εκτός από τον χώρο που δίνω εγώ, το διαδίκτυο δίνει απλόχερα και χώρο, και μέσα. Ένας από αυτούς που τον εκμεταλλεύονται στο έπακρο, είναι ο Απόστολος. Τις σκέψεις του διαβάζεις στο blog του και τους ψιθύρους του στο twitter του

Ο Αποστόλης πολεμάει τον καρκίνο.

Δεν τον λέει «εξ-απο-δω» ή «αρρώστια», δεν κλείνει τις σκέψεις του στο κεφάλι του, δεν έχει λιγότερα, ή περισσότερα προβλήματα από έναν διπλανό του καρκινοπαθή. Άλλοτε γονατίζει, άλλοτε σηκώνεται. Δεν χρωστάει να είναι δυνατός για κανέναν περισσότερο από τον εαυτό του. Απέκτησε μία τεράστια παρέα από δικτυακούς φίλους, σε ένα μέσο που ελέγχει ο ίδιος τι θα μπει, σε ποιους θα απαντήσει, ποια προσωπικά στοιχεία θα δώσει, και πότε, αν χρειαστεί, θα σωπάσει. Οι φίλοι του τον ακολουθούν διαβάζοντας τα νέα του, ενημερώνονται, στηρίζουν, στηρίζονται πολλές φορές από τον ίδιο, δεν τον αποφεύγουν, του δείχνουν ότι δεν είναι απόκληρος, δεν τον λυπούνται, τον σέβονται.

Και αυτόν, και την ασθένεια που έχει και αυτός, όπως και χιλιάδες άλλοι συνάνθρωποί μας.

Διαβάζοντας (κυρίως) το twitter του θα διαβάσεις έναν άνθρωπο που επέλεξε με αξιοπρέπεια να τον αντιμετωπίσει σαν αυτό που είναι:

Ο καρκίνος είναι μία αρρώστια. Ούτε μια κατάρα, ούτε μία ποινή, ούτε ένα σημάδι, ούτε μία ντροπή, ούτε ένα βδέλυγμα, ούτε ένα στίγμα.

Ο καρκίνος είναι μία αρρώστια, που πιάνει όλους, εσένα, εμένα, την μητέρα μου, την μητέρα του, τον γείτονα, αυτόν που τρώει junkfood (περισσότερο) αυτόν που τρώει σαλάτες (λιγότερο) αυτόν που καπνίζει (σχεδόν βέβαια) αυτόν που δεν (καμιά φορά).

Με τον Αποστόλη δεν έχω πολλά-πολλά 🙂 Δεν έτυχε, δεν μπόρεσα, δεν μπόρεσε, δεν έκατσε. Τον θεωρώ όμως (με την άδειά του) φίλο, τον έχω συχνά στο μυαλό μου, διαβάζει το βιβλίο μου και χαίρομαι, μας λέει τι έφαγε το μεσημέρι και πεινάω 🙂

~

Ακούστε να δείτε τι προσπαθώ να πω.

Όσοι επιλέξετε να πολεμήσετε τον καρκίνο σιωπηρά, σας καταλαβαίνω απόλυτα. Όσοι επιλέξετε να τον πολεμήσετε νιώθοντας ντροπή, σας καταλαβαίνω απόλυτα (αν και θα προσπαθήσω, όπως μπορώ, να σας δείξω και την άλλη εικόνα). Όσοι επιλέξετε να τον πολεμήσετε μόνο με τους δικούς ανθρώπους, το καταλαβαίνω απόλυτα. Όσοι επιλέξετε να πείτε «γιατί σε μένα» σας καταλαβαίνω απόλυτα.

Ο καθείς δίνει την μάχη του όπως μπορεί, όπως αντέχει.

Δεν έχει καμία σημασία για σας αν είστε ήρωες για μένα, αλλά είστε, όσο πολεμάτε, ακόμα και αν μετά, κουρασμένοι γονατίσετε καμιά φορά, ή απογοητευτείτε. Νομίζετε πως δεν είστε τόσο δυνατοί όσο νομίζουμε, και σφάλλουν όσοι σας θαυμάζουν και περιμένουν να σταθείτε δυνατοί, αλώβητοι νικητές ή ήρωες.

Εγώ όμως σας έχω διαβάσει, κάτι από εσάς, σιωπηρά, σχεδόν όλους. Έχω στεναχωρηθεί όταν στεναχωριέστε, έχω γελάσει όταν γελάτε.

Και, αν με βρει αυτή η αρρώστια, αν ή όταν με συναντήσει, ελπίζω να είμαι αρκετά δυνατός, για να την ζήσω και να την αντιμετωπίσω όπως κάνουν τόσοι από εσάς που συμμετέχετε σ’ αυτό το blog, όπως κάνει και ο Αποστόλης.

Δυνατά, φωναχτά, και τίμια.

Και αυτό είναι το δικό μου ‘ευχαριστώ ρε φίλε’ στον Αποστόλη, και στον κάθε φίλο που με προσκαλεί στην ζωή του, στην μάχη του, όποια και να είναι αυτή.

Γιατί την δύναμη δεν την παίρνεις (απαραιτήτως) από τους μαχητές. Την παίρνεις από αυτούς που σε κάνουν φίλο τους.

*Κείμενο γραμμένο για το διαδικτυακό αφιέρωμα με θέμα «ζωή στη γη» και
έμπνευση τον @moloch82. Ένα μικρό ευχαριστώ στην @findsoph και στην @nefosis για την παρότρυνση.

Ήθελα να κάνω ένα μάζεμα όσων έχουν γίνει τον τελευταίο χρόνο, ως κλείσιμο. Ίσως το κάνω, αλλά τούτο το ποστ το έχω μεγαλύτερη ανάγκη:

Κάτι αλλάζει.

Το ξέρω ότι είναι δύσκολο να το δεις, αλλά κάτι αλλάζει. Αν γίνεται καλύτερο, ή χειρότερο θα το δούμε αργότερα, αν αξίζει ή αν θα χαλάσει θα το δούμε μεθαύριο – αλλά κάτι αλλάζει, και εμένα μου αρκεί αυτή η ελπίδα του.

Γινόμαστε «μαζί».

Να σου πω τι έγινε το 2011; Έγιναν διαδηλώσεις, έγιναν οι φόροι, έγινε το ξύλο, έγινε η αύξηση της τιμής του πετρελαίου, έγινε η μείωση του αφορολόγητου στα 5.000 ευρώ (384 σου θυμίζω, μηνιαίως) έγινε το ρίξιμο των συντάξεων, έγινε το ανέβασμα της ακροδεξιάς σε θέσεις εξουσίας, έγινε η μείωση μισθών, έγινε η υπαγωγή εταιριών στο 99, το κλείσιμο καταστημάτων, επιχειρήσεων, οι απολύσεις, η άκρατη και αδιανόητη φορολογική επίθεση, το απίστευτο ρίξιμο χημικών, ξύλου, συλλήψεων σε κάθε αντίδραση.

Να σου πω τι έγινε για μένα το 2011; Έγινε το Σύνταγμα (σε όλη την Ελλάδα). Έγινε το Debtocracy. Αποφασίστηκε το Catastroika. Έγινε το Unfollow. Έγινε το Tarentola. Έγινε η αντίδραση για την Systemgraph. Έγινε η αντίδραση για τον Μόδεστο. Έγινε το Occuppy Wall Street. Οι atenistas. Η οικονομία αλληλεγγύης σε τόσες πολλές μορφές. Το κοινωνικό ωδείο. Το tutorpool. Το Μπορούμε. Και άλλα. Έγιναν τόσα πολλά. Τόσα υπέροχα πράγματα.

Το Σύνταγμα, το debtocracy, οι atenistas, το Unfollow και τα υπόλοιπα, δεν τα αντιμετωπίζω σαν να πρέπει να συμφωνώ ή πολύ περισσότερο να συμφωνείς εσύ μαζί τους. Είναι εντελώς διαφορετικές ενέργειες μεταξύ τους, που γίνονται από πολλούς, διαφορετικούς ανθρώπους μεταξύ τους, με διαφορετικούς προορισμούς, με διαφορετικές ελπίδες.

Έχουν ένα κοινό μεταξύ τους: Το «μαζί».

Όχι «με κάποιους από εμάς ανώτερους από κάποιους από εσάς»:

Μαζί.

Αυτό αλλάζει.

Φίλε, μαζί.

Αυτό το μαζί μου δίνει όλη την ελπίδα που χρειάζομαι για το 2012. Δεν θα θυμώσω λιγότερο με την αδικία, το υπόσχομαι. Αλλά θα κοιτάξω δίπλα μου, και θα βρω κάποιον μαζί μου. Κάποιον που, μέχρι πέρσι έλεγε «εγώ, και οι άλλοι να πα να γαμηθούνε», σήμερα τον βλέπω μαζί μου.

Μαζί χτίσαμε το Debtocracy. Κάποιοι διαφωνούν: θαυμάσια. Μαζί θα χτίσουν την διαφωνία τους. Μαζί χτίσαμε το Σύνταγμα. Μαζί χτίσαμε το Unfollow. Μαζί φτιάξαμε τα κοινωνικά σχολεία, μαζί φτιάξαμε τα κοινωνικά ωδεία, μαζί φτιάξαμε το Catastroika, μαζί κάναμε τα νοσοκομεία των γιατρών χωρίς σύνορα, μαζί τους atenistas, μαζί το Μπορούμε.

Όχι «μαζί» όπως εγώ και οι άλλοι, αλλά μαζί όπως «Εμείς Που Θέλαμε Να». Οι όποιοι εμείς.

Κάποιοι διαφωνούν; θαυμάσια. Μαζί, και αυτοί, θα χτίσουν την διαφωνία τους.

Αν καταφέρουμε να συνυπάρξουμε – και μέχρι τώρα το καταφέραμε!, παρά τις ελπίδες των καταστροφέων κάθε «μαζί»!, αν μπορέσουμε να ανεχθούμε αυτούς με τους οποίους διαφωνούμε (το debtocracy, τους atenistas, το unfollow, το Σύνταγμα) – όχι, όχι απλώς ανεχθούμε, τους ΒΟΗΘΗΣΟΥΜΕ να επικοινωνήσουν ΕΙΔΙΚΑ αν διαφωνούμε μαζί τους, αν οι χριστιανοί πιάσουμε τα χέρια για να προστατέψουμε τους μουσουλμάνους να προσευχηθούν (δες το site Το Κουτί της Πανδώρας), αν είμαστε μαζί, διαφωνώντας, αλλά όχι ακυρώνοντας, με κάθε ανάγκη του άλλου να εκφράσει αυτό το μαζί, αρκεί να είμαστε όλοι ίσοι, όλοι μαζί, θα έχουμε μία θαυμάσια χρονιά.

Θα έχουμε την επιτυχία όλοι μαζί, αλλιώς, ακόμα και αν αποτύχουμε, θα έχουμε προσπαθήσει όλοι μαζί. Θα έχουμε εκφραστεί όλοι μαζί, θα έχουμε πει δυνατά τι πιστεύουμε, όλοι μαζί. Δεν θα φοβόμαστε, γιατί δεν θα είμαστε μόνοι μας.

Θα είμαστε όλοι μαζί.

Χωρίς αφεντικά, ανώτερους, ισχυρότερους, καλύτερους, σπουδαιότερους, αξιότερους. Αλλά όλοι αφεντικά, όλοι ανώτεροι, όλοι καλύτεροι, όλοι σπουδαίοι, όλοι ικανοί, όλοι ισχυροί, γιατί όλοι μαζί.

Μαζί.

Πιάσε μου το χέρι, αν συμφωνείς, αν πάλι όχι, βρες κάποιον να συμφωνήσεις μαζί του, να δημιουργήσετε κάτι, να φτιάξετε κάτι, να κάνετε μία εταιρία, μία επιχείρηση, μία φιλανθρωπία, ένα μέλλον, μία ιδέα, να βοηθήσετε κάποιον, να γίνετε χρήσιμοι, να φτιάξετε κάτι, μαζί.

Ένα βιβλίο, ένα συσσίτιο, μία πορεία διαμαρτυρίας, ένα περιοδικό, ένα μαγαζί, έναν πολιτικό χώρο, έναν όμιλο, μια δουλειά, μαζί, ίσοι, με εμπιστοσύνη και δύναμη, με ειλικρίνεια και με πάθος γι’ αυτό που πιστεύετε, με βοήθεια προς τα άλλα μαζί, των άλλων, που είναι ίσοι με εσάς και έχουν τα ίδια όνειρα με εσάς, την ίδια ελπίδα με εσάς, την ίδια αξία με εσάς.

Όλοι μαζί.

Θα έχουμε την καλύτερη χρονιά που έχουμε δει εδώ και πολύ καιρό. Το βλέπω να έρχεται, και είμαι πολύ συγκινημένος με κάθε μικρό βήμα που το φέρνει πιο κοντά.

Δεν είναι πια όνειρο. Σιγά σιγά χτίζετεαι, γίνεται πράξη, μας περιβάλλει.

Μαζί φίλε. Μαζί.

Καλή χρονιά.

begging

Σε πλησιάζω. Δεν υπάρχουν υγρά σοκάκια και μαλακίες, αυτά είναι στα έργα, εδώ ο δρόμος είναι φωτεινός, τα πλακάκια καθαρά, κάπου ένα κόκκινο χαλί, κάμερες, μάρμαρο στους τοίχους, ξύλο αληθινό για την καρέκλα σου. Σε ρωτάω: Πόσο πάει; Θέλω να αγοράσω ευημερία. Θέλω να πληρώνω με ευρώ. Μου λες, ο παππούς, της γειτονιάς. Δεν θα του φτάνει η σύνταξη, για το νοίκι. Αν μένει σε δικό του, θα του έρθει με την ΔΕΗ. Θα δώσει άλλο νόημα στην λέξη χαράτσι. Σκοτάδι. Δεν έχει άλλους πόρους, μπορεί να ζει και τα παιδιά του. Δούλευε τόσα χρόνια, και έτσι και αλλιως, δεν μπορεί να αντιδράσει πια. Χρειάζεται τα φάρμακα, πλησιάζει στον θάνατο. Με φοβάται. Θα τον λιώσω. Ντάξει, αλλά θέλω ευρώ. Να είμαι στις αγορές. Πόσο πάει; Για να έχω, πρέπει ο προμηθευτής μου να είναι χαρούμενος, μου λες. Θα σου μεταφέρω τις εντολές του. Εκλογές, όποτε θέλει αυτός. Δημοψηφίσματα, αν θέλει αυτός. Πρωθυπουργούς, όποιος θέλει αυτός. Αντιπολίτευση, όπως και όποιον θέλει αυτός. Δημοσιογράφους, όποιους θέλει αυτός, να λένε ότι θέλει αυτός. Βάζει τα λεφτά, καταλαβαίνεις. Θέλει να αισθάνεται ασφαλής. Πόσο πάει; Να, οι φίλοι σου δεν θα πληρώνονται. Η εταιρία θα κρατά τους μισθούς τους από τον Αύγουστο, για να πληρώσει τους ξένους προμηθευτές της, για να φέρει εμπόρευμα. Δεν παίρνουν πια επιταγές, καταλαβαίνεις. Πόσο πάει; Ξέρεις, θα χρειαστεί να σου βάλω και φασίστες. Στην κυβέρνηση. Κανα-δύο γελοίους, για να γελάμε, και καναδύο σοβαρούς. Θα έχουν υμνήσει ο,τι χειρότερο έχεις σκεφτεί, και εγώ θα τους τιμήσω με τρόπους που δεν φαντάζεσαι. Δεν τους χρειάζομαι, αλλά για αύριο, μου λες. Μη δουν χαρά στα σκέλια τους, καταλαβαίνεις. Πολιτική. Πόσο πάει; Θα νομιμοποιήσω τα λεφτά στο εξωτερικό. Βγήκαν με όποιον τρόπο μπορείς να φανταστείς, δουλεμπόριο με μετανάστες, τράφικινγκ, ναρκωτικά, μίζες, θα μπορούν να αγοράσουν ότι θέλεις εδώ στην Ελλαδα – δεν θα ρωτήσω που τα βρήκαν. Πόσο πάει; Θα σε βρίζουν οι ξένοι. Μάγκα μου, θα σε ξεφτιλίσουν, και εγώ από πάνω θα σου φωνάζω μαζί τα φάγαμε, σκάσε. Και θα σκας.Πόσο πάει; Άκου, θα βάλω τραπεζίτη πρωθυπουργό. Δεν έχεις πρόβλημα, ε; Δεν είναι ανάγκη να τον ψηφίζεις. Φροντίζω εγώ. Είσαι πειραματόζωο. Θέλω να δω πως αντιδράς για να το κάνω και στους γείτονές σου. Πόσο πάει; Δεν θα δεις πολιτικό στην φυλακή. Αμνηστία, γενική. Καταλαβαίνεις, τα μυρίζονται τις έχθρες οι αγορές, αγριεύουν. Πόσο πάει; Θα χρειαστεί να σου πω ότι είμαι ήρωας. Κάνεις θυσίες – αλλά και εγώ θυσιάζω καρέκλες. Μην το ξεχάσεις: ήρωας. Για το καλό της πατρίδας. Πόσο πάει; Θα αλλάξω και τις λέξεις. Θα κλείνουν τα μαγαζιά και γω θα σου λέω ευημερία. Θα σου κατεβάζω την ΔΕΗ και θα το λέω θυσία. Θα γίνω λίγο νονός. Τα ξανάπαμε. Πόσο πάει; Θα σου πω κατάφωρα ψέματα. Όσο πιο στα μούτρα σου μπορώ, και, αμέσως μετά, θα σου ξαναπώ. Το αντέχεις; Πόσο πάει; Θα πληρώσω τα κανάλια – όχι για την σιωπή τους, αλλά για την συνενοχή τους. Οι δημοσιογράφοι θα με υμνούν, εμένα, και τις χειρότερές μου αποφάσεις ως απολύτως αναγκαίες. Θα τους βάλω να σου λένε κάθε μέρα πως θα πεθάνεις, και εσύ, και θα παιδιά, και η γυναίκα σου, εκτός και αν υποταχθείς. Πόσο πάει; Θα σου λέω καθημερινά ότι φταις. Ό,τι και να είσαι, φταις. Θα σου λέω «κάναμε λάθη, και εμείς» αλλά μετά θα λέω στους συμπολίτες σου ότι φταις, μέχρι να σε μισήσουν με όποιον τρόπο μπορούν, και μετά θα σε στρέψω εναντίον τους, γιατί θα σου πω ότι φταίει κάποιος από αυτούς. Πόσο πάει; Αν μου αντιδράσεις, θα σε βαρέσω. Έχεις – δεν έχεις κάνει κάτι θα σε ψεκάσω. Θα προσπαθήσω να σε σκοτώσω. Σοβαρά στο λέω, κοίτα να είσαι σίγουρος. Χρειάζομαι τα ευρώ. Την ασφάλεια. Πόσο πάει; Θα πεινάσει κόσμος. Πόσο πάει; Το πετρέλαιο – Πόσο πάει; Τα νοσοκο – Πόσο πάει; Η παιδει- Πόσο πάει;

Τι πόσο πάει ρε φίλε; Όσα είσαι διατεθειμένος να δώσεις. Τόσα θέλω.

Flickr Photo

Διαβάζω, τις τελευταίες ημέρες μία προσπάθεια να αποκρυπτογραφηθεί η ιστορία της Amy Winehouse, του Ισλανδού δολοφόνου, ακόμα και του μεγέθους της κυπριακής έκρηξης των πυρομαχικών.

Είτε μόνα τους, είτε σε συνδυασμό, τα άρθρα νιώθω πως έχουν, κατά την ταπεινή μου άποψη, μία δυσκολία να εκφραστούν, μία αμηχανία.

Μια αμηχανία ως προς το αποτέλεσμα της ιστορίας που πραγματεύονται.

Παράλογος ο θάνατος μίας 27χρονης, και κατά γενική ομολογία πετυχημένης κοπέλας, παράλογοι οι λόγοι που οδήγησαν σε μία άνευ προηγουμένου μαζική δολοφονία, παράλογες οι απροσεξίες στην διαχείριση πολεμικού υλικού.

Αδύνατη η κατανόησή τους.

Εγώ πάλι, ξαφνιάζομαι με τις αντιδράσεις.

Είναι παράλογος ο θάνατος της Winehouse όταν, μόλις λίγες ημέρες πριν παραπατά μπροστά στο κοινό της γιουγκοσλαβίας; Όταν, από ότι μαθαίνω αργότερα, ο πατέρας της λέει δημόσια ότι όποιος της προσφέρει τσιγάρο, όχι ναρκωτικά, ή ποτό, ακόμα και τσιγάρο, θέλει το κακό της;

Είναι παράλογη η μαζική δολοφονία όταν υπάρχουν άνθρωποι, ανάμεσά μας, που κοστολογούν την ανθρώπινη ζωή του διπλανού μας, λιγότερη από τον σκοπό τους;

Εϊναι παράλογη η κατάληξη της φύλαξης των πυρομαχικών, όταν έγινε με τέτοιον τρόπο, που, ακόμα και στον πιο ανόητο, αφελή άνθρωπο, θα ήταν αντιληπτό ότι μιλάμε για έγκλημα που περιμένει να συμβεί;

Τι μας προκαλεί άραγε αμηχανία; ότι τα πράγματα κατέληξαν έτσι, ή η αδυναμία μας να τα αντιληφθούμε;

~

Δεν βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω, σε καμία περίπτωση. Δεν είμαι πιο έξυπνος από κανέναν από τους υπόλοιπους. Ξαφνιάστηκα απόλυτα από τον θάνατο της Winehouse – παρότι είχα δει, με τα μάτια μου, την θλιβερή σκηνική της παρουσία στην Γιουγκοσλαβία. Ή, αν θέλετε, σε πιο προσωπικό επίπεδο, εντρομος ανακάλυψα τον καρκίνο της μητέρας μου, παρότι την έβλεπα να καπνίζει τόσα χρόνια.

Προφανώς, δεν ήθελα να δω.

Είναι, υποθέτω, μία φυσιολογική δυναμική άρνησης, είτε πρόκειται για έναν ξένο μύθο, είτε για έναν δικό μας άνθρωπο.

Αλλα, όταν βλέπω κάτι, όταν καταφέρνω να αναγνωρίσω το κακό πριν συμβεί, όταν αλλάζω στρατόπεδο, θυμώνω με αυτούς που δεν βλέπουν τι έρχεται.

~

Δείτε αυτές τις φωτό. Σοβαρά, δείτε τις. Δεν βλέπετε τι έρχεται;

Διαβάστε αυτό το κείμενο. Δεν βλέπετε τι έρχεται;

Διαβάστε αυτήν την περιγραφή.

Διαβάστε αυτήν την είδηση.

Δείτε.

Διαβάστε.

Υπάρχουν και άλλα, πολλα.

Είναι δυνατόν να ξαφνιαστούμε αύριο; Μετά από όλη αυτήν την γνώση, όλη αυτήν την προειδοποίηση, είναι δυνατόν;

~

Υ.Γ.: Ξαναδιαβάζοντας τούτο το άρθρο, με καθαρό μυαλό, ως τρίτος, μου δίνω την εντύπωση ότι χρησιμοποιώ τις θλιβερές ιστορίες των τελευταίων ημερών, για να περάσω μία ατζέντα για την οποία φωνάζω πολύ καιρό τώρα.

Μπορεί.

Αν και νιώθω βαθιά μέσα μου πως δεν έχω πρόθεση να καπηλευτώ τόσο πόνο, όσο να αναδείξω την επιλεκτική μας αντίληψη των πραγμάτων, θα δεχθώ αδιαμαρτύρητα αν θέλετε να μου προσάψετε αυτό το αδίκημα. Ούτε «μάντης κακών» με άρωμα «σας το ‘πα εγώ» θέλω να γίνω.

Απλως με πονάνε αυτές οι περιγραφές, με πονάνε αυτές οι ιστορίες, με πονάνε αυτές οι εικόνες.

Ας είναι αυτό το ελαφρυντικό μου λοιπόν: Φοβάμαι. Και σας θέλω δίπλα μου για να φωνάξουμε όλοι, και να φοβάμαι λιγότερο.

ACE Collectible Garbage Truck

Η Ελεάνα είδε τα προσεκτικά διαλεγμένα σκουπίδια της ανακύκλωσης να καταλήγουν στο ίδιο σκουπιδιάρικο που, δευτερόλεπτα πριν, αφομοίωνε τις πάνες και τα τρόφιμα.

Όταν μου το περιέγραφε, είχε ένα σταμάτημα το βλέμμα της.

Μία απογοήτευση.

Μία ώρα πριν, (μια ώρα πριν ρε φίλε!), ο υπολογιστής μου δεχόταν καταιγισμό από φωνές, κραυγές και κατάρες, καθώς αναμετέδιδε, για άλλη μία φορά, στιγμές της Κερατέας.

Εκεί, που ένα κράτος, πασχίζει να χτίσει μία μονάδα διάθεσης σκουπιδιών. Κόντρα σε στην αρχή ήρεμους, ύστερα εξαγριωμένους πολίτες, με όπλο ασπίδες, κράνη εξαρτήσεις, αφθονία χημικών που, καθώς καταγγέλλεται μπορεί να είναι υπεύθυνα για τον θάνατο ενός αγέννητου παιδιού, πολλούς, πολλούς τραυματισμούς ρε φίλε, σωματικούς και ψυχολογικούς.

Κόντρα σε ένα χωριό, που δεν τους εμπιστεύεται – ούτε-ένα-λεπτό.

Και εκεί, που κόβουν χρήματα από την σύνταξη, (κόβουν χρήματα από την σύνταξη ρε φίλε!), για να πληρώσουν ευρωπαϊκά πρόστιμα για τις παράνομες χωματερές. Σκέψου το: θέλω να πω, αν μπορείς, σκέψου το.

Δεν μπορώ να φανταστώ πόσο πιο χαμηλά θα πέσουμε. Πόσο πιο ανήκουστο είναι να μαζέψει κανείς αποτυχημένες ανακυκλώσεις, νεκρά αγέννητα παιδιά από χημικούς πολέμους, κομμένες συντάξεις και ταυτόχρονα πληρωμές προστίμων για ανυπολόγιστη ζημιά στο περιβάλλον, σε μία πρόταση, σε μία ημέρα, σε μία σκέψη – και να μην ακουστεί τρομερά παράλογο. Τρομερά αποτυχημένο, τρομερά λίγο.

Τρομερά απογοητευτικό.

Ξέρεις, η απογοήτευση αυτή, είναι βαθιά. Όχι για τα σκουπίδια, ή για το χαμένο χρόνο διαλογής, να μπει το πλαστικό ή το μεταλλικό εδώ, το άλλο εκεί, να μην κλείσει η σακούλα, να μην χαθεί το χρήσιμο. Θέλω να πω, ούτε εύκολα τα έκανε αυτά η Ελεάνα, ούτε άκοπα – τα έκανε με όραμα.

Με κοίταξε όμως ρε φίλε η Ελεάνα με απογοήτευση. «Γιατί να παιδεύομαι;» Αυτό μου είπε.

Γιατί να παιδεύεται;

Η προσπάθειά της, η όποια, η μικρή ή η μεγάλη, θα περισυλλέγει με το ίδιο σκουπιδιάρικο που θα μαζέψει του τύπου που δεν έκανε καμία προσπάθεια. Που δεν ανακύκλωσε τίποτα, που δεν νοιάστηκε καθόλου, που τα έγραψε όλα στα αρχίδια του. Το κράτος θα τους αντιμετωπίσει το ίδιο, αδιάφορα, μάζεψέ τα ρε Γιώργο να φύγουμε. Και αυτό, στο λέω ρε μάγκα και στεναχωριέμαι στ’ αλήθεια, με πληγώνει βαθύτερα από το κάθε τι:

Αυτοί που ονειρεύονται να μην έχουν να ελπίζουν σε τίποτα.

Και αν ελπίσουν, για μία στιγμή, πως θα γίνουν πολιτισμένοι, πως θα βρουν -όχι βοήθεια, καθήκον, υπευθυνότητα, μία ροή, κάτι διαφορετικό, θα περάσει ο σκουπιδιάρης και θα τους αφήσει άφωνους.

Θα τους πάρω τηλέφωνο εκεί στον δήμο, να τους μαλώσω, και θα γελάσουν αμέσως μόλις κλείσουν το τηλέφωνο. Ρε τον μαλάκα θα πούνε, και θα ξεχάσουν σε τρία λεπτά το θέμα. Ή, θα μαλώσουν τον Γιώργο, που θα πει ρε τον μαλάκα, και τι τον νοιάζει, και θα βρίζει αποφεύγοντας τον μπλε κάδο – ή αδειάζοντας τον από εκδίκηση, πάρτα ρε μαλάκα.

Θα τους μαλώσω, πες. Και πες θα αλλάξουν. Πες. Αλλά αυτό το βλέμμα, αυτήν την αμφιβολία στα μάτια της Ελεάνας, τίποτα δεν θα την σβήσει.

Μαλακισμένο πράγμα η εμπιστοσύνη, άμα χαλάσει, δύσκολα κολλάει.

Χίλιοι άνθρωποι μου λένε «Τι ασχολείσαι; Τι νομίζεις πως θα αλλάξει;»

Κάθε τρεις και λίγο, αφήνω ένα σχόλιο στο twitter, με τρόπο τέτοιο για να τον διαβάσει ο Υπουργός, ο Παπουτσής. Το μήνυμα λέει «και τελικά δεν μας είπατε, τι λέει η έρευνα, φταίνε τα χημικά των ΜΑΤ για την αποβολή της εγκύου στην Κερατέα;»

Χίλιοι άνθρωποι μου λένε «Τι ασχολείσαι; Τι νομίζεις πως θα αλλάξει;»

Και με ένα πέρασμα του σκουπιδιάρικου, κερδίζουν.

Και γινόμαστε πιο βρώμικοι, και πιο στα αρχίδια μας, και πιο λυσσαλέοι, μίζεροι και κακόμοιροι, και χαζεύουμε στις οθόνες μας κοίτα ρε μαλάκα τι γίνεται στην Κερατέα, μπαμ! μπουμ! πω πω, γαμάτη αυτή η μολότοφ, ξυστά πέρασε, τον μαλάκα τον μπάτσο – και πετάμε το κουτάκι στα ίδια σκουπίδια που θα σκοτώσουν, αύριο, έναν εξαγριωμένο πολίτη, έναν ΜΑΤατζή, ένα αγέννητο μωρό ή μία ελπίδα.

Και αν πάει κάποιος να εξεγερθεί; να αλλάξει κάτι;

Θα περάσει το σκουπιδιάρικο και θα πετάξει τα σκουπίδια στον ίδιο κάδο πολτοποίησης. Δεν μπορείς να αλλάξεις τίποτα μαλάκα μου. Θα στο κάνουμε πάντα πιο δύσκολο.

Θες κατακλείδα, ε; Να κλείσω με κάτι. Να ξέρεις αν είναι να ελπίζεις, γιατί θα σου πω όχι – θα συνεχίσουμε γιατί αξίζει, ή θα σου πω γάμησέ τα ρε φίλε, και θα μαυρίσει η ψυχή σου.

Να χα ένα καλό κλείσιμο ρε μπαγάσα, μπέσα σου λέω, θα στο έδινα.