Διαβάζοντας το («εν θερμώ» όπως λέγεται η αντίστοιχη στήλη του thepressproject) κείμενο του Κωνσταντίνου Πουλή «Και τώρα, αγαπητοί νοικοκυραίοι;» μου γεννιέται μία άλλη διαδρομή σκέψης:

Δυστυχώς, δεν ήταν κλέφτης ο Ζακ. Δυστυχώς δεν ήταν πρεζόνι. Δυστυχώς, είχε φίλους, που ορκίζονται στο όνομά του, δυστυχώς, ήξεραν όλοι την ταυτότητά του, δυστυχώς, ήταν ο Ζακ, μάχιμος οροθετικός και περήφανος ομοφυλόφιλος.

Ήλπιζα τουλάχιστον μέσα μου, να ήταν ναρκομανής. Ειλικρινά μιλάω, εγώ δεν τον ήξερα τον άνθρωπο, ήλπιζα να ήταν πρεζόνι, και ο,τι έκανε να ήταν αποτέλεσμα στέρησης, αφού δεν στάθηκε αρκετή δικαιολογία η υποτιθέμενη απόπειρα κλοπής. Ήταν η τελευταία μου ελπίδα.

Φευ.

«Ο Ζακ είναι ένας από εμάς», γράφει παντού στην Αθήνα.

Τι κρίμα.

Τι κρίμα να πρέπει να είναι ένας από εμάς για να νοιαστούμε. Τι κρίμα να πρέπει να έχει ονοματεπώνυμο, να έχει ταυτότητα, να έχει παρουσία και θετική στάση στους συνανθρώπους του, τι κρίμα να είναι «καθαρός» (πόσο αισχρή λέξη μοιάζει, ε;), να μην είναι κλέφτης, ζήτουλας, πρεζάκι, ζητιάνος, κακομοίρης.

Τι κρίμα που η κοινωνία μας, χρειάζεται πιστοποιητικά «ορθώς φέρεσθαι» για να φτάσει κάποια στιγμή, επιτέλους (και αν), να πει «κρίμα το παιδί».

Δεν θέλω ο νοικοκυραίος να πει τελικά μετά από όλα αυτά, «κρίμα το παιδί».

«Και αν ήταν γνωστός σου; ο αδελφός σου; Αν ήταν το παιδί σου, αν ήταν ο φίλος σου;»

Αδελφός μου, είναι ο κοσμηματοπώλης που του πετάει μία πέτρα. Φίλος μου, είναι ο μεσίτης, που βρίσκει την ευκαιρία να ματώσει τις μπότες του. Παιδί μου, είναι ο αστυνομικός που τον πατάει κάτω, ο νοσοκόμος που τον πάει δέσμιο στον θάνατό του. Γνωστός μου, είναι αυτός που κοιτάει ένα λιντσάρισμα χωρίς να παρεμβαίνει – είτε από ηδονή, είτε από φόβο.

Αυτά είναι τα αδέλφια μου. Αυτοί είναι οι φίλοι μου. Αυτοί είναι τα παιδιά μου. Αυτοί είναι οι γνωστοί μου.

Κοιτάζω γύρω μου – σ’ αυτήν την κοινωνία ζω. Αυτός είναι ο περίγυρός μου.

Και σ’ αυτήν την κοινωνία, δεν θέλω να τον αντιμετωπίσει η αστυνομία διαφορετικά επειδή είναι ο γνωστός Ζακ, οι δημοσιογράφοι διαφορετικά επειδή είναι φίλος πολλών επωνύμων, δεν θέλω να νοιαστούν οι γύρω μου επειδή τελικά δεν ήταν πρεζάκι, κλέφτης – θέλω να θεωρήσουν άδικο τον θάνατο ακόμα και αν ήταν πρεζάκι ή κλέφτης. Ειδικά αν ήταν πρεζάκι και ανώνυμος κλέφτης.

Αυτό, θα είχε πράγματι νόημα. Έτσι, θα είχαμε πράγματι καταφέρει κάτι.

Αν αυτή η κοινωνία μάθει να νοιάζεται μόνο όταν ο άλλος περνάει τα τεστ της «κοινωνικής αποδοχής», αν νοιάζεται μόνο όταν το θύμα της μοιάζει, μπορεί όντως να γίνει λίγο πιο επιφυλακτική στο μέλλον, ναι – αλλά δεν διόρθωσε αληθινά τίποτα.

Στο κάτω, κάτω, αν ψάξει κανείς καλά, θα βρει λόγους να μην είναι ο Ζακ το παιδί του. Θα δημιουργήσει άμυνες για να απέχει από την σύνδεση, για να προστατευτεί και να μην θυμώσει τελικά. Είναι εύκολο, δεν θα εκλείψουν λόγοι να διαφέρει ο καθένας. Αν μπεις σ’ αυτό το παιχνίδι, σε κάθε προσπάθεια να σε συνδέσουν για να νοιαστείς, θα βρεις λόγους να αποσυνδεθείς για να απέχεις.

Ας προσπαθήσουμε έστω και αργά, έστω και αδικώντας τον, συνειδητά, με την ελπίδα να αλλάξουμε κάτι:

Ήταν κλέφτης λοιπόν ο άνθρωπος αυτός.

Κλέφτης, πρεζόνι και ανώνυμος.

Και όχι, δεν του άξιζε να πεθάνει.

Κρίμα το παιδί.

~

Διάβασε επίσης: Σπίτια σας, Κάτω από το γκρι, Οι θύτες

Αντιγράφω από το site της ΜΚΟ Γιατροί Χωρίς Σύνορα. Οι επισημάνσεις όπως πάντα, δικές μου. Σκέψεις στο τέλος.

Θα θέλαμε να εκφράσουμε την έντονη ανησυχία μας για το γεγονός ότι περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης και βίας που λαμβάνουν χώρα στη Μόρια της Λέσβου παραβλέπονται και χαρακτηρίζονται ως αναληθή από την ίδια τη διοίκηση του Κέντρου της Μόριας, παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις τόσο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα όσο και άλλων φορέων.

Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, ως ανεξάρτητη και αμερόληπτη ιατρική και ανθρωπιστική οργάνωση, δεν λαμβάνουμε καμία χρηματοδότηση από το ελληνικό κράτος και την ΕΕ. Αξίζει να επισημανθεί ότι στις περιπτώσεις που προχωράμε σε επίσημες καταγγελίες των βλαβερών συνεπειών των πολιτικών που επηρεάζουν άμεσα την υγεία και την αξιοπρέπεια των ασθενών μας, βασιζόμαστε αποκλειστικά σε συγκεκριμένα ιατρικά στοιχεία, που προέρχονται από τη δράση μας.

Από τον Ιανουάριο μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου 2018, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έχουμε περιθάλψει στην κλινική μας, που βρίσκεται έξω από τον καταυλισμό της Μόριας, συνολικά 23 ασθενείς που ανέφεραν ότι υπέστησαν σεξουαλική κακοποίηση, συμπεριλαμβανομένου και βιασμού, μέσα ή γύρω από τον καταυλισμό. Από τους ασθενείς αυτούς, 14 ήταν ενήλικες και 9 ανήλικοι, εκ των οποίων κάποιοι ηλικίας μόλις 5 ετών.

Σε κάθε ένα από τα περιστατικά αυτά, ακολουθήσαμε το ιατρικό πρωτόκολλο, το οποίο περιλαμβάνει επείγουσα φροντίδα εάν απαιτείται, επείγουσα αντισύλληψη, πρόληψη της μετάδοσης του HIV και σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων, εμβολιασμό και εργαστηριακές εξετάσεις. Σε όλες τις περιπτώσεις παρείχαμε, επίσης, ψυχολογική υποστήριξη.

Στη Λέσβο, συνεργαζόμαστε παράλληλα με το τοπικό νοσοκομείο, με σκοπό την πρόληψη ή την ελαχιστοποίηση των ιατρικών επιπλοκών της σεξουαλικής βίας. Για όλα τα περιστατικά παιδικής κακοποίησης που είδαν οι ομάδες μας, έχει ενημερωθεί η αστυνομία. Η ευθύνη διενέργειας ιατροδικαστικής εξέτασης και διερεύνησης των αναφορών σεξουαλικής βίας, καθώς και η προστασία των θυμάτων ανήκει στις αρμόδιες διωκτικές αρχές και συγκεκριμένα στην αστυνομία και τον εισαγγελέα.

Οι ομάδες μας βλέπουν σχεδόν σε καθημερινή βάση περιστατικά σεξουαλικής βίας και επιθέσεων, απόπειρες αυτοκτονίας, αυτοτραυματισμούς και σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία παιδιών, εφήβων και ενηλίκων. Και αυτό είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν

~

Ένα, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα μιλούν με στοιχεία. Δεν το είδαν αναρτημένο στο facebook, δεν το άκουσαν από κάποιον φίλο φίλου, το έζησαν, περιέθαλψαν ασθενείς ακόμα ΚΑΙ ΠΕΝΤΑΧΡΟΝΑ ΠΑΙΔΙΑ θύματα σεξουαλικής βίας. ΠΕΝΤΑΧΡΟΝΑ ΠΑΙΔΙΑ.

Δύο, για όλα τα περιστατικά έχει ενημερωθεί η αστυνομία. Έχει ενημερωθεί η αστυνομία. Έχει – ενημερωθεί – η – αστυνομία. Κανείς δεν μπορεί να κάνει ότι δεν ξέρει, μετά από αυτό. ΚΑΝΕΙΣ.

Τρία. Δεν το λένε μόνο οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα. Η ανακοίνωση λέει ότι έχουν ενημερωθεί και από άλλες ΜΚΟ που συνεργάζονται εκεί. Δεν είναι τσακωμένοι κάποιοι με κάποιους δηλαδή, υπάρχει ευρύτερη οπτική, και όλοι συμφωνούν ότι συμβαίνουν τέτοια πράγματα – και όχι μόνο, όπως διαβάσαμε εχθές από το ThePressProject – στο στρατόπεδο συγκέντρωσης της Μόριας.

Τέσσερα. Η διοίκηση μιλάει για αναληθείς καταγγελίες. Δηλαδή ξέρει, έχει ενημερωθεί, έχει πάρει θέση, και αποφάνθηκε ότι οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ψεύδονται.

Τέσσερα – ένα. Πως το ξέρει; Οι γιατροί μιλούν με στοιχεία. 23 ασθενείς (μόνο εκείνοι, χώρια οι όποιοι άλλοι), 9 παιδιά. ΠΑΙΔΙΑ. Συγκεκριμένα, με νούμερα, με στοιχεία. Η διοίκηση πως τα αντικρούει; Με τι στοιχεία;

Τέσσερα – δύο. Ποιος τα αντικρούει; Η διοίκηση; Έγινε ΕΔΕ; Ψάχνει μόνη της τα δικά της και λέει «δεν έγιναν, παραπλανάτε τον κόσμο;» Την έχει ελέγξει κανείς;

Πέντε: Είναι δουλειά της αστυνομίας – λέει η ανακοίνωση των Γιατρών Χωρίς Σύνορα – να φτάσει η υπόθεση στον εισαγγελέα. Όταν κάποιος καταγγέλλει, με στοιχεία, ότι κακοποιήθηκαν σεξουαλικά 23 άτομα και 9 παιδιά, ΠΡΟΦΑΝΩΣ θα έπρεπε να πάει στον εισαγγελέα. Πήγε; Αν ναι, τι δουλειά έχει στο συρτάρι του; Αν όχι, γιατί; Δεν έπρεπε να ελεγχθεί και αυτή η απραξία;

Έξι: Για άλλη μία φορά, η κυβέρνηση αδιαφορεί. Πεντάχρονα καταγγέλλεται ότι βιάστηκαν, και δεν κάνει την παραμικρή ενέργεια: έρευνα, αναζήτηση στοιχείων, επίρριψη ευθυνών. ΤΙΠΟΤΑ. ΤΙΠΟΤΑ ΑΠΟΛΥΤΩΣ. Κρύβεται πίσω από την διοίκηση του στρατοπέδου συγκέντρωσης. Όχι μόνο τώρα, ΕΠΙ ΧΡΌΝΙΑ αδιαφορεί για κάθε καταγγελία. Αυτό όμως, δεν μπορεί να μην αφορά την εισαγγελική έρευνα. Και οι ποινές, δεν μπορεί να μην αφορούν πολιτικούς προϊσταμένους των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Είτε έπαιρναν εντολές για να δρουν έτσι οι διοικήσεις, είτε τους άφηναν στην ησυχία τους να επιτρέπουν βιασμούς πεντάχρονων παιδιών.

Επτά: Αναρωτιέμαι γιατί τόση ησυχία. Οι Γιατροί είναι προφανές ότι δίνουν μάχη μόνοι τους, απέναντι στην απίστευτη σιωπή όλων. Όσο και αν αντιδράσουμε οι υπόλοιποι, οι πράξεις μας δεν θα μετρήσουν καθόλου – αυτό που χρειάζεται είναι να αντιδράσουν όσοι στηρίζουν με οποιονδήποτε τρόπο αυτήν την κυβέρνηση. Μόνο έτσι μπορεί να αλλάξει κάτι.

Πως αντέχετε και κάνετε τα στραβά μάτια μωρέ;

Να μην αφήσουμε να ξεχαστούν για πάντα μέσα στα σκουπίδια και τη φρίκη τιτλοφορείται το άρθρο της Τζένης Τσιροπούλου για λογαριασμό του ThePressProject.

παραθέτω αποσπάσματα (όλο το άρθρο στο ThePressProject) – οι όποιες επισημάνσεις δικές μου:

Τραγικές και απάνθρωπες συνθήκες μονάχα επιβίωσης στη Μόρια, μέσα κι έξω από το επίσημο στρατόπεδο. Κάθε φορά που έρχομαι λέω δεν πάει χειρότερα και την επόμενη φορά είναι όλο και χειρότερα. Και ήμουν στη Μόρια από το καλοκαίρι του 2015. Μέσα λοιπόν στο επίσημο καμπ της ΕΕ, το οποίο έχει χωρητικότητα 3.000 ατόμων αλλά ζουν γύρω στα 7.500 άτομα -με το ένα τρίτο να είναι παιδιά- δύο και τρεις οικογένειες στοιβάζονται μαζί μέσα σε ένα κοντέινερ. Ο ιδιωτικός χώρος της καθεμιάς οριοθετείται με μία κουβέρτα-παραβάν. Οι άνθρωποι υποχρεώνονται κάθε μέρα να στέκονται δύο με τρεις ώρες στην ουρά για να πάρουν πρωινό, το οποίο ίσα-ίσα προλαβαίνεις να το φας και πας να ξαναστηθείς στην ουρά για το μεσημεριανό και μόλις φας την τελευταία μπουκιά πας να ξαναστηθείς στην ουρά για άλλες δυο-τρεις ώρες για να περιμένεις το βραδινό. Η αναμονή γίνεται σε έναν χώρο που μοιάζει με κλουβί και το φαγητό τις περισσότερες φορές είναι χάλια, μου λένε όλοι ανεξαιρέτως οι πρόσφυγες με τους οποίους συνομιλώ. Εφόσον το καμπ έχει γίνει άβατο για τους δημοσιογράφους και τους φωτορεπόρτερ, ανεβαίνω στον λόφο δίπλα στη Μόρια και βλέπω με τα ίδια μου τα μάτια την ατέλειωτη ανθρώπινη ουρά. […]

[…] «Οι ουρές χωρίζονται σε τρεις: μία για οικογένειες, μία για single men και μία για γυναίκες. Πάντα γίνονται τσακωμοί.»

Εν τω μεταξύ, οι πρόσφυγες καταγγέλλουν ότι συχνά μένουν νηστικοί γιατί οι μερίδες τελειώνουν χωρίς να έχουν παραλάβει όλοι τη σακούλα με τα πλαστικά τάπερ.

Μια κοπέλα από το Αφγανιστάν μού δείχνει ένα βίντεο στο κινητό της:

Μια γιαγιά βαστιέται σε μια μαγκούρα. Το φαγητό έχει τελειώσει και η ίδια δεν έχει προλάβει να πάρει. Ένας Έλληνας αστυνομικός τής φωνάζει «Σκατόγρια! Σκατόγρια! Άι στο διάολο! Θα στο βάλω στον κώλο [το μπαστούνι].» Ο αστυνομικός τής τραβάει το μπαστούνι από το χέρι και της το πετάει μακριά. Το βίντεο αναμένεται να προβληθεί μέσα στις επόμενες βδομάδες σε τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ της ιταλικής τηλεόρασης για τη Μόρια.

Ένας πατέρας από το Αφγανιστάν με τρία μικρά παιδάκια, δεν ξέρει κάθε φορά τι να κάνει: να στηθεί στην ουρά αφήνοντας τρία πιτσιρίκια ολομόναχα ή να μείνει μαζί τους αλλά να μείνουν όλοι νηστικοί; Όσο μας μιλάει για τη ζωή του εδώ, αρχίζει να κλαίει. […]

[…] Τρία χρόνια και ένα μεγάλο εννιαψήφιο χρηματικό ποσό μετά – 800 εκατομμύρια και έπονται άλλα τόσα, ποσό που καθιστά την Ελλάδα την πιο κοστοβόρα ανθρωπιστική ανταπόκριση στην ιστορία – και δεν έχουν λυθεί ούτε τα πιο στοιχειώδη: τροφή και στέγαση. […]

[…] Ουρές δεκάδων ανθρώπων για την τουαλέτα, ενώ μικροί και μεγάλοι κάνουν μπάνιο με κρύο νερό αφού δεν έχει ποτέ ζεστό κι ας κρυώνει ο καιρός, όπως μου λένε οι άνθρωποι που ζουν σε λίμπο μέσα στο ΚΥΤ της Μόριας. Ποιος από μας αλήθεια αντέχει να κάνει μπάνιο με κρύο νερό χειμωνιάτικα και μετά να τουρτουρίζει σε σκηνές καλοκαιρινού camping; […]

[…] Το αίτημά μας με το ιταλικό κανάλι (με το οποίο συνεργάζομαι για μερικές μέρες) για να μπούμε μέσα στο hotspot, το επίσημο καμπ δηλαδή, απορρίφθηκε από το υπουργείο. Ταυτόχρονα, η αστυνομία απαγορεύει στους πρόσφυγες να τραβάνε βίντεο με τα κινητά τους τηλέφωνα. Ένας πρόσφυγας μάς λέει ότι ένας Άραβας τραβούσε βίντεο και μόλις τον είδε ένας αστυνομικός, του πήρε το κινητό, το έσπασε με τη μπότα του και του είπε: «Να, ορίστε, δικό σου τώρα».

Μας λένε για βιασμούς, ναρκωτικά και πορνεία μέσα στο καμπ. Όλοι θέλουν να μας μιλήσουν για αυτό που υποφέρουν. “Πρόμπλεμ πρόμπλεμ” προφέρουν ασταμάτητα. Όταν τους ρωτάω πόσο καιρό είναι εδώ, η απάντησή τους έρχεται με ακρίβεια πόνου: δεν λένε απλώς δυο μήνες ή δυο χρόνια. Μου λένε ακριβώς πόσους μήνες, μέρες και ώρες ζουν στη Μόρια. Μωρά γεννιούνται στον καταυλισμό και αναρωτιέμαι πώς θα μεγαλώσουν και γιατί τους τσακίζουμε τις ψυχές, τι ανθρώπους φτιάχνουμε και τι άνθρωποι είμαστε;

Χτες γνωρίσαμε έναν έφηβο από τη Συρία. Μια φυσιογνωμία τόσο ευγενική και θλιμμένη μαζί, ένα αγόρι 16 χρονών με αξιοπρέπεια καθηλωτική. Ζει εδώ και ένα χρόνο μέσα στο καμπ της Μόριας. Το αριστερό του χέρι και μπράτσο ήταν γεμάτο μαχαιριές. Είναι το χέρι του που βλέπεις στην κεντρική εικόνα αυτού του κειμένου.

-Πώς τραυματίστηκες;

-Εγώ το έκανα μόνος μου. Γιατί 24 ώρες το 24ωρο δεν έχω τίποτα άλλο να κάνω παρά να σκέφτομαι και να σκέφτομαι και δεν ξέρω πώς να αντιδράσω για τη ζωή μου που θέλω τόσο πολύ να τη ζήσω. Το θέλω πολύ. Εδώ ζούμε σε μια μεγάλη φυλακή. Κάθε βράδυ βλέπω ότι τον ίδιο εφιάλτη: είμαι στη Συρία και κάποιος μου φωνάζει και με κυνηγάει. Ευτυχία για μένα είναι να γλιτώσω από τη Μόρια και να πάρω τηλέφωνο τη μαμά μου και να της πω ότι είμαι καλά.

Τις επόμενες μέρες παρατηρώ κι άλλους άντρες με τις ίδιες μαχαιριές στο ένα τους χέρι.

Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα προειδοποιούν ότι αυξάνονται οι απόπειρες αυτοκτονίας και οι αυτοτραυματισμοί ανήλικων προσφύγων.

Ακόμα και οι εργαζόμενοι σε ανθρωπιστικές ΜΚΟ ζητάνε να μεταφερθούν αλλού γιατί νιώθουν ότι και η δική τους ψυχική υγεία καταρρέει.

Οι άνθρωποι που εργάζονται στο πεδίο μιλούν για κακοδιαχείριση στο προσφυγικό ενώ πιστεύουν ότι η απαράδεκτη αυτή κατάσταση διαιωνίζεται εσκεμμένα ώστε να σταλεί το μήνυμα και να αποτραπούν νέες αφίξεις. Αυτό ακριβώς, όπως διέρρευσε, προτάθηκε πολύ πρόσφατα σε κλειστή συνάντηση Ελλήνων και Ευρωπαίων αξιωματούχων καθώς και εργαζομένων στην ανθρωπιστική βοήθεια: Χειροτερέψτε τα για να μην έρθουν κι άλλοι.

Όμως βάρκες φτάνουν σχεδόν καθημερινά, οι άνθρωποι έρχονται και υπάρχουν πάντα κι αυτοί που είναι ήδη εδώ. Δεν τα καταφέρνουν όλοι όμως. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές διαβάζω για τη βάρκα που αναποδογύρισε έξω από τη Σμύρνη. Η ελπίδα τους ήταν να φτάσουν στη Λέσβο. Αντ’ αυτού, στη λίστα του θανάτου προσθέσαμε ακόμα 9 νεκρούς ενώ 25 είναι αγνοούμενοι.[…]

Η φρίκη δεν έχει σταματημό, το άρθρο συμπληρώνεται με φωτογραφίες και video από την δημοσιογράφο, και επιπλέον συνεντεύξεις. Ξανά, το link εδώ.

Όπως έχω ξαναγράψει στο blog, το ζητούμενο δεν είναι μόνο η απουσία της κυβέρνησης, ούτε η ασφαλώς με διάθεση συγκάλυψης απόφαση για την απαγόρευση της δημοσιογραφίας να κάνει την δουλειά της – μα πρωτίστως η απουσία της δικαιοσύνης. Τέτοιες συνθήκες, με τραυματισμούς, θανάτους, βιασμούς και όλα τα άλλα ανήκουστα που βιώνουν αυτοί οι άνθρωποι, θα έπρεπε να έχει ξεσηκώσει από κοινωνικούς λειτουργούς, μέχρι τον εισαγγελέα.

Απάντηση για κάθε ένα χωριστά από αυτά τα καταγεγραμμένα περιστατικά, θα έπρεπε να έχει δώσει ο/η διοικητής του στρατοπέδου συγκέντρωσης (και όχι μόνο αυτού), αλλά και όλοι οι πολιτικοί προϊστάμενοί του.

Πιστεύω ακράδαντα ότι όποιος ευθύνεται γι’ αυτές τις εικόνες, από τον υπάλληλο μέχρι τον διοικητή μέχρι τους αρμόδιους υπουργούς ακόμη και τον ίδιο τον Τσίπρα, πρέπει να λογοδοτήσουν άμεσα στην δικαιοσύνη. Πιστεύω όμως εξίσου ότι η σιωπή από τους φιλοκυβερνητικούς είναι εκκωφαντική – η φωνή τους θα ήταν η μόνη που θα μπορούσε, καταπώς δείχνουν τα πράγματα, να κάνει λίγο πιο ανθρώπινες τις συνθήκες – ακόμα και να χαρίσει μία αξιοπρεπή ελευθερία σ’ αυτούς τους αδικημένους ανθρώπους…

Δείτε τι συμβαίνει. Ξεχάστε ότι κυβερνούν οι άνθρωποι που προτιμάτε. Αντιδράστε.

Μόνο εσείς μπορείτε πια να σώσετε αυτούς τους ανθρώπους.

Η χώρα μας έχει αποδεδειγμένα τρεις συγκεκριμένες φυσικές καταστροφές που την ταλανίζουν: Σεισμούς, πυρκαγιές και πλημμύρες. Πλην του σεισμού (που έχουμε αργήσει να δούμε στην Ελλάδα, σύμφωνα με τους επιστήμονες) από τις άλλες δύο, είχαμε νεκρούς φέτος – και όχι μόνο.

Και όχι λίγους.

Στις 12 Σεπτεμβρίου (εχθές, για την στιγμή που γράφω τούτο το ποστ) έγινε μία παρουσίαση μελέτης για τους λόγους που στην φωτιά στο Μάτι, είχαμε τόσους πολλούς νεκρούς (ήδη, την στιγμή που γράφω το κείμενο, έχουν φτάσει τους 99).

Αντιγράφω από το in.gr την ομάδα που συνέταξε την μελέτη:

Την μελέτη υπογράφουν ο κ. Κώστας Συνολάκης, καθηγητής Φυσικών Καταστροφών, Πολυτεχνείο Κρήτης Πρόεδρος, Τάξη Θετικών Επιστημών, Ακαδημία Αθηνών. Ο κ. Νίκος Καλλιγέρης, καθηγητή στο University of California, Los Angeles. Οι κ.κ. Βασίλης Σκαναβής και Κωστής Δουλιγέρης, καθηγητές στο University of Southern California. Η κυρία Ιφιγένεια Γιανουκάκου-Λεονστίνη από το Πολυτεχνείο Κρήτης και οι Haizhong Wang, Ali Mostafizi από το Oregon Staτe University, Tomoyuki Takabatake από το Waseda University, Japan.

Η μελέτη αυτή αποφαίνεται ότι θα μπορούσε να υπάρξει εκκένωση του χώρου εκεί, με τα πόδια ή με αυτοκίνητα, σε λιγότερο από μία ώρα.

Κοντά δύο ημέρες μετά, η είδηση φιλοξενείται σ’ αυτά που συνηθίζουμε να λέμε αντιπολιτευτικά site (skai.gr – Καθημερινή, Ναυτεμπορική, iefimerida, in.gr) αλλά ούτε μία κουβέντα δεν γίνεται στα φιλοκυβερνητικά site (avgi.gr, left.gr), ούτε πχ στο site της εφημερίδας Documento (μέχρι την στιγμή που έγραφα αυτό το ποστ).

Δεν υπάρχει πουθενά αυτό το πόρισμα εκεί, καμία αναφορά – σαν να μην έγινε ποτέ.

Γιατί; Επειδή το παρουσίασε η Νέα Δημοκρατία;

~

Άκου τι γίνεται: Εγώ δεν έχω ιδέα από φωτιές, από εκκενώσεις, από αυθαίρετα ή από τις συνθήκες που μπορεί να δημιούργησαν το πρόβλημα, ή να επιδείνωσαν την κατάσταση εκεί. Ξέρω ότι αυτοί που υπογράφουν την μελέτη, είναι επιστήμονες, όχι τυχαίοι. Αν έχουν λάθη στην προσέγγισή τους, οφείλουν να αντιμετωπιστούν επιστημονικά – και σίγουρα, όχι με σιωπή.

Αν μπορούσε να εκκενωθεί όντως ο χώρος, με ασφάλεια, και δεν έγινε, κάποιος ευθύνεται. Και αν κάποιος ευθύνεται, πρέπει να τεθεί απέναντι των ευθυνών του. Να απολογηθεί, μήπως η ευθύνη είναι ευρύτερη, δική μας. Και να τιμωρηθεί, στον βαθμό που πρέπει.

Έχει σημασία αν είναι Συριζαίος ή Νεοδημοκράτης; Έχει σημασία αν τον γουστάρουμε ή όχι; Έχει σημασία αν τα έχει κάνει όλα λάθος μέχρι τώρα, ή αν έχει κάνει χίλια σωστά και απέτυχε σ’ αυτό, και μόνο;

Ενενήντα εννιά άνθρωποι πέθαναν. Αν πέθαναν από ανθρώπινα λάθη, οφείλουμε πρωτίστως να τα διορθώσουμε, με ειλικρίνεια. Το να κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας για κομματικούς λόγους, σαν να μην έγινε, δεν θα σώσει κανέναν αύριο.

Αυτό δεν θέλουμε – όλοι; Να γίνουμε καλύτεροι;

Αυτή, είναι μία φωτοβολίδα που πετάχτηκε, από τους φιλοξενούμενους οπαδούς της μίας ομάδας, στους γηπεδούχους οπαδούς της άλλης ομάδας.

Διαβάζω δε στα ρεπορτάζ, ότι η φωτοβολίδα πετάχτηκε με όπλο, ενώ ο δράστης δεν συνελήφθη, και το παιχνίδι συνεχίστηκε.

Πάμε λοιπόν:

Το παιχνίδι, έπρεπε να σταματήσει. Εκείνη την στιγμή. Να διακοπεί, ούτε καν να συνεχιστεί με άδειες κερκίδες.

Ο δράστης έπρεπε να συλληφθεί. Υποτίθεται ότι υπάρχουν κάμερες για να βρεθεί, αν είναι υποχρέωση της ομάδας και δεν υπάρχουν να συλληφθεί ο υπεύθυνος της γηπεδούχου, αν δεν είναι υποχρέωση να γίνει.

Όσοι ήταν δίπλα στον δράστη, τον είδαν, μα απέκρυψαν την πράξη του ή τον έκρυψαν για να μην βρεθεί, θα έπρεπε η ίδια η ομάδα τους, να τους απαγορέψει την είσοδο στα γήπεδα – για πάντα. Ηθικά, όχι νομικά: για πάντα.

Εφόσον η μετακίνηση έγινε ομαδικά, δηλαδή με συνδέσμους κλπ, έπρεπε αν υπάρχει υπεύθυνος γι’ αυτούς τους ανθρώπους να συλληφθεί και αυτός με την σειρά του. Αν δεν υπάρχει, να οριστεί ένας υπεύθυνος για την μετακίνηση, και να υπάρχουν ευθύνες γι’ αυτόν.

Επίσης, έπρεπε να συλληφθεί και ο υπεύθυνος του ελέγχου των οπαδών, για όλες τις θύρες, καθώς και αυτός για την είσοδο στην θύρα των οπαδών από την οποία έφυγε η φονική φωτοβολίδα.

Αυτά, είναι τα πρακτικά, που έπρεπε να γίνουν την ώρα του αγώνα.

Τίποτα εξ αυτών δεν έγινε.

Γιατί; Επειδή δεν είχαμε νεκρό;

~

Βλέπετε πόσα πράγματα έχουν εξαγγελθεί μετά τις πολύνεκρες πλημμύρες στην Μάνδρα; Πόσες ενέργειες έχουν μπει σε λειτουργία, ακόμα και κατεπειγόντως, για να μην υπάρξει άλλος νεκρός;

Βλέπετε πόσα πράγματα έχουν εξαγγελθεί για το Μάτι, μετά την πολύνεκρη πυρκαγιά; Πόσες ενέργειες θεωρούνται πλέον επιβεβλημένες, πόσες υπηρεσίες άλλαξαν υπεύθυνους, πόσα πράγματα θεωρούνται αυτονόητα πλέον μπήκαν στην ατζέντα;

Λοιπόν, προτείνω να κάνουμε το εξής:

Δείτε αυτόν τον άνθρωπο για παράδειγμα με το κόκκινο καπέλο. Εκ της φωτογραφίας μοιάζει να είναι ο πιο κοντινός στο φονικό βλήμα. Μάθετε το όνομά του, κάντε του μία κηδεία, τα παιδιά του και η γυναίκα του να τον κλάψουν –

– ΠΕΙΤΕ ΟΤΙ ΤΟΝ ΠΕΤΥΧΕ.

Πείτε ότι πια είναι νεκρός. Στην οικογένειά του η ΕΠΟ να δώσει τιμητική σύνταξη για να τα βγάζει πέρα, βάλτε τον σε ένα καράβι να μην τους ξαναδεί, αλλάξτε του όνομα και πρόσωπο, αν χρειαστεί, βάλτε τον σε υπηρεσία ανάλογη της προστασίας μαρτύρων.

Νιώστε την φρίκη να τον διαπερνάει ένα καυτό βλήμα, να του καίει τα σωθικά, να τον πετυχαίνει στην καρωτίδα και η κάψα να του στεγνώνει το ίδιο του το αίμα, κανείς δίπλα να μην μπορεί να το βγάλει, νιώστε την απελπισία όσων είναι δίπλα, νιώστε την ηδονή του δολοφόνου που ρίχνει ένα βλήμα πάνω στον κόσμο, όχι αδιαφορώντας αν έχει νεκρό αλλα ΕΠΙΔΙΩΚΟΝΤΑΣ να έχει νεκρό, ΠΡΟΣΔΟΚΩΝΤΑΣ να έχει νεκρό, οποιονδήποτε, τέσσερα καθίσματα και λίγο πιο κάτω ένα παιδί, τέσσερα καθίσματα και λίγο πιο πάνω μία γυναίκα, κάντε ο,τι χρειάζεται – αν δεν ξέρετε πως, ρωτήστε όσους κάθονταν δίπλα στον Χαράλαμπο Μπλιώνα.

Και θα σας πω γιατί:

Η ζωή είναι σκληρή. Κάπου – κάπου, στεκόμαστε τυχεροί, μας προειδοποιεί, μας λέει «κοίτα, κοίτα τι μπορεί να συμβεί», και εμείς έχουμε δύο επιλογές. Ή θα αξιοποιήσουμε αυτό το μάθημα, ή θα περιμένουμε να δούμε τι, πράγματι, μπορεί να συμβεί.

Λίγα εκατοστά χωρίζουν δύο εντελώς διαφορετικές ιστορίες: Στην μία, ένας άνθρωπος πεθαίνει, πάλι, εντελώς άδικα σε ένα γήπεδο. Στην άλλη, η φωτοβολίδα βρίσκει ένα κάθισμα, ή κάποιος κουνιέται ελάχιστα και γλυτώνει.

Είναι ίδιον των έξυπνων ανθρώπων, αυτών που θέλουν να αλλάξει κάτι, αυτών που θέλουν να δουν μία καλύτερη μέρα, τα πράγματα να προχωράνε μπροστά, αν θα μάθουν – ή όχι.

Αν δεν θέλουν να μάθουν, όσες φορές και να προειδοποιηθούμε με τα ελάχιστα εκατοστά, δεν θα αλλάξει τίποτα. Καμιά φορά, όπως μας έμαθε πικρά η υπόθεση Μπλιώνα, ακόμα και όταν μας δείξει τι τελικά θα συμβεί, ακόμα και τότε – αν οι άνθρωποι δεν θέλουν, δεν θα αλλάξει τίποτα.

Εγώ θέλω μία κυβέρνηση, μία δικαιοσύνη, έναν λαό που να θέλει να το αλλάξει αυτό. Να σκέφτεται όλα αυτά τα μεγαλόσχημα που θα έλεγε αν είχαμε νεκρό – και να τα κάνει πράξη πριν φτάσουμε να έχουμε τελικά.

Άλλωστε, δεν ακούω κανέναν που να τολμά να πει «όχι, δεν πρέπει να αλλάξει, γι’ αυτούς και γι’ αυτούς τους λόγους».

Καλό είναι που ντρέπονται, καλύτερο θα ήταν να το αλλάξουν – (ειδικά εκεί στην κυβέρνηση έχουν και πενήντα δύο εκατομμύρια τρόπους να το πιέσουν να γίνει, εκτός από τις δικές τους ευθύνες).

Αλλιώς, μετά, τουλάχιστον μην κάνουν τους ξαφνιασμένους.

Προειδοποιήθηκαν.

«Κοιτάξτε έχουμε παιδιά που κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας. Παιδιά 10 ετών που προσπαθούν να αυτοκτονήσουν.»

Κάποτε έλεγα από τούτο εδώ το blog, ότι η απομάκρυνση της δημοσιογραφικής έρευνας από την κυβέρνηση Σύριζα είναι το μεγαλύτερο πλήγμα για τους ανθρώπους που (συνήθως άδικα) κρατούνται φυλακισμένοι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Το BBC έρχεται να με επιβεβαιώσει με τον χειρότερο δυνατόν τρόπο. Απίστευτες καταγγελίες, απάνθρωπη συμπεριφορά, οι χειρότερες δυνατόν ιστορίες από μία έρευνα που έγινε «στα κλεφτά», όπως-όπως, καθώς οι δημοσιογράφοι δεν έχουν πρόσβαση σ’ αυτά τα κελιά.

Εδώ το ρεπορτάζ του BBC από την Ελληνοφρένεια και απόδοση στα Ελληνικά από τον Χρήστο Αδαμίδη

Στο άρθρο θα βρείτε την ελληνική μετάφραση του ρεπορτάζ.

Όσο με αφορά, ξαναλέω τα ίδια: Γι’ αυτήν την κατάσταση, υπάρχουν υπεύθυνοι. Δεν τίθεται θέμα (πια) παραίτησεώς τους, τίθεται θέμα τιμωρίας, και μάλιστα παραδειγματικής για κάθε καταγγελία που ευσταθεί από αυτές τις λίγες, που διαφεύγουν του δημοσιογραφικά αποκομμένου στρατοπέδου συγνέκτρωσης ανθρώπων. Όσο ψηλά και αν χρειάζεται να φτάσει.

Ενώ ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης, απαντάει γελώντας: «Τώρα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για αυτό».

~

Υ.Γ. ένα: Ενδιαφέρον που (από ακροδεξιά κυρίως μέσα) γενικά οι διαμαρτυρίες για τις συνθήκες αποδίδονται σε «βάρβαρους λαθρομετανάστες». Φαίνεται πως α) το να τους έχεις κλεισμένους σαν ζώα δεν ρίχνει τον ρατσισμό στην Ελλάδα (γιατί αυτοί οι άνθρωποι εκεί μέσα κάποια στιγμή επαναστατούν και αυτό είναι λίπασμα για τον ρατσισμό), και β) είναι βάρβαρος αυτός που αντιδρά, αλλά όχι εσύ που επιλέγεις να τους κλείνεις μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες. Ενδιαφέρον.

Υ.Γ. δύο: και κάτι ακόμα, που θα έχει σημασία στο μέλλον: Αυτά τα στρατόπεδα έχουν, αν έχω αντιληφθεί σωστά – κατά παράβαση κάθε νομιμότητας (για λόγους …κατεπείγοντος) απ’ ευθείας συμβάσεις για όλα (διατροφή, συνθήκες διαβίωσης, προσωπικό).

Σας μοιάζει να παίρνουν αυτοί οι άνθρωποι (όχι μόνο εκεί, παντού) όσα πληρώνουμε να έχουν;

και αν όχι, ποιοι τα τρώνε με απευθείας συμβάσεις;

Στο μέλλον, αυτή η ερώτηση φοβάμαι ότι θα απαντηθεί με πολύ σκληρό τρόπο….

Υ.Γ. τρία: «We have not money for this. You know the economical condition of Greece». Τι έλεγα μερικά άρθρα πριν; Επιλογές.

Ταρατατζουμ!

Αύριο η Ελλάδα βγαίνει επισήμως από τα Μνημόνια.

Με ανακοινώσεις, με μία λαμπερή γιορτή, με διαγγέλματα εθνικής ανεξαρτησίας και επαναφοράς στην κανονικότητα.

Κάτσε να σου πω τι σκέπτομαι.

~

Κατ’ αρχάς, έχω μαύρα (οικονομικά) μεσάνυχτα. Το έχω πει εκατό φορές, αλλά οφείλω να το τονίζω σε κάθε άρθρο, μη τυχόν νομίζεις ότι για όσα πιστεύω ότι συμβαίνουν, έχω και απτές, οικονομικές αποδείξεις. Μπορεί να υπάρχουν, να έχω δίκιο – μα κάλλιστα μπορεί να κάνω λάθος, και όλα να ‘ναι αλλιώς, και με την άγνοιά μου να μην τα υπολογίζω σωστά. Δεν σου λέω λοιπόν *τι συμβαίνει*, σου λέω *τι πιστεύω* και ας αποδεχθούμε και οι δυο ότι μπορεί να είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα.

Η Ελλάδα είναι μία κατεστραμμένη οικονομικά χώρα.

Με κατεστραμμένους οικονομικά πολίτες.

Η οικονομία είναι διαλυμένη, αφήνουμε να πεθάνουν άνθρωποι σε κέντρα κράτησης χωρίς καν να αναρωτηθούμε γιατί, οι συνταξιούχοι μας δυσκολεύονται πολύ να τα βγάλουν πέρα, τα μαγαζιά είναι κλειστά, οι εταιρίες απ τις οποίες εισάγουμε δεν δίνουν πίστωση καθώς υπάρχει έλλειμμα εμπιστοσύνης, οι άνθρωποι άνεργοι, δουλεύουν εκτός αντικειμένου και με τα ελάχιστα χρήματα, η φορολογία αβάσταχτη, ακόμα και οι μικροεισοδηματίες οφείλουν να πληρώσουν, οι επιχειρηματίες και οι αυτοαπασχολούμενοι δεν έχει νόημα να δουλεύουν αν είναι σωστοί στα βιβλία τους γιατί ένα τεράστιο ποσοστό πάει στην φορολογία, δεν παράγεται νέο χρήμα εκτός από τις σταθερές μας (τουρισμός κλπ), τα νέα παιδιά μας φεύγουν για να επιβιώσουν κάπως καλύτερα στερώντας μας τις ικανότητές τους, ενώ ένα μεγάλο μέρος του παραγωγικού κράτους έχει χαριστεί για τα επόμενα 100 χρόνια και περιμένει, υπομονετικά, την εκποίησή του.

Δεν λέω ότι την κατέστρεψαν αποκλειστικά τα μνημόνια, υπόψιν. Έχω ξαναπεί ότι τα μνημόνια αυτά καθ’ αυτά, μπορεί να είχαν και σωστά πράγματα, μπορεί και λάθος – η βασική μου αντίρρηση έχει να κάνει με τις εκβιαστικές συνθήκες με τις οποίες επιβλήθηκαν, με τους «πατερούληδες» της οικονομίας που απαίτησαν την υποταγή σ’ αυτά δίνοντας ελάχιστο χρονικό περιθώριο να ελεγχθούν (και να αμφισβητηθούν, αν χρειαστεί) οι αλήθειες τους.

Η δε ζημιά, δεν είναι μόνο οικονομική: Στο οικονομικό σκέλος μπορεί να γίνει μία αποτίμηση από πιο ειδικούς, στο σκέλος όμως της δημοκρατικής λειτουργίας ενός κράτους, έχουμε χάσει άμα τη εφαρμογή τους, πριν δούμε δηλαδή τα αποτελέσματά τους – ακριβώς λόγω των συνθηκών που αυτά εφαρμόστηκαν.

Όλες αυτές οι ζημιές, οι οικονομικές, οι δημοκρατικές, όλες αυτές οι καταστροφές δεν έχουν (για μένα, πάντα) ως δείκτη έναρξης το Καστελόριζο παρεμπιπτόντως. Δεν πιστεύω ότι η Ελλάδα, ως χώρα, καταστράφηκε από τα μνημόνια.

Η γνώμη μου είναι ότι η καταστροφή της Ελλάδας (οικονομική, δημοκρατική, ουσιαστική) έχει ξεκινήσει πολύ πιο πριν.

Μια Ελλάδα που δανειζόταν χωρίς περιορισμούς, μία Ελλάδα που ξόδευε χωρίς σύνεση, μία Ελλάδα στην οποία το χρήμα και η εξουσία ήταν το άλφα και το ωμέγα κάθε επιχειρήματος, μία Ελλάδα που κατέστρεφε συστηματικά ο,τι μπορούσε να της αποφέρει δουλειές και χρήματα βιοτεχνίες, βιομηχανία – μοιραία θα οδηγούσε σε μία Ελλάδα που θα έχανε την αυτοκυριαρχία της, σε μία εξαρτημένη χώρα, σε μία χώρα υπόδουλη σε όποιον είχε χρήματα και την δυνατότητα να επιβάλλει τις απόψεις του.

Η ζημιά δεν ξεκίνησε στο Καστελόριζο. Και, αν δεν το αντιληφθούμε αυτό, μοιραία, η ζημιά δεν τελειώνει στις 20 Αυγούστου του 2018.

Για να διορθωθεί η ζημιά, απαιτείται δημοκρατία, ισονομία, δικαιοσύνη, απαιτείται ουσιαστική, αξιοπρεπής δημοσιογραφία, απαιτείται κατανόηση των λαθών, προσπάθεια να εντοπιστεί τι τα δημιούργησε, και σαφή συναίνεση ώστε να μην επαναληφθούν.

Απαιτείται όχι μόνο να καταλάβουμε ότι κάναμε λάθος, αλλά και ΠΟΥ κάναμε λάθος.

Και αυτό, καθώς δεν μας το επέβαλε κανένα μνημόνιο, δεν έγινε καμία προσπάθεια να αντιμετωπιστεί. Και, για να είμαι σωστός, όχι μόνο δεν μας το επέβαλε κανένα μνημόνιο, αλλά τα ίδια τα μνημόνια λειτούργησαν ακριβώς όπως δεν θα έπρεπε να λειτουργήσουν, διαβρώνοντας την συνείδησή μας, βουλιάζοντας την αξιοπρέπειά μας, στερώντας μας από δημοσιογραφία, από άποψη χωρίς φωνές και από ηρεμία για να ανακτήσουμε την λογική μας.

Είμαστε ένας λαός που δεν έχει καταλάβει όχι μόνο το ΤΙ αλλά καλά-καλά ούτε και το ΠΩΣ φτάσαμε ως εδώ.

Για μένα η παιδεία κάθε ζημιάς είναι το πολυτιμότερο αγαθό. Οι άνθρωποι θα κάνουν λάθος, είναι βέβαιο, και θα προχωρήσουν μπροστά μόνο αν το αντιληφθούν, το αντιμετωπίσουν, και το διορθώσουν.

Αλλιώς θα το επαναλάβουν – μέχρι να μάθουν.

Ταρατατζουμ και φαμφάρες λοιπόν, και χαίρομαι με την χαρά σας, αλήθεια, αλλά είμαι βαθιά ανήσυχος για το μέλλον: Τι λέμε με αυτήν την διαφήμιση στους υπόλοιπους λαούς;

Αν δεν τους πούμε, εμείς πρώτοι, ως παράδειγμα, πως χαλάσαμε την δημοσιογραφία μας, πως χαλάσαμε την ισονομία μας, πως σακατέψαμε την δημοκρατία μας – αν τους πούμε «Βγήκε η Ελλάδα! Είδατε; Τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο! Μη φοβάστε, μπορείτε!» με μία οικονομία διαλυμένη, αν τους πούμε «Όλα καλά πια!» αντί να τους πούμε ότι τα μαγαζιά είναι κλειστά, ότι όλοι χρωστάνε παντού γιατί τους τελείωσαν τα λεφτά κάτω από το στρώμα, αν δεν τους πούμε ότι οι πολίτες φέτος θα κρυώσουν, περισσότερο από πριν, και θα πεινάσουν, περισσότερο από πριν, και θα κινδυνέψουν, περισσότερο από πριν, ότι οι επιχειρήσεις θα κλείσουν, περισσότερο από πριν – αν δεν τους τα πούμε όλα αυτά, θα τυφλωθούν απ τα βεγγαλικά μας, και θα πουν «λύνεται το πρόβλημα, αρκεί να κάνουμε ο,τι μας λένε» και θα την πατήσουν – όπως και εμείς.

Ο μόνος δείκτης όμως που δείχνει αν μία χώρα θα καταστραφεί ή όχι, είναι ο δείκτης Δημοκρατίας της.

Θα ήταν καλύτερο να τους πούμε «Έχετε σωστούς νόμους και λειτουργούς που τους εφαρμόζουν όπως πρέπει;» «έχετε αξιόπιστη και αξιοπρεπή δημοσιογραφία;» «Ασχολούνται οι πολίτες σας με την ουσία, λαμβάνοντας τα σωστά δεδομένα, δείχνουν ενδιαφέρον για τα κοινά; Ξέρουν να ξεχωρίζουν τις κραυγές από τις θέσεις;» «Είναι οι πολιτικοί σας άξιοι του ρόλου τους;»

Γιατί εμείς δεν τα είχαμε αυτά. Γι αυτο φτάσαμε μέχρι εκεί, και μετά μοιραία μέχρι εδώ.

Ούτε και τώρα, θεωρώ ότι τα έχουμε. Παρότι φεύγουμε -υποτίθεται- από εδώ.

Δεν είναι αυτό το σημείο των πανηγυρισμών μας. Και θα καταλάβω, όταν και αν έρθει ποτέ ότι ήρθε, γιατί σε εκείνο το σημείο θα έχουμε κατανοήσει, πρωτίστως, ότι δεν πανηγυρίζεται.

Πήγαν όλα άνω κάτω τούτες τις μέρες, καθώς η Παπαχρήστου, διάσημη για την αποβολή της από την ΔΟΕ για το περίφημο tweet με τα κουνούπια και τους αφρικανούς, κέρδισε ένα χρυσό στο τριπλούν του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος αγώνων στίβου του Βερολίνου.

Και, εντελώς φυσικά, όλα ανακατεύτηκαν με την υπέροχη ζαλάδα που ήταν ευνόητο ότι θα επακολουθούσε:

Ο κόσμος που δεν γουστάρει τους Χίτες δεν γούσταρε καθόλου την επιτυχία της, ο κόσμος που έτσι και αλλιώς νιώθε την ανάγκη να πανηγυρίζει τις εθνικές επιτυχίες (ακόμα και αν είναι από τον Καχιασβίλι ή τον Δήμα) είτε μπλόκαρε με την όλη φάση, είτε πανηγύρισε, κάποιοι πανηγύρισαν επειδή ακριβώς έχει εκφράσει ένα ακροδεξιό προφίλ, ο Τσίπρας ως πρωθυπουργός συνεχάρη (και μάλιστα «θερμά») μαζί με τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς την κάτοχο του χρυσού, του τα χωσαν γιατί δεν έπρεπε να δώσει συγχαρητήρια στην χρυσαυγίτισσα, μύλος.

Μύλος.

Να χαρείς επειδή το πήρε ελληνίδα; Να μην χαρείς επειδή το πήρε χρυσαυγίτισσα; Να χαρείς και ας είναι χρυσαυγίτισσα; Να μην το προσμετρήσεις; Τι είναι το πιο σημαντικό απ’ όλα;

~

Όλο αυτό, κατά το ταπεινό μου το μυαλό, που μπορεί κάλλιστα να κάνει και λάθος και στο λέω εξ αρχής για να μην παρεξηγηθούμε, νομίζω ότι έχει να κάνει με μία βασική παραδοχή.

Άκου πως το βλέπω.

Ο φασισμός, ο ναζισμός, ο ρατσισμός – όλα αυτά σε γενικές γραμμές έχουν να κάνουν με το τι θέση νιώθει ότι έχει ο καθένας απέναντι στον διπλανό του. Είναι μία προσπάθεια να σταθεί σε μία κοινωνία – μπορεί να το κάνει αποδεχόμενος τις διαφορές των διπλανών του (άλλο φύλο, άλλη θρησκεία, άλλο χρώμα, άλλη πατρίδα) και ορίζοντας μία ατομική ευθύνη για τις πράξεις του καθενός – ή θεωρώντας ότι οι απολύτως βέβαιες διαφορές αυτές ανάμεσα στους ανθρώπους ορίζουν και την συμπεριφορά ή/και την θέση τους (και συνήθως αυτό του δίνει δικαίωμα δια της βίας να «αμυνθεί» έναντι αυτών).

Τι προσπαθώ να πω μ’ αυτό; Ότι αυτή η συμπεριφορά δεν σε κάνει λιγότερο ικανό.

Μπορεί να τρέξεις περισσότερο από τους άλλους, ή να ζωγραφίσεις υπέροχα, ή να έχεις την πιο γλυκιά φωνή που βγήκε από ανθρώπου λαρύγγι, ή να γίνεις ο νέος Στήβεν Χώκινγκ – και πάλι να είσαι ρατσιστής.

Είναι (σε μένα, και ξαναλέω, μπορεί να κάνω λάθος, δεν ξέρω) απολύτως σαφές ότι ένας άνθρωπος μπορεί να πετύχει στην ζωή του, μπορεί (κρατήσου) να κάνει την διαφορά και στις δικές μας τις ζωές με τις επιτυχίες του, ακόμα και αν έχει στην καρδιά του το μίσος ή φόβο για τον συνάνθρωπό του.

Αν είναι όντως έτσι – τι κάνουμε απέναντι σ’ αυτό; Ως κοινωνία λέω, όχι ο καθένας ατομικά. Ο καθένας, μπορεί να σιχαθεί ο,τι αφορά τον Σφακιανάκη πχ για τις ιδέες του, ή να ακούσει τα τραγούδια του προσπαθώντας να ξεχάσει ποιος είναι και τι λέει, ή να λατρέψει τον ίδιο και την μουσική του ακριβώς γι’ αυτά που λέει – δεν μιλάω γι’ αυτό:

Ο καθένας έχει κριτήριο, αλλά συνολικά, ως κοινωνία, τι κάνουμε;

Γιατί αν μπούμε σ’ αυτό το τριπάκι, πρέπει να αποφασίσουμε αν η κοσμοθεωρία του είναι μέρος της επιτυχίας του. Αν η ταχύτητά του, ή η μουσική του ικανότητα, ή οι καλλιτεχνικές του ανησυχίες, ή το λαμπρό μαθηματικό του μυαλό, συνδέονται με την (προσωπικά, θεωρώ σιχαμένη, αλλά για την κουβέντα ας το δούμε αποστασιοποιημένα για να συνεννοηθούμε) θέση του για τον συνάνθρωπό του.

Αν πούμε πως ναι, θεωρώ πως αν ως κοινωνία όντως εξοβελίζουμε αυτές τις θέσεις, θα πρέπει να ξεχωρίσουμε την ήρα από το στάρι: πρώτα να βλέπουμε τις πεποιθήσεις κάποιου, και μετά θα δούμε την όποια επιτυχία του. Αν πούμε πως όχι, τότε θα δούμε και θα κρίνουμε την επιτυχία, και μετά θα κάνουμε το ίδιο (ξαναλέω, ως κοινωνία) στις θέσεις του.

Δεν έχω προφανή απάντηση. Προσωπικά, τείνω στο δεύτερο, καθώς σε ατομικό επίπεδο προσπαθώ να κρίνω τους ανθρώπους με βάση τις πράξεις τους, ήτοι άλλο το μετάλλιο, άλλο οι απόψεις.

Θα μου φαινόταν πολύ δύσκολο, και άδικο ίσως, να πρέπει να κάνω στον καθένα μία αποκρυπτογράφιση των θέσεών του πριν τον συγχαρώ για ένα μετάλλιο. Και καλά, στο μετάλλιο ή στην Παπαχρήστου τα πράγματα είναι εύκολα: αν όμως βρει ένας δηλωμένος ρατσιστής ένα αποτελεσματικό, σωτήριο φάρμακο για τον καρκίνο, θα αρνηθώ να το διανείμω στους ασθενείς μου επειδή ο εμπνευστής του είναι ρατσιστής;

Απο την άλλη, τον άνθρωπο που χειροκροτεί τα ματωμένα χέρια ενός Μιχαλολιάκου ή ενός Κασιδιάρη, ή του στρατού του, ή ανεβάζει πιστόλια με το Μολών Λαβέ – να τον χειροκροτάω κι εγώ (ως κοινωνία) για την επιτυχία του; Γίνεται; Δύσκολο.

~

Αν έχει νόημα να καταλήξουμε κάπου, ας σκεφτούμε αυτό: ο ρατσισμός βρίσκεται σε άνθιση. Χώρες ολόκληρες αφήνονται στα χέρια μισαλλόδοξων, οι άνθρωποι κάνουν όλο και πιο εύκολα δεκτό να μισεί ο καθένας τον διαφορετικό διπλανό τους, η θέση αυτή γίνεται όλο και περισσότερο mainstream και αποδεκτή.

Είναι θεωρώ μοιραίο πως ανάμεσά τους θα βρεθούν και άνθρωποι που έχουμε συνηθίσει ως κοινωνία να προβάλλουμε. Όχι μόνο αθλητές, που εκεί η όποια αντίδραση είναι εύκολη, αλλά και σε άλλους τομείς, ασφαλώς πιο ευαίσθητους.

Αν ως κοινωνία δεν παλέψουμε απέναντι στην βάση του προβλήματος, την μισαλλοδοξία, τότε όσο ασχολούμαστε με τους εκφραστές του, θα μας δίνεται πάντα ένα πεδίο να χάσουμε: Στους «Μωλόν λαβαί αίληνες» όπως αρεσκόμαστε να τους τοποθετούμε εμείς οι απέναντι – θα βρίσκεται πάντα κάποιος φίλα προσκείμενος στο ναζιστικό ιδεώδες καθηγητής πανεπιστημίου να μας χαλάσει το αφήγημα.

Ήτοι, και αυτό μοιάζει το πιο δύσκολο απ’ όλα: Η κοινωνία μας δεν έχει πάρει ακόμα σαφή, ξεκάθαρη θέση στον σεβασμό του διαφορετικού – και του συνάνθρωπού μας εν γένει, ούτε καν στα απλά, πολλώ δε μάλλον στα πολύπλοκα: Ακόμα κερδίζουμε από οικονομικούς σκλάβους σε φτωχές χώρες, ακόμα συναναστρεφόμαστε με απολυταρχικά καθεστώτα που μας δίνουν απλόχερα το πετρέλαιό τους, ακόμα ικανοποιούνται θεοκρατικές αντιλήψεις για το σώμα της γυναίκας ή τους ομοφυλόφιλους με σκοπό την αποδοχή των ψήφων των συντηρητικότερων στρωμάτων.

(Προσωπικά, δεν θεωρώ ότι πρέπει να περιμένουν τα ανθρώπινα δικαιώματα «να γίνει ο καιρός κατάλληλος» – αλλά αυτή είναι η δική μου γνώμη, αυτήν την βαρύτητα δώστε της)

Το σίγουρο είναι ότι, για τον ένα ή τον άλλον λόγο, όσο δεν ξεκαθαρίζουμε οι ίδιοι, ως κοινωνία, τι είναι σημαντικό, πάντα κάποιος θα φέρνει ένα ναζί μετάλλιο αριστείας και θα μας βραχυκυκλώνει.

Το Δημόσιο που ακόμα και τώρα ΑΡΝΕΙΤΑΙ να καταλάβει.

Αν όντως αυτό το χαρτί ισχύει, και δεν αλλάξει σε 10 λεπτά, είναι τα δικαιολογητικά που χρειάζονται για όποιον είχε σπίτι στα καμμένα, και χρειάζεται το επίδομα για να σταθεί στα πόδια του.

Δέχομαι απολύτως την προσπάθεια να μην «χαριστούν» επιδόματα αδικαιολόγητα όπως (πιθανώς) έγινε στο παρελθόν, και σέβομαι την προσπάθεια τα λεφτά να πάνε εκεί που πρέπει, και μόνο εκεί.

ΟΜΩΣ.

Από τα δέκα δικαιολογητικά, τα 7 τα ΕΧΕΙ ΗΔΗ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ. Ήδη. Τα έχει. Δικά του είναι. Τα φυλάει, στα συρτάρια του. Τα πρωτότυπα.

Το μόνο που θα χρειαζόταν θα ήταν μία ομάδα δημοσίων υπαλλήλων να αναλάβει, για κάθε έναν που εμφανίζεται με την ταυτότητά του εκεί (ακόμα και αυτό δεν χρειάζεται, θα μπορούσε να γίνει ΑΥΤΟΜΑΤΑ για όσους έμειναν εκεί, ή έστω αυτόματα για όσους οι ομάδες έρευνας και ελέγχου έχουν πιστοποιήσει την διεύθυνση και την κατάσταση του καμένου σπιτιού) να αναλάβει να συγκεντρώσει τα έγγραφα και τα δικαιολογητικά για λογαριασμό των δικαιούχων.

Μόνο του, το δημόσιο. Αυτόματα.

Το φαντάζεστε;

Να έρθει ένα SMS και να πει:

«Για εσάς που μένατε σ’ αυτήν την διεύθυνση, λυπούμαστε πολυ για την ζημιά σας, έχει κατατεθεί αυτόματα το ποσό του βοηθήματος στον λογαριασμό σας».

Είναι αδύνατο; Όχι, δεν είναι. Πως το ξέρω;

ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΤΑ ΕΧΕΙ ΗΔΗ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ!

Το μόνο που ζητείται από τον αιτούντα είναι να πάει ΜΟΝΟΣ του να τα ζητήσει.

Δεν λέω να γίνεται κάθε φορά (ασφαλώς και το λέω, αλλά τέλος πάντων) αλλά ειδικά τώρα, που αυτοί οι άνθρωποι έχουν ΑΛΛΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ, μια επείγουσα, πρωτότυπη, ουσιαστική βοήθεια θα ήταν καλοδεχούμενη.

Γιατί μέχρι να πηγαίνεις στο δημόσιο και να τσεκάρουν με δακτυλικά αποτυπώματα ή με τον οφθαλμό σου ότι είσαι όντως εσύ που τα αιτήσε όλα αυτά, όταν ήδη δεν έχεις ταυτότητα, το μόνο που ζητείται είναι να …τρέξεις αυτοπροσώπως από διεύθυνση σε διεύθυνση, από κτήριο σε κτήριο, και από όροφο σε όροφο.

Για καψόνι. Για κανέναν άλλον λόγο.

Μπορούμε, για μία φορά, για αλλαγή, για έκπληξη ρε αδελφέ, μπορούμε να δούμε τα πράγματα ΛΙΓΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ;

(Δεν ξέρω πολλά από δημόσιο, αν κάπου έχω λάθος, τα σχόλια ανοικτά, με διορθώνετε)

Ανεξαρτήτως ποιο κόμμα είναι στην κυβέρνηση, η κυβέρνηση είναι όλων μας. Και αυτών που την ψήφισαν, και αυτών που δεν την ψήφισαν, και αυτών που δεν ψήφισαν καν. Αυτό το λέω χρόνια, γιατί υπάρχει δυστυχώς παραμένει επίκαιρο – αν και θα έπρεπε να είναι σαφές.

Ανεξαρτήτως ομως και ποιος είναι στην κυβέρνηση, η κυβέρνηση σε μία τραγωδία οφείλει να είναι όλων μας, επίσης: Να, πχ, τώρα, οφείλει να είναι και των ιδιοκτητών που κάηκαν τα σπίτια τους, και των συγγενών ή φίλων των νεκρών, και αυτών που γλύτωσαν στο τσακ στις παρακείμενες περιοχές, και όσων είδαν το δράμα από την τηλεόραση.

Επίσης αυτονόητο, επίσης δεν είναι.

Τρεις φορές, από (τουλάχιστον) τρία κορυφαία χείλη άκουσα ότι θα δοθεί προτεραιότητα να γκρεμιστούν τα αυθαίρετα στις πληγείσες (και όχι μόνο, αλλά δεν ήταν σαφές) περιοχές. Τέσσερις ημέρες μετά την τρομερή καταστροφή. Τέσσερις ημέρες μετά.

Κατ’ αρχάς, για να είμαστε ok και να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, δεν έχω αυθαίρετο στο Μάτι. Και να είχα όμως, τα ίδια θα έλεγα.

Ας δούμε λοιπόν τι πετυχαίνει κανείς μ’ αυτήν την δήλωση: Ας πούμε, επειδή υπάρχει όντως θέμα αυθαιρεσίας, κάποιοι θα πουν σ’ αυτούς που κάηκαν τα σπίτια τους «καλά να πάθετε». Και επειδή δεν υπάρχει μέτρο, δεν θα πουν μόνο σ’ αυτούς που έχουν αυθαίρετο, θα πουν σε όλους εκεί «καλά να πάθετε». Είναι χρήσιμο αυτήν την στιγμή; Σε κανέναν. Είναι άχρηστη η πληροφορία. Γιατί; Γιατί τα αυθαίρετα δεν εξάπλωσαν την φωτιά. Το κτίσμα δεν την εξαπλώνει όταν παίρνει την θέση του δάσους (εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις, φιάλες υγραερίων κλπ), ίσως μάλιστα και να την σταματά – αν είναι αντιπυρικά χτισμένο. Το αυθαίρετο ή μη, θυμίζει λίγο μεταναστευτικό – έχει να κάνει με το αν έχεις χαρτιά, ή αν δεν έχεις χαρτιά – αλλιώς είναι ΤΟ ΙΔΙΟ ΚΤΙΣΜΑ, από ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, και έχει ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ σε μία πυρκαγιά. Η κύρια διαφορά, είναι τα ΛΕΦΤΑ. Τα λεφτά, που, εκατοντάδες χρόνια τώρα, οι κυβερνήσεις παίρνουν, για να ορίσουν ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΤΙΣΜΑΤΑ από αυθαίρετα, σε νόμιμα. Διαρκές έγκλημα που έκαναν και οι προηγούμενες, αλλά και η παρούσα που κρύβεται πίσω από τα αυθαίρετα.

Επίσης, το να έχει κανείς αυθαίρετο – δεν του στερεί την ζωή. Δεν μπορεί να κάνεις επιλογή «δεν έχεις αυθαίρετο, στην σβήνω την φωτιά» πχ, «έχεις, σβήσε την μόνος σου». Ένας επιπλέον λόγος (πλην της κοινής λογικής) είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί ΠΛΗΡΩΝΟΥΝ, κανονικά (εξ όσων γνωρίζω, όπως προείπα δεν έχω σπίτι τέτοιο) φόρους – όπως ΕΝΦΙΑ. Γιατί να πληρώνουν ΕΝΦΙΑ για ένα σπίτι που, όταν καεί, του λένε «δεν έπρεπε να το έχεις»; Τι άλλο δηλαδή καλύπτει ο φόρος τους; Το ..δικαίωμα να να τους καεί το σπίτι;

Τέλος, τα αυφαίρετα σπίτια, δεν είναι πρόβλημα που παρέλαβε η κυβέρνηση τον Ιούλιο του 2018. Αντιθέτως, όπως είδαμε, με αντίτιμο 30 αργύρια, προσπάθησε τα ΙΔΙΑ σπίτια (όπως ήταν, αντιπυρικά, επικίνδυνα, λάθος χτισμένα, με δρόμο, χωρίς, με πεζοδρόμιο, χωρίς, με δέντρα μέσα στις αυλές γιατί δεν επιτρεπόταν το κόψιμο τους – γιατί ήταν δάσος, duh) να τα νομιμοποιήσει. Αν ήταν πραγματικά θυμωμένη η κυβέρνηση με τα αυθαίρετα, θα έπρεπε, 2015 να ξεκινήσει τον έλεγχό τους:

Και όταν λέω έλεγχος, δεν εννοώ ούτε γκρέμισμα, ούτε …νομιμοποίηση μετά ποσού: λέω έ-λεγ-χος ώστε να παραμένουν αντιπυρικά, να έχουν δρόμους (και πεζοδρόμια) αρκετά για δύο, τρεις λωρίδες αυτοκινήτων, ή ο,τι άλλη διαδικασία θα έκανε την παρουσία τους εκεί ασφαλή κατά τους ειδικούς. Εγώ δεν είμαι ειδικός, αυτοί ξέρουν: Οτιδήποτε δεν θα έδινε δικαιολογία σε μία κυβέρνηση να φταίει κάποιος άλλος σε μία καταστροφή.

Και, αν χρειαζόταν γκρέμισμα, γκρέμισμα. Ούτε λόγος.

Πέραν αυτών, που όπως είπαμε είναι η κοινή λογική σε μία εντελώς παράταιρη και άστοχη χρονικά διαδικασία ανόητης απόδοσης ευθυνών υπάρχει και μία σημαντική παράμετρος:

Δεν εμπόδισαν τα αυθαίρετα να μην επικοινωνηθεί η ζημιά.

Βλέπεις, η γνώμη μου είναι ότι καταστροφές συμβαίνουν. Άλλες φορές, μπορούσαμε να τις αποφύγουμε, πχ αν δεν χτίζαμε στα ρέματα. Άλλες φορές δεν μπορούσαμε – ίσως αυτή ήταν μία από αυτές. Πολύ δυνατός άνεμος, λάθος φορά, μία φωτιά κάπου, ελάχιστος χρόνος και αδυναμία πυρόσβεσης.

Όλα αυτά όμως, είτε με αυθαίρετα είτε χωρίς, είτε με αέρα είτε χωρίς, είτε με προβλήματα είτε χωρίς, είτε με μνημόνια είτε χωρίς, δεν θα έπρεπε να εμποδίσουν έναν κρατικό, μηχανισμό να ενεργοποιηθεί και να επικοινωνήσει το πρόβλημα: «Υπάρχει φωτιά εκεί, κατευθύνεται προς τα εκεί, διόδους διαφυγής θα βρείτε εκεί, θα σας περιμένουν αστυνομικοί να σας δείξουν τον δρόμο»

Δεν λέω ότι είναι απλό, ή είναι δύσκολο: λέω ότι είναι ευθύνη, κάθε ελαχίστως οργανωμένης κοινωνίας να παρέχει στους πολίτες της την πληροφορία που χρειάζονται για να σωθούν σε μία επικείμενη καταστροφή: Έναν σεισμό, μία πλημμύρα, μία πυρκαγιά. Με SMS, με μία ντουντούκα, με ραδιόφωνο, με τηλεόραση, με internet – με οτιδήποτε χρειαστεί, ώστε να φτάσει το μήνυμα σε όλους.

Και τούτη η χώρα, και σεισμούς έχει, και πλημμύρες έχει, και φωτιές έχει. Δεν τις λείπουν λόγοι να έχει σχέδιο ενημέρωσης.

Όταν λοιπόν η κυβέρνηση δεν αντιλαμβάνεται ότι είχε ευθύνη πρωτίστως εκείνη την στιγμή, απέναντι σε ανθρώπους, απέναντι στους τουλάχιστον 87 νεκρούς, στους δεκάδες αγνοούμενους, και στους ασθενείς που ακόμα δίνουν μάχη για την ζωή τους στα νοσοκομεία να τους βοηθήσει σε μία δύσκολη στιγμή που βρέθηκαν – αλλά η πρώτη διόρθωση που προαναγγέλλει είναι απέναντι σε κτήρια, το πρόβλημα δεν θα διορθωθεί ποτέ.

Και το ζητούμενο, από οποιαδήποτε κυβέρνηση, φτιαγμένη από οποιοδήποτε κόμμα εξουσίας, είναι να διορθώσει τα προβλήματα. Είτε τα προκαλεί η ίδια, είτε τα παρέλαβε από το αμαρτωλό παρελθόν η ευθύνη της είναι να τα διορθώσει.

Αλλιώς, είναι επιζήμια. Και αν αυτό δεν το καταλαβαίνει (θα έπρεπε να) αποτελεί πρόβλημα.

Υ.Γ.: Άκουσα για πολιτικές ευθύνες. Πολιτικές ευθύνες χωρίς παραίτηση, δεν νοούνται. Αν πιστεύουν ότι σωστά έπραξαν, ότι ήταν αδύνατο να εμποδίσουν έστω και έναν θάνατο από αυτούς, ιδού πεδίο δόξης λαμπρόν: εκλογές, να αντιπαραθέσουν όλοι τα επιχειρήματά τους, και ας κρίνει ο πολίτης αν έγιναν σωστά. Όλα τα άλλα, είναι καθρεφτάκια. Και δεν χρειαζόμαστε άλλες «ξύπνιες» κυβερνήσεις που να μας βλέπουν ως ιθαγενείς σε μία ζούγκλα. Ας απολαύσουμε, έστω και μία φορά, να μας μιλήσουν με σεβασμό και αξιοπρέπεια.

Υ.Γ.: Με νεκρούς, το έχω ξαναπεί και στο παρελθόν, θα έπρεπε να ασχοληθεί η εισαγγελία. Και αν υπάρχουν ευθύνες, που πιστεύω ότι υπάρχουν, να είναι και ποινικές. Σε οποιαδήποτε κυβέρνηση, με οποιοδήποτε κόμμα, για οποιοδήποτε πρόσωπο.

Υ.Γ.: Είχα συζήτηση (εκτός δικτύου) με φίλους στους οποίους παρέθεσα τις απόψεις μου. Μου είπαν για κτισμένα και καταπατηθέντα που είναι επικίνδυνα, που κλείνουν διαδρομές εξόδου, διαδρομές προς την θάλασσα ή την παραλία – όχι μόνο για περιπτώσεις κινδύνου, όπως τώρα, αλλά και για όλες τις υπόλοιπες ημέρες, που μιλάμε για την απλή, καθημερινή, ψυχαγωγία του κόσμου. Ξαναδιάβασα μετά το κείμενό μου, και σε περίπτωση που δεν είμαι σαφής στην τοποθέτησή μου, επισημαίνω: «Και, αν χρειαζόταν γκρέμισμα, γκρέμισμα. Ούτε λόγος.» Ελπίζω να παραμένω σαφής.

Δύο ανθρώπους πέταξαν στην θάλασσα στην Θεσσαλονίκη, γιατί τους έβλεπαν να πηγαίνουν προς την συγκέντρωση του Thessaloniki Pride, τις προηγούμενες ημέρες.

Αυτό που έχω εισπράξει κυρίως μέχρι τώρα, είναι γέλια, ειρωνεία – ένα γενικό «καλά τους έκαναν».

Εγώ πάλι, το μόνο που θυμάμαι, ήταν αυτό:

Οι νεαροί φωνάζουν και γελούν, ενώ τους φωνάζει ότι πονά και τους λέει να τον αφήσουν. Οι συμφοιτητές του ωστόσο δεν τον ακούν, αντιθέτως ξεσπούν σε γέλια και συνεχίζουν το “παιχνίδι” τους εναντίον του 20χρονου. Ο νεαρός αν και φωνάζει ότι πονάει, προσποιείται κάποια στιγμή ότι γελάει ίσως σε μια προσπάθεια να τους πείσει να τον αφήσουν.

Εμφανίζεται αμήχανος. Λέει πως δεν μπορεί να κουνήσει ούτε τα πόδια ούτε τα χέρια του. «Αφήστε με. Πονάω», παρακαλάει αλλά εκείνοι γελούν και δεν τον ακούν.

Ένας μυώδης νεαρός τον πιάνει κεφαλοκλείδωμα. Τον σηκώνει από το κρεβάτι και με δύναμη τον ξαπλώνει ξανά κάτω πιέζοντας με βία το κεφάλι του. Ο 20χρονος μοιάζει παραδομένος. Σαν να περιμένει μοιρολατρικά να τελειώσουν το “παιχνίδι” τους και να τον αφήσουν ελεύθερο.

Κάποια στιγμή ένας από τους νεαρούς ακούγεται να λέει «φτάνει. Αφήστε τον τώρα«. Λίγο μετά το μαρτύριο τελειώνει. Οι νεαροί, μαζί και εκείνος που τραβάει το βίντεο βγαίνουν από το δωμάτιο.

Αυτό, και δίκαια, το ονομάσαμε bullying και το καταδικάσαμε. Δεν είχε ούτε πλάκα, ούτε «καλά του έκαναν».

Αυτό, επίσης, μπορεί να μην το καταδικάσαμε όσο έπρεπε (ελάχιστες οι αναφορές, ελάχιστες και οι καταδίκες) αλλά τουλάχιστον μας τρόμαξε, μας ανησύχησε – το λιγότερο, δεν θα έμπαινε κανείς στην προσπάθεια να το ρίξει στην …πλάκα.

Τι αλλάζει;

Δύο άνθρωποι περπατούν στην παραλία Θεσσαλονίκης, και χωρίς κανέναν λόγο, δέχονται επίθεση και τους πετούν στην θάλασσα.

Έπρεπε να μην ξέρει κάποιος κολύμπι, πχ, και να πνιγεί για να γίνει σημαντικό και άξιο καταδίκης;

Αλλιώς είναι πλάκα, ειρωνεία, και ένα ατιμώρητο «καλά τους έκαναν» και καθαρίσαμε;

Να τα μας πάλι για την θέση… Για «αποστασία» μιλούν οι ΑΝΕΛ μετά την ανεξαρτητοποίηση Λαζαρίδη, και ο εκπρόσωπός τους τον καλεί να παραδώσει την έδρα.

…Πάμε πάλι;

Η έδρα, ΔΕΝ είναι του κόμματος. Το Λαζαρίδη, και τον κάθε Λαζαρίδη, τον επέλεξαν και τον εξέλεξαν οι πολίτες, με την ελπίδα να εκφράσει τις θέσεις τους. Η απόσταση που επέλεξε να πάρει από τις θέσεις του κόμματός του, (καλώς ή κακώς – δεν έχει ΚΑΜΙΑ σημασία ούτε το γιατί, ούτε το πως) δεν θα έπρεπε να τον θέσουν εκτός βουλής.

Κρίνεται ως πολιτικός από τις πράξεις του, από τους πολίτες που τον ψήφισαν και τους οποίους υποχρεούται να συνεχίσει να εκφράζει όπως καταλαβαίνει αυτός, μέσα από την βουλή.

Όπως έχω ξαναπεί, είναι υποχρέωσή μας (εμάς, των πολιτών) να προστατέψουμε κάθε βουλευτή, είτε μας είναι αρεστή η απόσχισή του από το κόμμα του, είτε όχι, από τέτοιου είδους αιτήματα…

Προσπαθούσα πάντα να είμαι όσο πιο προσεκτικός δυνατόν όσο αφορά τα «μνημόνια» – με κύρια σκέψη ότι δεν είμαι per se εναντίον τους, αλλά είμαι σίγουρα εναντίον του τρόπου που αυτά έρχονται στην βουλή, την διαδικασία και τους χρόνους, και, κυρίως, τις εκβιαστικές συνθήκες που καλούνται οι βουλευτές να τα ψηφίσουν.

Πάντα πίστευα (ακόμα και τον καιρό που ήταν …όλοι αντιμνημονιακοί στην βουλή) πως κάποιες αλλαγές πρέπει να γίνουν, αλλά με μέτρο, με σύνεση, με αντίληψη των οικονομικών και κοινωνικών αναγκών της χώρας, και κυρίως με ηρεμία, και όχι υπό καθεστώς πίεσης. Αντιθέτως, αυτό ακριβώς το καθεστώς πίεσης, είναι αυτό που κάνει τα μνημόνια να ψηφίζονται χωρίς κανείς να έχει τον χρόνο καν να τα διαβάσει – πολλώ δε μάλλον να αντιληφθεί τις συνέπειες που θα έχουν σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.

Αυτό το «μεσοπρόθεσμο» όμως, έχω την αίσθηση ότι έχει μέσα τους χειρότερους όρους που έχω δει ποτέ, μαζί με την μεγαλύτερη δυνατόν πίεση για να ψηφιστεί.

Δευτέρα 11 Ιουνίου κατατέθηκε στην βουλή, Πέμπτη 14 Ιουνίου ψηφίζεται κατεπειγόντως, ενώ ένα θέμα όπως το Μακεδονικό που (ασχέτως αν συμφωνώ εγώ ή όχι) έχει ιδιαίτερους δεσμούς με την ελληνική ψυχοσύνθεση, ολοκληρώνεται ταυτόχρονα.

Όλα αυτά, υποδηλώνουν πλήρη ασέβεια προς τον κοινοβουλευτισμό, και την Δημοκρατία ευρύτερα – και, φυσικά, σηκώνουν κόκκινες ανησυχητικές σημαίες για το τι ακριβώς θα περιέχεται και επιχειρείται να συγκαλυφθεί με αυτές τις αποτρόπαιες διαδικασίες…

Διαβάζω από το thepressproject.gr:

Ανάμεσα στις σελίδες του πολυνομοσχεδίου, που αναμένεται να ψηφιστεί την ερχόμενη εβδομάδα στη Βουλή, συμπεριλαμβάνεται, (από τη σελ 73) και η τροποποίηση της δανειακής σύμβασης του 2015, μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, που κατέχει πλέον το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους. Η τροποποίηση αφορά τον ρόλο του Υπερταμείου, το οποίο, εκτός από την υποχρέωση να καταβάλλει το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων του για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέος, μπαίνει πλέον και εγγυητής, δεσμευόμενο ότι σε περίπτωση που το ελληνικό κράτος δεν μπορέσει κάποια στιγμή να αποπληρώσει μέρος του δανείου του, θα τα πληρώνει το ίδιο, μέχρι το ύψος των 25 δισ. Ευρώ.

Στο υπερταμείο, όπως είναι γνωστό, έχουν περάσει τα περισσότερα (αν όχι) πολύτιμα φιλέτα της ελληνικής περιουσίας, (μεταξύ άλλων ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ/ΕΥΑΘ, κλπ)

Τώρα, ξεκαθαρίζω ότι από οικονομικά, δεν σκαμπάζω πολλά πράγματα. Ό,τι ακολουθεί, είναι προϊόν ελλιπούς πληροφόρησης, αλλά τίμιας αγωνίας:

Όταν διαβάζει κανείς αυτό:

Ουσιαστικά, η δημόσια περιουσία παύει να είναι υπό τον έλεγχο του Δημοσίου, καθώς σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο της ΕΕΣΥΠ, αυτή «δεν ανήκει στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός εκάστοτε ορίζεται.»

Τι άλλο μπορεί να υποθέσει εκτός από το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας;

Και μάλιστα, όπως γράφει εδώ πάλι το thepressproject:

Το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019-2022 προβλέπει πολύ μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα, που ξεπερνούν κατά πολύ τον μνημονιακό στόχο για 3,5% του ΑΕΠ. Για το 2018 το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να φτάσει στο 3,56%, ενώ ο στόχος αυξάνεται για κάθε έτος, με αποτέλεσμα το υπουργείο Οικονομικών να εκτιμά πως το πρωτογενές πλεόνασμα του 2022 θα φτάσει στο 5,19% του ΑΕΠ.

Κάναμε δηλαδή δεκτές (προφανώς για να μας …εμπιστευθούν οι αγορές) δεκτές υψηλότερες προβλέψεις για πρωτογενή πλεονάσματα, και μάλιστα για χρονιές που υπάρχει η πιθανότητα (μεγάλη, λέω εγώ) να μην είναι καν κυβέρνηση ο παρών συνδυασμός Σύριζα/Ανελ!

Και, αν δεν τα πιάσουμε; Θα τα καλύψει το Υπερταμείο!

Που, ξαναλέω, τι έχει το υπερταμείο; Διαβάζω, μεταξύ άλλων:

Υπενθυμίζεται ότι στο Υπερταμείο (που ενσωματώνει, χωρίς να καταργεί, το ΤΑΙΠΕΔ) πλέον ανήκει το μεγαλύτερο μέρος της δημόσιας περιουσίας, με περίπου 70.000 ακίνητα και οι εξής ΔΕΚΟ: ΟΑΣΑ και οι θυγατρικές του (ΟΣΥ και ΣΤΑΣΥ), ΟAKA, ΕΛΤΑ, Ε.Υ.Α.Θ., Ε.ΥΔ.Α.Π, ΔΕΗ, Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών, Ελληνικές Αλυκές, ΕΤΒΑ ΒΙΠΕ, Ανώνυμη Εταιρεία Διώρυγας Κορίνθου (ΑΕΔΙΚ), Οργανισμός Κεντρικών Αγορών και Αλιείας (Ο.Κ.Α.Α. ΑΕ), Κεντρική Αγορά Θεσσαλονίκης (Κ.Α.Θ. ΑΕ), ΔΕΘ -Helexpo και Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών. Ουσιαστικά, η δημόσια περιουσία παύει να είναι υπό τον έλεγχο του Δημοσίου, καθώς σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο της ΕΕΣΥΠ, αυτή «δεν ανήκει στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός εκάστοτε ορίζεται.»

Και φυσικά, να σταματήσουμε λίγο να αναρωτηθούμε: ποια …πλεονάσματα; Απο ΠΟΥ θα έρθουν; Η υπερ-φορολόγηση έχει στερέψει ακόμα και τα στρώματα των πολιτών, νέες δουλειές ΔΕΝ υπάρχουν, τα μαγαζιά (κάντε μία βόλτα στην γειτονιά σας) ΔΕΝ ανοίγουν, για τις επιχειρήσεις ΔΕΝ υπάρχει μοντέλο ανάπτυξης, το κράτος δεν έχει ούτε για να ξεπληρώσει τις εσωτερικές οφειλές του, από ΠΟΥ θα βγουν τα λεφτά;

– Είτε από …μαγική λογιστική (αυτή που μας έφερε εδώ, μεταξύ άλλων)

– Είτε από πωλήσεις δημόσιας περιουσίας (και μάλιστα μπιρ-παρά, καθώς θα μένει για την τελευταία στιγμή η διαδικασία, και άρα χωρίς πρόγραμμα, και τουλάχιστον αξιοπρεπείς συνθήκες)

Αν αυτό δεν είναι ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας – τι είναι;

Και, φυσικά, η επόμενη κυβέρνηση (ειδικά αν δεν έχει την ίδια σύνθεση) θα τολμήσει (όπως και η παρούσα) να πει: «Τι φταίω εγώ; Οι προηγούμενοι!»

Φυσικά, η παρούσα κατάσταση (αν, εν τη αγνοία μου την έχω δυστυχώς αντιληφθεί σωστά) είναι συνεπικουρούμενη από όλα τα κόμματα, πλην του ΚΚΕ: Πασοκ, Ποτάμι και λοιπά κόμματα που αποτελούν το Κιν.Αλ δεν έχουν καμία διάθεση να σταθούν εμπόδιο – αντιθέτως, θα εφαρμόσουν πιθανότατα κατά γράμμα τα λεχθέντα αν τύχει να συγκυβερνήσουν μετά, από την Ένωση Κεντρώων δεν έχω ελπίδα ουσιαστικής σοβαρής αντίδρασης, ενώ ακόμα και η Νέα Δημοκρατία θα κάνει πρόταση δυσπιστίας εναντίον της κυβέρνησης …μετά την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, για να μην δημιουργηθεί πρόβλημα – παρότι ένα μέρος των λόγων που οδηγείται σ’ αυτήν την πράξη είναι υποτίθεται και η οικονομική διαχείριση της χώρας εκ μέρους των Σύριζα/Ανελ!

Ουδείς αντιδρά ουσιαστικά σ’ αυτήν την ζοφερή εικόνα, δηλαδή.

Και τι μένει;

Δύο κυβερνώντα κόμματα (αντιμνημονιακά, βεβαίως-βεβαίως) να …πανηγυρίζουν ότι μπορεί να βάλουν και γραβάτα, μία χώρα εντελώς διαλυμένη οικονομικά και χωρίς ορατό πρόγραμμα ανάπτυξης, και πολυνομοσχέδια που ξεπουλούν τα πάντα ..στην κολυμβύθρα του Σιλωάμ των επόμενων κυβερνήσεων, να κατατίθενται σε ελάχιστες ημέρες, και με ελλιπέστατη ενημέρωση καθώς καλύπτονται και με παράλληλες «βόμβες», και τα επόμενα στην σειρά να αναλάβουν να μην είχαν, και να μην έχουν καμία απολύτως αντίρρηση με όσα γίνονται – αντιθέτως.

Και ο πολίτης που βλέπει την δημόσια περιουσία να εξαφανίζεται, δίχως να μπορεί να αρθρώσει λέξη…

~

Υ.Γ.: Ρητορική ερώτηση: Που θα υπολόγιζε ένας σοβαρός πολιτικός αναλυτής ότι θα κατευθυνθεί αυτός ο θυμός όσων πολιτών αισθάνονται εγκλωβισμένοι από αυτήν την εικόνα; Και, κυρίως, τι αποτελέσματα περαιτέρω θα είχε όλο αυτό το σκηνικό για την Δημοκρατία μας;

Τα κολαστήρια δεν τελείωσαν, απλώς εξαφανίστηκαν από την καθημερινότητά μας….

Πως γίνεται να εξαφανίσεις ένα κολαστήριο; Πως γίνεται να αποσιωπήσεις τις κραυγές του πόνου, ή τις ικεσίες των κρατουμένων για να σωθεί η ζωή τους, ή τις βρισιές των συγκρατούμενων κάποιου που πέθανε άδικα;

Η προηγούμενη κυβέρνηση, δεν το κατάφερε – και τα ουρλιαχτά έφτασαν τελικά στα αυτιά μας, και οι άνθρωποι μετέφεραν το πρόβλημά τους, και το μάθαμε, και φωνάξαμε, και διαμαρτυρηθήκαμε. Η παρούσα κυβέρνηση πάντως, μια χαρά το έχει καταφέρει από ότι φαίνεται, και οι φωνές της φυλακής δεν έχουν αντίλαλο έξω από τους απροσπέλαστους τοίχους και μερικούς εθελοντές που νοιάζονται.

Τούτο το κείμενο της Μπαλωθιάς, είναι μια γροθιά στο στομάχι – εντελώς τυχαία το πήρα χαμπάρι, και κάποια από αυτά που διάβασα δεν τα ήξερα καν:

Η βασική αναφορά γίνεται με βάση την κρατούμενη κυρία Δέσποινα Ζαχαρίου. Η κρατούμενη είχε γλυτώσει απο τον καρκίνο πολεμώντας τον πριν μπει στην φυλακή – αλλά μόνο πρόσκαιρα, καθώς επανήλθε. Η ευκαιρία όμως που είχε να παλέψει εκτός φυλακής, δεν της δόθηκε -όπως καταγγέλεται στο κείμενο (ενώ θα έπρεπε να είναι πολλαπλάσια, καθώς είναι πια ευθύνη του κράτους ως κρατούμενη, και ευθύνη του – όπως έχω ξαναπεί):

[…]
Το οικογενειακό της ιστορικό είναι η ‘‘σφραγίδα’’ του κινδύνου που την απειλεί: Η μητέρα της πέθανε από καρκίνο του μαστού στην ίδια ηλικία με αυτήν, στα 36 της χρόνια. Το ίδιο και η αδερφή της μητέρας της. Με ένα τέτοιο ιστορικό βρέθηκε στην φυλακή. Την αγωγή που έπαιρνε έξω, δεν την πήρε ποτέ παρόλο που την ζητούσε. Είχε μαζί της το βιβλιάριο υγείας της που έγραφε κάθε εξέταση, χειρουργείο, ακτινοβολίες, θεραπείες. Κανένας δεν την πήρε στα σοβαρά. Μέχρι που ψηλάφισε μόνη της , την πρώτη ‘‘ύποπτη εστία’’ στο στήθος. Από εκεί ξεκίνησε μια Οδύσσεια για την Δέσποινα, που κράτησε μήνες αφού το ιστορικό της δεν έλεγε τίποτα στους υπεύθυνους της φυλακής για το επείγον της κατάστασης. Από τις αρχές Δεκέμβρη έχει κάνει συνολικά οκτώ μεταγωγές σε διάφορα νοσοκομεία ανά την Αττική. Δύο φορές στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας, 3 φορές στο ‘‘Μεταξά’’ και 3 φορές στον ‘’Ευαγγελισμό’’. Στις διαμαρτυρίες της στην υπηρεσία για την έλλειψη σχεδίου και τις καθυστερήσεις, η απάντηση ήταν: ‘‘αφού σε πάμε σε νοσοκομεία’’.

Σε έξι από αυτές την έστειλαν χωρίς καν τον φάκελο με το ιστορικό της και οι γιατροί, χωρίς να γνωρίζουν μέσω εξετάσεων περί τίνος πρόκειται, έκαναν τις εξετάσεις κινούμενοι οι ίδιοι από την αίσθηση του επείγοντος ενώ διαμαρτύρονταν στην εξωτερική φρουρά που την συνόδευε, αλλά και στην υπηρεσία σε ορισμένες περιπτώσεις. Στον Ευαγγελισμό σε μία επίσκεψη δεν την έστειλαν μόνο χωρίς τον φάκελό της αλλά και χωρίς να έχουν καν κλείσει ραντεβού! Πολλοί γιατροί αλλά και η εξωτερική φρουρά έλεγαν ότι δεν ήταν λίγες οι φορές που έκαναν μεταγωγές ασθενών κρατουμένων γυναικών και από τις φυλακές της Θήβας σε νοσοκομεία, μάταια, αφού ‘‘ξεχνούσαν’’.. τον ιατρικό τους φάκελο στη φυλακή.

[…]

Η εξέταση που έπρεπε να κάνει η Δέσποινα Ζαχαρίου (FNA μαστού-βιοψία) ήταν αδύνατον να γίνει και οι γιατροί την έστειλαν πίσω στη φυλακή. Ότι το καθ’ ύλην αρμόδιο νοσοκομείο γι’ αυτή την περίπτωση από όσα την πήγαν ήταν το ‘‘Μεταξά’’ και ότι εκεί υπήρχε από το προηγούμενο ιστορικό της, αλλά και ο γιατρός που την είχε εγχειρήσει τρία χρόνια πριν, δεν απασχόλησε! Στο Γ.Κ.Ν Νίκαιας π.χ., ρωτούσαν γιατί την πήγαν εκεί. Τελικά η Ζαχαρίου, από έναν μικρό όγκο που είχε τον Νοέμβριο, κατέληξε να επεκταθεί το πρόβλημά της και οι ‘‘ύποπτες εστίες’’ να έχουν πολλαπλασιαστεί. Την εξέταση για την βιοψία, μετά από τόσους μήνες, την έκανε στις αρχές Μαΐου στο νοσοκομείο ‘‘Μεταξά’’. Εν τω μεταξύ, σε προηγούμενη μεταγωγή της στον ‘‘Ευαγγελισμό’’ όπου διαπιστώθηκε ότι είχε πολλούς όγκους με τον μεγαλύτερο 6,4 εκατοστά, της δήλωσαν οι ογκολόγοι πως θα πρέπει να κάνει ολική μαστεκτομή. Ωστόσο στη φυλακή γνώριζαν ότι το πρόβλημά της έχει πολλαπλασιαστεί από τον Μάρτιο. Παρά τα όσα έχουν γίνει, η Δέσποινα είναι δυνατή και δηλώνει πως θα παλέψει με τον καρκίνο για ακόμα μια φορά. Όμως δεν εξαρτάται μόνο από την ίδια. Εξαρτάται κυρίως από ένα καθεστώς που καταντά εγκληματικό.

Δεν είναι (δυστυχώς) μόνο μία περίπτωση. Ακομα και έτσι θα ήταν ανησυχητικό, αλλά η καταγγελία αναφέρεται σε περισσότερα περιστατικά. Κατ’ αρχάς, έναν θάνατο:

Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από το θάνατο της κρατούμενης Βασιλικής Σταθοπούλου. Η Σταθοπούλου που είχε αντιμετωπίσει τον καρκίνο όσο ήταν ελεύθερη, νοσούσε για μήνες ως κρατούμενη με πολύ σοβαρά συμπτώματα και αντιμετώπισε την αδιαφορία και τον εμπαιγμό. Γιατροί του νοσοκομείου των φυλακών Κορυδαλλού ‘‘Άγιος Παύλος’’ αρνούνταν να την πάνε σε εξωτερικό νοσοκομείο δηλώνοντας ότι προσποιείται την άρρωστη. Την πήγαν στο νοσοκομείο όταν ο καρκίνος κατέστρεψε τον εγκέφαλό της και άρχισε να παραληρεί. Λίγες βδομάδες αργότερα πέθανε. Δεν δόθηκε κανένα περιθώριο ούτε στους γιατρούς του εξωτερικού νοσοκομείου ούτε στην ίδια την Σταθοπούλου να παλέψει άλλη μια φορά με τον καρκίνο. Την ‘‘ευκαιρία’’ αυτή της την αφαίρεσε η φυλακή.

Είχε αντιμετωπίσει τον καρκίνο η κυρία Βασιλική Σταθοπούλου, άρα οι φυλακές το ήξεραν. Παρόλα αυτά, οι γιατροί (οι γιατροί!) δεν την πήγαιναν σε νοσοκομείο γιατί πίστευαν ότι προσποιείται. Τελικά, η …διάγνωσή τους ήταν εσφαλμένη, καθώς ο καρκίνος πήγε στον εγκέφαλό της. Δεν είχε καμία ευκαιρία πια να πολεμήσει.

Φυσικά, καμία δήλωση δεν άκουσα από το Υπουργείο για τον θάνατό της, ή την πιθανότητα διεξαγωγής έρευνας για το τι πήγε στραβά και ποιος, τελικά, ευθύνεται. Αθόρυβος ο θάνατός της.

Αθόρυβος, αλλά στα όρια του εγκληματικού. Όπως καταγγέλλεται στο άρθρο:

Στοιχεία και στατιστικές για τους θανάτους στις ελληνικές φυλακές από το Υπουργείο Δικαιοσύνης δεν υπάρχουν. Ή μάλλον…είναι καλά κρυμμένα. Το 2016 ‘‘εξαφανίστηκε’’ από το Υπουργείο Δικαιοσύνης βιβλίο που περιείχε αριθμούς και στατιστικά στοιχεία των θανάτων στις φυλακές τις τελευταίες 3 δεκαετίες.

Και πιο μετά αναφέρεται ότι:

Στο νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού ‘‘Άγιος Παύλος’’ εγκαταλείπονται βαριά άρρωστοι άνδρες κρατούμενοι χωρίς την αναγκαία ιατρική κάλυψη. Τα τελευταία πέντε χρόνια έχουν πεθάνει πάνω από 100 κρατούμενοι, ενώ από τις 4/12/2016 έως τις 2/10/20017 έχουν δηλωθεί 25 θάνατοι σε αυτό. Έχουν γίνει πολλές καταγγελίες για το νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού όμως τίποτα δεν έχει γίνει. Το νοσοκομείο αυτό δεν παρέχει ιατρική μέριμνα για τις σοβαρές ασθένειες των κρατουμένων που κρατούνται σε αυτό, δεν έχει την υλικοτεχνική υποδομή και ούτε καν τα βασικά φάρμακα και αναλώσιμα που χρειάζονται.

Τρεις δεκαετίες αναφορών …χάθηκαν. Παφ. Και ελπίζει ο μαλάκας ο αρκούδος, ότι κάποιος θα αναζητήσει ευθύνες για τα κολαστήρια τότε, και τώρα. Φευ.

Αν είναι πρόβλημα για ελληνίδες κρατούμενες η ιατρική αντιμετώπιση στις φυλακές, πολλώ δε μάλλον ειναι για τις τσιγγάνες. Η επόμενη καταγγελία αφορά μία τσιγγάνα, την κυρία Δέσποινα Παναγιωτοπούλου, η οποία παρά το επανειλημμένο αίτημα του χειρούργου της φυλακής να πάει σε νοσοκομείο για τον διαβήτη που αντιμετωπίζει στο πόδι της, όπως καταγγέλλεται η διοίκηση των φυλακών κωφεύει:

Ο κοινωνικός ρατσισμός τον οποίο αντιμετωπίζουν τις κρατούμενες και τους κρατούμενους στις φυλακές δεν είναι μικρό φαινόμενο. Ακόμα και από ορισμένους γιατρούς σε φυλακή μπορεί κάποιος να ακούσει: ‘‘ Όταν έκανες ό,τι έκανες δεν σκεφτόσουν την υγεία σου’’ ή ‘‘έκανες ό,τι έκανες και τώρα έρχεσαι σε εμάς να σε κάνουμε καλά’’. Την παραπάνω φράση την άκουσε και η Δέσποινα Ζαχαρίου, και η Ζαχαρίου είναι αθίγγανη, όμως αυτός ο κοινωνικός ρατσισμός όταν εκδηλώνεται προεκτείνεται σε όλες τις φυλετικές και εθνικές κατηγορίες κρατουμένων.

Η μόνη περίπτωση που ήξερα (και ετοιμάζω ειδικό άρθρο με αφορμή του) είναι η περίπτωση του κύριου Ζώσου Μαλτέζου από χαλασμένο δόντι στις 2/2/18. Ίσως όμως, εκείνη η «αμέλεια» έκανε τους κρατούμενους πιο … προσεκτικούς:

Μια άλλη κρατούμενη από τις φυλακές της Θήβας (Μ.Σ) με απόστημα στο δόντι, αναγκάστηκε να κάνει εξαγωγή μόνη της αφού δεν της έδιναν αντιβίωση και η κατάστασή της χειροτέρευε.

Η κρατούμενη έκανε εξαγωγή μόνη της, γιατί δεν της έδιναν αντιβίωση – και μάλλον (δεν έχω ημερομηνίες για την καταγγελλία) θέλησε τουλάχιστον να γλυτώσει την ζωή της. Βάλτε εσείς όποιο σχόλιο νομίζετε ότι ταιριάζει σ’ αυτό που διαβάσατε μόλις.

Για κάποιον λόγο, οι φυλακές θεωρούν ότι η αυτοκτονία, αντί να είναι εξίσου αν όχι περισσότερο επιβαρυντική για την διοίκηση ως λόγος θανάτου, τον …προτιμούν:

Ως πρώτη αιτία θανάτου στις φυλακές δηλώνεται η αυτοκτονία. Στο νοσοκομείο ‘‘Άγιος Παύλος’’ στις αρχές της χρονιάς βρέθηκε κρεμασμένος στην απομόνωση οροθετικός κρατούμενος. Το ίδιο διάστημα στις φυλακές Χανίων έδωσε τέλος στη ζωή του άλλος κρατούμενος με τον ίδιο τρόπο. Η ψυχολογική πίεση που βιώνουν οι κρατούμενοι είναι ανάλογη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους, (τοξικοεξαρτημένοι, άρρωστοι, άποροι κλπ) και των συνθηκών κράτησης, έτσι κάποιοι από αυτούς βάζουν τέλος στη ζωή τους. Οι συνθήκες κράτησης θα επιδεινωθούν και η πίεση πάνω στους κρατούμενους θα αυξηθεί με το νέο πιο αυστηρό πλαίσιο με την στρατιωτικοποίηση των φυλακών που προωθεί το Υπουργείο Δικαιοσύνης με τον νέο Σωφρονιστικό Κώδικα, όπως αναλυτικά καταγράφει στο κείμενο που έχει δημοσιεύσει η Αγωνιστική Ένωση Κρατουμένων.

Καταλήγει το άρθρο:

Το κράτος και το σωφρονιστικό σύστημα μας θέλει την καθεμιά και τον καθένα μόνο του απέναντί του ώστε να κατοχυρώνεται η αδυναμία και η ματαιότητα της διεκδίκησης των δικαιωμάτων των κρατουμένων.Τα δικαιώματα αυτά θα καταστρατηγηθούν με το νέο Σωφρονιστικό Κώδικα σε μεγάλο βαθμό.Κανένα πρόβλημα στη φυλακή δεν είναι ατομικό. Κάθε ιστορία αυτοανακλά προβλήματα πολύ ευρύτερα που αγγίζουν τον καθένα. Για να μην γίνονται οι φυλακές κρεματόρια για τους κρατούμενους, για να μην μετατρέπεται η όποια ποινή μέσω των συνθηκών κράτησης σε θανατική καταδίκη, χρειάζεται αλληλεγγύη και αντίσταση:

1. Να σταματήσει η εγκληματική αδιαφορία και ο εμπαιγμός απέναντι στη ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΖΑΧΑΡΙΟΥ. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και η υπηρεσία των φυλακών Κορυδαλλού είναι οι υπεύθυνοι για την εξέλιξη της υγείας της.

2. Να μεταφερθεί άμεσα στο νοσοκομείο η ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ.

3. Φυλακές χωρίς δυνατότητα άμεσης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης δεν μπορούν να υπάρχουν. Ιατρική φροντίδα και φάρμακα σε όλες τις φυλακές.

4. Όχι στην εξόντωση μέσω των ψυχοφαρμάκων. Να παρέχονται δημιουργικές διέξοδοι για τους κρατούμενους και να εξετάζονται οι ψυχικά ασθενείς με ιατρικούς και όχι με καπιταλιστικούς όρους.

5. Όχι στο νέο Σωφρονιστικό Κώδικα, όχι στην στρατιωτικοποίηση των φυλακών, τις απομονώσεις και τα καθεστώτα εξαίρεσης.

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ -ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΑΠΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ (υπέγραψαν 38 γυναίκες του ισογείου)

Το έχω ξαναπεί: οι κρατούμενοι/ες συχνά, είναι πιο ελεύθερες από εμάς. Κάθε καταγγελία τους γίνεται με κίνδυνο αντιποίνων – και, αν όντως δεν σου δίνουν υπο φυσιολογικές συνθήκες μία αντιβίωση για ένα χαλασμένο δόντι, φανταστείτε αν θέλουν να σου κάνουν και αντίποινα τι θα συμβαίνει.

Ε, εκτίθενται και κάνουν την καταγγελία τους, με αίτημα να ..πάνε σε νοσοκομείο η κυρία Παναγιωτοπούλου και η κυρία Ζαχαρίου.

Για τέτοια αυτονόητα εκτίθενται τόσο πολύ.

Κάθε καταγγελία τους οφείλει να ξυπνάει εμάς. Οφείλουμε μία αντίδραση, μία διαμαρτυρία, να προστατέψουμε και να πιέσουμε, τους αρμόδιους Υπουργούς για απαντήσεις και τιμωρίες και λύσεις. Οφείλουμε να πιέσουμε κυβερνήσεις κόμματα και Πρωθυπουργούς, όταν οι Υπουργοί τους κωφεύουν. Και οφείλουμε τιμωρίες όταν παρ’ ελπίδα κωφεύουν και αυτοί.

Εμείς, που είμαστε ελεύθεροι.

Υ.Γ.: Επέστρεψα στο κείμενο, και προσέθεσα το «κυρία» δίπλα σε κάθε όνομα. Μου φάνηκε περίεργο: κυρία μία κρατούμενη; Μετά βγήκα από τον κοινωνικό αυτοματισμό, και αναρωτήθηκα αν υπάρχει καν ερώτημα.

Περιμένω κάτι καλύτερο από την κυβέρνησή μου από το να επικοινωνεί ανωνύμως μέσω «κυβερνητικών πηγών» για «ναρκέμπορους χρηματοδότες«:

– Αν ξέρει ότι ισχύει πράγματι η καταγγελία, έχει υποχρέωση να την προχωρήσει με τους νόμιμους (και συνήθως σιωπηλούς) τρόπους, να φροντίσει να οδηγηθούν οι υπεύθυνοι στην φυλακή – αλλιώς, έχει αποτύχει οικτρά αφήνοντας έναν ναρκέμπορο ελεύθερο να δρα, και κάνοντας ζημιά στην κοινωνία που έχει ταχθεί να υπηρετεί.

– Αν δεν ξέρει αν ισχύει ή όχι, τότε είναι θλιβερό να κινείται με τέτοιους υπόγειους τρόπους, με σκοπό να χρησιμοποιήσει μία τέτοια ανακοίνωση – καταστρέφοντας όμως το όποιο τεκμήριο αθωότητας έχει κάθε ένας από εμάς, είτε είναι εφοπλιστής, κάτοχος ΜΜΕ, είτε ο ανώνυμος σαν και μένα, κάνοντας ζημιά στην κοινωνία που έχει ταχθεί να υπηρετεί.

– Αν ξέρει ότι δεν ισχύει, τότε είναι πολλαπλά λάθος να χρησιμοποιεί τέτοιες εκφράσεις, χρησιμοποιεί πολιτικά κάτι το οποίο γνωρίζει καλά ότι δεν έχει τελικά καμία βάση και δημιουργεί ψεύτικους εχθρούς κάνοντας ζημιά στην κοινωνία που έχει ταχθεί να υπηρετεί.

Προσπαθώ να το ξεκαθαρίσω όσο καλύτερα μπορώ: ΔΕΝ έχει να κάνει με τον κάθε Μαρινάκη (ή με τον κάθε Μητσοτάκη) όλο αυτό: έχει να κάνει αποκλειστικά με το τι θα έπρεπε να περιμένει ο καθένας από την κυβέρνηση (οποιαδήποτε κυβέρνηση, προηγούμενη, τωρινή, αυριανή) όλων μας – και τι παίρνει τελικά:

Απογοήτευση.

Και όπως πάντα, είμαι σαφής: όσοι την υποστηρίζουν και αντιλαμβάνονται την κατρακύλα, οφείλουν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον να ταχθούν κατά τέτοιων πρακτικών, να πάρουν θέση, να αντιδράσουν. Εκτός από ευθύνη τους, είναι και υποχρέωσή τους: Είναι οι μόνοι που μπορούν, που θα καταφέρουν κάτι.

Γιατί κάθε κυβέρνηση είναι κυβέρνηση όλων μας, και αν δεν γίνει σαφές αυτό σ’ αυτόν τον καταραμένο τόπο, αποκλείεται να αλλάξει κάτι.