Συχνά, γράφω για να θυμάμαι. Γίνονται πράγματα γύρω μου, και γω δεν θέλω να τα ξεχάσω, δεν θέλω να ξεχάσω τι σκεφτόμουν, τι θέση πήρα, τι αποστάσεις, γιατί τις πήρα.

Γράφω για να θυμάμαι, και, δεν το κρύβω, παρότι δεν θέλω, γράφω και γι’ αυτούς που με διαβάζουν. Γράφω για να ακούσουν κάτι άλλο από το δελτίο των οκτώ, να ακούσουν κάτι άλλο από την πεπατημένη, το εγκεκριμένο σχόλιο, την απολυμασμένη, στεγνή γνώμη που πλασάρεται σαν είδηση.

Γράφω γιατί όλα αυτά σερβίρονται ως «η κοινή γνώμη», και δεν ανέχομαι να μιλάνε για λογαριασμό μου – έχω φωνή, έχω μυαλό, κάνω λάθη, παίρνω θέσεις, να το δούμε ρε παιδιά, να δούμε αν η λέξη που θα βγει από την διαδικασία της σκέψης μου είναι λάθος, να την κρίνουμε όλοι μαζί.

Αλλά να ακουστεί.

Ετσι κάνω, συχνά, συχνότατα.

Τόσο αίμα, τόσοι νεκροί, τόσες ελπίδες, τόση σκληρότητα, ρίξε μια ματιά στο blog μου, τα πολεμάω, με λέξεις, αυτές έχω, μία τετραετία την ψήφο μου, και μετά λέξεις, σκέψεις, ελπίδα. Ελπίδα ότι αυτό που φαίνεται παράλογο σε μένα, θα φανεί και σε σένα, και θα με κρίνεις, και μπορεί να πεις συμφωνώ, και αν συμφωνείς, μπορεί να το αλλάξεις λίγο, δεν θέλω τίποτα άλλο, δεν θέλω παρά να με ακούσεις, μπορεί να είμαι σωστός, μπορεί να έχω μία βάση, να μην είμαι τελείως παράλογος, και αν έτσι, ίσως το αλλάξουμε αυτό που μας πονάει, πες, και τους δύο.

Και γράφω.

Άπειρες λέξεις, άπειρες σκέψεις, τι έχω καταθέσει, τι έχω απλώσει, την καρδιά μου, γιατί μυαλό δεν εχω, το ξέρω, πες ότι έχω καρδιά, αν μετράει σε κάτι, ας έχω αυτό, δεν ξέρω αν είναι λογικό και στέκει στο μυαλό όλο αυτό, αυτό θα στο πουν άλλοι, εγώ θέλω στην καρδιά να σε χτυπήσω, με την καρδιά μου, να σου πω γιατί, γιατί να πεθάνει αυτός, ή εκείνος, μην μείνεις στα excel, σκέψου, με την καρδιά σκέψου, γιατί να γίνει έτσι, να το αλλάξουμε, αν το λέει και η δική σου η καρδιά σου να το αλλάξουμε.

Και μετά, πνίγονται παιδιά στο Φαρμακονήσι.

Και πνιγόμαστε και εμείς στο λογικό, στο κύματα, οι διασώστες, το ναυτικό, να μας πλήξουν πολιτικά, και πας να ξεχαστείς, να ξεχάσεις πως είναι να πνίγεται μία γυναίκα, ένα παιδί, χωρίς σωσίβιο, (γιατί χωρίς σωσίβιο; γιατί;), γιατί από έναν πρωθυπουργό που θέλει να διώξει παιδιά από τους βρεφονηπιακούς σταθμούς, γιατί να γίνεται έτσι, με την καρδιά να στο πω – αντέχεις; να σου φωνάξω, αντέχεις, αντέχεις να σκεφτείς ένα παιδί να πνίγεται, κλαίγοντας, σε έναν υγρό τάφο μία κρύα φουρτουνιασμένη νύχτα, ενώ η μάνα του ουρλιάζει, ο πατέρας του ουρλιάζει, χωρίς σωτηρία, χωρίς σωσίβιο, αντέχεις; μπορείς να το σκεφτείς; αν δεν αντέχεις γιατί γαμώτο δεν το αλλάζεις; για το επόμενο παιδί, γιατί δεν το αλλάζεις, γιατί δεν το –

– και δεν βγαίνουν οι λέξεις. Πέθανα, είμαι σαν νεκρός. Είναι σαν να μιλάω στον καθρέφτη, και να βλέπω τον απέναντι να κλαίει, αλλά να είμαι μόνο εγώ. Είναι αποκαρδιωτικό. Γύρω μου φωνές από ντάνσινγκ, και voice, και Μήτρογλου, και τα πανηγύρια για τις «εντολές Σαμαρά», και ‘γω να μιλάω μόνος μου σε έναν καθρέπτη, σε κάποιον που ξέρει ο,τι ξέρω, και κάνει ο,τι μπορεί, και το μόνο που νιώθει ότι μπορεί να κάνει είναι να μιλάει, μα να μην αλλάζει τίποτα.

Και όπως πνίγονται παιδιά τον Νοέμβριο, να ξαναπεθαίνουν τώρα, σαν να μου λένε αν δεν μάθεις από το λάθος σου, που δεν έπεισες αυτούς τους ανθρώπους να μην ανέχονται πνιγμένα παιδιά, πρώτα αυτό, να ΜΗΝ ΑΝΕΧΟΝΤΑΙ – τόσα πράγματα, το Mall, τα πεταμένα εκατομμύρια της περιφέρειας, τους φυλακισμένους χωρίς προαυλισμό, έστω ρε φίλε, ΕΣΤΩ ρε φίλε τα πνιγμένα παιδιά, πόσο δύσκολο είναι να τους κάνεις να θυμώσουν για τα πνιγμένα παιδιά, να ΓΡΑΨΟΥΝ ΜΙΑ ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΓΡΑΜΜΗ ΣΤΟ FACEBOOK ρε φίλε, ο,τι και να είναι, αριστεροί, δεξιοί, όπου και αν πιστεύουν, τόσοι σε διαβάζουν, ΜΙΑ ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΓΡΑΜΜΗ ότι λυπήθηκαν, ότι θύμωσαν, αν δεν το κατάφερες ούτε αυτό, πες μου ρε φίλε τι σκατά μπορεί να νομίζεις ότι άλλαξες με τις λέξεις.

Μια γαμημένη γραμμή στο γαμημένο το facebook, και δεν νιώθω ότι καταφέρνω ούτε καν αυτό.

Ούτε ένα «λυπάμαι».

Τι να γράψω λοιπόν για τα παιδιά; Με ποια καρδιά να σε χτυπήσω; Αυτήν την στιγμή καταθέτω τα όπλα μου.

Αν δεν σε έχω πείσει δέκα χρόνια τώρα λέξεων, ένα, δύο, δέκα πνιγμένα παιδιά δεν σώζουν ούτε εμένα, μα ούτε και σένα.

Αυτά είχα να πω, μην σε πειράξει, έτσι είναι τα blog, για τον συντάκτη τους μιλάνε πρώτα. Για τις χαμένες λέξεις του.

Υ.Γ.: Μακάρι άλλοι να γράψουν. Ίσως έχουν καρδιά, ελπίδες και κουράγιο.

Η εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς κ. Πόπη Παπανδρέου, ασκεί δίωξη πριν από μερικές ημέρες εις βάρος 25 ατόμων. Όλοι δουλεύουν στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, ή έχουν άμεση σχέση με δάνεια που έδωσε το ΤΤ και τα οποία κρίνονται ως ύποπτα για απιστία τελεσθείσα από κοινού.

Είχαμε ανάγκη -έστω και μόνο- αυτήν την δικαιοσύνη λέω εγώ. Αλλά.

Μία εκ των 23, είναι η Αναστασία Σακκελαρίου, νυν διευθύνουσας συμβούλου του ταμείου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας (ΤΧΣ), τότε μέλος της επιτροπής που διαχειρίστηκε τα δάνεια που δόθηκαν στην εταιρία Demco του Κοντομηνά.

Δεν έχω ευρύτερη εικόνα, αν έχω κάνει κάποιο λάθος διορθώστε με ως εδώ.

Ως εδώ όμως, γιατί από εδώ και πέρα, το πράγμα σοβαρεύει – πολύ.

Ασκείται λοιπόν η δίωξη, και γίνονται τα εξής ύποπτα:

Πρώτον, η Σακελλαρίου ΔΕΝ παραιτείται. Παραμένει διευθύνων σύμβουλος του ΤΧΣ, και βγάζει και ανακοινώσεις (ως ΤΧΣ) για το θέμα – παρότι είναι ύποπτη, και έχει ασκηθεί δίωξη εναντίον της.

Δεύτερον, την Σακελλαρίου ΔΕΝ την απολύουν – ούτε την θέτουν σε κάποιας μορφής αργία. Παραμένει διευθύνων σύμβουλος του ΤΧΣ, και βγάζει και ανακοινώσεις (ως ΤΧΣ) για το θέμα – παρότι είναι ύποπτη, και έχει ασκηθεί δίωξη εναντίον της.

Τρίτον, ο Υπουργός Οικονομικών, Γ.Στουρνάρας, βγαίνοντας από το Μαξίμου, νιώθει την ανάγκη να ΣΤΗΡΙΞΕΙ την κυρία Σακελλαρίου:

Έπειτα από συνάντηση με τον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, στο Μέγαρο Μαξίμου, κατά την οποία ο κ. Στουρνάρας παρείχε ενημέρωση εν όψει της έλευσης της Τρόικας, τις επόμενες ημέρες, ο υπουργός ρωτήθηκε: «Υπάρχει θέμα με την κυρία Σακελλαρίου του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας;».

«Κοιτάξτε, εγώ έχω πλήρη εμπιστοσύνη και σεβασμό στη Δικαιοσύνη, αλλά έχω επίσης και πλήρη εμπιστοσύνη στην κυρία Σακελλαρίου, στο ήθος της, στην επαγγελματική της κατάρτιση και κυρίως στη δουλειά που κάνει μέχρι τώρα» απάντησε ο κ. Στουρνάρας.

Αντιλαμβάνεστε τι γράφω εδώ; Δεν επιδέχεται αμφισβητήσεως, η Σακελλαρίου παραμένει στην θέση της, παρότι έχει ασκηθεί δίωξη εναντίον της, μία δημόσια θέση, συναφέστατη με το αντικείμενο για το οποίο κατηγορείται, και ο Υπουργός Οικονομικών την καλύπτει, με μία μοναδική δήλωση, σύμφωνα με την οποία και η δικαιοσύνη θέλει να κάνει σωστά την δουλειά της, και ο ίδιος έχει να καταθέσει ότι έχει πλήρη εμπιστοσύνη στο ήθος και την επαγγελματική της κατάρτιση!

Μισό-λεπτό.

Εγώ δεν λέω ότι είναι ένοχη η Σακελλαρίου, και οπωσδήποτε δεν λέω ότι είναι αθώα. Δεν ξέρω την συμμετοχή της, μπορεί να μην έπαιξε ρόλο. Δεν ξέρω πόσο καιρό πχ ήταν στο ΔΣ που ενέκρινε το δάνειο, δεν ξέρω αν το δάνειο είναι παράνομο, αν προκλήθηκε ζημιά στο δημόσιο, με ποιον τρόπο. Δεν εχω ιδέα.

Αλλά η εισαγγελία θεώρησε σωστό να την συμπεριλάβει. Μπορεί να δώσει εξηγήσεις, και να μην υπάρχει θέμα. να την καλέσουν να απολογηθεί, και να πάψουν την δίωξη στο πρόσωπό της μισή ώρα μετά. Μπορεί να της ζητήσουν και δημόσια συγνώμη που την ενέπλεξαν, δεκάρα δεν δίνω.

Ο Υπουργός γιατί την στηρίζει;

Τι ανάγκη έχει, ενώ κινείται η νομική διαδικασία, να εκφράσει δημόσια την στήριξή του; Είναι κουταμάρα, δεν ξέρει ότι έτσι θα επηρεάσει την δικαιοσύνη; Έχει πρόθεση να την επηρεάσει; Έχει πρόθεση να πει «κανονίστε την πορεία σας, έχει την στήριξή μου;»

Γιατί;

Εκτός από το απαράδεκτο του να επηρεάζει ένας υπουργός με τον χείριστο τρόπο την δικαιοσύνη, έχει σημασία και το γιατί.

Τι επιδιώκει;

Ο Τέκι Τσαν έχει μία εξήγηση, τεκμηριωμένη – εγώ όπως είπα, δεν έχω ιδέα.

Το μόνο που σκέφτομαι, είναι ότι για να παρέμβει με τέτοιον θρασύ τρόπο, πλήρως ατιμώρητα, ο υπουργός οικονομικών υπέρ υφισταμένου του και μάλιστα ενώ έχει ασκηθεί δίωξη εναντίον του, δύο πολύ ξεκάθαρα πράγματα συμβαίνουν:

α) Η διαδικασία έχει μολυνθεί, γιατί πλέον ακομα και αν όντως δεν έχει σχέση η ίδια, κάθε αθώωσή της εμπεριέχει την υποψία ότι έγινε επειδή ο κορυφαίος υπουργός της κυβέρνησης είπε «αυτήν, ξεχάστε την»,

β) Αφού η ίδια δεν δίνει, έστω και τυπικά, είτε την παραίτησή της, είτε έστω εθελοντική αργία για να μην εργάζεται στο ΤΧΣ όσο είναι ύποπτη (για απιστία κατά του κράτους!), η διαδικασία της «αθώωσής της» δεν γίνεται εν αγνοία της γιατί είναι αφελής άνθρωπος, αλλά εν πλήρη γνώσει και ξεκάθαρη θέση.

Εμένα, αφήστε με, γίνομαι έξαλλος όταν μου τρίβουν στην μούρη μου τέτοιες ανομίες. Γίνομαι έξαλλος, βρίζω, φωνάζω, χαλάω τον κόσμο. Παίρνω θέση, γράφω κείμενα, γράφω tweets, διαμαρτύρομαι.

Εσάς δεν σας ενοχλεί;

Και αν δεν σας ενοχλεί αυτό, πότε θα ενοχληθείτε πια; Πότε θα αντιδράσετε; Πότε ο κόμπος της ανομίας και του θράσους θα φτάσει επιτέλους στο χτένι της υπομονής σας;

Αν η μόνη μας ελπίδα είναι η δικαιοσύνη, γιατί την αφήνουμε να μολύνεται ατιμώρητα;

  • Εδώ, μία εξήγηση του για ποιον λόγο κατηγορούνται για το δάνειο στην εταιρία Demco του Κοντομηνά. Για να καταλάβετε για τι πράγμα μιλάμε.
  • Εδώ, το πόρισμα της εισαγγελέως Πόπης Παπανδρέου
  • Δεν είχα σκοπό να ξεκινήσω το 2014 έτσι, αλλά τα γεγονότα μου έριξαν μία κατακέφαλη, και έτσι αναγκάζομαι να υποχωρήσω για να κάνω μία αναφορά, να θυμάμαι αύριο βρε αδελφέ γιατί φτάσαμε ως εδώ.

    Από την εκπομπή Live, με την Αντωνοπούλου, προσκεκλημένος μεταξύ άλλων ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Κρεμαστινός. Θέμα, η αντίδραση βουλευτών του ΠΑΣΟΚ στον νόμο που ζητούσε να πληρώσουν €25 όσοι νοσηλεύονται σε νοσοκομείο (και που αποσύρθηκε).

    Υπόψιν: ο νόμος είχε δύο διατάξεις: το €25 της νοσηλείας, και το €1/ανα συνταγή για το οποίο δεν έγινε καμία διαμαρτυρία, και δεν αποσύρθηκε ποτέ.

    Πηγαίνουμε στο 49:50″ της εκπομπής:

    Αντωνοπούλου: Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με τον κ. Κρεμαστινό, για το θέμα του 25ευρου κ.Κρεμαστινέ, γιατί υπάρχει και η, η κριτική η οποία γίνεται στους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ ότι το ψηφίσατε, δεν ξέρατε τότε τι ψηφίζατε; Ή, ή είχατε πει «ναι μεν το ψηφίζουμε αλλά μάλλον δεν θα εφαρμοστεί»;

    Κρεμαστινός: Κοιτάξτε, το έχω πει πολλές φορές, θα το πω άλλη μία: Δυστυχώς, τα μέτρα που ψηφίζονται το Σαββατοκύριακο, δηλαδή σε νομοσχέδια άσχετα με το αντικείμενο, νομοσχέδια του Υπουργείου Οικονομικών, στην ουσία οι βουλευτές ψηφίζουν στήριξη ή μη της κυβέρνησης, ή την δυνατότητα της χώρας να πάρει -ή να μην πάρει- το δάνειο την Δευτέρα, που συνέρχεται το Eurogroup.

    Αντωνοπούλου: Άρα λέτε λοιπόν…

    Κρεμαστινός: …που σημαίνει…

    Αντωνοπούλου: …εκβιαστικά, εντός εισαγωγικών ή εκτός.

    Κρεμαστινός: …που σημαίνει, που σημαίνει, ότι από την πρώτη στιγμή οι βουλευτές έχουν αντιρρήσεις πάνω σ’ αυτά που ψηφίζουν, γεγονός που το έχουν δείξει πολλές φορές, απόδειξη ο ΦΠΑ, που και στα τρία μνημόνια ψηφίστηκε, και τελικώς, δεν εφαρμόστηκε. Στην παραμεθόριο από την αρχή, τώρα ο ΦΠΑ στο κέντρο της Αθήνας στην κεντρική χώρα, ελαττώθηκε. Δεν είναι λοιπόν αυτό επιχείρημα. Αντιθέτως η ουσία είναι ποια;

    Αντωνοπούλου: …Δεν είναι επιχείρημα ότι οι βουλευτές δεν συμφωνούν με αυτά τα οποία ψηφίζουν; Θέλω να πω..

    Κρεμαστινός: …όχι…

    Αντωνοπούλου: …δηλαδή είναι σαν να μας λέτε τώρα, ότι η πίεση αν θα πάρουμε ή όχι την επόμενη δόση…

    Κρεμαστινός: …βεβαίως, είναι σωστό…

    Αντωνοπούλου: …ψηφίζετε διαρκώς πράγματα με τα οποία δεν ψηφ- δεν συμφωνείτε!

    Κρεμαστινός: ..βεβαίως, διότι εάν την Δευτέρα παραδείγματος χάριν η Ελλάδα δεν πάρει τα πέντε δις, κινδυνεύει να μην είναι συνεπής προς τους δανειστές, να χρεοκοπήσει, και αν δεν δανειστεί μία χώρα, έχει καταδικαστεί σε θάνατο.

    Αυτό είναι το κοινοβούλιο σήμερα. Έτσι ακριβώς σώζεται αυτή η χώρα.

    Οι δανειστές μας, υφαρπάζουν την ψήφο των βουλευτών με την απειλή της επόμενης δόσης. Οι βουλευτές μας εξαναγκάζονται να ψηφίσουν διατάξεις και νόμους που δεν θέλουν. (μία παρένθεση εδώ: το να ψηφίσω πράγματα που δεν θέλω, δεν στέκει σε κανένα λογικό μυαλό. Η ψήφος είναι αναφορά θέσης. Αυτό είναι το νόημά της. Το ψηφίζω αυτά που δεν θέλω, είναι προσβολή στην νοημοσύνη -ή, πολύ χειρότερα πράγματα, θα το αναλύσω άλλη φορά) Εξαναγκάζονται λοιπόν να ψηφίσουν νόμους για όλους μας που οι ίδιοι δεν θέλουν. Οι νόμοι αυτοί ψηφίζονται, η δόση από τους δανειστές έρχεται. Ύστερα, και ενώ έχει έρθει η δόση, οι βουλευτές αντιδρούν στους ψηφισμένους φόρους, μετακυλούν μέρος του προβλήματος (μόνο τα €25 της νοσηλείας ΟΧΙ το €1 ανα συνταγή που είναι απείρως -κατ’ εμέ- χειρότερο) ΑΦΟΥ έχει ενεργοποιηθεί, σε έναν άλλον φόρο.

    Την απολαμβάνω την δημοκρατία μας, πραγματικά.

    Δηλαδή, σε λίγες προτάσεις: Είπαμε ψέμματα στην βουλή, ψέμματα στους δανειστές, ψέμματα στον λαό.

    Είμαστε οι Έλληνες βουλευτές και εμείς θα σώσουμε αυτήν την ρημάδα την χώρα, έτσι ακριβώς.

    Έτσι ακριβώς.

    Υ.Γ.: Μην ξεχαστούμε, γιατί άλλο το ένα, άλλο το άλλο: Εγώ, που είμαι γνωστός αφελής και συνωμοσιολόγος δεν-το-συζητώ, άκου τι σκέφτηκα: Η κυβέρνηση πέρασε δύο νόμους, γιατί στην ουσία ήθελε το ένα ευρώ ανά συνταγή που θα είναι το πιο προσοδοφόρο, και τα υπόλοιπα από τα τσιγάρα ή αντίστοιχο μέτρο – αλλά έφερε έναν νόμο για κάψιμο με σκοπό να ενισχύσει την λαϊκή βάση του συγκυβερνώντος κόμματος που θα «αντιδρούσε», η τρόικα το ήξερε ότι δεν θα γίνει όπως ψηφίστηκε και γι’ αυτό δεν αντιδρά, αλλά αντιλαμβάνεται την ανάγκη για συνοχή της κυβέρνησης, και για λόγους μεγαλύτερων εντυπώσεων όλο αυτό ξεκίνησε αφότου τέθηκε σε πράξη το μέτρο, και όχι νωρίτερα. Αλλά είμαι ένας αφελής συνωμοσιολόγος, βγάζω δράκους από το κεφάλι μου, μην μου δίνεις καμία σημασία.

    Τόση εμπιστοσύνη έχω στην κυβέρνηση, στο συγκυβερνών κόμμα, και στην τρόικα – το λιγότερο που πάει στραβά σε όλο αυτό.

    Καλά ξεκινάει το 2014 πάντως, όσο να πεις.

    Πρώτα, όπως συνηθίζω καμιά φορά, τα γεγονότα:

    Την Δευτέρα, στο site της Ζούγκλας και στην εφημερίδα Espresso (αν έχω καταλάβει σωστά) φτάνει ένα πακέτο. Μέσα περιέχει ένα μπουκάλι αναψυκτικού Coca Cola light 500ml και ένα usb stick.

    Το usb περιέχει ένα κείμενο, που με την σειρά του εξηγεί το περιεχόμενο: Το μπουκάλι περιέχει εκτός από την συνηθισμένη κόκα κόλα και 100ml υδροχλωρικού οξέως, αλλά μοιάζει σφραγισμένο και ανέπαφο, σαν να μην έχει ανοιχθεί ποτέ.

    Οι συντάκτες του διατείνονται ότι έχουν στην κατοχή τους 64 αντίστοιχα μπουκάλια Coca Cola light, και 42 μπουκάλια Nestea όλων των γεύσεων, και έχουν σκοπό να τα αναμείξουν με τα συνηθισμένα σε διάφορα μαγαζιά της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Έχουν και ένα video στο οποίο δείχνουν ότι μπορούν να πειράξουν το περιεχόμενο ενός μπουκαλιού, χωρίς να υποψιαστεί την παραβίαση ο καταναλωτής.

    Πρόκειται σαφώς για μία τρομοκρατική ενέργεια.

    Η ενέργεια της ανάμιξης των επικίνδυνων αναψυκτικών θα ξεκινήσει τέσσερις ημέρες μετά την αποστολή του δέματος, δηλαδή Παρασκευή 27/12 και θα διαρκέσει 10 ημέρες. Σκοπός τους είναι να δημιουργηθεί ένα εμπάργκο γύρω από την πώληση των αναψυκτικών των δύο εταιριών, της Coca Cola και της Nestle που έχει τα δικαιώματα του Nestea (την διανομή την κάνει στην Ελλάδα η 3Ε αν έχω καταλάβει σωστά), καθώς στην προκήρυξή της κατηγορεί τις δύο εταιρίες για πλήθος οικονομικών, ιατρικών, αλλά κυρίως ηθικών θεμάτων, όπως και τα ΜΜΕ για απόκρυψη κάθε αρνητικής διαφήμισης.

    Το περιεχόμενο του μπουκαλιού εξετάζεται, και η απειλή είναι ξεκάθαρα πραγματοποιήσιμη. Το μπουκάλι περιέχει όντως υδροχλωρικό οξύ, σε επικίνδυνη για τον άνθρωπο ποσότητα, είναι αδύνατο να το αντιληφθεί ο οποιοσδήποτε καθώς δεν μυρίζει, δεν αλλοιώνει το χρώμα, και το μπουκάλι είναι ανέπαφο. Δεν έχει τρόπο να προφυλαχθεί ο καταναλωτής. Το δηλητήριο έχει επιλεχθεί ακριβώς γιατί είναι αόρατο, αλλά αν το πιει, ακόμα και από την πρώτη γουλιά, μπορεί να κινδυνέψει σοβαρά η ζωή του.

    – Η ΕΛΑΣ αναλαμβάνει δράση, και -προσέξτε το αυτό, έχει σημασία- βγάζει μία ανακοίνωση για την υπόθεση.

    – Ο ΕΦΕΤ βγάζει ανακοίνωση.

    – Η Coca Cola αναλαμβάνει επίσης δράση, αποσύροντας όλα τα μπουκάλια Coca Cola light 500ml και όλα τα Nestea από την αγορά και προειδοποιώντας τους καταναλωτές με ανακοίνωση.

    Σε όλους τους μεγάλους ενημερωτικούς δικτυακούς τόπους υπάρχει η είδηση, κυρίως με την μορφή της ανακοίνωσης της αστυνομίας, -αλλά ΠΟΥΘΕΝΑ ως πρώτη είδηση – θάβεται, στην συνέχεια της επικαιρότητας, στις εσωτερικές ειδήσεις. Στο μόνο σημείο που γίνεται εκτενέστερη αναφορά, είναι στο site που παρέλαβε την προκήρυξη, δηλαδή στο Zougla.gr. Σε κανένα δελτίο ειδήσεων -δεν είδα πολλά, ομολογώ- δεν είδα καν αναφορά.

    Τούτο το άρθρο γράφεται Πέμπτη. Η μέρα που οι τρομοκράτες απειλούν ότι θα ξεκινήσουν την τρομοκρατική τους ενέργεια, είναι αύριο.

    Αυτά είναι τα γεγονότα, ξεκάθαρα, και χωρίς προσωπική οπτική. Ωραία; Θαυμάσια.

    Πάμε να δούμε τι βγάζουμε από όλο αυτό.

    ~

    Έχουμε μία τρομοκρατική ενέργεια. Είναι πραγματική, δεν πρόκειται απλώς για κλούβια απειλή, οι δράστες έχουν αποδείξει, και με βίντεο, και με απτά στοιχεία, ότι μπορούν να το κάνουν.

    > Η αστυνομία έχει βγάλει ανακοίνωση.

    > Η εταιρία που δέχεται την τρομοκρατική ενέργεια, επίσης βγάζει ανακοίνωση.

    > Προσθήκη: ο ΕΦΕΤ βγάζει ανακοίνωση. (είναι σε PDF)

    Τα μεγάλα δημοσιογραφικά μέσα έχουν βγάλει την είδηση. Όλα:

    in.grΠρωτοσέλιδο , news247.grΠρωτοσέλιδο , tanea.grΠρωτοσέλιδο , protothema.grΠρωτοσέλιδο, ethnos.grΠρωτοσέλιδο (εδώ υπάρχει αναφορά στο κάτω μέρος της αρχικής σελίδας -όχι πια) , enet.grΠρωτοσέλιδο , enikos.gr(εδώ δεν υπάρχει η λογική Πρωτοσέλιδου, καθώς είναι μόνο ροή) , news.grΠρωτοσέλιδο, newsit.grΠρωτοσέλιδο , iefimerida.grΠρωτοσέλιδο , και το zougla.gr που έχει ρεπορτάζ, γιατί σ’ αυτούς στάλθηκε το δείγμα και η προκήρυξη – διάβασέ το, έχει και άποψη μέσα και πολλά, πολλά ακόμα. Όλα.

    Και παρόλα αυτά, ο κόσμος ΔΕΝ είναι ενημερωμένος.

    Και αυτό ξεκάθαρα γιατί η είδηση δεν υπάρχει σε κανένα πρωτοσέλιδο, ούτε δικτυακό, ούτε έντυπο, και δεν γίνεται αναφορά στις πρώτες ειδήσεις των δελτίων των καναλιών (υποπτεύομαι ότι δεν γίνεται ΚΑΘΟΛΟΥ αναφορά, αλλά δεν έχω στοιχεία – όποιος έχει δει ας αφήσει σχόλιο). Η αναφορά -όταν, και όπου έγινε- ήταν χρονικά δεσμευμένη, ήτοι έγινε για μία στιγμή, και έπαψε αμέσως μετά να υφίσταται γιατί καλύφθηκε από την τρέχουσα επικαιρότητα. Βγήκε, και εξαφανίστηκε σιωπηρά.

    Προσπαθώ να καταλάβω γιατί, αλλά, ειλικρινά, αποτυγχάνω παταγωδώς.

    Μία εξήγηση που μπορώ να δώσω, η καλύτερη δυνατόν, είναι ότι δεν θέλουν να προκληθεί πανικός, και να γίνει παράδειγμα για ενδεχόμενες επόμενες απόπειρες τρομοκρατίας από κάθε παλαβό, ή ακόμα και απλής φάρσας που μπορεί να προκαλέσει οικονομική ζημιά στον οποιονδήποτε.

    Μοιάζει πράγματι η επικρατέστερη και πιο λογική, και θα μπορούσα να την υιοθετήσω και εγώ – μόνο που υπάρχει μία λεπτομέρεια που τα αλλάζει όλα: Έχει γίνει αναφορά. Αν δεν ήθελαν να προκληθεί πανικός, η ΕΛΑΣ θα ζητούσε από τον Ζούγκλα να μην παίξει την είδηση, από την εταιρία να κάνει αθόρυβα τις ενέργειές της, δεν θα έκανε η ίδια την ανακοίνωση, δεν θα γνωρίζαμε καν για τον ενδεχόμενο κίνδυνο. Πλήρη σιγή.

    Τώρα όμως, η είδηση έχει βγει. Και η εταιρία (που δίνει μάλιστα και τηλεφωνικό αριθμό ενημέρωσης) και η ΕΛΑΣ αλλά και τα ενημερωτικά sites έχουν αναφερθεί στο γεγονός, με αρκετές λεπτομέρειες. Οι πηγές ενημέρωσης έβγαλαν από επάνω τους το καθήκον, είπαν το γεγονός, αλλά καμία δεν το αξιολόγησε ως τόσο σημαντικό ώστε να το μάθουν όλοι. Θα το μάθουν οι λίγοι, οι τυχεροί που θα πέσουν επάνω της, και οι επόμενοι θα ζήσουν μακάριοι στην άγνοιά τους.

    Δεν είναι ότι δεν υπάρχει η είδηση: Υπάρχει, κανένας δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι την απέκρυψε. Όλοι έχουν βγάλει «την ουρά τους απ’ έξω». Κανένας δεν είπε «πρόκειται για μία οικονομική τρομοκρατία που θα γίνει ανεξέλεγκτη στον κάθε ηλίθιο, και εγώ ΔΕΝ την βγάζω παίρνοντας την ευθύνη». Όχι. Έβγαλαν την είδηση, στην επόμενη αναζήτηση θα βρούμε ότι όλοι το αναφέρουν – αλλά κανείς δεν το έμαθε πραγματικά.

    Το εννοώ, κανείς δεν το έμαθε. Στο χριστουγεννιάτικο ρεβεγιόν, για παράδειγμα, μόνο εμείς το ξέραμε. Ήμασταν δέκα τουλάχιστον νοματαίοι, μεγάλοι, μικροί, που έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, που δεν ξέρουν τίποτα άλλο από το on της τηλεόρασης – όλοι αυτοί δεν είχαν την παραμικρή ιδέα.

    Την παραμικρή ιδέα.

    Το βρίσκω εντελώς τρομαχτικό.

    Ο ρόλος των ΜΜΕ μου φαίνεται τρομερά αλλοιωμένος. Σαν να βγάζουν την ουρά τους απ’ έξω, σαν να είναι η πρώτη τους έγνοια να σώσουν το τομάρι τους, και όχι να εκτεθούν – αλλά να προστατέψουν το κοινό τους. Θα δεχόμουν πιο εύκολα την λογική «δεν το βγάζω», από την λογική «το ψιλολέω, αλλά το θάβω». Προσπαθώ να μην το δω ως υποκριτικό, για να μην χαλάσουν την καλή σχέση με την εταιρία και την εκθέσουν ανεπανόρθωτα κρυμμένοι πίσω από το πρόταγμα της προστασίας του αναγνώστη (από τον επόμενο επικίνδυνο ηλίθιο που θα στοχεύσει με αντίστοιχο τρόπο είτε τον κόσμο, είτε απλώς την οικονομία) αλλά ο τρόπος που επέλεξαν να (ΜΗΝ) επικοινωνήσουν την είδηση, με δυσκολεύει αφάνταστα.

    Και, παρότι δεν προσφέρεται ως διαδικασία, αδυνατώ να βγάλω από το μυαλό μου εντελώς άσχετες δηλώσεις (αλλά όχι τόσο «εντελώς» όσο νομίζεις) που με είχαν αντίστοιχα τρομοκρατήσει και τότε.

    Τι μένει; Αύριο το πρωί, είναι πιθανό κάποιοι (καθόλα κατακριτέοι τρομοκράτες) να δοκιμάσουν να αφήσουν μπουκάλια με οξύ μασκαρεμένα σε coca cola και nestea στην Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Έχουν σκοπό να το κάνουν επι δέκα ημέρες. Οι πολίτες είναι ανυπεράσπιστοι, γιατί δεν έχουν λάβει γνώση του κινδύνου. Τα μέσα ενημέρωσης δειλά ή/και απροετοίμαστα, δεν φρόντισαν να τους προστατέψουν ως όφειλαν. Όλο το -δυσβάσταχτο- βάρος, πέφτει σε μία εταιρία που δεν έχει (και είναι πολύ λογικό) άλλον τρόπο να προστατέψει το κοινό από το να αποσύρει, απλώς, τις φιάλες που έχουν στοχοποιηθεί, και να εύχεται να μην αλλάξουν στόχο οι τρομοκράτες και κάνουμε όλοι μαύρες γιορτές.

    Και, από την δική μου πλευρά, η δημοσιογραφία να δέχεται άλλο ένα πλήγμα, και να δικαιώνει -αν είναι ποτέ δυνατόν- το πνεύμα των τρομοκρατών για προστασία των πολυεθνικών από τα ΜΜΕ, ακόμα και αν πιστέψουμε ότι το κάνει για εντελώς διαφορετικούς, μα εντελώς λάθος λόγους και με εντελώς λάθος τρόπους.

    Εγώ πάντως, προσωπικά, ενημέρωσα όσους μπορούσα. Παρέθεσα το θέμα, έψεξα τον τύπο για την δειλία του, τους τρομοκράτες για την απανθρωπιά τους και είπα σε όσους γνωστούς μου να φυλαχθούν αποφεύγοντας το προϊόν.

    Ελπίζω να σταθούμε τυχεροί, γιατί αν (και όπως φαίνεται) δεν έχουμε σωστές βάσεις, το μόνο που μας σώζει είναι να έχουμε τύχη.

    Αυτή τουλάχιστον είναι η γνώμη μου, όποιος διαφωνεί, καλοδεχούμενος στα σχόλια.

    Έχω πει πολλές φορές, και δεν είναι ούτε παραμύθι, ούτε υπεκφυγή, πως δεν ξέρω ποιο είναι το καλύτερο οικονομικό σύστημα για την Ελλάδα. Δεν ξέρω.

    Μπορεί να είναι ο κομμουνισμός, ο σοσιαλισμός, ο φιλελευθερισμός, ο ευρύτερος καπιταλισμός – μπορεί να είναι και ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός, η αναρχία δεν ξέρω, δεν έχω ιδέα. Μακάρι να ήξερα.

    Πιστεύω σε πέντε, δέκα σταθερές. Για παράδειγμα, να τρώνε όλοι οι άνθρωποι. Αυτό, μου μοιάζει λογικό αίτημα. Να ντύνονται, επίσης. Να έχουν μία σταθερή θερμοκρασία, να μην κρυώνουν. Να έχουν μία στέγη. Πρόσβαση στην υγεία, πρόσβαση στην παιδεία, πρόσβαση στην παγκόσμια πληροφορία, δικαιοσύνη και ελευθερία.

    Αυτά μου μοιάζουν λογικά. Ακόμα και αυτά, να φανταστείς, είναι δύσκολα για μένα. Να φάνε όλοι, ναι, μα πόσο φαγητό; Τι φαγητό; Πόση υγεία; Πόσο μεγάλη στέγη; Ακόμα και αυτά, τα πλησιάζω με επιφυλάξεις. Αλλά είναι μία λογική σταθερά. Η παντελής έλλειψή τους με κάνει να αντιδρώ.

    Χαίρομαι ειλικρινά τους ανθρώπους που γνωρίζουν. Ειλικρινά. Τους υπέρμαχους του καπιταλισμού, του σοσιαλισμού, του κομμουνισμού, του φιλελευθερισμού, της αναρχίας. Έχουν σταθερές θέσεις, ξέρουν τι θέλουν, είναι ικανοί να προβλέψουν το οικονομικό – κοινωνικό μέλλον, πως θα ήταν τα πράγματα αν γινόντουσαν με το σύστημα που επέλεξαν να υποστηρίζουν, και γιατί πάμε κατά διαόλου (συνήθως γιατί δεν ακολουθούμε το σύστημα που επέλεξαν να υποστηρίζουν). Ξέρουν τι θέλουν, και πως θα το πετύχουν, και το θαυμάζω αυτό. Και όσους μπορούν δε, να παραδεχθούν και όταν έκαναν λάθος, κατά τι περισσότερο.

    Αυτό είναι μία μικρή εισαγωγή για τους καινούργιους – οι παλιοί, μάλλον το προσπέρασαν λίγο κουρασμένα, τα λέω τα ίδια πράγματα εδώ και μπόλικα χρόνια. Αλλά πρέπει να καταλάβεις πως σκέφτομαι , όπως έχω ξαναπει, δεν λέω ότι έχω δίκιο, λέω την γνώμη μου.

    Πάνε τώρα διάβασε αυτό το άρθρο: Δεν γίνονται όλα μαζί

    Το έχει γράψει ο Old Boy, και γενικά, συμφωνώ μ’ αυτά που γράφει ο Old Boy. Αλλά τούτο δεν είναι διαφήμιση, μπορεί να μην σ’ αρέσει το άρθρο, κανένα πρόβλημα, δεν θα μιλήσουμε αποκλειστικά επ’ αυτού. Διάβασέ το, μα μην παραλήψεις να διαβάσεις και τα σχόλια.

    Περιμένω.

    Γύρισες; Ωραία. Ο old boy τα χώνει στο υπάρχον σύστημα για αναισθησία, κάποιοι από τους σχολιαστές του του απαντούν ότι δεν είναι πιο ευαίσθητος από αυτούς, και αν δεν είναι έτσι τα πράγματα, θα ήταν πολύ-πολύ χειρότερα.

    Ώπα. Ώπα αδελφε, γιατί εδώ έχουμε όντως πρόβλημα:

    Ποιος βάζει το μέτρο;

    Για να έχουμε μία κοινή γραμμή, διάβασέ το όπως είναι, ή αν προτιμάς ξέχνα ότι είναι έτσι τώρα η κατάσταση, πες ότι είναι τούμπαλιν, πες ότι η αριστερά έκανε κουμάντο και τα έκανε σκατά, και ερχόταν ο δεξιός και της έλεγε κοίτα, κοίτα τι γίνεται, και ο αριστερός έλεγε «ναι, αλλά με μνημόνιο θα ήταν χειρότερα».

    Δεν με νοιάζουν οι πλευρές – άλλωστε οι καιροί αλλάζουν. Το ερώτημα παραμένει:

    Ποιος βάζει το μέτρο;

    Υπάρχει θέμα εδώ. Υπάρχει θέμα όταν η πλευρά που οδηγεί την κατάσταση λέει «ναι, αλλά η άλλη κατάσταση, θα ήταν πολύ χειρότερη». Αντί για έναν νεκρό από μαγκάλι, πχ, θα είχαμε πενήντα. Εκατό.

    Υπάρχει ένα θέμα εδώ, γιατί ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΕΤΣΙ, τότε μπορούμε να χάσουμε και άλλους ΤΩΡΑ. Να χάσουμε άλλα πέντε παιδιά. Άλλα δέκα. Αύριο το πρωι είναι μετρήσιμα αποδεκτό να πεθάνουν άλλοι σαράντα άνθρωποι από αναθυμιάσεις. Αφού η άλλη επιλογή έχει πενήντα; Μοιάζει λογικό. Θα σώζαμε δέκα ανθρώπους. Ποιος δεν θέλει να σώσει δέκα ανθρώπους; Μόνο ένας μισάνθρωπος, υποθέτω.

    Αυτό, είναι το πρόβλημα των διλημμάτων. Αυτό ακριβώς. Προτιμάς να χάσεις ένα πόδι, ή ένα χέρι; Να χάσεις την γυναίκα σου, ή το παιδί σου; Κομμουνισμό ή Καπιταλισμό; Ευρώ ή δραχμή; Πενήντα νεκρούς, ή σαράντα;

    Έχει καμία λογική αυτή η σκέψη; Μου φαίνεται πως είναι η λογική του θηρίου, αδυνατώ να την προσεγγίσω. Τι έγιναν οι άνθρωποι που θα έλεγαν «κανένας νεκρός»; «Έστω και ένας είναι λάθος»;

    Να το θέσω αλλιώς: Γιατί να έχουμε νεκρούς από αναθυμιάσεις; Είναι προαπαιτούμενο; Είναι δέκα χιλιάδες σπίτια χωρίς ρεύμα λέει σήμερα η ΔΕΗ. Δέκα χιλιάδες σπίτια που κάθε βράδυ ζεσταίνονται με κεριά(!), με μαγκάλια, που δεν μπορούν να ζεστάνουν το φαγητό τους ή να κάνουν ένα ζεστό μπάνιο.

    Είναι απαραίτητο να ζουν έτσι; Υπάρχει κάποιο σύστημα που να επιβάλλει (όχι να προβλέπει, να επιβάλλει, να απαιτεί) να ζουν έτσι είκοσι, τριάντα χιλιάδες τυχεροί που έχουν και σπίτι να μείνουν; Πως το υποστηρίζεις τότε; Αναγνωρίζω ότι αν ήταν αλλιώς (όπως το θέλεις το αλλιώς, δεν θα μονομαχήσουμε γι’ αυτό το αλλιώς) θα είχαμε πιο πολλούς νεκρούς – αλλά είμαστε εμείς ικανοί να βάλουμε ζυγαριές;

    Και, ακόμα χειρότερα, ΓΙΑΤΙ να το κάνουμε;

    Επειδή δεν πήραμε τον άλλον δρόμο (που ήταν χειρότερος, καλύτερος, ο,τι θες), δικαιούμαστε τώρα να αφήνουμε κόσμο χωρίς φαι, στέγη, τροφή, ρεύμα, νερό;

    Δεν μπορούμε να κόψουμε ΑΠΟ ΠΟΥΘΕΝΑ, ΜΑ ΑΠΟ ΠΟΥΘΕΝΑ, για να βοηθήσουμε αυτούς τους ανθρώπους; Τους συνανθρώπους μας, τους συμπολίτες μας;

    Και αν ναι, τέλος πάντων, αν είναι η θυσία που πρέπει να γίνει, για χάρη της κουβέντας, να το δεχθώ.

    Να το δεχθώ.

    Πόσοι;

    Πείτε μας, όσοι ενστερνίζεστε αυτήν την θέση, ΠΟΣΟΙ. Πόσοι θα πεινούσαν με τον άλλον τρόπο, που οραματίζεστε ως κόλαση, για να ξέρουμε ΠΟΣΟΙ είναι δικαιολογημένο να ταλαιπωρηθούν, να θυσιαστούν τώρα, να ξέρουμε πότε τέλος πάντων λαϊκίζουμε όσοι έχουμε μαγκώσει το «προνόμιο της ευαισθησίας», να ξέρουμε να βγάλουμε ΕΜΕΙΣ τον σκασμό, να πούμε ΕΜΕΙΣ περίμενε, περίμενε, είμαστε ακόμα κάτω από τον στόχο.

    Πόσοι.

    Είστε τόσο καλοί στις προβλέψεις. Πείτε πόσοι θα πείναγαν, θα κρύωναν, θα πέθαιναν «αλλιώς», να ξέρουμε στους πόσους να αρχίσουμε να οργιζόμαστε.

    Στους πόσους έχουμε δικαίωμα να αντιδρούμε. Να ξέρουμε πότε σταματάει η κόλαση που θα ζούσαμε, και αρχίζει η κόλαση που ζούμε τώρα. Να ξέρουμε πότε κάνατε λάθος, πότε έγινε λάθος ο θάνατος ενός ανθρώπου γιατί δεν περίσσευαν 20 ευρώ στο κράτος (τόσο θα αρκούσε, καθαρό ρεύμα είκοσι ευρώ τον μήνα για ένα σπίτι, μία οικογένεια), πότε έγινε λάθος όλο αυτό, και πότε να ζητήσουμε ευθύνες γι’ αυτό το λάθος.

    Να ξέρουμε ως πότε να βγάζουμε τον σκασμό εμείς τέλος πάντων.

    Υ.Γ.: Ξαναλέω: σε κάθε περίπτωση. Και τούμπα να έρθουν τα πράγματα, το ίδιο άρθρο, εδώ θα μείνει, θα το διαβάζουμε μαζί, και τότε. Μαζί. Για τους ίδιους ακριβώς γαμημένους λόγους.

    Κοίτα τι σκέφτομαι:

    Ο Γρηγορόπουλος, πριν πέντε χρόνια, το 2008, δολοφονείται από σφαίρες αστυνομικού, ο οποίος παρεξηγήθηκε από την (ας πούμε) λογομαχία που είχαν πριν, πάρκαρε το αυτοκίνητο πιο κάτω, επέστρεψε, και τον πυροβόλησε εν ψυχρώ.

    Δεν αμφιβάλλω ότι οι περισσότεροι στεναχωρέθηκαν. Μπορώ να πιστέψω, ότι είπαν, τουλάχιστον, ”κρίμα το παιδί”.

    Και μετά;

    Η 13χρονη Σάρα, πριν λίγες ημέρες, πέθανε από ασφυξία – η μητέρα της δεν είχε χρήματα να πληρώσει το ηλεκτρικό, και ζεσταινόταν το βράδι με μαγκάλι.

    Δεν αμφιβάλλω ότι οι περισσότεροι στεναχωρέθηκαν. Μπορώ να πιστέψω, ότι είπαν, τουλάχιστον, ”πω πω τι έπαθε το κοριτσάκι”.

    Και μετά;

    Ο Νέλσον Μαντέλα πεθαίνει σήμερα, και σύσσωμες οι χώρες εκφράζουν την λύπη τους – μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.

    Δεν αμφιβάλλω ότι οι περισσότεροι στεναχωρέθηκαν. Μπορώ να πιστέψω ότι είπαν, τουλάχιστον, ”Έφυγε μία ιστορική μορφή”.

    Και μετά;

    Και μετά;

    Στεναχωρηθήκαμε λοιπόν με τα γεγονότα αυτά. Εκφράσαμε την λύπη μας, είτε ως χώρα, είτε ως άνθρωποι. Είπαμε τον λόγο μας, σκύψαμε το κεφάλι, αλλά διορθώσαμε τίποτα;

    Ο Γρηγορόπουλος πέθανε γιατί αυτός που τον δολοφόνησε ήταν ένας άνθρωπος που δεν θα έπρεπε να φέρει όπλο. Του δώσαμε το δικαίωμα να το κουβαλά, χωρίς να εξασφαλίσουμε ότι είναι ψυχολογικά ικανός να το κάνει. Διορθώσαμε αυτήν την παράβλεψή μας; Φέραμε στα ίσα αυτήν την αδικία; Κάναμε τους ελέγχους που έπρεπε ώστε, αυτοί που έχουν νομιμοποιημένη εξουσία να ασκούν βία, να ξέρουμε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι είναι ψυχολογικά ικανοί να το κάνουν;

    Όχι. Δεν το κάναμε.

    Είναι καλύτερος ο κόσμος μετά από αυτό;

    Όχι, δεν είναι.

    Η 13χρονη πέθανε επειδή η μητέρα της βρέθηκε να χρησιμοποιεί μία συσκευή που ήταν επικίνδυνη. Εμείς την αναγκάσαμε να την χρησιμοποιεί, γιατί δεν της δώσαμε (ως κοινωνία, ως κράτος) καμία νόμιμη εναλλακτική όταν μπήκε το κρύο, ούτε καν να έχει ελάχιστη δυνατότητα να ζεστάνει το παιδί της, ή ένα πιάτο φαϊ, χωρίς αυτό να καταστεί εν δυνάμει επικίνδυνο. Διορθώσαμε αυτήν την παράλειψή μας; Φέραμε στα ίσα αυτήν την αδικία; Αλλαξαμε την διαδικασία ώστε να μην παγώνουν οι άνθρωποι και να έχουν ΟΛΟΙ, ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ το ελάχιστο ρεύμα, νερό, και φαγητό;

    Όχι. Δεν το κάναμε.

    Είναι καλύτερος ο κόσμος μετά από αυτό;

    Όχι, δεν είναι.

    Ο Νέλσον Μαντέλα έγινε ίνδαλμα για πολλούς ανθρώπους, πολεμώντας τον ρατσισμό, την κατηγοριοποίηση των ανθρώπων, για τα ανθρώπινα δικαιώματα – και φυλακίστηκε, άδικα, γι’ αυτό. Εμείς, κρατάμε ακόμα ανοιχτές ΣΗΜΕΡΑ τις Αμυγδαλέζες, με ανθρώπους φυλακισμένους αποκλειστικά και μόνο επειδή μπήκαν “παράνομα” στην χώρα – ενώ αυτό αποτελεί παράβαση διεθνών κανονισμών που τονίζουν ξεκάθαρα ότι αυτό δεν αποτελεί λόγο κράτησης, φυλακίζοντας ανθρώπους για πάνω από έξι μήνες χωρίς προαυλισμό (απλώς και μόνο γιατί δεν έχουμε αρκετό προσωπικό) και αναγκάζοντας προϊσταμένους εισαγγελίας εφετών να μιλούν για ντροπή, και κατάφωρη παραβίαση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

    Όχι μόνο δεν κάναμε αυτά που πρέπει, εδώ επιμόνως κάνουμε τα ακριβώς αντίθετα.

    Έχω μία απορία:

    Είμαστε ειλικρινείς όταν στεναχωριόμαστε, ή είμαστε ειλικρινείς όταν δεν αλλάζουμε αυτά που προκαλούν αυτά που μας στεναχωρούν;

    Πότε λέμε ψέματα; Πότε είμαστε υποκριτές;

    Γιατί στον φυλακισμένο δεν μπορούμε να του πούμε “ξέρεις, λυπάμαι για τον Μαντέλα”, γιατί θα μας πει ΚΑΙ ΕΓΩ; ΕΙΜΑΙ ΤΩΡΑ, ΕΔΩ, ΖΩΝΤΑΝΟΣ, ΚΑΙ ΑΔΙΚΟΥΜΑΙ, αν λυπάσαι, ΑΠΕΝΕΙΜΕ ΜΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ!”

    Στην οικογένεια της γιαγιάς και της εγγονής στο Κορδελιό δεν μπορούμε να της πούμε “λυπάμαι για την Σάρα” γιατί θα μας πει “ΚΑΙ ΕΓΩ; ΠΑΓΩΝΩ ΣΤΟ ΚΡΥΟ ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ, αν λυπάσαι, ΒΟΗΘΗΣΕ ΜΕ ΝΑ ΣΩΘΩ!”

    Στον άνθρωπο που του ανοίγουν το κεφάλι στο Σύνταγμα ενώ φωνάζει “μη με χτυπήσεις” δεν μπορούμε να του πούμε “λυπάμαι που ο αστυνομικός άσκησε αδικαιολόγητη βία” γιατί θα μας πει “ΚΑΙ ΕΓΩ; ΒΟΗΘΗΣΕ ΜΕ ΝΑ ΔΙΑΔΗΛΩΣΩ ΕΙΡΗΝΙΚΑ, αν λυπάσαι, ΠΡΟΣΤΑΤΕΨΕ ΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΧΥ ΤΟΥΣ!”

    Προσωπικά, δεν έχω άμεσο πρόβλημα με αυτούς που λένε “καλά έπαθε ο μολοτοφόρος”, “την ηλίθια την μάνα σκότωσε το παιδί της”, ή “ψόφος στον αράπη”. Είμαστε απέναντι εμφανώς, δεν κρύβονται. Δεν θα λύσουν τις Αμυγδαλέζες, θα φτιάξουν και άλλες. Δεν θα αφοπλίσουν τους ανίκανους αστυνομικούς, θα τους δώσουν μεγαλύτερη εξουσία. Δεν θα δώσουν ρεύμα στους φτωχούς, θα κόψουν από περισσότερους. Δεν θα απονείμουν δικαιοσύνη, δίκαιο θα είναι μόνο το χρώμα του δέρματος, και το χρήμα στις τσέπες.

    Δεν περιμένω από αυτούς να αλλάξουν τον κόσμο.

    Αναρωτιέμαι όμως, για εμάς που στεναχωριόμαστε. Για εμάς που νοιαζόμαστε, λίγο ή πολύ. Για εμάς που έχει σημασία να μην αδικείται ο άλλος απλώς γιατί είναι ξένος, που έχει σημασία να μην παγώνει από το κρύο ο φτωχός, ή να μην βγάζει τα προσωπικά του ο ένστολος γιατί έλαχε να κουβαλάει μαζί του κουμπούρι ή δακρυγόνο, ή βόμβα κρότου-λάμψης.

    Από αυτούς που μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, από αυτούς περιμένω πολλά.

    Μου φαίνεται σαφές ότι θα φτωχύνουμε εμείς περισσότερο για να έχουν οι φτωχοί λίγο ρεύμα μέσα στην ημέρα. Μου φαίνεται σαφές ότι θα κλείνει περισσότερο η Αθήνα, ή ότι θα “μαυρίζει η εικόνα μας στο εξωτερικό” γιατί θα δίνουμε την ελευθερία να γίνονται περισσότερες πορείες διαμαρτυρίας, αντίδρασης και αγώνα – χωρίς το ξύλο, τα δακρυγόνα, και τις “προληπτικές προσαγωγές” σε αθώους. Μου φαίνεται σαφές ότι θα πρέπει να κοντραριστούμε με όποιο τίμημα με την Ευρώπη για να αρθεί η υποχρέωσή μας με το Δουβλίνο 2 “όποιος μπήκε από την Ελλάδα, επιστρέφει στην Ελλάδα” – ώστε να μην κρατάμε, άδικα και παράνομα, φυλακισμένους σε κλουβιά ζώων, ή να χάσουμε κάτι ακόμα από την οικονομία μας ως πολίτες, αν χρειάζεται, ώστε οι φυλακισμένοι μας να έχουν αρκετό προσωπικό για να χωριστούν σε κατηγορίες με βάση το έγκλημά τους, και να βλέπουν τον ήλιο της αυλής της φυλακής καθημερινά, και να μην στερούνται βασικά ανθρώπινα δικαιώματα..

    Έμενα πάντως, μου φαίνεται σαφές. Δεν είναι ένα τίμημα που ηρωικά θα πληρώσω, είναι ένα διαρκές λάθος μου, που επιβάλλεται να διορθώσω άμεσα. Και μου φαίνεται πολύ ξεκάθαρο ότι δεν μπορώ να στεναχωριέμαι για τα αποτελέσματα αυτών των ενεργειών μου, αλλά όχι για τις ενέργειες που οδήγησαν εκεί.

    Και το ερώτημά μου, ένεκα της ημέρας είναι ξεκάθαρο λοιπόν:

    Πότε είμαστε ειλικρινείς;

    Γιατί και έτσι, και αλλιώς δεν γίνεται.

    Βολεύει, βέβαια, αλλά δεν γίνεται.

    Διάβασε:

    Οσον αφορά την Υποδιεύθυνση Μεταγωγών Δικαστηρίων Θεσσαλονίκης, εκεί, κ. υπουργέ, η κατάσταση είναι θλιβερή και επιεικώς απαράδεκτη. Οι συνθήκες κράτησης, μη συνάδουσες προς το νομικό πολιτισμό και τις πολιτισμικές μας αρχές, δεν εξασφαλίζουν τα ελάχιστα όρια αξιοπρεπούς διαβίωσης» αναφέρει ο εισαγγελέας, επισημαίνοντας ότι «οι κρατούμενοι συνωστίζονται, 15 και 20 άτομα, σε θαλάμους 9 κλινών, χωρίς καμία διάκριση σε ανήλικους και ενήλικους, υπόδικους και κατάδικους, τοξικομανείς, δράστες οικονομικών εγκλημάτων και αδικημάτων με ιδιαίτερη ποινική απαξία».

    Τα ίδια ακριβώς ισχύουν για τους χώρους κράτησης αλλοδαπών και όλα τα κρατητήρια των Αστυνομικών Τμημάτων του Νομού Θεσσαλονίκης, όπου κρατούνται καθημερινά γύρω στα 350 άτομα, κατά μέσον όρο. Η κράτηση μπορεί να φτάσει και τους 9 μήνες, αναφέρει ο κ. Γιαννάκης, τονίζοντας ότι η συγκεκριμένη κατάσταση, εκτός των άλλων, εγκυμονεί και σοβαρούς κινδύνους για την υγεία.

    «Το απάνθρωπο και παντελώς απαράδεκτο όμως είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί, επειδή τα καταστήματα κράτησης δεν διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή, επί πέντε και έξι μήνες δεν προαυλίζονται, που σημαίνει ότι καθ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα δεν βλέπουν ήλιο» σημειώνει.

    Διάβασε:

    Μαζί μας ήταν μια οικογένεια, ένα ανδρόγυνο με δύο κόρες. Ο άντρας είπε στους αστυνομικούς: «Βοηθήστε μας, έχω την οικογένειά μου μαζί». Ορκίζομαι στο Θεό, δεν έχω ξαναδεί στη ζωή μου άνθρωπο να τρώει τόσο ξύλο. Τον έριξαν κάτω και του πατούσαν το κεφάλι, τον κλοτσούσαν, τον χτυπούσαν με τη λαβή του όπλου. Αυτό κράτησε μισή ώρα. Επειτα άρχισαν να κλοτσάνε τη γυναίκα. Υστερα πήραν γυμνά καλώδια και τους χτυπούσαν μ’ αυτά. Ορκίζομαι, ήταν Ελληνες αστυνομικοί. Τότε, άρχισαν με μας. Μας χτυπούσαν τον έναν μετά τον άλλο μέχρι που έφτασαν τα αυτοκίνητα.

    ~

    Σου μιλάω πολύ σοβαρά, θέλω να ξέρω τι σκέφτεσαι. Σου ζητάω να πας όταν διαβάσεις αυτό το κείμενο στο τέλος, να αφήσεις ένα σχόλιο, και να μου πεις, και εμένα και εσένα, τι έχεις να χάσεις. Θα σου πάρει μόλις ένα λεπτό, η μόνη δυσκολία ίσως είναι να είσαι ειλικρινής.

    Πες μου, τι έχεις να χάσεις;

    Γιατί δυσκολεύομαι να καταλάβω γιατί δεν ανατρέπουμε αυτήν την κατάσταση. Οι φυλακισμένοι είναι έξι μήνες χωρίς να δουν ήλιο, λέει ο προϊστάμενος της εισαγγελίας εφετών. Εξι μήνες χωρίς ήλιο. Από τότε που το ειπε, πέρασε μισός μήνας χωρίς να γίνει τίποτα. Άλλες δεκαπέντε ημέρες προστέθηκαν λοιπόν στις εκατόν πενήντα μέρες που μικροί, μεγάλοι, βιαστές, οικονομικοί εγκληματίες, πρεζάκιδες και άνθρωποι που απλώς περιμένουν την δίκη τους, είναι όλοι στιβαγμένοι επειδή δεν εχουμε αρκετούς υπαλληλους, και δεν-βλέπουν-ήλιο.

    Δεν μπορώ να το κάνω μόνος μου. Δεν ξέρω πως. Μα όταν διαβάζω ότι τους μαστιγώνουν στα σύνορα με καλώδια, ξεφουσκώνουν τις βάρκες για να πνιγούν, όταν διαβάζω ότι τους έχουν στοιβαγμένους σε κοντέινερ χωρίς δροσιά κάτω από τον ήλιο για ημέρες, ή τους δίνουν σάπια κρουασάν, όλο αυτό με πνίγει.

    Πες μου τι θέλεις να κάνουμε. Πες μου τι σκέφτεσαι. Δεν έχει να κάνει ούτε με τους “φρουρούς”, ούτε με τους διοικητικούς προϊσταμένους τους, ούτε με τους πολιτικούς προϊσταμένους τους, ούτε με την κυβέρνηση, ούτε με τον θεό τον ίδιο:

    Άνθρωποι βασανίζονται, σήμερα, με χίλιους τρόπους, δίπλα μας.

    Εγώ, γράφω. Αυτό ξέρω να κάνω. Να σκέφτομαι και να εξωτερικεύω τις σκέψεις μου. Να μοιράζομαι την οργή μου. Αυτό μπορώ, να εκτίθεμαι. Κουράστηκα όμως, δεν ξέρω πια αν αρκεί. Σε ένα παράλληλο σύμπαν, αν ένας προστάμενος εισαγγελείας εφετών κάνει δύο φορές καταγγελία, την δεύτερη δημόσια, και έχει ξεχαστεί την τρίτη ημέρα, ο γραπτός ή ο προφορικός λόγος του μαλάκα του αρκούδου δεν θα αλλάξει απολύτως τίποτα.

    Απολύτως τίποτα.

    Και οι άνθρωποι θα μαστιγώνονται, θα τους κλέβουν, θα τους φυλακίζουν χωρίς ήλιο, θα στοιβάζουν νεαρά παιδιά με βιαστές, θα τους εξαφανίζουν, θα τους σκοτώνουν, θα τους πνίγουν.

    Δεν είμαι αρκετός. Δεν είμαι αρκετός να αλλάξω κάτι. Τίποτα άλλο εκτός από το μυαλό σου. Τίποτα περισσότερο από το να παραμερίσω ο,τι άλλο σε απασχολεί, και να σου ζητήσω να μοιραστείς μαζί μου ΜΙΑ ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ. Να ξέρω ότι δεν είμαι μόνος μου βρε αδελφέ. Ότι και άλλοι κάτι θα κάναμε, αλλά κάτι μας εμποδίζει.

    Μην το προσπεράσεις. Μην το κλείσεις, μην το αφήσεις έτσι, ασχολίαστο. Κατέβα κάτω. Σε παρακαλώ, θερμά. Κατέβα και άσε ένα σχόλιο. Κάτι διάβασες, θέλω να καταλάβω τι σου άφησε. Να ακούσεις την φωνή σου, να διαβάσεις την σκέψη σου.

    Γράψε μου τι κάνουμε. Και αν δεν το κάνουμε, γιατί.

    Να καταλάβω, τι. Τι έχουμε να χάσουμε.

    Τι μας κρατάει από το να το αλλάξουμε.

    Γι’ αυτούς, και για εμάς.

    Πρέπει να ανακαθορίσουμε λίγο το ποιος κάθεται σε ποια πλευρά, ανάλογα με τις πράξεις του, και όχι τους τίτλους που δίνει σ’ αυτές. Όταν η κυβέρνηση επικαλείται νομιμότητα για την #ert, με (παράτυπα χρησιμοποιούμενες) πράξεις νομοθετικού περιεχομένου που δεν έρχονται καν(!) στον απαιτούμενο προκαθορισμένο χρόνο στην βουλή για ψήφιση, με προσλήψεις χωρίς κανένα αξιόπιστο ή καθαρό πλαίσιο αξιολόγησης και παρακάμπτοντας τον ΑΣΕΠ, πριμοδοτώντας μάλιστα και την μόνιμη πρόσληψή τους(!), όταν οι αναθέσεις γίνονται απ’ευθείας(!) σε διαθέσιμους φίλους και κολλητούς για την λειτουργία της ΔΤ και όχι με ανοικτούς διαγωνισμούς, ανεξαρτήτως ποσού – τότε αυτοί που επικαλούνται την νομιμότητα, θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι υπηρετούν την παρανομία (ή, έστω, την έκδηλη παρατυπία).

    Και όταν «αυτοί» είναι το κράτος, αντιλαμβάνεσαι πόσο ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα.

    Σε συνδυασμό και με τα ανυπόστατα ψεύδη τους (για υπέρογκους μισθούς, οικονομικές ζημιές κλπ), τις αλλεπάλληλες κωλοτούμπες στον λόγο τους (δηλώσεις Κεδίκογλου όταν ήταν αντιπολίτευση, Βενιζέλου όταν διεκδίκησε καλύτερη θέση στην κυβέρνηση και την έξοδο Κουβέλη) και την ευθύνη τους για τα όσα όντως άσχημα που συνέβαιναν όταν ήταν οι ίδιοι στην κυβέρνηση (και καρπώνονταν με ψήφους και εξουσία στο πλαίσιο του «μαζί τα φάγαμε») βλέπει κανείς πόσο παράλογη είναι κάθε ελπίδα αυτός ο τόπος να στηριχθεί στην «νομιμότητα» και να προοδεύσει σε οτιδήποτε.

    Εγώ λοιπόν αρνούμαι να επιτρέψω να με τοποθετήσουν παράνομοι στην παράνομη πλευρά της συζήτησης για την ΕΡΤ. Και η ιστορία, αν δεν έχει ήδη κρίνει, θα κρίνει σύντομα ποιος από τους δύο είναι ψεύτης, υποκριτής και, κυρίως, παράνομος.

    Αν και θεωρώ ότι το έχει κάνει ήδη.

    Κάνει λίγο κρύο. Μιλάς, με τους φίλους σου. Είσαι σκοπιά, έχεις ευθύνη. Μπορεί να συζητάς πως τσάκισες στο ξύλο την προηγούμενη εβδομάδα έναν μετανάστη, ή πόσο δύσκολα περνάει η αδελφή σου, δεν ξέρω.

    Δεν νομίζω να μάθω ποτέ.

    Κάποιοι πλησιάζουν, ίσως φωνάζουν, δεν έχει ήχο εδώ που είμαι, έχει μόνο ασπρόμαυρα πίξελ. Κάποια από αυτά τα πίξελ ασπρίζουν πολύ. Πρέπει να κάνει θόρυβο, κάποιος να σε λέει φασίστα, ο φίλος σου στο πάτωμα, ίσως μυρίζει η σφαίρα, πολύς θόρυβος, τρομαχτικός, απότομος, εκκωφαντικός, γυρίζεις πλάτη, σαν για να αποφύγεις, είναι το πιο ενοχλητικό πράγμα που θα κρατήσω, μια απόλυτα παράλογη εικόνα, μετά σωριάζεσαι, δεν πρέπει να πόνεσες καθόλου, δεν πρέπει καν να άκουσες..

    ~

    Σιχαίνομαι τον φασισμό όσο ελάχιστα πράγματα στην ζωή μου. Την επιβολή, με την βία, την ανάδειξη του πιο ισχυρού με τα όπλα. Σιχαίνομαι τον ναζισμό, και κάθε ρατσισμό με την ίδια ένταση. Την θεωρία ότι κάποιοι άνθρωποι είναι ανώτεροι, και κάποιοι άλλοι είναι κατώτεροι. Και πάντα άλλοι είναι κατώτεροι από τον ρατσιστή, ανώτερος μόνο ο αρχηγός του, ο fuhrer του, ο καθοδηγητής του – αυτός που βολικά θα τον δείξει ανώτερο, σε άλλους.

    Τα σιχαίνομαι αυτά. Και δεν ξέρω αν ο πόνος μου, ο αληθινός, φυσικός μου πόνος, αυτός που ένιωσα όταν πεντέξι δειλοί ατιμώρητα χτυπούσαν τον Αυγουστίνο Δημητρίου, όταν έσκαγε μία βόμβα σακατεύοντας τα αυτιά του Μανώλη Κυπραίου, όταν άνοιγαν το κεφάλι του ανώνυμου «μην με χτυπήσεις» στο Σύνταγμα, όταν «σιωπούσαν» τον Μοδέστο Σιώτο, όταν μάθαινα ότι ένας νέος άνθρωπος με όνειρα για ζωή βρισκόταν κρεμασμένος απ’ το πατάρι του για να κρατηθεί ένα φοβερό μυστικό, όταν έσφαζαν έναν μετανάστη σε ένα ποδήλατο, όταν ο Χριστούλας ξαποσταίνει, για πάντα σε ένα δένδρο, χτυπώντας τον εαυτό του αντί για άλλους, όταν δολοφονούσαν την Κατερίνα Γκουλιώνη για να μην μιλάει πια, όταν έσταζε αίμα από το χέρι του καθηγητή με τον φάκελο στο Σύνταγμα, όταν πνιγόταν μία έγκυος σε μία τράπεζα απ’ τους καπνούς, όταν μάθαινα για την κοπέλα που απέβαλλε στην Κερατέα, όταν χαράκωναν το πρόσωπο του μετανάστη στην Βικτώρια, όταν έσβηνε ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος στην αγκαλιά των φίλων του, όταν το παιδί του Νίκολα Τόντι δεν θα τον γνωρίσει ποτέ, όταν η Κούνεβα κατάπινε βιτριόλι, όταν ο ΜΑΤατζής καιγόταν στο Σύνταγμα, ή όταν ο Παύλος Φύσσας, στην αγκαλιά της κοπέλας του, σταματούσε να τραγουδά – δεν ξέρω αν αυτός ο πόνος μου για δύο χρυσαυγίτες, που δέχονται δύο σφαίρες στο κεφάλι, με κάνει κάτι διαφορετικό από αυτό που νομίζεις, ίσως, τόσο καιρό ότι είμαι.

    Είδα την σκηνή, και δάκρυσα.

    Μπορεί να είμαστε σε πόλεμο, δεν ξέρω. Μπορεί. Μπορεί να είμαι ο αθώος αφελής νοικοκυραίος που δίνει συγχωροχάρτι στους φασίστες όταν τους εμφανίζει ανθρώπινους, να μυρίζουν το μπαρούτι και να τους τρυπά η σφαίρα, να τους κάνει αυτό που δεν πρέπει να γίνουν, να είμαι ο χειρότερος και από αυτούς, γιατί αυτοί είναι τίμιοι στο μίσος τους και γω, αφελώς, χώμα για να γίνουν και αυτοί «παιδιά» και όχι δολοφόνοι μεταναστών, όψιμοι ή μη -μπορεί.

    Αποδέχομαι ότι μπορεί να κάνω χειρότερο κακό, να εξυπηρετώ αυτό ακριβώς που μπορεί να ήθελαν οι δολοφόνοι τους, να τους λυπηθούν κάποιοι, να πουν «έλα μωρέ, άνθρωποι είναι και αυτοί», το πρώτο βήμα για την αποδοχή τους –

    – αλλά, έτσι είμαι εγώ, και μία σφαίρα με πονά, είτε πέφτει φαντάσου, στον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, δεκαπέντε χρονών αθώο παιδί, είτε πέφτει στον φρουρό γυμνασμένο, μνησίκακο στρατιώτη φασίστα της γειτονιάς. Με πονά το ίδιο. Δεν ξέρω να κάνω αλλιώς. Δεν ξέρω να μην πονάω. Μακάρι να είχα την πυγμή κάποιων που λένε «κρεμάλες στους φασίστες», μα δεν είμαι έτσι, και δεν ξέρω πως, αν μπορώ, και αν θα έπρεπε να είμαι έτσι.

    Και δεν μπορώ να μην σκέφτομαι ότι τους δύο νεκρούς, δεν τους σκότωσε ο φασισμός τους. Αν το δεχόμουν αυτό, θα δεχόμουν ότι τους μετανάστες τους σκότωσε η διαφορετική φυλή τους, ή το άλλο χρώμα τους, ή τους κομμουνιστές τους σκότωσε η ιδεολογία τους: τους δύο τους σκότωσαν δολοφόνοι. Άνθρωποι που με τα όπλα έγιναν πιο ισχυροί από τους άλλους, που με την βία διεκδίκησαν το όποιο δίκιο τους. Άνθρωποι που με μία σφαίρα στο κεφάλι, τερμάτισαν δύο ζωές.

    Ο Βαλιανάτος, έγραψε «απόψε είμαστε όλοι Χρυσαυγίτες». Καταλαβαίνω τι λέει, και ας είναι όσο πιο λάθος μπορεί να είναι άνθρωπος. Εγώ ντρέπομαι να γράψω κάτι τέτοιο, ντρέπομαι να γράψω ότι είμαι χρυσαυγίτης, ντρέπομαι να γράψω ότι θα πάρω το μέρος αυτών που μισούν, που τρέφονται από αυτό το μίσος, και από τον φόβο που προκαλεί.

    Δεν θα γίνω ποτέ χρυσαυγίτης. Ούτε «απλώς εθνικιστής», ούτε «απλώς έλληνας». Ποτέ.

    Μα, από ότι φαίνεται, και αυτό είναι μία αποκάλυψη και για τους δύο μας, και για σένα που διαβάζεις, και για μένα που θα πρέπει να προσπαθήσω να ξεχάσω τα ασπρόμαυρα πίξελ από την οθόνη μου, αναγνωρίζοντας ότι είμαι ίσως επικίνδυνος και αφελής, θα με πληγώνει βαθιά ο θάνατός τους, αληθινά και ειλικρινά, θα με πονάνε αυτές οι εικόνες, και θα νιώσω τις σφαίρες στο κορμί τους σαν να ήμουν εγώ το θύμα.

    Και, μετά λόγου γνώσεως, σχεδόν αναίσχυντα και θύτες και θύματα, όλοι θα γίνουν μία ταφή, και ένας πόνος, ανεξαρτήτως του ρόλου που έπαιξαν πριν. Και θα πονάνε, αν θες το πιστεύεις, το ίδιο.

    Δεν ξέρω άλλον τρόπο: σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα και δικαιοσύνη.

    Είναι τα μόνα αντιναζιστικά φάρμακα που ξέρω. Μπορεί να έχεις δίκιο, και να εξιλεώνω. Μακάρι να έχω δίκιο, και για τους δύο μας μακάρι, και να κερδίζεται, με αυτά, ο φασισμός.

    ~

    Σωριάζεσαι στο έδαφος. Δεν νιώθεις πια τίποτα. Κάποιος πάνω από το κεφάλι σου, με θυμό και οδύνη θα φωνάξει «Παναγία μου! Όχι Παναγία μου!». Θα χαθείς σε πίξελ μίας οθόνης που κοιτά αφ υψηλού, σαν θεός, σαν κριτής, βουβή και ασπρόμαυρη.

    Τι περίεργο τέλος, να τελειώνεις, εσύ, ασπρόμαυρα.

    ~

    Υ.Γ.: Τα blog είναι προσωπικές καταθέσεις. Δεν γίνεται αλλιώς, είναι όσο πιο εγωιστικά και εγωκεντρικά γίνεται. Σε τούτο το post δεν μοιράζομαι σκέψεις για παγκόσμια ειρήνη, ή τι κοινωνικά μαθήματα αφήνει σε όλους αυτό το γεγονός, αλλά πως βιώνω εγώ μία δολοφονία. Σε προλαβαίνω, λοιπόν: ναι, γύρω από μένα γυρίζει το ποστ. Και από την δική μου αλήθεια. Έτσι πάει, φίλε. Έτσι είναι τα προσωπικά ημερολόγια.

    Υ.Γ.: Με πολύ σκέψη, αφήνω τα σχόλια ανοικτά. Δεν θέλω αυτό το ποστ να γραφτεί χωρίς αντίλογο. Μα να κάνουμε μία συμφωνία: αν είσαι θυμωμένος, ασ’ τους απέξω. Για μένα γράψε ο,τι θες. Γι’ αυτούς τους δύο, όχι τώρα, και όχι εδώ.

    Υ.Γ.: ο @auzenakos στο περιοδικό Unfollow διαφωνεί. Καλό είναι να διαβάσετε και την δική του άποψη.

    Φαντάσου το, λίγο, αν θες:

    Σε μία πόλη της Ελλάδας, ένας άνθρωπος ετοιμάζεται να χάσει το σπίτι του. Έχει μπει κατασχετήριο, για χρέος.

    [Αυτό, για κάποιους ανθρώπους, είναι λογικό, και φυσικό]

    Κάποιοι συμπολίτες του, του συμπαραστέκονται, αντιδρούν, φωνάζουν. Ενημερώνουν άλλους, τοπικές οργανώσεις και κομματικές οργανώσεις (το ΠΑΜΕ, αν δεν κάνω λάθος) του συμπαραστέκονται, κάνουν φασαρία, και απ’ ότι λέει ο ίδιος, χάρη στην βοήθειά τους, η κατάσχεση αναβάλλεται (ή ακυρώνεται)

    [Αυτό, για κάποιους ανθρώπους, είναι, αδιακρίτως, βία]

    Το χρέος που έπρεπε να πληρώσει είναι της τάξης των 230 ευρώ. Η εταιρία που ζητάει αυτό το ποσό, είναι η εταιρία παροχής υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας, Wind.

    Το παίρνουν λοιπόν χαμπάρι κάποιοι τουητεράδες, και αρχίζουν το κράξιμο, επικοινωνώντας την ιστορία, αναρωτώμενοι αν ισχύει, και ποια η θέση της εταιρίας.

    [Αυτοί, για κάποιους ανθρώπους, έχουν μόλις συστήσει εγκληματική οργάνωση]

    Η εταιρία απαντά επισήμως αρνητικά,

    αλλά η διαρκώς αυξανόμενη πίεση, οδηγεί την εταιρία να αναθεωρήσει την αρχική της δήλωση.

    Πράγματι, η κατάσχεση του σπιτιού για 230 ευρώ πήγε να γίνει, η εταιρία ισχυρίζεται ότι έγινε εκ παραδρομής, και ότι η ίδια δεν είχε, ούτε θα έχει στο μέλλον καμία τέτοια πρόθεση. Για να μην αντιμετωπίσει ο άνθρωπος επιπλέον κανένα πρόβλημα, η εταιρία διαγράφει το -έτσι και αλλιώς, ευτελές- χρέος του.

    Ως εδώ λέω στοιχεία; Καθαρά, και όσο το δυνατόν πιο αμερόληπτα;

    Ναι;

    Πάμε τώρα στην σκέψη μου.

    ~

    Ας υποθέσουμε ότι η εταιρία είναι ειλικρινής. Ας υποθέσουμε (υπάρχουν ενστάσεις για το αντίθετο, θα αποδειχθεί πιστεύω ποιος έχει δίκιο, αλλά ας ΥΠΟΘΕΣΟΥΜΕ) ότι το δικηγορικό γραφείο έδρασε αυτοβούλως, διότι έτσι κατάλαβε ότι έπρεπε να κάνει, και ότι ο πελάτης εταιρία δεν είχε όντως τέτοια πρόθεση.

    Αν δεν γινόταν ο χαμός, ο άνθρωπος αυτός θα έχανε το σπίτι του. Είναι τόσο απλό: θα έχανε το σπίτι του. Για 230 ευρώ, ΚΑΙ ΕΝΩ Η ΕΤΑΙΡΙΑ (υποθέτουμε, ε; μην μου θυμώσεις γι’ αυτό) ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΤΕΤΟΙΑ ΠΡΟΘΕΣΗ, ο άνθρωπος θα έχανε το σπίτι του.

    Δεν σου λέω -πρόσεξε!- δεν σου λέω είναι δική μου θέση ότι είναι γελοίο, αν όχι εγκληματικό να σου κατάσχουν το σπίτι για τόσο ευτελές ποσό, δεν το λέω εγώ: η ίδια η εταιρία το λέει. Η ίδια η εταιρία λέει ότι δεν θέλει κατασχέσεις, πόσο δε μάλλον για 230 ευρώ.

    Ξέρεις τι καταλαβαίνω εγώ;

    Όσο ποινικοποιείται η αντίδραση, τόσο ο παραλογισμός θα εγκαθίσταται δίπλα μας. Σαν το ανέκδοτο με τις μπανάνες, θα αφήνουμε να βρέχεται αυτός που πάει να την φάει, και μετά θα τον χτυπάμε κιόλας, μόνοι μας – χωρίς καν να ξέρουμε γιατί: απλώς, γιατί έτσι πρέπει.

    Και για μένα είναι η καλύτερη ιστορία για να σκεφτώ μία εξαίρεση όπου κανείς δεν ήθελε να γίνει μία συγκεκριμένη διαδικασία, αλλά παραλίγο να μην επέμβει κανείς, και να γίνει τελικά, μόνο και μόνο γιατί όλοι μένουμε στο χέσε την λογική, υπάρχουν κανόνες.

    Υπόψιν, δεν το χρησιμοποιώ σαν επιχείρημα υπέρ της βίας. Αυτά που έγιναν στις Σκουριές πχ έχουν δύο, κατ’ εμέ διακριτές κατηγοριοποιήσεις: Άλλο να γίνει επίθεση με κουκούλες και να καούν πέντε φορτηγά, και εντελώς άλλο να κάνουν συγκεντρώσεις οι κάτοικοι, να ενημερώνουν για το πρόβλημά τους, να επικοινωνούν τις θέσεις τους όπως μπορούν, να τους ταράσσουν στην νομιμότητα, αν χρειαστεί.

    Σκέφτομαι μόνο τι θα γίνει αν, αποδειχθεί ότι όντως η περιβαντολογική καταστροφή είναι η μισή έστω από αυτήν που περιγράφουν.

    Δεν θα κάνω παραλληλισμούς με το 1821 ή την γέφυρα του Γοργοποτάμου. Θα το αποφύγω, όχι γιατί δεν ταιριάζει, αλλά γιατί άλλοι μπορούν να το υποστηρίξουν καλύτερα από ‘μένα. Απλώς σκέφτομαι, εγώ, που έχω ταχθεί καθαρά ενάντια στην βία, ότι αυτές οι εξαιρέσεις είναι ένα καλό μάθημα κατά των αφορισμών.

    Και μας δείχνουν ότι, το λιγότερο που μπορώ να σκεφτώ, οφείλουμε εμείς (ως κοινωνία, ως δικαστικό σύστημα, ως οικονομική αρχή) να είμαστε πολύ βέβαιοι για ότι πάμε να κάνουμε, και ο κόσμος που ενδιαφέρεται, και αντιδρά στις αποφάσεις μας, να έχει ένα πεδίο δράσης ικανό, να μας αποτρέψει να ασκήσουμε εμείς βία ακόμα και όταν είμαστε, θεωρητικά, πλήρως εντός των κανόνων που θεσπίσαμε, και που με δεύτερη σκέψη προφανώς αντιλαμβανόμαστε.

    Με δυο λόγια; Ας ακούσουμε αυτούς που αντιδρούν. Ακόμα και αν νομίζουμε ότι κάνουν τελείως λάθος, ακόμα και αν είμαστε σίγουροι ότι είμαστε σωστοί, ακόμα και αν όλοι οι νόμοι είναι με το μέρος μας, ας δώσουμε στην διαφωνία χρόνο, φωνή, ασφάλεια να εκφραστεί.

    Ας επικοινωνήσουμε εμείς οι ίδιοι την διαφωνία τους. Ας τους δώσουμε εμείς οι ίδιοι βήμα να μιλήσουν, δυνατότητα να αντιδράσουν, ακόμα και αν ξεπερνούν κάποια όρια στον εκνευρισμό τους – είμαι σίγουρος ότι δεν θα το κάνουν, αν κάτσουμε λίγο να ακούσουμε τι λένε, πριν βάλουμε ταμπέλες και αντιδράσουμε με την δική μας, σαφώς ισχυρότερη βία.

    Είναι πολύ πιθανόν να είναι για το συμφέρον μας.

    Να μας γλυτώσει από τον κακό εαυτό μας.

    Πριν από όλα, να εξηγηθούμε. Είμαι φίλαθλος, συμπαθώ κάνω κέφι να βλέπω Ολυμπιακό. Αν θέλεις να το πιστέψεις ότι θα έγραφα ακριβώς τα ίδια, ούτε χειρότερα, ούτε καλύτερα, και αν ήταν ο Ολυμπιακός στους κερδισμένους, θαυμάσια, συνέχισε να διαβάζεις. Αν δεν θέλεις να πιστέψεις, κανένα πρόβλημα, μια χαρά, αλλά μην σε κρατάω και τρώω την ώρα σου και σε εκνευρίζω, υπάρχει και άλλο περιεχόμενο, αλλού, καλή συνέχεια. Ναι; Ναι.

    Διαβάζω την ανακοίνωση:

    Κατά πλειοψηφία εγκρίθηκε ο Προϋπολογισμός της Περιφέρειας Αττικής για το έτος 2014, στη σημερινή Συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου.

    Μαζί με τον Προϋπολογισμό ψηφίστηκε και το Πρόγραμμα Εκτελεστέων Έργων της Περιφέρειας Αττικής, το οποίο περιλαμβάνει 519 έργα, συνολικού προϋπολογισμού 399.923.982 ευρώ, εκ των οποίων διατίθενται:

    7,0 εκ. ευρώ για την ανάπλαση του χώρου του γηπέδου του Παναθηναϊκού στη Λ. Αλεξάνδρας
    Επίσης, στο Πρόγραμμα Εκτελεστέων Έργων περιλαμβάνονται πιστώσεις για τα εξής έργα:

    17,5 εκ. ευρώ για το κλειστό Γήπεδο μπάσκετ του Πανιωνίου στη Ν. Σμύρνη
    2,9 εκ. ευρώ για την ανακατασκευή του Κλειστού Γηπέδου «Καπαγέρωφ» στον Πειραιά
    2,5 εκ. ευρώ για την ανακατασκευή του Γηπέδου του Εθνικού Πειραιά
    Η χρηματοδότηση των έργων θα γίνει από πόρους της Περιφέρειας Αττικής.

    Ο Περιφερειάρχης Αττικής, Γιάννης Σγουρός, δήλωσε:

    «Ο Προϋπολογισμός και το Πρόγραμμα Εκτελεστέων Έργων έχουν έντονο αναπτυξιακό χαρακτήρα και στηρίζουν την προσπάθεια που γίνεται για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και για την ανάπτυξη στην Αττική.

    Όπως είναι γνωστό, τα αθλητικά έργα δεν είναι επιλέξιμα από το ΕΣΠΑ. Για το λόγο αυτό χρηματοδοτούμε με δικούς μας πόρους αθλητικές υποδομές. Σε αυτή την εποχή που η νέα γενιά αισθάνεται απογοητευμένη, οφείλουμε να της δώσουμε προοπτική και διέξοδο».

    Σ’ αυτά τα χρήματα δεν περιλαμβάνονται τα 20 εκατομμύρια ευρώ που ο Περιφερειάρχης διέθεσε στην ΑΕΚ για το γήπεδό της.

    Μισό λεπτό, να πάρω μία ανάσα.

    Όχι, άστο, δεν αρκεί μισό λεπτό. Δεν αρκεί μία ανάσα. Δεν φτάνει για να ηρεμήσω.

    Με πνίγει κάτι, το δίκιο απέναντι στο παράλογο, όχι το δίκιο, δεν το λέω καλά, μπορεί να μην έχω δίκιο. Αλλά κάτι με πνίγει, κάτι με φρακάρει, δεν μπορώ να σκεφτώ καθαρά.

    Τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ, για έργα κυρίως αθλητισμού και αναπλάσεων, για τον επόμενο χρόνο.

    Αθλητισμού και αναπλάσεων.

    Αποκλειστικά από αυτοχρηματοδότηση, γιατί ΕΣΠΑ δεν παίζει ΣΕ ΤΙΠΟΤΑ ΑΠΟ ΑΥΤΑ.

    Ψυχραιμία.

    Θα το γράψω όσο πιο ήρεμα μπορώ, όπως έκανα και εχθές. Πιστεύει κάποιος, και να το μοιραστεί μαζί μου, ότι έχει καμία λογική αυτό το πράγμα;

    Εγώ βλέπω ανθρώπους να χάνουν άδικα πράγματα που δικαιούνται. Συντάξεις, παροχές – όχι αδικίες, πχ παροχές σε τυφλούς που δεν ήταν, μιλάω για συντάξεις πληρωμένες από χρόνια δουλειάς, για χαράτσια πολλαπλώς ήδη πληρωμένα, για φόρους σε φόρους που συνεχίζονται, για εισιτήρια εισόδου σε νοσοκομεία που ήδη έχουν πληρωθεί από τις ασφαλιστικές μας εισφορές, για ανθρώπους που δεν έχουν πια πρόσβαση σε κράτος πρόνοιας, για ανθρώπους που ψάχνουν σε σκουπίδια, που δεν έχουν να πληρώσουν το νοίκι, ή την θέρμανση, για ανθρώπους που φορολογούνται μόνο και μόνο γιατί αντέχουν να πάρουν ένα γάλα ημερησίως και ένα καρβέλι ψωμί, για ανθρώπους που δεν βγαίνουν, πια.

    Είναι αδίκως χαμένα αυτά, δεν μιλάω για προνόμια, και πέντε μισθούς, μιλάω για τον συνταξιούχο που πλέον παίρνει λιγότερα χρήματα, έχασε το επίδομα 13ου-14ου, του κόβεται μαχαίρι το εφάπαξ, ενώ τα είχε πληρωμένα όλα αυτά, χρόνια, από την δουλειά του.

    Πολλοί έχασαν, τώρα όμως μιλάω για όσους ΑΔΙΚΗΘΗΚΑΝ. Αποκλειστικά.

    Το έχουν παραδεχθεί ΟΛΟΙ οι πρωθυπουργοί μέχρι τώρα, ΟΛΟΙ οι υπουργοί οικονομικών, δεν είναι τσάμπα τα λόγια, πληρώνονται κάπου στην γωνία, σε περιμένουν και τα βρίσκεις μπροστά σου, πληρώνονται οι ατάκες, το έχουν παραδεχθεί ΟΛΟΙ ότι «ο κόσμος κάνει θυσίες», ο κόσμος θυσιάζεται, και όχι αυτοβούλως – να το συζητήσουμε αν θες, αλλά δεν νομίζω, όχι αυτοβούλως.

    Και έχει η περιφέρεια Αττικής τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ. Τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ. Για «αναπτυξιακά έργα αθλητικής υποδομής», κυρίως. Για έναν χρόνο. Όχι σε πλαίσιο δεκαετίας, ξέρω γω, για έναν χρόνο – μέχρι το 2014.

    Θα έρθεις και θα μου πεις «μα αυτά είναι της περιφέρειας, η περιφέρεια δεν δίνει συντάξεις, ΑΥΤΗ είναι η δουλειά της».

    Άκου τι σκέφτομαι.

    Ο λόγος που το ΙΚΑ ΠΗΡΕ ΔΑΝΕΙΟ για να πληρώσει συντάξεις, και το κάθε ΙΚΑ είναι μέσα μέχρι τα μπούνια, είναι γιατί δεν έχει πια λεφτά.

    Δεν έχει πια λεφτά, κυρίως για δύο πολύ συγκεκριμένους λόγους.

    Ένα, η κακοδιαχείριση. Δύο, τα κρατικά ομόλογα.

    Δεν έχει άλλο. Ένα η κακοδιαχείριση, δύο τα ομόλογα. Αλλά για να αγοράσεις ομόλογα, πρέπει να έχεις χρήματα, άρα η κακοδιαχείριση ΕΠΕΤΑΙ, δεν είναι πρώτη, γιατί χρήματα να αγοράσεις ομόλογα ΕΙΧΕΣ, οπότε βάζω τα ομόλογα πρώτα.

    Και τα ομόλογα, κουρεύτηκαν.

    Και μαζί με αυτά, κουρεύτηκαν τα αποθεματικά των ταμείων, και μαζί με αυτά φτάσαμε να είναι μείον, πολύ μείον, να είναι προς διάλυση, και πλήρωνε εσύ μαλάκα συνταξιούχε τόσα χρόνια τα τριπλά σε ένσημα από τον διπλανό σου, τα ίδια και λιγότερα θα πάρετε και οι δυο. (χώρια τι έπαθαν οι ιδιώτες, το κράτος λέμε τώρα).

    Έχει καμία λογική; Για τον τεχνοκράτη, έχει. Σου λέει, κρατικά ομόλογα είναι, αποθεματικό υπήρχε, πρέπει να στηριχθεί η κυβέρνηση, το κράτος, ποιος άλλος θα το στηρίξει; να χρωστάμε στους ξένους;

    Άρα, μία τσέπη είμαστε, μία τσέπη έχουμε, όλοι για το κοινό συμφέρον. Από τα ασφαλιστικά ταμεία, στα χρέη, στις τράπεζες. Όλοι για το κοινό συμφέρον.

    Όλοι; όχι όλοι. Όχι όλοι γιατί οι συντάξεις και η ασφάλιση συμμετέχουν, περισσότερο από όσο μπορούν, και στην περιφέρεια ΠΕΡΙΣΣΕΥΟΥΝ ΤΕΤΡΑΚΟΣΙΑ ΕΙΚΟΣΙ ΕΚΑΤΟΜΜ…

    ψυχραιμία.

    Δεν ξέρω ποια είναι και από που τα έσοδα της περιφέρειας. Την λέω την αμαρτία μου – δεν ξέρω. Αλλά έχει έσοδα. Ζεστό χρήμα. Έσοδα που δημιούργησαν αποθεματικό ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ τετρακοσίων είκοσι εκατομμυρίων. Κάποιος τα έδωσε. Κάπως τα έδωσε. Κάποιοι, εν μέσω κρίσης, πλήρωσαν στην περιφέρεια τόσα, ώστε να περισσέψουν και τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ. Ποιοι; Η περιφέρεια δεν κάνει μπίζνες με το εξωτερικό. Κονδύλια ΕΣΠΑ και λοιπά ΔΕΝ είναι, γιατί αυτά τιμολογούνται ανα έργχαχαχαχα – συγνώμη, ανά έργο, ελεγχόμενα, άρα δεν «περίσσεψαν» από εκεί. Όσο ξέρω δεν εξάγει τίποτα η περιφέρεια, άρα δεν είναι ξένο χρήμα. Ελληνικό είναι.

    Στερήθηκε, η ελληνική αγορά, με κάποιον τρόπο, όποιον θες, τα προπά, οι φόροι, δεν ξέρω, τόσα χρήματα, ώστε να περισσέψουν τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ.

    Το διανοείσαι;

    Συγνώμη, σοβαρά σε ρωτάω, το διανοείσαι; Καταλαβαίνεις τι λέμε; Δεν στο λέω επικριτικά ρε αδελφέ, αν καταλαβαίνεις ρωτάω, γιατί εγώ το φοβάμαι το εγκεφαλικό, και δεν καταλαβαίνω, και δεν το ανέχομαι κιόλας, δεν ανέχομαι να ψάχνουν έξω από τα σκουπίδια μίας καλοβαμμένης και με νέες αστραφτερές κολώνες μίας ιδιωτικής Λεωφόρου, μίας ιδιωτικής Νέας Φιλαδέλφειας, ενός ιδιωτικού Καραΐσκάκη, το καταλαβαίνεις;

    Μπορείς να με καταλάβεις;

    Η αθλητική ανάπτυξη που θα γίνει θέσεις εργασίας και αναβάθμιση της περιοχής, είναι το πιο πρόστυχο, το πιο θρασύ που μπορώ να ακούσω αυτές τις ημέρες, το καταλαβαίνεις; Πάει ο νους σου;

    Καταλαβαίνεις τι λένε;

    Γιατί εγώ μπορώ να δεχθώ, και ότι τα γήπεδα είναι σε άθλια κατάσταση, και ότι οι περιοχές, πχ της Νέας Φιλαδέλφειας έχουν υποβαθμιστεί από την έλλειψη του γηπέδου, και ότι πρέπει να γίνουν αθλητικά έργα, όλα αυτά, μπορώ να τα καταλάβω. Ότι υπάρχει λόγος να πάνε εκεί, μπορώ να το καταλάβω.

    Αλλά μου έχουν ζητήσει να καταλάβω, ότι ο παππούς θα πάρει 300 ευρώ λιγότερα τον μήνα. Κατάλαβέ μας, μου είπαν, δεν γίνεται αλλιώς. Ότι στην αγορά δεν μπορεί να πέσει νέο χρήμα. Κατάλαβέ μας, δεν γίνεται αλλιώς. Ότι δεν υπάρχει πια έξτρα χρήμα τον Δεκέμβρη και το Πάσχα να δουλέψει η αγορά. Κατάλαβέ μας μου είπαν, δεν γίνεται αλλιώς. Τα έχουν πληρώσει, το ξέρουμε, τους κλέβουμε, αλλά κατάλαβέ μας, δεν γίνεται αλλιώς. Θα επιτρέψουμε σε μία εταιρία που ξεφτίλησε κάθε έννοια συντάγματος, ηθικής, δικαιοσύνης γιατί θα μας δώσει εκατό εκατομμύρια και μαθήματα καθαρής επιχειρηματικής τακτικής, γιατί δεν γίνεται αλλιώς, δεν αντέχουμε να ζημιωθούμε.

    Δεν γίνεται αλλιώς;

    Πως γίνεται να μπαίνουν λεφτά για να χτίσει και να αναβαθμίσει ένα γήπεδο ένας ιδιώτης, αλλά όχι στις συντάξεις; Πως γίνεται; Θα μου το εξηγήσεις; Το «δεν είναι για αυτήν την δουλειά», το εμπεδώσαμε, ένα κράτος, μία τσέπη, χαθήκανε για άλλες δουλειές τα λεφτά, να μπουν από αλλού γι’ αυτήν. Πως γίνεται; Ποια είναι η λογική;

    Πως ορίστηκαν οι προτεραιότητες;

    Είναι επένδυση ένα γήπεδο;

    Είναι μεγαλύτερη επένδυση ένα γήπεδο, από ένα αληθινό έργο ανάπτυξης, πχ να χρηματοδοτηθούν εκατό άνεργοι να ανοίξουν μία επιχείρηση, ή δεν ξέρω τι σκατά άλλο, να φάνε εκατό συνταξιούχοι, ή να ζεσταθούν; Ή να γλυτώσει την αυτοκτονία (δεν έχω ποτέ, ΠΟΤΕ μιλήσει γι’ αυτό, αλλά νισάφι!) ένας κατεστραμμένος άνθρωπος;

    «η νέα γενιά αισθάνεται απογοητευμένη, οφείλουμε να της δώσουμε προοπτική και διέξοδο»; Ακούς τι λένε; Ακούς τι λένε;

    Σ’ αυτόν τον αθλητισμό που οι ομάδες ξεκινάνε πρωταθλήματα ενώ δεν ξέρουν τους κανόνες, που ανεβαίνουν και κατεβαίνουν ομάδες κατά το δοκούν για να κλείσουν λογιστικές παρανομίες ετών, που οι ομάδες αλλάζουν ονόματα και συγχωνεύονται για να εξαφανιστούν αμαρτίες, που οι μισοί πρόεδροι είναι κατηγορούμενοι για παραβάσεις, που οι ξένοι ενημερώνουν τους παίκτες να μην έρθουν να παίξουν γιατί δεν θα πληρωθούν, σ’ αυτόν τον αθλητισμό που έχει βρει θαλπωρή η μεγαλύτερη μαφία του οικονομικού εγκλήματος;

    Ακούς τι λένε; Ακους μωρέ τι σου λένε;

    Θα γίνουν κάτι ΧΡΗΣΙΜΟ αυτά τα τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ, αν ΧΑΡΙΣΤΟΥΝ σε πέντε, δέκα, συγκεκριμένους επιχειρηματίες, ή εφοπλιστές των μηδενικών φόρων γιατί απειλούν ότι θα πάνε αλλού, μερικούς από τους οποίους, και τους χαρίστηκαν και άλλα πράγματα, και τους χαρίστηκαν και παραβάσεις, με το χέρι στην καρδιά σε ρωτάω, αυτά τα χρήματα είναι δικά σου, αυτά τα χρήματα είναι τα «λεφτά υπάρχουν», κοιτάς γύρω σου, βλέπεις απολυμένους, βλέπεις κατεστραμμένους, βλέπεις ανθρώπους στην ουρά του ΟΑΕΔ, συνταξιούχους που ζουν τα παιδιά τους, ενεργούς άνεργους πολίτες, που δεν τους φτάνει για να μην κρυώνουν, με το χέρι στην καρδιά, σε ρωτάω, είναι προτεραιότητα ένα καινούργιο γήπεδο, ένα βαμμένο γήπεδο, είναι προτεραιότητα από αυτά που ζούμε τώρα;

    Τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια. Τα λεφτά που υπάρχουν; Τα έχουμε για γήπεδα.

    Ζούμε έναν πόλεμο με όρους life style.

    Φρέσκο, αναπτυξιακό Αθλητισμό για μία χώρα εξαθλιωμένων, που διοικείται από αθλίους.

    Και όσο δεν φωνάζουμε, όσο παρακολουθούμε αμέτοχοι, αμίλητοι, αδιάφοροι, χτίζουμε με τα χέρια μας τα θεμέλια γηπέδων, και καταστρέφουμε τα ελάχιστα θεμέλια ουσιαστικής δικαιοσύνης στην χώρα μας.

    Εκείνη την δικαιοσύνη που μπορεί να δικαιούμαστε ένα καινούργιο, ασφαλές γήπεδο από τον επιχειρηματία, πράγματι, μα ακόμα περισσότερο δικαιούμαστε να ζήσουμε, και όχι ως κλισέ, να επιβιώσουμε.

    Σε καλή μεριά.

    Υ.Γ.: Μπορεί να έχω άδικο. Δεν το λέω ειρωνικά, αν κάποιος πιστεύει ότι είναι λογική αυτή η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων, ή ότι δεν γινόταν αλλιώς για κάποιον συγκεκριμένο λόγο, δηλώνω άγνοια. Ευχαρίστως να ακούσω. Η πίκρα θα παραμείνει, αλλά δεν θα πιστέψω ότι χάνω και το μυαλό μου βρε αδελφέ. Να πιστέψω ότι δεν γίνεται αλλιώς. Κέρδος θα είναι.

    Υ.Γ: Ξαναδιαβάζοντας το κείμενό μου, αφήνω μία παρανόηση να αιωρείται, που δεν θέλω: τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια διαθέτει η περιφέρεια, χωρίς όμως να ξεκαθαρίζει που θα πάνε. Αναφέρει, μόνο -και αυτό από μόνο του κάτι σημαίνει, αλλά το προσπερνάμε- μία δικαιολογία για τα περίπου 50 εκατομμύρια, τα άλλα δεν λέει που πάνε (και αυτό επίσης κάτι σημαίνει, αλλά ας τα προσπεράσουμε μαζί). Μπορεί να πάνε σε κάτι χρήσιμο. Σε κάτι ουσιώδες. Δεν ξέρω, γιατί η περιφέρεια και τα ρεπορτάζ των καναλιών δεν μου λένε. Δεν κρίνουν σκόπιμο να μάθω, μάλλον. Άρα, θα κρίνω όταν θα μου πουν. Έκτοτε, κρίνω με ότι έχω. Και εκατό εκατομμύρια να πάνε «μόνο» από αυτά σε αθλητικές «υποδομές», δεν αλλάζω ούτε κόμμα στο άρθρο μου γι’ αυτά τα εκατό, επίσης να σου πω. Ούτε κόμμα.

    Λοιπόν, αυτό θα είναι ένα δύσκολο άρθρο, φίλοι θα γίνουν εχθροί, εχθροί θα μείνουν εχθροί, γάμησέ τα, κώλος θα γίνουμε.

    Αλλά αυτό είναι το δικό μου μπλογκ, οι δικές μου σκέψεις, έτσι μου ‘ρχονται, και τα γράφω για να μην τρελαθώ.

    Οπότε, βαθιά ανάσα, και πάμε – αλλά πριν ξεκινήσουμε, μία σημείωση, για τους καινούργιους:

    Ο αρθρογράφος (εγώ δηλαδή) σπάνια λέει ότι έχει δίκιο. Υπάρχουν πράγματα που ξέρει, υπάρχουν πράγματα που δεν έχει ιδέα, υπάρχουν πράγματα που νομίζει ότι ξέρει – και μαύρα τα μαντάτα αν αποκαλυφθεί ότι τρίχες ήξερε. Πάνω από όλα, υπάρχουν τρία πράγματα που αξίζει να γνωρίζεις, για να ξηγιούμαστε: Πρώτον, δεν έχω δίκιο – έχω άποψη. Δεν είναι ανάγκη να είναι σωστή, μπορεί η δική σου να είναι πιο σωστή από την δική μου – μαγκιά σου. Δεν θέλω να σε πείσω, 99% θέλω να σε ρωτήσω, να βάλω την δική μου άποψη στον τοίχο. Αν δεν καλυφθώ, προχωράμε, εσύ τον δρόμο σου, εγώ τον δικό μου. Κάλλιστα μπορεί να κάνω λάθος εγώ. Αν ανέχομαι αυτήν την πιθανότητα, προφανώς ανέχομαι και την δική σου. Ούτε θα σε κρίνω, αν τελικά κάνεις λάθος – ακόμα και αν είμαστε απέναντι, έτσι καταλαβαίνεις εσύ, αλλιώς εγώ, ούτε θα σου την πέσω. Δεν έχει προσωπικά εδώ, απόψεις, μόνο. Δύο, και κράτα το αυτό, προσπαθώ να τους καταλάβω όλους. Όλους. Και τους καλούς, που νομίζω ότι είμαι εγώ, και τους κακούς, που συνήθως είναι οι άλλοι 🙂 Όλους. Μια άλλη μέρα χρωστάω ποστ γι’ αυτήν μου την ιδιορρυθμία. Τρία, υπάρχουν δύο γιάννηδες. Το μέλος της κοινωνίας, και ατομικά, ο Γιάννης. Άλλες οι ευθύνες του καθενός, άλλες οι ανάγκες, άλλες οι θέσεις – άλλο που καμιά φορά και γω τις μπλέκω.

    Πάμε λοιπόν; Πάμε λοιπόν.

    Ακούω εδώ και καιρό την θεωρία των δύο άκρων και της επιλεκτικής καταδίκης της βίας. Κάτι με μπέρδευε πάντα, γι’ αυτό γράφω τούτο το ποστ, γιατί είμαι διαρκώς σε αυτοαναιρέσεις:

    Είμαι εναντίον της βίας, από όπου και αν προέρχεται.

    Το άντεξες αυτό; Ε, είμαι. Δεν τα πάω καλά με την βία, δεν θέλω να κερδίσει ο πιο δυνατός στα χέρια, στις φωνές, ή αυτός που φέρνει όπλο. Δεν λέω δεν πρέπει να κερδίσει, λέω δεν αξίζει να κερδίσει. Η βία δεν είναι ο τρόπος να λύνεται ΤΙΠΟΤΑ, απολύτως τίποτα.

    Δεν είναι λύση, είναι πρόβλημα.

    Από όπου και αν προέρχεται.

    Δηλαδή, ούτε με την βία του φύλακα είμαι, που προσπαθεί να κρατήσει τους κρατούμενους στα κελιά τους, ούτε με την βία του κρατούμενου που τον σκοτώνει γιατί προσπαθεί να αποδράσει. Ούτε με την βία του υπουργού που, για να σώσει την χώρα (ή για να «σώσει την χώρα», ή για να σώσει το τομάρι του) μου παίρνει το σπίτι, ούτε με την βία την δική μου, που παίρνω μία καραμπίνα και αν κοτάνε ας έρθουν, ή που πετυχαίνω την γυαλιστερή του καράφλα στον δρόμο, και τον αρχίζω στις ανώνυμες γρήγορες, για να μάθει.

    Όλες οι βίες, κακές. Κακές, κακές, κακές.

    Γιατί ακόμα και αν τρομάξει ο υπουργός, είτε έπρεπε να γίνει, οπότε θα γίνει με περισσότερα ΜΑΤ, ασφάλεια και βία, είτε δεν έπρεπε να γίνει, αλλά αντί να το μαζέψουμε όλοι και συντεταγμένα, το μαζεύει αυτός που έχει το βαρύτερο χέρι. Και γω δεν έχω σχεδόν ποτέ το βαρύτερο χέρι – πάντα κάποιος άλλος θα το έχει. Και αυτός ο κάποιος, δεν θέλει τα ίδια με μένα, και αν έχω δίκιο, δεν θα το βρω – γιατί είπαμε, έχει βαρύτερο χέρι, και έτσι αποφασίσαμε να μετράμε το σύστημα.

    Όχι, λοιπόν.

    Όμως.

    (Σιγά μη δεν είχε και όμως. Σιγά μην δεν είχε.)

    Όμως πρώτον υπάρχει η βία, την οποία δεν αγαπάμε, τα ‘παμε, υπάρχει και η αυτοάμυνα. Ποια είναι ποια; Δεν ξέρω να πω. Πάει ανά περίπτωση. Ο διαδηλωτής που ανάβει τον κάδο για να μην πεθάνει από τα δακρυγόνα, αμύνεται. Αν τα δακρυγόνα έπεσαν γιατί ο ίδιος διαδηλωτής πήγε να κάψει μία Μαρφίν, τότε έχει επιτεθεί πρώτος, και είναι άμυνα της αστυνομίας η ρίψη δακρυγόνων. Τι έγινε; Με ποιον να θυμώσω; Τι να καταδικάσω; Δεν έχω ιδέα. Ας ψάξουμε να βρούμε έναν τρόπο να συννενοηθούμε σαν κοινωνία, και να αποφασίσουμε τι είναι τι.

    Για σκεφτείτε. Εγώ το ψάχνω.

    Λοιπόν, έχω μία ιδέα. Βάστα, είναι καλή. Θα το πούμε δικαιοσύνη.

    Α, πολύ καλή ιδέα μου φαίνεται. Θα οδηγήσουμε τον διαδηλωτή στην δικαιοσύνη, εκεί όπου διάφοροι τύποι που δεν έχουν την συναισθηματική φόρτιση των εμπλεκομένων, κάποιοι με καθαρό μυαλό θα πουν «μισό λεπτό, αλλά ο κάδος άναψε για να μην πεθάνουν άνθρωποι από τα δακρυγόνα», ή «μισό λεπτό, αλλά τα δακρυγόνα έπεσαν γιατί πήγαν κάποιοι να κάψουν το κτίριο».

    Θα το μετράνε, με ηρεμία, χωρίς εμπλοκές, και θα αποφασίζουν αν η βία ήταν απαραίτητη, γιατί έγινε, και αν -πρόσεξέ το αυτό, έχει σημασία- δικαιολογείται.

    Δικαιολογείται η βία; Βεβαίως και δικαιολογείται. Όχι από μένα, από τα δικαστήρια – γι’ αυτό γίνονται οι δίκες, γιατί αλλιώς θα λέγαμε «βάρεσες; πέντε χρόνια φυλακή» και θα είχαμε δικαστές Ντρεντ αντί για αστυνομικούς, δικηγόρους και αηδίες. Το δικαστήριο όμως λέει «γιατί βάρεσες;» εσύ εξηγείς, και μπορεί και να αθωωθείς, αν προκύπτουν λόγοι που δικαιολογούν την οργή σου.

    Που μας έχει οδηγήσει η σκέψου μου μέχρι τώρα; Δεν γουστάρουμε καμία βία, αλλά κάποιες δικαιολογούνται περισσότερο από τις άλλες – αρκεί να υπάρχει δικαιοσύνη, αμερόληπτη και ηθική, να κάνει τέτοιες κρίσεις.

    (δεν χρειάζεται να συμφωνούμε, την σκέψη μου παραθέτω. Ούτε και γω συμφωνώ με μένα, μπορεί να αλλάξω γνώμη αύριο. Ναι; Ναι.)

    Πάμε τώρα στην κοινωνία.

    Ο Καμμένος των Ανεξαρτήτων Ελλήνων λέει «λιντσάρετέ τον τον Πάχτα». Είπαμε, καμία βία καλή, όλες κακές, το κατάλαβε και ο ίδιος καναδύο μέρες μετά. Οι κάτοικοι της περιοχής όμως, έχουν λένε στοιχεία ότι μολύνονται με αρσενικό. Πρέπει να βαρέσουν; Είπαμε, όχι. Δεν θα εξαφανιστεί το αρσενικό αν βαρέσουν. Είναι δικαιολογημένοι να βαρέσουν; Που να ξέρω; Θα το πει η δικαιοσύνη, δεν είναι δουλειά μου ως κοινωνία. Δεν ανακατεύομαι στο έργο της. Επειδή μπορεί να πει και ναι, κρατάω και γω μία πισινή και λέω ίσως.

    Τι πρέπει να κάνουν όμως;

    Αυτό είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα. Τι πρέπει να κάνουν; Έρχεται κάποιος και σου παίρνει το σπίτι. Είχε πει ότι δεν θα στο πάρει, και τον ψήφισες, και τώρα έρχεται και στο παίρνει.

    Τι πρέπει να κάνεις;

    Ρωτάς τον πολιτικό, σε αγνοεί, σου λένε περίμενε τέσσερα χρόνια, ψήφισε άλλον.

    Τι πρέπει να κάνεις;

    Πας στα δικαστήρια, σου λένε «λυπάμαι, αλλά αφού το έκανε για όλους, είναι συνταγματικό». Χάνεις.

    Τι πρέπει να κάνεις;

    Έχεις δύο παιδιά, δεν σου φτάνουνε για νοίκι, δεν έχεις δουλειά. Πως θα τα προστατέψεις; Τρελαίνεσαι.

    Τι πρέπει να κάνεις;

    Κάθε βία κακή. Κακή, κακή, κακή, δεν λύνει τίποτα, δεν είμαι ούτε κατ’ ελάχιστον ειρωνικός εδώ, μιλάω απολύτως σοβαρά, κάθε βια κακή, αλλά –

    – τι μπορείς να κάνεις;

    Ποια διέξοδο σου έχει δώσει η κοινωνία μας για να αντιδράσεις; Ξέρεις ότι τουλάχιστον θα έχεις μία στέγη για να μείνεις; Όχι, δεν το ξέρεις. Ξέρεις ότι θα έχεις σίγουρα ένα πιάτο φαι να φας, εσύ ή τα παιδιά σου; Όχι, δεν το ξέρεις. Ξέρεις ότι δεν θα κρυώνεις το βράδυ; Όχι, δεν το ξέρεις.

    Είναι απλώς ένα παράδειγμα. Στο ίδιο βάζω αυτόν που μειώνεται η σύνταξή του, αυτόν που χάνει την δουλειά του, αυτόν που βλέπει τις ελπίδες του να καταρρέουν. Τι μπορεί να κάνει;

    Αυτός που σηκώνει το χέρι του μπορεί να χάνει την τελευταία σύνταξή του – ή την πέμπτη. Δεν ξέρω να τον δικαιολογήσω ή όχι, δεν προτίθεμαι καν να το κάνω, απλώς αναρωτιέμαι:

    Πως να αντιδράσει;

    Δύο λύσεις. Να σκύψει το κεφάλι και να δεχθεί την θυσία του επειδή έτσι λένε οι νόμοι, να περιμένει τέσσερα χρόνια να τους αλλάξει,

    ή να φωνάξει, να πάρει και άλλους μαζί του, να αντιδράσει, να ακουστεί το πρόβλημα, να γίνει πρόβλημα της κοινωνίας – γιατί δεν είναι δικό του πρόβλημα, τελικά, είναι πρόβλημα της κοινωνίας.

    Που θα το κάνει; Στους δρόμους;

    Στους δρόμους λοιπόν. Σου ‘χω νέα. Ακόμα και αν κατέβει ειρηνικά, θα φάει ξύλο και χημικά. Εγώ στο λέω. Αν κατέβεις, θα το δεις και εσύ. Σε πορείες δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, εκατό δεν κατέβηκαν ειρηνικά, όλοι ψεκάστηκαν αδιακρίτως. Η μόνη έγνοια των ΜΑΤ πλέον, είναι το 80% των διαδηλώσεων να διαλυθούν βίαια, και με εμφανή τα σημάδια της αδικίας. Αφορμές υπάρχουν πολλές, τύποι θα πετάξουν μολότοφ, άλλοι θα πετάξουν πέτρες, κάποιος θα πει «να κάψουμε μία τράπεζα που μας έχει οδηγήσει σ’ αυτό το χάλι», άλλος θα πει «να κάψουμε το τάδε μαγαζί γιατί έτσι μας είπαν». Αφορμές υπάρχουν πολλές – και εκατέρωθεν:

    Ο ΜΑΤατζής θα χτυπήσει έναν άσχετο, που δεν του έκανε τίποτα. Αυτό θα κάνει εμένα (εμένα που δεν θέλω την βία) να διαμαρτυρηθώ, και μετά θα χτυπήσει και άλλον, και άλλον, και άλλον – μέχρι να αμυνθώ.

    Πως αλλιώς; Να καταγγείλω την αδικία; Ξέρεις πολλούς ΜΑΤατζήδες που να έχουν καταδικαστεί για απρόκλητη βια τα τελευταία εκατό χρόνια; Το ξέρεις ότι συλλαμβάνεσαι ακόμα και αν απλώς έχεις κάμερα και καταγράφεις τις κινήσεις των ΜΑΤ; Το ξέρεις ότι τα ΜΑΤ είναι σχεδόν ανώνυμα, και δεν ταυτοποιούνται οι πράξεις τους, παρά την δέσμευση για το αντίθετο;

    Ήταν ο Μανώλης Κυπραίος μπαχαλάκιας; Είχε καμία λογική να μπουν τα ΜΑΤ μέσα στον σταθμό του μετρό και να ρίξουν χημικά σε κλειστό χώρο; Έχει καμία λογική να έχουν περιστατικά με σπασμένα δάκτυλα όπως καταγγέλεται γιατί τα έβαλαν στο κεφάλι τους παραδινόμενοι, και τους τα έσπασαν, μαζί με το κεφάλι, με τα γκλομπ;

    Όχι.

    Και τι να κάνω;

    Το να κυνηγήσω έναν αστυνομικό για να φάει τα χρωστούμενα, δεν οδηγεί πουθενά – εκτός από λαστιχένιες σφαίρες, καλύτερη αρματωσιά, και περισσότερο ξύλο, από τα ΜΑΤ, ναι –

    – αλλά και τι να κάνω;

    Να φάω ξύλο και να συλλαμβάνομαι ενώ ο αστυνομικός ατιμώρητος με βαράει; Πότε ξεκινάει η αντίδρασή μου να είναι άμυνα; Αργεί; Γιατί έχω φάει πολλές, και δεν έχω ρίξει καμία μέχρι τώρα -γιατί είμαι εναντίον της βίας.

    (οι φίλοι μου ξέρουν καλά ότι όταν λέω είμαι εναντίον της βίας το εννοώ, και όταν λέω δεν την δικαιολογώ, υποπτεύονται ότι το εννοώ επίσης. Εσύ όχι, αλλά εμπιστέψου τους, έτσι είναι)

    Κολλημένος στον τοίχο λοιπόν, να τρώω ξύλο και αδικία από παντού, (όχι εγώ, ο κάθε εγώ, ο πολίτης) και το γιαούρτι της αγανάκτησης να είναι και αυτό βία, και να καταδικάζεται.

    Και γω (ο Γιάννης) μαζί τους, να το καταδικάσω και εγώ. Απερίφραστα. Και το γιαούρτι, και τον καφέ, και την συνέχειά τους, την πέτρα και το λοστάρι.

    Αλλά για να το κάνω εγώ (ο Γιάννης) πρέπει να πω στον άλλον «να, φίλε, έχεις άδικο, να ένας καλύτερος τρόπος, να μία διέξοδος, να μία ευκαιρία να ακουστείς, να μία δυνατότητα να παραθέσεις την αδικία που σου γίνεται», και στην κοινωνία να πω «να, να ένας αδικημένος, μην περιμένουμε τέσσερα χρόνια για να τον δικαιώσουμε, να ένας τρόπος να δικαιωθεί, να μία λύση»

    Αρνούμαι να καταδικάζω απλώς διαρκώς την βία, χωρίς να αντιλαμβάνομαι ότι και εγώ (ως κοινωνία) είτε την προκαλώ, είτε δεν της παρέχω έναν ανώδυνο, δημοκρατικό και δίκαιο τρόπο για να μην είναι βία, για να είναι λύση.

    Χρειάζεται κάτι παραπάνω, όχι απλώς καταδίκη.

    Χρειάζεται πρώτα από όλα, να αντιληφθώ ότι ούτε ο μπαχαλάκιας γεννήθηκε καυλωμένος, ούτε ο μαλάκας που βαράει τον υπουργό στο κεφάλι γεννήθηκε μαλάκας, ούτε ο αντιδραστικός γεννήθηκε έτσι. Όλοι αυτοί, υπάρχει μία πιθανότητα, μία πιθανότητα που την χρεώνομαι ως μέλος μίας κοινωνίας, να οδηγήθηκαν εκεί, γιατί δεν είχα άλλες λύσεις να τους προσφέρω.

    Και, συνήθως -αν όχι πάντα, αυτή η λύση είναι η δικαιοσύνη.

    Ακριβώς επειδή δεν ξέρω αν είναι βία, ή αν είναι άμυνα, για να καταδικάσω την πρώτη, και να αποδώσω ευθύνες για την δεύτερη, χρειάζεται μία δικαιοσύνη που να εμπιστευόμαστε όλοι. Αυτός που χάνει το σπίτι του να ξέρει ότι η δικαιοσύνη θα σιγουρευτεί ότι δεν αδικείται, και θα φροντίσει να έχει στέγη, φαγητό και νερό, αυτός που βλέπει τον ΜΑΤατζή να χτυπά να ξέρει ότι η δικαιοσύνη θα τον προστατέψει από την αδικία, αυτός που νομίζει ότι για όλα φταίνε οι μετανάστες ή οι υπουργοί θα ξέρει ότι η δικαιοσύνη θα βάλει τον κάθε κατεργάρη στον πάγκο του, και, αν είναι εφικτό, αυτός που αδικήθηκε από ένα πολιτικό ψέμα θα ξέρει ότι ο πολιτικός ψεύτης θα τιμωρηθεί και δεν θα ξαναγίνει, ο πολίτης που απεχθάνεται την βία, να ξέρει ότι καταδικάζεται η βία του καυλωμένου, και όχι η άμυνα του αδικημένου, και να είναι πιο σκληρός στην καταδίκη του, να μην βάζει ίσως.

    Και είναι ευθύνη μου η δικαιοσύνη, και όταν οι πολίτες δεν την εμπιστεύονται πια, και οδηγούνται σε ανόητες και καταστροφικές αυτοδικίες, αυτή είναι το ένα άκρο της βίας / και ευθύνη δική μου να την διορθώσω.

    Ως Γιάννης λοιπόν: Καταδικάζω την βία από όπου και αν προέρχεται, απερίφραστα – απερίφραστα σημαίνει κυρίως όμως αν προέρχεται από μένα, ή αν δεν κάνω ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό και λογικό, να μην την προκαλώ αδικώντας, ως μέρος της κοινωνίας.

    Αν δεν θέλω αυτοδικίες (διάβασέ το, εκατό φορές το έχω πει, δεν θέλω) πρέπει να νά κάνω το καθήκον μου, πρώτα εγώ.

    Και επειδή οι ευθύνες τις βίας δεν είναι οι ίδιες, επιλέγω να καταδικάζω πρώτα την βία που κάνω εγώ, ώστε να μην μένω στην βία ή στην άμυνα των άλλων και να λέω υποκριτικά ή μη, «πρώτα εσείς»:

    Πρώτα εγώ. Εγώ είμαι το ένα άκρο.

    Αν ήρθες για να μάθεις από μένα, κάτσε, έχουμε γλαρόσουπα. Ούτε και γω δεν ξέρω.

    Σε λίγες ώρες, ο Παύλος Φύσσας γίνεται εξώφυλλο, ένα καρέ από βίντεο, λίγο, λεπτά πριν πεθάνει. Σε λίγες ώρες, στο περίπτερο της γειτονιάς σου, ο,τι φαντάστηκες με το μυαλό σου, θα οπτικοποιηθεί, θα γίνει μπουνιά, και θα πέσει κατευθείαν στην προσεγμένη οδοντοστοιχία σου.

    Δεν έχει αίμα. Έχει όμως βλέμμα. Έχει πόνο, έχει ελπίδα, έχει μια ειλικρινή στιγμή ιστορικής φρίκης.

    Και ο φίλος σου ο Γιάννης, δεν θα ξέρει τι θέση να πάρει σε όλο αυτό.

    Κάνε μου παρέα, γιατί δεν θα ακολουθήσουν εύπεπτες σκέψεις.

    ~

    Ένα:

    Πριν λίγες ημέρες, άρχισα να εκνευρίζομαι. Είδα σε μία ημέρα, σαν να είναι οργανωμένα, στις περισσότερες απογευματινές εφημερίδες, την φωτογραφία του ανθρώπου που συνελήφθη για τον φόνο του Παύλου Φύσσα. Ενώ ήμουν από τους πρώτους που αναρωτήθηκα γιατί δεν έχει εκδοθεί από την εισαγγελία απόφαση για δημοσιοποίηση της φωτογραφίας του, ώστε να βοηθηθεί η δικαιοσύνη αν έχει διαπράξει και άλλα εγκλήματα, μόλις είδα την φωτό, έγινα έξαλλος.

    Δεν υπήρξε ποτέ απόφαση εισαγγελίας. Οι εφημερίδες αποφάσισαν μόνες τους να δημοσιεύσουν το πρόσωπο, αδιαφορώντας για τους νόμους.

    Παρένθεση με νόημα: αν νομίζεις ότι δικαιολογώ, υποστηρίζω, ανέχομαι, ή έστω αντέχω να ζω στην ίδια χώρα με την Χρυσή Αυγή, εδώ είναι το twitter μου, είσαι ήδη στο blog μου, κάνε μία γύρα, βγάλε συμπέρασμα, και επέστρεψε. Περιμένω. Καλώς; Συνεχίζω.

    Η παράνομη δημοσίευση του προσώπου είναι λάθος σε περίπου ένα εκατομμύριο επίπεδα. Το βασικότερο που μπορώ να σκεφτώ είναι το εξής:

    Η υποκρισία.

    Η υποκρισία, γιατί όσοι κόπτονται για την νομιμότητα, την καταπατούν επειδή έτσι κρίνουν σκόπιμο. Και γιατί κρίνουν σκόπιμο; αδιάφορο. Θα μπορούσε να είναι για να βοηθήσουν -δήθεν, ή μη- την δικαιοσύνη, να μην χάσουν από τον ανταγωνισμό, να καλύψουν το κοινό περί δικαίου αίσθημα -δηλαδή τον όχλο- με μία αδικία βέβαια, να καλύψουν την εισαγγελία που δεν θα χρειαστεί να πάρει μία επίπονη ίσως απόφαση, να παρέχουν στον κρατούμενο την δικαιολογία ότι η κοινή γνώμη καθοδηγήθηκε στην ενοχή του, να δώσουν ένα πρόσωπο στον δολοφόνο για να μειώσουν την οργάνωση πίσω του (αν καταδικαστεί αυτός, να μειωθούν οι εντάσεις για την οργάνωση), γιατί ήθελαν άμεσα ένα αντι-χρυσαυγίτικο προφίλ εν αναμονή των εξελίξεων, οτιδήποτε βάλει ο νους σου. Είμαι άδικος; μπορεί. Μπορεί να είχαν τις καλύτερες των προθέσεων – αλλά σίγουρα παρανόμησαν, και αυτό δεν αλλάζει.

    Και μάλιστα, και αυτό προσωπικά το θεωρώ τρομερά ενδιαφέρον, οι δύο εφημερίδες, η Ελευθεροτυπία και η Εφημερίδα των Συντακτών, που, ας το θέσω κομψά, έχουν αναγνωστικό κοινό κυρίως αυτούς που θεωρώ ότι αντιμάχονται και έχουν πληγεί περισσότερο από τους Χρυσαυγίτες, δηλαδή την αριστερά, είναι και οι δύο εφημερίδες, που αρνήθηκαν την παράνομη δημοσίευση. Και την επόμενη μέρα. Και την επόμενη μέρα. Βασικά, μέχρι τώρα, έχουν αντισταθεί σ’ αυτόν τον εύκολο, αλλά λάθος δρόμο.

    Προς τιμή τους, θεωρώ.

    Αυτή είναι ξεκάθαρη θέση που έχω. Δεν έχω διλήμματα εδώ. Προχωράμε.

    ~

    Δύο:

    Πριν λίγες ώρες ένοπλοι μπήκαν σε ένα εμπορικό κέντρο στο Ναϊρόμπι, σκοτώνοντας τουλάχιστον 39 άτομα. Το άρθρο που σε στέλνω έχει φωτογραφίες νεκρών – επτά άτομα μέτρησα – και μία έγκυο, τραυματισμένη, που ζητάει βοήθεια. Φωτογραφίες νεκρών. Αίμα. Πολύ αίμα.

    Πρόσεξε τώρα, γιατί πρόκειται να εκτεθώ λίγο:

    Δεν με τρόμαξαν όσο η φωτό που θα δημοσιευτεί στο Πρώτο Θέμα αύριο.

    Και, επιπλέον:

    Θεωρώ σημαντικό και ουσιώδες να μην μείνει η κοινή γνώμη στις εύπεπτες φωτογραφίες, στους ανθρώπους που τρέχουν, που γλύτωσαν την ζωή τους – μα και στο γεγονός ότι υπήρχανε θύματα, ότι χύθηκε αίμα, ότι ο τύπος με το κουστούμι που κείτεται στο έδαφος, θα μπορούσε να είναι ένας πολιτικός, ένας γιατρός, ότι πυροβόλησαν εγκύους, ότι τα θύματα δεν πέθαναν αμέσως, αλλά πάλεψαν να σηκωθούν, και να κρυφτούν.

    Έγιναν αυτά, δεν είναι παραμύθια. Έγιναν, και η κοινή γνώμη πρέπει να τα γνωρίζει, για να αντιδράσει είτε έτσι, είτε αλλιώς…

    ..Ή όχι. Θυμάσαι πως ξεκίνησα το άρθρο; Γιατί σε ήθελα παρέα; Εδώ δεν ξέρω. Αλλά είναι πολύ μακριά, και θα κοιμηθώ το βράδυ, παρά το δίλημμα. Πάμε στα δικά μας.

    ~

    Τρία:

    Αύριο, το πρωί, η εφημερίδα θα κρεμαστεί. Έχει ήδη τυπωθεί, και θα κρεμαστεί στα μάτια όλων. Παιδιών, μεγάλων, μικρών, ψηφοφόρων, ψηφοφόρων της ΧΑ, δικαστών, αστυνομικών, γιατρών, γυναικών, ανδρών, όλων.

    Δεν είναι μία οπτικά σκληρή φωτό με αίματα, είναι μία συναισθηματικά σκληρή φωτό, με βλέμματα.

    Η οικογένεια αντέδρασε άμεσα, και ευπρεπώς.

    Είναι μία φωτό που θα αλλάξει συνειδήσεις. Ναι, αλλά είναι μία φωτό που πληγώνει τους γονείς. Ναι, αλλά θα κάνει τους ψηφοφόρους της ΧΑ, που μέχρι τώρα μάθαιναν από τις κοσμικές στήλες τι ψηφίζουν, ακόμα και από την ίδια εφημερίδα, να έρθουν αντιμέτωποι με την πραγματικότητα. Ναι, αλλά η εφημερίδα χέστηκε για την πραγματικότητα, το κάνει για να πουλήσει φύλλα. Ναι, αλλά κάθε εφημερίδα θα το έκανε (και) γι’ αυτό, το θέμα είναι αν πρέπει να βγει ή όχι. Ναι, αλλά μπορεί να αλλάξει ψήφους. Ναι, αλλά αν είναι έτσι να αλλάξουν οι ψήφοι, είναι άδωρο το δώρο. Ναι, αλλά ο Παύλος μπορεί να συμφωνούσε. Ναι, αλλά ο Παύλος μπορεί να μην συμφωνούσε. Ή μπορεί να συμφωνούσε γι’ αυτόν, αλλά όχι για την κοπέλα του, αν ήταν αυτή το θύμα. Ναι, αλλά είναι ένα γεγονός, δεν μπορούμε να αποκρύψουμε ένα γεγονός. Ναι, αλλά ένα γεγονός έχει και συνέπειες, δεν μπορούμε να τις αρνηθούμε. Ναι, αλλά αν οι συνέπειες είναι να καταλάβουν οι ψηφοφόροι τι πήγαν και ψήφισαν; Ναι, αλλά αν η οποιαδήποτε εφημερίδα έβγαζε εξώφυλλο τον δολοφονημένο που πήγαινε να γεννήσει η γυναίκα του, δεν θα σε ένοιαζαν οι συνέπειες; Ναι, αλλά σ’ αυτήν την περίπτωση έχουμε έναν αθώο που σφάχτηκε για πολιτικούς λόγους, και πρέπει να γίνει γνωστό. Ναι, αλλά φαίνονται τα πρόσωπα, μπορούσαν να τα κρύψουν. Ναι, αλλά τα πρόσωπα είναι όλη η φωτογραφία. Ναι, αλλά είναι προσβολή νεκρού. Ναι, αλλά δεκάδες φωτογραφίες, μερικές εκ των οποίων άλλαξαν την δημοσιογραφία και άρδην την στάση του κόσμου σε κοινωνικά θέματα, θα μπορούσαν να θεωρηθούν προσβολές νεκρών.

    Κατάλαβες; Κατάλαβα να λες.

    Κάπου εκεί είμαι.

    Κάποια πράγματα τα ξέρω, κάποια πράγματα δεν τα ξέρω αλλά είναι πολύ μακριά και δεν με ακουμπάνε, και για κάποια πράγματα ξεράδια ξέρω και ψάχνομαι χάνοντας το τραίνο.

    Αντιλαμβάνομαι ότι θα έπρεπε να ξέρω, να πάρω θέση, κάποιοι ζητούν μποϋκοτάζ στην εφημερίδα και δεν είμαι δίπλα τους, κάποιοι τυπώνουν την φωτό και την δείχνουν σε ψηφοφόρους για να καταλάβουν, και δεν είμαι δίπλα τους.

    Όλοι αυτοί, ξέρουν τι κάνουν, δεν είμαι απέναντί τους. Αλλά δηλώνω αναρμόδιος, ανίκανος να ζυγίσω τα πράγματα, και δεν είμαι δίπλα τους.

    Δεν είναι εύκολο να είσαι πολίτης σήμερα, και να παλεύεις να διατηρήσεις την ηθική σου, διαμορφώνοντας την σκέψη σου. Και όσο δυσκολότερο είναι, τόσο καλύτερα καταλαβαίνεις ότι είσαι στην δίνη ενός πολέμου.

    Γιατί ειδικά όταν πολεμάς είναι δυσκολότερο να προσδιορίσεις και να κρατήσεις την ηθική σου. Και, ίσως, πιο πολύτιμο, επίσης.

    Πολύ δύσκολη η σημερινή καλημέρα.

    Με πόνο, με σκέψη, και τρόμο.

    Με πόνο, γιατί ένα 35χρονο παλικάρι δολοφονήθηκε από ομάδα ανθρώπων που πίστευαν διαφορετικά από αυτόν πράγματα. Με πόνο, γιατί άλλος ένας άνθρωπος – μετανάστης, διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων, διαφορετικών σεξουαλικών πεποιθήσεων, διαφορετικών κοινωνικών οραμάτων – «συνετίζεται», όχι αυτός, αλλά οι συν αυτώ, με μία λεπίδα, για να μάθει να μην σηκώνει κεφάλι, από μία παραστρατιωτική ομάδα, που υπακούει πιστά σε αρχηγούς, και κανόνες, και διεστραμμένες λογικές και αλήθειες, και κυρίως σε διαστρεβλωμένες έννοιες όπως «αίμα», και «τιμή».

    Με σκέψη, γιατί το νεαρό παιδί, δεν δολοφονήθηκε γιατί ενοχλεί μόνο αυτό, προφανώς: Δολοφονήθηκε για να μην ενοχλούν οι υπόλοιποι. Όσοι διαμαρτύρονται, όσοι αποτροπιάζουν, όσοι νιώθουν στο μεδούλι τους το κλαμα του αδύναμου και του «παρείσακτου», όσοι νιώθουν ότι έχουν όλοι τα ίδια δικαιώματα να ζήσουν, ανάγκη για τις ίδιες ευκαιρίες να ακουστούν, είτε είναι από άλλη χώρα, είτε είναι ομοφυλόφυλοι, είτε είναι αριστεροί, είτε είναι φτωχοί, όσοι έχουν την πεποίθηση ότι τα όνειρα είναι υπέροχα, όλων των ανθρώπων τα όνειρα, αρκεί να είναι όνειρα, όχι εφιάλτες.

    Το παλικάρι δολοφονήθηκε γι’ αυτούς, για μας. Να ξέρουμε τι μας περιμένει. Τι μας περιμένει αν σκεφτόμαστε μόνοι μας, έξω από το κλουβί της σκέψης τους που μυρίζει ακόμα φούρνους και σαπούνια, έξω από την μιλιταριστική ορολογία και την αντικατάσταση κάθε ίχνους συναισθήματος με απόλυτη, πιστή και αδιαπραγμάτευτη υποταγή στον φύρερ («Führer», ο αρχηγός)

    Έτυχε να είναι αυτός, ίσως γιατί μιλούσε πιο δυνατά – μα ο στόχος, είμαστε όλοι, χωρίς διακρίσεις.

    Και με τρόμο όμως, γιατί κάθε μέρα που περνάει, γίνεται όλο και πιο δύσκολο να συγκρατήσεις την οργή για την ατιμωρησία τους. Εχθές το βράδυ, από την στιγμή που το έμαθα, παρακολούθησα σιωπηλός όλες τις κουβέντες που έγιναν πάνω στην είδηση, κουβέντες θυμού, οργής, σαν το θύμα που εγκλωβίζεται στην γωνιά, και είναι πολύ θυμωμένο για την αδικία που του συμβαίνει, πολύ θυμωμένο για την απάθεια των άλλων στο αίμα συνανθρώπου μας (πόση απάθεια πια, αλήθεια, τίποτα δεν ακουμπάει πια τις ψυχές μας;) πολύ θυμωμένο για την τιμή που έχει πάρει -και το γεγονός ότι έχει πάρει τιμή- η ζωή του.

    Επέλεξα να μην μιλήσω, παρότι άλλοι, πιο σώφρονες από εμένα, εκτέθηκαν – και εν μέρει, σ’ αυτούς χρωστάω τούτο το άρθρο. Γιατί είμαι και εγώ ένας από τους γαμημένους τους «πασιφιστές», που ναι μεν επιλέγουν συνειδητά να μην σκορπίσουν «αίμα για το αίμα που χύθηκε», ούτε να παροτρύνουν και άλλους να το κάνουν, αλλά που μου τελειώνουν, μία-μία οι απαντήσεις στο «πως αλλιώς».

    Στερεύει η λογική – έτσι θα γινόταν πάντα ιστορικά, υποθέτω.

    Με τρόμο, γιατί φοβήθηκα εχθές, με όλη την ειλικρίνεια και τον αποτροπιασμό το λέω, ο φόβος έκανε στενή συντροφιά στην θλίψη μου, ότι θα ξέφευγε η κατάσταση, και θα γινόταν η έκρηξη που θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες.

    Με τρόμο, γιατί δεν ξέρω πια τι θα σταματούσε αυτό το κύμα φασισμού, και πως θα σωθούμε όλοι, πια, όχι μόνο ο αδικοχαμένος νεαρός, από αυτό που μας σπρώχνουν οι ολοκληρωτισμοί να γίνουμε.

    Με τρόμο, γιατί παρέμεινα σιωπηλός, γιατί μου τελειώνουν τα επιχειρήματα. Με τρόμο, γιατί δεν ξέρω πια αν έχω δίκιο.

    Ένα αιματοβαμμένο παλικάρι σε ένα πεζοδρόμιο, να ελπίζει να ξημερώσει μία καινούργια ημέρα γι’ αυτόν, για να φωνάξει, πάλι, «όχι στον φασισμό» όπως έκανε κάθε μέρα μέχρι τώρα, εκτιθέμενος γι’ αυτό και μόνο όσο περισσότερο μπορούσε, χωρίς να φοβάται. Μια κοπέλα που είδε τον άνθρωπό της, τον έρωτά της, να αργοσβήνει. Ένας περαστικός, να κοιτά τριάντα τραμπούκους να κυνηγούν έναν μόνο του να γλυτώσει από τις λεπίδες τους. Ένα πεζοδρόμιο γεμάτο από σταγόνες με αίμα. Ένας να του κρατά το χέρι, και να του λέει «βάστα, Παύλο; βάστα ρε, βάστα ρε Παύλο, όλα θα πάνε καλά». Μια μάνα, που έμαθε στο τηλέφωνο «ο Παύλος δεν είναι καλά». Μισό εκατομμύριο ψηφοφόροι, να κοιτούν αυτούς που σφάζουν για λογαριασμό τους, και, ελπίζω ρε φίλε, αλήθεια ελπίζω, να απορούν έστω και για μία στιγμή, τι σκατά πήγαν και κάνανε. Εμείς, οι υπόλοιποι, να κοιτάμε τι θα πάθουμε, αν αντιδράσουμε, αν διαμαρτυρηθούμε αν πούμε μία κουβέντα παραπάνω, όταν κλωτσάνε ένα πεντάχρονο παιδάκι στην Ακρόπολη, όταν βρίζουν, ή μαχαιρώνουν έναν ξένο, όταν στήνουν ενέδρες σε αριστερούς. Εγώ, να κοιτάω την οργή, την απόλυτα δικαιολογημένη και τρομαχτική οργή, και να μην βρίσκω λόγια να την σταματήσω – να μην ξέρω καν, πια, πως και αν πρέπει.

    Για το ΠΑΣΟΚ, το συνέδριο και τα γενέθλιά του, υπάρχει μία μικρή ..αναστάτωση σήμερα στα social media 🙂

    Οι περισσότεροι που σχολιάζουν, θεωρώ, είναι θυμωμένοι – ακόμα και αν απλώς ειρωνεύονται, για πλάκα.

    Εγώ έχω μόνο μία σκέψη για το θέμα:

    Ας προσέξουμε τι πήγε στραβά, και ας μην το αφήσουμε να ξαναγίνει.

    Πρόσεξε: Δεν ασχολούμαι αν όντως έχουν γίνει όσα προσάπτουν, σε κόμμα συλλογικά, ή σε πρόσωπα, ή σε ιδεολογίες. Όχι γιατί δεν έχει σημασία, αλλά γιατί δεν έχει σημασία για το μέλλον:

    Για να μην ξαναθυμώσουμε με ένα κόμμα, αρκεί να κρατήσουμε ελάχιστους, -ίσως τώρα μοιάζουν δύσκολοι, ίσως όμως δεν είναι τελικά- κανόνες. Πχ:

    Ζητάμε πριν τις εκλογές ξεκάθαρο πρόγραμμα από το κόμμα μας. Είτε είναι στην βουλή, είτε είναι κυβέρνηση μετά – είτε όχι. Όχι μόνο τις παροχές, αλλά και τον τρόπο που αυτές θα έρθουν. Απαιτούμε καθαρές θέσεις, για μία καθαρή ψήφο. Το «που θα βρεις τα χρήματα για να κάνεις όσα υπόσχεσαι» είναι πάντα, ανεξαρτήτως προγραμματικής δήλωσης, κόμματος, και αποτελέσματος, μία εξαιρετική ερώτηση – όχι η μόνη, βέβαια.

    Ζητάμε διαφάνεια. Διαφάνεια σημαίνει να μην προσλαμβάνεις τους δικούς σου σε διαγωνισμούς (ακόμα, και κυρίως, αν οι δικοί σου είμαστε εμείς), να μην αναθέτεις απ’ ευθείας σε εταιρίες, να υπάρχουν και να λειτουργούν θεσμοί που προστατεύουν ώστε να μην παίρνεις χρήματα κάτω από το τραπέζι, να μην παρεμβαίνεις στον ρόλο της δικαιοσύνης, κάθε σου απόφαση να είναι δημόσια, και άμεσα διαθέσιμη από όσο το δυνατόν περισσότερους όλους.

    Ζητάμε δικαιοσύνη. Αυτό σημαίνει ότι, κανένας λόγος δεν είναι πιο σημαντικός από την δικαιοσύνη την ίδια. Δικαιολογίες να μην εφαρμοστεί υπάρχουν πολλές, και όλες οδηγούν, τελικά, περίπου εδώ που έχουμε φτάσει τώρα. Αναδρομικές «δικαιοσύνες», και αναβολές που οδηγούν σε παραγραφές, θα πρέπει να εξαλειφθούν.

    Ζητάμε συνέπεια. Ελέγχουμε τον λόγο των ανθρώπων που ψηφίσαμε με τις πράξεις τους. Όταν αποκλίνουν, απαιτούμε είτε μία καλή εξήγηση γι’ αυτό, είτε να επανέλθουν σε όσα υποσχέθηκαν να πράξουν.

    Δεν τελειώνει εκεί, προφανώς. Ούτε είναι απαραιτήτως αυτοί οι κανόνες, φτιάξε άλλους, δικούς σου εσύ, που θεωρείς ότι δεν θα σε προδώσουν αύριο, όποιο κόμμα και αν ψηφίσεις, ούτε είναι μόνο για το μέλλον το βλέμμα μου, είμαι με όλους όσους θέλουν να ξεκαθαρίσουν το παρελθόν από τα βαρίδια του, να κάνουν Επιτροπές Λογιστικού Ελέγχου, να καθαρίσουμε τα οικονομικά μας, να ξεσκονίσουμε τις επίσημες δηλώσεις και τα πραγματικά έργα.

    Αυτο που λέω, είναι: Για να μην ξαναθυμώσουμε που με την εξουσία που τους παραδώσαμε -και ελπίζω να είναι προφανές ότι μιλάω για όλα τα κόμματα, και αυτά που υπήρχαν, και αυτά που υπάρχουν, και αυτά που θα υπάρξουν- θεωρώ ότι με λίγους σχετικά, απλούς κανόνες, θα διατηρήσουμε μία γραμμή πολιτικής ποιότητας.

    Για να μην ειρωνευόμαστε πληγωμένοι για αρπαγές ψήφου μετά, κάθε εκάστοτε τρίτη μέρα του Σεπτέμβρη.