Έχω καιρό να γράψω – και αναρωτιέμαι γιατί. Εχθές το βράδυ, μία συζήτηση με φίλους στην διαδήλωση, μπροστά στο κοινοβούλιο με βοήθησε πολύ να καταλάβω: Όποτε γράφω, γράφω με επιχειρήματα. Δεν λέω “έχω δίκιο”, λέω “αυτά έχουν γίνει, αυτά πιστεύω”. Είμαι όμως, και όλο και περισσότερο όσο περνάει ο καιρός, έξω από την εποχή μου. Γιατί δεν είμαστε σε μία εποχή πολιτικών επιχειρημάτων και λογικής. Βρισκόμαστε σε μία διαφορετική, αχαρτογράφητη περιοχή διαλόγου. Εκεί που, από την μία, εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου ζητούν δικαιοσύνη, και από την άλλη ο πρωθυπουργός βλέπει ότι τον στηρίζουν να αλλάξει την χώρα. Καθώς δεν έχω άλλον όρο να την περιγράψω, θα την ονομάσω “πολιτική ντελούλου”.
~
“Ντελούλου”, για να καταλάβετε χονδρικά, προέρχεται από το «delusional» στα αγγλικά, που αναφέρεται σε κάποιον που έχει ψευδαισθήσεις μεγαλείου ή πιστεύει ότι μπορεί να πετύχει στόχους που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Θα είχε νόημα και θα στεκόταν θαυμάσια αυτό. Ο πρωθυπουργός μας, δήλωσε από την βουλή τα εξής:
Η ηχηρή φωνή των συλλαλητηρίων της περασμένης Παρασκευής ακούγεται ακόμα σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Όπως είχα την ευκαιρία και να ξαναπώ, πριν από λίγες μέρες εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας βρέθηκαν στους δρόμους και στις πλατείες.
Νομίζω ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε τουλάχιστον στα αυτονόητα, στο τι ζήτησαν πρώτα και πάνω απ’ όλα. Ζήτησαν αλήθεια και δικαιοσύνη και ταυτόχρονα δικαίωση των θυμάτων. Ζήτησαν πάλι το αυτονόητο: ασφαλείς και σύγχρονες συγκοινωνίες για τη χώρα, μαζί με μία πολιτεία η οποία θα είναι ικανή να προστατεύει τους πολίτες της.
Σίγουρα -δεν υπάρχει αμφιβολία, είμαστε δημοκρατία- υπήρχαν διαδηλωτές που ζήτησαν να πέσει η κυβέρνηση. Πιστεύω, όμως, ότι η μεγάλη πλειοψηφία αυτών που διαδήλωσαν είχαν το αντίθετο αίτημα: να ανέβει ψηλότερα η Ελλάδα. Αυτό άκουσα εγώ τουλάχιστον από τις εκατοντάδες χιλιάδες των συμπολιτών μας που βρέθηκαν στους δρόμους και στις πλατείες, μακριά από την προσπάθεια κάποιων να τους εκμεταλλευτούν κομματικά.
Ξεκάθαρα λοιπόν, είναι μία «delulu is the solulu» (delusion is the solution) κατάσταση, κατά την οποία ο πρωθυπουργός έλαβε ως μήνυμα προσωπικής στήριξης του από μία διαδήλωση που είχε ως κοινό, καθολικό στόχο την διαμαρτυρία για τις πράξεις του.
Θα ήταν μία υπέροχη εξήγηση, θα κάναμε και την πλάκα μας με το λογοπαίγνιο, και θα τελείωνε το άρθρο περίφημα εδώ.
Αλλά δυστυχώς, όχι ακριβώς. Έχει κι άλλο. Και εδώ είναι το πρόβλημα.
~
Έγραφα λίγο παλαιότερα, όταν είχα γενικά περισσότερες ελπίδες:
Ο πρωθυπουργός της χώρας μας, μας λέει ψέματα. Μιλάει ασυνάρτητα. Προσπαθεί να μας τρελάνει. Θέλω να πω, είναι τρομαχτικό αν το καλοσκεφτείς – δεν μπορούμε να τον σταματήσουμε. Δεν μπορούμε να απαιτήσουμε τίποτα. Δεν υπάρχει δικλείδα ασφαλείας. Δεν υπάρχει έλεγχος.
Μπορούσε να ανέβει στο βήμα, να πει «αβαβάου μαμαμάου» επί τρεις ώρες και σαράντα τέσσερα λεπτά, να κατέβει – και να συνεχίσει να είναι πρωθυπουργός.
Διαβάστε τώρα και την ομιλία του πρωθυπουργού στην βουλή, συνολικά εδώ:
Ο πρωθυπουργός, εν πολλοίς, θεωρεί υπεύθυνη την αντιπολίτευση γι’ αυτό το μπαχαλο που ζούμε σήμερα, τον εαυτό του ήρωα που θα αλλάξει τα πάντα, τον κόσμο στήριγμά του που τον βρίσκει απολύτως κατάλληλο γι’ αυτό το έργο, και για ο,τι πήγε στραβά ευθύνονται χρόνιες παραλείψεις και ανθρώπινα λάθη (όχι δικά του). Α, και ο λαός θέλει να αρθεί η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων. «Αυτό άκουσα εγώ τουλάχιστον».
Ωραία, είπαμε: μία ανάγνωση είναι ότι ο άνθρωπος ζει ένα delulu is the solulu και καθαρίσαμε.
…Καθαρίσαμε όμως; Γιατί έχουμε άλλα δύο χρόνια κυβέρνησης. Πώς σκατά το πολεμάμε αυτό;
~
Ξανά, για να γίνω κατανοητός: Ας υποθέσουμε ότι έχω δίκιο, και εχουμε μία κυβέρνηση που είναι όχι μόνο πολιτικά, όχι μόνο ηθικά, αλλά και ποινικά υπεύθυνη για έναν σωρό από πράξεις και παραλείψεις – ενδεικτικά ας αναφέρουμε ΜΕΘ, Ενέργεια, Υποκλοπές, Απευθείας αναθέσεις, Τέμπη – ο,τι θες.
Ας υποθέσουμε βρε αδελφέ ότι έχω δίκιο.
Και ας υποθέσουμε ότι και άλλοι συμφωνούν μαζί μου. Και ας υποθέσουμε ότι κατεβαίνουν στους δρόμους διεκδικώντας αυτό το δίκιο.
Και απέναντί σου έχεις έναν πρωθυπουργό που “ανεβαίνει στο βήμα, λέει «αβαβάου μαμαμάου» συνεχόμενα επί τρεις ώρες και σαράντα τέσσερα λεπτά, κατεβαίνει, και συνεχίζει να είναι πρωθυπουργός”.
Πώς πολεμάται αυτό;
Ας υποθέσουμε ξέρω γω, ότι πχ καμία δικαιοσύνη δεν τον φέρνει προ των ευθυνών του. Πχ ας υποθέσουμε ότι πήραν όλοι το μάθημά τους από την Τουλουπάκη, και δεν θέλουν βρε παιδί μου να μπλέξουν. Και ακόμα και αν όλα, μα όλα, μα όλα τα στοιχεία είναι εναντίον του, ότι πχ ανέλαβε την πρώτη μέρα την διεύθυνση της ΕΥΠ κι εκείνη κατέληξε να παρακολουθεί όλους τους πολιτικούς του αντιπάλους και συνεργάτες, το παίζει τρελίτσα και δεν παραπέμπει κανέναν. Ή ας υποθέσουμε ότι από τα κανάλια βγαίνουν και λένε “γνώμη μου είναι πως η Καρυστιανού υποστηρίζει τους Ρώσους. Ή Αλβανούς. Ή Τούρκους. Δεν έχει σημασία, η γνώμη μου είναι, αυτό νομίζω. Θέλει να ρίξει την χώρα στα βράχια γιατί έχει σκοτεινές αλλότριες σκέψεις” πχ.
Πώς, σοβαρά μιλάω, πώς το πολεμάς αυτό;
Εσύ μπορεί να έχεις επιχειρήματα. Θαυμάσια! Να τα βάλεις εκεί που ξέρεις όμως όταν βγαίνει δημόσια ο εθνικός μας βλάκας, και λέει “σας κατάλαβα, θέλετε να ψηφίσετε Κωνσταντοπούλου”. Έχε όλα τα επιχειρήματα του κόσμου – είναι άχρηστα. Ή θα κάτσεις να απαντήσεις σοβαρά στο αν θέλεις να ψηφίσεις Κωνσταντοπούλου, ή θα βγάλεις τον σκασμό νικημένος: Η συζήτηση πήγε από την λογική στο παράλογο τόσο γρήγορα, που όσα επιχειρήματα και να παραθέσεις, ο άλλος θα πει “τον διέλυσα”.
Ντε-λού-λου.
Αυτό, μπορεί τώρα να μοιάζει χαβαλες, αλλά είναι μία απολύτως τεκμηριωμένη και χτισμένη πολιτική τακτική. Είναι ανίκητο, ακριβώς επειδή βασίζεται σε μία πανάρχαιη αντίληψη:
Δεν μπορείς να χάσεις σε μία μάχη επιχειρημάτων αν δεν είναι πια μία μάχη επιχειρημάτων.
Αν νομίζετε ότι δεν δουλεύει, ρίξτε μία ματιά γύρω σας, έχουμε τους ίδιους αδιανόητους τύπους έξι χρόνια κοντά κυβέρνηση ήδη.
Στο μεταξύ, μεγαλύτερο κακό η χώρα δεν έχει ματαξαναδεί τα τελευταία πενήντα πάνω-κάτω χρόνια τουλάχιστον. Έχει αυτή η κυβέρνηση αλλώσει ΟΛΕΣ τις βάσεις που στηρίζουν μία ευνομούμενη κοινωνία στα πόδια της (Δικαιοσύνη; Δημοκρατία; Δημοσιογραφία;) και ο μόνος που έχει κατακερματιστεί είναι η … αντιπολίτευση.
Οπότε, είναι εύκολο και διασκεδαστικό να πούμε ότι ο πρωθυπουργός είναι σε φάση ντελούλου.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι είμαστε και εμείς.
Εμείς, εμείς οι ίδιοι. Εμείς, καθώς πιστεύουμε ότι έχουμε όλα τα δίκια του κόσμου, σε μία πολιτική κατάσταση που η συζήτηση δεν γίνεται για το ποιος έχει δίκιο (ο Γεωργιάδης έλεγε ξεκάθαρα «Είναι δυνατόν να θεωρήσω εγώ αξιόπιστη µια κυβέρνηση που επιτρέπει να δοθούν λεφτά στο Documento; Αν είναι δυνατόν» για την λίστα Πέτσα και ο Μητσοτάκης ότι «ναι, παρακολουθήθηκε ο Ανδρουλάκης» πχ) αλλά αν αυτό το δίκιο έχει κάποιο αντίτιμο, αν σημαίνει κάτι.
Ακόμα πιστεύουμε ότι να έχουμε δίκιο ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΚΑΤΙ.
Clearly, not.
Εγώ είμαι βέβαια ο πρώτος που θα πει ότι δεν μπορούμε να αρχίσουμε και εμείς να μιλάμε παράλογα, θέλω να πω, δεν θα με χάλαγε και τελείως να κάνουμε μία εντελώς σοβαρή συζήτηση πχ ότι ο Μητσοτάκης ήταν στην πραγματικότητα ο σταθμάρχης που δεν άλλαξε τις γραμμές για να τον αναγκάσουμε να απαντήσει ότι όχι, ήταν κάπου αλλου εκείνη την ώρα, αλλά από την μία δεν έχουμε τον απαραίτητο βαθμό θράσους να το υποστηρίξουμε, και από την αλλη δεν θα ήθελα κιόλας να τον αποκτήσουμε.
Οπότε;
Οπότε δύο τα τινά. Ή συνεχίζουμε απολύτως ντελούζιοναλ όπως θα έλεγαν και οι πιτσιρικάδες να πιστεύουμε ότι με το δίκιο μας κάτι θα αλλάξει, (πράγμα που ψηφίζω κι εγώ αλλά δεν έχει καμία σημασία διότι εγώ είμαι γνωστός ως διαρκώς ηττημένος), ή, ή προσαρμοζόμαστε σ’ αυτήν την πολιτική ντελούλου και αναζητούμε έναν άλλον, πιο αποτελεσματικό τρόπο επικοινωνίας.
Εγώ πάντως, αυτό βλέπω. Μία συγκεκριμένη κατάσταση που εμείς φωνάζουμε “μα είναι νεκροί, είναι διαμελισμένοι στα χώματα” και αυτός που μας οφείλει μία έστω αληθοφανή εξήγηση απαντά απολύτως σοβαρά “αβαβάου μαμαμάου” επί τρεις ώρες και σαράντα τέσσερα λεπτά, κατεβαίνει, και δεν βρίσκει κανέναν λόγο να μην συνεχίζει να μην είναι πρωθυπουργός.
Και έναν λαό, απολύτως σαστισμένο, να αναρωτιέται τι σκατά πήγε στραβά και μήπως, τελικά, απωλέσαμε ΚΑΙ την λογική μας αυτά τα έξι καταραμένα χρόνια που πέρασαν…
Δύο – τρεις σκέψεις αφότου κάθισε η σκόνη για την συνέντευξη του πρωθυπουργού μας Κυριάκου Μητσοτάκη (κυρίως) για το θέμα των Τεμπών. Σου προτείνω να μην τις διαβάσεις, γιατί παρότι πέρασαν τόσες ημέρες, η οργή μου παραμένει ασίγαστη – άλλωστε τα έχουν πει ήδη άλλοι. Αλλά αν θέλεις, εδώ είναι. Πάμε; Πάμε.
Ένα, ο άνθρωπος είναι ψεύτης. Μπορεί να σε κοιτάζει στα μάτια, και να σου λέει ψέματα χωρίς να βλεφαρίσει καν. Είναι εντυπωσιακό, και πολύ τρομακτικό – αλλά κυρίως είναι αδιανόητα σιχαμερό και εκνευριστικό. Είναι ψεύτης, λέει ψέματα διαρκώς, ο,τι ξεστομίζει είναι ένα ψέμα, είναι ένας στυγνός ψεύτης, δεν ξέρω πώς να το πω αλλιώς αυτό που αισθάνομαι. Ψεύτης, δεν του αξίζει άλλος καλύτερος τίτλος, χειρότερος μπορεί, καλύτερος όχι. Το κλείνουμε εδώ: Ψεύ-της.
Δύο: “Ο,τι ήξερα σας το είπα”. Μην ξεχνιόμαστε, ψεύτης, αλλά πάμε να δούμε τί ήξερε και από πού. Διότι, ο,τι επικαλείται ως πηγές, είναι α) η Πυροσβεστική, που γράφει μόνο ως αποτέλεσμα της έρευνάς της ότι συγκρούστηκαν δύο τρένα και γι’ αυτό έπιασε και η φωτιά(!), β) ο (ελεγχόμενος για το δυστύχημα) ΟΣΕ, και γ) η (ελεγχόμενη για το δυστύχημα) Hellenic Train. Άρα, αυτό που έκανε ο πρωθυπουργός της χώρας μας, ήταν να πάρει τις δικαιολογίες των υπευθύνων, και να μας τις πλασάρει … σαν γεγονός. “Αυτό έχουμε τις ενδείξεις ότι έγινε” μας έλεγε τότε – χώρια μετά που μας έλεγε “ξέρουμε με βεβαιότητα”. Τι ξέρουμε; σκατά ξέρουμε. Ο,τι είπε ο υπεύθυνος που είτε το προκάλεσε, είτε δεν το αποσώβησε. Ούτε και ερευνήθηκε ποτέ ουσιαστικά, ούτε και ερωτήθηκε ποτέ (γι’ αυτό, λίγο πιο κάτω). Ουτε δημοσιογραφικά, ούτε δικαστικά. Αυτό μας λέει ο πρωθυπουργός μας. Ο οποίος, μάλιστα, δεν έκανε και λάθος. Όχι βέβαια, οι άλλοι, που ελέγχονται κιόλας. Και τα ακούμε σοβαρά αυτά τα πράγματα τώρα ε; Μας τα λέει και εμείς πρέπει να τα ακούσουμε ήρεμα και σοβαρά διότι, ξέρω γω, εξουσία. Πάμε, προχωράμε.
Τρία, η “αστυνομική έρευνα”. “Μα για να ερευνήσει κάτι πρέπει πρώτα να προκύψει ένα στοιχείο” λέει, παραδεχόμενος ότι ΚΑΜΙΑ σοβαρή έρευνα δεν έχει γίνει (από το κράτος, γιατί οι συγγενείς κρατάνε την όποια αξιοπρέπεια της διαδικασίας) γιατί προφανώς κανένα στοιχείο δεν συνέφερε να ελεγχθεί διεξοδικά. ΚΑΜΙΑ. Υπάρχει υλικό, έχει πάει στον εισαγγελέα, ναι – μα, ακόμα και ΣΗΜΕΡΑ η Hellenic Train λέει “κοιτάξτε, εγώ δεν έχω ευθύνη, αυτά έλεγε το μανιφέστο της μεταφοράς, αυτά σας λέω κι εγώ”. Ακόμα και ΣΗΜΕΡΑ. Δύο χρόνια μετά. Δεν είχαμε στοιχεία, σωστά. Και ας έχουν, με δική τους έρευνα, φέρει στην δημοσιότητα τόσα και τόσα οι συγγενείς. Ψεύτης.
Τέσσερα, “δεν ήξερα, δεν έχω ευθύνη”. Μία γραμμή που έσπευσε να την υπερασπιστούν και φιλικά site, λέγοντας “τις τελευταίες ώρες (και κυριολεκτώ) ο πρόεδρος Μητσοτάκης άρχισε να έχει πλήρη εικόνα των όσων έχουν γίνει. Όπως μου επισήμαναν οι ίδιοι πρόθυμοι πληροφοριοδότες μου, από τη στιγμή που έχουν συγκεντρωθεί όλα τα δεδομένα, γίνεται κάπως ευκολότερη η διαχείριση της όλης κατάστασης”. Θλιβερό ως εικόνα υπεράσπισης, αλλά ο μέγας ηγέτης μας δεν ήξερε τι συμβαίνει, πού πάνε τα τέσσερα. Τσάμπα τον ρωτούσαν τα παιδιά του. Ξέραμε εμείς, αλλά αυτος είχε μαύρα μεσάνυχτα. Βέβαια, δικός του ο Τριαντόπουλος, δική του η εξεταστική (εντελώς δική του), δική του η επικοινωνιακή διαχείριση, δικοί του οι δημοσιογράφοι που πάσχιζαν να μας πείσουν, δικά του τα ψέματα που μας αράδιαζαν, δικοί του οι βουλευτές που μας έβριζαν, και εμάς, και τους γονείς, δικά του όλα, ΟΛΑ, αλλά – «δεν ήξερε τίποτα». Ψεύτης, μεγάλος ψεύτης. Και δειλός. Δειλός γιατί «δεν ήξερε», αλλά η ΕΡΤ (του) χαντάκωσε και εξαφάνισε την διαδήλωση, και τα υπόλοιπα μέσα (τα φιλικά του) μιλούσαν για «εκδηλώσεις μνήμης» όταν εμείς φωνάζαμε «δολοφόνοι». Προχωράμε, έχω κι άλλα.
Πέντε, αυτό που δεν έτυχε να συζητήσουμε ιδιαίτερα τώρα: Πώς βρε άνιωθε τελικά βρέθηκαν δύο τρένα στην ίδια γραμμή; Πώς δεν ήξερε κανείς τι γίνεται για χιλιόμετρα; Εκεί, υπάρχει ευθύνη; Δεν είναι ένα φυσικό φαινόμενο, είναι μία εγκατάλειψη ενός συστήματος (αν θυμάμαι καλά για 10.000 ευρώ) που θα μπορούσε να σώσει ζωές αλλά… όχι. Είναι το χάρισμα μισού δις στην Hellenic Train για να μην γίνουν επενδύσεις, σε τρένα και σε υποδομές. Είναι ένας ανίκανος Σταθμάρχης, που μπήκε με βύσμα – μαζί με πόσους άλλους. Είναι οι αλλεπάλληλες οχλήσεις από τους εργαζόμενους προς τον υπουργό που αγνοήθηκαν. Κι αυτά δεν τα ήξερε; Ήξερε τίποτα όταν βάφτιζαν επίμονα και κόντρα σε κάθε λογική “τηλεδιοίκηση” τα τηλεφερέφωνά του και οι υπουργοί του ας πούμε ακόμα και το τηλέφωνο που μιλούσαν μεταξύ τους; Δεν είδε το «φτάνει» όταν ξεφτιλίζεται ο Υπουργός; Μάλλον όχι. Περασαν όμως δύο χρόνια. Δύο χρόνια. Τα παιδιά του τον ρωτούσαν. Άλλαξε τουλάχιστον άραγε κάτι; Έμαθε κάτι; Ή μήπως ακόμα και τώρα μπαίνουν τα τρένα σε λάθος γραμμές, του μετρό στον προαστιακό πχ, ή κινούνται στην πόλη με φύλακες που κοιμούνται την ώρα που πρέπει να κατεβάσουν τις μπάρες και να μας σώσουν όλους; Και καλά να κοιμάται ο άλλος – ξύπνα ρε μαλάκα, θα μας πάρεις στο λαιμό σου – αλλά τουλάχιστον θα έχει εύκολο εξιλαστήριο θύμα (όπως ξεκάθαρα είχε, από τις πρώτες ημέρες) ο πρωθυπουργός μας. Αλλά αν τον είχε πιάσει καμιά καρδιά; Αν λιποθυμούσε; Να ψάχνουμε πάλι ατομική ευθύνη κάποιου; Και τόσα άλλα; ΚΑΙ ΤΟΣΑ ΑΛΛΑ; Ψεύτης; Ψεύτης. Λίγος. Θλιβερός. Πάμε στα επόμενα.
Έξι, και εδώ το πράγμα χοντραίνει, “δεν ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής” η εξεταστική για τα Τέμπη. Η “Βουλή” φταίει. Έτσι, ανώνυμα, αδιάφορα. Ούτε η κυβερνητική του ομάδα, ούτε η πλειοψηφία του, ούτε η απόφαση που έβγαλε, ούτε ότι δεν φώναζαν τον Γενιδούνια, ούτε τον Τριαντόπουλο, ουτε άλλους μάρτυρες, ούτε ότι έτρεχαν να κλείσει την εξεταστική πριν φτάσει η δικογραφία στην βουλή, ούτε ότι ειρωνεύονταν, ούτε τίποτα: Η “Βουλή”. Καμία ευθύνη ο ηγέτης μας, που μετά επιπλέον ξεπληρώνει τις (όποιες, μάλλον μόνο πολιτικες) συνειδήσεις των μελών της με προαγωγές. Το αόριστο “η Βουλή” φταίει, και “η διαδικασία” που “μπαίνει στη λογική της κομματικής αντιπαράθεσης και σε μία, θα έλεγα, ενδεχομένως αναμενόμενη περιχαράκωση των κομμάτων που δυσκολεύονται αυτή τη στιγμή, νομίζω, ιστορικά να δουν τη μεγάλη εικόνα και να δράσουν αντικειμενικά”. Και τα ακούμε ΣΟΒΑΡΑ τώρα αυτά, ε; Τα “κόμματα” φταίνε, και η “αναμενόμενη περιχαράκωσή” τους και γι’ αυτό «δεν έδρασαν αντικειμενικά». Στην μεγαλύτερη και πιο σημαντική απόφαση που έπρεπε να πάρουν. Αν είναι δυνατόν. Αν είναι δυνατόν. Ψεύτης, αδιανόητος ψεύτης – αλλά και δειλός. Συνεχίζουμε, λίγο ακόμα έχει, υπομονή.
Επτά, ό,τι έγινε έγινε στο πεδίο, πήγαμε να σώσουμε ανθρώπους. Ψέμα, ασύστολο, που έχει καταρριφθεί τόσες φορές. Ο,τι έγινε, έγινε μετά την συλλογή των ανθρώπων (χώρια οι ενέργειες πριν, που ακόμα τις αναζητούμε) και τότε, με κανέναν σεβασμό δεν έγινε – δύο χρόνια μετά έβρισκαν βιολογικό υλικό οι άνθρωποι επειδή ΕΚΕΙΝΟΙ έκαναν έρευνες, όταν η κυβέρνηση επίσημα έλεγε “τα σπρώξαμε πιο κει” και “όποιος μιλάει για μπάζωμα είναι για τα μπάζα”. Πυροσβέστες διατάσσονται να μην μιλήσουν, ερευνητές να φύγουν από το τοπίο, άλλοι ερευνητές να ερευνήσουν τσιμέντα. Η απόφαση είναι διάτρητη, η εταιρία ήταν άγνωστη μέχρι πρότινος, άλλαζε το ΑΦΜ της, οι τοποθεσίες ήταν άγνωστες – όλα αυτά οι συγγενείς με τις δικές τους έρευνες τα βρήκαν. Το πιο σημαντικό όμως απ’ όλα, βρε αρχιψευταρά: Αφου ό,τι έγινε έγινε για καλό σκοπό – γιατί κανείς δεν έχει αναλάβει την ευθύνη; Γιατί όλοι λένε “όχι εγώ”; Όλοι! «Όχι εγώ!» λένε! Ξέρεις βρε δειλέ ψεύτη τι δουλειά κάνει εκείνη την εποχή ο Τριαντόπουλος; Ξέρεις; Γνωρίζεις; Παρα τον πρωθυπουργό είναι! Επικεφαλής! Γιατί μιλάς για όλο αυτό σαν να μην ξέρεις ποιος έκανε τι; Γιατί μιλάς σαν παρακολουθούσες μαζί μας στην τηλεόραση το έγκλημα; Που είναι η αίσθηση της ευθύνης σου, δειλέ;
Οκτώ, τελευταίο, και το έχω τονίσει ως το πιο σημαντικό: Εμείς στα θύματα και στους συγγενείς σκύβουμε το κεφάλι, αλλά – όλα κι όλα, δεν θα ανεχθούμε το ίδιο από τα κόμματα και την πολιτική εκμετάλλευση. Δεν το είπε μόνο αυτός, είναι γραμμή, αλλά τώρα μιλάμε για τον πρωθυπουργό μας. Να το δούμε χωριστά αυτό, λοιπόν, γιατί είναι και το χυδαιότερο όλων (ναι, από όσα είπε, ΑΥΤΟ θεωρώ πως είναι το χυδαιότερο, και αξίζει μίας παραγράφου μόνο του):
Τα κόμματα, αγαπημένε μας ηγέτη και πρωθυπουργέ των πιο τρομακτικών εφιαλτών μας, σου ασκούν κριτική – μα δεν υπάρχουν αυτόνομα. Αναμασούν (υποτονικά, αλλά ας πούμε ότι είναι μεγαλύτερη αυτή η κουβέντα) την ΔΙΚΗ ΜΑΣ κριτική. Όχι μόνο των συγγενών (που αν δεν ήταν η αντιπολίτευση δεν θα μπορούσαν ούτε να πλησιάσουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να κάνουν τις καταγγελίες τους) αλλά και των δικών μας ερωτήσεων, αγωνιών, και κυρίως ενοχλήσεων. ΕΜΕΙΣ είμαστε η αντιπολίτευση. Όταν λες ότι δεν ανέχεσαι την κομματική εκμετάλλευση, στην πραγματικότητα θέλεις να σιγήσουν και οι συγγενείς και τα θύματα, και εμείς. Σε εμάς αναφέρεσαι – και εσύ, και η κουστωδία σου. Ακόμα και αν βγάλουμε απ’ έξω ότι το έγκλημα είναι πρωτίστως πολιτικό (που γιατί να το αγνοήσουμε δηλαδή, αλλά ακόμα και έτσι) ακόμα και επιλέξουμε να αγνοήσουμε ότι και η συγκάλυψη είναι πρωτίστως πολιτική – μένει πάντα η πολιτική κριτική.
Είναι μία επίθεση που ξεκίνησε νωρίς – συγκαλλυμένα μιλούσαν για γονείς που θα εκλεχθούν με κόμματα, ή οι κυβερνητικοί ευρωβουλευτές που, για κάθε θέμα, είτε για την Πύλο, είτε για τις επαναπροωθήσεις, είτε για τις υποκλοπές είτε και για τα Τέμπη έφερναν την συζήτηση στο πολιτικό σκέλος, με σκοπό να απομακρύνουν από την διαδικασία όσους φοβόντουσαν ότι θα τους πουν κομματικοποιημένους ή αριστερούς ή συριζαίους. Και όταν τελείωσε όλο αυτό το πανηγύρι, λίγο πριν μαζευτούν χιλιάδες λαού να διαμαρτυρηθούν, τα κορυφαία σου στελέχη έλεγαν ότι η δικηγόρος των συγγενών Κωσταντοπούλου λέει ό,τι λέει για να μαζέψει λεφτά (είναι χωρίς πληρωμή η συμμετοχή της) από τις αποζημιώσεις και για να μαζέψει ψήφους.
Θα έλεγα “ντροπή σου” πρωθυπουργέ μου, ντροπή σου που χρησιμοποιείς με αυτόν τον τρόπο και εργαλειοποιείς εσύ ακριβώς τον θρήνο των γονέων για κερδίσεις τουλάχιστον στην κομματική σκακιέρα – αλλά έχεις κάνει τόσα και τόσα άλλα, τώρα θα βρεις ντροπή να σε ξεπλύνει;
Θα πω μονάχα αυτό: Ναι, είναι πολιτικό θέμα. Και ναι, ασφαλώς έχουν αυτονόητο δικαίωμα τα κόμματα να ασκήσουν κριτική. Ναι, δικαιούνται να μιλούν εξ ονόματι όσων τα ψήφισαν, και να αναδεικνύουν σε κάθε περίπτωση, με τον δυνατότερο τρόπο, με την πιο ηχηρή φωνή τους τις κραυγές των συγγενών.
Και ο μόνος, ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ κριτής τους για το αν το κάνουν σωστά, το κάνουν δίκαια, ή το κάνουν προς άγρα ψήφων – είναι οι ψηφοφόροι τους. Εμείς. Εμείς, οι ψηφόροι τους θα ασκήσουμε την κριτική μας, θα πούμε ποιος μας εκπροσωπεί καλύτερα, θα επιλέξουμε τους πιο ειλικρινείς, θα απομακρύνουμε τους πιο τυχοδιώκτες. ΕΜΕΙΣ.
Όχι εσύ.
Εσύ, ως κρινόμενος, εσύ, ως ελεγχόμενος, δεν έχεις καμία αξία να προσπαθείς να σπιλώσεις την απολύτως αυτονόητη (στις δημοκρατίες!) κομματική αντιπαράθεση και κριτική – παρά μόνο απαντώντας επί τούτου στις ερωτήσεις που σου θέτουμε, μέσω αυτών, και στις κατηγορίες που σου προσάπτουμε, μέσω αυτών.
Ψεύτης, ανάξιος και δειλός λοιπόν.
~
Δύο-τρία επιπλέον σχόλια.
Ένα, το κείμενο το γράφω ημέρες. Σβήνω, προσθέτω, θυμώνω, εγκαταλείπω – όλα αυτά που φαντάζεστε. Σήμερα έπεσε στην προσοχή μου το εκπληκτικό βίντεο του Ζαραλίκου:
Τίμιο, έντονο, ειλικρινές. Το προσυπογράφω, έχει κάνει σπουδαία δουλειά – σε πολλά πράγματα τα σχόλιά μας είναι κοινά αλλά δεν μου έκανε καρδιά να σβήσω το ποστ μου, ενώ μου ξέφυγαν πολλά, πάρα πολλά από όσα ο ίδιος σωστά προσθέτει. Δείτε το, και ας ξέρετε τα πάντα γι’ αυτήν την υπόθεση.
Δύο, τα βίντεο του ρεπορτάζ που αναφέρει ο Ζαραλίκος. Όσο γράφω το κείμενο δεν τα έχω δει, για να μην επηρεαστώ.
1. Μετά από όλες τις ερευνώμενες (εγκληματικές για εμάς) πράξεις και παραλείψεις που έλαβαν χώρα μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα από κρατικούς φορείς, στελέχη κρατικών υπηρεσιών και αξιωματούχους της Δικαιοσύνης (μπάζωμα, αλλοίωση ηχητικών ντοκουμέντων, πλημμελής εκτέλεση διαδικασιών νεκροψίας – νεκροτομής, παραπλανητικά πορίσματα από μη έγκριτους επιστήμονες που απέδιδαν την αιτία του δυστυχήματος σε έλαια σιλικόνης, καθυστερήσεις κ.α.) πιστεύετε ότι υπάρχει Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα;
2. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή – Commission έχει ξεκινήσει διαδικασία επί παραβάσει εις βάρος της χώρας μας εξαιτίας διαχρονικών ελλείψεων που αφορούν στην ασφάλεια των σιδηροδρόμων. (https://ec.europa.eu/…/presscorner/detail/en/inf_24_6006). Πιστεύετε ότι θα προλάβετε ως κυβέρνηση να συμμορφωθείτε με τις απαιτήσεις πριν την εκπνοή της προθεσμίας τις επόμενες ημέρες ή, μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, θα οδηγηθούμε σε νέο διασυρμό της χώρας μας και εν τέλει σε επιβολή προστίμου, μέσω του οποίου οι Έλληνες πολίτες θα πληρώσουν για πολλοστή φορά πλέον και με χρήματα (πέρα από τη ζωή τους) τους απαξιωμένους σιδηροδρόμους;
3. Όσοι παρακώλυσαν την έρευνα για την υπόθεση των Τεμπών, αντί να απομακρυνθούν από τις θέσεις τους, και ενώ εκκρεμούν ποινικές κατηγορίες εις βάρος τους, επιβραβεύονται με προαγωγές. Ειδικά αναφέρουμε:
– Την περίπτωση του κ. Τασούλα, ο οποίος, υπό την ιδιότητά του ως Προέδρου της Βουλής, κράτησε στα συρτάρια του τις δικογραφίες για τα Τέμπη, αντί να τις εισάγει στη Βουλή αμελλητί, ως υποχρεούται, και ο οποίος προτάθηκε τελικά από εσάς για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας.
– Περαιτέρω, ο κος Αγάπιος Χαρακόπουλος, αδελφός βουλευτή του κόμματός σας, κατά τις πρόσφατες τακτικές κρίσεις στο Σώμα της ΕΛ.ΑΣ., προήχθη ενώ εκκρεμεί σε βάρος του ποινική δίωξη για παράβαση καθήκοντος λόγω παραλείψεως που αφορά στη φύλαξη βαγονιών και ευρημάτων στο δυστύχημα των Τεμπών. (https://www.zougla.gr/…/proichthi-o-taxiarchos-pou…/ )
Πώς απαντάτε κύριε Πρωθυπουργέ σε αυτές τις αιτιάσεις;
4. Γιατί διατηρείτε στη θέση του τον άνθρωπο κλειδί, Παναγιώτη Τερεζάκη, Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΟΣΕ, δηλαδή εταιρείας που ελέγχεται 100% από τον μοναδικό μέτοχό της – Ελληνικό Δημόσιο, ο οποίος έχει μηνυθεί για ψευδή κατάθεση στη Βουλή, και για τη μη παράδοση και την αλλοίωση των ψηφιακών αρχείων ήχου και εικόνας από τη φόρτωση και αναχώρηση της εμπορικής αμαξοστοιχίας; Γιατί παραμένει στη θέση του ενώ είναι υπόλογος για σειρά ερευνώμενων εγκληματικών ενεργειών;
5. Ο Υπουργός της Κυβέρνησής σας, κ. Άδωνις Γεωργιάδης, μιλάει για «κάθαρση» η οποία θα επέλθει μέσω της κρίσης της υπόθεσης των Τεμπών από τα Δικαστήρια. Ωστόσο, στοιχεία που έρχονται στο φως αποκαλύπτουν νομικά και ηθικά έκτροπα αφού:
– Ο Ανακριτής Λάρισας μέχρι και σήμερα δεν έχει καν διατάξει έρευνα για το παράνομο χημικό φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας. Κλείνει ερμητικά τα αυτιά του για ό,τι σχετίζεται με αυτό.
– Με το μπάζωμα καταστράφηκε κρίσιμο αποδεικτικό υλικό και πατάχθηκαν στα σκυλιά τα οστά των παιδιών μας.
– Η νεκροψία – νεκροτομή διενεργήθηκε κατά παράβαση του νόμου και των ν Πρωτοκόλλωντων Ιατροδικαστών.
– Η επί 29 ημέρες καθυστερούμενη συλλογή δειγμάτων προς έρευνα από τον τόπο του δυστυχήματος είχε ως αποτέλεσμα την αλλοίωση και εξαφάνιση των στοιχείων
– Οι εκθέσεις του Γενικού Χημείου του Κράτους, οι οποίες επίμονα αν και ατεκμηρίωτα απέδιδαν την αιτία του δυστυχήματος στα έλαια σιλικόνης και αποδείχθηκαν ψευδείς είχαν ως αποτέλεσμα τον αποπροσανατολισμό των ερευνών.
– Τα πειστήρια ήχου που κατατέθηκαν στη δικογραφία είναι ακαι αυτά αλλοιωμένα.
Μετά από τα ηθικά και νομικά έκτροπα, πως εξακολουθείτε να ισχυρίζεστε ότι θα αποδοθεί Δικαιοσύνη όταν προκύπτει ότι συνεχώς το έργο αυτής παρακωλύεται;
6. Σε χθεσινές δηλώσεις του, ο Υπουργός Δικαιοσύνης της Κυβέρνησής σας – και έχει σημασία το «Δικαιοσύνης» – δήλωσε, σχετικά με την παράνομη αλλοίωση του τόπου του δυστυχήματος και το παράνομο «μπάζωμα», για το οποίο έχουν κινηθεί ποινικές διαδικασίες, ότι «τα χώματα πήγαν λίγο παραπέρα». Συμμερίζεστε κι εσείς αυτή την άποψη; Πώς εκλαμβάνετε αυτή την τοποθέτηση του Υπουργού σας, η οποία μπαζώνει ακόμη και το μπάζωμα;
7. Ποιος έδωσε την εντολή στους Ιατροδικαστές να φύγουν από την Αθήνα αξημέρωτα του δυστυχήματος και να μεταβούν οι εντεταλμένοι σας στην Λάρισα;
8. Στο μπάζωμα του τόπου του δυστυχήματος των Τεμπών, που είναι και μπάζωμα της αλήθειας, κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία καταστράφηκαν.
Ποιος εισηγήθηκε και ποιος έδωσε την εντολή για αυτήν την εγκληματική παρέμβαση;
Ποιος την εκτέλεσε;
9. Από που αντλείτε την απόλυτη βεβαιότητά σας, με την οποία ευθαρσώς δηλώσατε στο ελληνικό λαό ήδη από τον Μάρτιο του 2023, δηλαδή λίγες μέρες μετά το δυστύχημα (έγκλημα) των Τεμπών, ότι κανένα παράνομο φορτίο δεν υπήρχε στην εμπορική αμαξοστοιχία;
10. Από τις διαρροές σε όλα τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, η σημερινή μέλλουσα συνέντευξή της θα στηριχθεί στο Πόρισμα του ΕΜΠ. Πως εσείς ο Πρωθυπουργός της χώρας γνωρίζετε από πριν το πόρισμα του ΕΜΠ, τη στιγμή που αυτό καν δεν έχει παραδοθεί στον Εφέτη Ανακριτή και κατ’ επέκταση στους συγγενείς που επίμονα το ζητούν;
Φανταστείτε λοιπόν, ο οδηγός να εμπιστευόταν τα φανάρια του. Του λένε πράσινο, προχωρά αυτός, με εκατόν σαράντα χιλιόμετρα την ώρα, με ένα βέλος που ζυγίζει τόνους, και θέλει εκατοντάδες μέτρα για να σταματήσει.
Την τελευταία στιγμή, πασχίζει να φρενάρει. Ξέρει ότι δεν θα προλάβει. Ξέρει ότι θα πεθάνει. Για μερικά δευτερόλεπτα έχει την πολυτέλεια να το συνειδητοποιήσει. Οι επιβάτες του νιώθουν το τράνταγμα και ύστερα σίδερα τσαλακώνουν, η αδράνεια τους οδηγεί με εκατόν σαράντα χιλιόμετρα στον μπροστινό τους, στα αιχμηρά μέταλλα, στον απέναντι τοίχο, έξω από το παράθυρο.
Είναι 6 το απόγευμα, στο Κορινό, την Δευτέρα 25 Νοεμβρίου.
Ο χώρος γεμάτος συντρίμμια, σώματα και μέλη απλωμένα παντού, ασθενοφόρα, ελικόπτερα, τα νοσοκομεία παραλαμβάνουν ο,τι και όποιον μπορούν, οι συγγενείς αναζητούν αλαφιασμένοι τους ανθρώπους τους.
Φανταστείτε το.
Κλείστε τα μάτια σας, και νιώστε την απογοήτευση. Νιώστε την οργή, νιώστε την φρίκη.
Νιώστε την θλίψη.
Σαν να έγινε.
Πρέπει δηλαδή να γίνει;
Πρέπει να ξαναγίνει για να αλλάξει επιτέλους κάτι;
Δηλαδή πρέπει οπωσδήποτε να πεθάνουν κι άλλοι άνθρωποι για να καταλάβουμε ότι μετά από τόσα παραλίγο ατυχήματα, αν δεν αλλάξει κάτι, δεν θα είναι πια παραλίγο; Ότι δεν θα είμαστε πάντα τυχεροί; Αλλιώς δεν θα αντιδράσουμε; Αλλιώς δεν θα διορθώσουμε; Αν δεν δούμε και άλλο αίμα, και άλλα συντρίμμια, και άλλους χαροκαμένους γονείς, δεν θα βάλουμε μυαλό;
Δεν το καταλαβαίνω, ειλικρινά.
~
Ένα τρένο σταματάει. Χαλάει. Συμβαίνει. Το σύστημα, οφείλει αυτόματα να κάνει τα φανάρια πίσω του κόκκινα. Προσέξτε: τα πράσινα φανάρια να τα κάνει κόκκινα. Ο οδηγός που έρχεται δεν είναι ότι δεν έχει σήμανση και οφείλει να είναι προσεκτικός, επειδή ακριβώς είναι πράσινα πηγαίνει με εκατόν σαράντα χιλιόμετρα. Η διαδικασία είναι να ανατρέψει μία πορεία που του λέει “έχεις το ελεύθερο, είσαι ασφαλής, προχώρα με ο,τι έχεις”.
Πάμε και όπου βγει δηλαδή. Θυμάστε;
Τα φανάρια δεν είναι όμως κόκκινα. Το σύστημα ασφαλείας δεν δουλεύει. Θα αναζητήσει, λέει, η αρμόδια εταιρία να μάθει γιατί. Ξαναέγινε τον προηγούμενο Δεκέμβρη όμως. Το ήξεραν. Δεν ξέρουμε έναν ολόκληρο χρόνο μετά γιατί έγινε τότε. Έψαξαν; Δεν μάθαμε. Δεν ξέρουμε. Δεν μας είπαν. Και, προφανώς, εκ του αποτελέσματος, τίποτα δεν διορθώθηκε.
Δεν καταλαβαίνω τίποτα πια. Αλήθεια σας το λέω, δεν έχω σύμμαχο την λογική εδώ. Η λογική λέει πως δεν θα έπρεπε να βγει τρένο στην γραμμή, αν δεν είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι είναι απόλυτα ασφαλές.
Κόκκινο φανάρι παντού.
Αντ’ αυτού, τα φανάρια είναι κολλημένα στο πράσινο. Τα τρένα κυκλοφορούν. Ο κόσμος (βοηθάει και η ανέχεια, είναι φθηνότερο ως μέσο μεταφοράς από τις εναλλακτικές) το εμπιστεύεται – αναγκαστικά. Βάζει την ζωή του σε κίνδυνο, εν γνώση του. Συμβαίνει κάτι, και η εταιρία δεν το ερευνά – μέχρι να δημοσιοποιηθεί. Δεν την ενδιαφέρει; Δεν…;
Δεν ξέρω. Είμαστε τόσο φθηνοί; Τόσο αναλώσιμοι;
Και καλά αυτοί, εμάς; Δεν μας νοιάζει; Τι έχουμε να χάσουμε; Τι σκατά έχουμε να χάσουμε αν διαμαρτυρηθούμε για αυτόν τον αδιανόητο παραλογισμό; Θα φάμε ξύλο; Θα μας διώξουν από τις δουλειές μας; Από τι κινδυνεύουμε; Γιατί δεν χαλάμε τον κόσμο; Γιατί μένουμε σιωπηλοί;
Για πόσους νεκρούς ακόμα θα μείνουμε σιωπηλοί;
Υπάρχει κάποιο όριο; Θα αρχίσουμε να αντιδρούμε στους εκατό; Στους διακόσιους; Πρέπει να είναι γυναίκες; Παιδιά; Πόσοι είναι αρκετοί; Ποιά είναι η τελευταία γραμμή της ανοχής μας;
Πότε θα κοκκινίσουμε επιτέλους τα φανάρια;
Τα έχουμε αφήσει στον αυτόματο. Θεωρούμε ότι η λογική θα τα σταματήσει. Έχουμε παραδοθεί στην ελπίδα ότι οι άλλοι, οι υπεύθυνοι θα έχουν υποχρέωση, ή, έστω, ελάχιστη ηθική.
Αφού δεν γίνεται αυτόματα, όμως, αφού χρειάζεται η χειροκίνητη παρέμβασή μας, πότε σκοπεύουμε να το κάνουμε;
Γιατί το χαλασμένο τρένο είναι στην γωνία, και εμείς πηγαίνουμε επάνω του με πλήρη ταχύτητα.
Υ.Γ.: Μία κουβέντα επιπλέον για τους μηχανοδηγούς.Για τον άνθρωπο που έχει πράσινο, και όμως ανησυχεί. Για συναδέλφους του που ακούνε ότι το τρένο χάλασε και λένε «ρε λες να μην το ξέρει ο επερχόμενος;» Επειδή δεν ανησυχούμε εμείς, ανησυχεί αυτός. Επειδή επιλέγουμε να κοιμόμαστε εμείς ήσυχοι, δεν κοιμάται αυτός. Στα Τέμπη μπορεί να πέθανε ο φίλος του. Δύο χρόνια πέφτει για ύπνο και ονειρεύεται τσαλακωμένα σίδερα. Στο παραλίγο ατύχημα του Δεκεμβρίου, ο μηχανοδηγός παραιτήθηκε. Παραιτήθηκε! Το διανοείστε;
Δεν θέλω πια να είναι ήρωες αυτοί οι άνθρωποι. Δεν θέλω να δουλεύουν την βάρδια τους με άγχος σε κάθε εκατοστό που διανύουν αν θα είναι το τελευταίο τους. Δεν θέλω να σώζουν και τον εαυτό τους, και τους επιβάτες τους, και την ηθική μας, κάθε φορά την τελευταία στιγμή, κάθε φορά κατά τύχη:
Θέλω να κάνουμε εμείς ως πολίτες την γαμημένη την δουλειά μας επιτέλους.
Έναν χρόνο μετά, έναν χρόνο με 57 νεκρούς, με δύο τρένα τσαλακωμένα, με μία μυστήρια υπόθεση για χημικά που δεν ξέρω τι στέκει και τι όχι, με χυδαίες, ασσύληπτα χυδαίες δηλώσεις υπευθύνων, έναν χρόνο με τους τραυματίες που έχουμε ξεχάσει να προσμετρήσουμε στους αδικημένους, έναν χρόνο που ακούμε για “τοπική τηλεδιοίκηση(!)”, έναν χρόνο αδιανόητης απόπειρας κυβερνητικής συγκάλυψης, έναν χρόνο με εξεταστικές-κοροϊδία, έναν χρόνο μετά που δεν έχει διορθωθεί κανένα απολύτως από τα προβλήματα που οδήγησαν σ’ αυτήν την σύγκρουση, που βρίσκουμε σωματικό υλικό (τι ανόητα συγκαλυμμένος τρόπος να αναφέρεσαι σ’ αυτό) έναν χρόνο που κοιταζόμαστε, εμείς οι υπόλοιποι, εμείς που γλιτώσαμε, και λέμε “δεν είναι δυνατόν ρε φίλε να μην έχουμε προχωρήσει μ’ αυτό το θέμα”, που οι συγγενείς κατηγορούνται χυδαία ότι εργαλειοποιούν τον πόνο τους για να πάρουν ένα βουλευτικό αντίτιμο – έχει περάσει ένας χρόνος.
Έναν χρόνο μετά και δεν είμαστε ούτε μισό βήμα πιο κοντά στην λύτρωση.
Εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων, έναν χρόνο μετά, θα βρεθούν στο Σύνταγμα να διαδηλώσουν (και) γι’ αυτό. Άκουσαν τους συγγενείς, άκουσαν και τις δικαιολογίες των υπευθύνων, πήραν θέση, αντιδρούν.
Είναι σαφές σε όλους πως, όταν γίνεται κάτι τέτοιο, ή διορθώνεται, ή ξαναγίνεται. Ή τιμωρούνται οι παραλείψεις, ή το μάθημα είναι πως δεν έγινε και τίποτα. Ή παραιτούνται οι υπεύθυνοι, ή συνεχίζουν να κάνουν τα ίδια λάθη. Η τύχη μόνο βοήθησε να μην γίνει εκατοντάδες φορές πιο πριν – η τύχη μόνο βοηθά να μην έχει ξαναγίνει έκτοτε.
Δεν είναι όμως ζητούμενο η τιμωρία μόνο για το λάθος που έγινε μέχρι πέντε λεπτά πριν. Είναι, πολύ περισσότερο από αυτό κατ’ εμέ, η τιμωρία για την δειλία που άρχισε πέντε λεπτά μετά. Για το κούνημα του δακτύλου, για την επίμονη προσπάθεια να μας βγάλουν ΟΛΟΥΣ τρελούς, για την χυδαία αποφυγή κάθε πιθανής ευθύνης.
Η ζωή μας δεν είναι σε λάθος ράγες για όσα έγιναν το πριν το δυστύχημα: Αυτό ήταν ένα λάθος, όχι απλώς ανθρώπινο βέβαια, αλλά κυρίως ήταν ένα λάθος πολιτικής.
Η ζωή μας είναι σε λάθος γραμμή για το μετά. Για τον τρόπο που επιλέχθηκε από τους ανθρώπους που ορίζουν τις ζωές μας να προστατευτούν από την δικαιοσύνη. Για τον μηχανισμό που δημιουργήθηκε για να μην τύχουν καμίας τιμωρίας.
Ένας μηχανισμός που δεν δημιουργήθηκε μόνο γι’ αυτό, μα τον είδαμε να λειτουργεί από την Novartis και τον ξυλοδαρμό στην Νέα Σμύρνη, μέχρι τις επιθέσεις στην δημοσιογραφία, τις ΜΕΘ και τις παρακολουθήσεις ΕΥΠ και Predator. Είναι πιθανόν πολύ καλοί σ’ αυτό που κάνουν, αλλά όλη τους η ενέργεια ξοδεύεται εναντίον μας. Εμάς πολεμούν. Είναι απέναντί μας.
Δεν είναι άξιοι να μας κυβερνούν. Δεν είναι άξιοι να ορίζουν την διαδρομή μας. Είναι επικίνδυνοι.
Ας πάρουμε τον έλεγχο της ζωής μας, ας αλλάξουμε άμεσα ράγες, ας επανακαθορίσουμε την πολιτική ηθική μας, τον πολιτικό πολιτισμό μας, την πολιτική αξιοπρέπειά μας – ας διορθώσουμε την διαδρομή μας όσο πιο νωρίς μπορούμε, και όσο πιο καθαρά γίνεται.
Είμαστε όλοι σε λάθος γραμμή. Είναι επείγον. Ας αλλάξουμε ράγες.