Στις 22 Απριλίου δένει στην επισκευαστική ζώνη Περάματος το Asterion II, πλοίο υπό Κυπριακή σημαία για λογαριασμό της ΑΝΕΚ.

Φυσικά, όπως λέει και το ρεπορτάζ, οι ιδιοκτήτες θέλουν «το συντομότερο δυνατόν να αρχίσει δρομολόγια στη γραμμή Πάτρα – Βενετία»

Το μεσημέρι της Παρασκευής, εργαζόμενος σε ιδιωτικό συνεργείο, τραυματίστηκε καθώς έκανε εργασίες στο καράβι.

Σήμερα, Δευτέρα, λίγο μετά τις 8 άλλος ένας εργαζόμενος τραυματίστηκε στο καράβι – χτύπησε στον αυχένα – και διακομίστηκε στο νοσοκομείο. Οι εργαζόμενοι κατέβηκαν σε στάση, μέχρι να ελεγχθεί ότι έχουν παρθεί τα δέοντα μέτρα ασφαλείας. Το Υπουργείο, σταμάτησε τις εργασίες, μέχρι να ελέγξει αν οι συνθήκες είναι κατάλληλες.

Φυσικά, το ερώτημα προκύπτει αβίαστα: Γιατί έπρεπε οι εργαζόμενοι να κατέβουν σε στάση για να γίνει ο αυτονόητος έλεγχος του Υπουργείου;

Καταγγελίες υπήρχαν, δύο τραυματίες υπήρχαν, τι άλλο χρειαζόταν, νεκρός; Οι εργαζόμενοι πρέπει να τσακώνονται με τους υπευθύνους τους για το αυτονόητο;

Επιπλέον: μήπως δεν ήταν μόνο δύο οι τραυματίες; Ο Ριζοσπάστης αναφέρει ότι είναι όχι δύο, αλλά τρία τα ατυχήματα – ένας ακόμα εργαζόμενος τραυματίστηκε στο γόνατο, αλλά ο εργολάβος το κράτησε μυστικό.

Επίσης, ισχύει η καταγγελία του Ριζοσπάστη ότι άργησε ο απεγκλωβισμός του τραυματία γιατί ο εργολάβος, η πλοιοκτήτρια εταιρία και/ή η Cosco δεν έχουν λάβει σχετικά μέτρα;

Επιστρέφουμε στην αρχική είδηση: «…το συντομότερο δυνατόν να αρχίσει δρομολόγια στη γραμμή Πάτρα – Βενετία»

Με τι κόστος σε ανθρώπους; ή δεν μας νοιάζει;

θυμίζω ότι ακόμα αναμένουμε, μεταξύ των άλλων και από το ίδιο Υπουργείο, το πόρισμα για το προ τριετίας πλεον θανάσιμο δυστύχημα στα ΕΛΠΕ που κόστισε την ζωή σε τέσσερις ανθρώπους.

Και θυμίζω πως αντιλαμβάνονται κάποιοι το «εργατικό ατύχημα»

Να προσθέσουμε εδώ, και έχει και αυτό το νόημά του: Μόλις εχθές το απόγευμα στο Πέραμα έγινε μοίρασμα αντιφασιστικού περιοδικού από την Ορ.Μ.Α. (Οργάνωση μαχητικού αντιφασισμού) – όπου και Χρυσαυγίτες του «εργοδοτικού» σωματείου Αγ. Νικόλαος τους επιτέθηκαν με πέτρες και λοστάρια – ένα εκ των οποίων έσπασε ένα κράνος στην μέση(!)

Οι άνθρωποι της Ορ.Μ.Α. πήγαν στην αστυνομία να καταγγείλουν την επίθεση, όπου και βρέθηκαν …κατηγορούμενοι μετά την παρέμβαση του βουλευτή της ΧΑ Λαγού, όπου και πέτυχε την απελευθέρωση των Χρυσαυγιτών που κατηγορήθηκαν ότι συμμετείχαν στην επίθεση, και την σύλληψη των αντιφασιστών(!)

~

Update (31/5/2018): Από ότι καταγγέλλεται, η σύνδεση που έκανα ίσως είχε απόλυτο νόημα, τελικά:

Στο όργιο τρομοκρατίας που έχουν εξαπολύσει «COSCO» και εργολάβοι, έρχεται να προστεθεί η προσπάθειά τους να στήσουν απεργοσπαστικό μηχανισμό, μεταφέροντας με μικρό τουριστικό πλοίο κάποιους, ανάμεσά τους και χρυσαυγίτες, από την προβλήτα του Φαλήρου (ΣΕΦ) στις προβλήτες της «COSCO» για να δουλέψουν.

Από τον 902.gr

~

Update (1/6/2017)(2): Σε μία πολύ ενδιαφέρουσα ανακοίνωση προχώρησε εχθές ο Τομέας Εργατικής Πολιτικής του Σύριζα (θυμίζω, του κυβερνώντος κόμματος):

Οι κινητοποιήσεις των εργαζόμενων στο λιμάνι του Πειραιά αναδεικνύουν τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι καθώς εδώ και οκτώ χρόνια η COSCO και η θυγατρική της, Σταθμός Εμπορευματοκιβωτίων Πειραιά Α.Ε. (ΣΕΠ) λειτουργούν τις εγκαταστάσεις τους αποκλειστικά μέσω εργολαβικών εταιρειών και με τον τρόπο αυτό μεγιστοποιούν τα κέρδη τους, ενώ παράλληλα κρύβονται από τις ευθύνες τους σαν πραγματικοί εργοδότες. Με τις πρακτικές αυτές υπονομεύουν θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα όπως αποδεικνύεται από τη μη ύπαρξη Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, την έλλειψη Επιτροπής Υγείας & Ασφάλειας όπως και Γενικού Κανονισμού.

Προϋπόθεση για τη δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη που αποτελεί επιτακτική ανάγκη για την ελληνική οικονομία και κοινωνία είναι ο σεβασμός στα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, με μισθούς αξιοπρέπειας και εργασιακό περιβάλλον που προστατεύει την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων. Θα πρέπει να γίνει σαφές σε όλους ότι επιχειρηματικές πρακτικές που βασίζονται σε εργασιακές συνθήκες γαλέρας – όπως αυτές που ευαγγελίζεται ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης- δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτές. […]

(Δεν έχω πειράξει πουθενά το κείμενο, εκτός από τα έντονα γράμματα)

Ξαναλέω, είναι δήλωση του αντίστοιχου τμήματος του κυβερνώντος κόμματος. Είναι κυβέρνηση αυτοί, που τα γράφουν αυτά. Οι ίδιοι. Κυβέρνηση. Τώρα, που τα γράφουν; Είναι κυβέρνηση!

Δεν υπάρχει σωτηρία, καμία.

Στις 8 Μαΐου του 2015, στις 8:20 το πρωί, η περιοχή του Ασπρόπυργου ταράχτηκε από (άλλη μία, όπως θα αποδεικνυόταν αργότερα) έκρηξη. Στα Ελληνικά Πετρέλαια, τα ΕΛΠΕ, έξι άνθρωποι οδηγούνται στο νοσοκομείο – τέσσερις από τους οποίους, με ηλικίες από 27-41 χρονών, θα πεθάνουν μετά από μερικές ημέρες, υποκύπτοντας στα τραύματά τους.

Τέσσερις άνθρωποι πέθαναν από αυτήν την έκρηξη – και όμως, καμία δικαιοσύνη δεν έχει αποδοθεί για τον θάνατό τους έκτοτε. Καμία δικαιοσύνη, και, κυρίως, καμία μνήμη δεν περισσεύει γι’ αυτούς.

Η ευθύνη βαρύνει αποκλειστικά την κυβέρνηση Σύριζα / Αν. Ελ. – επί των ημερών της, και την πρώτη της θητεία έγινε η έκρηξη – επί των ημερών της, και της υπόλοιπης δεύτερης θητείας της η αποσιώπηση και η όποια κωλυσιεργία της υπόθεσης.

Οι μόνοι που αντέδρασαν επισταμένα δημοσιογραφικά, ήταν η Εφημερίδα των Συντακτών που, χάρη στα εκτεταμένα ρεπορτάζ τους, μαζί με τον Ριζοσπάστη και τοπικά site της περιοχής με βοήθησαν να συλλέξω ένα μεγάλο υλικό για την υπόθεση, και να συντάξω μία καταγραφή των γεγονότων σχεδόν μέχρι σήμερα:

Δευτεραίος, Delilaj, Αβράμπος, Μαγγούρας

Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα όμως, τρία ολόκληρα χρόνια, δεν τιμωρήθηκε κανείς.

Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, παραμένει (για όσους ακόμα ασχολούνται και θυμούνται) η ατιμωρησία, για μία εταιρία και υπευθύνους που δεν είναι μόνο οι ισχυροί ιδιώτες, αλλά και το ίδιο το κράτος.

Σε όλο αυτό το διάστημα, ουδείς επίσημος έχει τολμήσει να ψελλίσει τα τέσσερα ονόματα που παραμένουν από κάθε πλευρά ξεχασμένα:

Χαράλαμπος Δευτεραίος, 41 ετών, πατέρας δύο παιδιών.
Ραμαντάν Ντελιλάΐ, εργαζόμενος σε εργολαβική εταιρία, 32 ετών.
Αντώνης Αβράμπος, 27 ετών.
Κώστας Μαγγούρας, 31 ετών.

Πορίσματα ξεχασμένα στα συρτάρια, ελάχιστου κόστους οικονομικές ποινές που δεν ξέρω καν αν έχουν επιβληθεί, διαφήμιση στα μέσα για το φιλανθρωπικό έργο της εταιρίας, βραβεία για την εταιρική παρουσία της εταιρίας, και, πάνω από όλα, σιωπή.

Έρχονται και πωλήσεις, δεν ξέρω αν είναι καιρός για …δικαιοσύνες τώρα.

Και οι υπόλοιποι λίγοι, καταγεγραμμένοι ίσως σε μία κρυφή λίστα ενοχλητικών της εταιρίας, να πασχίζουν να θυμούνται ότι τέσσερις νέοι άνθρωποι, χωρίς να φταίνε σε τίποτα, τρέχοντας όπως λένε οι καταγγελίες να προλάβουν εξωπραγματικά χρονοδιαγράμματα με σκοπό το άγιο κέρδος της εταιρίας και των μετόχων της (μεταξύ των οποίων και το κράτος – εμείς), τέσσερις άνθρωποι που ήξεραν ότι είχαν γίνει μόλις λίγο καιρό πριν, πάλι σύμφωνα με τις καταγγελίες, και άλλα τέτοια ατυχήματα, χάνουν τις ζωές τους αφήνοντας πίσω απροστάτευτες τις οικογένειές τους.

Και εμείς, αθόρυβα, να αφήνουμε στην εταιρία την …υποχρέωση να αυτορρυθμίζεται, όπως (δεν) έκανε ούτε πριν, ούτε μετά όπως καταγγέλλεται από τους εργαζόμενους και τις ενώσεις. Δεν ξεκαθαρίσαμε τις ευθύνες, δεν τιμωρήσαμε, δεν μιλήσαμε καν.

Για άλλη μία φορά, για άλλη μία φορά, η δικαιοσύνη στο συρτάρι.

~

Με αυτά και με αυτά, βγαίνει μάλλον προφητικό το κυνικό άρθρο του Δρυμιώτη στην Καθημερινή εκείνης της εποχής, καθώς – από ότι φαίνεται – όλοι, ιδιωτικός τομέας, δημόσιος τομέας, πρωθυπουργός, κυβέρνηση, πολιτικοί, υπεύθυνοι για την ασφάλεια των εργαζομένων, υπεύθυνοι για την δικαιοσύνη, δημοσιογράφοι, όλοι μοιάζουν να ενστερνίζονται προφανώς τα σοφά λόγια του:

«[…] Ας αφήσουμε κατά μέρος την εύκολη προπαγάνδα και κριτική. Ατυχήματα συμβαίνουν και θα συμβαίνουν παντού, ανεξάρτητα από την ιδεολογία.

Είναι μέρος της ζωής μας.

Μπορούμε και πρέπει να προσπαθούμε να τα περιορίσουμε στον μέγιστο δυνατό βαθμό, αλλά όποιος ισχυρίζεται ότι μπορούμε να τα αποφύγουμε, είναι βαθιά νυχτωμένος ή σωστότερα φοράει μαύρες, κατάμαυρες παρωπίδες. Ειδικά οι εργολαβικές εταιρείες, που παρέχουν υπηρεσίες σε τρίτους, προσέχουν πολύ περισσότερο το θέμα της ασφάλειας ώστε να μην έχουν ατυχήματα, γιατί απλούστατα αν έχουν ατυχήματα θα χάσουν τους πελάτες τους.

Δεν υπάρχει στη ζωή δραστηριότητα, ακόμα και ψυχαγωγική, χωρίς τον κίνδυνο ατυχήματος.

Ολα τα άλλα είναι φτηνή προπαγάνδα!

[…]»

Περιμένω κάτι καλύτερο από την κυβέρνησή μου από το να επικοινωνεί ανωνύμως μέσω «κυβερνητικών πηγών» για «ναρκέμπορους χρηματοδότες«:

– Αν ξέρει ότι ισχύει πράγματι η καταγγελία, έχει υποχρέωση να την προχωρήσει με τους νόμιμους (και συνήθως σιωπηλούς) τρόπους, να φροντίσει να οδηγηθούν οι υπεύθυνοι στην φυλακή – αλλιώς, έχει αποτύχει οικτρά αφήνοντας έναν ναρκέμπορο ελεύθερο να δρα, και κάνοντας ζημιά στην κοινωνία που έχει ταχθεί να υπηρετεί.

– Αν δεν ξέρει αν ισχύει ή όχι, τότε είναι θλιβερό να κινείται με τέτοιους υπόγειους τρόπους, με σκοπό να χρησιμοποιήσει μία τέτοια ανακοίνωση – καταστρέφοντας όμως το όποιο τεκμήριο αθωότητας έχει κάθε ένας από εμάς, είτε είναι εφοπλιστής, κάτοχος ΜΜΕ, είτε ο ανώνυμος σαν και μένα, κάνοντας ζημιά στην κοινωνία που έχει ταχθεί να υπηρετεί.

– Αν ξέρει ότι δεν ισχύει, τότε είναι πολλαπλά λάθος να χρησιμοποιεί τέτοιες εκφράσεις, χρησιμοποιεί πολιτικά κάτι το οποίο γνωρίζει καλά ότι δεν έχει τελικά καμία βάση και δημιουργεί ψεύτικους εχθρούς κάνοντας ζημιά στην κοινωνία που έχει ταχθεί να υπηρετεί.

Προσπαθώ να το ξεκαθαρίσω όσο καλύτερα μπορώ: ΔΕΝ έχει να κάνει με τον κάθε Μαρινάκη (ή με τον κάθε Μητσοτάκη) όλο αυτό: έχει να κάνει αποκλειστικά με το τι θα έπρεπε να περιμένει ο καθένας από την κυβέρνηση (οποιαδήποτε κυβέρνηση, προηγούμενη, τωρινή, αυριανή) όλων μας – και τι παίρνει τελικά:

Απογοήτευση.

Και όπως πάντα, είμαι σαφής: όσοι την υποστηρίζουν και αντιλαμβάνονται την κατρακύλα, οφείλουν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον να ταχθούν κατά τέτοιων πρακτικών, να πάρουν θέση, να αντιδράσουν. Εκτός από ευθύνη τους, είναι και υποχρέωσή τους: Είναι οι μόνοι που μπορούν, που θα καταφέρουν κάτι.

Γιατί κάθε κυβέρνηση είναι κυβέρνηση όλων μας, και αν δεν γίνει σαφές αυτό σ’ αυτόν τον καταραμένο τόπο, αποκλείεται να αλλάξει κάτι.

Έχω πολλές φορές τονίσει, και παλιότερα και πιο πρόσφατα (και σε άσχετες στιγμές) όσο πιο ξεκάθαρα μπορώ, ότι η κυβέρνηση οφείλει να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Δεν είναι κυβέρνηση του κόμματός της, ούτε των ψηφοφόρων της, αλλά οφείλει να είναι όλων των Ελλήνων, και να συμπεριφέρεται αναλόγως.

(Πολύ προσεκτικά, έχω αποφύγει κάθε σχόλιο για την «υπόθεση Novartis» – αν και, πολλά πράγματα φαίνονται να αξίζουν σχολιασμού. Αλλά θα περιμένω, γιατί αυτό πιστεύω ότι πρέπει να κάνω.)

Βρήκα στο διαδίκτυο(*), αυτό:

Ανακοίνωση Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού

Σε μία στιγμή που απαιτείται ο μέγιστος βαθμός σοβαρότητας και αξιοπρέπειας, σε μία στιγμή που, περισσότερο από όλες τις φορές η κυβέρνηση οφείλει να είναι όλων των Ελλήνων, αυτή η σιχαμένη ανακοίνωση βγαίνει στον αέρα.

Δεν είναι μόνο ντροπή, δεν είναι μόνο βλακεία: Ακουμπά στα όρια του εγκλήματος.

Σε στιγμές που είμαστε όλοι αδιανόητα έτοιμοι να φάμε ο ένας τον άλλον, αυτή η κυβέρνηση δεν αποδεικνύεται άξια της ευθύνης της.

Ελπίζω επίσημα κάποιος να ανακαλέσει, να τιμωρηθεί όποιος, και όσο ψηλά και να είναι αυτός που αποδέχθηκε τέτοια αθλιότητα, να πρυτανεύσει η λογική, να σοβαρευτούν – έστω και αργά, μπας και καταφέρουμε να μην σκοτωθούμε.

Που πολύ, πολύ αμφιβάλω.

Ηλίθοι.

(*) Δεν πίστευα ότι είναι αληθινό, καθώς στο site δεν την βρήκα γραμμένη – αλλά υπάρχουν ειδησεογραφικά που την αναφέρουν ως επίσημη – οπότε δεν μπόρεσα παρά να αποδεχθώ με θλίψη την αυθεντικότητά της. Μάλλον ντράπηκαν να την βάλουν; Πάντως, ακόμα και αυτή η έκλαμψη αυτογνωσίας δεν είναι αρκετή.

Η Google με αυτό το moto εχει φροντίσει πολύ έξυπνα να αμβλύνει τις ανησυχίες των χρηστών της: δώστε μας όλα τα προσωπικά στοιχεία σας,τις συνήθιες σας, τα πιο απόκρυφα ηλεκτρονικά μυστικά σας – δεν θα κάνουμε τίποτα κακό με αυτά, γιατί το moto μας είναι Don’t be evil! 🙂

Τι θα γίνει όμως την επόμενη ημέρα που θα εξαγοραστεί η Google, ή που θα αλλάξει το ΔΣ της, ή, εν πάση περιπτώσει όταν θα αρχίσει να μην σέβεται πια αυτό το moto; Ότι δέχεσαινα παραδώσεις τώρα, αυτόματα θα ισχύει για πάντα, τι θα πεις μετά, «α, άλλαξες τώρα, θα ήθελα να το επαναδιαπραγματευτούμε»;

Εκεί ακριβώς είμαστε με την ελληνική κυβέρνηση: τώρα, σε μία αριστερή (με, ή χωρίς εισαγωγικά, δεν είναι αυτό το θέμα μας) διακυβέρνηση που έχει μπροστά της ελάχιστες αντιδράσεις, ένας από τους υπο ψήφιση όρους του νομοσχεδίου είναι και η μεταφορά στο Υπερταμείο των:

ΟΑΣΑ,
ΟΣΥ,
ΣΤΑΣΥ,
ΟAKA,
ΕΛΤΑ (Α΄ ομάδα),
ΕΥΑΘ,
ΕΥΔΑΠ,
ΔΕΗ (Β΄ ομάδα),
Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών,
Ελληνικές Αλυκές,
ΕΤΒΑ ΒΙΠΕ,
Α.Ε. Διώρυγας Κορίνθου (ΑΕΔΙΚ),
Οργανισμός Κεντρικών Αγορών και Αλιείας Α.Ε. (ΟΚΑΑ),
Κεντρική Αγορά Θεσσαλονίκης (ΚΑΘ),
ΔΕΘ-HELEXPO και
Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών (Γ΄ ομάδα).

Όλα αυτά, θα μπορούν αύριο, με την σύμφωνη γνώμη της όποιας κυβέρνησης και των πιστωτών που ελέγχουν το Υπερταμείο, (μαζί με όσα έχουν ήδη διατεθεί στον έλεγχό του) να ιδιωτικοποιηθούν, χωρίς να είναι εφικτή καμία κοινωνική αντίδραση:

Η μεν κυβέρνηση (έστω της ΝΔ) θα μπορεί να πει «με εμένα τα βάζετε; Ο Σύριζα τα έδωσε στο Υπερταμείο και συμφώνησε σε υποχρεωτικά κέρδη! Που ήταν η αντίδρασή σας τότε;».

Η δε αντιπολίτευση (έστω ο Σύριζα) θα μπορεί να πει «ναι, εγώ τα έβαλα – αλλά δεν τα πούλησα κιόλας! Ακόμα υπο τον έλεγχο του κράτους θα έπρεπε να είναι – γιατί να πουληθούν;»

Μεγάλος χαμένος θα είναι ο πολίτης, ο οποίος ακομα και αν προσπαθήσει τότε να αντιδράσει, η κάθε θέση θα έχει (μισό τουλάχιστον) δίκιο.

Ίσως γι’ αυτό, σε αγαστή συνεργασία ΝΔ/Σύριζα/Δανειστών έχουν δημοσιευτεί ελάχιστες αντιδράσεις για τις ιδιωτικοποιήσεις μεταφορές στο Υπερταμείο κρατικου ελέγχου που η παρούσα κυβέρνηση Σύριζα και ο Τσίπρας είχαν ξεκαθαρίσει ότι δεν θα απολέσουν (πχ ΕΥΑΘ) για κανέναν λόγο…

Εδώ, η αναφορά της είδησης

Εδώ, μία αρχική αναφορά τι είναι το Υπερταμείο

Όσο με αφορά, είναι ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, έστω και στο πρώτο βήμα -που δεν είναι τόσο ορατό αυτήν την στιγμή- και γίνεται με αριστοτεχνικό τρόπο, για να καμφθούν οι αντιδράσεις αύριο, ακόμα και αν αυτές είναι δίκαιες…

Υ.Γ.: Φυσικά, τόσες χιλιάδες σελίδες, σε τόσες λίγες ημέρες, είναι καταπάτηση του πυρήνα της Δημοκρατίας: Μπορεί να είναι πολύ βολικό για τους δανειστές, μπορεί να είναι πολυ βολικό και για την κυβέρνηση, αλλά μόνο κακό κάνει στην Δημοκρατία μας. Το ίδιο κακό, που κάποτε στο ίδιο κόμμα, φαινόταν τρομερά ενοχλητικό…

Υ.Γ.2: Και, σε τόσες χιλιάδες σελιδες, κάτι θα προστεθεί, πονηρά με λίγες γραμμές, με σαφή πρόθεση κατ’ εμέ για να ξεφύγει:

Με την προσθήκη ουσιαστικά τεσσάρων μόνο λέξεων, στο προτελευταίο άρθρο από τα 400 του πολυνομοσχεδίου με τα προαπαιτούμενα της τρίτης αξιολόγησης, η κυβέρνηση επιχειρεί (ξανά) να απαλλάξει τους έξι εμπειρογνώμονες του ΤΑΙΠΕΔ για την υπόθεση – σκάνδαλο των 28 ακινήτων του Δημοσίου, υπακούοντας για ακόμα μία φορά στις πιέσεις των δανειστών. Ακόμα και όταν αυτές αφορούν παρέμβαση στη Δικαιοσύνη…

Από το ThePressProject: Πουλώντας τη Δικαιοσύνη για τους έξι του ΤΑΙΠΕΔ

(Μόλις υπέπεσε στην αντίληψή μου ένα πόρισμα του 2017 για την υπόθεση της πρεσβείας της Βενεζουέλας στην Αθήνα, πήγα να το προσθέσω ως update στο site στο αντίστοιχο άρθρο, και ανακάλυψα ότι …ποτέ δεν έχω ανεβάσει post για το θέμα. Απολογούμαι, και επανορθώνω: Το άρθρο έχει γραφθεί σε μεταγενέστερη ημερομηνία από αυτήν που εμφανίζεται, αλλά το τοποθετώ χρονολογικά εδώ, για να διατηρηθεί η χρονική συνέχεια στο blog)

Πριν από μερικά χρόνια, το 2013 στην πρεσβεία της Ελλάδας στην Βενεζουέλα, έγιναν καταγγελίες από τέσσερις εργαζόμενες της πρεσβείας ότι (τότε) πρέσβης Φράγκλιν Ραμόν Γκονσάλες τις παρενόχλησε σεξουαλικά επί οκτώ μήνες, (όπως αλλού αναφέρεται καταγγέλθηκε ότι αποπειράθηκε να βιάσει μία εξ αυτών)

Λίγο καιρό μετά, ο πρέσβης αντικαθίσταται από τον Φαρίντ Φερνάντες, ο οποίος εργαζόταν ήδη στην πρεσβεία. Οι τρεις στις τέσσερις γυναίκες απολύονται, και καταγγέλλουν πλέον ότι η απόλυσή τους (από τον Φαρίντ Φερνάντες) έγινε ακριβώς επειδή έκαναν την καταγγελία κατά του πρέσβη, και γι’ αυτό ζητούν από τα δικαστήρια να αποζημιωθούν για την καταχρηστική και εκδικητική ενέργεια.

Ο σημερινός πρέσβης, Φαρίντ Φερνάντες, δηλώνει ότι δεν απολύθηκαν λόγω των καταγγελιών, αλλά γιατί κρίθηκαν ανεπαρκής. ‘Οπως δήλωσε στο δικαστήριο, δεν είχε ιδέα για τις καταγγελίες.

Στο ίδιο δικαστήριο πάντως, σύμφωνα με την ειδησεογραφία, δεν προσκομίστηκε κανένα στοιχείο ότι η πρεσβεία είχε προχωρήσει σε οποιαδήποτε μορφής καταγγελία προς τις εργαζόμενες για την ποιότητα της δουλειάς τους.

Αντιθέτως, ο προηγούμενος πρέσβης Ροδρίγο Τσάβες Σαμούδιο κατέθεσε ότι είχε ενημερώσει σε συναντήσεις μεταξύ άλλων και τον σημερινό πρέσβη Φαρίντ Φερνάντες που τις απέλυσε για τις καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση, προφανώς πριν ακόμα απολυθούν οι τρεις εργαζόμενες.

Τα δικαστήρια θα εκδώσουν το επόμενο διάστημα (*αν δεν έχει ήδη γίνει, αδυνατώ να βρω πάντως απόφαση) την απόφασή τους για τις κυρίες που εργάζονταν εκεί.

Μέχρι στιγμής, ο,τι περιγράφω είναι δεδομένα – η χρονική σειρά, οι καταγγελίες, τα δικαστήρια, οι καταθέσεις.

Υπάρχει όμως και μία περίεργη παράμετρος, εξίσου ενοχλητική.

Το 2016 ο δημοσιογράφος Ιάσωνας Πίπινης έγραψε ένα άρθρο στο οποίο ανέφερε ότι το 2013, όταν είχαν ήδη γίνει οι καταγγελίες, ο τότε πρόεδρος του Σύριζα και σημερινός πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σε μία επιστολή του που συνέχαιρε τον πρόεδρο της Βενεζουέλας για την εκλογή του, ανέφερε σε μία παράγραφο της για το θέμα:

«Μέχρι στιγμής το προσωπικό της πρεσβείας έχει επιδείξει πολιτική ωριμότητα και δεν θα λάβει μέτρα εντός της Ελλάδας, που θα δημοσιοποιούσαν το πρόβλημα, γεγονός που θα το εκμεταλλεύονταν στο έπακρο τα συστημικά μέσα ενημέρωσης για να βλάψουν την Αριστερά τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Βενεζουέλα»

Η Όλγα Γεροβασίλη έχει ήδη αναφέρει ότι αυτή ήταν μία «διπλωματικής μορφής» ενέργεια, και ότι …χάρη σ’ αυτήν, έφυγε τελικά από την πρεσβεία ο κατηγορούμενος πρέσβης.

~

Πάμε τώρα στην δική μου αντίληψη για το θέμα:

Είναι ανήκουστο, έτσι πιστεύω εγώ, να ξέρεις ότι υπάρχουν καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση, και δρας «διπλωματικά»(*). Ο συντάκτης της επιστολής, δεν προστατεύει με αυτόν τον τρόπο τα θύματα: Η θέση μου είναι πως προστατεύεται αποκλειστικά και μόνο ο πρέσβης – αν όχι και πρεσβεία και ο Μαδούρο και ο Σύριζα – από την «εκμετάλλευση των μέσων ενημέρωσης».

Πάντως σίγουρα, δεν προστατεύονται με αυτήν την επιστολή οι καταγγέλλουσες.

Η θέση, ομολογώ, μοιάζει δύσκολη καθώς ο Σύριζα δεν ήταν κυβέρνηση τότε, δεν θα μπορούσε να ξέρει αν οι καταγγελίες στέκουν ή όχι, και κυρίως δεν έχει απολύτως κανέναν ρόλο στα εσωτερικά μιας πρεσβείας – όσο οι καταγγελίες μένουν εκεί, στους τέσσερις τοίχους της.

Μοιάζει, ομολογώ – μα αντιθέτως,πιστεύω ότι είναι εξαιρετικά απλά τα πράγματα:

Όταν ένας εργαζόμενος καταγγέλλει κάτι τέτοιο, οφείλουμε να δούμε (έστω με τα όσα μέσα διαθέτουμε) αν ισχύει όντως. Αν ισχύει και αναλωθούμε μόνο στο να γράψουμε «μάζεψέ τον αυτόν, γιατί θα μας εκθέσει», είμαστε κατάπτυστοι. Αν μείνουμε απαθείς και σιωπηλοί όταν οι καταγγέλλουσες τελικά απροστάτευτες απολυθούν, συγκαλύπτουμε μία τεράστια αδικία. Και αν δεν αναγνωρίσουμε έστω και μεταγενέστερα το λάθος μας, είμαστε δειλοί.

«…στη διένεξη της Σαουδικής Αραβίας με την Υεμένη δεν πιστεύω ότι το ζήτημα αυτό λύνεται με το αν θα πουλήσουμε εμείς όπλα στη Σαουδική Αραβία» λένε στον Σύριζα.

Ήτοι, τι πειράζει αν πουλήσουμε κανένα όπλο παραπάνω, έτσι και αλλιώς θα σκοτωθεί κόσμος, εμείς θα αλλάξουμε την κατάσταση;

Για €66 εκατομμύρια όλο αυτό.

Πόσοι βομβαρδισμοί αντιστοιχούν στην κρατική προστασία ενός Μεγάρου πχ; Ποιος τα μετράει όλα αυτά όμως, ε;

Τελικά, όλα έχουν τιμή, πράγματι. Αλλά ευτυχώς, το ευρώ τυπώνεται σε αξιόπιστο χαρτί, αντέχει στο πλύσιμο, και, από ότι φαίνεται, το αίμα θα ξεπλυθεί γρήγορα.

Τους ανθρώπους στην Υεμένη να μπορούσαμε να τους ρωτήσουμε μόνο – αν όταν θα τους βομβαρδίζανε, τους ένοιαζε αν υπήρχε τελικά μεσάζοντας, ή όχι, και πόσα πήρε….

Προσθήκη: από την Διεθνή Αμνηστία, τι σημαίνει η πώληση όπλων στην Σαουδική Αραβία.

Διαβάζω από το ρεπορτάζ του ThePressProject:

  • Το ανώτατο όριο ημερήσιας απώλειας ανά παίκτη τίθεται πλέον από τον ίδιο τον παίκτη. Προηγουμένως το όριο αυτό ήταν στα 500 ευρώ και σήμαινε επίσης αποκλεισμό για 24 ώρες. Το 2015 με την πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έπεσε πρόσκαιρα στα 80 ευρώ.
  • Ο χρόνος παραμονής τίθεται επίσης από τον παίκτη: Με τις προηγούμενες διατάξεις, ένας παίκτης μπορούσε να παραμείνει στα «μικρά καζίνο» για 10 ώρες την ημέρα και 32 συνολικά τον μήνα
  • Δεν υπάρχει όριο στο μάξιμουμ ποντάρισμα ανά παρτίδα. Προηγουμένως το όριο ήταν 80 ευρώ και το 2015 μάλιστα έπεσε στα 20 ευρώ
  • Καταργήθηκε ο περιορισμός για τη μίνιμουμ απόσταση μεταξύ δύο καταστημάτων VLTs, που προηγουμένως ήταν 200 μέτρα.

Γιατί;

Το 2015, όταν πρωτοήρθε η υπόθεση στην βουλή, τεκμηριώθηκαν επαρκώς οι λόγοι που απαιτούσαν προστασία των παικτών (υπόψιν ότι ο τζόγος είναι ένας αναγνωρισμένος εθισμός) ώστε να μην χάνουν πολλά χρήματα, να μην παίζουν υπερβολικά πολλές ώρες κλπ. Ήδη, και τότε, δεν ήθελα καθόλου να εμφανιστούν τέτοια μηχανήματα (καθώς το να πιστεύει κανείς ότι υπάρχει μηχανική τύχη όταν υπάρχει κέρδος, είναι εντυπωσιακά αφελές κατ’ εμέ) και θεωρούσα τις διατάξεις προστασίας προσχηματικές, και πρακτικά ως μία ψευδαίσθηση ασφάλειας.

Μα τώρα, ακόμα και αυτή η ψευδαίσθηση ασφάλειας, αφαιρείται.

Τι άλλαξε;

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος για λογαριασμό της κυβέρνησης μιλά για … κρατικά έσοδα. Έσοδα σε χρήματα, προφανώς – γιατί οι ανθρώπινες ζωές (πλην των ιδιοκτητών των εταιριών που ασχολούνται με τυχερά παιχνίδια) θα καταστραφούν πλήρως από μία τέτοια ασυδοσία.

Δεν άλλαξε όμως κάτι θετικό για τους ανθρώπους αυτούς. Αντιθέτως: Πλέον θα παίζουν όσες ώρες (ή μέρες) μπορούν, όσα χρήματα μπορούν, θα χάνουν όσα χρήματα μπορούν.

Η προστασία του κράτους, πουλήθηκε για μερικά ευρώ σε έσοδα:

Τίποτα άλλο δεν άλλαξε.

Το παιχνίδι στα φρουτάκια έγινε πιο επικερδές για το κράτος, πιο επικερδές για τον ΟΠΑΠ – χωρίς κάποιος να ενδιαφέρεται να λάβει υπόψιν ότι, αυτά τα κέρδη, θα έρθουν τελικά από κάποιον.

Από κάποιον εθισμένο, που τον απελευθερώσαμε να τεθεί απόλυτα στην ανάγκη του, στην μαστούρα του, στον εθισμό του.

Προτιθέμεθα να κάνουμε, απλώς, πιο εύκολο στους εθισμένους ανθρώπους να χάσουν λεφτά, να καταστραφεί απόλυτα η ζωή τους, η ζωή των ανθρώπων γύρω τους – για να αυξήσουμε τα …έσοδα; Τα κρατικά έσοδα;

Αυτό, είναι αλητεία. Δεν είναι καν πολιτική αλητεία: είναι απλή ανθρώπινη αλητεία.

Είναι έγκλημα, πρέπει να ειπωθεί ως έγκλημα, να αναγνωριστεί ως έγκλημα και να τιμωρηθεί ως έγκλημα.

Η υπόθεση του φόρου επί των διαφημίσεων των τηλεοπτικών καναλιών έχει μία άκρως εντυπωσιακή διαδρομή: από το 2010 που πρωτοψηφίστηκε, ως μνημονιακή απαίτηση αν θυμάμαι καλά, πέρασαν πέντε ολόκληρα χρόνια για να γίνει πράξη (πέντε δύσκολα χρόνια λιτότητας, όχι χρόνια παχέων αγελάδων) καθώς κάθε χρόνο ψηφιζόταν η μεταφορά του για ..του χρόνου.

Το αποκορύφωμά της, οι πρώτες ημέρες του 2015, ελάχιστες ημέρες πριν τις εκλογές, όπου καθώς χάθηκε η προθεσμία μεταφοράς της καταβολής του φόρου, η Κατερίνα Σαββαΐδου, Γενική Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων, αντικαταστάτρια του Χάρη Θεοχάρη, φρόντισε να μεταφέρει την πληρωμή του φόρου αυτού για ..του χρόνου, κάνοντας την καταβολή από μηνιαία σε ετήσια (και αλλάζοντας τοις πράξει έναν νόμο, κάτι για το οποίο κατηγορήθηκε αργότερα ότι δεν είχε δικαίωμα να το πράξει αν θυμάμαι καλά)

Στην συνέχεια βέβαια, άλλαξε η κυβέρνηση, ήρθε ο Σύριζα, και κατάφερε να επανενεργοποιήσει τον φόρο, με έσοδα, καθώς ισχυρίζεται η ίδια, περίπου 20 εκ ευρώ ετησίως σύμφωνα με το γενικό λογιστήριο του κράτους (για τα έτη 2015 και 2016, αν είχε ενεργοποιηθεί το 2010 φυσικά θα ήταν πολλαπλάσια, αλλά τέλος πάντων)

Τα κανάλια στο μεταξύ διαμαρτύροντω για την φορολόγηση αυτή – και δικαίως, εν πολλοίς, θα πρόσθετα, καθώς η μνημονιακή οδηγία τους έβαζε ένα σκληρό μαχαίρι στα έσοδα – κάτι όμως που ίσχυε, τελικά, για όλους τους Έλληνες ως νομικά πρόσωπα αλλά και τις επιχειρήσεις σ’ αυτό το χρονικό διάστημα για να βγούμε από την κρίση (με, ή χωρίς εισαγωγικά)

Μόλις πριν λίγες ημέρες, σε μία ανατροπή για έναν καταραμένο φόρο που έχει επτά χρόνια ζωής και μόλις ενάμισι χρόνο λειτουργίας, η κυβέρνηση Σύριζα ανακοίνωσε ότι …μειώνει τον φόρο από 20% σε μόλις 5% το 2018!

Ερωτηθείς ο Νίκος Παππάς, απάντησε ότι δεν είναι δώρο προς τα κανάλια, αλλά ήταν επιβεβλημένο καθώς «προέκυψαν νέες επιβαρύνσεις όπως η επιβολή τέλους 2% επί του τζίρου για τον ΕΔΟΕΑΠ» (την διάσωση του ταμείου των δημοσιογράφων) – και εν πάση περιπτώσει, θα μπει στα αδειοδοτημένα κανάλια που θα πληρώνουν πλέον και για την άδειά τους.

Έτσι καταφέρνουμε να έχουμε δύο ζητήματα, αντί για ένα – από τα οποία μάλιστα, προκύπτει ένα τρίτο!

Να τα δούμε (πλέον με την προσωπική μου ματιά, καθώς μέχρι τώρα κάνω μόνο αποτίμηση της πραγματικότητας);

Πρώτον, ασφαλώς και είναι δώρο στους καναλάρχες. Το 20% δεν είχε συνδεθεί με τις άδειες, ώστε να γίνεται συμψηφισμός τώρα, αντιθέτως, θα έπρεπε να πληρώνουν για μία άδεια, ΚΑΙ να φορολογούνται με αυτόν τον φόρο. Άδικος ο φόρος; Άδικος, συμφωνώ – όπως και ταυτόχρονα ήταν άδικοι οι περισσότεροι φόροι, οι μειώσεις και η λιτότητα που επιβλήθηκε σε όλους μας, επιχειρηματίες, πολίτες, συνταξιούχους κλπ. Άδικος, αλλά πέρασε και μία πενταετία που δεν είχε, χαριστικά, επιβληθεί.

Δεύτερον, η σύνδεση του φόρου με την «νέα επιβάρυνση για τον ΕΔΟΕΑΠ» είναι μία εξαιρετικά ενοχλητική ενέργεια, καθώς είναι (αν και αποφεύγω να κάνω σύγκριση του 2% επί του τζίρου με το 15% που γλυτώνουν από τα έσοδα των διαφημίσεων – δεν ξέρω την σύγκριση για τα δύο νούμερα, καθώς είναι επί διαφορετικής βάσης), κατ’ ουσία και με εντολή Υπουργού, ξεκάθαρη κρατική επιδότηση του ταμείου των δημοσιογράφων με χρήματα που θα έπρεπε να καταλήγουν σε όλους μας. Άρα, καταφέρνει εκτός από τους καναλάρχες, είναι ταυτόχρονα δώρο και στους δημοσιογράφους που ενισχύεται κρατικά το ταμείο τους – και μάλιστα χωρίς φραγμό (αυτή η επιδότηση μπορεί να συνεχίζεται χρόνια, ανεξαρτήτως της όποιας κατάστασης ή ανάγκης έχει τελικά το εν λόγω ταμείο)

Τρίτο όμως, που είναι λίγο περισσότερο ενοχλητικό, καθώς προκύπτει αν το σκεφτεί κανείς λίγο καλύτερα: έστω ότι ο φόρος είναι άδικος, έστω ότι υπάρχει μία μείωση για να σωθεί το ταμείο των δημοσιογράφων, έστω ότι το ταμείο αυτό καταστρέφεται και έχει τίμια ανάγκη στήριξης. Κατανοητό. Γιατί όμως έχει τέτοια ανάγκη; Μου έρχονται στο μυαλό πέντε, έξι τουλάχιστον μεγάλες χρεοκοπίες δημοσιογραφικών επιχειρήσεων τα τελευταία χρόνια – και αναφέρομαι στις μεγάλες, γιατί οι μικρές είναι σαφώς περισσότερες. Χρεοκοπίες, με τρομαχτικές ζημιές σε τράπεζες, εργαζόμενους, την αγορά και … και τα ταμεία.

Δηλαδή, εκτός από την κρίση, εκτός από την «φυσιολογική» ζημιά που έπαθαν όλα τα ταμεία όλων των εργαζομένων, τα ταμεία επιβαρύνθηκαν και από κακοπληρωτές επιχειρηματίες του τύπου – μερικοί εκ των οποίων «σώθηκαν» από τρομερές ζημιές και δανεισμούς (έχω αναφερθεί και στο παρελθόν πολλάκις σ’ αυτό) που τους βάρυναν χρεοκοπώντας τα πάντα, τις επιχειρήσεις τους, την αγορά, τις τράπεζες, τους εργαζόμενους, το δημόσιο, τα ταμεία.

Η ζημιά που δημιούργησαν στα ταμεία δε, χρεοκοπημένοι (και μη καθώς υπάρχουν και οι εν ενεργεία κακοπληρωτές) «επιχειρηματίες» είμαι βέβαιος ότι είναι τεράστια – αλλά, καθώς η κρατική ενίσχυση από τα χρήματα όλων μας θα καλύψει την ζημιά η μήνις για τις ενέργειές τους από συναδέλφους τους δημοσιογράφους και τους υπόλοιπους από εμάς θα είναι σαφώς μικρότεροι.

Τα ταμεία σώζονται, παίρνουν μία βαθιά ανάσα – no harm done.

Και επιπλέον έτσι, με λιγότερη ζημιά, θα προκύψουν και λιγότεροι λόγοι οι δημοσιογράφοι να αναγκαστούν να κάνουν (επιτέλους!) την δουλειά τους και να ανακαλύψουν πως φτάσαμε στο σημείο να προκύπτουν δισεκατομμύρια (κυριολεκτικά) ευρώ ζημιάς από πέντε, δέκα επιχειρήσεις τύπου – ενώ ταυτόχρονα τα σημαντικότερα και αλώβητα στελέχη και προβεβλημένοι συνάδελφοί τους των επιχειρήσεων αυτών δεν θα αναγκαστούν να απαντήσουν σε …δυσάρεστες ερωτήσεις.

Εκτός λοιπόν από τους καναλάρχες, που μειώνεται η φορολογία τους, εκτός από τους δημοσιογράφους, που με χρήματα όλων μας επιβιώνει το τραυματισμένο (αλλά ταυτόχρονα ξεχωριστό, αντίθετα από τους υπόλοιπους από εμάς) ταμείο τους, ευνοημένοι βγαίνουν και οι αποτυχημένοι επιχειρηματίες του τύπου, που βλέπουν την ζημιές που προκάλεσαν (συνειδητά, ή μη) να μειώνονται και έτσι οι ίδιοι να γλυτώνουν από τον θυμό για τις ενέργειές τους.

Δεν είναι ένα, λοιπόν το δώρο. Δεν είναι καν τρία, γιατί ελοχεύει και ένα τέταρτο πρόβλημα – ίσως το πιο φρικτό απ’ όλα.

Και αυτό διότι κάνουν περισσότερο κακό, παρά καλό στην ευρύτερη έννοια και την ουσία της δημοσιογραφίας.

Ας το δούμε πιο ξεκάθαρα: Ενισχύει τους καναλάρχες, που θα βιώσουν σε μικρότερο βαθμό την πίεση που αισθανόμαστε εμείς οι υπόλοιποι, ενώ ταυτοχρόνως δεν την έζησαν καν επί πέντε ολόκληρα χρόνια χάρη σε ωμή κυβερνητική προστασία – με τα όποια ανταλλάγματα. Ενισχύει τους δημοσιογράφους, παρέχοντάς τους ένα δίχτυ ασφαλείας που οι υπόλοιποι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν έχουν, αλλά θα κληθούν να το πληρώσουν από τα χρήματα που θα πήγαιναν να τους βοηθήσουν. Ενισχύει τους κακούς επιχειρηματίες του τύπου, οι οποίοι ασέλγησαν οικονομικά όχι μόνο στους εργαζόμενους, στις τράπεζες (και θυμηθείτε ποιος τα πληρώνει ΚΑΙ αυτά) και στα ταμεία – αλλά και στους όποιους τίμιους επιχειρηματίες του τύπου, οι οποίοι προσπαθούν να είναι αξιόλογοι και οικονομικά και δημοσιογραφικά (συχνά αυτά τα δύο συμβαδίζουν) σε μία αγορά που η λαμογιά δεν τιμωρείται ποτέ (σε έναν κλάδο που εκ του ρόλου του θα έπρεπε να είναι ελεγκτικός και καταγγελτικός, κατ’ αρχάς προς τον ίδιο του τον εαυτό).

Όλα αυτά, επιπλέον, αφήνουν ένα δικαιολογημένο αίσθημα υποψίας «ανταλλαγής». Η βασική ουσία της δημοσιογραφίας είναι να ελέγχει την ισχύ, το κράτος, την εξουσία – και, για τα επόμενα χρόνια, αυτή η διαδικασία ελέγχου μολύνεται με μία συνεχή πληρωμή, από τον ελεγχόμενο προς τον ελεγκτή του – κάτι που ακόμα και αν θεωρήσει κανείς ότι όλα αυτά γίνονται με τις καλύτερες των προθέσεων, είναι αδύνατο να μην ενοχληθεί και να θυμώσει με αυτήν την συναλλαγή.

Υποστηρίζω λοιπόν ότι έτσι κατ’ αρχάς δηλητηριάζεται η ίδια η δημοσιογραφία.

Για άλλη μία φορά, στους κυριότερους τομείς που την αποτελούν θα προσφερθεί φροντίδα και προστασία, με θυσίες και βάρη των υπολοίπων, χωρίς να απαιτηθεί όμως ταυτόχρονα η κάθαρση που απαιτείται για να μην ξαναφτάσουμε εκεί:

Ποτίζονται όλα στον κήπο του απαραίτητου και χρησιμότατου δέντρου της δημοσιογραφίας, μπας και σωθεί το φρούτο της – χωρίς να μπαίνει κανείς στον κόπο να αφαιρέσει ουσιαστικά τα ζιζάνια που όχι μόνο θα ποτιστούν μαζί του, μα και πιθανότατα θα αφαιμάξουν και την όποια πιθανότητα να καρποφορήσει κάτι ουσιαστικό τελικά.

~

Αυτός ο περιβόητος φόρος λοιπόν, έχει εξελιχθεί ταυτόχρονα σε ενοχλητικότατο καρκίνωμα, αλλά και σε εντυπωσιακή διαρκή αποκάλυψη της δυσκολίας, της αδυναμίας που έχουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις (άλλες λιγότερο, και δεν παραβλέπω ότι άλλες σαφώς περισσότερο) να «ξεκαθαρίσουν» ουσιαστικά τις παθογένειες του τύπου.

Και όπως έχω αναφερθεί και άλλες φορές στο παρελθόν, χωρίς καθαρό τύπο, χωρίς καθαρή δημοσιογραφία, δεν βλέπω καμία απολύτως πιθανότητα να έχουμε ούτε καθαρή δικαιοσύνη, ούτε καθαρή εξουσία.

Υ.Γ.: Παραλλήλως, και χωρίς να έχω γνώση γι’ αυτό, ο Θάνος Καμήλαλης έγραψε τα ίδια περίπου πράγματα για το θέμα, για λογαριασμό του ThePressProject (με περισσότερες δημοσιογραφικές πληροφορίες). Αξίζει να το διαβάσετε (και να ενισχύσετε το ThePressProject, επίσης)

Οι αποκαλύψεις των Paradise Papers φαίνεται πως οδεύουν στην ίδια διαδικασία όπως και των Panama Papers πριν, ή των Lux Leaks: κοιτάμε τα ελληνικά ονόματα, εκείνα απαντούν (ή δεν απαντούν), σε λίγο καιρό τα ξεχνάμε, και, στοχεύουμε την προσοχή μας στο επόμενο λαμπερό πράγμα που μας ζητείται να πάρουμε θέση.

Οι γνώσεις μου για τα οικονομικά είναι λιγότερο και από ελάχιστες, και έτσι δεν έχω τις βάσεις να εμβαθύνω στο πρόβλημα αυτό καθ’ εαυτό, αλλά αναγκαστικά το βλέπω στην πρώτη του ανάγνωση:

Εταιρίες και τα φυσικά πρόσωπα που τις απαρτίζουν, αναζητούν φορολογικούς παραδείσους (ή οικονομίες με ελάχιστο έλεγχο πόθεν έσχες) για να λειτουργήσουν τις επιχειρήσεις τους.

Προφανώς δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα – αλλά σε πρώτη ανάγνωση, αυτό καταλαβαίνω εγώ.

Άλλες φορές, όπως στα Panama Papers τα χρήματα που διακινούνται δεν είναι καν πάντα καθαρά (αν καταλαβαίνω σωστά) – άλλες φορές, όπως στα Lux Leaks ή στα Paradise Papers, είναι βασισμένα σε απολύτως νόμιμες διαδικασίες, που απλώς έχουν σαΐνια φοροτεχνικούς, που πληρώνονται αδρά για να γλυτώσουν τους πελάτες τους από τις «ακριβές» χώρες, και να σταθμεύσουν τις επιχειρήσεις τους σε φορολογικούς παραδείσους.

~

Στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια, μείναμε στο εξώφυλλο του πράγματος. Τα papers και τα leaks συνήθως έβγαιναν όσο και από όσους συμμετείχαν σε παγκόσμια ρεπορτάζ – και η αντίδραση των ΜΜΕ περιοριζόταν είτε στο να «ξεχάσει» όσους δυσκολευόταν να δυσαρεστήσει, είτε στο να υπερπροβάλει όσους πολιτικά η επιχειρηματικά στόχευε να πληγώσει – ακόμα και αν αυτό δεν βασιζόταν παρά μόνο στην «ηθική» διάσταση του πράγματος.

Το ζητούμενο όμως, δεν είναι το εξώφυλλο.

Αν μία εταιρία, που δραστηριοποιείται στην (ή και στην) Ελλάδα, μεταφέρει τα κέρδη της έξω, σε έναν φορολογικό παράδεισο, ακόμα και αν είναι εντελώς νόμιμη ως διαδικασία, πληγώνει οικονομικά όχι μόνο το σύνολο των πολιτών, μα και του ανταγωνισμού.

Σ’ αυτό, έχουν υποχρέωση να αντιδράσουν οι θιγμένοι: οι πολίτες, για την ζημιά που υφίστανται, και το κράτος, για την προάσπιση της ίσης αγοράς για όλα τα μέρη. Πως; Η κάθε πλευρά με τον δικό της τρόπο: οι πολίτες, μπορούν να σταματήσουν εφόσον αυτό είναι δυνατό, την οικονομική ενίσχυση της εταιρίας που εφευρίσκει τρόπους να μην πληρώνει φόρους.

Το κράτος, αυξάνοντας τις έρευνες, και κάνοντας πιο αυστηρούς τους κανόνες.

Όλα αυτά που λέω, είναι λογικά (θεωρώ) και, εν πάση περιπτώσει, θα περνούσαν χαλαρά ως απάντηση μίας μις Κόσμος σε διαγωνισμό καλλιστείων.

Το ζητούμενο είναι τι έχει γίνει.

Από την αποκάλυψη των Lux Leaks, μέχρι τις αποκαλύψεις για τα Panama Papers, δεν έχω ακούσει καμία κυβερνητική οδηγία, κανέναν ψηφισμένο νόμο, καμία προστασία ώστε να μην ξανασυμβούν.

(μπορεί να έχει γίνει – εγώ δεν έχω ακούσει το παραμικρό)

Ειδικά για τα Lux leaks, μία διαδικασία (πιθανότατα) νόμιμη, και παγκόσμιας εμβέλειας για την προστασία των κερδών από τους φόρους, προς τις ελληνικές εταιρίες που «συμμετείχαν» δεν γνωρίζω να υπάρχει καν …παρατήρηση.

(μπορεί να έχει γίνει – εγώ δεν έχω ακούσει το παραμικρό)

Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σήμερα πχ εμφανίζεται (κυρίως μετά την αναφορά του ονόματος της συζύγου του Μητσοτάκη στα Paradise Papers) να περνάει κι αυτός, εξίσου άνετα, στην επόμενη φάση της μις Κόσμος στον διαγωνισμό καλλιστείων.

Επί του προκειμένου όμως, όταν πχ η ίδια η Ευρωπαϊκή κοινότητα φιλοξενεί ως ισότιμα μέλη αυτούς τους παραδείσους (όπως το Λουξεμβούργο) το να περιμένεις μόνο απ’ έξω την αντίδραση ισοδυναμεί με ..μη αντίδραση.

Και η ευχή «να εδραιωθεί επιτέλους στην Ελλάδα ένα δίκαιο μοντέλο ανάπτυξης, που θα στηρίζει τις ανάγκες των πολλών» αν δεν αλλάξει κάτι εντός των τειχών, δεν σημαίνει τίποτα απολύτως.

Οπότε, ξεφεύγοντας λίγο από τα καθρεπτάκια των αποκαλύψεων (που γυαλίζουν πολύ, μα δεν αξίζουν συνήθως τίποτα σπουδαίο) ας εστιάσουμε στο βασικό:

Πως αλλάζουμε εμείς, ως κράτος;

Αν μπορούμε, έχει καλώς – ας το κάνουμε. Ας δημιουργήσουμε, με πράξεις, αυτό το μοντέλο που υποχρεωτικά όλοι θα φορολογούνται ισότιμα, ξεκάθαρα, και ουσιαστικά. Αν δεν μπορούμε – γιατί είναι παγκόσμιο, γιατί δεν πολεμιέται το σύστημα, γιατί θα τρομάξουν οι επενδυτές (τίμιοι και μη, αν και οι δεύτεροι δεν αξίζουν πολλά τελικά αν παρακάμπτουν τον βασικό τρόπο όπου γίνονται χρήσιμοι)- ας βρούμε τρόπο τουλάχιστον να μειώσουμε την ζημιά κάνοντας πράξεις.

Αλλιώς, ας φορολογήσουμε τα ευχολόγια – πιο πολλά θα εισπράξουμε, σας το εγγυώμαι.

Σε συνθήκες κρίσης, δεν εκπλήσσει η κρατική αναλγησία. Όταν με μια ηλεκτρονική εντολή, ένα σκληρό και αυταρχικό κράτος μπορεί να πετάει ανθρώπους έξω από τα σπίτια τους, δεν περιμένεις ότι θα επιδειχθεί ευαισθησία για όσες και όσους βρίσκονται στις φυλακές. Στις ταξικές, ταξικότατες φυλακές, ασφαλώς. Στις φυλακές, όπου το κράτος στοιβάζει ανθρώπους ανάλογα με το «πού συχνάζουν» ή «με ποιούς κάνουν παρέα». Στις φυλακές όπου πετάει τους φτωχοδιάβολους αυτού του κόσμου, για να ξεμπερδέψει έτσι μια και καλή μαζί τους, τοποθετώντας τους/τες στο περιθώριο ως παρίες. Απογυμνωμένους από στοιχειώδη δικαιώματα. Όπως για παράδειγμα να έχουν αυτές και αυτοί την εξουσία πάνω στα ίδια τα σώματά τους.

της Κικής Σταματόγιαννη στο fylosykis.gr
(αναδημοσίευση στο ThePressProject με την άδεια της συγγραφέα – και γω με την σειρά μου με την άδεια του ThePressProject)

Δεν είναι, επομένως, η έκπληξη το συναίσθημα που δοκιμάζεις διαβάζοντας τις διατάξεις του νέου Σωφρονιστικού Κώδικα. Είναι η οργή με την οποία έρχεσαι αντιμέτωπη. Είναι ο θυμός, τον οποίο καλείσαι να διαχειριστείς, ώστε να μπορέσεις να βάλεις σε μια σειρά τις σκέψεις σου. Ας επιχειρήσουμε, λοιπόν, να βάλουμε σε μια σειρά τις σκέψεις μας.

Πώς ξεκίνησαν όλα;

Αυτές τις μέρες κατατέθηκε προς δημόσια διαβούλευση το σχέδιο νόμου για αλλαγή του Σωφρονιστικού Κώδικα. Δεν περιμέναμε ασφαλώς να είναι το απαύγασμα του προοδευτισμού.

Μέσα σε μια απαρίθμηση περιστολής των δικαιωμάτων των κρατουμένων, γυναικών και αντρών, για τα οποία χρειάστηκαν ούτε λίγο ούτε πολύ 88 διατάξεις, στεκόμαστε στο άρθρο 21. Και στην παράγραφο 7 αυτού (οι υπογραμμίσεις δικές μας): «Ο νεοεισαγόμενος υποβάλλεται σε έρευνα σωματική και των ατομικών ειδών του, η οποία διεξάγεται σε ιδιαίτερο χώρο και κατά τρόπο που δεν θίγει την αξιοπρέπειά του. Η έρευνα διενεργείται από δύο τουλάχιστον υπαλλήλους του ίδιου φύλου με τον κρατούμενο και, σε περίπτωση γύμνωσης του σώματος, αυτή δεν επιτρέπεται να γίνεται με αφαίρεση όλων των ενδυμάτων ταυτοχρόνως. Αν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις που να δικαιολογούν ενδοσωματική ή ακτινολογική έρευνα, αυτή διενεργείται μόνον από ιατρό, κατά τους κανόνες της ιατρικής, μετά από εντολή του αρμόδιου δικαστικού λειτουργού».

Διαβάζοντας, λοιπόν, το άρθρο 21 παρ. 7 και την ξεκάθαρη πρόβλεψη για γύμνωση, βρισκόμαστε μπροστά στην αποκρουστική επαναφορά του κολπικού ελέγχου στις γυναίκες κρατούμενες. Μια μέθοδος που όσες μαρτυρίες γυναικών κι αν διαβάσεις, όλες καταλήγουν στο αίσθημα του βιασμού, της ταπείνωσης και του εξευτελισμού που νιώθουν όσες την υφίστανται. «Περίμενα μες στο κρύο μόνο με τα εσώρουχά μου στο δωμάτιο της έρευνας… Μέχρι να έρθει εκείνη με τα ρούχα, με έβαλε να βγάλω και τα εσώρουχά μου. Ντρεπόμουν τόσο πολύ που βρέθηκα σε αυτή τη θέση… Οι συνθήκες κάτω στην απομόνωση ήταν απάνθρωπες…»*.

Μια μέθοδος που σύμφωνα με όλες τις καταγγελίες είναι πλήγμα για την αξιοπρέπεια, την επιβαρυμένη ψυχική υγεία ανθρώπων που βρίσκονται ήδη σε συνθήκες εγκλεισμού. Καταγγελίες ότι σε πολλές περιπτώσεις η εξέταση δεν γινόταν καν από γιατρό-γυναικολόγο, αλλά από υπάλληλο των φυλακών. Καταγγελίες φυλακισμένων γυναικών για εργαλεία μη αποστειρωμένα, ακατάλληλα, σκουριασμένα. Μέχρι και ευρωπαϊκά όργανα έχουν αντιδράσει σε αυτή την πρακτική. Τόσο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο όσο και η Επιτροπή Πρόληψης Βασανιστηρίων την έχει ήδη –από το 2006- κατηγοριοποιήσει ως «καταχρηστική, απάνθρωπη και μη επιτρεπτή».

«Μια φορά, στο χαρτί που ήταν τοποθετημένο στην γυναικολογική καρέκλα όπου μ’ έβαλαν να κάτσω είδα μία τρίχα από προηγούμενη ερευνηθείσα. Η αποστείρωση στα εργαλεία τους είναι κάτι που ενίοτε θυμούνται. Σε άλλες βάζουν διαστολείς και σκουριασμένους, πολλές φορές, τους βάζουν το δάχτυλό τους και συγχρόνως πιέζουν προς τον ορθό ή και από επάνω στη βουβωνική χώρα σε σημείο που η κρατούμενη να πονάει. Τα ειρωνικά σχόλια και τα σόκιν «αστειάκια» των δεσμοφυλάκων δεν λείπουν από το «ρεπερτόριό» τους…

Προσφάτως που αρνήθηκα την κολπική έρευνα και από τον γυναικολόγο, διότι ανεξαρτήτου μορφώσεως, ειδικεύσεως και μορφωτικού επιπέδου το να σου χώνει ο καθείς τα δάχτυλά του είναι τουλάχιστον «απρεπές», θα έλεγα, και ζητούσα υπερηχογράφημα, με απείλησαν ότι θα με δέσουν όλη νύχτα με τη χειροπέδα στο κάγκελο […] μου είπε πως αφού είμαι κρατούμενη πρέπει να δεχτώ την κολπική […]. Εν ολίγοις αυτό που μου είπαν και λένε είναι ότι αφού είμαι κρατούμενη πρέπει να μου κάνουν ότι θέλουν και να μην αντιδράω»*.

Είτε αρνηθεί μια κρατούμενη να υποστεί τον κολπικό έλεγχο είτε αποδεχθεί να «πειθαρχήσει», οδηγείται στην απομόνωση. Εκεί υποχρεώνεται να εκτελεί τις πιο προσωπικές της ανάγκες, ενώ παρακολουθείται ηλεκτρονικά. «Μέσα στις τρεις αυτές ημέρες η κρατούμενη πρέπει να έχει οκτώ κενώσεις. Διαφορετικά θα παραταθεί η κράτησή της στην απομόνωση. Επειδή όμως αυτό δεν είναι φυσιολογικό να συμβεί, τότε οι έγκλειστες αναγκάζονται να χρησιμοποιήσουν καθαρτικό που τους παρέχει η υπηρεσία. Και βέβαια και αυτό αποτελεί έναν άλλο τρόπο βασανισμού, αφού λαμβάνουν το καθαρτικό για να μην παραταθεί ο χρόνος παραμονής τους στην απομόνωση. Όταν βγαίνουν οι κρατούμενες από την απομόνωση, υφίστανται εκ νέου κολπική έρευνα, συνήθως από όποια γυναίκα υπάλληλο έχει βάρδια! Αν μια κρατούμενη αρνηθεί να υποστεί αυτό τον έλεγχο, τότε κινδυνεύει να μείνει στην απομόνωση για τουλάχιστον πέντε ημέρες και με ό,τι συνεπάγεται αυτό»*.

Και μέσα σε αυτές τις δέκα γραμμές συμπυκνώνεις άνετα έναν ωραιότατο ορισμό για το τι συνιστά βασανιστήριο στον 21ο αιώνα. Στην «πολιτισμένη» Ευρώπη της Δύσης.

Γιατί, λοιπόν; Γιατί ξανά;

Ο τυπικός λόγος που επικαλούνται οι νομοθετικές και σωφρονιστικές αρχές είναι η αποτροπή εισαγωγής ναρκωτικών ουσιών μέσα στη φυλακή. Μια εισαγωγή, ωστόσο, που θα μπορούσε να αποτραπεί με χρήση άλλων μέσων. Που δεν ευτελίζουν, δεν πληγώνουν, δεν σε απογυμνώνουν από όση αξιοπρέπεια σου έχει απομείνει μέσα σε μια φυλακή. Έχουν προταθεί τρόποι ελέγχου που δεν κουρελιάζουν τις γυναίκες. Υπάρχει η δυνατότητα για υπέρηχο, για εξειδικευμένα μηχανήματα ανίχνευσης ναρκωτικών ουσιών.

Γιατί, λοιπόν, οι σωφρονιστικές αρχές επέμεναν να αγνοούν όλες αυτές τις εναλλακτικές και προχωρούσαν σε κολπική εξέταση; Και κυρίως, γιατί σκέφτονται τώρα να την επαναφέρουν; Ο ουσιαστικός και ξεκάθαρος λόγος είναι «επειδή μπορούν». Επειδή είναι ένας ακόμη τρόπος να υποδείξουν στην κρατούμενη τη θέση που της έχουν επιφυλάξει. «Είσαι σκουπίδι. Σε μεταχειριζόμαστε ως τέτοιο». Πόση ευαισθησία να χωρέσει σε ένα τόσο απλό σχήμα; «Μη ζητάς και πολλά, γιατί αυτό που σε περιμένει στο βάθος του διαδρόμου είναι η απομόνωση. Οπότε, μη μιλάς. Μη διανοηθείς καν να διεκδικήσεις». Στην κοινωνία «εκεί έξω» περικόπτονται όσα δικαιώματα έχουν απομείνει όρθια. Πόσο καλύτερα να είναι τα πράγματα μέσα σε μια φυλακή, με τα δικαιώματα των κρατουμένων να είναι ήδη περισταλμένα;

Είναι αδύνατον να μιλήσεις για την απάνθρωπη μέθοδο του κολπικού ελέγχου και το μυαλό σου να μην πάει σχεδόν αυτόματα στην Κατερίνα Γκουλιώνη. Μια γυναίκα που στα 41 της χρόνια (19 Μαρτίου 2009) βρέθηκε –κάτω από αδιευκρίνιστες μέχρι σήμερα συνθήκες- νεκρή. Δεμένη πισθάγκωνα με αίματα στο πρόσωπο κατά τη διάρκεια της μεταγωγής της. Κάποιοι θεώρησαν ότι έπρεπε να σταματήσει να μιλάει. Ίσως, γιατί παραήταν ηχηρά όλα όσα κατήγγειλε για τη φρίκη του ελληνικού σωφρονιστικού συστήματος. Ίσως γιατί –σύμφωνα μ’ αυτούς- κάποια πράγματα καλύτερα να μένουν αποκλειστικά πίσω από τους χοντρούς τοίχους μιας φυλακής. Μια περίκλειστη κοινωνία βίας και αποστέρησης δικαιωμάτων, δίπλα σε μια «ελεύθερη και ανοιχτή» κοινωνία συνεχώς κλιμακούμενης βίας και αποψίλωσης και των τελευταίων θραυσμάτων δικαιωμάτων και ελευθεριών.

Ο αγώνας της Κατερίνας Γκουλιώνη είχε αποτέλεσμα καθώς σύμφωνα με το τότε άρθρο 10 παρ. 5 του εσωτερικού κανονισμού των γενικών καταστημάτων κράτησης η ενδοσωματική ή ακτινολογική εξέταση απαγορευόταν, με μόνη εξαίρεση στην περίπτωση που υπήρχε «εύλογη αιτία, μετά από εντολή του αρμόδιου δικαστικού λειτουργού και μόνον από γιατρό».

Και σήμερα, οκτώ χρόνια μετά, με τον θάνατο της Κατερίνας να παραμένει ακόμα αδικαίωτος, έρχεται η κυβέρνηση σε ένα κρεσέντο αυταρχισμού να σβήσει με μια μονοκοντυλιά τον αγώνα αυτόν. Επαναφέρει έναν από τους οδυνηρότερους εφιάλτες των γυναικών κρατουμένων.

Ήδη έχουν προαναγγελθεί κινητοποιήσεις μέσα στις φυλακές ως αντίδραση-διαμαρτυρία για τις αλλαγές που σχεδιάζονται. Πόσο να ανέχεσαι -και για ποιο λόγο άλλωστε;- να εκφράζονται νομοθετικά σκέψεις για την επαναφορά των φυλακών τύπου Γ’; Για διεύρυνση της εξουσίας του εισαγγελέα; Για περιστολή των ήδη πετσοκομμένων δικαιωμάτων των κρατουμένων; Για αντικατάσταση της άδειας του κρατουμένου/ης με την ηλεκτρονική επιτήρηση (βραχιολάκι); Για την αναστολή των εκπαιδευτικών αδειών;

Για ποιον λόγο να ανέχεσαι τα δάχτυλα και τα σκουριασμένα εργαλεία της κρατικής εξουσίας μέσα στο σώμα σου;

Κάτω τα χέρια σας από τα σώματά μας.

* Μαρτυρίες της ίδιας της Κατερίνας Γκουλιώνη και άλλων έγκλειστων γυναικών

~

Υ.Γ.: Οι επισημάνσεις από τον αρκούδο

Αυτή, είναι η επιστολή του προέδρου του Ελληνικού τμήματος των Γιατρών χωρίς Σύνορα.

Αξιότιμε κύριε Πρωθυπουργέ,

Σας απευθύνω αυτή την επιστολή γιατί θα ήθελα να σας ενημερώσω προσωπικά σχετικά με την κατάσταση που αντιμετωπίζουν σήμερα οι πρόσφυγες στα ελληνικά νησιά.

Αν γυρίσουμε το χρόνο πίσω, θα δούμε ότι χρειάστηκε μια σειρά από θανάτους στη Μόρια, στα τέλη του περασμένου Ιανουαρίου, για να μεταφερθούν οι κάτοικοι του καταυλισμού από τις θαμμένες στο χιόνι σκηνές όπου διέμεναν σε αξιοπρεπείς συνθήκες. Προφανώς, το γεγονός ότι περισσότεροι από χίλιοι άνθρωποι υπέφεραν επί μήνες στο κρύο πριν από αυτούς τους θανάτους, δεν αποτελούσε αναγκαία συνθήκη για να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα.

Και τώρα συμβαίνει ξανά το ίδιο. Οι συνθήκες για τους πρόσφυγες στα νησιά επιδεινώνονται διαρκώς τους τελευταίους μήνες. Καθώς βασικές ανθρώπινες ανάγκες δεν καλύπτονται ακόμα, παρατηρούμε τη δυστυχία των ανθρώπων αυτών να γίνεται ολοένα και πιο έντονη. Ένα τεράστιο κύμα αβεβαιότητας και φόβου έχει κατακλύσει τα νησιά, βυθίζοντας ανθρώπους στην απελπισία.

Οι συνάδελφοί μου που εργάζονται στη Λέσβο και τη Σάμο βλέπουν μόνο συντετριμμένους ανθρώπους. Στη διάρκεια του καλοκαιριού, κάθε εβδομάδα η κλινική των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Μυτιλήνη δεχόταν κατά μέσο όρο 6-7 σοβαρότατα περιστατικά ψυχικής υγείας, όπως απόπειρες αυτοκτονίας, αυτοτραυματισμούς και ψυχωσικά επεισόδια.

Όλα αυτά τα περιστατικά έχουν όνομα και μια τραγική ιστορία να διηγηθούν. Η Γκλόρια, αφού έπεσε θύμα βιασμού στο Κονγκό και στην Τουρκία, προσπάθησε στη Λέσβο να δώσει τέλος στη ζωή της πίνοντας υγρό καθαρισμού. Την ίδια ημέρα, η Ράνια από τη Συρία, σε προχωρημένη εγκυμοσύνη, έκανε μια απελπισμένη απόπειρα αυτοκτονίας πιάνοντας ηλεκτρικά σύρματα. Ο Αφράν, Κούρδος από τη Συρία και πατέρας τριών παιδιών, βασανίστηκε στη Συρία, απ’ όπου διέφυγε για να φτάσει στη Σάμο, όπου ζει τους τελευταίους 11 μήνες. Αν και έχει πιστοποιητικό που βεβαιώνει ότι είναι θύμα βασανιστηρίων, ο Αφράν παραμένει εγκλωβισμένος και μπορεί να απελαθεί ανά πάσα στιγμή στην Τουρκία, καθώς η αίτηση ασύλου του απορρίφθηκε για δεύτερη φορά.

Τον Αύγουστο βρέθηκα στη Μοσούλη, στο Ιράκ, σε αποστολή ως χειρουργός. Είδα μπροστά μου τις φρικτές συνέπειες ενός πολέμου χωρίς τέλος. Μίλησα με τους ανθρώπους και προσπάθησα να καταλάβω τι περνούν. Ως πατέρας δύο παιδιών, όπως κι εσείς κύριε Πρωθυπουργέ, είμαι βέβαιος ότι θα έκανα ακριβώς το ίδιο. Θα προσπαθούσα να σώσω την οικογένειά μου αναζητώντας ασφάλεια όπου αυτό θα ήταν δυνατό. Οι ομάδες μας διαπιστώνουν ότι όλο και περισσότερες οικογένειες από το Ιράκ και τη Συρία έρχονται στα ελληνικά νησιά τους τελευταίους μήνες. Τον περασμένο Ιούλιο, το 40% των ανθρώπων που έφτασαν στα ελληνικά νησιά ήταν παιδιά.

Οι άνθρωποι αυτοί μάζεψαν όλες τις δυνάμεις και τις ελπίδες τους και κατάφεραν με πολλές δυσκολίες, ακόμα και με ανθρώπινες απώλειες, να φτάσουν στην Ευρώπη. Κι όμως, είναι εδώ στην Ευρώπη όπου συνθλίβονται οι ελπίδες τους.

Σήμερα δημοσιεύουμε έκθεση με τίτλο «Κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την ψυχική υγεία στη Σάμο και τη Λέσβο» (PDF). Όπως αντιλαμβάνεστε, τα ευρήματα είναι αποκαρδιωτικά. Το βαθύ ψυχικό τραύμα είναι εξαιρετικά σύνηθες πλέον στα νησιά. Συχνά συνοδεύεται από συναισθήματα ντροπής και ταπείνωσης. Για να αναπνεύσει το τραύμα και να θεραπευτεί χρειάζεται ένα ασφαλές περιβάλλον. Οι άνθρωποι βιώνουν έντονα την απουσία ενός τέτοιου φιλόξενου χώρου όταν φτάνουν στα ελληνικά νησιά με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται η ψυχική υγεία τους. Από την πρώτη στιγμή αντιλαμβάνονται την Ευρώπη να τους λέει «δεν σας θέλουμε εδώ, θα σας στείλουμε πίσω στην Τουρκία».

Η ανάσχεση των προσφυγικών ροών αποτελεί σταθερή επιδίωξη των Ευρωπαίων ηγετών. Προκειμένου η Ευρώπη να επιτύχει την αποτροπή των αφίξεων, επιφυλάσσει άθλιες συνθήκες στους ανθρώπους που τελικά θα φτάσουν στην Ελλάδα. Πολλοί αιτούντες άσυλο μάς εκμυστηρεύονται «αν ήξερα πως θα είναι έτσι στην Ευρώπη, θα είχα προτιμήσει να πεθάνω στην πατρίδα μου». Είμαστε υπερήφανοι γι’ αυτό ως Έλληνες και Ευρωπαίοι, κύριε Πρωθυπουργέ;

Η υπαγορευόμενη από τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας πολιτική του εγκλωβισμού στα νησιά είναι απάνθρωπη, ανεδαφική και επικίνδυνη. Και δεν μπορεί να συνεχιστεί. Οι αιτούντες άσυλο, όπως η Γκλόρια, η Ράνια και ο Αφράν, που φτάνουν στις ελληνικές ακτές πρέπει να μπορούν να μετακινηθούν στην ηπειρωτική χώρα. Είναι ανθρωπιστική επιταγή.

Κύριε Πρωθυπουργέ, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα σάς ζητάμε να κάνετε ένα γενναίο βήμα προς την κατεύθυνση του ανθρωπισμού και της αλληλεγγύης. Σε αυτό το σημείο που βρισκόμαστε δεν υπάρχουν άλλες δικαιολογίες. Σας καλούμε να επιτρέψετε τον απεγκλωβισμό των ανθρώπων από τα νησιά και την μεταφορά τους στην ηπειρωτική Ελλάδα διασφαλίζοντας αξιοπρεπείς συνθήκες και πρόσβαση σε εξειδικευμένη φροντίδα που τόσο χρειάζονται.

Με εκτίμηση,

Χρήστος Χρήστου

Πρόεδρος του Ελληνικού Τμήματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα

Η δική μου πάλι άποψη, είναι ότι παρακαλέσαμε αρκετά. Αυτή η κυβέρνηση είναι ένοχη για πολλούς θανάτους, δεν υπάρχει πια η δικαιολογία της αμέλειας, ούτε μπορεί να επαφίεται κανείς στις καλές προθέσεις όσο ο κόσμος πεθαίνει από το κρύο ξεχασμένος σε μία παγωμένη σκηνή τον χειμώνα.

Δεν είναι ανάγκη να περιμένουμε τον επόμενο νεκρό για να κριθεί, ξανά, όχι μόνο η αποτελεσματικότητα, μα και η διάθεση τελικά αυτής της κυβέρνησης να βοηθήσει: έχει κριθεί ήδη, πολλούς νεκρούς τώρα.

Το ερώτημα που έχει κάποια σημασία πριν ξεκινήσουμε είναι «αυτό; Με όσα γίνονται, αξίζει τον κόπο αυτό;»

Νομίζω πως ναι. Μπορεί να κάνω λάθος, μα νομίζω πως ναι. Ας δούμε μαζί την σκέψη μου.

Τελικός Κυπέλλου Ελλάδας, Σάββατο 6 Μαΐου του σωτήριου έτους 2017, και πριν την έναρξη του αγώνα, εκτεταμένα επεισόδια «αμαυρώνουν το ποδοσφαιρικό γεγονός».

Δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες οπαδοί των δύο ομάδων πλακώνονται για αρκετή ώρα, έξω μα και μέσα στο Πανθεσσαλικό στάδιο. Οι τραυματίες δεκάδες – τόσοι, που ακόμα και το αρμόδιο νοσοκομείο βρέθηκε σε δύσκολη θέση.

Τώρα που γράφω τούτο το ποστ είναι ξημερώματα Δευτέρας – μα σκέφτομαι να το ανεβάσω αργότερα, σε μία, δύο μέρες. Στο μεταξύ να περιμένω.

Θα περιμένω να δω, αν κάποιος από το κράτος μας ενοχλήθηκε από αυτήν την εικόνα.


Από το sport-fm.gr

Θα περιμένω να δω αν το αίμα αυτών των ανθρώπων, ακόμα και αν δεχθεί κανείς ότι συμμετείχαν αυτοβούλως στα επεισόδια (εγώ δεν το δέχομαι, αλλά δεν έχει σημασία) ή όσων ταλαιπωρήθηκαν πχ από δακρυγόνα, πέτρες, και δεν ξέρω και γω τι ενώ δεν είχαν καμία συμμετοχή, έχει, για κάποιον, αξία.

Θα περιμένω.

Θα περιμένω να δω αν θα το ξεχάσουμε, αν θα ξεχάσουμε όλο αυτό το αίμα που χύθηκε, όλες αυτές τις εικόνες βίας, τους μαχαιρωμένους, τα στιλέτα, τα δοκάρια, τις καρέκλες, τα γκλόμπ (ακόμα και ανάποδα).

Θα περιμένω.

Θα περιμένω να δω αν, ως κοινωνία, θεωρήσαμε ότι πήγε, κάτι, στραβά. Αν ναι, είναι απλό – θα αντιδράσουμε. Θα ρωτήσουμε αν η αστυνομία έκανε καλά την δουλειά της. Θα ρωτήσουμε αν οι ομάδες είχαν τον έλεγχο των οπαδών τους. Θα ρωτήσουμε αν η ομοσπονδία λειτούργησε με τον καλύτερο τρόπο.

Αν όχι, αν πιστέψουμε ότι όλα πήγαν σωστά, είναι τρομερά απλό, θα προσπεράσουμε. Και το αίμα θα ξεπλυθεί από τους τοίχους, και τα καθίσματα, και τα πατώματα, και θα γίνει δόξη και τιμή το επόμενο παιχνίδι, και θα συνεχίσουμε τις ζωές μας.

~

Όταν όμως, την επόμενη φορά, κάποιος πεθάνει – ακόμα και κάποιος συμμετέχοντας, αλλά πολλώ δε μάλλον κάποιος αθώος, θα περιμένω να δω αν τότε θα αναρωτηθούμε τι πήγε στραβά.

Θα περιμένω να δω αν θα ανατρέξουμε στο χθεσινό, αν θα αναρωτηθούμε αν θα μπορούσαμε, έστω και από σήμερα, να σώσουμε μελλοντικά την ζωή αυτού του ανθρώπου. Θα περιμένω να δω αν θα αναρωτηθούμε, αν πράγματι το χθεσινό ήταν λάθος – γιατί το επιτρέψαμε μία μέρα μετά:

– Γιατί είμαστε δειλοί; Δεν θέλαμε να τα βάλουμε με την ηγεσία και την μαφία των οπαδικών στρατών;

– Γιατί είμαστε ευθυνόφοβοι; Αρνηθήκαμε να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας, και να παραιτηθεί -ή να απολυθεί, αν δεν καταλαβαίνει γιατί- σύσσωμη η πολιτική ηγεσία που ήταν υπεύθυνη γι’ αυτό το χάλι;

– Γιατί ηδονιζόμαστε με το αίμα; Απολαύσαμε ως θεατές τηλεοπτικά ένα σόου ξύλου και βίας και μετά, με ασύλληπτη αδιαφορία, περάσαμε στον αυθεντικό εκνευρισμό για τα …διαιτητικά λάθη;

~

Θα (έπρεπε να) περιμένω.

Αλλά δεν θα το κάνω, δεν θα περιμένω. Θα το ανεβάσω σήμερα, τώρα αμέσως. Γιατί δεν θέλω να επιβεβαιωθώ, προτιμώ να έχω κάνει λάθος, προτιμώ κάποιος να δώσει σημασία σε ο,τι έγινε, και να το διορθώσει.

Πιστεύω ότι είμαστε περισσότεροι αυτοί που ενδιαφερόμαστε, που θυμώνουμε γι’ αυτό που έγινε, που θέλουμε να αλλάξει, που θέλουμε την κάθαρση και τους νόμους ανεξαρτήτως με τι χρώματα ντύνεται ο κάθε οπαδικός στρατός.

Πιστεύω ότι είμαστε περισσότεροι αυτοί που βλέπουν πόσο υποκριτικό είναι να προσπερνάμε τέτοια αίσχη ρίχνοντας την ευθύνη αποκλειστικά στους οπαδούς, αποκλειστικά στην μαφία των γηπέδων, πιστεύω ότι είμαστε περισσότεροι αυτοί που βλέπουν ότι είναι ΔΙΚΗ ΜΑΣ ευθύνη ως κοινωνία, πρωτίστως, ΔΙΚΗ ΜΑΣ ευθύνη να μην πεθάνει κανείς αύριο, ΔΙΚΗ ΜΑΣ ευθύνη να εξαλείψουμε τον χουλιγκανισμό, ΔΙΚΗ ΜΑΣ ευθύνη να τιμωρηθούν όσοι οργάνωσαν, όσοι ανέχθηκαν, και όσοι ήταν ανίκανοι να αποτρέψουν αυτές τις εικόνες.

Πιστεύω ότι είμαστε περισσότεροι αυτοί που αντιλαμβανόμαστε ότι είναι πρωτίστως θέμα ισονομίας, είναι θέμα δικαιοσύνης, είναι θέμα ηθικής – είναι διάολε θέμα πολιτισμού να μην προσπερνώνται αθόρυβα αυτές οι στιγμές.

Πιστεύω ότι είμαστε περισσότεροι αυτοί που φοβόμαστε ότι ο τίτλος «τελικός» δεν θα αφορά αύριο ένα παιχνίδι, αλλά την τελευταία μέρα ενός ανθρώπου.

~

Μία τελευταία κουβέντα, για να το απλοποιήσω λίγο, μ’ αυτήν την σκέψη:

Πρόσεξέ με λίγο:

Αυτό δεν είναι ποδόσφαιρο.

Μην προσπαθήσεις να πείσεις κανέναν, ούτε τον εαυτό σου, ότι είναι. Μην προσπεράσεις αυτήν την εικόνα.

Update 8/5/2017: Το Γραφείο Τύπου του Πρωθυπουργού της χώρας, ήρθε για δουλειά Δευτέρα πρωί, είδε τα σημαντικά γεγονότα του Σαββατοκύριακου, και είπε να αντιδράσει σε όσα έγιναν:

(Δεν το πίστευα – δεν έχει ανέβει ακόμα στο site – αλλά είναι δήλωση μοιρασμένη από το ΑΠΕ. Ιδού για όσους σαν και μένα δεν το πιστεύουν αν δεν το δουν με τα μάτια τους)

Αυτό έχουμε να περιμένουμε, μάλλον. Πολιτικό οπαδιλίκι της πλάκας, ατάκες, και «στην έφερα πρώτος». Μέχρι τόσο φτάνει (προφανώς) αυτή η κυβέρνηση. Και, όπως έχω ξαναγράψει, με τον χειρότερο δυνατόν τρόπο: από το Πρωθυπουργικό Γραφείο.

(Και όχι, δεν ασχολούμαι με το αν ο Μητσοτάκης έκανε καλύτερα ή χειρότερα με τις αρχικές δικές του δηλώσεις. Δεν με κυβερνά αυτός, ας τον κρίνουν οι ψηφοφόροι του)

Ο π/θ της χώρας, -έστω και από τον προσωπικό του λογαριασμό- εκτοξεύει κατηγορίες κατά του πολιτικού του αντιπάλου στο twitter:

και είναι τόσο λάθος αυτό, με τόσο διαφορετικούς τρόπους, που προσπάθησα να «μαζέψω» την αντίδρασή μου σε 140 χαρακτήρες και ήταν αδύνατο.

~

Ασφαλώς, είναι ο πρωθυπουργός της χώρας. Αν πράγματι υπάρχουν παρατυπίες ή ακόμη και παρανομίες στον δημόσιο τομέα, είναι πράγματι δουλειά του και ευθύνη του να το βρει, και να το ξεκαθαρίσει. Συμφωνούμε.

Όμως, μέχρι στιγμής, η διαδικασία δεν έχει ολοκληρωθεί. Ήτοι, δεν ξέρουμε σίγουρα αν είναι όντως σκάνδαλο η Novartis (μπορεί να είναι, δεν διαφωνώ – αλλά αυτήν την στιγμή δεν το ξέρουμε σίγουρα) ή η αντιστοίχως το ΚΕΕΛΠΝΟ, ή το Ερρίκος Ντυνάν, ή πράγματι υπήρξαν παρατυπίες ή παρανομίες ή υπερτιμολογήσεις στο κόστος των φαρμάκων.

Δεν το ξέρουμε. Δεν ξέρουμε αν για οποιοδήποτε εξ αυτών υπάρχει θέμα, δεν ξέρουμε αν υπάρχουν ευθύνες και που και πως μοιράζονται. Θα το μάθουμε, αν γίνουν οι διαδικασίες, γίνουν σωστά, και φέρουν αποτελέσματα. Μέχρι τότε, δεν το ξέρουμε.

Ο πρωθυπουργός της χώρας όμως ΠΡΟΚΑΤΑΛΑΜΒΑΝΕΙ το αποτέλεσμα, βάζοντας μία …στοχευμένη φωτογραφία πολιτικού του αντιπάλου δίπλα σ’ αυτές τις κατηγορίες. Το συνοδεύει και με κείμενο για λεηλασίες, για κυκλώματα και οφέλη ισχυρών – και ολοκληρώνει την εικόνα.

Κατ’ αρχάς, είναι εγκληματικό να προκαταλαμβάνει ένας πρωθυπουργός (και δεν είναι η πρώτη φορά, ούτε από τον συγκεκριμένο, ούτε από τους προκατόχους του) την δικαιοσύνη. Και αυτό, γιατί έχει θεσμικό ρόλο, που δύναται να επηρεάζει τους ανθρώπους που θα κληθούν να ελέγξουν τις κατηγορίες.

Κατά δεύτερον, είναι έλλειψη πολιτικής ηθικής να φωτογραφίζεις τον αντίπαλό σου με κατηγορίες που δεν του έχουν αποδοθεί καν! Οφείλεις να κάνεις τους ελέγχους σου, να περιμένεις, και ΑΝ πράγματι έχει ευθύνες, τότε να τις επιρρίψεις και πολιτικά εκεί που πρέπει. Τότε, και μόνο τότε, και μόνο εάν.

Υπάρχει όμως και ένα τρίτο θέμα, που γα μένα είναι το πιο σημαντικό απ’ όλα. Ότι χρησιμοποιείς αυτές τις κατηγορίες (ειδικά όταν δεν έχουν αποδειχθεί) πολιτικά για να βλάψεις τον πολιτικό σου αντίπαλο, και να ανακατευθύνεις τις κριτικές για την πολιτική σου. Οι όποιες παραβάσεις δηλαδή έχουν όντως γίνει, είναι πλέον εργαλείο δικό σου, και τις χρησιμοποιείς κι εσύ.

Αυτό, είναι αισχρό – και όχι μόνο πολιτικά. Όπως καταλαβαίνω εγώ την πολιτική, η παρανομία, αν και όντως υπάρχει, δεν μπορεί να γίνεται εργαλείο για να χτυπήσει ο ένας τον άλλον. Αν υπάρχουν (και δεν θα βαρεθώ να το λέω, ΑΝ υπάρχουν) όντως ευθύνες, το πιο ισχυρό μέρος της εξίσωσης φροντίζει με όσες ενέργειες του δίνει το σύνταγμα και οι νόμοι να αποδοθούν εκεί που πρέπει, και μετά ξεχωρίζει την κριτική προς τις ενέργειές του, με την όποια απόδοση πολιτικών ευθυνών προς τους αντιπάλους του.

(Το ξέρω ότι δεν βγάζω πολύ νόημα εδώ, αλλά δεν μπορώ να το αποδώσω καλύτερα: «Μην πολιτεύεσαι με το χειρότερο που μπορεί να είναι οι αντίπαλοί σου, αλλά με το καλύτερο που μπορείς να κάνεις εσύ»)

~

Ναι, αλλά θα μου πείτε κάτσε ρε αρκούδε, ο Μητσοτάκης το κάνει συνέχεια!

Πράγματι, τα infographics (που είναι ένας ιδιαίτερα εύπεπτος, αλλά ταυτόχρονα συχνά αβάσιμος ημιτελής τρόπος να μοιράζεσαι πληροφορίες) είναι σχεδόν στην ημερήσια ατζέντα του προέδρου της αντιπολίτευσης.

Ο Μητσοτάκης όμως, είναι ακριβώς αυτό: αντιπολίτευση. όπως αντιλαμβάνομαι εγώ την πολιτική (και μπορεί, κάλλιστα, να κάνω λάθος – εγώ όμως έτσι καταλαβαίνω) ο Μητσοτάκης είναι υπεύθυνος απέναντι στους ψηφοφόρους του – και μόνον. Αν είναι ικανοποιημένοι από την πολιτική του, ή όχι, θα το κρίνουν όπως νομίζουν αυτοί, στις κάλπες ή στην κριτική τους.

Ο Αλέξης Τσίπρας όμως, είναι πρωθυπουργός – όλων μας. Όπως έχω ξαναπεί σχετικά πρόσφατα (και όχι μόνο), δεν είναι πια απλώς πρόεδρος κόμματος – ακόμα και όταν γράφει από τον προσωπικό του λογαριασμό.

Είναι πρωθυπουργός όλων των Ελλήνων, οφείλει να συμπεριφέρεται ανάλογα, και να δέχεται κριτική από όλους μας όταν λειτουργεί με κομματικά, και όχι με εθνικά κριτήρια.

Γιατί κυβέρνηση με καταγγελίες σε infographics, δεν κάνει καλό σε κανέναν μας.

Έχει ξεκινήσει μία διαμάχη, που θεωρώ ότι είναι ταυτόχρονα ένα πρόβλημα της διακυβέρνησής μας – και ασφαλώς όχι μόνο της τωρινής.

Ο Κώστας Βαξεβάνης, στην εφημερίδα του Documento, βγάζει μία είδηση ότι από απόφαση των προηγούμενων Υπουργών Υγείας, έχασε το δημόσιο χρήματα.

Ο Α.Γεωργιάδης, ως άμεσα αναφερόμενος, απαντά (όπως απαντά, δεν έχει σημασία για το θέμα τώρα). Ο Βαξεβάνης συνεχίζει το ρεπορτάζ, ο Πολάκης (αν δεν κάνω λάθος) το παραθέτει στην βουλή, ο πρωθυπουργός Α.Τσίπρας προαναγγέλλει εξεταστική γενικά για την υγεία – η συζήτηση εν πολλοίς συνεχίζεται.

Και πέφτει το μάτι μου σ’ αυτήν την σημερινή είδηση:

Μαξίμου: «Να απαντήσουν Γεωργιάδης-Μητσοτάκης στις κατηγορίες για «δώρο» 65 εκατ. ευρώ στον πρώην υπουργό από φαρμακοβιομηχανίες»

Διαβάστε το άρθρο, το πνεύμα του συνοψίζεται στα εξής:

«Ελπίζουμε να αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα των κατηγοριών τόσο ο ίδιος ο κ. Γεωργιάδης, όσο και ο κ. Μητσοτάκης που τον έκανε αντιπρόεδρο της ΝΔ», σημειώνει το Γραφείο Τύπου του Πρωθυπουργού. Υπογραμμίζει ότι οι κατηγορίες είναι «κάτι παραπάνω από σοβαρές» και τονίζει πως «ο ελληνικός λαός περιμένει απαντήσεις».

Περιμένει όντως, λέω εγώ – αλλά όχι από τον Γεωργιάδη.

Προσέξτε με λίγο εδώ, γιατί έχω προσπαθήσει από το πρωί να το εξηγήσω

…αλλά μάλλον δεν τα καταφέρνω.

~

Έχω μία κυβέρνηση. Η κυβέρνηση ανακαλύπτει ότι κάτι δεν έχει πάει όπως έπρεπε. Είναι παράνομο; Είναι παράτυπο; Είναι ένα δώρο; Είναι απλώς μία αστοχία; Δεν είναι τίποτα από όλα αυτά;

Είναι «κάτι παραπάνω από σοβαρό» πάντως, όπως και η κυβέρνηση αναφέρει.

Υπάρχουν δύο διαδρομές που μπορούν να ακολουθηθούν. Η μία, είναι αυτή η δήλωση – μία κομματική επίθεση από το Μέγαρο Μαξίμου.

Η άλλη, είναι αθόρυβα, χωρίς πολιτική-κομματική εκμετάλλευση, χωρίς περαιτέρω σχολιασμό, ο,τι στοιχεία έχουν βρεθεί, να πάνε στους αρμόδιους υπουργούς και στα αντίστοιχα αρμόδια όργανα, και να απαντηθεί, από την κυβέρνηση, αν πράγματι υπήρξε και σε ποιον βαθμό λάθος.

Εγώ, σαν Γιάννης – επιθυμώ την δεύτερη διαδικασία.

Ας δούμε τι αναφέρει ως ερωτήματα το Μαξίμου:

1. Για ποιο λόγο άλλαξε τον τρόπο τιμολόγησης των φαρμάκων υψηλού κόστους, με μοναδική αλλαγή την κατάργηση της έκπτωσης 13%;

2. Για ποιο λόγο έδειξε τέτοια σπουδή να το πράξει αυτό μία μόλις ημέρα πριν φύγει από το Υπουργείο Υγείας εν αναμονή του ανασχηματισμού;

3. Για ποιο λόγο πριν την απομάκρυνσή του ο κ. Γεωργιάδης έθεσε όρο στον τότε πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, να περάσουν οι αρμοδιότητες για τα φάρμακα στον κ. Μάκη Βορίδη που ανέλαβε; Τι τον ενδιέφερε;

4. Με την απόφασή του επιβαρύνθηκε ή όχι το ελληνικό Δημόσιο αλλά και οι ασφαλισμένοι με 65 εκατ. ευρώ;

5. Ισχύει ότι μεγάλος κερδισμένος από την εσπευσμένη απόφαση Γεωργιάδη είναι η φαρμακοβιομηχανία Novartis, η οποία ελέγχεται για μεγάλο σκάνδαλο χρηματισμού γιατρών και κρατικών λειτουργών;

Το τέταρτο και το πέμπτο ερώτημα, δεν είναι ευθύνη της ΝΔ να τα απαντήσει, γιατί η ΝΔ δεν είναι κυβέρνηση, ο Σύριζα είναι κυβέρνησή – όλων μας. Επιβαρύνθηκε; Όντως; Με αυτό το ποσό; Με αυτήν την κερδισμένη εταιρία; Μόνο με αυτήν; Τα ερωτήματα 1, 2, και 3, είναι πράγματι απάντηση της ΝΔ και του αρμόδιου τότε Υπουργού – μόνο όμως αν αποδειχθεί ότι όντως υπήρξε κάποια παρατυπία ή παρανομία του αρμόδιου τότε Υπουργού. ΑΝ ισχύουν όλα αυτά, και ΑΝ είναι όντως έκθετος ο Υπουργός – τότε και μόνο τότε οφείλονται πολιτικές ή ποινικές απαντήσεις.

Έως τότε, μέχρι να απαντήσει η ίδια η κυβέρνηση για τις πιθανές ζημιές που και αν προκλήθηκαν, το Μαξίμου συμπεριφέρεται ωσάν την Κουμουνδούρου.

Και εδώ είναι το δεύτερο θέμα μου:

Το Μαξίμου δεν είναι η Κουμουνδούρου.

Το καταλαβαίνω ότι είναι οι ίδιοι άνθρωποι. Το καταλαβαίνω ότι είναι πολιτικοί. Το καταλαβαίνω ότι δίνουν μάχες, να παραμείνουν την εξουσία ή να κερδίσουν στα σημεία τον πολιτικό τους αντίπαλο.

Αλλά όταν περνάνε την πόρτα του Μαξίμου, είναι κυβέρνηση όλων των Ελλήνων.

Όλων.

Και των Νεοδημοκρατών, και των Συριζαίων, και των ΠΑΣΟΚων, και των Ποταμίσιων, και των κουμμουνιστών – όλων. Όλων μας.

Και οφείλουν, ή εγώ τουλάχιστον έτσι καταλαβαίνω, να υπερβαίνουν το κομματικό τους εγώ, και να λειτουργούν με γνώμονα το κοινό καλό, το κοινό συμφέρον.

Όλων.

Ήτοι, όταν προκύπτει ένα σκάνδαλο, οφείλει να είναι *αποκλειστική τους προτεραιότητα* το ξεκαθάρισμά του, η δίκαιη αντιμετώπισή του, η πιο διαυγής του λύση.

Αν γίνει κομματικό ή πολιτικό όργανο για να πληγεί ο αντίπαλος, ειδικά όταν δεν μπορούν να του αποδοθούν (και μιλάω γενικά τώρα) τίποτα περισσότερο από κατηγορίες, τότε, κάθε λαμογιά, ρεμούλα ή αλητεία που έχει κάνει η όποια προηγούμενη κυβέρνηση, γίνεται αυτόματα όπλο, χρησιμοποιείται από την οποιαδήποτε τωρινή.

Και αυτό είναι χυδαίο.

Γιατί όσο περισσότερο χρήσιμο είναι, τόσο περισσότερο θα μπορούσε να ωφελήσει την εκάστοτε κυβέρνηση θα παραμείνει ομιχλώδες, αν η μόνη του χρήση είναι να ζημιώνει τον αντίπαλο σε κάθε κουβέντα – ειδικά εάν δεν έχει, πέραν της όποιας πολιτικής, άλλη βαρύτητα (πχ ποινική)

Αυτό νιώθω ότι συμβαίνει χρόνια τώρα, με εκατέρωθεν κατηγορίες να πετάγονται κατά το δοκούν δεξιά και αριστερά, χωρίς όμως μία ξεκάθαρη διαδικασία εξεύρεσης της πραγματικής διάστασης της κάθε κατηγορίας. Γιατί έτσι συμφέρει και τους εκάστοτε διώκτες, που έχουν πολιτικό πεδίο δράσης, και τους διωκόμενους που γλυτώνουν, πιθανόν, τις ποινικές ευθύνες που μπορεί να προκύψουν.

~

Να δώσω ένα υποτιθέμενο παράδειγμα.

Έστω ότι μία οποιαδήποτε προηγούμενη κυβέρνηση, έφαγε με μία πονηρή διαδικασία, 1.000.000 ευρώ. Έστω ότι η τωρινή, επειδή ήταν αντιπολίτευση πριν, κατήγγειλε -και εκλέχθηκε με αυτόν τον αντιπολιτευτικό της λόγο- αυτήν την διαδικασία.

Όταν όμως έγινε κυβέρνηση, τότε αυτή η διαδικασία γίνεται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ δική της ευθύνη. Εγώ, από την τωρινή κυβέρνηση θα αναζητήσω τους υπεύθυνους. Το «οι προηγούμενοι τα φάγανε» είναι αντιπολιτευτικός λόγος, όχι κυβερνητικός, και με αφήνει παγερά αδιάφορο:

Απόδειξέ το, και μόνο τότε μπορείς να μιλάς. Και μόνο από την κομματική σου γραμμή ή από θεσμοθετημένες διαδικασίες.

Έτσι σκέφτομαι εγώ – αυτήν την κυβέρνηση θέλω. Μπορεί να κάνω λάθος, το καταλαβαίνω. Μπορεί όλοι οι υπόλοιποι να σκέφτονται διαφορετικά – θαυμάσια. Εμένα όμως τα χρώματα με αφήνουν αδιάφορο – δεν με νοιάζει ποιο κόμμα κυβερνά την επόμενη μέρα της ψήφισής του από τον ελληνικό λαό: Οφείλει, θεωρώ, και με αυτόν τον τρόπο το πετυχαίνει δίκαια, να είναι κόμμα όλων των Ελλήνων. Να παραμένει πιστό στις πολιτικές του γραμμές, αφήνοντας όμως την κομματική του ταυτότητα στα κομματικά του γραφεία.

Και να απαντά εκείνο πρωτίστως σε κάθε τι που τίθεται ως ερώτημα και ευθύνη στην διακυβέρνηση του.

Ακόμα και αν μείνω λοιπόν ο μοναδικός Έλληνας που περιμένω απαντήσεις αποκλειστικά από την κυβέρνησή μου – από εκεί θα συνεχίσω να περιμένω:

Από αυτούς που εξέλεξαν οι ψηφοφόροι κάθε φορά ως υπεύθυνο για να απαντήσει.