Δεν σας χρωστάμε καμία συγγνώμη ρε. Δεν σας χρωστάμε καμία συγγνώμη που οργιζόμαστε, όταν δεκαεξάχρονα παιδιά πέφτουν από τις σφαίρες των αρματωμένων αστυνομικών, όταν φοιτητές δέχονται απευθείας βολές στο πρόσωπο εκτοξευτήρων δακρυγόνων, που μας κόβεται η ανάσα όταν ξυλοκοπούν και πνίγουν μετανάστες στα σύνορα, δεν σας χρωστάμε καμία συγγνώμη όταν γινόμαστε έξαλλοι που δέκα αστυνομικοί χτυπάνε έναν πεσμένο διαδηλωτή ή έναν πεσμένο Ζάκ, που πονάμε κι εμείς με τις κραυγές στην Νέα Σμύρνη, που θα παγώσουμε με την μαχαιριά στον Φύσσα, που αρρωστήσαμε με τα θύματα των προβεβλημένων και απείραχτων βιαστών, δεν σας χρωστάμε καμία συγγνώμη που θα πανηγυρίσουμε την φυλάκιση των ναζί, δεν σας χρωστάμε καμία συγγνώμη ρε καθάρματα που θα χρεώσουμε στα ΜΑΤ τον θάνατο του Βασίλη Μάγγου έναν μήνα μετά τον ξυλοδαρμό του, καμία συγγνώμη που θα θυμώσουμε για τις εξοστρακισμένες σφαίρες στον Γρηγορόπουλο, δεν σας χρωστάμε ρε καμία συγγνώμη που θα τρομάξουμε με τον ακατάσχετο ρυθμό των πυροβολισμών στο ήδη νεκρό κορμί του άοπλου Νίκου Σαμπάνη.
Καμία συγγνώμη δεν σας χρωστάμε. Δεν σας ακούμε άλλο. Δεν σας ακούμε άλλο ρε. Δεν υπάρχετε πια.
Πείτε τους όπως θέλετε, πείτε τους χασικλίδες, πείτε τους κλέφτες, πείτε τους γύφτους, πείτε τους πρεζόνια, πείτε τους παραβατικούς, λαθραίους, πούστηδες, πουτάνες, πάκηδες, βρωμιάρηδες, μούλους, πείτε τους όπως θέλετε ρε, πείτε τους όπως θέλετε ρε, βρίστε τους ρε, ρε, δεν σας ακούμε άλλο ρε, πείτε ο,τι θέλετε, ξεράστε τις πιο χολερές σας σκέψεις, τα παιδιά είναι εκεί, νεκρά, δεν μπορούν να μιλήσουν, μέσα στο αίμα τους, με την κοπέλα τους δίπλα, με τον φίλο τους δίπλα, δεν μπορούν να μιλήσουν, πείτε ο,τι θέλετε, πείτε τα σε μας, πείτε τα στην μάνα του Φύσσα και στον πατέρα του Μάγγου, την οικογένεια του Σαμπάνη και του Φραγκούλη, καρφώστε τους την καρδιά, πείτε ο,τι θέλετε ρε καθάρματα, ό,τι θέλετε.
Πείτε ο,τι θέλετε για εμάς, πείτε ότι τα παίρνουμε, ότι τους εκμεταλλευόμαστε, ότι είμαστε άπλυτοι, πείτε το αριστεροί σαν προσβολή και το αναρχικοί σαν βρισιά, πείτε το σύντροφοι και το αλληλέγγυοι σαν επάγγελμα, πείτε ο,τι θέλετε και για εμάς, εδώ είμαστε, εδώ θα είμαστε – δεν θα σας ακούμε άλλο ρε, δεν σας ακούμε άλλο, δεν υπάρχετε πια.
Κρυφτείτε πίσω από ψέματα, από δικαιολογίες, κρυφτείτε πίσω από πουλημένες ηθικές και χυδαίες σκέψεις, κρυφτείτε πίσω από κοινωνικούς αυτοματισμούς και βαθιές, άδικες προκαταλείψεις, κρυφτείτε πίσω από παράνομους νόμους και γελοίες μόνιμα αθωωτικές ΕΔΕ, κρυφτείτε πίσω από ψεύτες δημοσιογράφους και σιχαμένους ακροδεξιούς σχολιαστές – και κρύψτε πίσω σας με την σειρά σας τους άτολμους δικαστές, τους δειλούς κι αμίλητους συνάδελφούς τους αστυνομικούς, τους ξεφτιλισμένους καιροσκόπους ακροδεξιούς πολιτικούς και βρίστε, ξεράστε και χύστε με την επιτυχία της απευθείας βολής του ένστολου εκφραστή σας.
Εμείς θα είμαστε εδώ, και δεν σας δεν σας χρωστάμε καμία συγγνώμη.
Καμία συγγνώμη που είμαστε δίπλα τους, και αφού κρυώσει το κορμί τους. Καμία συγγνώμη για το δάκρυ μας, καμία συγγνώμη για την οργή μας, καμία συγγνώμη επειδή μας θυμώνει το άδικο, καμία συγγνώμη που πιστεύουμε ότι κάθε ζωή μετράει, ότι κι η πιο ακριβή, κι η πιο φθηνή αξίζουν το ίδιο, ότι όλες οι ψυχές αξίζουν δικαιοσύνη.
Καμία συγγνώμη που λέμε το σύστημά τους σάπιο, την καλαισθησία τους υποκριτική, την δικαιοσύνη τους ψεύτικη.
Όλοι μαζί, κι εσείς κι εμείς – εμείς όσοι μιλήσαμε λιγότερο από όσο πρέπει, όσοι δεν κατεβήκαμε στον δρόμο να απαιτήσουμε δικαιοσύνη, όσοι δεν ουρλιάξαμε για δικαιοσύνη, όσοι κάναμε τα στραβά μάτια στους υπαλλήλους μας, όσοι δεν είχαμε αρκετή καρδιά για να δακρύσουμε, όσοι τρομάξαμε για τα ΜΑΤ τα χημικά και τις συλλήψεις, όσοι δεν είχαμε αρκετή ψυχή για να βουρκώσουμε, εμείς χρωστάμε μία συγγνώμη, σ’ αυτούς, στις μανάδες τους που θα τα ξαναδούν κρύα, στους φίλους τους που θα τους στοιχειώνει μία τρομακτική τρύπα στο σώμα του αδελφού τους, στις κοπέλες τους που δεν θα ξέρουν πως να ξανααγαπήσουν πια, στα παιδιά τους που δεν θα πουν μπαμπά ξανά.
Σε ποιον, σε σας; Σε σας συγγνώμη; Χρωστάμε σε εσάς συγγνώμη; Επειδή κοιτάξαμε τον νεκρό; Με το ζόρι να κοιτάμε εσάς, και να μην κοιτάμε το παιδί;
Ρε πάτε καλά; Ρε πάτε καλά ρε;
Δεν σας χρωστάμε καμία συγγνώμη ρε. Καμία συγγνώμη. Δε υπάρχετε πια. Δεν θα ασχοληθούμε άλλο μαζί σας. Σας παραμερίζουμε, δεν θα ασχοληθούμε μαζί σας πια. Αρκετά μας απασχολήσατε, αρκετά μας ξεγελάσετε να θυμώσουμε με σας, με τα αρρωστημένα πιόνια μουρλαμένων στρατηγών – δεν σας ακούμε πια, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΤΕ ΠΙΑ, ΡΕ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΤΕ ΠΙΑ!
Δεν είσαστε παρά μόνο ένας βήχας, όταν εμείς κραυγάζουμε ένα σύνθημα, μόνο μία λέξη από τα πέρατα της ψυχής μας:
Δοικεοσήνι ρε. Μόνο μία λέξη. Δηκαιωσίνυ για όλους ρε καθάρματα.
Με συγκινήσατε.