Πριν από μερικές ημέρες, ο βαρυποινίτης Ίλι Καρέλι στις φυλακές Μαλανδρίνου έμαθε ότι, παρότι τυπικά μπορούσε να αιτηθεί άδεια, δεν θα την έπαιρνε καθώς η απόφαση ήταν αρνητική. Ήθελε να επισκεφτεί την μητέρα του στο εξωτερικό, που ήταν ετοιμοθάνατη.

Εκτός εαυτού, λίγο μετά, αφαίρεσε την ζωή ενός φύλακα, οικογενειάρχη, του Γιώργου Τσιρώνη, πατέρα δύο παιδιών, καρφώνοντας τον στο λαιμό. Ο συνάδελφός του δεν πρόλαβε ούτε καν να αντιδράσει.

Μερικές ημέρες μετά, στον βαρυποινίτη γίνεται μεταγωγή στις φυλακές Νιγρίτας. Μόλις τον βλέπουν, σπεύδουν να καταγράψουν σωρεία χτυπημάτων, υποθέτω για να μην χρεωθούν σ’ αυτούς, και τον βάζουν για ύπνο. Το ίδιο βράδυ, ως απόρροια των χτυπημάτων αυτών, ο Καρέλι αφήνει την τελευταία του πνοή.

Έχει δύο φόνους αυτή η ιστορία. Και έχει πολύ διαφορετικούς δολοφόνους.

Τον ένα φόνο, ξέρουμε ποιος τον έκανε. Ήταν ένας φόνος σκληρός, και πέρα ως πέρα άδικος -ο Τσιρώνης αμφιβάλλω αν είχε παίξει οποιονδήποτε ρόλο στην απόφαση να μην χορηγηθεί άδεια. Ήταν στο λάθος μέρος, στην λάθος στιγμή, στο απονενοημένο διάβημα ενός ανθρώπου που ήθελε μόνο να εκδικηθεί αυτό που ένιωσε ως αδικία.

Τον δεύτερο φόνο, δεν ξέρουμε ακόμα ποιος τον έκανε. Οι ιστορίες ποικίλλουν: τα ΕΚΑΜ εκείνη την ημέρα μεταδίδεται ότι χτύπησαν κόσμο, ίσως και βασάνισαν. Τα τραύματα πάλι, όταν έφτασε στην έμοιαζαν φρέσκα, ίσως έγιναν στην μεταγωγή. Οι δολοφόνοι έδρασαν με αίσθημα εκδίκησης, είτε άμεσα, είτε έμμεσα.

Έχουμε δύο φόνους, παρόμοιους. Για εκδίκηση.

Προσπερνάω τα προφανή: όταν κάποιος είναι φυλακισμένος, το κράτος έχει την απόλυτη ευθύνη για την κατάστασή του. Κανείς δεν μπορεί να κάνει κακό σε έναν άνθρωπο που είναι στο απόλυτο έλεγχο του κράτους. Προσπερνάω τα προφανή: ούτε ένας υπουργός Δημοσίας Τάξης ή Δικαιοσύνης δεν έχει αισθανθεί την ανάγκη να κάνει δήλωση ευθύνης με μία παραίτησή του – παρά τους τόσους νεκρούς των φυλακών. Ούτε ένας. Ποτέ. Προσπερνάω τα προφανή: ποτέ και εμείς σαν κοινωνία δεν επιρρίψαμε ευθύνες για έναν θάνατο στις φυλακές – το θεωρούμε σχεδόν “θεία δίκη”, μία τιμωρία που αξίζει σ’ αυτόν που την παθαίνει.Δεν τιμωρήσαμε ποτέ, κανέναν πολιτικό προϊστάμενο γι’ αυτήν την σαπισμένη κοινωνία των φυλακών που ανέχθηκε.

Σε μία πρόταση, προσπερνάω τα προφανή.

Δεν ξέρουμε ποιος είναι ο φονιάς. Ποιος έδωσε το σημαντικότερο χτύπημα. Ποιος χρέωσε το τέλος στον Ιλι. Δεν ξέρουμε. Ένας. Πολλοί. Ούτε πότε. Ούτε που. Ούτε με τι. Με τα χέρια του. Με το γκλομπ του. Βρίζοντας την μάνα του. Κλωτσόντας. Μπορεί να ήταν ο ίδιος, ο θυμωμένος, αυτός που ήξερε την γυναίκα του Τσιρώνη ή είχε γνωρίσει τα παιδιά του, ή ο συγκρατούμενός του, ή ένας άλλος, που αδιαφορεί για την ανθρώπινη ζωή και πριν μπει, και στα αρχίδια του ένας φόνος ακόμα, αρκεί να έχω την εύνοια, ή το χρήμα. Μπορεί να τον χτύπησαν πολλοί, με μίσος, ή ένας, που ήξερε καλά την δουλειά του, πως να σκοτώσει, ακόμα και σε υπηρεσία. Μπορεί να λερώθηκαν οι στολές τους με αίμα, οι μπότες τους να είχαν σημάδια από τα δόντια του, τα χέρια τους να έχουν ακόμα μόλωπες και σκισίματα.

Και όλοι αυτοί, το μόνο που έχουν να ακούσουν, είναι “καλά να πάθει. Του άξιζε. Ήταν θέμα τιμής η τιμωρία του”

Ξέρεις τι λείπει όμως; Το θάρρος. Αυτό λείπει. Αν είναι θέμα τιμής, λείπει το θάρρος. Λείπει αυτός που θα πει, σταράτα, τίμια, “ναι ρε, εγώ το έκανα, έτσι έπρεπε να γίνει, αίμα για το αίμα του φίλου μου. Αίμα για το δάκρυ των παιδιών και της γυναίκας του”.

Δεν είναι θέμα τιμής, γιατί δεν υπάρχει θάρρος. Γιατί στα μουλωχτά, πολλοί μαζί, ή ένας στα σκοτεινά, άτιμα, κρυμμένα, ύπουλα, πολλοί μαζί σε έναν, ίσως δεμένο, βασανισμένο, δεν έχει θάρρος αυτό. Δεν θα το επικροτούσα ούτε έτσι, μην με παρεξηγήσεις, αλλά θα είχε τουλάχιστον μια ψευτοαξιοπρέπεια, θα είχε τουλάχιστον μια δήθεν ντομπροσύνη, θα εξηγούσε το “καλά να πάθει”, θα δικαίωνε το “ήταν θέμα τιμής”.

Μην γελιέσαι: δεν έχει τιμή η δειλία. Δεν είναι δίκαιος ο δειλός. Δεν έχει τιμή η πράξη του, και το ξέρει- γι’ αυτό κρύβεται. Ξέρει ότι αυτό ήταν άτιμο, ξέρει ότι ήταν ύπουλο, όταν τον πιάσουν, αν τον πιάσουν, θα κρυφτεί όσο μπορεί, και μετά θα σταθεί υποκριτικά στωικός για μια ψεύτικη αξιοπρέπεια να μιλά για τιμές και αξιοσύνη.

Μην γελιέσαι. Δεν είναι ένας. Είναι όσοι τον κρύβουν, είναι όσοι ξέρουν, είναι η ηδονή ότι μπορούν να αφαιρέσουν ατιμώρητα μία ανθρώπινη ζωή κάτω από την καπα του ήρωα που σώζει εμάς, από τους αληθινούς κακούς.

Μην γελιέσαι. Να φοβάσαι περισσότερο αυτόν που στερεί μια ζωή επειδή μπορεί να το κάνει ατιμώρητος, ατιμώρητος από μία κοινωνία που το μόνο που καταλαβαίνει να πει είναι “να αγιάσει το χέρι σου”, και να κρύβεται ακόμα και από αυτό, γιατί είναι δειλός, γιατί μόνο με ένα γκλομπ και ένα όπλο, και έναν δεμένο Ίλι, και άλλους μαζί του γίνεται ήρωας, στα σκοτεινά, ατιμώρητος.

Για σένα λοιπόν που θα πεις «ήταν έγκλημα τιμής» – μην γελιέσαι.

Δεν είναι έγκλημα τιμής.

Είναι έγκλημα δειλίας.

Υ.Γ.1: Αν άντεξες μέχρι εδώ, διάβασε και για τον Νίκο Σακελλίωνα. Κατά διαβολική σύμπτωση, αυτές τις ημέρες κρίνεται η τύχη της δίκης του. Θα χορτάσεις και εδώ μπόλικη δειλία και “προστασία του κοινού συμφέροντος”, σε διαβεβαιώ.

Υ.Γ.2: Αν αναρωτιέσαι γιατί ασχολούμαι με τον Αλβανό βαρυποινίτη, και όχι τον Έλληνα φύλακα, τα εξηγώ καλύτερα εδώ, ρίξε μία ματιά: Εγώ το αφεντικό.

Στις φυλακές Κορυδαλλού, για τους κρατούμενους που ασθενούν, υπάρχει ένα «νοσοκομείο», ο Αγ. Παύλος (ας το πούμε νοσοκομείο, για να μην πούμε τίποτα χειρότερο). Οι ασθενείς εκεί, (οροθετικοί, καρκινοπαθείς, ακρωτηριασμένοι, με εγκεφαλικά) από τις 15/2 ξεκίνησαν απεργία πείνας, και στάση φαρμάκων.

Δεν είναι περίεργο; Ασθενείς να κάνουν απεργία πείνας και -κυρίως- στάση φαρμάκων; Ας δούμε τι καταγγέλλουν οι ίδιοι, και, κυρίως, τι επιβεβαιώνουν τα ρεπορτάζ (ακόμα και από την φιλοκυβερνητική Καθημερινή):

Στο «νοσοκομείο» αυτό, υπάρχουν 60 κλίνες, 60 κρεβάτια. Εκεί όμως φιλοξενούνται πάνω από 220 ασθενείς. Που κοιμούνται οι υπόλοιποι; Είτε μαζί με τους άλλους στο ίδιο κρεβάτι, είτε σε στρώματα στο πάτωμα. Κάποιοι από τους ασθενείς, έχουν μολυσματικές ασθένειες – αλλά επειδή δεν υπάρχει προσωπικό να τους εξυπηρετήσει (δεν υπάρχει κανείς να πλύνει τον ακρωτηριασμένο δηλαδή, ή να τον πάει τουαλέτα), αυτοεξυπηρετούνται. Αυτό σημαίνει ότι όσοι είναι καλύτερα, στέκονται στα ποδια τους, έχουν δυνάμεις, εξυπηρετούν τους υπόλοιπους. Δηλαδή, ασθενείς με μολυσματικές ασθένειες βοηθούν τους ανήμπορούς – ή υγιέστεροι βοηθούν τους μολυσματικούς ανήμπορους.

Αυτές οι συνθήκες, μαζί με άλλες, ακόμα χειρότερες (για παράδειγμα το φαγητό των φυλακισμένων εν γένει είναι δύο ευρώ την ημέρα για τρία γεύματα, δεν υπάρχουν γιατροί, δεν γίνονται εξετάσεις, δεν γίνονται καν αιμοληψίες) οδήγησε στην αύξηση κρουσμάτων όπως η φυματίωση και ο τύφος. Ήτοι, πας στο «νοσοκομείο» με ένα καρδιακό, και είσαι σχεδόν σίγουρο θύμα για να κολλήσεις κι άλλα, πολύ χειρότερα πράγματα.

Απίστευτο; Έ λοιπόν, δεν είναι τόσο.

Πριν από μερικούς μήνες, στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία, ο προϊστάμενος της εισαγγελίας εφετών Θεσσαλονίκης, κοινοποίησε μία επιστολή που έστειλε στους ανωτέρους του. Ήταν η δεύτερη επιστολή, είχε προηγηθεί άλλη μία – και δεν είχε αλλάξει τίποτα απολύτως από τότε.

Τι έλεγε σ’ αυτήν την επιστολή;

Η επιστολή ξεκινούσε με το «ντρέπομαι για τις συνθήκες στις φυλακές» – οπότε καταλαβαίνετε πως πάει η συνέχεια (θυμίζω, είναι προϊστάμενος εισαγγελίας εφετών): Υπάρχουν φυλακές με υπεράριθμους κρατουμένους, που δεν έχουν προσωπικό, και που οι κρατούμενοι (όχι απαραίτητα καταδικασμένοι, θυμίζω, γιατί υπάρχουν και οι προφυλακίσεις πριν τις δίκες, μπορεί να αθωωθούν) δεν προαυλίζονται (ήτοι: δεν βγαίνουν στην αυλή, δεν παίρνουν καθαρό αέρα, δεν βλέπουν ήλιο) για περισσότερους από πέντε ή έξι μήνες.

Δεν βγαίνουν έξω για περισσότερους από πέντε, έξι μήνες.

Προσέξτε τι γράφει ο προϊστάμενος της εισαγγελίας εφετών -για δεύτερη φορά,θυμίζω, υπήρξε και πρώτη, που δεν εισακούστηκε:

«οι κρατούμενοι συνωστίζονται, 15 και 20 άτομα, σε θαλάμους 9 κλινών, χωρίς καμία διάκριση σε ανήλικους και ενήλικους, υπόδικους και κατάδικους, τοξικομανείς, δράστες οικονομικών εγκλημάτων και αδικημάτων με ιδιαίτερη ποινική απαξία»

και

«τονίζοντας ότι η συγκεκριμένη κατάσταση, εκτός των άλλων, εγκυμονεί και σοβαρούς κινδύνους για την υγεία»

Άρα, αυτό που γίνεται στο νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού δεν μοιάζει πια και τόσο απίστευτο. Δυστυχώς όμως, δεν τελειώνει εδώ.

Η αποχή συσσιτίου (που είναι στην ουσία απεργία πείνας, γιατί οι άνθρωποι εκεί είναι πολύ φτωχοί για να φάνε από αλλού) και η αποχή από τα φάρμακα, ξεκίνησε στις 15/2.

Ζήτησαν από την εισαγγελέα να παρέμβει για τις (απάνθρωπες, συμφωνούμε ελπίζω όλοι) συνθήκες – μα (κατά δήλωσή τους) η εισαγγελέας αρνήθηκε να πάει, καθώς έχει οικογένεια και φοβάται για την υγεία της.

Στις 20/2, και αφού έχουν περάσει πέντε ημέρες, οι κρατούμενοι – ασθενείς αποφασίζουν να δημοσιοποιήσουν μόνοι τους τις συνθήκες αυτές, και ανοίγουν έναν λογαριασμό στο twitter με το εύστοχο όνομα @kolastirio, στο οποίο δημοσιεύουν κείμενα και κυρίως φωτογραφίες από την καθημερινότητά τους.

Διάφοροι δημοσιογράφοι ενεργοποιούνται, και η είδηση μπαίνει σε αρκετά, και έγκυρα δημοσιογραφικά sites. Κανάλια αναπαραγάγουν το υλικό, και υπάρχει δημοσιότητα.

Τι αλλάζει; Τίποτα.

Στις 23/2 μία είδηση αναφέρει ότι πάρθηκαν δύο αποφάσεις για τις φυλακές: Ένα, οι κρατούμενοι που έχουν λιγότερα από 10 χρόνια φυλακής και είναι σοβαρά ασθενείς αν έχουν εκτίσει ένα μέρος της ποινής τους, και δεν ανήκουν σε συγκεκριμένες κατηγορίες, απελευθερώνονται, (πιάνει λιγότερους από 30 κρατούμενους στους 230) και δύο, νοσηλευτές θα πάνε στο κολαστήριο.

Έχουμε 4/3.

Θα περίμενε κανείς ότι θα έχουν πάει οι νοσηλευτές. Θα έχουν γίνει οι εξετάσεις. Θα ξέρουμε τι έχει ο κάθε ασθενής. Θα έχουμε τα φάρμακα για να αντιμετωπισθούν οι παθήσεις τους, και αυτές που είχαν πριν, και αυτές που απέκτησαν πηγαίνοντας στο «νοσοκομείο». Κάποιος θα πλένει τους παραπληγικούς, τους ασθενείς με εγκεφαλικά, τους ανήμπορους.

Όχι, δεν έχει αλλάξει τίποτα απολύτως.

Τίποτα.

Κανείς δεν έχει πάει, κανείς δεν έχει διευκολύνει την κατάσταση, κανείς δεν έχει βοηθήσει αυτούς τους ανθρώπους. Συνεχίζουν να αυτοεξυπηρετούνται, και να κοιμούνται στο πάτωμα γιατί δεν χωράνε στα κρεβάτια τους, να κολλάνε ο ένας από τον άλλο τύφο και φυματίωση (και ένας θεός ξέρει τι άλλο), να μένουν κλεισμένοι σε αυτόν τον χώρο, και να κάνουν απεργία πείνας, ελπίζοντας να ακουστούν.

Στο μεταξύ, ένας κρατούμενος-ασθενής αποπειράθηκε να απαγχονιστεί ήδη, και τον γλύτωσαν τελευταία στιγμή.

Μία παρατήρηση σε περίπτωση που δεν είναι κατανοητές οι συνθήκες.

Οι άνθρωποι είναι κρατούμενοι. Δεν είναι ασθενείς νοσοκομείου, που μπορούν να επιλέξουν ένα άλλο, ή να φύγουν, να πάνε να πεθάνουν σπίτι τους, ή να παρακαλέσουν έναν συγγενή τους να τους προσέξει: οι άνθρωποι αυτοί, είναι κρατούμενοί μας. Τους είπαμε «κάνατε ένα λάθος, και να για πληρώσετε, θα πάτε φυλακή». Στερώντας την ελευθερία τους, πήραμε όμως και την ευθύνη τους: αφού δεν μπορούν πια να κάνουν επιλογές για το πως θα ζήσουν, έχουμε υποχρέωση (δική μου εκτίμηση, διαφωνήστε ελεύθερα) να τους παρέχουμε ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης.

Όχι πισίνες και λούσα: την δυνατότητα να έχουν ένα γιατρό όταν αρρωσταίνουν, να μην κοιμούνται στο πάτωμα, να βλέπουν λίγο ουρανό και λίγο ήλιο – και όχι μία φορά κάθε έξι μήνες.

Και κυρίως, λέω εγώ τώρα, όταν οι άνθρωποι αυτοί χρειάζονται την προσοχή μας, να μην πρέπει να σταματάνε το φαγητό και τα φάρμακα για να το πετύχουν.

Και αν τελικά το καταφέρουν, να μην αγνοούνται από το κράτος για ακόμα περισσότερο χρόνο, αλλά τάχιστα, τα όσα λογικά ζητάνε, να μπορούμε να τους τα παρέχουμε.

Και αν γίνεται αυτό, να σηκώνουμε ΕΜΕΙΣ την φωνή μας, και να λέμε «Μισό λεπτό: γίνονται όντως τέτοια πράγματα; ΓΙΑΤΙ;»

Υ.Γ.: Η εισαγγελέας πήγε στις φυλακές τελικά. Για να ασκήσει δίωξη στον άνθρωπο που έβγαλε τις φωτογραφίες και τα βίντεο, έναν ασθενή με λευχαιμία.

Όλα τα link για την ενημέρωσή σας:

  • ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑΣ ΕΦΕΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ «Ντρέπομαι για τις φυλακές» Παναγής Γιαννάκης: «Οι συνθήκες κράτησης δεν εξασφαλίζουν τα ελάχιστα όρια αξιοπρεπούς διαβίωσης»
  • Δίωξη στον κρατούμενο που φωτογράφισε τις συνθήκες στον «Αγ. Παύλο»
  • Ο Αραβαντινός για τις εικόνες φρίκης
  • AP / ABC News. “Κρατούμενοι σε ελληνικό νοσοκομείο φυλακών προχώρησαν σε απεργία πείνας”.
  • Παρέμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για βελτίωση των συνθηκών στο νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού
    9/3/2014: Μία προσθήκη με μεγάλη σημασία: Ο Συνήγορος του πολίτη έχει κάνει δύο χρόνια πριν, το 2012, αυτοψία στο «νοσοκομείο» των φυλακών. Δύο σημεία αξίζει να προσεχθούν: Ένα, η εικόνα που σχημάτισα διαβάζοντας όχι μόνο αγνοήθηκαν τα όσα σημείωνε στην έκθεσή του, αλλά τα πράγματα έγιναν πολύ-πολύ χειρότερα. Και αυτό σημαίνει πρακτικά ότι η ηγεσία γνώριζε, από έμπιστη πηγή για τα προβλήματα, αλλά επέλεξε να αγνοήσει και το πρόβλημα, και τις προτάσεις που της δόθηκαν. Δύο, η μελέτη εμφανίζει ένα θέμα που αξίζει να προσεχθεί, ότι δεν λειτουργεί ως νοσοκομείο, αλλά ως φυλακή – και ως εκ τούτου, προτείνει διαδικασίες που θα κάνουν τους κρατούμενους να μην τρελαθούν (δική μου η σημείωση).

    Είναι τρία PDF αρχεία, όλα πολύ χρήσιμα: http://www.synigoros.gr/?i=human-rights.el.fulakes.161589

    11/3/2014: Έχει ψωμί η ιστορία, και άρα νέες προσθήκες: Ήξεραν. Εμείς δεν ξέραμε, αλλά η κυβέρνηση ήταν εξαιρετικά καλά πληροφορημένη. Και ο τωρινός Υπουργός ήξερε.

    11/3/2014: Δεν σταματά εδώ: Υπάρχουν πολλά κολαστήρια. Ο Β.Καπερνάρος επισκέφτηκε προσωπικά ένα από αυτά, στον Δομοκό, και το έκανε ερώτηση στην Βουλή (έχει και απάντηση). Ενδιαφέροντα σημεία: Οι φυλακές είναι καινούργιες. Οι κρατούμενοι κοιμούνται στο πάτωμα (είδες υπουργέ μου που κοιμούνται κάποιοι στο πάτωμα;). Το κράτος, και εδώ, έχει ενημερωθεί για τις συνθήκες. Δεν υπάρχει προσωπικό – γιατί δεν υπάρχουν λεφτά ούτε για το υπάρχον. Το άρθρο έχει ημερομηνία 3 Σεπτεμβρίου 2013.

  • Κάπως πρέπει να το συμφωνήσουμε αυτό. Πρέπει να το συμφωνήσουμε, να βρούμε μία σταθερά, έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης.

    Πειθαρχική δίωξη εναντίον κρατουμένου που πάσχει από λευχαιμία, γιατί «διέρρευσε» μέσω κινητού στα κοινωνικά δίκτυα φωτογραφίες από το νοσοκομείο «Αγιος Παύλος» των φυλακών Κορυδαλλού άσκησε η αρμόδια εισαγγελέας. Η αντίδραση της εισαγγελικής λειτουργού στον θόρυβο που προκλήθηκε από τη διάδοση των σοκαριστικών εικόνων, που θυμίζουν άλλες εποχές, ήταν άμεση – ωστόσο όχι προς την κατεύθυνση που αναμενόταν.

    Η κοινωνία μας έχει νόμους, έτσι; Νόμους. Κανόνες. Και λέει λοιπόν, εγώ θα πληρώσω κάποιους από εμάς, όταν οποιοσδήποτε από εμάς παραβεί τους κανόνες, τους νόμους, αυτοί οι κάποιοι θα τον συλλάβουν, θα τον δικάσουν για να ακούσουν τα επιχειρήματά του, και αν έχει, τελικά άδικο, θα τον κλείσουν σε ένα κελί.

    Οι κρατούμενοι στον «Αγιο Παύλο» βρίσκονται σε αποχή από το συσσίτιο από τις 17 Φεβρουαρίου, καταγγέλλοντας τις τριτοκοσμικές συνθήκες που επικρατούν στο νοσοκομείο (κατ’ όνομα – δεν υπάρχει καν η δυνατότητα αιμοληψίας). Ο «Αγ. Παύλος» έχει δυναμικότητα 60 κλινών, αλλά εκεί κρατούνται 215 ασθενείς. Οι 130 είναι οροθετικοί, ενώ οι υπόλοιποι είναι καρκινοπαθείς, καρδιοπαθείς, παραπληγικοί κ.ά. Σε θαλάμους που προορίζονται για επτά άτομα, στοιβάζονται 18, που κοιμούνται σε διπλά κρεβάτια*. Το τελευταίο διάστημα έχουν εμφανιστεί και κρούσματα φυματίωσης σε οροθετικούς, τα οποία λόγω έλλειψης προσωπικού αργούν να διαγνωστούν, με αποτέλεσμα να τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η υγεία τους. Μεταξύ άλλων, οι κρατούμενοι ζητούν να υποβληθούν σε εξετάσεις, ώστε να διαπιστωθεί εάν πάσχουν και από άλλη νόσο πέρα από εκείνη για την οποία νοσηλεύονται, ούτως ώστε να λάβουν την κατάλληλη θεραπεία, αλλά και να ενισχυθεί η δομή με εξειδικευμένο προσωπικό. Τυπικά το νοσοκομείο είναι ενταγμένο στο ΕΣΥ, αλλά η μετάβαση δεν υλοποιήθηκε ποτέ.

    * Και στο πάτωμα. Σε στρώματα στο πάτωμα.

    Ναι; Ναι. Έτσι συμφωνήσαμε όλοι. Όποιος παραβεί τους κανόνες, θα του στερήσουμε την ελευθερία του. Την ελευθερία να κινείται, να τρώει ο,τι θέλει, να κοιμαται ο,τι ώρα θέλει, την ελευθερία του.

    Ετσι συμφωνήσαμε.

    «Κυρίως διαμαρτύρονται για το γεγονός ότι έχουν αφεθεί στην τύχη τους», λέει στην «Κ» η κ. Ρόζα Κοβάνη, εκ μέρους της Πρωτοβουλίας για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων. «Η εισαγγελέας, ενώ πηγαίνει 1 – 2 φορές την εβδομάδα στις άλλες φυλακές, είχε να περάσει δύο μήνες από το νοσοκομείο, παρά τα τεράστια προβλήματα και τις συνεχείς καταγγελίες». Οπως κατήγγειλαν οι ίδιοι οι κρατούμενοι, η εισαγγελέας είπε ότι φοβάται μην κολλήσει κάτι, «έχω οικογένεια». Προχθές, ωστόσο, μετέβη στον «Αγιο Παύλο» προκειμένου να ασκήσει δίωξη για τη χρήση κινητού.

    Αυτούς που συλλάβαμε, πρόσεξέ με τώρα εδώ γιατί δυσκολεύει, δεν θα το ακούσεις από αλλού, πρόσεξε: αυτούς που συλλάβαμε, και τους φυλακίσαμε, μ’ αυτούς κάναμε μία συμφωνία. Ένα συμβόλαιο τιμής.

    Στο μεταξύ, η αποχή από το συσσίτιο που ξεκίνησαν την περασμένη Δευτέρα οι 187 από τους 209 κρατουμένους του νοσοκομείου (δεν συμμετέχει ο θάλαμος 9, που είναι μη αυτοεξυπηρετούμενοι, κατάκοιτοι κρατούμενοι) έχει ήδη εξελιχθεί και τυπικά σε απεργία πείνας. «Θεωρητικά έως τώρα μπορούσαν να αγοράζουν τρόφιμα από το μπακάλικο της μονάδας, αλλά έτσι κι αλλιώς οι περισσότεροι δεν έχουν λεφτά», εξηγεί η κ. Κοβάνη. «Πλέον πολλοί έχουν αρχίσει κανονική απεργία πείνας, ενώ έχουν καταθέσει και τα φάρμακά τους. Δεν έχουν άλλον τρόπο διαμαρτυρίας πέρα από το σώμα τους».

    Θα σε φυλακίσω, γιατί εγώ είμαι καλύτερος από εσένα και υπακούω τους κανόνες, και εσύ είσαι χειρότερος, και σε φοβάμαι. Θα σε κλείσω φυλακή και θα έχω τον απόλυτο έλεγχο της ζωής σου. Δεν θα φας ότι θέλεις εσύ, δεν θα φύγεις πριν σου πω εγώ, αν το πω εγώ μπορεί να πεθάνεις εδώ μέσα. Εγώ βάζω τους κανόνες, είπαμε εμείς, ως κοινωνία, και η ζωή σου είναι δική μου.

    Ωραία; Ωραία.

    Σημειώνεται ότι τροπολογία του υπουργείου Δικαιοσύνης που προβλέπει την αποφυλάκιση καταδίκων που εκτίουν ποινές έως 10 χρόνια και πάσχουν από σοβαρές ασθένειες, η οποία ψηφίστηκε προχθές στη Βουλή, «πιάνει» λιγότερους από 30 από τους εν λόγω κρατουμένους.

    Και αναλάβαμε τον έλεγχο της ζωής τους.

    Και την ευθύνη, βέβαια. Να το θυμόμαστε αυτό, και την ευθύνη.

    «Είναι 226 και 136 από αυτούς έχουν AIDS, άλλοι είναι ακρωτηριασμένοι και άλλοι τρεις με εγκεφαλικά, είναι μια κατάντια», σχολίασε μεταξύ άλλων ο αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Σωφρονιστικών Υπαλλήλων, Αντώνης Αραβαντινός, στον αέρα του RealFm και στους Άκη Παυλόπουλο, Μάνο Νιφλή, για τις εικόνες φρίκης στο νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού.

    Γιατί την ξεχάσαμε την ευθύνη.

    Όταν λοιπόν πήραμε τον ρόλο του κριτή, πήραμε τον ρόλο του θεού, του σωστού και δίκαιου, και ειπαμε σ’ αυτούς «είστε παράνομοι», πήραμε και την ευθύνη τους.

    «Θα είχαμε μπει και εμείς στη λογική να κάνουμε απεργία πείνας για αυτούς τους ανθρώπους που διαμαρτύρονται. Αλλά επειδή μπορεί να κάνουμε κι εμείς απεργία πείνας για τη δική μας κατάσταση, κρατάμε δυνάμεις», σχολίασε αρχικά ο κ. Αραβαντινός για τις διαμαρτυρίες σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στο νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού

    Εχουμε ευθύνη απέναντί τους. Και όσο μεγαλύτερη εξουσία έχεις σε έναν άνθρωπο, τόσο μεγαλύτερη ευθύνη έχεις, απέναντί του.

    Εμείς. Όχι κάποιος οποιοσδήποτε, εμείς, εγώ, εσύ, εμείς. Εμείς, η κοινωνία.

    …και συνέχισε: «Έχουν 226 στο νοσοκομείο. 136 από αυτούς έχουν AIDS, υπάρχουν ακρωτηριασμένοι άνθρωποι, τρείς με εγκεφαλικά. Είναι μια κατάντια. Έχουν 21 συγκρατούμενους τους να τους φροντίζουν, γιατί δεν υπάρχουν υπάλληλοι. Όλοι αυτοί, συνυπάρχουν σε έναν όροφο», πρόσθεσε.

    Εγώ και εσύ. Οι καλύτεροι απο αυτούς, οι πιο νόμιμοι από αυτούς, αυτά είναι τα έργα μας.

    Σήμερα, μόλις, ένας εξ αυτών, πήγε να κρεμαστεί. Τον έσωσαν τελευταία στιγμή.

    Είναι καλά. «Γλύτωσε». Για να γυρίσει πάλι εκεί;

    «ΟΙ Ελληνικές φυλακές, είναι εγκαταλειμμένες διαχρονικά. Από το 2002 ίσως και μετά, το μόνο που κοίταξαν είναι να βάλουν σύρματα πάνω από τις φυλακές για να μην φεύγουν. Με 2 ευρώ την ημέρα πρέπει να βγάλουμε τρία γεύματα. Γίνεται», αναρωτήθηκε ο κ. Αραβαντινός και συνέχισε: «Γιατί σας φαίνεται ότι είναι άλλη η εικόνα του νοσοκομείου από την εικόνα της χώρας; Αυτά είναι μια συσσωρευμένη αδράνεια. Μην την πιστώσουμε στην τελευταία πολιτική ηγεσία».

    Και βέβαια, δεν είναι μόνο στο νοσοκομείο το πρόβλημα. Είναι ευρύτερο πρόβλημα των φυλακών.

    «Οσον αφορά την Υποδιεύθυνση Μεταγωγών Δικαστηρίων Θεσσαλονίκης, εκεί, κ. υπουργέ, η κατάσταση είναι θλιβερή και επιεικώς απαράδεκτη. Οι συνθήκες κράτησης, μη συνάδουσες προς το νομικό πολιτισμό και τις πολιτισμικές μας αρχές, δεν εξασφαλίζουν τα ελάχιστα όρια αξιοπρεπούς διαβίωσης» αναφέρει ο εισαγγελέας, επισημαίνοντας ότι «οι κρατούμενοι συνωστίζονται, 15 και 20 άτομα, σε θαλάμους 9 κλινών, χωρίς καμία διάκριση σε ανήλικους και ενήλικους, υπόδικους και κατάδικους, τοξικομανείς, δράστες οικονομικών εγκλημάτων και αδικημάτων με ιδιαίτερη ποινική απαξία».

    Τα ίδια ακριβώς ισχύουν για τους χώρους κράτησης αλλοδαπών και όλα τα κρατητήρια των Αστυνομικών Τμημάτων του Νομού Θεσσαλονίκης, όπου κρατούνται καθημερινά γύρω στα 350 άτομα, κατά μέσον όρο. Η κράτηση μπορεί να φτάσει και τους 9 μήνες, αναφέρει ο κ. Γιαννάκης, τονίζοντας ότι η συγκεκριμένη κατάσταση, εκτός των άλλων, εγκυμονεί και σοβαρούς κινδύνους για την υγεία.

    «Το απάνθρωπο και παντελώς απαράδεκτο όμως είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί, επειδή τα καταστήματα κράτησης δεν διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή, επί πέντε και έξι μήνες δεν προαυλίζονται, που σημαίνει ότι καθ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα δεν βλέπουν ήλιο» σημειώνει.

    Αυτοί, που εξουσιάσαμε την ζωή τους. Γιατί φοβόμαστε εμείς, αυτούς.

    Εμείς οι νόμιμοι και ηθικοί, αυτούς τους παράνομους και ανήθικους.

    Άκου ειρωνεία.

    Υ.Γ.: Ζητάω συγνώμη, δεν συνηθίζω να κλέβω ολόκληρα άρθρα, αλλά έπρεπε να ειπωθούν αυτά. Να διαβαστούν με το ζόρι. Τα τρία άρθρα που παραθέτω, είναι από την Καθημερινή, και το Enikos.gr Το τρίτο δεν το παραθέτω ολόκληρο, διαβάστε περισσότερα σε προηγούμενο ποστ. Τα έντονα γράμματα δικά μου.

    Συχνά, γράφω για να θυμάμαι. Γίνονται πράγματα γύρω μου, και γω δεν θέλω να τα ξεχάσω, δεν θέλω να ξεχάσω τι σκεφτόμουν, τι θέση πήρα, τι αποστάσεις, γιατί τις πήρα.

    Γράφω για να θυμάμαι, και, δεν το κρύβω, παρότι δεν θέλω, γράφω και γι’ αυτούς που με διαβάζουν. Γράφω για να ακούσουν κάτι άλλο από το δελτίο των οκτώ, να ακούσουν κάτι άλλο από την πεπατημένη, το εγκεκριμένο σχόλιο, την απολυμασμένη, στεγνή γνώμη που πλασάρεται σαν είδηση.

    Γράφω γιατί όλα αυτά σερβίρονται ως «η κοινή γνώμη», και δεν ανέχομαι να μιλάνε για λογαριασμό μου – έχω φωνή, έχω μυαλό, κάνω λάθη, παίρνω θέσεις, να το δούμε ρε παιδιά, να δούμε αν η λέξη που θα βγει από την διαδικασία της σκέψης μου είναι λάθος, να την κρίνουμε όλοι μαζί.

    Αλλά να ακουστεί.

    Ετσι κάνω, συχνά, συχνότατα.

    Τόσο αίμα, τόσοι νεκροί, τόσες ελπίδες, τόση σκληρότητα, ρίξε μια ματιά στο blog μου, τα πολεμάω, με λέξεις, αυτές έχω, μία τετραετία την ψήφο μου, και μετά λέξεις, σκέψεις, ελπίδα. Ελπίδα ότι αυτό που φαίνεται παράλογο σε μένα, θα φανεί και σε σένα, και θα με κρίνεις, και μπορεί να πεις συμφωνώ, και αν συμφωνείς, μπορεί να το αλλάξεις λίγο, δεν θέλω τίποτα άλλο, δεν θέλω παρά να με ακούσεις, μπορεί να είμαι σωστός, μπορεί να έχω μία βάση, να μην είμαι τελείως παράλογος, και αν έτσι, ίσως το αλλάξουμε αυτό που μας πονάει, πες, και τους δύο.

    Και γράφω.

    Άπειρες λέξεις, άπειρες σκέψεις, τι έχω καταθέσει, τι έχω απλώσει, την καρδιά μου, γιατί μυαλό δεν εχω, το ξέρω, πες ότι έχω καρδιά, αν μετράει σε κάτι, ας έχω αυτό, δεν ξέρω αν είναι λογικό και στέκει στο μυαλό όλο αυτό, αυτό θα στο πουν άλλοι, εγώ θέλω στην καρδιά να σε χτυπήσω, με την καρδιά μου, να σου πω γιατί, γιατί να πεθάνει αυτός, ή εκείνος, μην μείνεις στα excel, σκέψου, με την καρδιά σκέψου, γιατί να γίνει έτσι, να το αλλάξουμε, αν το λέει και η δική σου η καρδιά σου να το αλλάξουμε.

    Και μετά, πνίγονται παιδιά στο Φαρμακονήσι.

    Και πνιγόμαστε και εμείς στο λογικό, στο κύματα, οι διασώστες, το ναυτικό, να μας πλήξουν πολιτικά, και πας να ξεχαστείς, να ξεχάσεις πως είναι να πνίγεται μία γυναίκα, ένα παιδί, χωρίς σωσίβιο, (γιατί χωρίς σωσίβιο; γιατί;), γιατί από έναν πρωθυπουργό που θέλει να διώξει παιδιά από τους βρεφονηπιακούς σταθμούς, γιατί να γίνεται έτσι, με την καρδιά να στο πω – αντέχεις; να σου φωνάξω, αντέχεις, αντέχεις να σκεφτείς ένα παιδί να πνίγεται, κλαίγοντας, σε έναν υγρό τάφο μία κρύα φουρτουνιασμένη νύχτα, ενώ η μάνα του ουρλιάζει, ο πατέρας του ουρλιάζει, χωρίς σωτηρία, χωρίς σωσίβιο, αντέχεις; μπορείς να το σκεφτείς; αν δεν αντέχεις γιατί γαμώτο δεν το αλλάζεις; για το επόμενο παιδί, γιατί δεν το αλλάζεις, γιατί δεν το –

    – και δεν βγαίνουν οι λέξεις. Πέθανα, είμαι σαν νεκρός. Είναι σαν να μιλάω στον καθρέφτη, και να βλέπω τον απέναντι να κλαίει, αλλά να είμαι μόνο εγώ. Είναι αποκαρδιωτικό. Γύρω μου φωνές από ντάνσινγκ, και voice, και Μήτρογλου, και τα πανηγύρια για τις «εντολές Σαμαρά», και ‘γω να μιλάω μόνος μου σε έναν καθρέπτη, σε κάποιον που ξέρει ο,τι ξέρω, και κάνει ο,τι μπορεί, και το μόνο που νιώθει ότι μπορεί να κάνει είναι να μιλάει, μα να μην αλλάζει τίποτα.

    Και όπως πνίγονται παιδιά τον Νοέμβριο, να ξαναπεθαίνουν τώρα, σαν να μου λένε αν δεν μάθεις από το λάθος σου, που δεν έπεισες αυτούς τους ανθρώπους να μην ανέχονται πνιγμένα παιδιά, πρώτα αυτό, να ΜΗΝ ΑΝΕΧΟΝΤΑΙ – τόσα πράγματα, το Mall, τα πεταμένα εκατομμύρια της περιφέρειας, τους φυλακισμένους χωρίς προαυλισμό, έστω ρε φίλε, ΕΣΤΩ ρε φίλε τα πνιγμένα παιδιά, πόσο δύσκολο είναι να τους κάνεις να θυμώσουν για τα πνιγμένα παιδιά, να ΓΡΑΨΟΥΝ ΜΙΑ ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΓΡΑΜΜΗ ΣΤΟ FACEBOOK ρε φίλε, ο,τι και να είναι, αριστεροί, δεξιοί, όπου και αν πιστεύουν, τόσοι σε διαβάζουν, ΜΙΑ ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΓΡΑΜΜΗ ότι λυπήθηκαν, ότι θύμωσαν, αν δεν το κατάφερες ούτε αυτό, πες μου ρε φίλε τι σκατά μπορεί να νομίζεις ότι άλλαξες με τις λέξεις.

    Μια γαμημένη γραμμή στο γαμημένο το facebook, και δεν νιώθω ότι καταφέρνω ούτε καν αυτό.

    Ούτε ένα «λυπάμαι».

    Τι να γράψω λοιπόν για τα παιδιά; Με ποια καρδιά να σε χτυπήσω; Αυτήν την στιγμή καταθέτω τα όπλα μου.

    Αν δεν σε έχω πείσει δέκα χρόνια τώρα λέξεων, ένα, δύο, δέκα πνιγμένα παιδιά δεν σώζουν ούτε εμένα, μα ούτε και σένα.

    Αυτά είχα να πω, μην σε πειράξει, έτσι είναι τα blog, για τον συντάκτη τους μιλάνε πρώτα. Για τις χαμένες λέξεις του.

    Υ.Γ.: Μακάρι άλλοι να γράψουν. Ίσως έχουν καρδιά, ελπίδες και κουράγιο.

    Η εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς κ. Πόπη Παπανδρέου, ασκεί δίωξη πριν από μερικές ημέρες εις βάρος 25 ατόμων. Όλοι δουλεύουν στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, ή έχουν άμεση σχέση με δάνεια που έδωσε το ΤΤ και τα οποία κρίνονται ως ύποπτα για απιστία τελεσθείσα από κοινού.

    Είχαμε ανάγκη -έστω και μόνο- αυτήν την δικαιοσύνη λέω εγώ. Αλλά.

    Μία εκ των 23, είναι η Αναστασία Σακκελαρίου, νυν διευθύνουσας συμβούλου του ταμείου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας (ΤΧΣ), τότε μέλος της επιτροπής που διαχειρίστηκε τα δάνεια που δόθηκαν στην εταιρία Demco του Κοντομηνά.

    Δεν έχω ευρύτερη εικόνα, αν έχω κάνει κάποιο λάθος διορθώστε με ως εδώ.

    Ως εδώ όμως, γιατί από εδώ και πέρα, το πράγμα σοβαρεύει – πολύ.

    Ασκείται λοιπόν η δίωξη, και γίνονται τα εξής ύποπτα:

    Πρώτον, η Σακελλαρίου ΔΕΝ παραιτείται. Παραμένει διευθύνων σύμβουλος του ΤΧΣ, και βγάζει και ανακοινώσεις (ως ΤΧΣ) για το θέμα – παρότι είναι ύποπτη, και έχει ασκηθεί δίωξη εναντίον της.

    Δεύτερον, την Σακελλαρίου ΔΕΝ την απολύουν – ούτε την θέτουν σε κάποιας μορφής αργία. Παραμένει διευθύνων σύμβουλος του ΤΧΣ, και βγάζει και ανακοινώσεις (ως ΤΧΣ) για το θέμα – παρότι είναι ύποπτη, και έχει ασκηθεί δίωξη εναντίον της.

    Τρίτον, ο Υπουργός Οικονομικών, Γ.Στουρνάρας, βγαίνοντας από το Μαξίμου, νιώθει την ανάγκη να ΣΤΗΡΙΞΕΙ την κυρία Σακελλαρίου:

    Έπειτα από συνάντηση με τον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, στο Μέγαρο Μαξίμου, κατά την οποία ο κ. Στουρνάρας παρείχε ενημέρωση εν όψει της έλευσης της Τρόικας, τις επόμενες ημέρες, ο υπουργός ρωτήθηκε: «Υπάρχει θέμα με την κυρία Σακελλαρίου του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας;».

    «Κοιτάξτε, εγώ έχω πλήρη εμπιστοσύνη και σεβασμό στη Δικαιοσύνη, αλλά έχω επίσης και πλήρη εμπιστοσύνη στην κυρία Σακελλαρίου, στο ήθος της, στην επαγγελματική της κατάρτιση και κυρίως στη δουλειά που κάνει μέχρι τώρα» απάντησε ο κ. Στουρνάρας.

    Αντιλαμβάνεστε τι γράφω εδώ; Δεν επιδέχεται αμφισβητήσεως, η Σακελλαρίου παραμένει στην θέση της, παρότι έχει ασκηθεί δίωξη εναντίον της, μία δημόσια θέση, συναφέστατη με το αντικείμενο για το οποίο κατηγορείται, και ο Υπουργός Οικονομικών την καλύπτει, με μία μοναδική δήλωση, σύμφωνα με την οποία και η δικαιοσύνη θέλει να κάνει σωστά την δουλειά της, και ο ίδιος έχει να καταθέσει ότι έχει πλήρη εμπιστοσύνη στο ήθος και την επαγγελματική της κατάρτιση!

    Μισό-λεπτό.

    Εγώ δεν λέω ότι είναι ένοχη η Σακελλαρίου, και οπωσδήποτε δεν λέω ότι είναι αθώα. Δεν ξέρω την συμμετοχή της, μπορεί να μην έπαιξε ρόλο. Δεν ξέρω πόσο καιρό πχ ήταν στο ΔΣ που ενέκρινε το δάνειο, δεν ξέρω αν το δάνειο είναι παράνομο, αν προκλήθηκε ζημιά στο δημόσιο, με ποιον τρόπο. Δεν εχω ιδέα.

    Αλλά η εισαγγελία θεώρησε σωστό να την συμπεριλάβει. Μπορεί να δώσει εξηγήσεις, και να μην υπάρχει θέμα. να την καλέσουν να απολογηθεί, και να πάψουν την δίωξη στο πρόσωπό της μισή ώρα μετά. Μπορεί να της ζητήσουν και δημόσια συγνώμη που την ενέπλεξαν, δεκάρα δεν δίνω.

    Ο Υπουργός γιατί την στηρίζει;

    Τι ανάγκη έχει, ενώ κινείται η νομική διαδικασία, να εκφράσει δημόσια την στήριξή του; Είναι κουταμάρα, δεν ξέρει ότι έτσι θα επηρεάσει την δικαιοσύνη; Έχει πρόθεση να την επηρεάσει; Έχει πρόθεση να πει «κανονίστε την πορεία σας, έχει την στήριξή μου;»

    Γιατί;

    Εκτός από το απαράδεκτο του να επηρεάζει ένας υπουργός με τον χείριστο τρόπο την δικαιοσύνη, έχει σημασία και το γιατί.

    Τι επιδιώκει;

    Ο Τέκι Τσαν έχει μία εξήγηση, τεκμηριωμένη – εγώ όπως είπα, δεν έχω ιδέα.

    Το μόνο που σκέφτομαι, είναι ότι για να παρέμβει με τέτοιον θρασύ τρόπο, πλήρως ατιμώρητα, ο υπουργός οικονομικών υπέρ υφισταμένου του και μάλιστα ενώ έχει ασκηθεί δίωξη εναντίον του, δύο πολύ ξεκάθαρα πράγματα συμβαίνουν:

    α) Η διαδικασία έχει μολυνθεί, γιατί πλέον ακομα και αν όντως δεν έχει σχέση η ίδια, κάθε αθώωσή της εμπεριέχει την υποψία ότι έγινε επειδή ο κορυφαίος υπουργός της κυβέρνησης είπε «αυτήν, ξεχάστε την»,

    β) Αφού η ίδια δεν δίνει, έστω και τυπικά, είτε την παραίτησή της, είτε έστω εθελοντική αργία για να μην εργάζεται στο ΤΧΣ όσο είναι ύποπτη (για απιστία κατά του κράτους!), η διαδικασία της «αθώωσής της» δεν γίνεται εν αγνοία της γιατί είναι αφελής άνθρωπος, αλλά εν πλήρη γνώσει και ξεκάθαρη θέση.

    Εμένα, αφήστε με, γίνομαι έξαλλος όταν μου τρίβουν στην μούρη μου τέτοιες ανομίες. Γίνομαι έξαλλος, βρίζω, φωνάζω, χαλάω τον κόσμο. Παίρνω θέση, γράφω κείμενα, γράφω tweets, διαμαρτύρομαι.

    Εσάς δεν σας ενοχλεί;

    Και αν δεν σας ενοχλεί αυτό, πότε θα ενοχληθείτε πια; Πότε θα αντιδράσετε; Πότε ο κόμπος της ανομίας και του θράσους θα φτάσει επιτέλους στο χτένι της υπομονής σας;

    Αν η μόνη μας ελπίδα είναι η δικαιοσύνη, γιατί την αφήνουμε να μολύνεται ατιμώρητα;

  • Εδώ, μία εξήγηση του για ποιον λόγο κατηγορούνται για το δάνειο στην εταιρία Demco του Κοντομηνά. Για να καταλάβετε για τι πράγμα μιλάμε.
  • Εδώ, το πόρισμα της εισαγγελέως Πόπης Παπανδρέου
  • Δεν είχα σκοπό να ξεκινήσω το 2014 έτσι, αλλά τα γεγονότα μου έριξαν μία κατακέφαλη, και έτσι αναγκάζομαι να υποχωρήσω για να κάνω μία αναφορά, να θυμάμαι αύριο βρε αδελφέ γιατί φτάσαμε ως εδώ.

    Από την εκπομπή Live, με την Αντωνοπούλου, προσκεκλημένος μεταξύ άλλων ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Κρεμαστινός. Θέμα, η αντίδραση βουλευτών του ΠΑΣΟΚ στον νόμο που ζητούσε να πληρώσουν €25 όσοι νοσηλεύονται σε νοσοκομείο (και που αποσύρθηκε).

    Υπόψιν: ο νόμος είχε δύο διατάξεις: το €25 της νοσηλείας, και το €1/ανα συνταγή για το οποίο δεν έγινε καμία διαμαρτυρία, και δεν αποσύρθηκε ποτέ.

    Πηγαίνουμε στο 49:50″ της εκπομπής:

    Αντωνοπούλου: Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με τον κ. Κρεμαστινό, για το θέμα του 25ευρου κ.Κρεμαστινέ, γιατί υπάρχει και η, η κριτική η οποία γίνεται στους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ ότι το ψηφίσατε, δεν ξέρατε τότε τι ψηφίζατε; Ή, ή είχατε πει «ναι μεν το ψηφίζουμε αλλά μάλλον δεν θα εφαρμοστεί»;

    Κρεμαστινός: Κοιτάξτε, το έχω πει πολλές φορές, θα το πω άλλη μία: Δυστυχώς, τα μέτρα που ψηφίζονται το Σαββατοκύριακο, δηλαδή σε νομοσχέδια άσχετα με το αντικείμενο, νομοσχέδια του Υπουργείου Οικονομικών, στην ουσία οι βουλευτές ψηφίζουν στήριξη ή μη της κυβέρνησης, ή την δυνατότητα της χώρας να πάρει -ή να μην πάρει- το δάνειο την Δευτέρα, που συνέρχεται το Eurogroup.

    Αντωνοπούλου: Άρα λέτε λοιπόν…

    Κρεμαστινός: …που σημαίνει…

    Αντωνοπούλου: …εκβιαστικά, εντός εισαγωγικών ή εκτός.

    Κρεμαστινός: …που σημαίνει, που σημαίνει, ότι από την πρώτη στιγμή οι βουλευτές έχουν αντιρρήσεις πάνω σ’ αυτά που ψηφίζουν, γεγονός που το έχουν δείξει πολλές φορές, απόδειξη ο ΦΠΑ, που και στα τρία μνημόνια ψηφίστηκε, και τελικώς, δεν εφαρμόστηκε. Στην παραμεθόριο από την αρχή, τώρα ο ΦΠΑ στο κέντρο της Αθήνας στην κεντρική χώρα, ελαττώθηκε. Δεν είναι λοιπόν αυτό επιχείρημα. Αντιθέτως η ουσία είναι ποια;

    Αντωνοπούλου: …Δεν είναι επιχείρημα ότι οι βουλευτές δεν συμφωνούν με αυτά τα οποία ψηφίζουν; Θέλω να πω..

    Κρεμαστινός: …όχι…

    Αντωνοπούλου: …δηλαδή είναι σαν να μας λέτε τώρα, ότι η πίεση αν θα πάρουμε ή όχι την επόμενη δόση…

    Κρεμαστινός: …βεβαίως, είναι σωστό…

    Αντωνοπούλου: …ψηφίζετε διαρκώς πράγματα με τα οποία δεν ψηφ- δεν συμφωνείτε!

    Κρεμαστινός: ..βεβαίως, διότι εάν την Δευτέρα παραδείγματος χάριν η Ελλάδα δεν πάρει τα πέντε δις, κινδυνεύει να μην είναι συνεπής προς τους δανειστές, να χρεοκοπήσει, και αν δεν δανειστεί μία χώρα, έχει καταδικαστεί σε θάνατο.

    Αυτό είναι το κοινοβούλιο σήμερα. Έτσι ακριβώς σώζεται αυτή η χώρα.

    Οι δανειστές μας, υφαρπάζουν την ψήφο των βουλευτών με την απειλή της επόμενης δόσης. Οι βουλευτές μας εξαναγκάζονται να ψηφίσουν διατάξεις και νόμους που δεν θέλουν. (μία παρένθεση εδώ: το να ψηφίσω πράγματα που δεν θέλω, δεν στέκει σε κανένα λογικό μυαλό. Η ψήφος είναι αναφορά θέσης. Αυτό είναι το νόημά της. Το ψηφίζω αυτά που δεν θέλω, είναι προσβολή στην νοημοσύνη -ή, πολύ χειρότερα πράγματα, θα το αναλύσω άλλη φορά) Εξαναγκάζονται λοιπόν να ψηφίσουν νόμους για όλους μας που οι ίδιοι δεν θέλουν. Οι νόμοι αυτοί ψηφίζονται, η δόση από τους δανειστές έρχεται. Ύστερα, και ενώ έχει έρθει η δόση, οι βουλευτές αντιδρούν στους ψηφισμένους φόρους, μετακυλούν μέρος του προβλήματος (μόνο τα €25 της νοσηλείας ΟΧΙ το €1 ανα συνταγή που είναι απείρως -κατ’ εμέ- χειρότερο) ΑΦΟΥ έχει ενεργοποιηθεί, σε έναν άλλον φόρο.

    Την απολαμβάνω την δημοκρατία μας, πραγματικά.

    Δηλαδή, σε λίγες προτάσεις: Είπαμε ψέμματα στην βουλή, ψέμματα στους δανειστές, ψέμματα στον λαό.

    Είμαστε οι Έλληνες βουλευτές και εμείς θα σώσουμε αυτήν την ρημάδα την χώρα, έτσι ακριβώς.

    Έτσι ακριβώς.

    Υ.Γ.: Μην ξεχαστούμε, γιατί άλλο το ένα, άλλο το άλλο: Εγώ, που είμαι γνωστός αφελής και συνωμοσιολόγος δεν-το-συζητώ, άκου τι σκέφτηκα: Η κυβέρνηση πέρασε δύο νόμους, γιατί στην ουσία ήθελε το ένα ευρώ ανά συνταγή που θα είναι το πιο προσοδοφόρο, και τα υπόλοιπα από τα τσιγάρα ή αντίστοιχο μέτρο – αλλά έφερε έναν νόμο για κάψιμο με σκοπό να ενισχύσει την λαϊκή βάση του συγκυβερνώντος κόμματος που θα «αντιδρούσε», η τρόικα το ήξερε ότι δεν θα γίνει όπως ψηφίστηκε και γι’ αυτό δεν αντιδρά, αλλά αντιλαμβάνεται την ανάγκη για συνοχή της κυβέρνησης, και για λόγους μεγαλύτερων εντυπώσεων όλο αυτό ξεκίνησε αφότου τέθηκε σε πράξη το μέτρο, και όχι νωρίτερα. Αλλά είμαι ένας αφελής συνωμοσιολόγος, βγάζω δράκους από το κεφάλι μου, μην μου δίνεις καμία σημασία.

    Τόση εμπιστοσύνη έχω στην κυβέρνηση, στο συγκυβερνών κόμμα, και στην τρόικα – το λιγότερο που πάει στραβά σε όλο αυτό.

    Καλά ξεκινάει το 2014 πάντως, όσο να πεις.

    Έχω πει πολλές φορές, και δεν είναι ούτε παραμύθι, ούτε υπεκφυγή, πως δεν ξέρω ποιο είναι το καλύτερο οικονομικό σύστημα για την Ελλάδα. Δεν ξέρω.

    Μπορεί να είναι ο κομμουνισμός, ο σοσιαλισμός, ο φιλελευθερισμός, ο ευρύτερος καπιταλισμός – μπορεί να είναι και ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός, η αναρχία δεν ξέρω, δεν έχω ιδέα. Μακάρι να ήξερα.

    Πιστεύω σε πέντε, δέκα σταθερές. Για παράδειγμα, να τρώνε όλοι οι άνθρωποι. Αυτό, μου μοιάζει λογικό αίτημα. Να ντύνονται, επίσης. Να έχουν μία σταθερή θερμοκρασία, να μην κρυώνουν. Να έχουν μία στέγη. Πρόσβαση στην υγεία, πρόσβαση στην παιδεία, πρόσβαση στην παγκόσμια πληροφορία, δικαιοσύνη και ελευθερία.

    Αυτά μου μοιάζουν λογικά. Ακόμα και αυτά, να φανταστείς, είναι δύσκολα για μένα. Να φάνε όλοι, ναι, μα πόσο φαγητό; Τι φαγητό; Πόση υγεία; Πόσο μεγάλη στέγη; Ακόμα και αυτά, τα πλησιάζω με επιφυλάξεις. Αλλά είναι μία λογική σταθερά. Η παντελής έλλειψή τους με κάνει να αντιδρώ.

    Χαίρομαι ειλικρινά τους ανθρώπους που γνωρίζουν. Ειλικρινά. Τους υπέρμαχους του καπιταλισμού, του σοσιαλισμού, του κομμουνισμού, του φιλελευθερισμού, της αναρχίας. Έχουν σταθερές θέσεις, ξέρουν τι θέλουν, είναι ικανοί να προβλέψουν το οικονομικό – κοινωνικό μέλλον, πως θα ήταν τα πράγματα αν γινόντουσαν με το σύστημα που επέλεξαν να υποστηρίζουν, και γιατί πάμε κατά διαόλου (συνήθως γιατί δεν ακολουθούμε το σύστημα που επέλεξαν να υποστηρίζουν). Ξέρουν τι θέλουν, και πως θα το πετύχουν, και το θαυμάζω αυτό. Και όσους μπορούν δε, να παραδεχθούν και όταν έκαναν λάθος, κατά τι περισσότερο.

    Αυτό είναι μία μικρή εισαγωγή για τους καινούργιους – οι παλιοί, μάλλον το προσπέρασαν λίγο κουρασμένα, τα λέω τα ίδια πράγματα εδώ και μπόλικα χρόνια. Αλλά πρέπει να καταλάβεις πως σκέφτομαι , όπως έχω ξαναπει, δεν λέω ότι έχω δίκιο, λέω την γνώμη μου.

    Πάνε τώρα διάβασε αυτό το άρθρο: Δεν γίνονται όλα μαζί

    Το έχει γράψει ο Old Boy, και γενικά, συμφωνώ μ’ αυτά που γράφει ο Old Boy. Αλλά τούτο δεν είναι διαφήμιση, μπορεί να μην σ’ αρέσει το άρθρο, κανένα πρόβλημα, δεν θα μιλήσουμε αποκλειστικά επ’ αυτού. Διάβασέ το, μα μην παραλήψεις να διαβάσεις και τα σχόλια.

    Περιμένω.

    Γύρισες; Ωραία. Ο old boy τα χώνει στο υπάρχον σύστημα για αναισθησία, κάποιοι από τους σχολιαστές του του απαντούν ότι δεν είναι πιο ευαίσθητος από αυτούς, και αν δεν είναι έτσι τα πράγματα, θα ήταν πολύ-πολύ χειρότερα.

    Ώπα. Ώπα αδελφε, γιατί εδώ έχουμε όντως πρόβλημα:

    Ποιος βάζει το μέτρο;

    Για να έχουμε μία κοινή γραμμή, διάβασέ το όπως είναι, ή αν προτιμάς ξέχνα ότι είναι έτσι τώρα η κατάσταση, πες ότι είναι τούμπαλιν, πες ότι η αριστερά έκανε κουμάντο και τα έκανε σκατά, και ερχόταν ο δεξιός και της έλεγε κοίτα, κοίτα τι γίνεται, και ο αριστερός έλεγε «ναι, αλλά με μνημόνιο θα ήταν χειρότερα».

    Δεν με νοιάζουν οι πλευρές – άλλωστε οι καιροί αλλάζουν. Το ερώτημα παραμένει:

    Ποιος βάζει το μέτρο;

    Υπάρχει θέμα εδώ. Υπάρχει θέμα όταν η πλευρά που οδηγεί την κατάσταση λέει «ναι, αλλά η άλλη κατάσταση, θα ήταν πολύ χειρότερη». Αντί για έναν νεκρό από μαγκάλι, πχ, θα είχαμε πενήντα. Εκατό.

    Υπάρχει ένα θέμα εδώ, γιατί ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΕΤΣΙ, τότε μπορούμε να χάσουμε και άλλους ΤΩΡΑ. Να χάσουμε άλλα πέντε παιδιά. Άλλα δέκα. Αύριο το πρωι είναι μετρήσιμα αποδεκτό να πεθάνουν άλλοι σαράντα άνθρωποι από αναθυμιάσεις. Αφού η άλλη επιλογή έχει πενήντα; Μοιάζει λογικό. Θα σώζαμε δέκα ανθρώπους. Ποιος δεν θέλει να σώσει δέκα ανθρώπους; Μόνο ένας μισάνθρωπος, υποθέτω.

    Αυτό, είναι το πρόβλημα των διλημμάτων. Αυτό ακριβώς. Προτιμάς να χάσεις ένα πόδι, ή ένα χέρι; Να χάσεις την γυναίκα σου, ή το παιδί σου; Κομμουνισμό ή Καπιταλισμό; Ευρώ ή δραχμή; Πενήντα νεκρούς, ή σαράντα;

    Έχει καμία λογική αυτή η σκέψη; Μου φαίνεται πως είναι η λογική του θηρίου, αδυνατώ να την προσεγγίσω. Τι έγιναν οι άνθρωποι που θα έλεγαν «κανένας νεκρός»; «Έστω και ένας είναι λάθος»;

    Να το θέσω αλλιώς: Γιατί να έχουμε νεκρούς από αναθυμιάσεις; Είναι προαπαιτούμενο; Είναι δέκα χιλιάδες σπίτια χωρίς ρεύμα λέει σήμερα η ΔΕΗ. Δέκα χιλιάδες σπίτια που κάθε βράδυ ζεσταίνονται με κεριά(!), με μαγκάλια, που δεν μπορούν να ζεστάνουν το φαγητό τους ή να κάνουν ένα ζεστό μπάνιο.

    Είναι απαραίτητο να ζουν έτσι; Υπάρχει κάποιο σύστημα που να επιβάλλει (όχι να προβλέπει, να επιβάλλει, να απαιτεί) να ζουν έτσι είκοσι, τριάντα χιλιάδες τυχεροί που έχουν και σπίτι να μείνουν; Πως το υποστηρίζεις τότε; Αναγνωρίζω ότι αν ήταν αλλιώς (όπως το θέλεις το αλλιώς, δεν θα μονομαχήσουμε γι’ αυτό το αλλιώς) θα είχαμε πιο πολλούς νεκρούς – αλλά είμαστε εμείς ικανοί να βάλουμε ζυγαριές;

    Και, ακόμα χειρότερα, ΓΙΑΤΙ να το κάνουμε;

    Επειδή δεν πήραμε τον άλλον δρόμο (που ήταν χειρότερος, καλύτερος, ο,τι θες), δικαιούμαστε τώρα να αφήνουμε κόσμο χωρίς φαι, στέγη, τροφή, ρεύμα, νερό;

    Δεν μπορούμε να κόψουμε ΑΠΟ ΠΟΥΘΕΝΑ, ΜΑ ΑΠΟ ΠΟΥΘΕΝΑ, για να βοηθήσουμε αυτούς τους ανθρώπους; Τους συνανθρώπους μας, τους συμπολίτες μας;

    Και αν ναι, τέλος πάντων, αν είναι η θυσία που πρέπει να γίνει, για χάρη της κουβέντας, να το δεχθώ.

    Να το δεχθώ.

    Πόσοι;

    Πείτε μας, όσοι ενστερνίζεστε αυτήν την θέση, ΠΟΣΟΙ. Πόσοι θα πεινούσαν με τον άλλον τρόπο, που οραματίζεστε ως κόλαση, για να ξέρουμε ΠΟΣΟΙ είναι δικαιολογημένο να ταλαιπωρηθούν, να θυσιαστούν τώρα, να ξέρουμε πότε τέλος πάντων λαϊκίζουμε όσοι έχουμε μαγκώσει το «προνόμιο της ευαισθησίας», να ξέρουμε να βγάλουμε ΕΜΕΙΣ τον σκασμό, να πούμε ΕΜΕΙΣ περίμενε, περίμενε, είμαστε ακόμα κάτω από τον στόχο.

    Πόσοι.

    Είστε τόσο καλοί στις προβλέψεις. Πείτε πόσοι θα πείναγαν, θα κρύωναν, θα πέθαιναν «αλλιώς», να ξέρουμε στους πόσους να αρχίσουμε να οργιζόμαστε.

    Στους πόσους έχουμε δικαίωμα να αντιδρούμε. Να ξέρουμε πότε σταματάει η κόλαση που θα ζούσαμε, και αρχίζει η κόλαση που ζούμε τώρα. Να ξέρουμε πότε κάνατε λάθος, πότε έγινε λάθος ο θάνατος ενός ανθρώπου γιατί δεν περίσσευαν 20 ευρώ στο κράτος (τόσο θα αρκούσε, καθαρό ρεύμα είκοσι ευρώ τον μήνα για ένα σπίτι, μία οικογένεια), πότε έγινε λάθος όλο αυτό, και πότε να ζητήσουμε ευθύνες γι’ αυτό το λάθος.

    Να ξέρουμε ως πότε να βγάζουμε τον σκασμό εμείς τέλος πάντων.

    Υ.Γ.: Ξαναλέω: σε κάθε περίπτωση. Και τούμπα να έρθουν τα πράγματα, το ίδιο άρθρο, εδώ θα μείνει, θα το διαβάζουμε μαζί, και τότε. Μαζί. Για τους ίδιους ακριβώς γαμημένους λόγους.

    Κοίτα τι σκέφτομαι:

    Ο Γρηγορόπουλος, πριν πέντε χρόνια, το 2008, δολοφονείται από σφαίρες αστυνομικού, ο οποίος παρεξηγήθηκε από την (ας πούμε) λογομαχία που είχαν πριν, πάρκαρε το αυτοκίνητο πιο κάτω, επέστρεψε, και τον πυροβόλησε εν ψυχρώ.

    Δεν αμφιβάλλω ότι οι περισσότεροι στεναχωρέθηκαν. Μπορώ να πιστέψω, ότι είπαν, τουλάχιστον, ”κρίμα το παιδί”.

    Και μετά;

    Η 13χρονη Σάρα, πριν λίγες ημέρες, πέθανε από ασφυξία – η μητέρα της δεν είχε χρήματα να πληρώσει το ηλεκτρικό, και ζεσταινόταν το βράδι με μαγκάλι.

    Δεν αμφιβάλλω ότι οι περισσότεροι στεναχωρέθηκαν. Μπορώ να πιστέψω, ότι είπαν, τουλάχιστον, ”πω πω τι έπαθε το κοριτσάκι”.

    Και μετά;

    Ο Νέλσον Μαντέλα πεθαίνει σήμερα, και σύσσωμες οι χώρες εκφράζουν την λύπη τους – μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.

    Δεν αμφιβάλλω ότι οι περισσότεροι στεναχωρέθηκαν. Μπορώ να πιστέψω ότι είπαν, τουλάχιστον, ”Έφυγε μία ιστορική μορφή”.

    Και μετά;

    Και μετά;

    Στεναχωρηθήκαμε λοιπόν με τα γεγονότα αυτά. Εκφράσαμε την λύπη μας, είτε ως χώρα, είτε ως άνθρωποι. Είπαμε τον λόγο μας, σκύψαμε το κεφάλι, αλλά διορθώσαμε τίποτα;

    Ο Γρηγορόπουλος πέθανε γιατί αυτός που τον δολοφόνησε ήταν ένας άνθρωπος που δεν θα έπρεπε να φέρει όπλο. Του δώσαμε το δικαίωμα να το κουβαλά, χωρίς να εξασφαλίσουμε ότι είναι ψυχολογικά ικανός να το κάνει. Διορθώσαμε αυτήν την παράβλεψή μας; Φέραμε στα ίσα αυτήν την αδικία; Κάναμε τους ελέγχους που έπρεπε ώστε, αυτοί που έχουν νομιμοποιημένη εξουσία να ασκούν βία, να ξέρουμε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι είναι ψυχολογικά ικανοί να το κάνουν;

    Όχι. Δεν το κάναμε.

    Είναι καλύτερος ο κόσμος μετά από αυτό;

    Όχι, δεν είναι.

    Η 13χρονη πέθανε επειδή η μητέρα της βρέθηκε να χρησιμοποιεί μία συσκευή που ήταν επικίνδυνη. Εμείς την αναγκάσαμε να την χρησιμοποιεί, γιατί δεν της δώσαμε (ως κοινωνία, ως κράτος) καμία νόμιμη εναλλακτική όταν μπήκε το κρύο, ούτε καν να έχει ελάχιστη δυνατότητα να ζεστάνει το παιδί της, ή ένα πιάτο φαϊ, χωρίς αυτό να καταστεί εν δυνάμει επικίνδυνο. Διορθώσαμε αυτήν την παράλειψή μας; Φέραμε στα ίσα αυτήν την αδικία; Αλλαξαμε την διαδικασία ώστε να μην παγώνουν οι άνθρωποι και να έχουν ΟΛΟΙ, ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ το ελάχιστο ρεύμα, νερό, και φαγητό;

    Όχι. Δεν το κάναμε.

    Είναι καλύτερος ο κόσμος μετά από αυτό;

    Όχι, δεν είναι.

    Ο Νέλσον Μαντέλα έγινε ίνδαλμα για πολλούς ανθρώπους, πολεμώντας τον ρατσισμό, την κατηγοριοποίηση των ανθρώπων, για τα ανθρώπινα δικαιώματα – και φυλακίστηκε, άδικα, γι’ αυτό. Εμείς, κρατάμε ακόμα ανοιχτές ΣΗΜΕΡΑ τις Αμυγδαλέζες, με ανθρώπους φυλακισμένους αποκλειστικά και μόνο επειδή μπήκαν “παράνομα” στην χώρα – ενώ αυτό αποτελεί παράβαση διεθνών κανονισμών που τονίζουν ξεκάθαρα ότι αυτό δεν αποτελεί λόγο κράτησης, φυλακίζοντας ανθρώπους για πάνω από έξι μήνες χωρίς προαυλισμό (απλώς και μόνο γιατί δεν έχουμε αρκετό προσωπικό) και αναγκάζοντας προϊσταμένους εισαγγελίας εφετών να μιλούν για ντροπή, και κατάφωρη παραβίαση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

    Όχι μόνο δεν κάναμε αυτά που πρέπει, εδώ επιμόνως κάνουμε τα ακριβώς αντίθετα.

    Έχω μία απορία:

    Είμαστε ειλικρινείς όταν στεναχωριόμαστε, ή είμαστε ειλικρινείς όταν δεν αλλάζουμε αυτά που προκαλούν αυτά που μας στεναχωρούν;

    Πότε λέμε ψέματα; Πότε είμαστε υποκριτές;

    Γιατί στον φυλακισμένο δεν μπορούμε να του πούμε “ξέρεις, λυπάμαι για τον Μαντέλα”, γιατί θα μας πει ΚΑΙ ΕΓΩ; ΕΙΜΑΙ ΤΩΡΑ, ΕΔΩ, ΖΩΝΤΑΝΟΣ, ΚΑΙ ΑΔΙΚΟΥΜΑΙ, αν λυπάσαι, ΑΠΕΝΕΙΜΕ ΜΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ!”

    Στην οικογένεια της γιαγιάς και της εγγονής στο Κορδελιό δεν μπορούμε να της πούμε “λυπάμαι για την Σάρα” γιατί θα μας πει “ΚΑΙ ΕΓΩ; ΠΑΓΩΝΩ ΣΤΟ ΚΡΥΟ ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ, αν λυπάσαι, ΒΟΗΘΗΣΕ ΜΕ ΝΑ ΣΩΘΩ!”

    Στον άνθρωπο που του ανοίγουν το κεφάλι στο Σύνταγμα ενώ φωνάζει “μη με χτυπήσεις” δεν μπορούμε να του πούμε “λυπάμαι που ο αστυνομικός άσκησε αδικαιολόγητη βία” γιατί θα μας πει “ΚΑΙ ΕΓΩ; ΒΟΗΘΗΣΕ ΜΕ ΝΑ ΔΙΑΔΗΛΩΣΩ ΕΙΡΗΝΙΚΑ, αν λυπάσαι, ΠΡΟΣΤΑΤΕΨΕ ΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΧΥ ΤΟΥΣ!”

    Προσωπικά, δεν έχω άμεσο πρόβλημα με αυτούς που λένε “καλά έπαθε ο μολοτοφόρος”, “την ηλίθια την μάνα σκότωσε το παιδί της”, ή “ψόφος στον αράπη”. Είμαστε απέναντι εμφανώς, δεν κρύβονται. Δεν θα λύσουν τις Αμυγδαλέζες, θα φτιάξουν και άλλες. Δεν θα αφοπλίσουν τους ανίκανους αστυνομικούς, θα τους δώσουν μεγαλύτερη εξουσία. Δεν θα δώσουν ρεύμα στους φτωχούς, θα κόψουν από περισσότερους. Δεν θα απονείμουν δικαιοσύνη, δίκαιο θα είναι μόνο το χρώμα του δέρματος, και το χρήμα στις τσέπες.

    Δεν περιμένω από αυτούς να αλλάξουν τον κόσμο.

    Αναρωτιέμαι όμως, για εμάς που στεναχωριόμαστε. Για εμάς που νοιαζόμαστε, λίγο ή πολύ. Για εμάς που έχει σημασία να μην αδικείται ο άλλος απλώς γιατί είναι ξένος, που έχει σημασία να μην παγώνει από το κρύο ο φτωχός, ή να μην βγάζει τα προσωπικά του ο ένστολος γιατί έλαχε να κουβαλάει μαζί του κουμπούρι ή δακρυγόνο, ή βόμβα κρότου-λάμψης.

    Από αυτούς που μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, από αυτούς περιμένω πολλά.

    Μου φαίνεται σαφές ότι θα φτωχύνουμε εμείς περισσότερο για να έχουν οι φτωχοί λίγο ρεύμα μέσα στην ημέρα. Μου φαίνεται σαφές ότι θα κλείνει περισσότερο η Αθήνα, ή ότι θα “μαυρίζει η εικόνα μας στο εξωτερικό” γιατί θα δίνουμε την ελευθερία να γίνονται περισσότερες πορείες διαμαρτυρίας, αντίδρασης και αγώνα – χωρίς το ξύλο, τα δακρυγόνα, και τις “προληπτικές προσαγωγές” σε αθώους. Μου φαίνεται σαφές ότι θα πρέπει να κοντραριστούμε με όποιο τίμημα με την Ευρώπη για να αρθεί η υποχρέωσή μας με το Δουβλίνο 2 “όποιος μπήκε από την Ελλάδα, επιστρέφει στην Ελλάδα” – ώστε να μην κρατάμε, άδικα και παράνομα, φυλακισμένους σε κλουβιά ζώων, ή να χάσουμε κάτι ακόμα από την οικονομία μας ως πολίτες, αν χρειάζεται, ώστε οι φυλακισμένοι μας να έχουν αρκετό προσωπικό για να χωριστούν σε κατηγορίες με βάση το έγκλημά τους, και να βλέπουν τον ήλιο της αυλής της φυλακής καθημερινά, και να μην στερούνται βασικά ανθρώπινα δικαιώματα..

    Έμενα πάντως, μου φαίνεται σαφές. Δεν είναι ένα τίμημα που ηρωικά θα πληρώσω, είναι ένα διαρκές λάθος μου, που επιβάλλεται να διορθώσω άμεσα. Και μου φαίνεται πολύ ξεκάθαρο ότι δεν μπορώ να στεναχωριέμαι για τα αποτελέσματα αυτών των ενεργειών μου, αλλά όχι για τις ενέργειες που οδήγησαν εκεί.

    Και το ερώτημά μου, ένεκα της ημέρας είναι ξεκάθαρο λοιπόν:

    Πότε είμαστε ειλικρινείς;

    Γιατί και έτσι, και αλλιώς δεν γίνεται.

    Βολεύει, βέβαια, αλλά δεν γίνεται.

    «Από δω, οι νεκροί από μαγκάλι από εδώ. Μικρό παιδί; Ενήλικο, ανήλικο; Μάλιστα. Δεξιά, στο βάθος. Υπάρχει σειρά, κύριοι, υπάρχουν διαδικασίες. Εδώ. Η μητέρα του παιδιού; Ξένη; Τα χαρτιά σας, παρακαλώ. Δεν έχετε; Μην ανησυχείτε, κυρία μου, το σύστημα έχει προβλέψει. Απέλαση, μα θα υπάρξει μέριμνα, είναι στο εγχειρίδιο. Απλώς θα αναφερθεί αύριο, για τα προσχήματα. Να, το λέει εδώ, «μία μέρα καθυστέρηση», βλέπετε; Ελάτε, μην κλαίτε, όλα είναι κανονισμένα, υπάρχουν χαρτιά, νόμοι, οδηγίες. Ο κύριος; μετανάστης; Περάσατε από τα σύνορα κύριε, παράνομα. Στο κελί σας. Ο,τι λέει ο κανονισμός ακολουθώ, θα απελευθερωθείτε όταν έρθει η σειρά σας. Έλα Γεωργίου, περιμένουν κι άλλοι, μην καθυστερούμε, υπάρχει πρόγραμμα. Ναι, η επίσημη πρόβλεψη είναι έξι μήνες στο κελί σας, αλλά αυτά αλλάζουν, καταλαβαίνετε. Να, πάρτε λίγο χαρτί τουαλέτας για τις πληγές από το μαστίγωμα των συνόρων. Όπως λέει ο κανονισμός, έχει προβλεφθεί. Α, ναι, κυρία μου, σας είπα, θα παίξει το θέμα σας. Μεταξύ 8:32’ – 8:37’, πανελλαδικά. Είστε τυχερή, τα θύματα της κρίσης έχουν ιδιαίτερη μεταχείριση, ίσως παίξετε και δεύτερη μέρα, αν όλα πάνε καλά. Το πρωτόκολλο απαιτεί συμπόνια, αντιλαμβάνεστε. Όχι κυρία μου, τουλάχιστον δύο ημέρες λέει ο κανονισμός, μην είστε υπερβολική, περιμένουν και άλλα θύματα. Τουλάχιστον, αν έχετε την καλοσύνη, ανακατέψτε λίγο τα μαλλιά σας, και να θυμάστε να κοιτάτε χαμηλά, η φτώχεια θέλει οίκτο και ντροπή, το λέει το εγχειρίδιο. Πολλή δουλειά, πολλή. Αλλά αξίζει τον κόπο, αν είναι για να σωθεί αυτή η χώρα. Γεωργίου, βγάλε μου σε παρακαλώ το χαρτί. Το πως να ζείτε με πέντε ευρώ την ημέρα, ναι. Προσέθεσε το «Μην διαμαρτύρεστε – κάνει κακό στην αρτηριακή πίεση», και διένειμέ το. Και για το τζάκι, τι να καίνε και τι όχι. Τις οδηγίες κρίσεως. Τι έχουμε μετά, λοιπόν; Α, οι δηλώσεις, ναι. Μισό, να δω το εγχειρίδιο. Δύο “τους καταλαβαίνουμε τους πολίτες”, τρία ”δεν θα μονοπωλήσετε τον ανθρώπινο πόνο” και ΑΝ χωρέσει, ας βάλουμε και ένα “είναι σκληρές οι διαπραγματεύσεις”. Υψηλοί τόνοι, ναι. Ορίστε, πες να στείλουν το δελτίο. Για τους ανέργους αύριο, δεν προλαβαίνουμε. Το σύστημα έχει προβλέψει όμως για εσάς, θα παίξετε τρία λεπτά περισσότερα, ένεκα της καθυστέρησης. Όχι ρε παιδιά, διαβάστε τις οδηγίες, όχι μαζί απολύσεις στο δημόσιο και άνεργοι. Όλα είναι υπό έλεγχο. Ναι, Γεωργίου, μικρή κάσα, μικρό παιδί είναι. Θα πληρώσει η μητρόπολη αν δεν πληρώσει ο δήμος, ναι. Χριστιανή, καλύπτεται. Τίποτα δεν είναι ανεξέλεγκτο. Όλα είναι προβλεφθέντα, υπάρχουν διαδικασίες, για όλα. Είμαστε μέσα στα όρια, να, κοίτα εδώ, εδώ κοίτα, εδώ Γεωργίου, πέντε νεκροί λέει το πλάνο, δεν έχουμε θέμα, είμαστε στα όρια, δεν θα ξεπεράσουμε το πλαφόν. Υπάρχουν χαρτιά για όλα, είναι όλα προβλέψιμα, οδηγίες. Δεν ξαφνιάζεται πουθενά η διαδικασία, δεν ξεφεύγει τίποτα από τον έλεγχο.

    Είμαστε κράτος εμείς, κρατάμε τα ηνία.

    Ρε Γεωργίου; Κλαις ρε Γεωργίου;

    Περίμενε, να σου δώσω ένα χαρτομάντιλο – το γράφει εδώ, στις οδηγίες.»

    Διάβασε:

    Οσον αφορά την Υποδιεύθυνση Μεταγωγών Δικαστηρίων Θεσσαλονίκης, εκεί, κ. υπουργέ, η κατάσταση είναι θλιβερή και επιεικώς απαράδεκτη. Οι συνθήκες κράτησης, μη συνάδουσες προς το νομικό πολιτισμό και τις πολιτισμικές μας αρχές, δεν εξασφαλίζουν τα ελάχιστα όρια αξιοπρεπούς διαβίωσης» αναφέρει ο εισαγγελέας, επισημαίνοντας ότι «οι κρατούμενοι συνωστίζονται, 15 και 20 άτομα, σε θαλάμους 9 κλινών, χωρίς καμία διάκριση σε ανήλικους και ενήλικους, υπόδικους και κατάδικους, τοξικομανείς, δράστες οικονομικών εγκλημάτων και αδικημάτων με ιδιαίτερη ποινική απαξία».

    Τα ίδια ακριβώς ισχύουν για τους χώρους κράτησης αλλοδαπών και όλα τα κρατητήρια των Αστυνομικών Τμημάτων του Νομού Θεσσαλονίκης, όπου κρατούνται καθημερινά γύρω στα 350 άτομα, κατά μέσον όρο. Η κράτηση μπορεί να φτάσει και τους 9 μήνες, αναφέρει ο κ. Γιαννάκης, τονίζοντας ότι η συγκεκριμένη κατάσταση, εκτός των άλλων, εγκυμονεί και σοβαρούς κινδύνους για την υγεία.

    «Το απάνθρωπο και παντελώς απαράδεκτο όμως είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί, επειδή τα καταστήματα κράτησης δεν διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή, επί πέντε και έξι μήνες δεν προαυλίζονται, που σημαίνει ότι καθ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα δεν βλέπουν ήλιο» σημειώνει.

    Διάβασε:

    Μαζί μας ήταν μια οικογένεια, ένα ανδρόγυνο με δύο κόρες. Ο άντρας είπε στους αστυνομικούς: «Βοηθήστε μας, έχω την οικογένειά μου μαζί». Ορκίζομαι στο Θεό, δεν έχω ξαναδεί στη ζωή μου άνθρωπο να τρώει τόσο ξύλο. Τον έριξαν κάτω και του πατούσαν το κεφάλι, τον κλοτσούσαν, τον χτυπούσαν με τη λαβή του όπλου. Αυτό κράτησε μισή ώρα. Επειτα άρχισαν να κλοτσάνε τη γυναίκα. Υστερα πήραν γυμνά καλώδια και τους χτυπούσαν μ’ αυτά. Ορκίζομαι, ήταν Ελληνες αστυνομικοί. Τότε, άρχισαν με μας. Μας χτυπούσαν τον έναν μετά τον άλλο μέχρι που έφτασαν τα αυτοκίνητα.

    ~

    Σου μιλάω πολύ σοβαρά, θέλω να ξέρω τι σκέφτεσαι. Σου ζητάω να πας όταν διαβάσεις αυτό το κείμενο στο τέλος, να αφήσεις ένα σχόλιο, και να μου πεις, και εμένα και εσένα, τι έχεις να χάσεις. Θα σου πάρει μόλις ένα λεπτό, η μόνη δυσκολία ίσως είναι να είσαι ειλικρινής.

    Πες μου, τι έχεις να χάσεις;

    Γιατί δυσκολεύομαι να καταλάβω γιατί δεν ανατρέπουμε αυτήν την κατάσταση. Οι φυλακισμένοι είναι έξι μήνες χωρίς να δουν ήλιο, λέει ο προϊστάμενος της εισαγγελίας εφετών. Εξι μήνες χωρίς ήλιο. Από τότε που το ειπε, πέρασε μισός μήνας χωρίς να γίνει τίποτα. Άλλες δεκαπέντε ημέρες προστέθηκαν λοιπόν στις εκατόν πενήντα μέρες που μικροί, μεγάλοι, βιαστές, οικονομικοί εγκληματίες, πρεζάκιδες και άνθρωποι που απλώς περιμένουν την δίκη τους, είναι όλοι στιβαγμένοι επειδή δεν εχουμε αρκετούς υπαλληλους, και δεν-βλέπουν-ήλιο.

    Δεν μπορώ να το κάνω μόνος μου. Δεν ξέρω πως. Μα όταν διαβάζω ότι τους μαστιγώνουν στα σύνορα με καλώδια, ξεφουσκώνουν τις βάρκες για να πνιγούν, όταν διαβάζω ότι τους έχουν στοιβαγμένους σε κοντέινερ χωρίς δροσιά κάτω από τον ήλιο για ημέρες, ή τους δίνουν σάπια κρουασάν, όλο αυτό με πνίγει.

    Πες μου τι θέλεις να κάνουμε. Πες μου τι σκέφτεσαι. Δεν έχει να κάνει ούτε με τους “φρουρούς”, ούτε με τους διοικητικούς προϊσταμένους τους, ούτε με τους πολιτικούς προϊσταμένους τους, ούτε με την κυβέρνηση, ούτε με τον θεό τον ίδιο:

    Άνθρωποι βασανίζονται, σήμερα, με χίλιους τρόπους, δίπλα μας.

    Εγώ, γράφω. Αυτό ξέρω να κάνω. Να σκέφτομαι και να εξωτερικεύω τις σκέψεις μου. Να μοιράζομαι την οργή μου. Αυτό μπορώ, να εκτίθεμαι. Κουράστηκα όμως, δεν ξέρω πια αν αρκεί. Σε ένα παράλληλο σύμπαν, αν ένας προστάμενος εισαγγελείας εφετών κάνει δύο φορές καταγγελία, την δεύτερη δημόσια, και έχει ξεχαστεί την τρίτη ημέρα, ο γραπτός ή ο προφορικός λόγος του μαλάκα του αρκούδου δεν θα αλλάξει απολύτως τίποτα.

    Απολύτως τίποτα.

    Και οι άνθρωποι θα μαστιγώνονται, θα τους κλέβουν, θα τους φυλακίζουν χωρίς ήλιο, θα στοιβάζουν νεαρά παιδιά με βιαστές, θα τους εξαφανίζουν, θα τους σκοτώνουν, θα τους πνίγουν.

    Δεν είμαι αρκετός. Δεν είμαι αρκετός να αλλάξω κάτι. Τίποτα άλλο εκτός από το μυαλό σου. Τίποτα περισσότερο από το να παραμερίσω ο,τι άλλο σε απασχολεί, και να σου ζητήσω να μοιραστείς μαζί μου ΜΙΑ ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ. Να ξέρω ότι δεν είμαι μόνος μου βρε αδελφέ. Ότι και άλλοι κάτι θα κάναμε, αλλά κάτι μας εμποδίζει.

    Μην το προσπεράσεις. Μην το κλείσεις, μην το αφήσεις έτσι, ασχολίαστο. Κατέβα κάτω. Σε παρακαλώ, θερμά. Κατέβα και άσε ένα σχόλιο. Κάτι διάβασες, θέλω να καταλάβω τι σου άφησε. Να ακούσεις την φωνή σου, να διαβάσεις την σκέψη σου.

    Γράψε μου τι κάνουμε. Και αν δεν το κάνουμε, γιατί.

    Να καταλάβω, τι. Τι έχουμε να χάσουμε.

    Τι μας κρατάει από το να το αλλάξουμε.

    Γι’ αυτούς, και για εμάς.

    Πρέπει να ανακαθορίσουμε λίγο το ποιος κάθεται σε ποια πλευρά, ανάλογα με τις πράξεις του, και όχι τους τίτλους που δίνει σ’ αυτές. Όταν η κυβέρνηση επικαλείται νομιμότητα για την #ert, με (παράτυπα χρησιμοποιούμενες) πράξεις νομοθετικού περιεχομένου που δεν έρχονται καν(!) στον απαιτούμενο προκαθορισμένο χρόνο στην βουλή για ψήφιση, με προσλήψεις χωρίς κανένα αξιόπιστο ή καθαρό πλαίσιο αξιολόγησης και παρακάμπτοντας τον ΑΣΕΠ, πριμοδοτώντας μάλιστα και την μόνιμη πρόσληψή τους(!), όταν οι αναθέσεις γίνονται απ’ευθείας(!) σε διαθέσιμους φίλους και κολλητούς για την λειτουργία της ΔΤ και όχι με ανοικτούς διαγωνισμούς, ανεξαρτήτως ποσού – τότε αυτοί που επικαλούνται την νομιμότητα, θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι υπηρετούν την παρανομία (ή, έστω, την έκδηλη παρατυπία).

    Και όταν «αυτοί» είναι το κράτος, αντιλαμβάνεσαι πόσο ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα.

    Σε συνδυασμό και με τα ανυπόστατα ψεύδη τους (για υπέρογκους μισθούς, οικονομικές ζημιές κλπ), τις αλλεπάλληλες κωλοτούμπες στον λόγο τους (δηλώσεις Κεδίκογλου όταν ήταν αντιπολίτευση, Βενιζέλου όταν διεκδίκησε καλύτερη θέση στην κυβέρνηση και την έξοδο Κουβέλη) και την ευθύνη τους για τα όσα όντως άσχημα που συνέβαιναν όταν ήταν οι ίδιοι στην κυβέρνηση (και καρπώνονταν με ψήφους και εξουσία στο πλαίσιο του «μαζί τα φάγαμε») βλέπει κανείς πόσο παράλογη είναι κάθε ελπίδα αυτός ο τόπος να στηριχθεί στην «νομιμότητα» και να προοδεύσει σε οτιδήποτε.

    Εγώ λοιπόν αρνούμαι να επιτρέψω να με τοποθετήσουν παράνομοι στην παράνομη πλευρά της συζήτησης για την ΕΡΤ. Και η ιστορία, αν δεν έχει ήδη κρίνει, θα κρίνει σύντομα ποιος από τους δύο είναι ψεύτης, υποκριτής και, κυρίως, παράνομος.

    Αν και θεωρώ ότι το έχει κάνει ήδη.

    Κάνει λίγο κρύο. Μιλάς, με τους φίλους σου. Είσαι σκοπιά, έχεις ευθύνη. Μπορεί να συζητάς πως τσάκισες στο ξύλο την προηγούμενη εβδομάδα έναν μετανάστη, ή πόσο δύσκολα περνάει η αδελφή σου, δεν ξέρω.

    Δεν νομίζω να μάθω ποτέ.

    Κάποιοι πλησιάζουν, ίσως φωνάζουν, δεν έχει ήχο εδώ που είμαι, έχει μόνο ασπρόμαυρα πίξελ. Κάποια από αυτά τα πίξελ ασπρίζουν πολύ. Πρέπει να κάνει θόρυβο, κάποιος να σε λέει φασίστα, ο φίλος σου στο πάτωμα, ίσως μυρίζει η σφαίρα, πολύς θόρυβος, τρομαχτικός, απότομος, εκκωφαντικός, γυρίζεις πλάτη, σαν για να αποφύγεις, είναι το πιο ενοχλητικό πράγμα που θα κρατήσω, μια απόλυτα παράλογη εικόνα, μετά σωριάζεσαι, δεν πρέπει να πόνεσες καθόλου, δεν πρέπει καν να άκουσες..

    ~

    Σιχαίνομαι τον φασισμό όσο ελάχιστα πράγματα στην ζωή μου. Την επιβολή, με την βία, την ανάδειξη του πιο ισχυρού με τα όπλα. Σιχαίνομαι τον ναζισμό, και κάθε ρατσισμό με την ίδια ένταση. Την θεωρία ότι κάποιοι άνθρωποι είναι ανώτεροι, και κάποιοι άλλοι είναι κατώτεροι. Και πάντα άλλοι είναι κατώτεροι από τον ρατσιστή, ανώτερος μόνο ο αρχηγός του, ο fuhrer του, ο καθοδηγητής του – αυτός που βολικά θα τον δείξει ανώτερο, σε άλλους.

    Τα σιχαίνομαι αυτά. Και δεν ξέρω αν ο πόνος μου, ο αληθινός, φυσικός μου πόνος, αυτός που ένιωσα όταν πεντέξι δειλοί ατιμώρητα χτυπούσαν τον Αυγουστίνο Δημητρίου, όταν έσκαγε μία βόμβα σακατεύοντας τα αυτιά του Μανώλη Κυπραίου, όταν άνοιγαν το κεφάλι του ανώνυμου «μην με χτυπήσεις» στο Σύνταγμα, όταν «σιωπούσαν» τον Μοδέστο Σιώτο, όταν μάθαινα ότι ένας νέος άνθρωπος με όνειρα για ζωή βρισκόταν κρεμασμένος απ’ το πατάρι του για να κρατηθεί ένα φοβερό μυστικό, όταν έσφαζαν έναν μετανάστη σε ένα ποδήλατο, όταν ο Χριστούλας ξαποσταίνει, για πάντα σε ένα δένδρο, χτυπώντας τον εαυτό του αντί για άλλους, όταν δολοφονούσαν την Κατερίνα Γκουλιώνη για να μην μιλάει πια, όταν έσταζε αίμα από το χέρι του καθηγητή με τον φάκελο στο Σύνταγμα, όταν πνιγόταν μία έγκυος σε μία τράπεζα απ’ τους καπνούς, όταν μάθαινα για την κοπέλα που απέβαλλε στην Κερατέα, όταν χαράκωναν το πρόσωπο του μετανάστη στην Βικτώρια, όταν έσβηνε ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος στην αγκαλιά των φίλων του, όταν το παιδί του Νίκολα Τόντι δεν θα τον γνωρίσει ποτέ, όταν η Κούνεβα κατάπινε βιτριόλι, όταν ο ΜΑΤατζής καιγόταν στο Σύνταγμα, ή όταν ο Παύλος Φύσσας, στην αγκαλιά της κοπέλας του, σταματούσε να τραγουδά – δεν ξέρω αν αυτός ο πόνος μου για δύο χρυσαυγίτες, που δέχονται δύο σφαίρες στο κεφάλι, με κάνει κάτι διαφορετικό από αυτό που νομίζεις, ίσως, τόσο καιρό ότι είμαι.

    Είδα την σκηνή, και δάκρυσα.

    Μπορεί να είμαστε σε πόλεμο, δεν ξέρω. Μπορεί. Μπορεί να είμαι ο αθώος αφελής νοικοκυραίος που δίνει συγχωροχάρτι στους φασίστες όταν τους εμφανίζει ανθρώπινους, να μυρίζουν το μπαρούτι και να τους τρυπά η σφαίρα, να τους κάνει αυτό που δεν πρέπει να γίνουν, να είμαι ο χειρότερος και από αυτούς, γιατί αυτοί είναι τίμιοι στο μίσος τους και γω, αφελώς, χώμα για να γίνουν και αυτοί «παιδιά» και όχι δολοφόνοι μεταναστών, όψιμοι ή μη -μπορεί.

    Αποδέχομαι ότι μπορεί να κάνω χειρότερο κακό, να εξυπηρετώ αυτό ακριβώς που μπορεί να ήθελαν οι δολοφόνοι τους, να τους λυπηθούν κάποιοι, να πουν «έλα μωρέ, άνθρωποι είναι και αυτοί», το πρώτο βήμα για την αποδοχή τους –

    – αλλά, έτσι είμαι εγώ, και μία σφαίρα με πονά, είτε πέφτει φαντάσου, στον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, δεκαπέντε χρονών αθώο παιδί, είτε πέφτει στον φρουρό γυμνασμένο, μνησίκακο στρατιώτη φασίστα της γειτονιάς. Με πονά το ίδιο. Δεν ξέρω να κάνω αλλιώς. Δεν ξέρω να μην πονάω. Μακάρι να είχα την πυγμή κάποιων που λένε «κρεμάλες στους φασίστες», μα δεν είμαι έτσι, και δεν ξέρω πως, αν μπορώ, και αν θα έπρεπε να είμαι έτσι.

    Και δεν μπορώ να μην σκέφτομαι ότι τους δύο νεκρούς, δεν τους σκότωσε ο φασισμός τους. Αν το δεχόμουν αυτό, θα δεχόμουν ότι τους μετανάστες τους σκότωσε η διαφορετική φυλή τους, ή το άλλο χρώμα τους, ή τους κομμουνιστές τους σκότωσε η ιδεολογία τους: τους δύο τους σκότωσαν δολοφόνοι. Άνθρωποι που με τα όπλα έγιναν πιο ισχυροί από τους άλλους, που με την βία διεκδίκησαν το όποιο δίκιο τους. Άνθρωποι που με μία σφαίρα στο κεφάλι, τερμάτισαν δύο ζωές.

    Ο Βαλιανάτος, έγραψε «απόψε είμαστε όλοι Χρυσαυγίτες». Καταλαβαίνω τι λέει, και ας είναι όσο πιο λάθος μπορεί να είναι άνθρωπος. Εγώ ντρέπομαι να γράψω κάτι τέτοιο, ντρέπομαι να γράψω ότι είμαι χρυσαυγίτης, ντρέπομαι να γράψω ότι θα πάρω το μέρος αυτών που μισούν, που τρέφονται από αυτό το μίσος, και από τον φόβο που προκαλεί.

    Δεν θα γίνω ποτέ χρυσαυγίτης. Ούτε «απλώς εθνικιστής», ούτε «απλώς έλληνας». Ποτέ.

    Μα, από ότι φαίνεται, και αυτό είναι μία αποκάλυψη και για τους δύο μας, και για σένα που διαβάζεις, και για μένα που θα πρέπει να προσπαθήσω να ξεχάσω τα ασπρόμαυρα πίξελ από την οθόνη μου, αναγνωρίζοντας ότι είμαι ίσως επικίνδυνος και αφελής, θα με πληγώνει βαθιά ο θάνατός τους, αληθινά και ειλικρινά, θα με πονάνε αυτές οι εικόνες, και θα νιώσω τις σφαίρες στο κορμί τους σαν να ήμουν εγώ το θύμα.

    Και, μετά λόγου γνώσεως, σχεδόν αναίσχυντα και θύτες και θύματα, όλοι θα γίνουν μία ταφή, και ένας πόνος, ανεξαρτήτως του ρόλου που έπαιξαν πριν. Και θα πονάνε, αν θες το πιστεύεις, το ίδιο.

    Δεν ξέρω άλλον τρόπο: σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα και δικαιοσύνη.

    Είναι τα μόνα αντιναζιστικά φάρμακα που ξέρω. Μπορεί να έχεις δίκιο, και να εξιλεώνω. Μακάρι να έχω δίκιο, και για τους δύο μας μακάρι, και να κερδίζεται, με αυτά, ο φασισμός.

    ~

    Σωριάζεσαι στο έδαφος. Δεν νιώθεις πια τίποτα. Κάποιος πάνω από το κεφάλι σου, με θυμό και οδύνη θα φωνάξει «Παναγία μου! Όχι Παναγία μου!». Θα χαθείς σε πίξελ μίας οθόνης που κοιτά αφ υψηλού, σαν θεός, σαν κριτής, βουβή και ασπρόμαυρη.

    Τι περίεργο τέλος, να τελειώνεις, εσύ, ασπρόμαυρα.

    ~

    Υ.Γ.: Τα blog είναι προσωπικές καταθέσεις. Δεν γίνεται αλλιώς, είναι όσο πιο εγωιστικά και εγωκεντρικά γίνεται. Σε τούτο το post δεν μοιράζομαι σκέψεις για παγκόσμια ειρήνη, ή τι κοινωνικά μαθήματα αφήνει σε όλους αυτό το γεγονός, αλλά πως βιώνω εγώ μία δολοφονία. Σε προλαβαίνω, λοιπόν: ναι, γύρω από μένα γυρίζει το ποστ. Και από την δική μου αλήθεια. Έτσι πάει, φίλε. Έτσι είναι τα προσωπικά ημερολόγια.

    Υ.Γ.: Με πολύ σκέψη, αφήνω τα σχόλια ανοικτά. Δεν θέλω αυτό το ποστ να γραφτεί χωρίς αντίλογο. Μα να κάνουμε μία συμφωνία: αν είσαι θυμωμένος, ασ’ τους απέξω. Για μένα γράψε ο,τι θες. Γι’ αυτούς τους δύο, όχι τώρα, και όχι εδώ.

    Υ.Γ.: ο @auzenakos στο περιοδικό Unfollow διαφωνεί. Καλό είναι να διαβάσετε και την δική του άποψη.

    Φαντάσου το, λίγο, αν θες:

    Σε μία πόλη της Ελλάδας, ένας άνθρωπος ετοιμάζεται να χάσει το σπίτι του. Έχει μπει κατασχετήριο, για χρέος.

    [Αυτό, για κάποιους ανθρώπους, είναι λογικό, και φυσικό]

    Κάποιοι συμπολίτες του, του συμπαραστέκονται, αντιδρούν, φωνάζουν. Ενημερώνουν άλλους, τοπικές οργανώσεις και κομματικές οργανώσεις (το ΠΑΜΕ, αν δεν κάνω λάθος) του συμπαραστέκονται, κάνουν φασαρία, και απ’ ότι λέει ο ίδιος, χάρη στην βοήθειά τους, η κατάσχεση αναβάλλεται (ή ακυρώνεται)

    [Αυτό, για κάποιους ανθρώπους, είναι, αδιακρίτως, βία]

    Το χρέος που έπρεπε να πληρώσει είναι της τάξης των 230 ευρώ. Η εταιρία που ζητάει αυτό το ποσό, είναι η εταιρία παροχής υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας, Wind.

    Το παίρνουν λοιπόν χαμπάρι κάποιοι τουητεράδες, και αρχίζουν το κράξιμο, επικοινωνώντας την ιστορία, αναρωτώμενοι αν ισχύει, και ποια η θέση της εταιρίας.

    [Αυτοί, για κάποιους ανθρώπους, έχουν μόλις συστήσει εγκληματική οργάνωση]

    Η εταιρία απαντά επισήμως αρνητικά,

    αλλά η διαρκώς αυξανόμενη πίεση, οδηγεί την εταιρία να αναθεωρήσει την αρχική της δήλωση.

    Πράγματι, η κατάσχεση του σπιτιού για 230 ευρώ πήγε να γίνει, η εταιρία ισχυρίζεται ότι έγινε εκ παραδρομής, και ότι η ίδια δεν είχε, ούτε θα έχει στο μέλλον καμία τέτοια πρόθεση. Για να μην αντιμετωπίσει ο άνθρωπος επιπλέον κανένα πρόβλημα, η εταιρία διαγράφει το -έτσι και αλλιώς, ευτελές- χρέος του.

    Ως εδώ λέω στοιχεία; Καθαρά, και όσο το δυνατόν πιο αμερόληπτα;

    Ναι;

    Πάμε τώρα στην σκέψη μου.

    ~

    Ας υποθέσουμε ότι η εταιρία είναι ειλικρινής. Ας υποθέσουμε (υπάρχουν ενστάσεις για το αντίθετο, θα αποδειχθεί πιστεύω ποιος έχει δίκιο, αλλά ας ΥΠΟΘΕΣΟΥΜΕ) ότι το δικηγορικό γραφείο έδρασε αυτοβούλως, διότι έτσι κατάλαβε ότι έπρεπε να κάνει, και ότι ο πελάτης εταιρία δεν είχε όντως τέτοια πρόθεση.

    Αν δεν γινόταν ο χαμός, ο άνθρωπος αυτός θα έχανε το σπίτι του. Είναι τόσο απλό: θα έχανε το σπίτι του. Για 230 ευρώ, ΚΑΙ ΕΝΩ Η ΕΤΑΙΡΙΑ (υποθέτουμε, ε; μην μου θυμώσεις γι’ αυτό) ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΤΕΤΟΙΑ ΠΡΟΘΕΣΗ, ο άνθρωπος θα έχανε το σπίτι του.

    Δεν σου λέω -πρόσεξε!- δεν σου λέω είναι δική μου θέση ότι είναι γελοίο, αν όχι εγκληματικό να σου κατάσχουν το σπίτι για τόσο ευτελές ποσό, δεν το λέω εγώ: η ίδια η εταιρία το λέει. Η ίδια η εταιρία λέει ότι δεν θέλει κατασχέσεις, πόσο δε μάλλον για 230 ευρώ.

    Ξέρεις τι καταλαβαίνω εγώ;

    Όσο ποινικοποιείται η αντίδραση, τόσο ο παραλογισμός θα εγκαθίσταται δίπλα μας. Σαν το ανέκδοτο με τις μπανάνες, θα αφήνουμε να βρέχεται αυτός που πάει να την φάει, και μετά θα τον χτυπάμε κιόλας, μόνοι μας – χωρίς καν να ξέρουμε γιατί: απλώς, γιατί έτσι πρέπει.

    Και για μένα είναι η καλύτερη ιστορία για να σκεφτώ μία εξαίρεση όπου κανείς δεν ήθελε να γίνει μία συγκεκριμένη διαδικασία, αλλά παραλίγο να μην επέμβει κανείς, και να γίνει τελικά, μόνο και μόνο γιατί όλοι μένουμε στο χέσε την λογική, υπάρχουν κανόνες.

    Υπόψιν, δεν το χρησιμοποιώ σαν επιχείρημα υπέρ της βίας. Αυτά που έγιναν στις Σκουριές πχ έχουν δύο, κατ’ εμέ διακριτές κατηγοριοποιήσεις: Άλλο να γίνει επίθεση με κουκούλες και να καούν πέντε φορτηγά, και εντελώς άλλο να κάνουν συγκεντρώσεις οι κάτοικοι, να ενημερώνουν για το πρόβλημά τους, να επικοινωνούν τις θέσεις τους όπως μπορούν, να τους ταράσσουν στην νομιμότητα, αν χρειαστεί.

    Σκέφτομαι μόνο τι θα γίνει αν, αποδειχθεί ότι όντως η περιβαντολογική καταστροφή είναι η μισή έστω από αυτήν που περιγράφουν.

    Δεν θα κάνω παραλληλισμούς με το 1821 ή την γέφυρα του Γοργοποτάμου. Θα το αποφύγω, όχι γιατί δεν ταιριάζει, αλλά γιατί άλλοι μπορούν να το υποστηρίξουν καλύτερα από ‘μένα. Απλώς σκέφτομαι, εγώ, που έχω ταχθεί καθαρά ενάντια στην βία, ότι αυτές οι εξαιρέσεις είναι ένα καλό μάθημα κατά των αφορισμών.

    Και μας δείχνουν ότι, το λιγότερο που μπορώ να σκεφτώ, οφείλουμε εμείς (ως κοινωνία, ως δικαστικό σύστημα, ως οικονομική αρχή) να είμαστε πολύ βέβαιοι για ότι πάμε να κάνουμε, και ο κόσμος που ενδιαφέρεται, και αντιδρά στις αποφάσεις μας, να έχει ένα πεδίο δράσης ικανό, να μας αποτρέψει να ασκήσουμε εμείς βία ακόμα και όταν είμαστε, θεωρητικά, πλήρως εντός των κανόνων που θεσπίσαμε, και που με δεύτερη σκέψη προφανώς αντιλαμβανόμαστε.

    Με δυο λόγια; Ας ακούσουμε αυτούς που αντιδρούν. Ακόμα και αν νομίζουμε ότι κάνουν τελείως λάθος, ακόμα και αν είμαστε σίγουροι ότι είμαστε σωστοί, ακόμα και αν όλοι οι νόμοι είναι με το μέρος μας, ας δώσουμε στην διαφωνία χρόνο, φωνή, ασφάλεια να εκφραστεί.

    Ας επικοινωνήσουμε εμείς οι ίδιοι την διαφωνία τους. Ας τους δώσουμε εμείς οι ίδιοι βήμα να μιλήσουν, δυνατότητα να αντιδράσουν, ακόμα και αν ξεπερνούν κάποια όρια στον εκνευρισμό τους – είμαι σίγουρος ότι δεν θα το κάνουν, αν κάτσουμε λίγο να ακούσουμε τι λένε, πριν βάλουμε ταμπέλες και αντιδράσουμε με την δική μας, σαφώς ισχυρότερη βία.

    Είναι πολύ πιθανόν να είναι για το συμφέρον μας.

    Να μας γλυτώσει από τον κακό εαυτό μας.

    Πριν από όλα, να εξηγηθούμε. Είμαι φίλαθλος, συμπαθώ κάνω κέφι να βλέπω Ολυμπιακό. Αν θέλεις να το πιστέψεις ότι θα έγραφα ακριβώς τα ίδια, ούτε χειρότερα, ούτε καλύτερα, και αν ήταν ο Ολυμπιακός στους κερδισμένους, θαυμάσια, συνέχισε να διαβάζεις. Αν δεν θέλεις να πιστέψεις, κανένα πρόβλημα, μια χαρά, αλλά μην σε κρατάω και τρώω την ώρα σου και σε εκνευρίζω, υπάρχει και άλλο περιεχόμενο, αλλού, καλή συνέχεια. Ναι; Ναι.

    Διαβάζω την ανακοίνωση:

    Κατά πλειοψηφία εγκρίθηκε ο Προϋπολογισμός της Περιφέρειας Αττικής για το έτος 2014, στη σημερινή Συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου.

    Μαζί με τον Προϋπολογισμό ψηφίστηκε και το Πρόγραμμα Εκτελεστέων Έργων της Περιφέρειας Αττικής, το οποίο περιλαμβάνει 519 έργα, συνολικού προϋπολογισμού 399.923.982 ευρώ, εκ των οποίων διατίθενται:

    7,0 εκ. ευρώ για την ανάπλαση του χώρου του γηπέδου του Παναθηναϊκού στη Λ. Αλεξάνδρας
    Επίσης, στο Πρόγραμμα Εκτελεστέων Έργων περιλαμβάνονται πιστώσεις για τα εξής έργα:

    17,5 εκ. ευρώ για το κλειστό Γήπεδο μπάσκετ του Πανιωνίου στη Ν. Σμύρνη
    2,9 εκ. ευρώ για την ανακατασκευή του Κλειστού Γηπέδου «Καπαγέρωφ» στον Πειραιά
    2,5 εκ. ευρώ για την ανακατασκευή του Γηπέδου του Εθνικού Πειραιά
    Η χρηματοδότηση των έργων θα γίνει από πόρους της Περιφέρειας Αττικής.

    Ο Περιφερειάρχης Αττικής, Γιάννης Σγουρός, δήλωσε:

    «Ο Προϋπολογισμός και το Πρόγραμμα Εκτελεστέων Έργων έχουν έντονο αναπτυξιακό χαρακτήρα και στηρίζουν την προσπάθεια που γίνεται για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και για την ανάπτυξη στην Αττική.

    Όπως είναι γνωστό, τα αθλητικά έργα δεν είναι επιλέξιμα από το ΕΣΠΑ. Για το λόγο αυτό χρηματοδοτούμε με δικούς μας πόρους αθλητικές υποδομές. Σε αυτή την εποχή που η νέα γενιά αισθάνεται απογοητευμένη, οφείλουμε να της δώσουμε προοπτική και διέξοδο».

    Σ’ αυτά τα χρήματα δεν περιλαμβάνονται τα 20 εκατομμύρια ευρώ που ο Περιφερειάρχης διέθεσε στην ΑΕΚ για το γήπεδό της.

    Μισό λεπτό, να πάρω μία ανάσα.

    Όχι, άστο, δεν αρκεί μισό λεπτό. Δεν αρκεί μία ανάσα. Δεν φτάνει για να ηρεμήσω.

    Με πνίγει κάτι, το δίκιο απέναντι στο παράλογο, όχι το δίκιο, δεν το λέω καλά, μπορεί να μην έχω δίκιο. Αλλά κάτι με πνίγει, κάτι με φρακάρει, δεν μπορώ να σκεφτώ καθαρά.

    Τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ, για έργα κυρίως αθλητισμού και αναπλάσεων, για τον επόμενο χρόνο.

    Αθλητισμού και αναπλάσεων.

    Αποκλειστικά από αυτοχρηματοδότηση, γιατί ΕΣΠΑ δεν παίζει ΣΕ ΤΙΠΟΤΑ ΑΠΟ ΑΥΤΑ.

    Ψυχραιμία.

    Θα το γράψω όσο πιο ήρεμα μπορώ, όπως έκανα και εχθές. Πιστεύει κάποιος, και να το μοιραστεί μαζί μου, ότι έχει καμία λογική αυτό το πράγμα;

    Εγώ βλέπω ανθρώπους να χάνουν άδικα πράγματα που δικαιούνται. Συντάξεις, παροχές – όχι αδικίες, πχ παροχές σε τυφλούς που δεν ήταν, μιλάω για συντάξεις πληρωμένες από χρόνια δουλειάς, για χαράτσια πολλαπλώς ήδη πληρωμένα, για φόρους σε φόρους που συνεχίζονται, για εισιτήρια εισόδου σε νοσοκομεία που ήδη έχουν πληρωθεί από τις ασφαλιστικές μας εισφορές, για ανθρώπους που δεν έχουν πια πρόσβαση σε κράτος πρόνοιας, για ανθρώπους που ψάχνουν σε σκουπίδια, που δεν έχουν να πληρώσουν το νοίκι, ή την θέρμανση, για ανθρώπους που φορολογούνται μόνο και μόνο γιατί αντέχουν να πάρουν ένα γάλα ημερησίως και ένα καρβέλι ψωμί, για ανθρώπους που δεν βγαίνουν, πια.

    Είναι αδίκως χαμένα αυτά, δεν μιλάω για προνόμια, και πέντε μισθούς, μιλάω για τον συνταξιούχο που πλέον παίρνει λιγότερα χρήματα, έχασε το επίδομα 13ου-14ου, του κόβεται μαχαίρι το εφάπαξ, ενώ τα είχε πληρωμένα όλα αυτά, χρόνια, από την δουλειά του.

    Πολλοί έχασαν, τώρα όμως μιλάω για όσους ΑΔΙΚΗΘΗΚΑΝ. Αποκλειστικά.

    Το έχουν παραδεχθεί ΟΛΟΙ οι πρωθυπουργοί μέχρι τώρα, ΟΛΟΙ οι υπουργοί οικονομικών, δεν είναι τσάμπα τα λόγια, πληρώνονται κάπου στην γωνία, σε περιμένουν και τα βρίσκεις μπροστά σου, πληρώνονται οι ατάκες, το έχουν παραδεχθεί ΟΛΟΙ ότι «ο κόσμος κάνει θυσίες», ο κόσμος θυσιάζεται, και όχι αυτοβούλως – να το συζητήσουμε αν θες, αλλά δεν νομίζω, όχι αυτοβούλως.

    Και έχει η περιφέρεια Αττικής τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ. Τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ. Για «αναπτυξιακά έργα αθλητικής υποδομής», κυρίως. Για έναν χρόνο. Όχι σε πλαίσιο δεκαετίας, ξέρω γω, για έναν χρόνο – μέχρι το 2014.

    Θα έρθεις και θα μου πεις «μα αυτά είναι της περιφέρειας, η περιφέρεια δεν δίνει συντάξεις, ΑΥΤΗ είναι η δουλειά της».

    Άκου τι σκέφτομαι.

    Ο λόγος που το ΙΚΑ ΠΗΡΕ ΔΑΝΕΙΟ για να πληρώσει συντάξεις, και το κάθε ΙΚΑ είναι μέσα μέχρι τα μπούνια, είναι γιατί δεν έχει πια λεφτά.

    Δεν έχει πια λεφτά, κυρίως για δύο πολύ συγκεκριμένους λόγους.

    Ένα, η κακοδιαχείριση. Δύο, τα κρατικά ομόλογα.

    Δεν έχει άλλο. Ένα η κακοδιαχείριση, δύο τα ομόλογα. Αλλά για να αγοράσεις ομόλογα, πρέπει να έχεις χρήματα, άρα η κακοδιαχείριση ΕΠΕΤΑΙ, δεν είναι πρώτη, γιατί χρήματα να αγοράσεις ομόλογα ΕΙΧΕΣ, οπότε βάζω τα ομόλογα πρώτα.

    Και τα ομόλογα, κουρεύτηκαν.

    Και μαζί με αυτά, κουρεύτηκαν τα αποθεματικά των ταμείων, και μαζί με αυτά φτάσαμε να είναι μείον, πολύ μείον, να είναι προς διάλυση, και πλήρωνε εσύ μαλάκα συνταξιούχε τόσα χρόνια τα τριπλά σε ένσημα από τον διπλανό σου, τα ίδια και λιγότερα θα πάρετε και οι δυο. (χώρια τι έπαθαν οι ιδιώτες, το κράτος λέμε τώρα).

    Έχει καμία λογική; Για τον τεχνοκράτη, έχει. Σου λέει, κρατικά ομόλογα είναι, αποθεματικό υπήρχε, πρέπει να στηριχθεί η κυβέρνηση, το κράτος, ποιος άλλος θα το στηρίξει; να χρωστάμε στους ξένους;

    Άρα, μία τσέπη είμαστε, μία τσέπη έχουμε, όλοι για το κοινό συμφέρον. Από τα ασφαλιστικά ταμεία, στα χρέη, στις τράπεζες. Όλοι για το κοινό συμφέρον.

    Όλοι; όχι όλοι. Όχι όλοι γιατί οι συντάξεις και η ασφάλιση συμμετέχουν, περισσότερο από όσο μπορούν, και στην περιφέρεια ΠΕΡΙΣΣΕΥΟΥΝ ΤΕΤΡΑΚΟΣΙΑ ΕΙΚΟΣΙ ΕΚΑΤΟΜΜ…

    ψυχραιμία.

    Δεν ξέρω ποια είναι και από που τα έσοδα της περιφέρειας. Την λέω την αμαρτία μου – δεν ξέρω. Αλλά έχει έσοδα. Ζεστό χρήμα. Έσοδα που δημιούργησαν αποθεματικό ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ τετρακοσίων είκοσι εκατομμυρίων. Κάποιος τα έδωσε. Κάπως τα έδωσε. Κάποιοι, εν μέσω κρίσης, πλήρωσαν στην περιφέρεια τόσα, ώστε να περισσέψουν και τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ. Ποιοι; Η περιφέρεια δεν κάνει μπίζνες με το εξωτερικό. Κονδύλια ΕΣΠΑ και λοιπά ΔΕΝ είναι, γιατί αυτά τιμολογούνται ανα έργχαχαχαχα – συγνώμη, ανά έργο, ελεγχόμενα, άρα δεν «περίσσεψαν» από εκεί. Όσο ξέρω δεν εξάγει τίποτα η περιφέρεια, άρα δεν είναι ξένο χρήμα. Ελληνικό είναι.

    Στερήθηκε, η ελληνική αγορά, με κάποιον τρόπο, όποιον θες, τα προπά, οι φόροι, δεν ξέρω, τόσα χρήματα, ώστε να περισσέψουν τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ.

    Το διανοείσαι;

    Συγνώμη, σοβαρά σε ρωτάω, το διανοείσαι; Καταλαβαίνεις τι λέμε; Δεν στο λέω επικριτικά ρε αδελφέ, αν καταλαβαίνεις ρωτάω, γιατί εγώ το φοβάμαι το εγκεφαλικό, και δεν καταλαβαίνω, και δεν το ανέχομαι κιόλας, δεν ανέχομαι να ψάχνουν έξω από τα σκουπίδια μίας καλοβαμμένης και με νέες αστραφτερές κολώνες μίας ιδιωτικής Λεωφόρου, μίας ιδιωτικής Νέας Φιλαδέλφειας, ενός ιδιωτικού Καραΐσκάκη, το καταλαβαίνεις;

    Μπορείς να με καταλάβεις;

    Η αθλητική ανάπτυξη που θα γίνει θέσεις εργασίας και αναβάθμιση της περιοχής, είναι το πιο πρόστυχο, το πιο θρασύ που μπορώ να ακούσω αυτές τις ημέρες, το καταλαβαίνεις; Πάει ο νους σου;

    Καταλαβαίνεις τι λένε;

    Γιατί εγώ μπορώ να δεχθώ, και ότι τα γήπεδα είναι σε άθλια κατάσταση, και ότι οι περιοχές, πχ της Νέας Φιλαδέλφειας έχουν υποβαθμιστεί από την έλλειψη του γηπέδου, και ότι πρέπει να γίνουν αθλητικά έργα, όλα αυτά, μπορώ να τα καταλάβω. Ότι υπάρχει λόγος να πάνε εκεί, μπορώ να το καταλάβω.

    Αλλά μου έχουν ζητήσει να καταλάβω, ότι ο παππούς θα πάρει 300 ευρώ λιγότερα τον μήνα. Κατάλαβέ μας, μου είπαν, δεν γίνεται αλλιώς. Ότι στην αγορά δεν μπορεί να πέσει νέο χρήμα. Κατάλαβέ μας, δεν γίνεται αλλιώς. Ότι δεν υπάρχει πια έξτρα χρήμα τον Δεκέμβρη και το Πάσχα να δουλέψει η αγορά. Κατάλαβέ μας μου είπαν, δεν γίνεται αλλιώς. Τα έχουν πληρώσει, το ξέρουμε, τους κλέβουμε, αλλά κατάλαβέ μας, δεν γίνεται αλλιώς. Θα επιτρέψουμε σε μία εταιρία που ξεφτίλησε κάθε έννοια συντάγματος, ηθικής, δικαιοσύνης γιατί θα μας δώσει εκατό εκατομμύρια και μαθήματα καθαρής επιχειρηματικής τακτικής, γιατί δεν γίνεται αλλιώς, δεν αντέχουμε να ζημιωθούμε.

    Δεν γίνεται αλλιώς;

    Πως γίνεται να μπαίνουν λεφτά για να χτίσει και να αναβαθμίσει ένα γήπεδο ένας ιδιώτης, αλλά όχι στις συντάξεις; Πως γίνεται; Θα μου το εξηγήσεις; Το «δεν είναι για αυτήν την δουλειά», το εμπεδώσαμε, ένα κράτος, μία τσέπη, χαθήκανε για άλλες δουλειές τα λεφτά, να μπουν από αλλού γι’ αυτήν. Πως γίνεται; Ποια είναι η λογική;

    Πως ορίστηκαν οι προτεραιότητες;

    Είναι επένδυση ένα γήπεδο;

    Είναι μεγαλύτερη επένδυση ένα γήπεδο, από ένα αληθινό έργο ανάπτυξης, πχ να χρηματοδοτηθούν εκατό άνεργοι να ανοίξουν μία επιχείρηση, ή δεν ξέρω τι σκατά άλλο, να φάνε εκατό συνταξιούχοι, ή να ζεσταθούν; Ή να γλυτώσει την αυτοκτονία (δεν έχω ποτέ, ΠΟΤΕ μιλήσει γι’ αυτό, αλλά νισάφι!) ένας κατεστραμμένος άνθρωπος;

    «η νέα γενιά αισθάνεται απογοητευμένη, οφείλουμε να της δώσουμε προοπτική και διέξοδο»; Ακούς τι λένε; Ακούς τι λένε;

    Σ’ αυτόν τον αθλητισμό που οι ομάδες ξεκινάνε πρωταθλήματα ενώ δεν ξέρουν τους κανόνες, που ανεβαίνουν και κατεβαίνουν ομάδες κατά το δοκούν για να κλείσουν λογιστικές παρανομίες ετών, που οι ομάδες αλλάζουν ονόματα και συγχωνεύονται για να εξαφανιστούν αμαρτίες, που οι μισοί πρόεδροι είναι κατηγορούμενοι για παραβάσεις, που οι ξένοι ενημερώνουν τους παίκτες να μην έρθουν να παίξουν γιατί δεν θα πληρωθούν, σ’ αυτόν τον αθλητισμό που έχει βρει θαλπωρή η μεγαλύτερη μαφία του οικονομικού εγκλήματος;

    Ακούς τι λένε; Ακους μωρέ τι σου λένε;

    Θα γίνουν κάτι ΧΡΗΣΙΜΟ αυτά τα τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια ευρώ, αν ΧΑΡΙΣΤΟΥΝ σε πέντε, δέκα, συγκεκριμένους επιχειρηματίες, ή εφοπλιστές των μηδενικών φόρων γιατί απειλούν ότι θα πάνε αλλού, μερικούς από τους οποίους, και τους χαρίστηκαν και άλλα πράγματα, και τους χαρίστηκαν και παραβάσεις, με το χέρι στην καρδιά σε ρωτάω, αυτά τα χρήματα είναι δικά σου, αυτά τα χρήματα είναι τα «λεφτά υπάρχουν», κοιτάς γύρω σου, βλέπεις απολυμένους, βλέπεις κατεστραμμένους, βλέπεις ανθρώπους στην ουρά του ΟΑΕΔ, συνταξιούχους που ζουν τα παιδιά τους, ενεργούς άνεργους πολίτες, που δεν τους φτάνει για να μην κρυώνουν, με το χέρι στην καρδιά, σε ρωτάω, είναι προτεραιότητα ένα καινούργιο γήπεδο, ένα βαμμένο γήπεδο, είναι προτεραιότητα από αυτά που ζούμε τώρα;

    Τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια. Τα λεφτά που υπάρχουν; Τα έχουμε για γήπεδα.

    Ζούμε έναν πόλεμο με όρους life style.

    Φρέσκο, αναπτυξιακό Αθλητισμό για μία χώρα εξαθλιωμένων, που διοικείται από αθλίους.

    Και όσο δεν φωνάζουμε, όσο παρακολουθούμε αμέτοχοι, αμίλητοι, αδιάφοροι, χτίζουμε με τα χέρια μας τα θεμέλια γηπέδων, και καταστρέφουμε τα ελάχιστα θεμέλια ουσιαστικής δικαιοσύνης στην χώρα μας.

    Εκείνη την δικαιοσύνη που μπορεί να δικαιούμαστε ένα καινούργιο, ασφαλές γήπεδο από τον επιχειρηματία, πράγματι, μα ακόμα περισσότερο δικαιούμαστε να ζήσουμε, και όχι ως κλισέ, να επιβιώσουμε.

    Σε καλή μεριά.

    Υ.Γ.: Μπορεί να έχω άδικο. Δεν το λέω ειρωνικά, αν κάποιος πιστεύει ότι είναι λογική αυτή η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων, ή ότι δεν γινόταν αλλιώς για κάποιον συγκεκριμένο λόγο, δηλώνω άγνοια. Ευχαρίστως να ακούσω. Η πίκρα θα παραμείνει, αλλά δεν θα πιστέψω ότι χάνω και το μυαλό μου βρε αδελφέ. Να πιστέψω ότι δεν γίνεται αλλιώς. Κέρδος θα είναι.

    Υ.Γ: Ξαναδιαβάζοντας το κείμενό μου, αφήνω μία παρανόηση να αιωρείται, που δεν θέλω: τετρακόσια είκοσι εκατομμύρια διαθέτει η περιφέρεια, χωρίς όμως να ξεκαθαρίζει που θα πάνε. Αναφέρει, μόνο -και αυτό από μόνο του κάτι σημαίνει, αλλά το προσπερνάμε- μία δικαιολογία για τα περίπου 50 εκατομμύρια, τα άλλα δεν λέει που πάνε (και αυτό επίσης κάτι σημαίνει, αλλά ας τα προσπεράσουμε μαζί). Μπορεί να πάνε σε κάτι χρήσιμο. Σε κάτι ουσιώδες. Δεν ξέρω, γιατί η περιφέρεια και τα ρεπορτάζ των καναλιών δεν μου λένε. Δεν κρίνουν σκόπιμο να μάθω, μάλλον. Άρα, θα κρίνω όταν θα μου πουν. Έκτοτε, κρίνω με ότι έχω. Και εκατό εκατομμύρια να πάνε «μόνο» από αυτά σε αθλητικές «υποδομές», δεν αλλάζω ούτε κόμμα στο άρθρο μου γι’ αυτά τα εκατό, επίσης να σου πω. Ούτε κόμμα.

    Αστυνομοκρατούμενη Αθήνα

    Η σημερινή αποφυλάκιση των Κασιδιάρη, Παναγιώταρου και Μίχου, μου έφερε στο μυαλό μία παλαιότερη στιγμή μου, που την θυμάμαι, όταν την θυμάμαι, πολύ έντονα.

    Δεν ξέρω αν έχω ξαναγράψει γι’ αυτό – δεν βρήκα κάτι – αλλά δεν πειράζει, καλή και η επανάληψη.

    ~

    Μια φορά και έναν καιρό, εργαζόμουν κοντά στην Ομόνοια, το σπίτι μου ήταν στην Κάτω Κηφισιά, και έπαιρνα καθημερινά το τραίνο για να μετακινηθώ.

    Εκείνη την ημέρα, Τετάρτη, έφυγα από το γραφείο γνωρίζοντας ότι έχει ντέρμπι στο Ολυμπιακό Στάδιο μεταξύ Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού. Το ήξερα, αλλά παρόλα αυτά, επέλεξα να πάρω το τραίνο – αν είχε μέσα Παναθηναϊκούς θα έβγαζα χαριτωμένα τον σκασμό, αν είχε Ολυμπιακούς, ε, θα περνάγαμε ωραία.

    Στην αποβάρθρα της Ομόνοιας, χαμός. ΧΑΜΟΣ. Πλήθος κόσμου, κυρίως Ολυμπιακοί, αλλά και άσχετοι, παππούδες, γιαγιάδες που από άγνοια ή από ανάγκη θα μπαίνανε στο επόμενο τραίνο. Παραταγμένα, εκεί, μπόλικα ΜΑΤ, που δεν μιλάνε, είναι απλωμένοι, και φροντίζουν υποθέτω να μην πετάξει κανένας μαλάκας από την πίεση του κόσμου ή για πλάκα κανέναν στις ράγες.

    Το τραίνο έρχεται, σχεδόν άδειο. Έχει μέσα κόσμο, επίσης Ολυμπιακούς, που κάθονται – τόσο άδειο το τραίνο – και φωνάζουν συνθήματα βρίζοντας μάνες και γιους.

    Κακώς-καλώς, δηλαδή, τυπική ατμόσφαιρα ντέρμπι.

    Ο κόσμος μπαίνει, και μαζί τους και εγώ παρά τις όποιες επιφυλάξεις μου. Τι μπορεί άλλωστε να πάει στραβά;

    Επόμενη στάση, Βικτώρια. Στην διαδρομή μέχρι εκεί, είμαστε τρομερά στριμωγμένοι, από την γαλαρία ζέχνει το ούζο, υπάρχουν κάτι άγριοι που βρίζουν πολύ, και βαράνε τους τοίχους στα συνθήματα, και μπόλικος κόσμος που απλώς πάει στο γήπεδο και δεν θέλει φασαρίες, ή πάει στο σπίτι του, και παρακαλάει να μην γίνει καμία στραβή.

    Μπαίνουμε στον σταθμό της Βικτώριας, και βλέπουμε ΜΑΤ, παρατεταγμένα, σε όλη την απόσταση του σταθμού. Δεν έχει κόσμο, έχει μόνο ΜΑΤ. Όταν λοιπόν ανοίγουν οι πόρτες, γίνεται κάτι ασύλληπτο:

    Μία κυρία, μπροστά μου, καλοντυμένη καλοστεκούμενη, βγάζει έξω το κεφάλι της, και λέει στα ΜΑΤ να συλλάβουν (μαζέψουν νομίζω είπε) έναν τύπο, γιατί βρίζει πολύ, και πως τα ανέχονται, και τέτοια.

    Αψυχολόγητα, τρεις ΜΑΤατζήδες, βουτάνε μέσα στον χαμό – θυμήσου, φίσκα το τραίνο -, βουτάνε έναν τύπο, και ακριβώς έξω από την πόρτα, τον σακατεύουν στο ξύλο. Είναι τρεις, και τον έχουν σακατέψει, τον βαράνε αλύπητα όπου βρουν. Στο μεταξύ, ένας τέταρτος μιλάει με τον οδηγό (είμαι στο πρώτο βαγόνι) και του κάνει νόημα να μην κλείσουν τις πόρτες, η κυρία φωνάζει «όχι αυτόν, αυτόν!» δείχνοντας έναν άλλο(!), οι γκλομπιές και οι κλωτσιές πέφτουν βροχή, ο κόσμος έχει εντελώς σαστίσει, δεν το περίμενε κανείς.

    Θαρρείς ότι τον βαράνε για μία αιωνιότητα -αν και πρέπει να περάσαν μόλις μερικά δεύτερα, αλλιώς ο κόσμος θα είχε αντιδράσει- και μετά, ο ένας από αυτούς κάνει κάτι που μου έχει μείνει χαραγμένο στο μυαλό:

    Τον πετάει πάλι μέσα.

    Σε εμάς.

    Στο φίσκα τραίνο.

    Και δίνει εντολή το τραίνο να φύγει.

    Η κυρία μέσα. Αυτός μέσα. Όλοι μέσα. Οι πόρτες κλείνουν. Το τραίνο φεύγει.

    Ο τύπος ουρλιάζει «ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΙΟΛΑ ΝΑ ΤΗΝ ΓΑΜΗΣΩ», και εγώ δεν έχω ξαναακούσει τέτοιο μίσος, ποτέ, ούτε πριν, ούτε έκτοτε. Η γυναίκα κρύβεται πίσω από μένα, είναι μικροκαμωμένη, χωράει, τρέμει, δεν μιλάει καθόλου, οι άλλοι γύρω μου αμίλητοι κάνουν κύκλο και την εξαφανίζουν, τρέμει η ψυχή της. Ο τύπος ουρλιάζει, φτύνει ούζα και αίματα, έχει παρανοήσει, τον κρατάνε πέντε φίλοι του, όσο χωράει, και ψάχνει να την βρει.

    Μέχρι τον σταθμό Αττική, και κάποιες απίστευτες στάσεις που μας έκοβαν την ψυχή μέσα στο τούνελ, συνεχίζεται αυτό το πράγμα. Κοιτάω έναν που είναι μαζί του και τον κρατάει, τον κοιτάω, είναι σοβαρός, είμαι σοβαρός, δεν μιλάμε, του δείχνω την πόρτα με το μάτι, πίσω μου για την γυναίκα, μου γνέφει αμυδρά ναι.

    Μπαίνουμε στον σταθμό, ανοίγουν οι πόρτες, δεν υπάρχει ψυχή στην αποβάθρα, δεν βγαίνει κανείς, αυτός να ουρλιάζει «ΘΑ ΤΗΝ ΞΕΚΟΙΛΙΑΣΩ ΤΗΝ ΚΑΡΓΙΟΛΑΑΑΑΑΑΑ», ακούγεται το μπιπμπιπμπιπ ότι θα κλείσουν οι πόρτες, εν ριπη οφθαλμού του αλλάζουν θέση να κοιτάει μέσα στο βάθος του βαγονιού, «έλα ρε μαλάκα, ηρέμησε», αυτός ουρλιάζει, σπρώχνω με το σώμα τους μπροστινούς, κάνουμε άνοιγμα στην γυναίκα, εξαφανίζεται.

    Δεν έχω δει άνθρωπο να εξαφανίζεται έτσι.

    Ο τύπος δεν έχει πάρει χαμπάρι τίποτα, και ουρλιάζει κλαίγοντας μέχρι την στάση του Ολυμπιακού Σταδίου. Κλαίει, αναρωτιέται γιατί, φωνάζει, την μισεί θέλει να την σακατέψει, ξανακλαίει στους φίλους του για την αδικία.

    Όταν φτάνουμε Ειρήνη, τον κατεβάζουν σηκωτό. Έχει πια σχεδόν λιποθυμήσει από το ξύλο, τα ούζα και την ένταση. Τον αφήνουν σε ένα παγκάκι, και -μάλλον, ελπίζω και υποθέτω- πάνε να φωνάξουν βοήθεια, ή , παρ ελπίδα, τον αφήνουν να ξεμεθύσει στο παγκάκι.

    Ο Ολυμπιακός κερδίζει την πρόκριση με γκολ στο 90+, και υπολογίζω ότι αυτός ο άνθρωπος δεν είδε τίποτα απολύτως – είτε κοιμόταν σε ένα παγκάκι, είτε ανάρρωνε σε μία αίθουσα του σταθμού. Είναι 8 Απριλίου του 1992.

    ~

    Ποτέ δεν κατάλαβα τι νόημα είχε να τον ξαναβάλουνε μέσα. Πότε, όσο και να το σκέφτομαι. Αν είχε κάνει παρανομία, έπρεπε να συλληφθεί – αν όχι, δεν έπρεπε να ασχοληθούν μαζί του, και σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να τον βαρέσουν, να τον σακατέψουν, και να μας τον ξαναδώσουνε μεσα, για να βγάλουμε εμείς τα κάστανα από την φωτιά για τον δικαιολογημένο ή όχι θυμό για την αδικία που του έγινε, σε έναν κλειστό χώρο, εγκλωβισμένοι, με όλους να είναι υποψήφια θύματα σε ένα θολωμένο μυαλό.

    Εκτός και αν ήθελαν νεκρούς. Εκτός και αν ήθελαν ένταση, και άλλο θύμα, και άλλο αίμα.

    Αυτήν την ιστορία μου θύμισε το σημερινό. Δεν πιστεύω να αναρωτιέσαι γιατί.