Οι εργαζόμενοι της ΕΤ3 βγάζουν μία ανακοίνωση. Λέει (θα την διαβάσετε όλη εδώ) πως είναι πασιφανές ότι σημαντικά στοιχεία της δημοσιότητας σχετικά με το δάσος στις Σκουριές αποκρύφτηκαν ηθελημένα από την κρατική συχνότητα της ΕΤ3, σε τρία, τουλάχιστον, δελτία ειδήσεων.
Δημοσιογράφος της ΕΤ3 καταγγέλλεται (διάβασε εδώ) ότι απομακρύνθηκε, επειδή μίλησε για ισχυρή αστυνομική παρουσία στην Θεσσαλονίκη. Τίποτα άλλο, κανένα άλλο σχόλιο, απλώς «ισχυρή αστυνομική παρουσία».
Ο Κώστας Βαξεβάνης δημοσιοποιεί την περιβόητη λίστα Λαγκάρντ, που κανείς δεν ξέρει ούτε που βρίσκεται, ούτε ποιος την έχει. Αμέσως μετά, εισαγγελέας, αυτεπάγγελτα, ζητά την αυτόφωρη δίωξή του για δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων. Δικαίως, ή αδίκως. (Η θέση μου είναι ότι ιστορικά κακώς δημοσιοποιήθηκαν – αλλά α) δεν ξέρω πόσο ευαίσθητα δεδομένα είναι β) το απίστευτο κυβερνητικό μπάχαλο που έκανε μία απλή διαδικασία που στις υπόλοιπες χώρες τακτοποιήθηκε ενδοκυβερνητικά (ΣΔΟΕ, κλπ) σε πανηγύρι που έγειρε βάσιμες υποψίες). Φυσικά, στον ίδιο εισαγγελέα διέφυγε το αυτεπάγγελτο ενδιαφέρον στην αντίστοιχη δημοσίευση των Νέων (που είχε και ποσά, προφανώς πιο στοχοποιημένα θύματα, και ανακρίβειες)
Τέλος(;), η εκπομπή «Πρωινή Ενημέρωση» της κρατικής ΝΕΤ παύει να μεταδίδεται, καθώς οι Αρβανίτης – Κατσίμη έκαναν σχόλια για την ιατροδικαστική έκθεση που φέρνει σε δύσκολη θέση τον υπουργό δημοσίας τάξης, Δένδια. (είχα ασχοληθεί και εγώ, διάβασε εδώ).
Κάντα μία σούμα στο μυαλό σου. Δεν είναι προφανώς όλα, πολλά άλλα θα έχουν συμβεί στο παρασκήνιο, ούτε είναι όλες οι υποθέσεις ίδιες, αν και έχουν κοινές παραμέτρους, αλλά κάντα μία σούμα να μου πεις τι σκέφτεσαι.
Να σου πω και γω.
~
Έχω διαμαρτυρηθεί για την δημοσιογραφία στην Ελλάδα και στο παρελθόν. Κανένα από τα τέσσερα περιστατικά δεν είναι καν δημοσιογραφικά, κατ’ εμέ: Οι σχολιαστές των ειδήσεων έκαναν καλά, ή άσχημα την δουλειά τους, οι παρουσιαστές της πρωινής εκπομπής έκαναν απλώς ένα σχόλιο, ο Κώστας Βαξεβάνης, κατά την ταπεινή μου άποψη, μετέφερε μία λίστα με κάποιες περικοπές, όπως πάντως του την έδωσαν, με ελάχιστο (αν έγινε) ρεπορτάζ.
Άρα, δεν υπερασπίζομαι σώνει και ντε *αυτούς* τους δημοσιογράφους.
Αλλά όλα ξεκινάνε από κάπου, σωστά; Η αντίδρασή μας για τις Σκουριές θα ξεκινήσει όταν μάθουμε τι σκατά γίνεται εκεί κάτω, έτσι δεν είναι; Η αντίδρασή μας για την παρέλαση της Θεσσαλονίκης θα ξεκινήσει όταν μάθουμε τι σκατά γίνεται στην Θεσσαλονίκη, σωστά; Η αντίδρασή μας για τις πρακτικές της αστυνομίας, και την κυβερνητική αδιαφορία θα ξεκινήσει όταν μάθουμε τι σκατά γίνεται μέσα στα κρατητήρια των κελιών, δεν είναι έτσι; Και η αντίδρασή μας για τις λίστες που βρομίζουν την ζωή μας, θα ξεκινήσει όταν κάποιος πάρει, επιτέλους, έστω αυτό το υλικό, και αρχίσει να ψάχνει ουσιαστικά, ναι;
Ναι;
Οι εντολείς της απόλυσης ή σύλληψης όλων αυτών, δεν στοχεύουν τους ίδιους. Δεν τους νοιάζει η δημοσιογράφος της ΕΤ3, ή αν έκαναν καλά την παρουσίαση του αστυνομικού δελτίου τύπου οι παρουσιαστές των δελτίων ειδήσεων, ή αν ο Βαξεβάνης δημοσίευσε μία λίστα που, στο κάτω κάτω ηρεμεί κατά πολύ το επίμονο σφυροκόπημα της αντιπολίτευσης για τα «τι», και «που» και κυρίως «σε ποιόν» της, ούτε νοιάζεται ιδιαιτέρως για τον Αρβανίτη και τα σχόλιά του.
Αλλού στοχεύουν.
Ο στόχος είναι η μηδενική αντίδραση. Εμείς να μην μάθουμε. Εμείς να μην ξέρουμε. Οι άλλοι δημοσιογράφοι να φοβηθούν. Για κάθε έναν δημοσιογράφο που απολύουν, δέκα άλλοι πιάνουν το νόημα και λουφάζουν. Για κάθε έναν που συλλαμβάνουν, ένας άλλος φοβάται να δημοσιεύσει.
Ξαναλέω, δεν λειτουργώ συμψηφιστικά. Ήταν λάθος η δημοσίευση, αλλά δεν το χρεώνεται ο Βαξεβάνης – ή, αν πρέπει να το χρεωθεί, και άλλοι πρέπει να το χρεωθούν πριν από αυτόν μαζί του. Δεν είδα τα ρεπορτάζ της ΕΤ3, ούτε για τις Σκουριές, ούτε για την Θεσσαλονίκη (αν και, πραγματικά, αντιλαμβανόμαστε πόσο αμερόληπτη είναι η κρατική τηλεόραση) και την «ισχυρή αστυνομική δύναμη». Και όσο για το σχόλιο για τον Δένδια… εκεί σηκώνω τα χέρια ψηλά.
(Δεν συμβαίνουν τώρα, αυτά βέβαια. Η ΝΕΤ, το βράδυ της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου μετέδωσε πως «έγινε ανταλλαγή αντικειμένων και μολότοφ μεταξύ αναρχικών και αστυνομικών» – κάτι που, ούτε ένας περίοικος δεν αποδέχθηκε ποτέ, πλην της αστυνομίας που επέμενε σ’ αυτό για αρκετές ώρες.)
Κάποτε έγραφα, αν είσαι δημοσιογράφος και βλέπεις ότι ο διπλανός σου λέει ψέματα, κάνε το σωστό – κατάγγειλέ το. Οι δημοσιογράφοι δεν θα έπρεπε να έχουν ούτε έναν φίλο – όλοι, παντού, ακόμα και διπλανοί, πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή κρίση για την αλήθεια τους. Όποιοι και να είναι.
Το πογκρόμ απολύσεων, διώξεων, εκφοβισμού όμως στην δημοσιογραφική οικογένεια θα έπρεπε να την ενώσει.
Και, αν νομίζεις πως απευθύνομαι σε αριστερούς, κάνεις μεγάλο λάθος.
Ας ξεχάσουμε, προς στιγμήν αν υπάρχει ή όχι κοινός εχθρός για να αντιταχθούμε, τηλεθεατές, αναγνώστες και δημοσιογράφοι – όπως πχ μνημόνιο, αριστερά, φασισμός, ή «σοβιετικό μοντέλο». Ας δεχθούμε πως, οτιδήποτε και αν υπερασπίζεται κανείς, αριστερός ή δεξιός, σοσιαλιστής ή φιλελεύθερος, κυβερνητικός ή αντιπολιτευτικός, μνημονιακός ή αντιμνημονιακός, οπαδός της παγκοσμιοποίησης ή οπαδός του αυστηρού έθνους, όποιος και να είναι ο προσανατολισμός μας, πιστεύουμε ότι έχουμε δίκιο.
Αυτό το δίκιο λέγεται Αλήθεια.
Αυτή η αλήθεια δέχεται σήμερα ξεκάθαρα, ξεδιάντροπα, κυβερνητικά χτυπήματα.
Άρα δεν υπερασπίζομαι αποκλειστικά τους «αριστερούς» πολίτες που θίγονται.
Αν χαίρεσαι σήμερα γιατί είσαι από την ..»καλή» πλευρά, πρόσεξε, γιατί η δική σου αλήθεια θα δεχθεί χτυπήματα αύριο αν οι εξουσίες αλλάξουν πλευρές – αν δεν βοηθήσεις, όπου και αν ανήκεις, να παλεύουν κάποιοι για την αλήθεια, όποια και αν είναι αυτή.
Ας την ακούσουμε βρε παιδί μου δημοσιογραφικά την αλήθεια, και βλέπουμε μετά τι κάνουμε μ’ αυτήν.
Η Λιάνα Κανέλλη δέχεται ένα πείραγμα/σάτιρα/αστείο στην εκπομπή της Πόπης Τσαπανίδου από την χιουμοριστική εκπομπή «Συντέλεια» του ίδιου καναλιού.
Κατ’ αρχάς, η αντίδρασή της:
Ανεξαρτήτως αν εγώ νομίζω ότι είναι ότι πιο αντιφασιστικό [προσθήκη: «τηλεοπτικά»] έχει γίνει τα τελευταία χρόνια, από την άνοδο της Χρυσής Αυγής και μετά, περισσότερο από τα βίντεο που δείχνουν ξυλοδαρμούς, περισσότερο από ναζιστικούς χαιρετισμούς, περισσότερο από τα χτυπήματα, ζωντανά, στην Κανέλλη (που, προφανώς, το πιστεύω), μπορώ να δεχθώ κάθε αντίληψη για το γεγονός.
Σχεδόν.
Γιατί δυσκολεύομαι να δεχθώ αντιλήψεις όπως «ήταν αντιαισθητική η εικόνα» ή «ήταν υπερβολική η αντίδραση». Όχι γιατί διαφωνώ, είναι πραγματικά αδιάφορο αν διαφωνώ, η αισθητική του καθενός, ή η υπερβολή του καθενός δεν μπαίνουν σε ζύγι, και αν δεν μ΄ αρέσει εμένα τα πετάμε.
Γιατί, πέρα από τα κλάματα, ή τις υπερβολές μίας Κανέλλης, ή τέλος πάντων τα δάκρυα, και τις μύτες που τρέχουν, ή οτιδήποτε μπορεί να σου αποσπά την προσοχή – αυτό που λέγεται, είναι, νομίζω, σπουδαίο. Αν βγάλεις τα δάκρυα, οι λέξεις που ακούγονται, είναι σημαντικές. Αν απομονώσεις την ένταση μίας γυναίκας που είναι (ή δεν είναι, για κάποιους) σοκαρισμένη, μίας γυναίκας που δέχθηκε σωματική βία (έστω και πριν τέσσερις μήνες, για κάποιους), το νόημα αυτών που λέγονται είναι πολύ σημαντικό.
Μπήκα λοιπόν σε έναν κόπο.
Έβγαλα τα δάκρυα.
Αφού τα δάκρυα ενοχλούν, και αποσπούν την προσοχή, ας δοκιμάσουμε να διαβάσουμε, χωρίς συγκινήσεις και την ένταση της στιγμής, ας αποροφήσουμε τις λέξεις στεγνές, ας κάνουμε το κλάμα βουβό, μήπως, μήπως καταφέρουμε να μείνουμε στην ουσία.
Αυτά ελέχθησαν:
Πόπη Τσαπανίδου: Είμαστε στο στούντιο με την Λιάνα Κανέλλη, από την οποία θα ζητήσω και από κοντά πια, συγνώμη που ήρθε σε τόσο δύσκολη θέση – και επειδή δε βλέπω ότι είσαι αναστατωμένη ειλικρινά σου μιλάω, μέσα από την ψυχή μου συγνώμη-
Λιάνα Κανέλλη: ..αποφάσισα να βγω στον αέρα, και σας ευχαριστώ πάρα πολύ που μου δίνετε αυτά τα τρία λεπτά, παρότι η ψυχική μου κατάσταση είναι εξαιρετικά βεβαρημένη αυτήν την στιγμή, για να εξηγήσω εγώ, διότι έγινα θύμα μέσα σε λιγότερο από τριάντα δευτερόλεπτα μίας σπέκουλας από συναδέλφους, από μπλόγκς, από χίλια δυο, τα οποία παίρνουν και ρωτάνε τι συνέβη. Και επειδή σε τέτοια ζητήματα, που παίρνουν αυτήν την μορφή, δεν έχω καμία διάθεση να βγάλω ανακοινώσεις, όπως είθισται να κάνουν άλλοι βουλευτές ή άλλα κόμματα – το δικό μου δεν κάνει τέτοια πράγματα- επί προσωπικού, θέλω να εξηγήσω *εγώ*, σ’ αυτόν τον αέρα τι ακριβώς συνέβη – να εξηγήσω και γιατί είμαι έτσι, και γιατί είμαι υποχρεωμένη να απαντήσω σε ερωτήσεις που δεν μου τέθηκαν.
ΠΤ: Έχεις όσο χρόνο θέλεις.
ΛΚ: Βγαίνοντας στο διάλειμμα το διαφημιστικό από την εκπομπή σου, σε έναν πολύ μικρό και στενό χώρο που είναι έξω, γιατί το διάλειμμα θα ήταν περίπου έξι ως επτά λεπτά, μαζί με τον συνάδελφο που καθόνταν εδώ, σε έναν πάρα πολύ στενό χώρο, ανοίγοντας την πόρτα που σπρώχνεται έτσι (δείχνει) βρέθηκα, μπροστά σε.. [παύση] …και ας καταλάβει ο κόσμος τι εννοώ: ένα ζευγάρι μαύρα γάντια του μποξ, σε απόσταση πέντε πόντων από το πρόσωπό μου, από έναν, ε, σωματώδη κύριο που κάνει τα αστεία στην Συντέλεια, ο οποίος έχει περασμένη και ριγμένη την Ελληνική σημαία στους ώμους του, και έναν νεαρό, να τραβάει από την κάμερα, την έκπληξη ενός ανθρώπου. Το μόνο πράγμα που ζητάω είναι «σας παρακαλώ πάρα πολύ, δεν θέλω κάτι τέτοιο» -γιατί έπαθα σοκ- και λέω σας παρακαλώ πάρα πολύ, να μου πει κάποιος, όταν έχει υποστεί κτηνωδία δημόσια, εάν μπορεί να αντιμετωπίσει, ένα ζευγάρι γάντια βγαίνοντας από την εκπομπή, για τρία δεύτερα, σε ένα σαλόνι. Βρέθηκα με δύο γάντια, μπουνιάς, εδώ [δείχνει τα μάτια της] της πυγμαχίας. Αυτό υποτίθεται ότι θα ήταν ένα αυθόρμητο αστείο για την εκπομπή Συντέλεια. Σε ‘μένα συνετέλεσε στην ηθική, και ψυχολογική καταρράκωση να θεωρείται αστεία η διαπόμπευση και η βία. Εαν αυτό είναι αστείο -γι’ αυτό βγαίνω στον αέρα- δεν είναι αστείο! Μπορώ να φυλαχθώ από οποιονδήποτε χρυσαυγίτη, μπορώ να το αντιμετωπίσω πολιτικά, το αστείο αυτού του επιπέδου, αυτή την βία, και τον φασισμό του δήθεν αυθόρμητου, του δήθεν χιουμοριστικού, του δήθεν αστείου, χωρίς να ρωτήσουμε τον άλλον, σε τι κατάσταση βρίσκεται, αν μπορεί μετά από ένα τέτοιο αστείο σε ένα διάλειμμα να γυρίσει να συνεχίσει την πολιτική συζήτηση, και με σάτυρα, πάνω σε μία βίαιη πράξη, που ηθικά όφειλε να είναι είναι καταδικαστέα *από όλους*, ακόμα και από τους ανθρώπους που, θέλουν να ψηφίσουνε Χρυσή Αυγή – δεν είναι αστείο. Κατέρρευσα από την αντίληψη ότι συνάδελφοί μου, νέα παιδιά, πολλά από αυτά τα έχω διδάξει, μπορεί να θεώρησαν αστείο *κάτι τέτοιο*. Βγαίνω και το λέω *εγώ*, εγώ είμαι υπόλογη απέναντι στο κοινό όπως είναι οι δημοσιογράφοι. Είμαι υπόλογη απέναντι στους ψηφοφόρους και στον λαό και στους πολίτες, είμαι δημόσιο πρόσωπο που δεν έχει δύο χαρακτήρες -έναν πίσω από τις κάμερες, και έναν μπροστά από τις κάμερες. Η στοιχειώδης ευπρέπεια, επαγγελματισμός και γενναιότης μου, με υποχρεώνουν να απαντάω εγώ, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, χωρίς μεηκ-απ, χωρίς ωραιοποίηση, και χωρίς την αντίληψη, ότι επειδή είμαι στα μίντια, είμαι θεός. Δεν είμαι θεός! και δεν επιτρέπω σε κανένανε, μα σε κανένανε να αστειευτεί για την βία. Δεν επιτρέπω σε κανένανε να του κάνουνε πλάκα επειδή του βαρέσανε την μάνα, ή επειδή του βιάσανε την μάνα. Για οποιονδήποτε λόγο, ο εξωραϊσμός αυτών των πράξεων, είναι η αιτία της παγκόσμιας ανόδου του φασισμού…
ΠΤ: Θα συμφωνήσω Λιάνα απόλυτα μαζί σου…
ΛΚ: …ευχαριστώ πάρα πολύ…
ΠΤ: …απόλυτα μαζί σου…
ΛΚ: …για την δημοκρατία να μου δώσετε αυτόν τον μικρό χώρο να το πω,
ΠΤ: …αυτο είναι το ελάχιστο…
ΛΚ: ..να μην παίξουνε, δημοσιογραφικά, να σου πω, να μην παίξουνε τα μπλογκς, να μην παίξουνε τις γνώμες τους, να μην φαντάζονται τι έγινε. Είκοσι δεύτερα έχουνε, αν θελήσουνε ας το δώσουνε, είμαι ένας άνθρωπος που *αρνήθηκε να κάνει σάτιρα την βία σε βάρος του*!
ΠΤ: Λιάνα, καλά κάνεις και τονίζεις…
ΛΚ: Και επιμένω και τώρα να σας λέω *δεν είναι προσωπικό* – αν αρχίσετε να αστειεύεστε για το δράμα δίπλα σας θα εξοικειωθείτε με το τέρας. Μην μ’ ακούσετε εμένα, εγώ μπορεί να είμαι ένα τίποτα, ακούστε έναν Μάνο Χατζηδάκη (σ: αναφέρεται σ’ αυτό) ακούστε ανθρώπους πολύ σοβαρότερους, πολύ μεγαλύτερους από ‘μένανε – που πρόσφεραν πράγματα σ’ αυτόν τον τόπο, μην-εξοικειώνεστε-με το τέρας γελώντας με τα καμώματά του, είναι ο καλύτερος τρόπος να του μοιάσετε. Δεν έχω τίποτα άλλο να πω, δεν…
ΠΤ: …
ΛΚ: …δεν είναι μανιφέστο, δεν είναι πολιτική θέση – δεν είναι κρίση υστερίας…
ΠΤ: …θέλω σε παρακαλώ…
ΛΚ: …και δεν είναι παρά, συγκίνηση, εσωτερική, για να κρατηθώ όρθια και με αξιοπρέπεια, τίποτε παραπάνω – και για να μην κρύψω από το κοινό, γιατί έφυγα από την εκπομπή..
ΠΤ: …θέλω τρία δευτερόλεπτα…
ΛΚ: …και δεν κατάφερα να μην αισθάνομαι *βαθύτατα* πληγωμένη, βαθύτατα προσβεβλημένη, και κυρίως βαθύτατα απορριμένη. Όταν ο φασισμός γίνει ανέκδοτο αγάπη μου, γίνεται μετά και εκπομπή, και μετά γίνεται και άποψη πολιτική και κυρίαρχη
ΠΤ: Θέλω τρία δευτερόλεπτα μόνο από την δικιά μου την πλευρά – κατ’ αρχάς να, ε, να σου ζητήσω συγνώμη ξανά…
ΛΚ: … μα δεν ήξερες τίποτα….
ΠΤ: …κατά την διάρκεια της δικιάς μου εκπομπής έγινε αυτό…
ΛΚ: …εγώ συγνώμη που μπορεί να έφυγα από την εκπομπή…
ΠΤ: …όχι, καθόλου
ΛΚ: …χωρίς να πρέπει.
ΠΤ: Δεύτερον, θέλω να σου πω ότι είμαι *εκατό τοις εκατό* σίγουρη ότι δεν υπήρχε καμία τέτοια πρόθεση, ούτε στην άκρη του μυαλού κάποιου, αυτή η σκέψη, η ανέχεια ή, ή, ότι περιγράφεις ως επικίνδυνο – και συμφωνώ μαζί σου ότι είναι ο μεγάλος κίνδυνος…
ΛΚ: ..επιτρεψέ μου, η ανοχή, όχι η ανέχεια….
ΠΤ: …μπορώ να σου πω…
ΛΚ: ..η ανοχή, όχι η ανέχεια….
ΠΤ: …έχεις απόλυτο δίκιο. Μπορώ να σου πω όμως κάτι; Α.. ήταν άντρες, θα τους συγχωρέσεις το γεγονός ότι ήταν άντρες – με ποια έννοια στο λέω, το χαστούκι σε γυναίκα…
ΛΚ: Όχι, δεν θα το πάρω σεξιστικά…
ΠΤ: …το χαστούκι σε γυναίκα….
ΛΚ: …δεν θα το πάρω σεξιστικά…
ΠΤ: …Περίμενε!
ΛΚ: ..σου ζητώ συγνώμη-
ΠΤ: δεν το κάνω σεξιστικό!
ΛΚ: …για μία γυναίκα που δέρνει μία γυναίκα…
ΠΤ: …άσε με να ολοκληρώσω…
ΛΚ: …έγινε αστείο
ΠΤ: …άσε με λίγο να ολοκληρώσω…
ΛΚ: …δεν θέλω να ακούσω τίποτε άλλο…
ΠΤ: …το χαστούκι σε μία γυναίκα είναι βία, είναι κακοποίηση, είναι κακοποίηση και οι γυναίκες έχουμε ίσως μία μεγαλύτερη ευαισθησία….
ΛΚ: ….συγνώμη που θα στο πω….
ΠΤ: ….να βάλουμε όρια στην σάτιρα…
ΛΚ: Κάνεις ένα λάθος,
ΠΤ: ….να βάλουμε όρια στην σάτιρα.
ΛΚ: …αν εγώ χαστούκιζα τον Κασιδιάρη, διαρκούσης μίας προεκλογικής πολιτικής εκπομπής, θα ήμουνα, το ίδιο κτήνος, το ίδιο χυδαία, άλλου φύλου, τίποτε πέραν αυτού…
ΠΤ: …προσπαθώ να σου πω ότι δεν είχανε καμία πρόθεση…
ΛΚ: ..να με συγχωρεί η χάρη σου…
ΠΤ: …στο ελάχιστο. Και αισθάνονται τα παιδιά ακόμη χειρότερα από ότι εσύ τώρα, στο λέω…
ΛΚ: …κορίτσι μου, δεν υπάρχει κλοπή καλή, των πέντε δραχμών, και κλοπή κακή, των πέντε εκατομμυρίων, χάσαμε-κλίμακα-αξιών. Μην της βάζετε…
ΠΤ: …Λυπάμαι ειλικρινά, λυπάμαι ειλικρινά που σε φέραμε σε δύσκολη θέση….
ΛΚ: …μην της βάζετε φύλο, η, η κλοπή, είναι κλοπή όταν γίνεται, είτε είναι μία δραχμή, είτε είναι εκατό εκατομμύρια. Τα κίνητρα της κλοπής δεν καθαγιάζουν την πράξη. Ο πεινασμένος που θα κλέψει ένα-καρβέλι-ψωμί, στον Γιάννη Αγιάννη, είναι μυθιστόρημα, που εξηγεί την εποχή των αθλίων, ποιοι έκλεβαν το ψωμί, μην μπερδεύουμε τα πράγματα, σας παρακαλώ πάρα πολύ, δεν είναι ζήτημα ενός άνδρα και μίας γυναίκας,
ΠΤ: …δεν είναι, δεν το βάζω έτσι βρε αγάπη μου….
ΛΚ: …πολιτισμένων ανθρώπων….
ΠΤ: μην το τοποθετείς, μην το τοποθετείς σε λάθος βάση τώρα εσύ…
ΛΚ: …άνθρωποι…
ΠΤ: …μην το τοποθετείς σε λάθος βάση εσύ….
ΛΚ: …Εγώ απαντώ, αυτό που μου είπες δεν θέλω να κάνω συζήτηση,…
ΠΤ: …κατ’ αρχάς…
ΛΚ: …δεν θέλω να κάνω συνέντευξη επί του εαυτού μου αυτήν την στιγμή,
ΠΤ:… όχι, όχι καθόλου…
ΛΚ: …και επι του γεγονότος….
ΠΤ: …μπορώ αν σου πω όμως κάτι; δεν ξέρανε καν….
ΛΚ: Ζήτησα πέντε λεπτά για να βγω
ΠΤ: …δεν ξέρανε καν οτι είσαι εδώ! Δεν ξέρανε, δεν υπάρχει προγραμματισμός, δεν υπάρχει, άνοιξαν την τηλεόραση, είδαν ότι είσαι εδώ και σκέφτηκαν αυτό! Λάθος τους, κακή προσέγγιση, λάθος τους, επιπόλαιος χειρισμός, λάθος τους, είναι, εεεε, τις στιγμής απόφαση, χωρίς…
ΛΚ: …Ελπίζω και εύχομαι
ΠΤ: …χωρίς πρόθεση…
ΛΚ: …Ελπίζω και εύχομαι. Να μην τους απολύσετε…
ΠΤ: …χωρίς καμία πρόθεση…
ΛΚ: …και έχω πλήρη συναίσθηση ότι τους έκανα και περισσότερο διάσημους από ότι είναι. Σας ευχαριστώ
ΠΤ: Ελα μωρε Λιάνα, αυτό είναι τώρα…
ΛΚ: Σας ευχαριστώ.
ΠΤ: Λυπάμαι πολύ που, σε φέραμε…
ΛΚ: Σας ευχαριστώ πολύ.
ΠΤ: …σε δύσκολη θέση, πραγματικά λυπάμαι πολύ..
ΛΚ: Ευχαριστώ πάρα πολύ.
ΠΤ: Δεν θα θελα καθόλου να είμαι στην θέση σου, ειλικρινά.
Αυτές είναι οι λέξεις, πίσω από τα αισθήματα. Χωρίς δικές μου παρεμβάσεις, για το τι είναι σημαντικό, και τι όχι.
~
Αν δεν μπόρεσαν λοιπόν να φτάσουν στο μυαλό σου, επειδή πέρασαν από την καρδιά σου πρώτα, σου προσφέρω και την άλλη εκδοχή. Την στεγνή από δάκρυα.
Να φτάσει κατ’ ευθείαν στο μυαλό σου, και να μου πεις που, που υπάρχει λάθος σ’ αυτό το σκεπτικό. Να κρίνουμε τα λόγια, όχι τα αισθήματα.
Και αν πρέπει, κυρίως, και εμάς, να μας διδάξει κάτι όλο αυτό.
~
Να δούμε αν το βουβό κλάμα, έχει κάποιο νόημα πίσω του.
Υ.Γ: Έκανα ότι μπορούσα να έχω πιστή απομαγνητοφώνηση, ελπίζω να μην μου ξέφυγε κάτι, δεν είμαι επαγγελματίας, δημοσιογραφία των πολιτών ασκώ 🙂
Ο Biafra και ο Φασιστόμουτρο τονίζουν στα σχόλια ότι δεν είναι η επίσημη απάντηση του Υπουργού στην Βουλή, αλλά απλώς Δελτίο Τύπου, το οποίο μπορεί και να διαφέρει από την επίσημη απάντηση που θα ακολουθήσει. Τους απαντώ, στα σχόλια αλλά χρήσιμο είναι να το λάβεις υπόψιν σου, διαβάζοντας το ποστ.
Έλα να δούμε κάτι μαζί, σε παρακαλώ. Θέλω λίγο την παρέα σου, να μου πεις τι δεν καταλαβαίνω σωστά.
~
Το βράδυ της Παρασκευής Κυριακής 30 Σεπτέμβρη, στην Αθήνα, μία ομάδα ατόμων, σε μηχανές, πραγματοποιεί αντιφασιστική, για άλλους πορεία, για άλλους περιπολία. Η μία πλευρά λέει πως βρίσκουν δύο έλληνες, κατοίκους περιοχής, και αναίτια τους χτυπάνε, η άλλη πλευρά λέει πως οι δύο ήταν ακροδεξιοί, που έσπαγαν κατάστημα μετανάστη και τους πέτυχαν στο έργο.
Όπως και να έχει, ξεκινάνε επεισόδια μεταξύ τους.
Έχουν προφανώς την σημασία τους όλα αυτά, αλλά περίμενε, γιατί δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Προσπέρασέ το, λοιπόν.
Μια ομάδα της ΔΙΑΣ, επεμβαίνει, και επιτίθεται στην μηχανοκίνητη. Οι περιγραφές είναι πολλές, αντικρουόμενες, αλλά το τελικό αποτέλεσμα είναι 15 συλληφθέντες.
Είναι αρκετά αποστειρωμένα όλα αυτά όπως στα λέω; Πάμε παραπέρα.
Οι συλληφθέντες καταγγέλλουν ότι στα κρατητήρια της ΓΑΔΑ, υπόκεινται σε, ξυλοδαρμούς, λεκτική βία, εξευτελισμό, ακόμα και βασανισμούς με taser (είναι εκείνα τα ηλεκτροφόρα καλώδια, που έχουν καμιά φορά οι αστυνομικοί των άλλων, κυρίως, χωρών. Καρφώνονται με αγκίστρια στο κορμί, και διαχέουν μέσα του ισχυρή δόση ηλεκτρισμού, για την ακινητοποίηση του θύματος. Είναι, σε περιπτώσεις, ακόμα και θανατηφόρα)
Οι συλληφθέντες, περνούν από εισαγγελέα. Κατά την παραμονή τους εκεί, γίνονται επεισόδια στα οποία συμμετέχουν συγγενείς, φίλοι τους, και αστυνομικές δυνάμεις. Οι πολίτες καταγγέλλουν σωρεία νομικών και αστυνομικών παραβάσεων, ενώ ούτε η ΕΛΑΣ, ούτε η εισαγγελία έχουν εκδώσει Δελτία Τύπου. Γίνονται και εκεί, κάποιες συλλήψεις.
Σε κούρασα. Το φαντάζομαι. Και γω κουράστηκα λίγο, στην προσπάθειά μου να μείνω όσο το δυνατόν αποστασιοποιημένος, γιατί, σου ξαναλέω, η ουσία δεν έχει έρθει ακόμα (φαντάσου).
Συνεχίζω.
Μέσα από όλες αυτές τις καταγγελίες, μία ομάδα βουλευτών του Σύριζα, κάνει στην βουλή την εξής ερώτηση:
Προς το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη
Θέμα: Κακοποίηση και βασανισμός των συλληφθέντων αντιφασιστών στη ΓΑΔΑ
Το βράδυ της 30ης Σεπτεμβρίου σε αντιφασιστική μοτοπορία έγιναν συλλήψεις 15 πολιτών οι οποίοι μεταφέρθηκαν με εμφανή τα σημάδια του ξυλοδαρμού στην ΓΑΔΑ. Σύμφωνα με καταγγελίες η σύλληψή τους έγινε υπό συνθήκες απίστευτης βίας και τρομοκρατίας, καθώς οι άνδρες της ομάδας Δέλτα διεμβόλισαν με τις μηχανές τους την πορεία, έριξαν κάτω τους αναβάτες και συνέχισαν να τους ξυλοκοπούν ακόμα και αφού τους είχαν περάσει χειροπέδες. Σύμφωνα με τους καταγγέλλοντες οι αστυνομικοί έκαναν χρήση και ηλεκτρονικού όπλου (taser).
Στην ΓΑΔΑ , σύμφωνα και με καταγγελίες των συνηγόρων τους, οι συλληφθέντες ξυλοκοπήθηκαν εκ νέου και μαζί με αισχρά σεξιστικά σχόλια υπέστησαν καταναγκασμούς που παραπέμπουν σε τόπο βασανιστηρίου και όχι στην Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής.
Το τελευταίο διάστημα έχουν συμβεί πολλά περιστατικά από τα «τάγματα εφόδου» της Χρυσής Αυγής στα οποία η αστυνομία δείχνει ανοχή ή σε ορισμένες περιπτώσεις και συνεργασία. Αντιθέτως δείχνει αξιοσημείωτη σπουδή στην προσαγωγή και σύλληψη αντιφασιστών συνοδευόμενη από την κακοποίησή τους.
Επειδή θεωρούμε ότι η αστυνομία δρα κατόπιν συγκεκριμένων εντολών και δεν μπορεί να είναι ανεξέλεγκτος μηχανισμός καταστολής και βίας, σας θέτουμε προ των ευθυνών σας, γιατί τέτοια φαινόμενα αποτελούν εκτροπή από τη νομιμότητα και τη δημοκρατική λειτουργία της αστυνομίας.
Ως εκ τούτου ερωτάται ο κ. Υπουργός
1. Θα διεξαχθεί έρευνα για την κακοποίηση που υπέστησαν οι συλληφθέντες μέσα στη ΓΑΔΑ;
2. Θα πάρει μέτρα ώστε να ελεγχθούν άμεσα όσοι προέβησαν στις παραπάνω ενέργειες;
3. Είναι σε γνώση ή υπό τον έλεγχο του υπουργού η απαράδεκτη για το δημοκρατικό μας πολίτευμα κατάσταση που καταγγέλλεται για την ΓΑΔΑ;
4. Γιατί την 1η Οκτωβρίου ,στα δικαστήρια της Ευελπίδων, η αστυνομία επιτέθηκε απρόκλητα και με εξαιρετική αγριότητα στους συγκεντρωμένους συγγενείς και φίλους των κακοποιημένων συλληφθέντων;
Λοιπόν: Έχουν γίνει αυτά που σου περιγράφω, και πέντε βουλευτές του Σύριζα (μόνο του Σύριζα, κανένα άλλο κόμμα δεν συμμετείχε), απορούν.
Βασικά, και εγώ απορώ. Έγιναν αυτά τα πράγματα; Πράγματι, βασανίζονται συλληφθέντες στην ΓΑΔΑ; Είναι δυνατόν; Τους ασκείται βία; Δεν εξετάζω αν είναι αθώοι, ή ένοχοι, σου θυμίζω. Σύμφωνα με κάθε αξιοπρεπή συνθήκη για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συλληφθείς, δεν βασανίζεται. Ούτε αν είναι ο Άκης, ούτε αν είναι ο Ψωμιάδης, ούτε αν είναι ο Δουρής, ούτε αν είναι δεκαεπτάχρονος πιτσιρικάς.
Όπότε, τα ερωτήματα είναι εύλογα: Υπάρχουν καταγγελίες, και μάλιστα επώνυμες και νομικά κατοχυρωμένες. Θα γίνει ΕΔΕ; Θα υπάρξουν κυρώσεις; Το ξέρει ο Υπουργός; Γιατί έγιναν τα δεύτερα επεισόδια την 1/10;
Εγώ καλύπτομαι απόλυτα από την ερώτηση των βουλευτών του Σύριζα. Ξέχνα ότι είναι του Σύριζα: Πες ότι την έκανα εγώ. Και αν απορείς και εσύ, πες ότι την έκανες και εσύ.
~
Σήμερα, εκδόθηκε το ακόλουθο Δελτίο Τύπου, από το γραφείο του κ. Δένδια:
Για τον ΣΥΡΙΖΑ προφανώς η έννοια «νομιμότητα» δεν υφίσταται, την οποία επιμελώς αποφεύγει σε κάθε ανακοίνωσή του, όπου μονότονα επαναλαμβάνει τα ίδια αβάσιμα επιχειρήματα. Αλλά αν μη τι άλλο αποτελεί μνημείο θρασύτητας να εξαπολύει κατηγορίες το συγκεκριμένο κόμμα για… ανοχή στις «μαφίες» που δρουν στον Άγιο Παντελεήμονα, αφού προηγουμένως αντιδρούσε και εξακολουθεί να αντιδρά στην επιχείρηση «Ξένιος Ζευς» στη συγκεκριμένη περιοχή, όπως ακριβώς αντιδρά η Χρυσή Αυγή, σε μία παράδοξη σύμπλευση.
Για τον ίδιο λόγο – και αφού πρόσφατα τάχθηκε επισήμως με ανακοίνωση της «Επιτροπής Δικαιωμάτων του κατά της αποκάλυψης των ονομάτων ταραχοποιών και κουκουλοφόρων – ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διστάζει να τάσσεται ανερυθρίαστα με όσους συμπλέκονται στους δρόμους, από το ένα άκρο του πολιτικού συστήματος εναντίον του άλλου. Να υπενθυμίσουμε στους ανιστόρητους ότι αυτό ακριβώς συνιστά τον κίνδυνο για επανάληψη των φαινομένων τύπου Βαϊμάρης, από τους εξτρεμιστές του πολιτικού συστήματος.
Αλλά τον συγκεκριμένο κίνδυνο για το δημοκρατικό μας πολίτευμα, το υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη είναι αποφασισμένο να τον αποτρέψει, με την στήριξη της πλειοψηφίας των πολιτών.
Ο ελληνικός λαός, με την ωριμότητα που επιδεικνύει, απαιτεί την επιβολή της νομιμότητας προς πάσα κατεύθυνση. Και αυτό θα πράξουμε, αδιαφορώντας για τους αμετανόητους νοσταλγούς ολοκληρωτικών καθεστώτων που αιματοκύλισαν την ανθρωπότητα ή για τους πολιτικούς μέντορες των πάσης φύσεως «μπαχαλάκηδων»
Αυτό. Τελείωσε. Καμία άλλη γραμμή, παράγραφος, δεύτερη σελίδα, τίποτα.
Αυτό είναι όλο. Αυτή είναι η απάντηση.
Κάνε μου την χάρη, σε βάζω σε κόπο, το ξέρω – ξαναδιάβασέ την. Διάβασε πρώτα την ερώτηση, που κάνουν (κοινοβουλευτικά, σου θυμίζω, απόλυτα θεσμικά) οι βουλευτές, και διάβασε πάλι την απάντηση.
Κατάλαβες; Ωραία. Γιατί ετοιμάζομαι να πάω στο ζουμί, και να σου πω τι κατάλαβα εγώ.
~
Ο αγαπητός Υπουργός Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη Νίκος Δένδιας, απάντησε.
Σου φαίνεται πως περί άλλων τυρβάζει, αλλά θεωρώ ότι απάντησε.
Ναι, έγιναν οι καταγγελθέντες βασανισμοί. Έγιναν. Όλοι τους, όπως περιγράφονται. Όλοι. Ναι, ο Υπουργός έχει λάβει γνώση. Γνωρίζει. Όχι, δεν προτίθεται να διεξαγάγει έρευνα. Δεν προτίθεται να τιμωρήσει κανέναν, οι αστυνομικοί δεν θα έχουν ούτε επίπληξη. Ναι, επιτέθηκε απρόκλητα και με εξαιρετική αγριότητα στους συγκεντρωμένους συγγενείς και φίλους των κακοποιημένων συλληφθέντων η αστυνομία, και όχι, δεν προτίθεται ούτε εκεί, ούτε έρευνα να διατάξει, ούτε να τιμωρήσει τους υπευθύνους. Αλλά ας τα αφήσουμε όλα αυτά. Εσείς δεν δικαιούστε να ρωτάτε.
Όχι; νομίζεις ότι δεν είπε αυτά; Δεν καταλαβαίνω γιατί πιστεύεις κάτι τέτοιο. Νομίζω ότι είναι σαφές:
– Θα διεξαχθεί έρευνα για την κακοποίηση που υπέστησαν οι συλληφθέντες μέσα στη ΓΑΔΑ;
– Δεν υφίσταται η έννοια νομιμότητα για τον Σύριζα, είναι μνημείο θρασύτητας να αντιδρά, ενώ παραδόξως συμπλέκει με την Χρυσή Αυγή κατά του Ξένιος Ζεύς.
– Θα πάρετε μέτρα ώστε να ελεγχθούν άμεσα όσοι προέβησαν στις παραπάνω ενέργειες;
– Ο Σύριζα δεν διστάζει να τάσσεται ανερυθρίαστα με όσους συμπλέκονται στους δρόμους.
-Είναι σε γνώση ή υπό τον έλεγχο του υπουργού η απαράδεκτη για το δημοκρατικό μας πολίτευμα κατάσταση που καταγγέλλεται για την ΓΑΔΑ;
– Είστε ανιστόρητοι, εξτρεμιστές, και υπεύθυνοι για φαινόμενα τύπου Βαϊμάρης.
– Γιατί την 1η Οκτωβρίου ,στα δικαστήρια της Ευελπίδων, η αστυνομία επιτέθηκε απρόκλητα και με εξαιρετική αγριότητα στους συγκεντρωμένους συγγενείς και φίλους των κακοποιημένων συλληφθέντων;
– Είστε πολιτικοί μέντορες των πάσης φύσεως «μπαχαλάκηδων»
Κατ’ αρχάς μοιάζει ωσαν ο Υπουργός να κινείται απλώς πολιτικά απέναντι σε ένα πολιτικό χώρο που, να το θέσω κόσμια, δεν συμπαθεί. Θα αδιαφορούσα παντελώς, ή ακόμα-ακόμα θα δεχόμουν να μελετήσω την ορθότητα κάποιων εκ των παρατηρήσεών του, αν δεν υπήρχε μία ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια:
Δεν ζητήθηκε η γνώμη του για τον Σύριζα.
Είναι αρκετά προβεβλημένος πολιτικός, και είχε στο παρελθόν, θα έχει και στο μέλλον, δυστυχώς ή ευτυχώς, όπως το δει κανείς, άφθονες ευκαιρίες να μας πει για ποιους λόγους δεν θα δεχόταν ποτέ να γίνει μέλος του πολιτικού αυτού χώρου. Σεβαστοί, αυτοί οι λόγοι, αν και κατά βάση, αδιάφοροι.
Αλλά δεν ρωτήθηκε γι’ αυτό ο κ. Δένδιας.
Δεν ρωτήθηκε ΚΑΝ ο κύριος Δένδιας.
Η ερώτηση ήταν ξεκάθαρα προς τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη. Ξεκάθαρα.
Αφορά μέρος των αρμοδιοτήτων του, η ερώτηση έρχεται (ξανατονίζω: θεσμικά) από κόμμα στην βουλή, και οφείλει να απαντήσει ξεκάθαρα, με ένα, δύο, τρία, τέσσερα.
– Ναι, θα διεξαχθεί έρευνα. Φυσικά, θα παρθούν μέτρα. Όχι, εξ’ου και η έρευνα που έχω ζητήσει. Έχει, επίσης, διεξαχθεί έρευνα.
Μου πήρε 5» να την γράψω – εγώ, που ούτε βουλευτής είμαι, ούτε υπουργός, ούτε λόγους γράφω, ούτε υπεύθυνος είμαι απέναντί σε κανέναν. Απλό, κατανοητό, σαφές. Δεν είναι ανάγκη καν να είναι ειλικρινές.
Αλλά ο κύριος Δένδιας, ο Υπουργός, δεν έχει διάθεση να το παίξει ειλικρινής.
Για να δούμε σε ποιους δεν απαντάει.
Κατ’ αρχάς, σε βουλευτές, εκπροσώπους του ελληνικού λαού. Επίσης, δεν απαντά στους συνηγόρους των κατηγορουμένων. Δεν απαντά στα θύματα, ή, έστω, στα «θύματα». Τελος, δεν απαντά σε μένα. Και σε σένα.
Ψάχνω για ένα ευγενικό κλείσιμο. Στο μυαλό μου έρχονται διαρκώς οι λέξεις «αν δεν απαντηθεί θεσμικά, θα απαντηθεί στους δρόμους το ερώτημα, πάντως θα απαντηθεί – και υποπτεύομαι ότι αυτό, ακριβώς, επιθυμεί -ενδόμυχα ή μη- ο Υπουργός«, αλλά δεν θέλω να είμαι δυσοίωνος. Οι εναλλακτικές μου είναι πως ο Υπουργός είναι απόλυτα ικανοποιημένος με την έκβαση, πως, απλώς, δεν είδε τι του έγραψαν και το υπέγραψε, πως αδιαφορεί για τις πράξεις του, και/ή πως δεν αντιλαμβάνεται την βαρύτητά τους.
Σε κάθε περίπτωση δεν ξέρω τι είναι καλύτερο.
Σε κάθε περίπτωση, επίσης, ο Υπουργός ξέρει ότι γίνονται βασανιστήρια στην ΓΑΔΑ, δεν ενοχλείται απ’ αυτό, και δεν προτίθεται να δώσει λογαριασμό σε κανέναν.
~
Σου χρωστάω και κάτι ακόμα. Σου είπα πως δεν θα ασχοληθώ με το αν είναι αθώοι, ή ένοχοι των κατηγοριών. Φυσικά, εσύ είσαι σίγουρος πως είναι ένοχοι – γιατί, τους συνέλαβε το κράτος, ή γιατί ήταν εκεί. Δεν θα είναι ο αδελφός σου, ο φίλος σου, ο πατέρας σου – ή εσύ, γιατί αυτοί δεν κάνουν τέτοια πράγματα. Δεν έχεις να ανησυχείς ότι δικός σου άνθρωπος θα ανέβει τους ορόφους της ΓΑΔΑ για να κλειστεί σε ένα κελί παρέα με ανισόρροπους, ατιμώρητους ανθρώπους που κρατάνε στα χέρια τους, ξέρω γω, taser και έχουν την κυβερνητική άδεια να το χρησιμοποιήσουν.
Εσύ, είσαι αθώος. Οι αθώοι δεν έχουν να φοβούνται τίποτα.
Κοίτα, δεν γνωριζόμαστε. Θα ήθελα, θα ήθελες, αλλά δεν γνωριζόμαστε.
Δεν ξέρω πως σκέφτεσαι, δεν ξέρω γιατί σκέφτεσαι αυτά που σκέφτεσαι, δεν ξέρω αν φοβάσαι, αν λυπάσαι, αν ονειρεύεσαι ένα καλύτερο αύριο, ή απεύχεσαι ένα χειρότερο.
Δεν ξέρω πως είναι το αύριο που ονειρεύεσαι. Ούτε καν, το σήμερα που ζεις.
Μπορείς να ξεφύγεις από μένα. Να με δουλέψεις, με λόγια εύκολα, με ευχολόγια και διαστρεβλωμένες πραγματικότητες, να με πείσεις, ότι είσαι καλός άνθρωπος, αν το θες, τίμιος, εργατικός – ή, έστω, ειλικρινής.
Μπορείς, δεν υπάρχει αμφιβολία. Όπως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι δεν έχει καμία σημασία αν τα καταφέρεις.
Λυπάμαι που στο λέω, αλλά δεν έχει σημασία – όχι για μένα.
Επί τρία χρόνια. Βίαζε. Ο παππούς. Το εξάχρονο παιδάκι.
Φρόντισε να μη σε πονέσει καμία από αυτές τις λέξεις. Καμία. Γιατί έκανες μία επιλογή. Αυτό προσπαθώ να σου πω. Εμένα μπορείς να με ξεγελάσεις ότι νοιάζεσαι, και θύμωσες, αλλά δεν μπορείς να ξεγελάσεις τον εαυτό σου.
Λυπάμαι. Δεν μπορείς.
Αν πιστεύεις ότι οι άνθρωποι έχουν διαφορετική αξία αν έχουν γεννηθεί Έλληνες, με το αν έχουν γεννηθεί στην αλλοδαπή, αν πιστεύεις ότι αυτό τους ξεχωρίζει σε κάτι, όσο και αν με κοροϊδεύεις ότι κλαις γι’ αυτό το πλάσμα, το εξάχρονο κοριτσάκι – δεν ισχύει.
Δεν γίνεται.
Δεν μπορείς να πιστεύεις ότι, αν γεννηθώ στην Ελλάδα, αξίζω περισσότερα από έναν άνθρωπο, σαν και μένα, που γεννήθηκε στην Αλβανία, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στο Πακιστάν, στην Μαλαισία, στην Τουρκία, στην Κίνα ή στο Μπαγκλαντές, χωρίς να νιώσεις οίκτο για τον άνθρωπο ανεξαρτήτως καταγωγής. Αν πιστεύεις ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ μας, αν πιστεύεις έστω ότι είμαι διαφορετικός, ότι είμαι ανώτερος – αν πιστεύεις ότι ΕΣΥ είσαι ανώτερος, τότε ο παρθενικός υμένας αυτού του κοριτσιού, σε αφήνει παγερά αδιάφορο.
Η ψυχή του σε αφήνει παγερά αδιάφορο.
Όσο και αν είσαι σίγουρος, ΣΙΓΟΥΡΟΣ πως νιώθεις κάτι, είναι παράλογο, δεν στέκει. Οι δύο άνθρωποι για σένα έχουν ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΑΞΙΑ μεταξύ τους. Το παιδάκι δεν θα γίνει Ελληνίδα ποτέ, ο παππούς δεν θα γίνει Βούλγαρος ποτέ, τα δύο πλάσματα δεν θα συναντηθούν πουθενά στο αξιακό σου σύστημα, όσο και αν νομίζεις πως το πιστεύεις. Δεν είναι εφικτό. Για την δομή της σκέψης σου, ο Πακιστανός δεν είναι κακός επειδή χτύπησε, για παράδειγμα – χτύπησε την κοπέλα ακριβώς γιατί είναι Πακιστανός. Οι άνθρωποι για σένα κάνουν ότι κάνουν, είναι ότι είναι, με βάση και οδηγούμενοι αποκλειστικά από την χώρα καταγωγής, τις αξίες της, την ποιότητά της.
Κάθε Έλληνας, ακόμα και 64χρονος βιαστής, ή δεκαπεντάχρονη κοπέλα είναι για σένα ανώτερος, αξιακά σπουδαιότερος από κάθε ξένο, είτε είναι εξάχρονη Βουλγάρα, είτε 21χρονος Πακιστανός.
Μπορείς να ξεγελάσεις εμένα, αλλά δεν μπορείς να ξεγελάσεις το τέρας στον καθρέφτη. Δεν γίνεται.
Αυτό πιστεύεις.
Αυτό είσαι.
~
Άκου όμως.
Άκου, όμως, υπάρχει μία ελπίδα. Στο είπα και στην αρχή, δεν σε ξέρω. Μπορεί να μη με ξεγελάς. Μπορεί η εικόνα του βιασμένου παιδιού να σε ΕΝΟΧΛΕΙ, βαθιά, να σε ανακατεύει και να σε σφίγγει. Μπορεί να νιώθεις, βαθιά στην ψυχή, στην ελληνική ψυχή και την καρδιά σου ότι είναι αρρωστημένο, άδικο και φριχτό να συμβεί αυτό σε ένα εξάχρονο παιδί – από όπου και αν είναι.
Μπορεί να ξεχάσεις την Ελληνική ανωτερότητα και την βουλγαρική κατωτερότητα – την διαφορετικότητα μεταξύ τους, και να δεις δύο ανθρώπους, που ο ένας καταπιέζει και βασανίζει τον άλλο. Να ξεχάσεις εθνικότητες, και να λυπηθείς για ανθρώπους.
Για τις πράξεις τους, και μόνο.
Μπορεί.
Μα τότε δεν είσαι ρατσιστής. Τότε απλώς εναποθέτεις τον θυμό σου εκεί, τον παραλογισμό γύρω μας σε ένα ακόμα πιο παράλογο επιχείρημα, ψάχνεις κάπου να πιαστείς -μα παραμένεις άνθρωπος. Τότε μπορείς να αντιληφθείς ότι οι άνθρωποι πρέπει να κριθούν για τις πράξεις τους, για αυτά που τους οδήγησαν σ’ αυτές, πρέπει να κριθούν αποκλειστικά για αυτό που είναι, και όχι αυτό που φαίνονται, ή που νομίζεις πως είναι.
Κοίτα στον καθρέφτη. Αν δεις ένα τέρας, ή αν δεις έναν άνθρωπο, μην μου το πεις. Δεν σε ξέρω.
Πριν λίγο καιρό, ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, έκανε βόλτα με δημοσιογράφο καναλιού στο κέντρο της Αθήνας. Αηδίασε και «προβληματίστηκε» με το θέαμα. Ήταν ένα καλά σχεδιασμένο τρυκ για να ξεκινήσουν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Αμυγδαλέζα.
Για αρκετό καιρό, στα κανάλια έπαιζαν επιμόνως διαρκώς εκτενή ρεπορτάζ, με θέμα «οικολογική βόμβα στο κέντρο της Αθήνας», «Εικοσιπέντε άνθρωποι σε ένα δωμάτιο», «βρωμιά, δυσωδία και παραβατικότητα στα σοκάκια του ιστορικού κέντρου». Με έμφαση στις λέξεις διαρκώς, εκτενή, επίμονα.
Πριν λίγες ημέρες, βγήκε στο διαδίκτυο προεκλογικό σποτ της Νέας Δημοκρατίας με σαφή σύνδεση μεταναστών με την εγκληματικότητα. Έκανε λόγο για «ανακατάληψη των πόλεών μας από τους λαθρομετανάστες» «Ανακατάληψη των πόλεων από τα γκέτο των μεταναστών» (ούτε καν των παράνομων).[*]
Κάποιος θα πίστευε ότι δεν τα εννοούν αυτά που λένε. Ότι το κάνουν μόνο για να πάρουν την ψήφο από την ανερχόμενη ακροδεξιά.
Έχω διαφορετική ανάγνωση: λένε ακριβώς αυτό που εννοούμε. Απλώς όχι αυτό που νομίζεις.
~
Για την Χρυσή Αυγή, η καθαρότητα της φυλής είναι αυτοσκοπός. Καλώς ή κακώς (κακώς για μένα, αλλά αδιάφορο), αυτή η καθαρότητα εκφράζεται ειλικρινέστατα: δεν μπορεί να κρυφτεί ο νεοναζί. Πιστεύει ότι οι άνθρωποι διαφέρουν μεταξύ τους με κριτήριο την φυλή τους, και δεν έχουν την ίδια αξία.
ΝΔ και Πασοκ (και πιθανότατα και άλλοι, αλλα μένω σ’ αυτούς που ήταν κόμματα εξουσίας και πήραν αποφάσεις) δεν συμμερίζονται την καθαρότητα της φυλής. Μπορεί να μοιάζει έτσι, γιατί το τελικό θύμα είναι το (σχεδόν) το ίδιο, αλλά δεν έχουν τις ίδιες βλέψεις.
Θέλω λίγο να με προσέξεις εδώ, γιατί αυτό που θα σου πω είναι καλά κρυμμένο ως τώρα πίσω από θολές θέσεις, και μπορεί να σου ξεφύγει πολύ εύκολα:
Για τα πρώην κόμματα εξουσίας, αντίθετα με την «καθαρότητα της φυλής» που πρεσβεύει η φιλοναζιστική οργάνωση Χρυσή Αυγή, το πρόβλημα δεν είναι οι μετανάστες.
Το πρόβλημα είναι οι φτωχοί.
Είτε ο Πακιστανός έχει έρθει ως τουρίστας, με τα ωραία του δολάρια ή ευρώ, είτε είναι ο ανθρωπάκος που σου ζητάει λεφτά στα φανάρια, για την Χρυσή Αυγή (ή κάθε άλλης φίλα προσκείμενης ομάδας, όπως το Λάος, ή οι ακροδεξιοί της Νέας Δημοκρατίας και πάει λέγοντας) είναι ένας εχθρός.
Το απάνθρωπο μίσος τους εκφράζεται τίμια και ειλικρινώς.
Για την επίσημη Νέα Δημοκρατία, και το επίσημο Πασόκ όμως, αν ο μετανάστης δεν είχε αρκετά χρήματα για να φύγει από την χώρα του ως τουρίστας, αλλά έπρεπε να διαφύγει στην χώρα μας (ως τράνζιτ σε άλλες χώρες) για να φάει ένα κομμάτι ψωμί, είναι εχθρός και αντιμετωπίζεται ως τέτοιος.
Νομίζεις ότι αφορά μόνο τους μετανάστες;
Πριν λίγες ώρες έμαθα πως όσοι νοίκιαζαν σπίτια σε περισσότερους από έναν ή δύο ανθρώπους στο κέντρο, έγιναν έρευνες και συλλήψεις.
Νομίζεις ότι μόνο οι μετανάστες δεν έχουν που να μείνουν;
Πιστεύεις ότι διαφέρεις από τον μετανάστη; Εγώ πάντως, όχι. Αν χάσω την δουλειά μου, μπορεί να κοιμηθώ στον δρόμο. Αν χρειαστεί, για να βρω μία στέγη, θα νοικιάσω με άλλους είκοσι. Αν η νόμιμη παρουσία μου στην Ελλάδα κοστίζει χρήματα, προφανώς, προφανέστατα δεν θα έχω για να πληρώσω. Αν δεν έχω λεφτά για φαΐ, θα ψάχνω στα σκουπίδια. Ή, και μετα λόγου γνώσεως το λέω, για να φάει η οικογένειά μου, θα ζητιανέψω. Θα δουλέψω χωρίς ασφάλεια, χωρίς δικαιώματα, χωρίς ελπίδα.
Πόσο διαφέρω από τον μετανάστη; Τα μέσα θα με παρουσιάσουν ως Υγειονομική Βόμβα, η συζήτηση θα γίνει για το αν πρέπει να ζήσω «βρώμικα ελεύθερα, ή σε «χρυσό» κλουβί φυλακισμένος», με έμφαση στο «τουλάχιστον θα έχεις να φας» και «δεν θα βρωμίζεις το ιστορικό κέντρο». Και ας είσαι φυλακισμένος.
Γιατί είσαι φτωχός.
Αναθεωρήστε τις απόψεις σας. Τα δύο κόμματα εξουσίας δεν καπηλεύονται τον ρατσισμό της Χρυσής Αυγής.
Υ.Γ.2: [*] Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια, για το video της Νέας Δημοκρατίας. Για πρώτη φορά στην ζωή μου καταψήφησα το video, και το έκανα mark για ρατσιστικό περιεχόμενο. Η Νέα Δημοκρατία «απάντησε» διατηρώντας το video, βγάζοντας την βαθμολογία (που ήταν συντριπτικά εναντίον της) και αφαιρώντας την δυνατότητα σχολιασμού.
Update 14/5/2013: Ξαναδιαβάζοντάς το, είμαι πολύ επιεικής με αυτά που γράφω ως προς την Χρυσή Αυγή. Στα σχόλια ο Αναστο έχει δίκιο: αυτοί οι άνθρωποι το μόνο που θέλουν είναι εξουσία δια της δύναμης – εναντίον οποιουδήποτε είναι απέναντι. Δεν είναι ειλικρινείς ούτε με την σκιά τους, για κανένα απολύτως θέμα.
Είναι ένα βίαιο, και αποτρόπαιο θέαμα για μένα. Και δυσκολεύτηκα να το δω, και δυσκολεύτηκα ακόμα περισσότερο να το ακούσω.
Και δεν είναι το μόνο. Σου θυμίζω και αυτό το βίντεο που δυσκολεύτηκα επίσης να δω.
Σου θυμίζω και αυτό, που δυσκολεύτηκα να δω, παλιότερα.
Σου θυμίζω και αυτήν την περιγραφή, που δυσκολεύτηκα να διαβάσω.
«Με είχαν τυλίξει με μια μαύρη σακούλα σκουπιδιών που είχε γεμίσει κόπρανα από τον φόβο των βασανιστηρίων. Μου έβαζαν το πιστόλι στο μάτι. Απειλούσαν να με σκοτώσουν και με κτυπούσαν. Αμέσως μετά με έβαζαν να προχωράω… κουτσό, στο ένα πόδι. Κι όταν δεν τα κατάφερνα με κτυπούσαν πάλι»
Αν έφτασες μέχρι εδώ, χωρίς να μπεις στις σελίδες, χωρίς να δεις τα βίντεο, χωρίς να ακούσεις τις κραυγές, θέλω λίγο την προσοχή σου: Αυτό το ποστ είναι αποκλειστικά για σένα.
Κλείσε λίγο τα φώτα. Κλείσε τα άλλα παράθυρα στον browser. Γύρνα πίσω στο κείμενο, σταμάτα ότι κάνεις, σταμάτα ότι ακους, και δες αυτά τα βίντεο. Άκουσέ τα.
Όχι ακόμα; Πρόσεξέ με λίγο.
~
Είναι πολύ δύσκολο να τα δεις. Είναι πολύ δύσκολο να τα διαβάσεις, και πολύ, ΠΟΛΥ δύσκολο να τα ακούσεις. Το ξέρω. Είναι πολύ δύσκολο να τα κατανοήσεις. Θέλεις να δεις μπάλα, ή τον τάδε τραγουδιστή, να κοιτάξεις ξέρω γω στο iphone, ή να παίξεις pes, με τα φιλαράκια, ή να βάψεις τα νύχια σου, ή να πας για ψώνια,
οτιδήποτε, οτιδήποτε εκτός από αυτό.
Ξέρω. Το ίδιο και εγώ.
Αλλά άκου: χρωστάμε κάτι. Θα σου πω τι γίνεται: Κάθε μπουνιά, κάθε κλωτσιά, κάθε ροπαλιά, κάθε σακούλα με σκατά και εμετούς, κάθε μία από αυτές τις πράξεις, έγιναν.
Δεν σου λέω να διαμαρτυρηθείς, να βγεις στον δρόμο, να πάρεις τηλέφωνο τον βουλευτή σου, να ουρλιάξεις, να μην κοιμηθείς το βράδυ, να πας να πετάξεις μία πέτρα – σου λέω, μόνο, να τα δεις.
Και άκου γιατί.
Δυστυχώς, υπάρχουν μόνο δύο στρατόπεδα σ’ αυτήν την ιστορία. Αυτός που τις τρώει, το θύμα του βασανισμού – και οι άλλοι.
Εσύ, εγώ, η μητέρα σου, η κόρη μου – μπορούμε να ανήκουμε μόνο σε μία από τις δύο κατηγορίες. Ή θα είμαστε με τα θύματα, ή θα είμαστε με τους θύτες.
Αν αφήσουμε την ψυχή μας απείραχτη, αβίαστη, αμόλυντη με αυτό το θέαμα, αν προστατέψουμε τον εαυτό μας, αν κοιτάξουμε αλλού, δεν είμαστε τα θύματα. Εμείς, μπορούμε να το αποφύγουμε. Είναι ένα κλικ. Δεν το κάνουμε. Είναι λέξεις. Δεν τις διαβάζουμε. Εικόνες. Δεν τις βλέπουμε. Φωνές. Δεν τις ακούμε.
Εμείς μπορούμε να το αποφύγουμε, τα θύματα όμως όχι.
Και αυτό που σου ζητάω, μετά λόγου γνώσεως, είναι να γίνεις θύμα. Να πληγώσεις την ψυχή σου, την λογική σου, για να δεις τι έκανε ο γείτονάς σου ο Νίκος, ο Κώστας, ο Βαγγέλης, ο απέναντι, αυτός που πίνεις μαζί καφέ, αυτός που ακούς στην τηλεόραση, αυτός που φωνάζεις κύριε Υπουργέ, αυτός που ψηφίζεις κάθε τρία-τέσσερα χρόνια, να τραυματίσεις την ψυχή σου, και να μην αποστρέψεις το βλέμμα σου από κανέναν βιασμό της προσωπικότητας ενός θύματος.
Σου ζητάω, βασικά, να πονέσεις.
Να πονέσουν τα μάτια σου, να πονέσει η λογική σου, να πονέσει η αξιοπρέπεια, η ανθρωπιά σου, να πονέσουν τα αυτιά σου, να ματώσεις την ψυχή σου.
Γιατί, φίλε, φίλη, αν δεν το δεις, δεν σημαίνει ότι δεν έγινε.
Το αντίθετο.
Αν κοιτάξουμε αλλού, δεν θα σταματήσει. Αν δεν κάνουμε κλικ δεν θα σταματήσει. Αν δεν ακούσουμε την κραυγή, δεν σημαίνει ότι δεν βγήκε από τον λαιμό κάποιου. Αν δεν δούμε το αίμα, δεν σημαίνει ότι δεν κύλισε.
Γίνε, μαζί μου, θύμα.
Πληγώσου.
Γιατί μόνο αν το δούμε θα πάρουμε πλευρά. Αν δεν το δούμε, θα το ξεχάσουμε.
Ή θα πούμε «δεν ξέραμε».
Θα είμαστε κουκουλωμένοι στην ψευδαίσθηση της ασφάλειάς μας, ψευδαίσθηση, γιατί ο διαδηλωτής είσαι εσύ, και εγώ, ο μετανάστης στον δρόμο, είσαι εσύ, και εγώ, ο περαστικός στην Θεσσαλονίκη είσαι εσύ, και εγώ, και πρέπει να αντιληφθείς, είναι σημαντικό να αντιληφθείς, ότι αυτοί που θα μας διαχωρίσουν, αυτοί που θα πουν «άλλο εσύ, εσύ είσαι Έλληνας», «άλλο εσύ, εσύ δεν είσαι διαδηλωτής να πετάς πέτρες στο σύνταγμα», «άλλο εσύ, εσύ δεν κοπανιόσουν μόνος σου σε μία ζαρντινιέρα», αυτοί που θα μας πουν «άλλο αυτοί» είναι οι ίδιοι που τους βασανίζουν, παρατήρησέ το, είναι οι ίδιοι, οι ίδιοι, είναι οι ίδιοι που τους χτυπάνε, είναι οι ίδιοι δειλοί που στην πραγματικότητα σε φοβούνται, φοβούνται την θλίψη σου, φοβούνται τον θυμό σου.
Φοβούνται μην δεις τις πράξεις τους.
Τρέμουν, τρέμουν μην μαθευτούν. Δεν σε θέλουν θύμα,σε θέλουν αμέτοχο. Να κοιτάξεις αλλού. Να μην το δεις. Συνένοχο.
Δεν με πιστεύεις;
Αυτό είναι το επίσημο ανακοινωθέν για την υπόθεση του Αυγουστίνου Δημητρίου: Η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης έβγαλε ανακοίνωση που υποστήριζε ότι ο φοιτητής τραυματίστηκε γιατί «έπεσε αρχικά σε σταθμευμένο μοτοποδήλατο και στη συνέχεια σε ζαρντινιέρα που υπήρχε στο σημείο, με αποτέλεσμα να τραυματισθεί»
Αν δεν δεις το βίντεο, θα το πιστέψεις.
Οι πρώτες περιγραφές για τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, ήταν ότι πέταγε πέτρες.
Τρέμουν μην το δεις. Νομίζεις ότι χαίρονται και πανηγυρίζουν για το έργο τους, νομίζεις ότι καυχιόνται, αλλά εγώ πιστεύω ότι είναι δειλοί, ότι τρέμουν, ότι τρομοκρατούνται.
Δεν είμαστε εμείς οι θύτες. Και, δυστυχώς, δυστυχώς, για να μην υπάρξουν άλλοι θύτες, πρέπει να μοιραστούμε την θέση του θύματος.
Όπως μπορεί ο καθείς.
Πρέπει να φύγουμε από το άλλο αυτοί, και να γίνουμε εμείς αυτοί. Να γίνουμε όλοι εμείς αυτοί, ώστε να ξεκαθαρίσει ποιοι είναι οι δράστες, και ποιοι τα θύματα.
Αν κατάλαβες τι σου λέω, απλώς ανέβα επάνω, δες τα βίντεο, άκουσέ τα, διάβασε τα κείμενα, βρες άλλα, ενημερώσου, και μην προστατέψεις την ψυχή σου με το αποστρέφεις το βλέμμα ξανά. Και μην μ’ αφήσεις να το κάνω ούτε και γω. Ας την προστατέψουμε με το να μην αφήσουμε να γίνονται τέτοια πράγματα.
Και το πρώτο βήμα είναι να πεις «Ξέρω. Το είδα. Ήμασταν εμείς αυτοί. »
(με μεγάλη δυσκολία μεταφέρω τις σκέψεις μου σ’ αυτό το άρθρο. Ο βασικός λόγος που είμαι διστακτικός, είναι ότι πιάνω ένα θέμα που δεν το γνωρίζω, και είναι πιθανό αυτά που σκέφτομαι να πέφτουν σε κενά άγνοιας. Συνυπολόγισέ το αν έχεις την καλοσύνη όταν θα το διαβάσεις)
Πρώτα, η είδηση:
Δημοσιοποίηση ονομάτων, μετά τις εξηγήσεις Λίστα όσων έβγαλαν χρήματα το 2011 παραδίδει το υπ.Οικονομικών στη Βουλή
Το υπουργείο Οικονομικών θα παραδώσει εντός της ημέρας στον πρόεδρο της Βουλής και στον πρόεδρο της Επιτροπής Ελέγχου Πόθεν Έσχες της Βουλής κατάλογο με τα ονόματα πολιτικών και συγγενών τους που έβγαλαν στο εξωτερικό χρήματα εντός του 2011, προκειμένου σε επόμενο στάδιο να δημοσιοποιηθούν τα ονόματά τους, όπως ανακοίνωσε από το βήμα της Βουλής ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομικών Ευ.Βενιζέλος.
Όπως είπε ο κ. Βενιζέλος, πριν τα ονόματα δημοσιοποιηθούν, τα πολιτικά αυτά πρόσωπα θα πρέπει να έχουν περάσει από ακρόαση στην Επιτροπή, για να δώσουν εξηγήσεις. Στην περίπτωση που οι εξηγήσεις δεν κριθούν ικανοποιητικές, τα ονόματα των πολιτικών θα ανακοινωθούν.[…]
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης επισήμανε ότι υπάρχουν πολιτικά πρόσωπα και συγγενείς τους που έχουν εμβάσματα προς το εξωτερικό μεγαλύτερα από τα 100.000 ευρώ εντός του 2011 και θα πρέπει να ελεγχθούν, καθώς -όπως είπε- ακόμη κι αν οι διαδικασίες είναι νόμιμες, υπάρχει θέμα δεοντολογίας. […]
Κάποιοι πολιτικοί (και οι συγγενείς τους) βγάζουν λεφτά έξω. Ίσως το κάνουν για χρόνια, ίσως ξέρουν πως, αυτό που θα ψηφίσουν πέντε λεπτά μετά θα μειώσει την αξία των δικών τους χρημάτων (εκτός από των ψηφοφόρων τους), δεν ξέρω γιατί, πάντως το κάνουν.
Ύστερα, μαθαίνουμε ότι ένας πολιτικός έχει βγάλει ένα εκατομμύριο ευρώ. Στην Ελλάδα του κατώτατου των 400 (και αν) ευρώ, αυτά είναι πολλά λεφτά. Ο κόσμος εξαγριώνεται.
Η κυβέρνηση, πριν ακόμα μαθευτεί στο κοινό αν ο πολιτικός είναι κυβερνητικός, ή ακόμα και αν έχει ψηφίσει το μνημόνιο, κάνει μία γενική σούμα όλων όσων έβγαλαν πάνω από 100.000 (ακόμα και συγγενείς τους!) και, δεν τα δημοσιοποιεί, αλλά αντιθέτως, τα περνάει από μία Επιτροπή, που θα κρίνει και θα δημοσιοποιήσει μόνο αυτά που βρίσκει με τους δικούς της όρους, «μη-ικανοποιητικές».
Γνωρίζοντας βέβαια ότι α) Δεν ήταν παράνομο να τα βγάλουν, και β) είναι παράνομο (και αν όχι παράνομο δεν ξέρω αν είναι ηθικό) να δημοσιοποιήσουν προσωπικά στοιχεία όχι μόνο των βουλευτών, αλλά και των …συγγενών τους.
Κοίταξε να δεις πως το σκέφτομαι.
Από την μία, υπάρχει το αίσθημα δικαίου. Δεν μπορείς ρε φίλε να νομοθετείς ότι το δικό μου το ευρώ στην τράπεζα θα μείνει μισό, και ταυτόχρονα να βγάζεις το δικό σου για να μείνει ολόκληρο έξω. Δεν μπορείς να φορολογείς το δικό μου, και να στέλνεις το δικό σου στα duty free.
Είσαι καθίκι αν το κάνεις αυτό. Ή, στην λιγότερη, ελέγχεσαι.
Από την άλλη, όμως, η κυβέρνηση (που καλή έξωθεν μαρτυρία ΔΕΝ ΕΧΕΙ, την έχει απολέσει ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΑ) μαζεύει τα ονόματα ΟΛΩΝ πάνω από 100.000, και των συγγενών που μπορεί να έχουν, μπορεί και να μην έχουν σχέση, λίγες ώρες αφότου εμφανίστηκε ότι υπάρχει ένας, (για να τον κρύψει; για να τον σώσει στον σωρό; γιατί είπε «γιατί εμένα και όχι τον δίπλα;»;), θα τα στείλει σε μία Επιτροπή που θα καλύψει όποιον θέλει αυτή, χωρίς έλεγχο, χωρίς δική μας κρίση, με όποια μέλη έχει ορίσει η ίδια, ακόμα και τους φίλους ή πολιτικούς εχθρούς των εγκαλούμενων, σώζοντας μερικούς, με τα δικά της κριτήρια, και ρίχνοντας τους άλλους στην βορά του διψασμένου για αίμα λαού, (ή εκβιάζοντάς τους ότι θα το κάνει, για να έχει πειθήνιους στρατιώτες) παρότι γνωρίζει πως πρόκειται για προσωπικά στοιχεία, δημιουργώντας ταυτόχρονα μία «λογική» βάση, για να επαναλάβει στο μέλλον παράνομα, αλλά «ηθικές» ενέργειες ΚΑΙ στους υπόλοιπους πολίτες αυτής της χώρας, με την δικαιολογία ότι αφού το κάναμε στους βουλευτές μας, μπορούμε να το κάνουμε οπουδήποτε, οποτεδήποτε, για οτιδήποτε θέλουμε.
Εγώ ως πολίτης, δεν έχω πρόχειρη άλλη εναλλακτική, – αλλά μ’ αυτό το σύστημα δεν νιώθω ούτε δικαιοσύνη, ούτε ασφάλεια ότι αύριο δεν θα το κάνει με το ίδιο θράσος και σε μένα, τον πολίτη.
Τόσο κάνει η Δημοκρατία σας. Τόσο αποτιμάται. Τον μισθό σας. Τα ευρώ σας. Έχετε καταλάβει λάθος. Λάθος, εντελώς λαθος. Έχετε μπλέξει με τα eurogroup, και τα δάνεια, και τις απειλές, και τις κατάρες, και τα CDS, και τα ευρώ, και τις εξαγορασμένες φωνές σας, και τα αποτιμάτε όλα σε νομίσματα, όλες τις αξίες σε νομίσματα, όλες τις ευθύνες σε νομίσματα, μάθατε να λέτε πόσο κάνει η δημοκρατία; ένα δάνειο; δύο δάνεια; πόσο κάνει η δικαιοσύνη; πόσο κάνει η ευθύνη; πόσο αποτιμάται η αξιοπρέπεια; η τιμή; πόσο κάνει;
Ο κορυφαίος των ελλήνων δεν θα έπρεπε να είναι έτσι. Δεν του ζήτησε κανείς τον παχυλό μισθό του. Δεν θα φτάσει να να βρουν σπίτι οι άστεγοι, δεν θα φτάσει για να γίνει αξιοπρεπές το επίδομα ανεργίας, δεν θα φτάσει για να επιβιώσει μία οικογένεια με τον βασικό μισθό. Δεν θα φτάσει για όλα αυτά. Δεν θα φτάσει για όλους. Δεν του ζητήθηκε αυτό. Του ζητήθηκε όταν μειωνόταν ο κατώτατος μισθός, όταν μειωνόταν το επίδομα ανεργίας, όταν οι δανειστές μας διόριζαν τους καταλληλότερους πρωθυπουργούς, όταν ψεκάζοντας οι αθώοι συνάνθρωποί του, όταν τους χτυπούσαν αναίτια στο κεφάλι, όταν έβλεπε εκείνη την εικόνα στην τηλεόρασή του, όταν άδικα έμπαιναν φόροι που αφορούσαν παλαιότερα έτη, όταν εκβιαστικά συνδεόταν ένας άδικος φόρος με το υπερπολύτιμο για όλους ηλεκτρικό ρεύμα, όταν άκουγε τα ψέματά τους, όταν έβλεπε την προπαγάνδα τους, όταν έβλεπε τις σκοτεινές μηχανογραφίες τους, το μόνο που του ζητήθηκε, το μόνο, το πιο απλό, το πιο ανθρώπινο, ήταν να αντιδράσει:
Να μιλήσει.
Να μιλήσει για δημοκρατία, για αξιοπρέπεια, για ευθύνη, για δικαιοσύνη.
Να μιλήσει, και να τα κάνει πράξη.
Δεν τα θέλουμε τα ματωμένα, τα ψεκασμένα, τα βρώμικα, τα συννενοημένα τα λεφτά σας. Δεν είναι καν δικά σας για να μας τα δώσετε. Είστε διαχειριστές τους με την λαϊκή εντολή μας, και δεν την έχετε πια, όσα κόλπα και αν κάνετε, όσο ξύλο και αν μας ρίξετε, όσο και αν μας τρομοκρατήσετε, για να τα διαχειρίζεστε.
Τα δώρα σας δεν θα φτάσουν για όλους. Εμείς αυτά που θέλουμε, αυτά που απαιτούμε, τα απαιτούμε για όλους.
Δυσκολεύομαι να το κατανοήσω. Η Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία αποπέμφθηκε από την ΝΔ επειδή ψήφισε ΝΑΙ, ενώ η γραμμή του κόμματος ήταν ΟΧΙ, προσπαθεί να εντάξει στο κόμμα της, το οποίο ψήφισε καθ’ολοκληρίαν ΝΑΙ στο μνημόνιο, τους βουλευτές της ΝΔ που αποπέμφθηκαν επειδή ψήφισαν ΟΧΙ, ενώ η γραμμή του προέδρου τους ήταν ΝΑΙ.
Α, και ενώ θέλει να εντάξει τους ΟΧΙ στο κόμμα της που είναι ΝΑΙ, κατηγορεί τον Σαμαρά για «πολιτική σχιζοφρένεια».
Ναι ρε φίλε. (ή «όχι ρε φίλε», ξέρω γω, μπερδεύτηκα)
16/05/2012: Για να έχει ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον: Και αφού έγιναν όλα αυτά, τώρα η Ντόρα Μπακογιάννη του ΝΑΙ, μαζί την ΝΔ του «πολιτικά σχιζοφρενή» Σαμαρά με κάποιους από τους ΟΧΙ που γύρισαν στην ΝΔ του ΝΑΙ, συζητούν να κατέβουν στις επαναληπτικές εκλογές του ’12 με κοινό ψηφοδέλτιο.
Τα είδες; ωραία. Τώρα, για να συνεννοηθούμε, μιλάω σε μία από τις δύο κατηγορίες ανθρώπων. Είναι αυτοί που, για οποιονδήποτε λόγο, σωστό ή όχι, δίκαιο ή μη, δεν κατέβηκαν εχθές στο Σύνταγμα, και, αυτοί που, για οποιονδήποτε λόγο, σωστό ή όχι, δίκαιο ή μη, κατέβηκαν εχθές στο Σύνταγμα.
Αν ανήκεις στην πρώτη κατηγορία, σου έχω νέα:
Ήμασταν χιλιάδες. Πολλές χιλιάδες. Προσωπική εικόνα, και μιλάω απολύτως σοβαρά, σκέψου όλη την Αμαλίας, μέχρι και τον παράπλευρο δρόμο του Ζαππείου, αυτόν που πηγαίνει από πίσω, γεμάτα με κόσμο. Σκέψου, από τις περιγραφές που έχω, ότι το ίδιο έγινε και με την Πανεπιστημίου, την Σταδίου, την Ερμού και τις παράλληλες, κλπ. την Φιλελλήνων, κοκ.
Είναι αδύνατο να μετρηθούμε, γιατί η συγκέντρωση δεν ήταν οργανωμένη, γιατί δεν είχε κοινό παρανομαστή, γιατί δεν κατέβηκαν για τον ίδιο λόγο – ο,τι θες. Πάντως σκέψου, είναι αδύνατο να μετρηθούμε πόσοι.
Μένεις στο χιλιάδες που θα αποτυπωθεί, πιστεύω, σε φωτογραφίες και βίντεο.
Ή, ακόμα καλύτερα, μένεις στο πολλοί.
Επίσης, σου έχω και άλλα νέα:
Ήμασταν όλοι. Ήταν εκεί νέοι, γέροι, εργαζόμενοι, άνεργοι, υπέροχα, υπέροχα πρόσωπα, συνταξιούχοι, αυτός που σε εξυπηρετεί στα γκούντις της γειτονιάς σου, αυτός που σου φέρνει την πιτσα το βράδυ του Champions League, αυτός που οδηγάει το μετρό σου, αυτός που γράφει την είδηση στην ιστοσελίδα σου.
Χιλιάδες από αυτούς.
Επίσης, ήμασταν όλοι σκεπτικοί. Κουρασμένοι, αναζωογονημένοι, φοβισμένοι, ελπιδοφόροι, θυμωμένοι, ήρεμοι, κριτικοί. Δεν είχαμε έναν εχθρό όλοι. Άλλος, είχε τα ΜΑΤ. Άλλος, είχε τους βουλευτές. Άλλος, είχε τους δημοσιογράφους. Άλλος, είχε τους Γερμανούς. Δεν είχε κανείς μας πέτρες. Ούτε μολότοφ. Κανείς μας. ΚΑΝΕΙΣ ΜΑΣ.
Χιλιάδες από μας.
Κάποιοι είχαν λέιζερ και σημάδευαν περιπαικτικά τα κανάλια. Πολλοί είχαν νερό μαζί τους, αρκετοί είχαν μααλόξ ή ριοπαν, κάποιοι μάσκες νοσοκομείου, κάποιοι ακόμα καλύτερες μάσκες, ελάχιστοι κράνη για να γλυτώσουν ίσως από τίποτα πέτρες, κάποιοι είχαν μαζί τους ομπρέλες. Μερικοί, κατά πάσα πιθανότητα, είχαν και την σύνταξή τους μαζί.
Στα κανάλια, στις εφημερίδες, θα δεις ζημιές. Σε δεκατέσσερις από τις δεκαεπτά εφημερίδες, θα δεις φωτιές. Στα δελτία ειδήσεων, θα δεις κυρίως καταστροφές. Έγιναν προφανώς. Θα δεις και ΜΑΤ να ψεκάζουν τον κόσμο. Θα δεις και μηχανάκια της ΔΙΑΣ να ορμάνε στον κόσμο. Θα δεις και ανοιγμένα κεφάλια. Ίσως δεις μολότοφ. Σίγουρα πέτρες. Καμένα κτίρια. Πιτσιρικάδες με μίσος. ΜΑΤατζίδες με μίσος. Σε επαναλαμβανόμενες εικόνες, να γεμίσουν το μυαλό σου, με βαρύγδουπους τίτλους που θα αναιρεθούν την επόμενη κιόλας ημέρα, θα τα δεις όλα αυτά.
Θα δεις φόβο, καταστροφή και χάος. Και μίσος.
Και θα τρομάξεις.
Αν ήσουν εκεί, όμως, θα έβλεπες και κάτι ακόμα.
Δεν είναι ότι δεν θα τα έβλεπες όλα αυτά. Και τις κρότου-λάμψης θα έβλεπες και τον καπνό από τα δακρυγόνα, και τα πρόσωπα να κλαίνε, και την σύγχυση των χημικών και του πλήθους.
Θα έβλεπες όμως και αυτά που, ηθελημένα ή μη, η αστυνομία ήθελε να καθυποτάξει.
Θα έβλεπες ελπίδα, δημιουργική ανησυχία, απορία, αυτοκριτική, θα έβλεπες αγνώστους -τελείως αγνώστους- να σου χτυπούν την πλάτη, θα έβλεπες κάποιον να μοιράζεται μαζί σου το ριοπάν του, κάποιον να μοιράζεται το νερό του μαζί σου, κάποιον να ικετεύει «μην φεύγετε ρε παιδιά», χωρίς να σε ξέρει, να σου κάνει χώρο να κάτσεις, να σου δίνει την θέση του στο περίπτερο με τα νερά.
Θα έβλεπες πολλούς να σου χαμογελούν. Αγνώστους, παιδιά, μεγάλους, κοπέλες, αγόρια, παρέες, ηλικιωμένους, μόνους, ξένους, ολότελα ξένους, να σου χαμογελούν.
Να σου έχουν εμπιστοσύνη. Να ξέρουν ότι είσαι μαζί τους και εσύ. Και να ξέρεις ότι όλοι αυτοί είναι μαζί σου. Ότι δεν είσαι, πια, τόσο μόνος σου.
Όχι συμφωνείτε. Όχι ταιριάζετε. Όχι όλοι ίδιοι.
Απλώς, όχι μόνοι.
Είναι μυστήριο πράγμα η τεχνολογία των ΜΜΕ. Μπορεις να μυρίσεις τον φόβο, αλλά δεν σ’ αφήνουν να μυρίσεις την ελπίδα.
Ξεχάστε υποβρύχια, φορτηγά, εξοπλισμούς, την Siemens, και όλα τα άλλα που έχετε ακούσει κατά καιρούς.
Για ένα λεπτό, μόνο, ξεχάστε τα.
Γιατί υπάρχει ένα σκάνδαλο που κατ’ εμέ τα υπερβαίνει, και το ζούμε τούτες τις ημέρες.
Αντιγράφω από την Καθημερινή:
Τον φάκελο της χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων από το τραπεζικό σύστημα ανοίγει η εισαγγελική έρευνα που έχει διαταχθεί από τον οικονομικό εισαγγελέα κ. Γρ. Πεπόνη. Εμφαση δίνεται στους όρους που έχουν χορηγηθεί τα δάνεια σε ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. (σ.σ. με εγγύηση τις μελλοντικές κρατικές επιχορηγήσεις) ώς το 2015. Ο οικονομικός εισαγγελέας ζήτησε να διερευνηθεί αν πληρούν τις προϋποθέσεις του τραπεζικού δανεισμού.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», έχει ήδη αποστείλει έγγραφo προς τις τράπεζες Αττικής (που πρόσφατα έδωσε δάνειο στη Ν.Δ.) Αγροτική, Πειραιώς και Marfin, που κατά καιρούς έχουν δανειοδοτήσει τα κόμματα, και ζητεί να του αποστείλουν όλα τα στοιχεία, καθώς και όλες τις δεσμεύσεις που τις εξασφαλίζουν. Συνολικά, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία, τα δύο μεγάλα κόμματα χρωστούν στις τράπεζες 253 εκατ. ευρώ που τα έχουν πάρει δίνοντας ως εγγύηση τις μελλοντικές κρατικές τους επιχορηγήσεις, που κατά την εισαγγελική αρχή δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της δανειοδότησης.
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Πεπόνης, ήδη εξέτασε ως μάρτυρες εκείνους που δημόσια έθεσαν το θέμα, με πρώτο τον πανεπιστημιακό κ. Ν. Αλιβιζάτο. Ο τελευταίος υποστήριξε, σύμφωνα με πληροφορίες, πως οι μελλοντικές κρατικές επιχορηγήσεις δεν μπορεί να πληρούν τους όρους του τραπεζικού δανεισμού, καθώς δεν μπορεί να προσδιοριστεί ποια θα είναι η κοινοβουλευτική δύναμη των κομμάτων για τα επόμενα χρόνια για να μπορεί κανείς να θεωρήσει ασφαλές στοιχείο εγγύησης ενός δανείου τη μελλοντική του επιχορήγηση. […]
[…] Σύμφωνα με όσα κατέθεσε, ΠAΣOK και Ν.Δ., οφείλουν περί τα 235 εκατ. σε τράπεζες, (115 εκατ. ευρώ το ΠΑΣΟΚ και 120 η Ν.Δ.), ενώ η κρατική επιχορήγηση που έλαβαν για το 2010 ανήλθε σε 19,8 και 15 εκατ. αντιστοίχως. Η επιχορήγηση των πολιτικών κομμάτων για τη φετινή χρονιά, όπως υποστήριξε ο κ. Αλιβιζάτος, θα δοθεί σε τέσσερις δόσεις και θα είναι κατά 10% αυξημένη παρά τη σκληρή δημοσιονομική συγκυρία.
Ας τα δούμε ένα ένα, γιατί έχει σκάσει το κεφάλι μου από τις πληροφορίες, και δεν το χωράει ο νους μου.
Τι έχει συμβεί;
Σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας μέχρι τώρα, το σενάριο είναι το εξής:
Τα κόμματα χρειάζονται ρευστό για να λειτουργήσουν και να επικοινωνήσουν τις θέσεις τους. Σύμφωνα με τον νόμο, με βάση το ποσοστό τους στις εκλογές (να υποθέσω όχι το πραγματικό, αλλά το συνολικό, δηλαδή όχι με βάση πόσους ψήφισαν, αλλά βάσει του ποσοστού, μετά την αφαίρεση όσων δεν ψήφισαν, έριξαν λευκό κλπ) τα κόμματα δικαιούνται μίας κρατικής επιχορήγησης.
Επειδή όμως αυτή δίνεται σταδιακά, και σε δόσεις, για να καλυφθεί η ανάγκη ρευστότητας, τα κόμματα έκαναν μία συμφωνία με τις τράπεζες, για να πάρουν δάνεια. Για κεφάλαιο που λειτουργεί όμως ως ενέχυρο για την αποπληρωμή του δανείου, ώστε οι τράπεζες να συμφωνήσουν να το καταβάλλουν, επειδή τα κόμματα δεν έχουν και σπουδαίο πραγματικό υλικό να χρησιμοποιήσουν (κτίρια, κλπ), το πήραν από τις μελλοντικές επιχορηγήσεις, με βάση τις προβλέψεις για το ποσοστό που ΘΑ αποκτήσουν.
Αυτά διαβάζω στο ρεπορτάζ. Αν προστεθούν άλλα, ή αν υπάρχουν άλλες διευκρινήσεις, θα ενημερώσω το κομμάτι.
Πάμε να δούμε το πρόβλημα;
Γιατί είναι σκάνδαλο;
Μπορώ να σκεφτώ τρεις τουλάχιστον λόγους για τους οποίους αυτή η διαδικασία είναι η κορυφαία στις λίστες των σκανδάλων των τελευταίων χρόνων.
Ένα, ο παραλογισμός. Κάπως έγινε, και οι τράπεζες δέχθηκαν να δώσουν πολλά εκατομμύρια ευρώ στα κόμματα, με μοναδικό ενέχυρο, το επιχορηγούμενο μέλλον τους. Προσέξτε: οι τράπεζες δέχθηκαν ότι τα εν λόγω κόμματα, όχι μόνο θα συνεχίσουν να υφίστανται, αλλά και θα έχουν ποσοστά (και άρα αντίστοιχες επιχορηγήσεις) για να αποπληρώσουν τα δάνειά τους. Κάθε λογικός άνθρωπος θα αντιληφθεί πως τόσο αίολο ενέχυρο, μόνο ενέχυρο δεν είναι.
Θα δίνατε εσείς ακόμα και εκατό ευρώ δάνειο σε έναν βουλευτή που θα σας έλεγε «θα με ψηφίσουν αύριο, και θα ξαναβγώ βουλευτής – και μάλιστα με τέτοιο ποσοστό»; Είναι τόσο βλακώδες που δεν θέλει απάντηση.
Ε, πόσο πιο βλακώδες γίνεται όταν μιλάμε όχι για εκατό, αλλά για εκατομμύρια ευρώ;
Οι τράπεζες δεν είναι βλάκες όμως. Γνωρίζουν τα ρίσκα περισσότερο από κάθε άλλον, αυτή είναι η δουλειά τους. Άρα, η επένδυσή τους δεν έχει ρίσκο.
Δύο, η ασφάλεια. Οι τράπεζες είναι καλυμμένες. Είτε γνωρίζουν (όχι υποθέτουν, αλλά ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ) ότι τα κόμματα θα βγουν, με συγκεκριμένα ποσοστά ώστε να εκπληρώσουν την δανειακή τους υποχρέωση το έπακρο, είτε δεν έχουν κανένα ρίσκο. Γιατί; Γιατί δεν βάζουν δικά τους λεφτά.
Και εδώ έρχεται το δεύτερο σκάνδαλο.
Αν ο υπογράφων από την πλευρά του δανειστή είναι ένας δημόσιος υπάλληλος, δηλαδή αν η τράπεζα είναι κρατική, τότε η χασούρα δεν πάει σε κανέναν άλλον παρά μόνο στον μεγαλοεπενδυτή. Δηλαδή το κράτος. Δηλαδή, εμάς. Αδιάφορο λοιπόν αν θα λείψουν μερικά εκατομμύρια αύριο, κυρίως επειδή α) ο επενδυτής είναι (υπο συνθήκες) ο ίδιος ο δανειζόμενος, β) επειδή δεν έχει υπάρξει λογοδοσία στο παρελθόν για καμία απολύτως περίπτωση.
Αν ο υπογράφων είναι όμως μία ιδιωτική επιχείρηση, τότε αυτή η χασούρα υπάρχει, και είναι πραγματική. Πλην όμως, ο δανειζόμενος είναι ταυτόχρονα και δανειστής, καθώς, η παρούσα οικονομική κρίση, «επιβάλλει» την στήριξη των τραπεζών με διάφορους τρόπους, με πολλά δισεκατομμύρια ευρώ.
Όπερ, υπάρχει σαφέστατη εμπλοκή καθώς η τράπεζα, χρηματοδοτεί το κόμμα, με στόχο (κερδοφορίας) να γίνει κυβέρνηση, ώστε, με πολλούς τρόπους (οικονομική στήριξη, κανόνες αγοράς) να επηρεάσει το μέλλον της. Αν πάλι είναι δημόσια, το χρηματοδοτεί για να αποκτήσει την ισχύ να προστατέψει τυχόν παρανομίες στην διαδικασία.
Και δεν τελειώνει εδώ. Προσέξτε, γιατί το πράγμα χοντραίνει επικίνδυνα.
Είδαμε για τον δανειστή. Ας δούμε και τον δανειζόμενο.
Έχω μία τρομερή απορία: τι γίνονται τόσα λεφτά;
Τρία, ο πελάτης. Συμφωνήσαμε ότι το εκάστοτε κόμμα χρειάζεται ρευστότητα για να καλύψει τις ανάγκες του. Συμφωνήσαμε ότι γι’ αυτόν τον λόγο παίρνει επιχορήγηση (κάποια εκατομμύρια ευρώ την περίοδο) και, αν δεν τα παίρνει, πηγαίνει στην τράπεζα και δανείζεται.
Δεν είναι θεωρίες αυτά, συμβαίνουν, είναι ξεκάθαρα.
Ξεκάθαρο επίσης, είναι και ότι τα κόμματα χρωστάνε στις τράπεζες, και μάλιστα εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.
Αυτό που δεν είναι ξεκάθαρο όμως, είναι γιατί.
Τι τα κάνουν τόσα λεφτά;
Τα κόμματα (εξουσίας, και όχι μόνο) έχουν ανάγκη κυρίως να επικοινωνούν τις θέσεις τους. Νόμιμα, αυτό μπορεί να γίνει με διαφημίσεις. Παράνομα όμως, μπορεί να γίνει με ένα εκατομμύριο τρόπους. Μπορεί να πληρώσουν έναν δημοσιογράφο για να λέει καθημερινά ότι έχουν δίκιο. Μπορεί να πληρώσει ένα κανάλι για να φωνάζει καθημερινά τους βουλευτές του για να προβάλλονται. Μπορεί να πληρώσουν έναν δικαστή για να μην κριθεί παράνομη μία ενέργειά τους, ή να κριθεί παράνομη μία ενέργεια ανταγωνιστή τους. Δεν λέω αν συμβαίνει ή όχι, λέω ότι ένα κόμμα με χρήματα είτε θα επηρεάσει νόμιμα τους ψηφοφόρους του, είτε θα το κάνει παράνομα, με υπόγειες οδούς.
Αν δεν υπήρχε έλλειμμα, αν δηλαδή τα κόμματα όσα χρήματα έπαιρναν από τον κρατικό προϋπολογισμό τα είχαν δώσει για την λειτουργία τους και για την αποπληρωμή των δανείων τους, τα πράγματα θα ήταν καλύτερα. Τώρα όμως, τα κόμματα βρίσκονται να μην πληρώνουν τους δανειστές τους, και να χρωστάνε πολλά (ΠΟΛΛΑ) χρήματα.
Που πάνε αυτά;
Σαν να μην φτάνει αυτό, αυτοί που επικοινωνούν τα γεγονότα, τα ΜΜΕ, βρίσκονται, είτε να στηρίζονται και αυτοί με δάνεια, από τις ίδιες τράπεζες, να στηρίζονται και από τα κόμματα, μέσω αναθέσεων έργων αλλά και κρατικής διαφήμισης, ή να μην στηρίζονται, με αποτέλεσμα να καταρρέουν (όπως είδαμε πρόσφατα από την Ελευθεροτυπία).
Και σαν να μην φτάνουν όλα αυτά, όταν τα κόμματα γίνονται κυβερνήσεις, στηρίζονται (ως κράτος πια) από τα δάνεια τρίτων, και τα χρησιμοποιούν για να παραμείνουν ως φιλόπτωχες κυβερνήσεις, ενώ αυτοί οι δανειστές, όποτε θέλουν τα καθιστούν «επικίνδυνα», καταστρέφοντας κράτη και διαλύοντας κάθε έννοια κοινωνικού ιστού.
~
Δεν έχω άλλες σκέψεις, πλην τούτη: ο πολίτης, διαβάζοντας τα γεγονότα, πως οι τράπεζες (οι διαχειριστές του χρήματος) και τα κόμματα (εξουσίας, γιατί αυτά ορίζουν τους νόμους και πλειοψηφικά τους στηρίζουν), καθώς και τα Μέσα (η οπτική αυτών που ψηφίζουν τα κόμματα) που χρωστάνε και πληρώνονται και από τους δύο άλλους φορείς, βρίσκονται σε ένα γαϊτανάκι που έχει ως ζητούμενο την επιβίωση όλων (των μέσων, των τραπεζών και των κομμάτων) καθώς, αν πέσει ο ένας, καταρρέουν αυτόματα όλοι οι άλλοι, θα σκεφτεί πολύ άσχημα πράγματα για την Δημοκρατία μας.
Και η γυναίκα του Καίσαρα δεν έχει πρόσωπο πια για να τον πείσει πως η «Δανειακή Δημοκρατία» που ζούμε παραμένει Δημοκρατία.
Όλοι στο σπίτι, κοιμούνται. Εγώ, γράφω. Ξημερώνει Σάββατο, 12 Νοεμβρίου του 2011, μία μέρα μετά. Όχι, δεν ξημερώνει τίποτα. Θα αργήσει να ξημερώσει.
Μέχρι τώρα, η τηλεόραση έπαιζε. Κοιμήθηκα λίγο, όσο χρειαζόταν για να ξυπνήσω να ταΐσουμε την μικρή. Άλλες φορές τρώει εύκολα, άλλες δύσκολα. Βγάζει και γουλίτσες, παίρνει και σιρόπι, σαν την μεγάλη της αδελφή.
Φοβάσαι μην χάσεις όσα αγαπάς μόνο όταν γίνει κάτι που σου στερεί την ασφάλεια ότι θα τα έχεις για πάντα. Όπως την ανθρωπιά σου, ξερώ γω. Ή την τιμή σου.
Δάκρυσα σήμερα.
Ήμουν στο γραφείο, και, κάποιοι άνθρωποι χαμογελούσαν. Νικητές. Όχι γύρω μου: στο γυαλί, στις δηλώσεις. Με νίκησαν. Μου είπαν «κοίτα, η απόλαυση να χτυπήσεις έναν άνθρωπο, η απόλαυση να τον πονέσεις, να τον διώξεις, να τον ξεριζώσεις, να τον κοιτάξεις σαν κατώτερο ον, σήμερα, μόλις τώρα, σε εξουσιάζει. Θα αναφέρεσαι σε αυτήν ως Κύριε Υπουργέ μου. Θα την πληρώνεις, θα την τιμάς, θα την σέβεσαι.»
Αλλιώς; Αλλιώς θα χάσω κάτι από μένα.
Την αξιοπρέπειά μου, την ελευθερία μου, τα παιδιά μου το φαγητό τους, η γυναίκα μου τον άντρα της, ο πατέρας μου τον γιο του.
Νίκησαν.
Πονάει λίγο το συκώτι μου. Δεν είναι η πρώτη φορά, με πονάει μέρες τώρα, μάλλον, μήνες τώρα. Πρέπει να πάω να το κοιτάξω, το αμελώ. Να το σημειώσω στο κινητό μου, απέκτησε ημερολόγιο, καλεντάρι. Όμορφο. Τίποτα πια όμως δεν είναι τόσο αθώα όμορφο.
Πονάει το χαμόγελό τους.
Γιατί μου είπαν, κοίτα, μικρέ μου. Δεν χρειαζόμαστε τανκς. Διάολε, δεν χρειάζεται ΚΑΝ να είμαστε ψεύτες! Μπορούμε να πούμε ότι είμαστε ακροδεξιοί, ότι μισούμε όποιον δεν είναι έλληνας, ότι θεωρούμε έναν συνάνθρωπό μας κατώτερο – και πάλι να μπούμε στην κυβέρνηση! Τα κανάλια που μας φώναζαν τόσο καιρό σε όλα τα παράθυρά τους δικαιώνονται, και δεν θα τα ξεχάσουμε. Σήμερα, η ανάγκη της πατρίδας απαιτεί να μας πουν ήρωες – και εσύ, μικρέ μου, μπορείς μόνο να κοιτάς.
Αλλιώς θα γίνεις σαν και μας. Θα λύνεις τις διαφορές σου με γροθιές.
Κάνει λίγο κρύο. Τα κοινόχρηστα ήταν πολύ ακριβά ήδη, φέτος θα μας γονατίσουν. Χοντρότερα ρούχα, και κάλτσες. Θα μπορούσαμε να μετακομίσουμε, και ίσως χρειαστεί να το κάνουμε – αλλά το σπίτι μας αρέσει, έχει χώρο για τα παιδιά, τώρα που είναι μικρά. Ίσως μετά.
Ότι τους έβαλε το ΠΑΣΟΚ, με γονατίζει. Δεν ξαφνιάζομαι για την σύμφωνη γνώμη της Νέας Δημοκρατίας, ξέρω τι θα πεις, αυτοί είναι οι βασικοί εχθροί τους – ποτέ δεν το χώνεψα πλήρως αυτό, αλλά το ΠΑΣΟΚ με γονάτισε. Δεν ήμουν ποτέ ΠΑΣΟΚ, δεν το ψήφισα ποτέ, δεν ήμουν ποτέ κανένα κόμμα άλλωστε, είχα πάντα πολιτική ιδεολογία που δεν καλουπώνεται σε κόμματα, δεν χωράει σε στεγανά. Το είπε το κόμμα και παπαριές – στα αρχίδια μου. Αλλά βλέπεις τους ανθρώπους. Σου πουλάνε έναν σοσιαλισμό. Δεν τους εμπιστεύεσαι αρκετά για να τους ψηφίσεις – αλλά τους εμπιστεύεσαι αρκετά για να τους ακούσεις. Να ψάξεις, ανάμεσά τους, έναν καλό, ίσως τίμιο. Που πάει να αλλάξει κάτι. Εκατον πενήντα τρεις από αυτούς λοιπόν, όσοι παρέμειναν σταθεροί στο «ψηφίζω για τελευταία φορά», δικαίωσαν το σίχαμα της ακροδεξιάς, του παρέδωσαν, ανίκανοι, ανήμποροι να κάνουν αλλιώς, την εξουσία, όσο μικρή και να είναι, ή όσο μεγάλη, την τιμή, την αξιοπρέπειά τους. Εκατόν πενήντα τρεις μικροί άνθρωποι, που θέλουν να λέγονται αριστεροί.
Πες ότι θέλεις, έχε ότι γνώμη θέλεις. Τίποτα αξιοπρεπέστερο για μένα στην βουλή, τίποτα πιο ελπιδοφόρο, από την απόλυτη άρνηση της αριστεράς να συμμετέχει σ’ αυτήν την κυβέρνηση. Τίποτα πιο ελπιδοφόρο.
Δάκρυσα σήμερα.
Μία φίλη, ας την πούμε Δανάη, μου είπε μία ιστορία. Η γιαγιά της, αυτόν τον μήνα, παρέλαβε δύο φακέλους. Στην μία επιστολή, γράφει την σύνταξή της: Τετρακόσια ευρώ. Στην άλλη, έχει την ΔΕΗ. Τριακόσια ενενήντα. «Τι να της πω;» μου λέει.
Τι να της πει;
Στο twitter, πασχίζω να γράψω.
Συνήθως όταν θυμώνω, ξεκινάω και ξεχνάω να σταματήσω. Δέκα, είκοσι, τριάντα tweets συνεχόμενα. Λέω, λέω λέω – μέχρι να νιώσω ότι είπα αυτό που ήθελα, όπως ήθελα να ακουστεί.
Σήμερα, πασχίζω να γράψω. Πασχίζω να ψελλίσω. Πασχίζω να εξωτερικεύσω.
Σε ένα από αυτά, γράφω: «Ευτυχώς μαλάκα μου να λες που το παιδί μου δεν καταλαβαίνει. Ευτυχώς μαλάκα μου να λες που δεν έχω να γυρίσω σπίτι να του εξηγήσω.» Μια κοπέλα μου απαντά: «Εγώ τι εξήγηση και τι διαβεβαίωση για το μέλλον να δώσω στο παιδί μου, που είναι και παιδί μεταναστών;»
Της απαντώ «δύναμη και κουράγιο. Δεν είναι η εικόνα μας αυτή. Συγνώμη.»
Μετά, αφαιρώ ότι δεν είναι απαραίτητο, μένω στην ουσία. Απαντώ: «Συγνώμη.»
Αυτό λέω στην φίλη μου την Δανάη να πει στην γιαγιά της. Συγνώμη.
Έχουμε δακρύσει και οι δύο, και εγώ και η Δανάη – από απόγνωση. Αυτό να της πεις, της λέω. Συγνώμη.
Αυτή η συγνώμη, έχει πατέρα. Έναν φίλο, που ξέρω ότι ψήφισε ΠΑΣΟΚ, που ξέρω ότι είναι τίμιος, που ξέρω ότι τα όχι που έχει πει έκτοτε του έχουν κοστίσει πάρα πολλά, που στις 16:06 μου έστειλε ένα μήνυμα στο κινητό.
«Τι να πω… Συγνώμη»
Σκέφτομαι τον Γλέζο, συχνά. Έχω μεγάλη εκτίμηση, μπορεί να μην συμφωνώ πάντα μαζί του, αλλά είναι άνθρωπος αξιοπρεπής, σπάνια εικόνα. Δίπλα δε στους άλλους, ακτινοβολεί.
Θυμάμαι ότι τον ψέκασαν, ανθρωπάκια, σε μία πορεία που εγώ δεν ήμουν εκεί, και ήταν εκείνος.
Θυμάμαι πόσες ιστορίες έχω ακούσει για όλα εκείνα που εκείνος θυσίασε, και εγώ όχι.
Θα δει τον Βορίδη υπουργό. Αυτός ο άνθρωπος, που του χρωστάω πολλά για την ελπίδα, θα δει τον Βορίδη υπουργό.
Πως να τον κοιτάξω στα μάτια;
Με τι μούτρα να του ζητήσω συγνώμη;
Τηλεοπτικό παράθυρο. Ο Αθανάσιος Πλεύρης γειτονιάζει τον Σπηλιωτόπουλο. Στην μέση, η Στάη. μοιάζει θυμωμένος – δεν πήρε, φαίνεται τίποτα. Αδικήθηκε. Δεν ακούω τι λέει, είμαι πολύ θυμωμένος. Μοιάζει με παιδάκι, σκέφτομαι τον πατέρα του, σκέφτομαι τον Γλέζο.
Είμαι πολύ θυμωμένος, ναι. Αλλά είμαι απόλυτα απογοητευμένος.
Ο βουλευτής, ο πράσινος, ο μπλε, στις 19 Φεβρουαρίου, αν έχουμε Ελλάδα μέχρι τότε, αν έχουμε Ευρώπη, αν έχουμε Σύνταγμα, αν έχουμε βουλή, αν έχουμε δουλειά, αν έχουμε ευρώ ή αν έχουμε δραχμή, στις 19 Φεβρουαρίου ο βουλευτής θα απλώσει το υπέροχο προσωπάκι του, φωτοσοπιασμένος, τριάντα χρόνια νεότερος, με άψογο σακάκι και χτένισμα, και θα γράψει από κάτω κάτι σαν «για να ξαναβρούμε την ελπίδα», ή «για την Ελλάδα», και θα εμφανιστεί, χάρτινος, μονοδιάστατος, στο γυαλί, στην αφίσα,
…και γω θα θυμάμαι την έκφραση του Βέγγου, όταν βλέπει ότι το παιδί του είναι ναζί.
Την πλήρη, απόλυτη, αδιαπραγμάτευτη απογοήτευσή του.
(μόλις το έγραψα, το ξαναδιάβασα αυτό το ποστ. μια συμβουλή: μην το διαβάσεις.)
Δεν ξέρω πως φτάσαμε ως εδώ. Κοιτάω που φτάσαμε, κοιτάω πως να διαφύγουμε, αλλά, πραγματικά, είμαι πολύ, πολυ απογοητευμένος.
Όλα είναι σκατά.
Η κυβέρνηση έχει χάσει κάθε πιθανή λαϊκή εντολή. Το κράτος υπολειτουργεί, σε όλους τους τομείς. Χρήματα λείπουν από παντού, οι πολίτες έχουν σταματήσει να το εμπιστεύονται, βγαίνουν νόμοι αναδρομικοί, σκαρφίζονται κάθε τρόπο, νόμιμο ή ακόμα και παράνομο, με τους πιο γελοίους όρους, για να κλέψουν, στην ουσία, χρήματα από τον πολίτη. Ζητούν να ξανακάνεις περαίωση, ακόμα και αν έχεις ήδη κάνει στο παρελθόν, ακόμα και αν έκανες κάθε-προηγούμενη-χρονιά, ακόμα και αν δεν έχεις τίποτα να κρύψεις. Κρύβουν χαράτσια στους λογαριασμούς της ΔΕΗ για να τα δώσεις, ακόμα και εκβιαστικά. Ταυτόχρονα, κάθε αγορά είδους πολυτελείας γίνεται χωρίς ποθεν έσχες, αποκλειστικά για να ξαναέρθει το χρήμα που την κοπάνησε στο εξωτερικό.
Ταυτόχρονα, κάθε ποσό άνω των πέντε χιλιάδων ευρώ φορολογείται, κάτι που σημαίνει ότι όποιος παίρνει περισσότερα από 380+ ευρώ τον μήνα, καλείται να πληρώσει στο τέλος του χρόνου. Όποιος το σχολιάζει γίνεται λαϊκιστής και λοιδορείται. Οι πολίτες αρνούνται να πληρώσουν. Γκρεμίζοντας κάθε αίσθηση νομιμότητας ή δικαιοσύνης, αρνούνται τις επιταγές του κράτους. Δεν πληρώνω, από δικαίους και αδίκους, ξεσφραγίζουν κουτιά της ΔΕΗ, όποιος θέλει, όπου θέλει, όπως θέλει αρνείται να πληρώσει, αρνείται να υπακούσει. Βγαίνει νόμος για το κάπνισμα στα μαγαζιά, κάποιοι βαράνε πέντε-δέκα ελεγκτές, αρνούνται να ελέγξουν, ο νόμος ισχύει, αλλά δια της ράβδου δεν εφαρμόζεται. Ο κόσμος στέλνει ο,τι να ναι στις εφορίες που δεν έχουν ελεγκτές να δουν τι από αυτά ισχύει και τι όχι. Από την άλλη, το κράτος αλλάζει κάθε-γαμημένη-μέρα τους κανόνες, σήμερα αποδείξεις, αύριο κάρτες, μεθάυριο πάλι αποδείξεις γιατί δεν υπάρχουν μηχανήματα παντού, παραμεθαύριο πάλι κάρτες. Μαζέψτε, μην μαζεύετε, μαζέψτε πάλι. Παράνοια.
Οι μαθητές χωρίς βιβλία ξεκινάνε τις τάξεις, άλλοι κάνουν κατάληψη, άλλοι σπάνε τα σχολεία, καταστρέφουν τα πάντα. Οι εργαζόμενοι στον δήμο απεργούν, δεν απεργούν, κάνουν κατάληψη στις χωματερές, δεν μπορούν να απεργήσουν, παίρνουν λιγότερα πια, είναι πιο ακριβή η απεργία, δεν αντέχουν οικονομικά να διεκδικήσουν, οδηγούνται σε παρανομίες. Παράνοια. Τα σκουπίδια μαζεύονται στους δρόμους, παιδιά σε σχολεία λιποθυμούν από ασιτία, ναι ρε φίλε, από ασιτία, (διαψεύστηκε) γίνονται καταγγελίες, δεν οδηγούν πουθενά. Γονείς χωρίς δουλειά, άνθρωποι χωρίς μέλλον. Κρατήσεις σε δημοσίους υπαλλήλους για την ενίσχυση των ανέργων, μειώνονται διαρκώς οι μισθοί, ανακοινώνεται αύξηση μισθών με το ενιαίο μισθολόγιο, ισχύει – αλλά έχουν ήδη κοπεί όλα τα επιδόματα, δίκαια και άδικα, τελικά είναι μειωμένος ο μισθός.
Οι πολίτες βγάζουν κρεμάλες στους δρόμους, κρε-μά-λες, οι πολιτικοί είναι αδύνατο να περπατήσουν. Γίνονται δηλώσεις ανυπακοής ως επανάσταση από βουλευτές, πνίγονται μετά στην αίθουσα ψηφοφορίας πίσω, όχι μόνο από μισόλογα, αλλά και από ξεκάθαρες δηλώσεις εκβιασμού. Ουδείς ασχολείται. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις έχουν πάρει μία ιδιότυπη ασυλία, ακόμα και αν υπάρχει ξεκάθαρη ευθύνη, καλύπτεται από παραγραφή. Άνθρωποι που από κατηγορητήρια, με στοιχεία, έχουν φάει ότι τρώγεται, που εμπλέξανε γυναίκες, παιδιά, off shore, εκκλησίες, τον θεό τον ίδιο, είτε δεν αγγίζονται, είτε τα ονόματά τους γίνονται γνωστά μόνο κατόπιν διαβουλεύσεων μεταξύ των εμπλεκομένων κομμάτων. Επιχειρηματίες πηδάνε από το παράθυρο, αυτοπυρπολούνται, δεν μαθαίνει κανείς τίποτα.
Τα δελτία ειδήσεων και οι στήλες των εφημερίδων έχουν γεμίζει από αυτόκλητους σωτήρες, κουστουμάτους των δεκάδων χιλιάδων ευρώ που μιλάνε με άνεση για τον κατώτατο μισθό, στρατευμένους δημοσιογράφους που λειτουργούν με εκβιασμούς, απειλές και σκορπίζουν κατηγορίες, και αυθεντικούς γνώστες (και «γνώστες») που αυτοδιαψεύδονται προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσουν ένα σύστημα χωρίς καμία απολύτως σταθερά. Δημοσιογράφοι και «δημοσιογράφοι» που κάνουν τα δελτία τύπου είδηση, και τα ευχολόγια σίγουρο μέλλον. Και ποιοι παρακολουθούν; Επιχειρηματίες που καταρρέουν, μαγαζιά που κλείνουν διαρκώς, άνθρωποι που χάνουν την δουλειά τους, και δεν βρίσκουν ούτε έναν-χρόνο-μετά, μετά από άπειρες αποστολές βιογραφικών, παρακάλια, βύσματα και μέσα.
Άνθρωποι χωρίς μέλλον, που φωνάζουν «να καεί το μπουρδέλο η βουλή», και η φωνή τους ενώνεται με ακροδεξιούς που νομιμοποιούνται σε βουλή και δήμους, που κυκλοφορούν άνετα πλέον με μαχαίρια και λοστάρια, που η φωνή τους ενώνεται με ανθρώπους που δεν έχουν πατήσει στο δημόσιο ούτε μία μέρα, ή στην μονάδα τους ούτε μία μέρα, και όλοι αυτοί βρίσκονται αντιμέτωποι με την πιο ανερχόμενη εργασία αυτήν την στιγμή, τις δυνάμεις ασφαλείας, τα ΜΑΤ, που χτυπούν ακαριαία, δεν λογοδοτούν πουθενά, δημοσιογράφους, πολίτες, παιδιά, χωρίς οίκτο, χωρίς αιδώ. Και έτσι, έχεις άλλον έναν λόγο να μην κατέβεις σε πορείες έτσι και αλλιώς χωριστές, άλλοι εδώ, άλλοι εκεί, και αν είσαι με τους από εκεί να μην μπορείς να τραγουδήσεις τα συνθήματα των από εδώ, συνθήματα έτσι και αλλιώς παρωχημένα, φτιαγμένα από ξύλινους ανθρώπους, αχυρανθρώπους, συνδικαλιστές που δεν μπορούν να απολυθούν, που δεν δούλεψαν ποτέ, που δεν νοιάζονται, μερικοί εκ των οποίων θα γίνουν γενικοί γραμματείς και υπουργοί αύριο, μίας Ελλάδας διαλυμένης.
Μιας Ελλάδας που το μέλλον της εγκλωβισμένο σε σχολές και παρατάξεις, σε μαφία των τάξεων και των εξωθεσμικών, πασχίζει να βρει μία ακτίνα φωτός έξω, έξω όπου και να είναι αυτό. Σκλαβοπάζαρα στην Αυστραλία ή μία τυχερή θέση στην Αγγλία. Μα και έξω να πεινάνε, να μαθαίνουμε τα κόλπα τους, να βαπτίζουμε την απόλυση εφεδρεία, μισούς μισθούς για μισή δουλειά, απλήρωτοι για μήνες, να δουλεύεις και να μην πληρώνεσαι. Να μην πληρώνεσαι αλλα να μην είσαι απολυμένος να πάρεις τουλάχιστον επίδομα. Παράνοια.
Τα κανάλια να παίζουν τις ίδιες αηδίες κάθε μέρα, τα εξώφυλλα των εφημερίδων να εκβιάζουν, πότε για δικό τους όφελος, πότε για μία πατρίδα που έχουν να της εξοφλήσουν το ΙΚΑ πέντε χρόνια τώρα. Ο διπλανός μου να μην κόβει αποδείξεις, ο άλλος να ακριβαίνει ως καρτέλ το ήδη ακριβότερο πετρέλαιο, το γάλα, την τιμή της μονάδας στο κινητό, όλοι μαζί συννενοημένοι να σε χρεώνουν στα 45» πλέον, όχι στα 30», συννενοημένοι, στα μουγγά, και εσύ να μην έχεις ούτε αυτά να δώσεις.
Εταιρίες να μπλέκονται σε σκάνδαλα, εκατομμύρια ανασφάλιστα αυτοκίνητα, να παρακαλάς να μη σε βαρέσει κανένα, κλοπές, πρεζόνια, ημεδαποί και μη με στιλέτα στην τσέπη τα βράδια, ο κάθε Ψωμιάδης να κατουρά σε ένα σάπιο δικαστικό σύστημα, και να βγαίνει γελώντας ενώ μόλις τον πιάσανε γιατί τον κυνηγούσε ιντερπολ και ως φυγά, δίπλα ο άλλος να παθαίνει καρδιακό γιατί χρώσταγε τρία χιλιάρικα. Παράνοια. Σε κάθε προσπάθεια σωτηρίας θα χωθεί και κάποιος τραμπούκος, θα κάνει την ελπίδα στρατευμένη, τελικά θα φύγεις αηδιασμένος, το όνειρο να γίνεται σαπίλα.
Και στις ειδήσεις, να σε απειλούν με όρους ακαταλαβίστικους, σπρεντ, κούρεμα, αγορές, να μην καταλαβαίνεις, να θες πέντε μάστερ να δεις ειδήσεις, ο Πάγκαλος να σου λέει μαζί τα φάγαμε, ο Χρυσοχοϊδης να μιλά για επενδύσεις δισεκατομμυρίων, ο Παπουτσής να δικαιολογεί τον ματατζή που κοπανάει τον άνθρωπο που λέει μη με βαρέσεις, και εμείς να κοιτάμε όταν ατιμώρητα χημικά με σκοπό να δολοφονήσουν ρίχνονται στους αποπνικτικούς χώρους του μετρό, χτυπώνται γιατροί που παρέχουν πρώτες βοήθειες, απλοί άνθρωποι με παιδιά.
Κόμματα υπερχρεωμένα σε τράπεζες, αληθινά χρεωμένα, με δάνεια, πολιτικές χρεωμένες σε επιχειρηματίες που τις κράτησαν ζωντανές, σε Ευρωπαίους, σε Αμερικανούς, σε ισραηλινούς, σε Κύπριους και Τούρκους, σε μπίζνεσμαν, από την Σαουδική Αραβία, στο κεφάλαιο, τους Κινέζους, που μοιράζονται ορυχεία χρυσού, άφαντες μελλοντικές πετρελαιοπηγές, αοζ, που στέλνουν καράβια με γιατρούς στο έλεος των οποίων θέλουν να τα βυθίσουν, απόπειρες δολοφονίας Ελλήνων πρωθυπουργών, φυσικά αέρια, ψυχρός πόλεμος στα πόδια μας, κοιτάμε, χαζεύουμε αμίλητοι.
Και σε όλα αυτά, κανένα μέλλον, καμία διέξοδος, μπροστά μας χρεωκοπία, οι ίδιοι πολιτικοί, οι ίδιες ιδέες, καμία ελπίδα, τίποτα ορατό.
Διαβάζω, τις τελευταίες ημέρες μία προσπάθεια να αποκρυπτογραφηθεί η ιστορία της Amy Winehouse, του Ισλανδού δολοφόνου, ακόμα και του μεγέθους της κυπριακής έκρηξης των πυρομαχικών.
Είτε μόνα τους, είτε σε συνδυασμό, τα άρθρα νιώθω πως έχουν, κατά την ταπεινή μου άποψη, μία δυσκολία να εκφραστούν, μία αμηχανία.
Μια αμηχανία ως προς το αποτέλεσμα της ιστορίας που πραγματεύονται.
Παράλογος ο θάνατος μίας 27χρονης, και κατά γενική ομολογία πετυχημένης κοπέλας, παράλογοι οι λόγοι που οδήγησαν σε μία άνευ προηγουμένου μαζική δολοφονία, παράλογες οι απροσεξίες στην διαχείριση πολεμικού υλικού.
Αδύνατη η κατανόησή τους.
Εγώ πάλι, ξαφνιάζομαι με τις αντιδράσεις.
Είναι παράλογος ο θάνατος της Winehouse όταν, μόλις λίγες ημέρες πριν παραπατά μπροστά στο κοινό της γιουγκοσλαβίας; Όταν, από ότι μαθαίνω αργότερα, ο πατέρας της λέει δημόσια ότι όποιος της προσφέρει τσιγάρο, όχι ναρκωτικά, ή ποτό, ακόμα και τσιγάρο, θέλει το κακό της;
Είναι παράλογη η μαζική δολοφονία όταν υπάρχουν άνθρωποι, ανάμεσά μας, που κοστολογούν την ανθρώπινη ζωή του διπλανού μας, λιγότερη από τον σκοπό τους;
Εϊναι παράλογη η κατάληξη της φύλαξης των πυρομαχικών, όταν έγινε με τέτοιον τρόπο, που, ακόμα και στον πιο ανόητο, αφελή άνθρωπο, θα ήταν αντιληπτό ότι μιλάμε για έγκλημα που περιμένει να συμβεί;
Τι μας προκαλεί άραγε αμηχανία; ότι τα πράγματα κατέληξαν έτσι, ή η αδυναμία μας να τα αντιληφθούμε;
~
Δεν βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω, σε καμία περίπτωση. Δεν είμαι πιο έξυπνος από κανέναν από τους υπόλοιπους. Ξαφνιάστηκα απόλυτα από τον θάνατο της Winehouse – παρότι είχα δει, με τα μάτια μου, την θλιβερή σκηνική της παρουσία στην Γιουγκοσλαβία. Ή, αν θέλετε, σε πιο προσωπικό επίπεδο, εντρομος ανακάλυψα τον καρκίνο της μητέρας μου, παρότι την έβλεπα να καπνίζει τόσα χρόνια.
Προφανώς, δεν ήθελα να δω.
Είναι, υποθέτω, μία φυσιολογική δυναμική άρνησης, είτε πρόκειται για έναν ξένο μύθο, είτε για έναν δικό μας άνθρωπο.
Αλλα, όταν βλέπω κάτι, όταν καταφέρνω να αναγνωρίσω το κακό πριν συμβεί, όταν αλλάζω στρατόπεδο, θυμώνω με αυτούς που δεν βλέπουν τι έρχεται.
~
Δείτε αυτές τις φωτό. Σοβαρά, δείτε τις. Δεν βλέπετε τι έρχεται;
Είναι δυνατόν να ξαφνιαστούμε αύριο; Μετά από όλη αυτήν την γνώση, όλη αυτήν την προειδοποίηση, είναι δυνατόν;
~
Υ.Γ.: Ξαναδιαβάζοντας τούτο το άρθρο, με καθαρό μυαλό, ως τρίτος, μου δίνω την εντύπωση ότι χρησιμοποιώ τις θλιβερές ιστορίες των τελευταίων ημερών, για να περάσω μία ατζέντα για την οποία φωνάζω πολύ καιρό τώρα.
Μπορεί.
Αν και νιώθω βαθιά μέσα μου πως δεν έχω πρόθεση να καπηλευτώ τόσο πόνο, όσο να αναδείξω την επιλεκτική μας αντίληψη των πραγμάτων, θα δεχθώ αδιαμαρτύρητα αν θέλετε να μου προσάψετε αυτό το αδίκημα. Ούτε «μάντης κακών» με άρωμα «σας το ‘πα εγώ» θέλω να γίνω.
Απλως με πονάνε αυτές οι περιγραφές, με πονάνε αυτές οι ιστορίες, με πονάνε αυτές οι εικόνες.
Ας είναι αυτό το ελαφρυντικό μου λοιπόν: Φοβάμαι. Και σας θέλω δίπλα μου για να φωνάξουμε όλοι, και να φοβάμαι λιγότερο.