Θα πιάσω άλλο ένα θέμα για το οποίο δεν ξέρω πολλά, δεν είμαι ειδικός, οπότε θα τα πω όπως τα σκέφτομαι.
Ένας τρομοκράτης-δολοφόνος, καταδικάζεται για τις πράξεις του, και φυλακίζεται.
Δεν ξέρω αν είναι αρκετό για όλους αυτό – για κάποιους, όπως πχ τις οικογένειες των δολοφονηθέντων, δεν είναι. Δεν λέω ότι θα έπρεπε να είναι, καν. Όμως είναι-δεν είναι αρκετό, ο δολοφόνος τρομοκράτης φυλακίζεται, για όσο διάστημα και με όποιους τρόπους ορίζει ο νόμος.
Ο τρομοκράτης δολοφόνος, ζητά άδειες – και, τελικά, με τα πολλά τις παίρνει – όπως παίρνουν όλοι οι κρατούμενοι που δικαιούνται. Πέντε ή έξι νομίζω από αυτές, μέχρι που του διακόπτεται το δικαίωμα, χωρίς ο ίδιος να έχει δώσει κάποια αφορμή γι’ αυτό, ή να έχει παραβεί κάποιον από τους όρους.
Στην συνέχεια, βγαίνει ένας νόμος για τους φυλακισμένους που πιάνει ειδικά τον δολοφόνο τρομοκράτη, το δικαίωμα να εκτίσει την ποινή του στις αγροτικές φυλακές, όπου ήταν κρατούμενος τα τελευταία 2 χρόνια, και όριζε ότι έπρεπε να επιστρέψει στο αρχικό σωφρονιστικό κατάστημα του Κορυδαλλού. Ακόμα και αυτός ο νόμος όμως καταστρατηγείται, και ο φυλακισμένος δολοφόνος τρομοκράτης μεταφέρεται στις φυλακές Δομοκού, μακρυά από την οικογένειά του, και παραμένει έγκλειστος εκεί.
Ο δολοφόνος τρομοκράτης διαμαρτύρεται – όχι μόνο γιατί ο αρχικός νόμος ήταν φωτογραφικός, αλλά δεν τηρείται ούτε αυτός, ως κρατούμενος έχει απομακρυνθεί από την οικογένειά του, και τελείται μία παρανομία εις βάρος του.
Ο δολοφόνος τρομοκράτης, ως αντίδραση ξεκινά απεργία πείνας.
Ήδη, τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, ο δολοφόνος τρομοκράτης έχει υποστεί σοβαρές βλάβες στην υγεία του, και κινδυνεύει αν όχι να πεθάνει, οι βλάβες αυτές να είναι μόνιμες.
Ως εδώ νομίζω ότι τα γράφω σωστά ως περιγραφή του προβλήματος – αλλά αν κάτι δεν έχω καταλάβει σωστά, με διορθώνετε, μπορεί να έχω λάθος.
Πάμε τώρα και στις σκέψεις μου.
~
Είναι τρομερά δύσκολο να αντιπαραθέσεις μία γνώμη όταν απέναντί σου έχεις κάποιον που θέλει να θέσει το ερώτημα διαφορετικά από ότι πρέπει να απαντηθεί αρχικά.
Μιλάμε για έναν κρατούμενο, ή μιλάμε για τον Δημήτρη Κουφοντίνα;
Είμαι αναγκασμένος να μην γράψω το όνομά του στην έναρξη των σκέψεών μου, προσπαθώντας -μάταια- να μη χρειαστεί να απαντήσω στο «Προστατεύεις και υπερασπίζεσαι τον Κουφοντίνα;». Αφαιρώ το προσωπικό στοιχείο, τον άνθρωπο που τα βιώνει όλα αυτά, αυτολογοκρινόμενος για να μην συναντήσω αντιδράσεις, μόνο και μόνο για να συμφωνήσουμε όλο -δεξιοί, αριστεροί, κεντρώοι, αναρχικοί- σε μία σταθερά, ότι όλα όσα περιγράφω συμβαίνουν όντως.
Ή πχ εγώ, τρέφω έναν αρχικό σεβασμό κατ’ αρχάς για κάθε απεργία πείνας. Την θεωρώ την υπέρτατη θυσία, αυτήν που δεν σκοτώνει κανέναν άλλον εκτός από τον απεργό, αυτήν που λέει «διαθέτω την ζωή μου ως κοινωνικό κραυγή απόγνωσης ότι έχω δίκιο στο αίτημά μου, και δεν αποδέχομαι τίποτα λιγότερο».
Αν ο απεργός πείνας είναι ο Κουφοντίνας, ο Μιχαλολιάκος, ένας αγωνιστής ή ο οποιοσδήποτε ανώνυμος άνθρωπος δεν αφαιρεί τον σεβασμό μου στην πράξη της απεργίας πείνας. Αυτό που θα κριθεί μετά, είναι ο λόγος. Εκεί αξίζει να συζητηθεί – για μέρες, όσο χρειαστεί. Για τον λόγο, αν το αίτημα είναι δίκαιο, θα το σκεφτώ κατά περίπτωση. Για αυτή καθ’ αυτήν την πράξη όμως, έχω πάρει θέση.
Και για να είμαστε ξεκάθαροι: αν το αίτημα είναι όντως δίκαιο, όσο πιο ψηλά απευθύνεται, τόσο πιο πολύ ως δολοφονία ορίζεται ο θάνατος του καταγγέλοντος.
~
Θα βοηθούσε αν, εν γνώση μας, αφαιρούσαμε το όνομα; Αν ο Δημήτρης Κουφοντίνας γινόταν «ο γνωστός τρομοκράτης», ή «ο γνωστός δολοφόνος» θα ήμασταν σε θέση να κρίνουμε γενικά αν κάποιος αδικείται ή όχι από τις ενέργειες του Υπουργείου Δικαιοσύνης;
Αν το να μείνουμε στην πράξη κάνει τα πράγματα το ίδιο ή περισσότερα δύσκολα, θα μπορούσαμε να πούμε «ο γνωστός φυλακισμένος». Ό «γνωστός φυλακισμένος» αιτείται να λειτουργήσει ο νόμος ακόμα και για την περίπτωσή του». Θα βοηθούσε αυτό;
Γιατί στο μυαλό μου -και μπορεί να κάνω λάθος, να καταλάβω προσπαθώ- αν είναι ο Κουφοντίνας, ή οποιοσδήποτε άλλος κρατούμενος, δεν θα έπρεπε να παίζει ρόλο. Ίδια δικαιώματα έχουν όλοι – και μέσα στην φυλακή. Ο νόμος ορίζει σε ποια ακριβώς υπάρχει κρίση μίας επιτροπής πχ ανάλογα με τον κρατούμενο και την συμπεριφορά του. Σε όλα τα άλλα, γίνεται ο,τι ορίζει ο νόμος, για όλους.
Δεν είναι έτσι;
Η απάντηση μοιάζει δυσκολότερη κάθε μέρα που περνάει. Ουδεις εισαγγελέας έχει μπει στον κόπο να δει αν οι καταγγελίες του ανθρώπου που αργοπεθαίνει μπροστά στα μάτια μας ευσταθούν ή όχι. Το facebook διαγράφει συζητήσεις για το θέμα λογοκρίνοντας την ενημέρωση των πολιτών. Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δικαστικός η ίδια, κωφεύει εκκωφαντικά σε όλο αυτό.
Όταν συμβαίνουν όλα αυτά, με ποιον να μιλήσεις; Πως να αντιδράσεις; Σε ποιον να στραφείς;
Πως σταματάς μια δολοφονία;
~
Η συζήτηση γίνεται πλέον με όρους «Προστατεύεις και υπερασπίζεσαι τον Κουφοντίνα;» (θεσμικά, όχι σε επίπεδο καφενείου) που παρεκτρέπουν την υπόθεση σε θέμα τρομοκρατίας, και όχι ισονομίας, όπως είναι και το αρχικό ερώτημα.
Συνήθως προσπαθώ τις αγωνίες μου να τις μεταφέρω στους αναγνώστες μου, προσπαθώντας να τους κάνω να δουν που νομίζω πως μας οδηγούν οι επιλογές μας. Αυτήν την φορά όμως, θεωρώ πως είναι μάταιο.
Αν κάποιος μείνει στο ότι ο κρατούμενος είναι ο Κουφοντίνας, δεν θα φτάσει ποτέ στο επόμενο βήμα. Κάθε προσπάθεια συνεννόησης μπορεί να σταματά στο «ναι, αλλά σκότωσε τόσους αθώους και δεν μετάνιωσε» – και για τον συνομιλητή μου θα είναι αρκετό ως λογικό επιχείρημα, για να μην συνεχιστεί η συζήτηση.
Πιστεύω ειλικρινά πως για τους υπόλοιπους, αν ξεπεράσουμε το ποιος είναι ο φυλακισμένος, γίνεται ξεκάθαρο πως αμέσως μετά ο ορισμός είναι πως «οι νόμοι πρέπει να ισχύουν για όλους» – και με αυτούς τους όρους, ο Κουφοντίνας, εάν τα καταλαβαίνω σωστά, πρέπει να είναι στον Κορυδαλλό, όπως ορίζει ο -έστω φωτογραφικός- νόμος και ζητά ο και ο ίδιος.
Τα πράγματα μοιάζουν απλά, τα στρατόπεδα σκέψης μοιρασμένα, και φοβάμαι ότι δεν χωρούν περιθώρια να αλλάξουν μυαλά εδώ, όσο και αν το πολεμήσω.
~
Όμως υπάρχει μία τελευταία σκέψη εδώ – σχεδόν ως ειρωνεία: Δεν θεωρώ ότι ο Δημήτρης Κουφοντίνας έχει θέση στο αξιακό μου σύστημα. Είμαι ξεκάθαρα απέναντι στον άνθρωπο αυτόν που που τρομοκράτησε δολοφονώντας και προέβαλλε τις ιδέες του ως συλλογικές αποφάσεις του ελληνικού λαού.
Ταυτόχρονα όμως σκέφτομαι ποια η αξιακή θέση της κοινωνίας μας πλέον, που παρακολουθεί -εντυπωσιακά- αμίλητη έναν άνθρωπο να χάνει την ζωή του καθημερινά, κατηγορώντας την, δίκαια κατ’ εμέ, ότι τον αδικεί.
Ποιός ειναι ο δολοφόνος αυτήν την στιγμή;
Και πως σταματά μια δολοφονία που συντελείται μπροστά μας σε αργή κίνηση;
Μου φαίνεται απίστευτα σουρεαλιστικό ένας τρομοκράτης δολοφόνος να βάζει αποκλειστικά τον εαυτό του σε κίνδυνο για να επικοινωνήσει ότι αδικείται, ενώ το κράτος δικαίου και δημοκρατίας μας να φέρεται εναντίον του ξεκάθαρα φωτογραφικά, κατάφωρα εκδικητικά, και απολύτως -νομίζω- παράνομα.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας κρίθηκε, και καταδικάστηκε για τις απεχθείς πράξεις του.
Πολύ φοβάμαι, πως πιο σύντομα από όσο νομίζουμε, το κράτος μας θα κριθεί και θα καταδικαστεί για τις δικές του.
Και κάθε αίτημα για έλεος τότε, όσο τρομακτικό ακούγεται αυτό, θα πέσει, εξίσου εκδικητικά, στο κενό – καθώς οι μάσκες θα πέσουν, καθώς η δημοκρατία, η δικαιοσύνη και η αξία της ανθρώπινης ζωής, οι μεγαλύτερες και πιο πολύτιμες αρχές μας, θα έχουν καταπατηθεί τόσο βάναυσα ήδη, πρωτίστως, από εμάς.
Τι θα μας μείνει τότε; Έχοντας απωλέσει πρώτοι εμείς τις αρχές μας, ξεγυμνωμένοι από τα επιχειρήματα τις αριστείας μας, απέναντι στην οργή, δεν θα έχουμε άλλο όπλο άμυνας από την ακόμα πιο τυφλή βία, την ακόμα πιο τυφλή αδικία, τον ακόμα πιο τυφλό φόβο.
Όντας αργά για να ζητήσουμε πια συγγνώμη – και ακόμα πιο αργά για να γίνει δεκτή, το «είσαι με τον Κουφοντίνα, έναν δολοφόνο τρομοκράτη;» δε θα γίνει απλώς ένα βρώμικα ύπουλο και άσχετο ερώτημα, αλλά η ίδια η φύση μας οπαδικά κατευθυνόμενης από άλλους ταυτότητάς μας.
Και αυτό που με φοβίζει περισσότερο απ’ όλα, μεταξύ μας, είναι η φριχτή υποψία που μεγαλώνει σιγά-σιγά πως κάποιοι αυτό ακριβώς επιδιώκουν.