Πήγαν όλα άνω κάτω τούτες τις μέρες, καθώς η Παπαχρήστου, διάσημη για την αποβολή της από την ΔΟΕ για το περίφημο tweet με τα κουνούπια και τους αφρικανούς, κέρδισε ένα χρυσό στο τριπλούν του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος αγώνων στίβου του Βερολίνου.
Και, εντελώς φυσικά, όλα ανακατεύτηκαν με την υπέροχη ζαλάδα που ήταν ευνόητο ότι θα επακολουθούσε:
Ο κόσμος που δεν γουστάρει τους Χίτες δεν γούσταρε καθόλου την επιτυχία της, ο κόσμος που έτσι και αλλιώς νιώθε την ανάγκη να πανηγυρίζει τις εθνικές επιτυχίες (ακόμα και αν είναι από τον Καχιασβίλι ή τον Δήμα) είτε μπλόκαρε με την όλη φάση, είτε πανηγύρισε, κάποιοι πανηγύρισαν επειδή ακριβώς έχει εκφράσει ένα ακροδεξιό προφίλ, ο Τσίπρας ως πρωθυπουργός συνεχάρη (και μάλιστα «θερμά») μαζί με τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς την κάτοχο του χρυσού, του τα χωσαν γιατί δεν έπρεπε να δώσει συγχαρητήρια στην χρυσαυγίτισσα, μύλος.
Μύλος.
Να χαρείς επειδή το πήρε ελληνίδα; Να μην χαρείς επειδή το πήρε χρυσαυγίτισσα; Να χαρείς και ας είναι χρυσαυγίτισσα; Να μην το προσμετρήσεις; Τι είναι το πιο σημαντικό απ’ όλα;
~
Όλο αυτό, κατά το ταπεινό μου το μυαλό, που μπορεί κάλλιστα να κάνει και λάθος και στο λέω εξ αρχής για να μην παρεξηγηθούμε, νομίζω ότι έχει να κάνει με μία βασική παραδοχή.
Άκου πως το βλέπω.
Ο φασισμός, ο ναζισμός, ο ρατσισμός – όλα αυτά σε γενικές γραμμές έχουν να κάνουν με το τι θέση νιώθει ότι έχει ο καθένας απέναντι στον διπλανό του. Είναι μία προσπάθεια να σταθεί σε μία κοινωνία – μπορεί να το κάνει αποδεχόμενος τις διαφορές των διπλανών του (άλλο φύλο, άλλη θρησκεία, άλλο χρώμα, άλλη πατρίδα) και ορίζοντας μία ατομική ευθύνη για τις πράξεις του καθενός – ή θεωρώντας ότι οι απολύτως βέβαιες διαφορές αυτές ανάμεσα στους ανθρώπους ορίζουν και την συμπεριφορά ή/και την θέση τους (και συνήθως αυτό του δίνει δικαίωμα δια της βίας να «αμυνθεί» έναντι αυτών).
Τι προσπαθώ να πω μ’ αυτό; Ότι αυτή η συμπεριφορά δεν σε κάνει λιγότερο ικανό.
Μπορεί να τρέξεις περισσότερο από τους άλλους, ή να ζωγραφίσεις υπέροχα, ή να έχεις την πιο γλυκιά φωνή που βγήκε από ανθρώπου λαρύγγι, ή να γίνεις ο νέος Στήβεν Χώκινγκ – και πάλι να είσαι ρατσιστής.
Είναι (σε μένα, και ξαναλέω, μπορεί να κάνω λάθος, δεν ξέρω) απολύτως σαφές ότι ένας άνθρωπος μπορεί να πετύχει στην ζωή του, μπορεί (κρατήσου) να κάνει την διαφορά και στις δικές μας τις ζωές με τις επιτυχίες του, ακόμα και αν έχει στην καρδιά του το μίσος ή φόβο για τον συνάνθρωπό του.
Αν είναι όντως έτσι – τι κάνουμε απέναντι σ’ αυτό; Ως κοινωνία λέω, όχι ο καθένας ατομικά. Ο καθένας, μπορεί να σιχαθεί ο,τι αφορά τον Σφακιανάκη πχ για τις ιδέες του, ή να ακούσει τα τραγούδια του προσπαθώντας να ξεχάσει ποιος είναι και τι λέει, ή να λατρέψει τον ίδιο και την μουσική του ακριβώς γι’ αυτά που λέει – δεν μιλάω γι’ αυτό:
Ο καθένας έχει κριτήριο, αλλά συνολικά, ως κοινωνία, τι κάνουμε;
Γιατί αν μπούμε σ’ αυτό το τριπάκι, πρέπει να αποφασίσουμε αν η κοσμοθεωρία του είναι μέρος της επιτυχίας του. Αν η ταχύτητά του, ή η μουσική του ικανότητα, ή οι καλλιτεχνικές του ανησυχίες, ή το λαμπρό μαθηματικό του μυαλό, συνδέονται με την (προσωπικά, θεωρώ σιχαμένη, αλλά για την κουβέντα ας το δούμε αποστασιοποιημένα για να συνεννοηθούμε) θέση του για τον συνάνθρωπό του.
Αν πούμε πως ναι, θεωρώ πως αν ως κοινωνία όντως εξοβελίζουμε αυτές τις θέσεις, θα πρέπει να ξεχωρίσουμε την ήρα από το στάρι: πρώτα να βλέπουμε τις πεποιθήσεις κάποιου, και μετά θα δούμε την όποια επιτυχία του. Αν πούμε πως όχι, τότε θα δούμε και θα κρίνουμε την επιτυχία, και μετά θα κάνουμε το ίδιο (ξαναλέω, ως κοινωνία) στις θέσεις του.
Δεν έχω προφανή απάντηση. Προσωπικά, τείνω στο δεύτερο, καθώς σε ατομικό επίπεδο προσπαθώ να κρίνω τους ανθρώπους με βάση τις πράξεις τους, ήτοι άλλο το μετάλλιο, άλλο οι απόψεις.
Θα μου φαινόταν πολύ δύσκολο, και άδικο ίσως, να πρέπει να κάνω στον καθένα μία αποκρυπτογράφιση των θέσεών του πριν τον συγχαρώ για ένα μετάλλιο. Και καλά, στο μετάλλιο ή στην Παπαχρήστου τα πράγματα είναι εύκολα: αν όμως βρει ένας δηλωμένος ρατσιστής ένα αποτελεσματικό, σωτήριο φάρμακο για τον καρκίνο, θα αρνηθώ να το διανείμω στους ασθενείς μου επειδή ο εμπνευστής του είναι ρατσιστής;
Απο την άλλη, τον άνθρωπο που χειροκροτεί τα ματωμένα χέρια ενός Μιχαλολιάκου ή ενός Κασιδιάρη, ή του στρατού του, ή ανεβάζει πιστόλια με το Μολών Λαβέ – να τον χειροκροτάω κι εγώ (ως κοινωνία) για την επιτυχία του; Γίνεται; Δύσκολο.
~
Αν έχει νόημα να καταλήξουμε κάπου, ας σκεφτούμε αυτό: ο ρατσισμός βρίσκεται σε άνθιση. Χώρες ολόκληρες αφήνονται στα χέρια μισαλλόδοξων, οι άνθρωποι κάνουν όλο και πιο εύκολα δεκτό να μισεί ο καθένας τον διαφορετικό διπλανό τους, η θέση αυτή γίνεται όλο και περισσότερο mainstream και αποδεκτή.
Είναι θεωρώ μοιραίο πως ανάμεσά τους θα βρεθούν και άνθρωποι που έχουμε συνηθίσει ως κοινωνία να προβάλλουμε. Όχι μόνο αθλητές, που εκεί η όποια αντίδραση είναι εύκολη, αλλά και σε άλλους τομείς, ασφαλώς πιο ευαίσθητους.
Αν ως κοινωνία δεν παλέψουμε απέναντι στην βάση του προβλήματος, την μισαλλοδοξία, τότε όσο ασχολούμαστε με τους εκφραστές του, θα μας δίνεται πάντα ένα πεδίο να χάσουμε: Στους «Μωλόν λαβαί αίληνες» όπως αρεσκόμαστε να τους τοποθετούμε εμείς οι απέναντι – θα βρίσκεται πάντα κάποιος φίλα προσκείμενος στο ναζιστικό ιδεώδες καθηγητής πανεπιστημίου να μας χαλάσει το αφήγημα.
Ήτοι, και αυτό μοιάζει το πιο δύσκολο απ’ όλα: Η κοινωνία μας δεν έχει πάρει ακόμα σαφή, ξεκάθαρη θέση στον σεβασμό του διαφορετικού – και του συνάνθρωπού μας εν γένει, ούτε καν στα απλά, πολλώ δε μάλλον στα πολύπλοκα: Ακόμα κερδίζουμε από οικονομικούς σκλάβους σε φτωχές χώρες, ακόμα συναναστρεφόμαστε με απολυταρχικά καθεστώτα που μας δίνουν απλόχερα το πετρέλαιό τους, ακόμα ικανοποιούνται θεοκρατικές αντιλήψεις για το σώμα της γυναίκας ή τους ομοφυλόφιλους με σκοπό την αποδοχή των ψήφων των συντηρητικότερων στρωμάτων.
(Προσωπικά, δεν θεωρώ ότι πρέπει να περιμένουν τα ανθρώπινα δικαιώματα «να γίνει ο καιρός κατάλληλος» – αλλά αυτή είναι η δική μου γνώμη, αυτήν την βαρύτητα δώστε της)
Το σίγουρο είναι ότι, για τον ένα ή τον άλλον λόγο, όσο δεν ξεκαθαρίζουμε οι ίδιοι, ως κοινωνία, τι είναι σημαντικό, πάντα κάποιος θα φέρνει ένα ναζί μετάλλιο αριστείας και θα μας βραχυκυκλώνει.
Εδώ είναι όλο το ζουμί και το εντόπισες πολύ καλά, Αρκούδε:
«Η κοινωνία μας δεν έχει πάρει ακόμα σαφή, ξεκάθαρη θέση στον σεβασμό του διαφορετικού – και του συνάνθρωπού μας εν γένει, ούτε καν στα απλά»