Υποκριτές.
«Τους έβαλε ο Σύριζα να κοιμούνται στο κρύο για να κερδίσουν μερικές ψήφους». Και; Τους σώσαμε; Ζήτησαν να φύγουν από την Ελλάδα – τους ακούσαμε; Ζήτησαν να δοκιμάσουν την τύχη τους αλλού – τους το επιτρέψαμε; «Δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο». Το διεκδικήσαμε μαζί τους; Οι μισοί από σας βρε υποκριτές, λέτε «δεν χωράμε άλλους ξένους» – και όταν θέλουν να φύγουν και να πάνε αλλού, παίρνετε το μέρος της Ευρώπης, και της υπάρχουσας νομοθεσίας της για να τους κρατήσουμε εδώ; Και μετά; Δεν θα πείτε, βρε παλιοϋποκριτές, δέκα λεπτά μετά, δεν θα πείτε «σίγα μην τους ταΐζουμε κιόλας»; Τι θέλατε; τι θέλατε από αυτούς τους ανθρώπους; Που θέλετε να τους στείλετε – γιατί θέλετε να τους κάνετε κακό; Μόνο κακό; Ακόμα και όταν δεν εξαρτάται από εμάς η τύχη τους να τους πατήσουμε; Θέλουν να φύγουν και τους κρατάμε με το ζόρι εδώ; Να κάνουν ΤΙ εδώ; Να δουλέψουν; Να επιβιώσουν; Τι να κάνουν, τι διεκδικήσαμε για την ζωή τους;
Υποκριτές.
Σας ένοιαξε μόνο η απειθαρχία. Μόνο αυτό. ΜΟΝΟ ΑΥΤΟ. Η απειθαρχία κάποιων που είπαν «πιστεύουμε ότι έχουμε δίκιο, και θέλουμε να το διεκδικήσουμε». Ούτε σας έκλεψαν, ούτε σας σκότωσαν, ούτε καν ασχολήθηκαν μαζί σας. Και ας μην ταίριαξαν στο «τρομοκράτες, ληστές, δολοφόνοι» – ταίριαξαν στα «βρώμικα κουρέλια που θέλουν καθάρισμα με την μάνικα». «Δεν μας ενδιαφέρει η Ελλάδα», είπαν, «θέλουμε να ζήσουμε ΑΛΛΟΥ». Όχι. Εδώ. Με το στανιό. Γιατί απειθάρχησαν, γιατί κέρδισαν την συμπόνια και την φιλία κάποιων, γιατί ήταν αξιοπρεπείς ακόμα και όταν ανόητοι παρεισέφρησαν στις κουβέρτες τους.
Υποκριτές.
Τάχα μου νοιαστήκατε αν μικρά παιδιά κρυώνανε το βράδυ. Και τους χαρίσατε, απλόχερα, αδιάφορα, ένα αβέβαιο μέλλον, σε μία αβέβαιη χώρα, φιμωμένα, με ΜΑΤ στις τρεις το πρωί Κυριακή βράδυ, με μπουνιές και κλωτσιές, να αποχωρίζονται βιαίως τα λιγοστά υπάρχοντά τους, λεφτά, διαβατήρια, οικογενειακές φωτογραφίες – που πετάχθηκαν σαν σκουπίδια.
Και κάθε ένας που είπε έστω και μία κουβέντα συμπαράστασης, όχι να έδωσε μία κουβέρτα, ένα γάλα, μία κουβέντα μόνο, έγινε το κομματικό στέλεχος που εκμεταλλεύτηκε αυτές τις αθώες ψυχές. Εμείς οι κακοί, εσείς οι καλοί. Όσοι είπαν «να τους ακούσουμε» με την παρανομία, όσοι είπαν «δεν γίνεται, δεν θα έχουν ποτέ, ποτέ, ΠΟΤΕ καλύτερο μέλλον», με την νομιμότητα.
Υποκρισία, πήχτρα στην υποκρισία. Για να δούμε, θα κρυφτεί πίσω από τα φωτάκια του δέντρου της καθαρής πλατείας;
…τρία, δύο, ένα – καλή χρονιά.
Δεν κάνουμε με τον ίδιο τρόπο την ευχή, δήμαρχε.
Μία παρατήρηση: η ευρωπαϊκή οδηγία 2001/55/ΕΚ προβλέπει ρητώς ότι σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων σε ευρωπαϊκό κράτος, αυτό υποχρεούται, μεταξύ πολλών άλλων, να προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να επανενωθούν οι εκτοπισθέντες με τους στενούς συγγενείς τους που διαμένουν σε άλλο ευρωπαϊκό κράτος (άρθρο 15). Η οδηγία αυτή ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το π.δ. 80/2006, που περιέχει πανομοιότυπη ρύθμιση στο άρθρο 15.
Τι έλεγαν τόσο καιρό υπουργοί, βουλευτές και (κυρίως αυτοί) στελέχη των αρμόδιων αρχών; Ότι δεν υπάρχει το νομικό πλαίσιο για την ικανοποίηση του σχετικού αιτήματος των προσφύγων. Και ότι δεν είναι επομένως δυνατόν να συνεχίσουν οι πρόσφυγες το ταξίδι τους στην Ευρώπη. Είτε, λοιπόν, δεν γνωρίζουν τι ισχύει είτε ψεύδονται. Και έτσι φτάσαμε στο σημείο να ζητάει την εφαρμογή του νόμου, απευθείας από τις ευρωπαϊκές αρχές, μία βουλεύτρια της αντιπολίτευσης. Ντροπή!