Αν ήρθες για να μάθεις από μένα, κάτσε, έχουμε γλαρόσουπα. Ούτε και γω δεν ξέρω.

Σε λίγες ώρες, ο Παύλος Φύσσας γίνεται εξώφυλλο, ένα καρέ από βίντεο, λίγο, λεπτά πριν πεθάνει. Σε λίγες ώρες, στο περίπτερο της γειτονιάς σου, ο,τι φαντάστηκες με το μυαλό σου, θα οπτικοποιηθεί, θα γίνει μπουνιά, και θα πέσει κατευθείαν στην προσεγμένη οδοντοστοιχία σου.

Δεν έχει αίμα. Έχει όμως βλέμμα. Έχει πόνο, έχει ελπίδα, έχει μια ειλικρινή στιγμή ιστορικής φρίκης.

Και ο φίλος σου ο Γιάννης, δεν θα ξέρει τι θέση να πάρει σε όλο αυτό.

Κάνε μου παρέα, γιατί δεν θα ακολουθήσουν εύπεπτες σκέψεις.

~

Ένα:

Πριν λίγες ημέρες, άρχισα να εκνευρίζομαι. Είδα σε μία ημέρα, σαν να είναι οργανωμένα, στις περισσότερες απογευματινές εφημερίδες, την φωτογραφία του ανθρώπου που συνελήφθη για τον φόνο του Παύλου Φύσσα. Ενώ ήμουν από τους πρώτους που αναρωτήθηκα γιατί δεν έχει εκδοθεί από την εισαγγελία απόφαση για δημοσιοποίηση της φωτογραφίας του, ώστε να βοηθηθεί η δικαιοσύνη αν έχει διαπράξει και άλλα εγκλήματα, μόλις είδα την φωτό, έγινα έξαλλος.

Δεν υπήρξε ποτέ απόφαση εισαγγελίας. Οι εφημερίδες αποφάσισαν μόνες τους να δημοσιεύσουν το πρόσωπο, αδιαφορώντας για τους νόμους.

Παρένθεση με νόημα: αν νομίζεις ότι δικαιολογώ, υποστηρίζω, ανέχομαι, ή έστω αντέχω να ζω στην ίδια χώρα με την Χρυσή Αυγή, εδώ είναι το twitter μου, είσαι ήδη στο blog μου, κάνε μία γύρα, βγάλε συμπέρασμα, και επέστρεψε. Περιμένω. Καλώς; Συνεχίζω.

Η παράνομη δημοσίευση του προσώπου είναι λάθος σε περίπου ένα εκατομμύριο επίπεδα. Το βασικότερο που μπορώ να σκεφτώ είναι το εξής:

Η υποκρισία.

Η υποκρισία, γιατί όσοι κόπτονται για την νομιμότητα, την καταπατούν επειδή έτσι κρίνουν σκόπιμο. Και γιατί κρίνουν σκόπιμο; αδιάφορο. Θα μπορούσε να είναι για να βοηθήσουν -δήθεν, ή μη- την δικαιοσύνη, να μην χάσουν από τον ανταγωνισμό, να καλύψουν το κοινό περί δικαίου αίσθημα -δηλαδή τον όχλο- με μία αδικία βέβαια, να καλύψουν την εισαγγελία που δεν θα χρειαστεί να πάρει μία επίπονη ίσως απόφαση, να παρέχουν στον κρατούμενο την δικαιολογία ότι η κοινή γνώμη καθοδηγήθηκε στην ενοχή του, να δώσουν ένα πρόσωπο στον δολοφόνο για να μειώσουν την οργάνωση πίσω του (αν καταδικαστεί αυτός, να μειωθούν οι εντάσεις για την οργάνωση), γιατί ήθελαν άμεσα ένα αντι-χρυσαυγίτικο προφίλ εν αναμονή των εξελίξεων, οτιδήποτε βάλει ο νους σου. Είμαι άδικος; μπορεί. Μπορεί να είχαν τις καλύτερες των προθέσεων – αλλά σίγουρα παρανόμησαν, και αυτό δεν αλλάζει.

Και μάλιστα, και αυτό προσωπικά το θεωρώ τρομερά ενδιαφέρον, οι δύο εφημερίδες, η Ελευθεροτυπία και η Εφημερίδα των Συντακτών, που, ας το θέσω κομψά, έχουν αναγνωστικό κοινό κυρίως αυτούς που θεωρώ ότι αντιμάχονται και έχουν πληγεί περισσότερο από τους Χρυσαυγίτες, δηλαδή την αριστερά, είναι και οι δύο εφημερίδες, που αρνήθηκαν την παράνομη δημοσίευση. Και την επόμενη μέρα. Και την επόμενη μέρα. Βασικά, μέχρι τώρα, έχουν αντισταθεί σ’ αυτόν τον εύκολο, αλλά λάθος δρόμο.

Προς τιμή τους, θεωρώ.

Αυτή είναι ξεκάθαρη θέση που έχω. Δεν έχω διλήμματα εδώ. Προχωράμε.

~

Δύο:

Πριν λίγες ώρες ένοπλοι μπήκαν σε ένα εμπορικό κέντρο στο Ναϊρόμπι, σκοτώνοντας τουλάχιστον 39 άτομα. Το άρθρο που σε στέλνω έχει φωτογραφίες νεκρών – επτά άτομα μέτρησα – και μία έγκυο, τραυματισμένη, που ζητάει βοήθεια. Φωτογραφίες νεκρών. Αίμα. Πολύ αίμα.

Πρόσεξε τώρα, γιατί πρόκειται να εκτεθώ λίγο:

Δεν με τρόμαξαν όσο η φωτό που θα δημοσιευτεί στο Πρώτο Θέμα αύριο.

Και, επιπλέον:

Θεωρώ σημαντικό και ουσιώδες να μην μείνει η κοινή γνώμη στις εύπεπτες φωτογραφίες, στους ανθρώπους που τρέχουν, που γλύτωσαν την ζωή τους – μα και στο γεγονός ότι υπήρχανε θύματα, ότι χύθηκε αίμα, ότι ο τύπος με το κουστούμι που κείτεται στο έδαφος, θα μπορούσε να είναι ένας πολιτικός, ένας γιατρός, ότι πυροβόλησαν εγκύους, ότι τα θύματα δεν πέθαναν αμέσως, αλλά πάλεψαν να σηκωθούν, και να κρυφτούν.

Έγιναν αυτά, δεν είναι παραμύθια. Έγιναν, και η κοινή γνώμη πρέπει να τα γνωρίζει, για να αντιδράσει είτε έτσι, είτε αλλιώς…

..Ή όχι. Θυμάσαι πως ξεκίνησα το άρθρο; Γιατί σε ήθελα παρέα; Εδώ δεν ξέρω. Αλλά είναι πολύ μακριά, και θα κοιμηθώ το βράδυ, παρά το δίλημμα. Πάμε στα δικά μας.

~

Τρία:

Αύριο, το πρωί, η εφημερίδα θα κρεμαστεί. Έχει ήδη τυπωθεί, και θα κρεμαστεί στα μάτια όλων. Παιδιών, μεγάλων, μικρών, ψηφοφόρων, ψηφοφόρων της ΧΑ, δικαστών, αστυνομικών, γιατρών, γυναικών, ανδρών, όλων.

Δεν είναι μία οπτικά σκληρή φωτό με αίματα, είναι μία συναισθηματικά σκληρή φωτό, με βλέμματα.

Η οικογένεια αντέδρασε άμεσα, και ευπρεπώς.

Είναι μία φωτό που θα αλλάξει συνειδήσεις. Ναι, αλλά είναι μία φωτό που πληγώνει τους γονείς. Ναι, αλλά θα κάνει τους ψηφοφόρους της ΧΑ, που μέχρι τώρα μάθαιναν από τις κοσμικές στήλες τι ψηφίζουν, ακόμα και από την ίδια εφημερίδα, να έρθουν αντιμέτωποι με την πραγματικότητα. Ναι, αλλά η εφημερίδα χέστηκε για την πραγματικότητα, το κάνει για να πουλήσει φύλλα. Ναι, αλλά κάθε εφημερίδα θα το έκανε (και) γι’ αυτό, το θέμα είναι αν πρέπει να βγει ή όχι. Ναι, αλλά μπορεί να αλλάξει ψήφους. Ναι, αλλά αν είναι έτσι να αλλάξουν οι ψήφοι, είναι άδωρο το δώρο. Ναι, αλλά ο Παύλος μπορεί να συμφωνούσε. Ναι, αλλά ο Παύλος μπορεί να μην συμφωνούσε. Ή μπορεί να συμφωνούσε γι’ αυτόν, αλλά όχι για την κοπέλα του, αν ήταν αυτή το θύμα. Ναι, αλλά είναι ένα γεγονός, δεν μπορούμε να αποκρύψουμε ένα γεγονός. Ναι, αλλά ένα γεγονός έχει και συνέπειες, δεν μπορούμε να τις αρνηθούμε. Ναι, αλλά αν οι συνέπειες είναι να καταλάβουν οι ψηφοφόροι τι πήγαν και ψήφισαν; Ναι, αλλά αν η οποιαδήποτε εφημερίδα έβγαζε εξώφυλλο τον δολοφονημένο που πήγαινε να γεννήσει η γυναίκα του, δεν θα σε ένοιαζαν οι συνέπειες; Ναι, αλλά σ’ αυτήν την περίπτωση έχουμε έναν αθώο που σφάχτηκε για πολιτικούς λόγους, και πρέπει να γίνει γνωστό. Ναι, αλλά φαίνονται τα πρόσωπα, μπορούσαν να τα κρύψουν. Ναι, αλλά τα πρόσωπα είναι όλη η φωτογραφία. Ναι, αλλά είναι προσβολή νεκρού. Ναι, αλλά δεκάδες φωτογραφίες, μερικές εκ των οποίων άλλαξαν την δημοσιογραφία και άρδην την στάση του κόσμου σε κοινωνικά θέματα, θα μπορούσαν να θεωρηθούν προσβολές νεκρών.

Κατάλαβες; Κατάλαβα να λες.

Κάπου εκεί είμαι.

Κάποια πράγματα τα ξέρω, κάποια πράγματα δεν τα ξέρω αλλά είναι πολύ μακριά και δεν με ακουμπάνε, και για κάποια πράγματα ξεράδια ξέρω και ψάχνομαι χάνοντας το τραίνο.

Αντιλαμβάνομαι ότι θα έπρεπε να ξέρω, να πάρω θέση, κάποιοι ζητούν μποϋκοτάζ στην εφημερίδα και δεν είμαι δίπλα τους, κάποιοι τυπώνουν την φωτό και την δείχνουν σε ψηφοφόρους για να καταλάβουν, και δεν είμαι δίπλα τους.

Όλοι αυτοί, ξέρουν τι κάνουν, δεν είμαι απέναντί τους. Αλλά δηλώνω αναρμόδιος, ανίκανος να ζυγίσω τα πράγματα, και δεν είμαι δίπλα τους.

Δεν είναι εύκολο να είσαι πολίτης σήμερα, και να παλεύεις να διατηρήσεις την ηθική σου, διαμορφώνοντας την σκέψη σου. Και όσο δυσκολότερο είναι, τόσο καλύτερα καταλαβαίνεις ότι είσαι στην δίνη ενός πολέμου.

Γιατί ειδικά όταν πολεμάς είναι δυσκολότερο να προσδιορίσεις και να κρατήσεις την ηθική σου. Και, ίσως, πιο πολύτιμο, επίσης.

Πολύ δύσκολη η σημερινή καλημέρα.

Με πόνο, με σκέψη, και τρόμο.

Με πόνο, γιατί ένα 35χρονο παλικάρι δολοφονήθηκε από ομάδα ανθρώπων που πίστευαν διαφορετικά από αυτόν πράγματα. Με πόνο, γιατί άλλος ένας άνθρωπος – μετανάστης, διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων, διαφορετικών σεξουαλικών πεποιθήσεων, διαφορετικών κοινωνικών οραμάτων – «συνετίζεται», όχι αυτός, αλλά οι συν αυτώ, με μία λεπίδα, για να μάθει να μην σηκώνει κεφάλι, από μία παραστρατιωτική ομάδα, που υπακούει πιστά σε αρχηγούς, και κανόνες, και διεστραμμένες λογικές και αλήθειες, και κυρίως σε διαστρεβλωμένες έννοιες όπως «αίμα», και «τιμή».

Με σκέψη, γιατί το νεαρό παιδί, δεν δολοφονήθηκε γιατί ενοχλεί μόνο αυτό, προφανώς: Δολοφονήθηκε για να μην ενοχλούν οι υπόλοιποι. Όσοι διαμαρτύρονται, όσοι αποτροπιάζουν, όσοι νιώθουν στο μεδούλι τους το κλαμα του αδύναμου και του «παρείσακτου», όσοι νιώθουν ότι έχουν όλοι τα ίδια δικαιώματα να ζήσουν, ανάγκη για τις ίδιες ευκαιρίες να ακουστούν, είτε είναι από άλλη χώρα, είτε είναι ομοφυλόφυλοι, είτε είναι αριστεροί, είτε είναι φτωχοί, όσοι έχουν την πεποίθηση ότι τα όνειρα είναι υπέροχα, όλων των ανθρώπων τα όνειρα, αρκεί να είναι όνειρα, όχι εφιάλτες.

Το παλικάρι δολοφονήθηκε γι’ αυτούς, για μας. Να ξέρουμε τι μας περιμένει. Τι μας περιμένει αν σκεφτόμαστε μόνοι μας, έξω από το κλουβί της σκέψης τους που μυρίζει ακόμα φούρνους και σαπούνια, έξω από την μιλιταριστική ορολογία και την αντικατάσταση κάθε ίχνους συναισθήματος με απόλυτη, πιστή και αδιαπραγμάτευτη υποταγή στον φύρερ («Führer», ο αρχηγός)

Έτυχε να είναι αυτός, ίσως γιατί μιλούσε πιο δυνατά – μα ο στόχος, είμαστε όλοι, χωρίς διακρίσεις.

Και με τρόμο όμως, γιατί κάθε μέρα που περνάει, γίνεται όλο και πιο δύσκολο να συγκρατήσεις την οργή για την ατιμωρησία τους. Εχθές το βράδυ, από την στιγμή που το έμαθα, παρακολούθησα σιωπηλός όλες τις κουβέντες που έγιναν πάνω στην είδηση, κουβέντες θυμού, οργής, σαν το θύμα που εγκλωβίζεται στην γωνιά, και είναι πολύ θυμωμένο για την αδικία που του συμβαίνει, πολύ θυμωμένο για την απάθεια των άλλων στο αίμα συνανθρώπου μας (πόση απάθεια πια, αλήθεια, τίποτα δεν ακουμπάει πια τις ψυχές μας;) πολύ θυμωμένο για την τιμή που έχει πάρει -και το γεγονός ότι έχει πάρει τιμή- η ζωή του.

Επέλεξα να μην μιλήσω, παρότι άλλοι, πιο σώφρονες από εμένα, εκτέθηκαν – και εν μέρει, σ’ αυτούς χρωστάω τούτο το άρθρο. Γιατί είμαι και εγώ ένας από τους γαμημένους τους «πασιφιστές», που ναι μεν επιλέγουν συνειδητά να μην σκορπίσουν «αίμα για το αίμα που χύθηκε», ούτε να παροτρύνουν και άλλους να το κάνουν, αλλά που μου τελειώνουν, μία-μία οι απαντήσεις στο «πως αλλιώς».

Στερεύει η λογική – έτσι θα γινόταν πάντα ιστορικά, υποθέτω.

Με τρόμο, γιατί φοβήθηκα εχθές, με όλη την ειλικρίνεια και τον αποτροπιασμό το λέω, ο φόβος έκανε στενή συντροφιά στην θλίψη μου, ότι θα ξέφευγε η κατάσταση, και θα γινόταν η έκρηξη που θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες.

Με τρόμο, γιατί δεν ξέρω πια τι θα σταματούσε αυτό το κύμα φασισμού, και πως θα σωθούμε όλοι, πια, όχι μόνο ο αδικοχαμένος νεαρός, από αυτό που μας σπρώχνουν οι ολοκληρωτισμοί να γίνουμε.

Με τρόμο, γιατί παρέμεινα σιωπηλός, γιατί μου τελειώνουν τα επιχειρήματα. Με τρόμο, γιατί δεν ξέρω πια αν έχω δίκιο.

Ένα αιματοβαμμένο παλικάρι σε ένα πεζοδρόμιο, να ελπίζει να ξημερώσει μία καινούργια ημέρα γι’ αυτόν, για να φωνάξει, πάλι, «όχι στον φασισμό» όπως έκανε κάθε μέρα μέχρι τώρα, εκτιθέμενος γι’ αυτό και μόνο όσο περισσότερο μπορούσε, χωρίς να φοβάται. Μια κοπέλα που είδε τον άνθρωπό της, τον έρωτά της, να αργοσβήνει. Ένας περαστικός, να κοιτά τριάντα τραμπούκους να κυνηγούν έναν μόνο του να γλυτώσει από τις λεπίδες τους. Ένα πεζοδρόμιο γεμάτο από σταγόνες με αίμα. Ένας να του κρατά το χέρι, και να του λέει «βάστα, Παύλο; βάστα ρε, βάστα ρε Παύλο, όλα θα πάνε καλά». Μια μάνα, που έμαθε στο τηλέφωνο «ο Παύλος δεν είναι καλά». Μισό εκατομμύριο ψηφοφόροι, να κοιτούν αυτούς που σφάζουν για λογαριασμό τους, και, ελπίζω ρε φίλε, αλήθεια ελπίζω, να απορούν έστω και για μία στιγμή, τι σκατά πήγαν και κάνανε. Εμείς, οι υπόλοιποι, να κοιτάμε τι θα πάθουμε, αν αντιδράσουμε, αν διαμαρτυρηθούμε αν πούμε μία κουβέντα παραπάνω, όταν κλωτσάνε ένα πεντάχρονο παιδάκι στην Ακρόπολη, όταν βρίζουν, ή μαχαιρώνουν έναν ξένο, όταν στήνουν ενέδρες σε αριστερούς. Εγώ, να κοιτάω την οργή, την απόλυτα δικαιολογημένη και τρομαχτική οργή, και να μην βρίσκω λόγια να την σταματήσω – να μην ξέρω καν, πια, πως και αν πρέπει.

Για το ΠΑΣΟΚ, το συνέδριο και τα γενέθλιά του, υπάρχει μία μικρή ..αναστάτωση σήμερα στα social media 🙂

Οι περισσότεροι που σχολιάζουν, θεωρώ, είναι θυμωμένοι – ακόμα και αν απλώς ειρωνεύονται, για πλάκα.

Εγώ έχω μόνο μία σκέψη για το θέμα:

Ας προσέξουμε τι πήγε στραβά, και ας μην το αφήσουμε να ξαναγίνει.

Πρόσεξε: Δεν ασχολούμαι αν όντως έχουν γίνει όσα προσάπτουν, σε κόμμα συλλογικά, ή σε πρόσωπα, ή σε ιδεολογίες. Όχι γιατί δεν έχει σημασία, αλλά γιατί δεν έχει σημασία για το μέλλον:

Για να μην ξαναθυμώσουμε με ένα κόμμα, αρκεί να κρατήσουμε ελάχιστους, -ίσως τώρα μοιάζουν δύσκολοι, ίσως όμως δεν είναι τελικά- κανόνες. Πχ:

Ζητάμε πριν τις εκλογές ξεκάθαρο πρόγραμμα από το κόμμα μας. Είτε είναι στην βουλή, είτε είναι κυβέρνηση μετά – είτε όχι. Όχι μόνο τις παροχές, αλλά και τον τρόπο που αυτές θα έρθουν. Απαιτούμε καθαρές θέσεις, για μία καθαρή ψήφο. Το «που θα βρεις τα χρήματα για να κάνεις όσα υπόσχεσαι» είναι πάντα, ανεξαρτήτως προγραμματικής δήλωσης, κόμματος, και αποτελέσματος, μία εξαιρετική ερώτηση – όχι η μόνη, βέβαια.

Ζητάμε διαφάνεια. Διαφάνεια σημαίνει να μην προσλαμβάνεις τους δικούς σου σε διαγωνισμούς (ακόμα, και κυρίως, αν οι δικοί σου είμαστε εμείς), να μην αναθέτεις απ’ ευθείας σε εταιρίες, να υπάρχουν και να λειτουργούν θεσμοί που προστατεύουν ώστε να μην παίρνεις χρήματα κάτω από το τραπέζι, να μην παρεμβαίνεις στον ρόλο της δικαιοσύνης, κάθε σου απόφαση να είναι δημόσια, και άμεσα διαθέσιμη από όσο το δυνατόν περισσότερους όλους.

Ζητάμε δικαιοσύνη. Αυτό σημαίνει ότι, κανένας λόγος δεν είναι πιο σημαντικός από την δικαιοσύνη την ίδια. Δικαιολογίες να μην εφαρμοστεί υπάρχουν πολλές, και όλες οδηγούν, τελικά, περίπου εδώ που έχουμε φτάσει τώρα. Αναδρομικές «δικαιοσύνες», και αναβολές που οδηγούν σε παραγραφές, θα πρέπει να εξαλειφθούν.

Ζητάμε συνέπεια. Ελέγχουμε τον λόγο των ανθρώπων που ψηφίσαμε με τις πράξεις τους. Όταν αποκλίνουν, απαιτούμε είτε μία καλή εξήγηση γι’ αυτό, είτε να επανέλθουν σε όσα υποσχέθηκαν να πράξουν.

Δεν τελειώνει εκεί, προφανώς. Ούτε είναι απαραιτήτως αυτοί οι κανόνες, φτιάξε άλλους, δικούς σου εσύ, που θεωρείς ότι δεν θα σε προδώσουν αύριο, όποιο κόμμα και αν ψηφίσεις, ούτε είναι μόνο για το μέλλον το βλέμμα μου, είμαι με όλους όσους θέλουν να ξεκαθαρίσουν το παρελθόν από τα βαρίδια του, να κάνουν Επιτροπές Λογιστικού Ελέγχου, να καθαρίσουμε τα οικονομικά μας, να ξεσκονίσουμε τις επίσημες δηλώσεις και τα πραγματικά έργα.

Αυτο που λέω, είναι: Για να μην ξαναθυμώσουμε που με την εξουσία που τους παραδώσαμε -και ελπίζω να είναι προφανές ότι μιλάω για όλα τα κόμματα, και αυτά που υπήρχαν, και αυτά που υπάρχουν, και αυτά που θα υπάρξουν- θεωρώ ότι με λίγους σχετικά, απλούς κανόνες, θα διατηρήσουμε μία γραμμή πολιτικής ποιότητας.

Για να μην ειρωνευόμαστε πληγωμένοι για αρπαγές ψήφου μετά, κάθε εκάστοτε τρίτη μέρα του Σεπτέμβρη.

Επειδή από τα γραπτά μου, στο twitter και στο blog, υποπτεύομαι ότι έχω αφήσει να εννοηθεί ότι είμαι κάτι άλλο από αυτό που είμαι στην πραγματικότητα, θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι, για να μην παρεξηγούμαστε:

Είμαι υπέρ της νομιμότητας.

Δεν ξέρω αν είναι σωστό, ή όχι αυτό – αλλά μόνο έτσι ξέρω να λειτουργώ. Δεν ξέρω πχ αν κάποιος που η τράπεζα του έχει πάρει το σπίτι κάνει καλά ή όχι να πετάει πέτρες, αλλά ο μόνος τρόπος, σαν μέρος της κοινωνίας που ξέρω να φερθώ, είναι να επιμείνω ο άνθρωπος να ακουστεί και να μη χάσει το σπίτι του, αλλά να τιμωρηθεί αν πετάει πέτρες.

Μόνο έτσι ξέρω να λειτουργώ στην κοινωνία.

Κάποιος που πετάει μία μολότοφ σε αστυνομικό, δεν είναι φίλος μου, δεν με εκφράζει, και -δεν νιώθω κιόλας ότι- με αντιπροσωπεύει. Αυτός ο κάποιος έχει μία εξουσία που δεν του την δίνω εγώ, για να σκοτώσει. Το γεγονός ότι γράφω ο,τι σκέφτομαι κάθε φορά που ένας αστυνομικός χτυπάει άδικα και ατιμώρητα έναν μετανάστη, το κάνω ΑΚΡΙΒΩΣ γιατί δεν θέλω κάποιος άλλος, κάπου, να κάψει έναν άλλον αστυνομικό για αντίποινα.

Τι σημαίνει «υπέρ της νομιμότητας»; Για την στάση μου, αυτό έχει δύο, διακριτές, παραμέτρους.

Η πρώτη είναι οι νόμοι. Αν οι νόμοι πουν, ότι είναι σύννομη μία επέμβαση στο Πολυτεχνείο, ή στο σπίτι του διπλανού μου, ή στο σπίτι μου, αν ερωτηθεί και κρίνει η εισαγγελία, ή όποιος άλλος έχει ευθύνη, ότι ήταν μία απόφαση που συμπορεύεται με τους τρέχοντες νόμους, δεν θα αντιδράσω. Αρκεί να καλύπτει και την δεύτερη παράμετρο όμως:

Η δεύτερη, είναι η ατομική ηθική μου. Ακόμα και αν όλοι οι νόμοι πχ επιτρέπουν να βιάζονται κρατούμενες μέχρι να αποδειχθεί ότι δεν έχουν ναρκωτικά, εγώ θα είμαι αντίθετος, και θα ζητήσω μία αλλαγή του νόμου με όποιον τρόπο μπορώ.

Οι νόμοι, πιστεύω, είναι οι κανόνες που οφείλουμε να τηρούμε όλοι, και αν όχι να αποδεχόμαστε ότι από το ίδιο σύστημα υπάρχουν προβλεπόμενες, ίσες για όλους, συνέπειες. Η προσωπική, ατομική ηθική μου δεν είναι ανάγκη να έχει την έγκριση κανενός άλλου: αν εγώ νομίζω ότι κάτι είναι ανήθικο, θα κάνω ότι μπορώ για να αλλάξω τον νόμο που το επιτρέπει.

Η επιμονή μου στην συνολική νομιμότητα και την ατομική ηθική, δεν γίνεται γιατί είμαι πιο έξυπνος από τους υπόλοιπους – γίνεται αποκλειστικά και μόνο γιατί μου είναι αδύνατο να βρω άλλον, καλύτερο τρόπο να λειτουργήσω ως κοινωνία. Ως ηλίθιος, ο μόνος τρόπος -επαναλαμβάνω- για να λειτουργήσω σε μία κοινωνία, είναι να έχω σταθερούς κανόνες που, ή τους αλλάζουμε, ή τους ακολουθούμε όλοι μέχρι να βρούμε καλύτερους.

Αν οι νόμοι είναι λάθος, φυσικά να τους αλλάξουμε. Θα υπερασπιστώ κάθε φωνή που θα ζητήσει το δίκαιό της έτσι. Αλλά οι νόμοι πρέπει να τηρούνται, αλλιώς δεν θα έχω καμία βάση να κατακρίνω την παρανομία, ειδικά όταν είναι κρατική. Αλλά επίσης, καμία παρανομία δεν δικαιώνει αυτοδίκαια μία άλλη: Αν αδικηθείς κάπου, δεν σημαίνει ότι μπορείς να αδικήσεις κάποιον άλλον για αντίποινα. Για μένα δεν λειτουργεί έτσι.

Ακριβώς δε επειδή έχω αυτήν την στάση, είμαι υποχρεωμένος να είμαι πιο κριτικός και απόλυτος απέναντι σε όσους δεν τηρούν τον νόμο που οι ίδιοι πρεσβεύουν, παρά σε όσους τον καταπατούν: Γιατί με κάθε «μα είναι νόμιμο» που θα πετάξω σε μία κουβέντα, έχω την ατομική ευθύνη να καταδικάσω πολλαπλάσια την παρανομία από όσους καταχρώνται τις δυνάμεις που εγώ ο ίδιος τους έδωσα να φροντίζουν να τηρείται η νομιμότητα.

Δεν είναι το ίδιο, ούτε θα γίνει ποτέ για μένα (ελπίζω) το ίδιο ο αστυνομικός που χτυπάει έναν πολίτη, με τον πολίτη που χτυπάει έναν αστυνομικό – το πρώτο είναι για μένα σαφώς χειρότερο από το δεύτερο. Και το γεγονός ότι κατακρίνω όσο περισσότερο και πιο έντονα μπορώ την στάση του πρώτου, δεν σημαίνει αυτοδίκαια ότι εγκρίνω και την στάση του δεύτερου.

Δεν ζητάω να το κάνει κανείς από εσάς, ούτε θα κατακρίνω κάποιον αν δεν το κάνει. Ο καθείς λειτουργεί όπως μπορεί καλύτερα, εγώ έτσι, εσείς μπορεί να έχετε άλλους κανόνες. Θεμιτό, αφού έτσι και αλλιώς δεν ξέρω τι είναι σωστό, μπορεί κάλλιστα να κάνω λάθος εγώ, και σωστά εσείς.

Έχω γράψει, και υπερασπιστεί στο παρελθόν ένα σωρό πράγματα. Δεν είμαι σταθερός σε όλα – οι γνώμες μου αλλάζουν, μετατρέπονται στον χρόνο – μα θεωρώ, και ελπίζω, ότι σ’ αυτό έχω μία σταθερή άποψη. Το θέμα είναι να είναι και ξεκάθαρη σε όσους μπαίνουν στον κόπο να διαβάσουν το blog μου ή τις απόψεις μου στο twitter.

"Injustice anywhere is a threat to justice everywhere" by afagen, on Flickr

Μα όμως σκοτώθηκε ένα παιδί, ένας νέος, γιατί τρόμαξε, -δεν έχει τόση σημασία, θα σου πω γιατί, δεν έχει τόση σημασία, άκου-, γιατί τρόμαξε, γιατί τον έσπρωξαν, γιατί ήταν μία άτυχη στιγμή, ή μία δολοφονία, δεν θα κοιτάξω αυτό, άκου:

Σκοτώθηκε ένα παιδί. Γιατί ταξίδεψε παράνομα, λαθραία, η λέξη της εποχής μας, λαθραίος, αυτός που δεν θα έπρεπε να είναι εδώ, που δεν αξίζει να είναι εδώ, που δεν πλήρωσε να είναι εδώ, που δεν μπορεί να είναι εδώ, ένα λαθραίο παιδί σε ένα τρόλεϊ, που η κοινωνία μας πληρώνει, δεν αντέχει τσαμπατζίδες, που ο κάτοικος της Μυτιλήνης και της Ορεστιάδας πληρώνει, από τους φόρους του για την τσάμπα βόλτα του κύριε, κύριε λαθραίε, λαθραίε, δεν ταιριάζεις μαζί μας, δεν είσαι ένας από εμάς.

Είσαι ένας λαθραίος.

Εμείς, οι νομοταγείς, δεν ανεχόμαστε καλά τους λαθραίους. Βάζουμε κυνηγούς επικηρυγμένων ελεγκτών ελεγκτές ως κυνηγούς επικηρυγμένων να πληρωθούν με το κεφάλι τους, ή χτίζουμε, παράνομες κατά πως φαίνεται, φυλακές για να τους στεγάσουμε, εμείς οι νομοταγείς που δεν ανεχόμαστε μύγα στο σπαθί μας.

Μα όταν η Vodafone και η Ericsson επιτρέπουν να ακούγονται οι τηλεφωνικές συνδιαλλαγές μας – και μετά από έναν χρόνο μηδενικής έρευνας γίνεται γνωστό (και τα πρόστιμα εξαφανίζονται με την ταχύτητα που μπαίνουν), όταν τα The Mall κρίνονται παράνομα ακόμα και από το ΣτΕ(!) μα παραμένουν ακόμα ανοικτά(!) μέχρι να βρεθεί μία νομική φόρμουλα, να μαζευτούν πεντ-έξι υπουργοί να υπογράψουν ένα κουρελόχαρτο για να προσπεραστεί το «νομικό κώλυμα», όταν οι υπηρεσίες καταπωσφαίνεται μπερδεύτηκαν κομμάτι με την υπόθεση του Ελληνικού Χρυσού – προς το συμφέρον του βεβαίως, ή κάτι μυστήριες υποθέσεις λαθρεμπορίας καυσίμων παραγράφονται -άκου να δεις-, όταν σε κάποιες εθνικές οδούς ακόμα πληρώνουμε διόδια ενώ είχαν σταματήσει για χρόνια να γίνονται έργα και ο κόσμος σκοτωνότανε, ή η Siemens καταλήγει να μας παραδίδει μαθήματα διαφάνειας – ενώ είμαστε υποχείρια εκβιασμού λόγω της σχέσης μας/της με το μετρό, ή κάτι εκατομμύρια που πάνε σε γραφεία κομμάτων εξαφανίζονται από προσώπου γης,

..όλα αυτά μάλλον δεν είναι λαθραία. Είναι εντελώς φανερά, εντελώς απείραχτα, εντελώς ανέγγιχτα.

Την παραδοχή ότι όσο εξαντλούμε την αυστηρότητά μας στους άνεργους λαθρεπιβάτες των τρόλεϊ, τους λαθραίους του €1,40 ή του εξαντλητικού, επικίνδυνου περάσματος για μία καλύτερη ζωή κάπου αλλού, οι άλλοι, ευνοημένοι από τα ΜΜΕ τους και τις κυβερνητικές τους φιλίες, και τα πολλά,-πολλά, πάρα πολλά- λεφτά τους, θα συνεχίσουν τις μπίζνες τους απτόητοι.

Γιατί όπως έλεγα και προχθές:

Και γω με την νομιμότητα είμαι – κάθε μορφής της. Αλλά δεν είναι αρκετά τυφλή ρε παιδί μου, από το ένα μάτι φαίνεται, λίγο λαθραία μοιάζει να κρυφοκοιτάζει.

Source: Wikipedia

Όπως πάντα τα σχόλια είναι χρήσιμα – αλλά σε τούτο το άρθρο πραγματικά το απογειώνουν, διορθώνουν και εμπλουτίζουν. Μην παραλείψεις να τα διαβάσεις, όταν τελειώσεις – ή μπες στο άρθρο, αν το διαβάζεις από rss reader. Αξίζει τον κόπο.

Κάνοντας μία έρευνα στο blog μου, ανακάλυψα με απογοήτευση ότι για την Αμυγδαλέζα έχω κάνει αναφορά μόνο μία φορά. Μόνο μία! Στο twitter ήμουν πιο ομιλητικός, μα τούτα τα γραπτά μένουν, στο twitter χάνονται, σαν κουβέντα καφενείου.

Να εκτεθώ από εδώ λοιπόν. Πρέπον και αναμενόμενο, άλλωστε είναι ιδιαίτερα εύκολο να πάρω θέση – πιο δύσκολο είναι να κρατήσω την οργή μου, μάλλον.

Κατ’ αρχάς, το ψυχρό κομμάτι.

~

Εχθές το βράδυ, επεισόδια ξέσπασαν στην Αμυγδαλέζα. Σύμφωνα με -ανεπιβεβαίωτη- πληροφορία (νομίζω της Εφημερίδας των Συντακτών) οι φυλακισμένοι αντέδρασαν στην είδηση ότι η κράτησή τους παίρνει παράταση έξι μήνες (από δώδεκα σε δεκαοκτώ μήνες), σύμφωνα με άλλες πηγές γιατί είχαν περάσει ήδη δέκα καλοκαιρινές ημέρες χωρίς ρεύμα, και οι συνθήκες διαβίωσης στα κονταίνερ ήταν αφόρητες. Δέκα αστυνομικοί τραυματίστηκαν, μάλλον από τις πέτρες, στρώματα και κοντρέινερ καήκαν, σε λίγη ώρα η κατάσταση είχε τεθεί ύπο έλεγχο, δέκα φυλακισμένοι αγνοούνται.

Ναι; Ναι.

~

Πάμε στα λίγο πιο περίπλοκα

Με βάση αυτήν την μετάδοση, τα πράγματα μοιάζουν μάλλον απλά και σίγουρα οδηγούν σε απλοϊκά συμπεράσματα. Η δεύτερη ανάγνωση, όπως πάντα, χρειάζεται την συνολικότερη εικόνα, πιο καθαρό μυαλό, και μία ελάχιστη πρόθεση ανάλυσης.

Για να δούμε:

«Να φύγουν από δω, και όπου θέλουν ας πάνε»: Δεν είναι εφικτό, γιατί η Ελλάδα έχει υπογράψει το Δουβλίνο 2. Αυτή η υπογραφή, απλοϊκά το λέω, μας δεσμεύει σε ένα πολύ συγκεκριμένο πράγμα: επειδή η Ελλάδα γεωγραφικά είναι η κύρια πύλη εισόδου για τους μετανάστες, κάθε μορφής, υπογράψαμε μία συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους μας, κάθε τέτοιος μετανάστης να είναι *δική μας ευθύνη*. Ήτοι, κάθε μετανάστης που πιάνουν πχ στην Ολλανδία, αν δηλώσει πύλη εισόδου την Ελλάδα, να τον επιστρέφουν ΣΕ ΕΜΑΣ. Το γιατί το υπογράψαμε είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο, αλλά έχει ένα κερασάκι η τούρτα: επειδή εμείς τραβάμε το ζόρι, μας πληρώνουν ένα σκασμό χρήματα για να «επαναπατρίζουμε» τους μετανάστες. Θα δούμε λίγο πιο κάτω τι σημαίνει αυτό.

«Οι Έλληνες δεν έχουμε να φάμε, και οι λαθρομετανάστες θέλουν πολυτέλειες. Πόσο μας κοστίζουν όλα αυτά;»: Δεν μας κοστίζουν απολύτως τίποτα. Η Αμυδαλέζα και τα άλλα «κέντρα φιλοξενίας (για όνομα του θεού πια) μεταναστών» πληρώνονται εξ ολοκλήρου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Βασικά, δεν πληρώνονται για να κοιμούνται στο χώμα και να τρώνε χαλασμένα κρουασάν: υπάρχει ένα συγκεκριμένο κόστος κατά κρατούμενο, που να του επιτρέπει μία αξιοπρεπή διαβίωση. Συνεπώς, το φαγητό, την διαμονή, το κόστος της φυλάκισής τους δεν το χάνει ούτε ένας Έλληνας πολίτης. Μάλλον αντιθέτως.

«Σιγά που οι λαθραίοι θέλουν και αιρκοντίσιον»: Εδώ είναι ένα πρακτικό ζήτημα: Η Αμυγδαλέζα έγινε στο πόδι, και στα πεταχτά. Ήταν βασικά τότε ένα συγκεκριμένο επικοινωνιακό παιχνίδι, που έπρεπε να γίνει σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Από όσα έχω προλάβει να αλιεύσω, οι κρατούμενοι μένουν αποκλειστικά σε κοντέινερ, τα οποία (όπως τα παιδιά που κάνουν σχολείο σε τέτοια «κτίσματα» και οι σεισμόπληκτοι μπορούν να διαβεβαιώσουν) δεν έχουν καμία αίσθηση μόνωσης: το χειμώνα κάνει πιο κρύο μέσα απ’ ότι έξω, το καλοκαίρι βράζουν κάτω από τον ήλιο. Τα αιρκοντίσιον είναι *απαραίτητο συμπλήρωμα* κάθε τέτοιας κατοικίας, και όχι πολυτέλεια. Είπαμε, όσοι ζουν σ’ αυτά από ανάγκη, μπορούν να σας το επιβεβαιώσουν.

«Ναι, αλλά η Ευρώπη μας δίνει εύσημα»: Όοοοοχι ακριβώς. Ο @skoukios κατάφερε να βρει τους κανόνες που ορίζει η ευρωπαϊκή Ένωση για την διαχείριση αυτών των ανθρώπων, δεν τα έχουμε πάει πολύ καλά λέει (από εδώ που είμαι δεν μπορώ να επιβεβαιώσω το αρχικό κείμενο, οπότε, κάθε παρατήρηση στα σχόλια, δεκτή). Αν αντέχετε να διαβάσετε left.gr επίσης, αναφέρει ότι οι διθύραμβοι για το success story των κέντρων μας δεν έλεγαν όλη την αλήθεια – (και εδώ την ευθύνη για την πιστότητα του ρεπορτάζ την έχει το μέσο, θα επιβεβαιώσω όποτε μπορέσω). Τέλος, από ότι φαίνεται και ο ΟΗΕ (πάλι από τον left) δεν θα άντεχε να ζήσει ούτε μία ώρα. Αναρωτιέμαι γιατί. (Σύνδεσμος του Δεκεμβρίου. Έχουμε Αύγουστο. Αν αυτό σας λέει κάτι). [Προσθήκη: Όχι μόνο από τον left, αλλά και τους Ευρωπαίους Πρασινους]

«Τέλος πάντων, ας περίμεναν λίγο να φτιαχθούν τα αιρκοντίτιον, μην καίνε πράγματα που έχουμε πληρώσει εμείς τόσο εύκολα»: Είπαμε κατ’ αρχάς, δεν τα έχουμε πληρώσει εμείς, τίποτα δεν έχουμε πληρώσει εμείς. Και όσο αφορά το αν είναι ένα περιστατικό, υπάρχει μία ιδιομορφία: επειδή είναι φυλακή, και επειδή ακόμα δεν έχει βγει πολύς κόσμος από εκεί (σας θυμίζω, έγινε με τις προηγούμενες εκλογές, είναι έναν χρόνο μέσα) η μόνη ενημέρωση που υπάρχει,είναι από την ΚΕΕΡΦΑ (Κίνηση Ενωμένη Ενάντια στον Ρατσισμό και την Φασιστική Απειλή) (ναι, και αυτοί αριστεροί είναι, κάντε την καρδιά σας πέτρα) η οποία ένα στα δύο ποστ της, αναφέρεται σε περιστατικά της Αμυγδαλέζας. Και ναι, έχει γίνει λόγος και για νεκρούς.

«Μα τα κανάλια δεν είπαν τίποτα»: Τα κανάλια και γενικότερα τα ΜΜΕ έχουν μία πολύ δύσκολη σχέση με το θέμα. Η ενημέρωσή τους περνάει αποκλειστικά από την ΕΛ.ΑΣ, με ότι και αν αυτό συνεπάγεται. Δεν είχα πρόσβαση σε ειδήσεις τις τελευταίες μέρες, αλλά η περιγραφή είναι ότι η μετάδοσή τους είναι γελοία, αν όχι εξοργιστική. Θα επανέλθω, μόλις έχω στοιχεία. Ίσως μία απομαγνητοφώνηση να είναι απαραίτητη. Στο μεταξύ:

και

«Μα για να είναι φυλακή, κάτι έκαναν!» Αυτο που έκαναν, ήταν να μπουν στην χώρα μας χωρίς τα απαραίτητα χαρτιά [προσθήκη: και μόνο για αυτό, υπάρχει νόμος και ελληνικός και ευρωπαϊκός, που απαγορεύει την φυλάκισή τους! Διάβασε στα σχόλια]. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μας πληρώνει για να τους φερθούμε ανθρώπινα. Εμείς δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό, ούτε καν με ξένα χρήματα.

«Η Ελλάδα δεν χωράει άλλους μετανάστες!»: Ξανά, Δουβλίνο 2. Οι άνθρωποι αυτοί, το μεγαλύτερο ποσοστό τους, δεν έχει καμία πρόθεση να μείνει στην Ελλάδα – απλώς, είμαστε το μόνο σύνορο στο οποίο υπάρχει πρόσβαση μέσω Τουρκίας (και κατά πάσα πιθανότητα, μία αρκετά επικερδής επιχείρηση που δεν πρέπει να σταματήσει για τους λαθρεμπόρους, και από εδώ, και από εκεί). Δεν θέλουν λοιπόν να μείνουν στην πυκνοκατοικημένη μας Ελλάδα. Θέλουν να πάνε ΑΛΛΟΥ. Όταν όμως συλλαμβάνονται ΟΠΟΥΔΗΠΟΤΕ στην Ευρώπη, έχουμε συμφωνήσει, επί πληρωμής, να τους διαχειριζόμαστε εμείς. Εμείς συμφωνήσαμε, οι Έλληνες. Καμιά δουλειά δεν έχουν οι Πακιστανοί, Αφγανοί, Αφρικανοί μετανάστες σ’ αυτό το αλισβερίσι.

«Ε, τέλος πάντων, μετανάστες είναι, λαθραίοι, έχουν συνηθίσει να ζουν σαν τα ζώα»: Οχι, δεν είναι μόνο μετανάστες. Το κέντρο έχει «φιλοξενήσει», μεταξύ άλλων, και κάποιες επιχειρήσεις «σκούπα» (τα έχουμε ξαναπεί, ε;) εξαρτημένων από ναρκωτικά, αλλά (είναι επώνυμη καταγγελία αλλά δεν έχει επιβεβαιωθεί από κάπου αλλού ακόμα) και τυχαίους πολίτες που τους έβαλαν να …σκουπίσουν για να φύγουν. Τυχαίους. Για «εξακρίβωση στοιχείων». Τυχαίους. Εμένα, και ΕΣΕΝΑ.

«Και γιατί δεν φεύγουν;» Δεν μπορούν να φύγουν, οι πόρτες είναι κλειστές. Και, υποτίθεται δεν μπορούν να τους διώξουν, γιατί αφού δεν έχουν χαρτιά, δεν ξέρουν που να τους στείλουν. Εδώ, θα μου επιτρέψεις να κάνω μία ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ εκτίμηση – ένα σενάριο συνωμοσίας: Πληρωνόμαστε με το κεφάλι. Για κάθε έναν μετανάστη που «φιλοξενούμε» (απίστευτος όρος, ε;) δικαιούμαστε κάποια χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτά τα χρήματα τα εισπράττουμε – κάνουν δεν κάνουν το κορόιδο οι Ευρωπαίοι για το αν γίνονται ανθρώπινο φαγητό ή σάπια κρουασάν. ΕΓΩ λοιπόν, (και ειλικρινά ελπίζω, στην ζωή μου το λέω, να διαψευστώ αύριο) θεωρώ ότι τους κρατάμε φυλακισμένους για να πληρωνόμαστε. Τόσο απλό. Τους κρατάμε εδώ, για να γίνονται αριθμοί σε ένα excel, και να παίρνουμε, κατά κεφαλή, κάποια ευρώ που βάζουμε στην τσέπη μας – καθώς, πιάνουμε κορόιδο τους κουτόφραγκους, και, παρότι έχουν πληρωμένους γιατρούς, διατροφή, αλλά και όσο το δυνατόν πιο γρήγορη έξοδο, εμείς κάνουμε τους πονηρούς, και εισπράττουμε τα ευρώ τους.

«Για σιγά ρε Γιάννη – κανείς δεν μπορεί να σκέφτεται να κάνει τέτοιο κακό επίτηδες σε ανθρώπους, είσαι παλαβός» Κανείς, ε;

Απο το Πρώτο Θέμα.

Ξανασκέψου το.

~

Λύσαμε και τις απορίες; Μάλλον γεννήθηκαν εκατό περισσότερες. Μία μόνο προσωπική θέση από εμένα:

Αυτοί οι άνθρωποι είναι άδικα στην φυλακή. Είναι άδικα γιατί δεν έχουν δικαστεί, ούτε καταδικαστεί. Είναι άδικα γιατί οι κανόνες με τους οποίους φτιάχθηκε το κέντρο, όπως της αμεσότητας της έρευνας κάθε υπόθεσης ξεχωριστά, και άμεσα, δεν τηρείται. Δεν έχουν πρόσβαση ούτε σε δικηγόρους, ούτε σε νομική υποστήριξη, και αν ισχύει ακόμα και το δέκα τοις εκατό των καταγγελιών, ούτε και σε βασικά για να επιβιώσουν αγαθά – και κυρίως, ζουν σε ένα πέπλο σιωπής. Αυτοί οι άνθρωποι ζούνε μία κόλαση. Αν έτσι και αλλιώς πιστεύεις ότι υπάρχουν κατώτεροι άνθρωποι από σένα, άνθρωποι που έχουν λιγότεροι αξία από σένα, άνθρωποι που δεν αξίζουν να ζουν όπως εσύ, έτσι και αλλιώς, σ’ αυτό το blog δεν έχεις δουλειά – δεν μπορώ να σου εξηγήσω ούτε τα βασικά.

Αυτοί όμως, που υποστηρίζουν το να φέρονται στους κρατούμενους έτσι, απλώς για να βγάλουν λεφτά, ως κράτος, ως κοινωνία, είναι απλώς στυγνοί έμποροι σκλάβων. Όποιοι δέχονται, σε οποιοδήποτε επίπεδο και αν είναι αυτό, εδώ και έναν χρόνο, όχι μόνο στην Αμυγδαλέζα αλλά και αλλού, να κερδίζουν χρήματα ως κοινωνία, από την κακομεταχείριση ανθρώπων, να συμμετέχουν σε μία συγκάλυψη γιατί απλώς βολεύει, όσοι αρνούνται ακόμα και να ρωτήσουν τι πραγματικά συμβαίνει, που πάνε τα χρήματα αυτά, αλλά και πως καταντήσαμε να εκμεταλλευόμαστε ψυχές για ευρώ, είναι συνένοχοι σε ένα έγκλημα που δεν έχει προηγούμενο στην Ελλάδα.

Αν τους πω ότι τα χρήματα που γλυτώσαμε από τα αίρκοντίσιον των «κέντρων φιλοξενίας» θα γίνουν, σε μία απολύτα λογική διαδρομή χρήματος, αιρκοντίτιον στον προθάλαμο μίας τράπεζας στο γραφείο που θα τους δώσει αύριο δάνειο να πληρώσουν την θέρμανσή τους, θα είναι ένας φθηνός λαϊκισμός που μπορεί μεν να ξεσηκώσει – μα δεν θέλω αυτό:

Θέλω κατ’ αρχάς, να σκεφτούμε ξεκάθαρα, πόσο κακό κάνουμε ως πολίτες σ’ αυτούς τους ανθρώπους. Να επικαλεστώ, πριν από το συναίσθημα αυτοσυντήρησής μας, την ανθρωπιά μας.

Και πως ακριβώς αφήσαμε, με ποιον ακριβώς τρόπο, να φτάσουμε τόσο χαμηλά ρε φίλε.

Υ.Γ.: Δεν υπάρχει μόνο η Αμυγδαλέζα, ε;

Υ.Γ.2: Από τον @ernestodlaserna η επικοινωνία του Συνηγόρου του Πολίτη για την κράτηση αλλοδαπών

Να κάνουμε μία συμφωνία; Ό,τι και να πιστεύει ένα κόμμα, οφείλει να τηρήσει κάποιους κανόνες. Ας πούμε, δεν πρέπει να σφάζει ανθρώπους – αυτός μου φαίνεται ότι είναι ένας καλός κανόνας. Ή να τους διαχωρίζει, με βάση την φυλή – αυτός, επίσης, είναι ένας καλός κανόνας. Ή το φύλο, ή το χρώμα, ή τις σεξουαλικές προτιμήσεις, ή τις πολιτικές προτιμήσεις, ή, ή. Όλοι αυτοί, είναι απαράβατοι κανόνες.

Είναι κανόνες κοινής λογικής.

Για μένα – για σας δεν με νοιάζει, όπως βολεύεται ο καθένας σας. Για μένα όμως, αυτή η λίστα είναι αδιαπραγμάτευτη.

Δεν με ενδιαφέρει αν ένα κόμμα είναι υπέρ του μνημονίου, ή κατά του μνημονίου, αν θέλει ένα εκατομμύριο δημοσίους υπαλλήλους, ή όλα να είναι ιδιωτικά, αν θέλει φύση που δεν φέρνει χρυσό, ή χρυσωρυχεία παντού – γι’ αυτό, τελικά, θα το κρίνουν οι ψηφοφόροι του. Αν διαφωνώ πολιτικά, διαφωνώ επί πολιτικών θεμάτων με ένα κόμμα, που αν κερδίσει δεν θα με φυλακίσει, ή δολοφονήσει, ή στείλει στην εξορία επειδή διαφώνησα – αυτό, ας πούμε, για μένα είναι λιγουλάκι απαραίτητο.

Επειδή είναι στην βουλή ένα κόμμα, δεν το κάνει αυτόματα ούτε κόμμα, ούτε πολιτικό φορέα για μένα. Αν η ΧΑ είναι στην βουλή, δεν είναι αυτοδίκαια κόμμα, συγκρίσιμο με τα άλλα:

Τα άλλα, τουλάχιστον τα τωρινά, είναι κόμματα. Έχουν πολιτικές θέσεις (μπορεί όχι πάντα τίμιες ή ειλικρινής, συμφωνώ) αλλά είναι πολιτικά κόμματα που σέβονται, ή θα έπρεπε να σέβονται, τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Η βασική δομή της ΧΑ από την άλλη, είναι μία συμμορία από μαχαιροβγάλτες, που έχουν ανάγκη την εξουσία ακριβώς για να επιβληθούν στα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν έχουν «θέσεις», γιατί δεν τους ενδιαφέρει διόλου η πολιτική. Τους ενδιαφέρει η νομιμοποίηση, ώστε αύριο, με την ισχύ της βίας, να επιβληθούν σε όλους – και σε αυτούς με τους οποίους διαφωνούν (αλλά και σε αυτούς που τους στήριξαν).

Αυτοί που θεοποιούν τον Χίτλερ, που ονειρεύονται το Ολοκαύτωμα και ελπίζουν σε βασανιστήρια της ασφάλειας και εξορίες, δεν επιδέχονται καμίας πολιτικής αντιπαράθεσης – έχουν ήδη χάσει αυτό το δικαίωμα προνόμιο να συνδιαλέγονται μαζί μου, όταν αγνόησαν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

Καμία πολιτική θέση δεν θέλω να επιβάλλεται με όπλα, και όταν αυτή επιβάλλεται, δεν είναι πολιτική θέση, και δεν εννοείται ως τέτοια στο δικό μου αξιακό σύστημα.

Άρα: η πολιτική με την πολιτική της κρίση, και οι νεοναζί μαχαιροβγάλτες με την κρίση της δικαιοσύνης. Όσο δεν τα αναμιγνύουμε στην κουβέντα μας, για μικροκομματικούς λόγους ή απλή αφέλεια, μπορούμε να συζητήσουμε οτιδήποτε.

Πολύ σπάνια πλέον σπάω τα σοβαρά θέματα του blog μου – για να το πω αλλιώς, με τόσα που συμβαίνουν γύρω μας, δεν κάνω κέφι να γράψω για χαλαρά πράγματα.

Απο τις λίγες αποδεκτές «παρασπονδίες» είναι το (γνωστό στους μόνιμους επισκέπτες) κόλλημά μου με τις εμφανίσεις και δη του Ολυμπιακού, και η παράδοση [12] να ποστάρω την καινούργια εμφάνιση της σαιζόν μόλις την βρίσκω.

Αν και είχα την φήμη από την Παρασκευή που βρήκα αυτό το post, απ’ ότι φαίνεται, η καινούργια εμφάνιση είναι (όσο πιο επισήμως γίνεται) αυτή:

olympiakos_kit_2013-2014

Σε γενικές γραμμές σχεδιαστικά παραμένω ικανοποιημένος, έτσι και αλλιώς είμαι ικανοποιημένος από την Puma για τις εμφανίσεις του Ολυμπιακού αλλά και γενικότερα – θα προσέχω πιο πολύ την Newcastle του χρόνου, αφού το σχέδιό της μοιραζόμαστε. Χορηγός όπως όλα δείχνουν θα συνεχίσει να είναι μία ντροπή (χρήματα από τον ΟΠΑΠ, απαράδεκτο), κάτι με το οποίο είμαι συνηθισμένος να απογοητεύομαι (Siemems, Vodafone) έτσι και αλλιώς.

Για τους αιώνιους εχθρούς, φέτος ειδικά δεν έχω εικόνα. Ο Παναθηναϊκός δεν περιμένω (ειδικά φέτος που είναι ακόμα πιο χαμηλό το budget του) να πρωτοτυπήσει σχεδιαστικά, η ΑΕΚ είναι σε χαμηλότερη κατηγορία, και δεν είμαι σίγουρος καν για τον κατασκευαστή της φανέλας, και ο ανανεωμένος ΠΑΟΚ άλλαξε εταιρία, άλλαξε και φανέλα, πήγε στην Nike η οποία εμφανίζει συνήθως λιτά, κλασικά σχέδια (ειδικά στις ρίγες) που δεν έχουν σχεδιαστικές πρωτοτυπίες (καλώς, ή κακώς).

Ως δωράκι, μία φωτό από τον Alex7Greek που έχει όλες τις εμφανίσεις, Football Manager Mode, από το 1993 και μετά (click για μεγαλύτερη)

olympiakos_kits

– Λίγες χιλιάδες κόσμου έξω από την Βουλή. Να φωνάζουν, να διαμαρτύρονται, να αγωνιούν, με τα ΜΑΤ απέναντί τους. Είναι πολλοί – μα είναι λίγοι.

– Πλειοψηφία η κυβέρνηση χάρη στις ψήφους Νέας Δημοκρατίας, και ΠΑΣΟΚ. Διαθέτουν το 153 τουλάχιστον των βουλευτών, την απαιτούμενη πλειοψηφία να περάσουν οι νόμοι τους. Αυτήν την πλειοψηφία την δώσαμε εμείς, με την ψήφο μας.

– Καμία αγωνία από τους βουλευτές και τους αρχηγούς κομμάτων. Αρκούν δύο-τρία ψέμματα πριν τις εκλογές, (θα διαπραγματευτούμε, Ζάππειο, όχι άλλα μέτρα) – και ξαναβγαίνουν. Δεν αθωώνω τους ψεύτες, μα δεν αθωώνω και όσους τους πίστεψαν την δεύτερη φορά. Το δις εξαμαρτείν, που λένε.

-Καμία αγωνία και για τους βουλευτές τους ίδιους. Το «είναι η τελευταία φορά που ψηφίζω νέα μέτρα», ή το «δεν συμφωνώ (αν και κυβερνητικός) με τις διαδικασίες», γίνεται, άκοπα και ατιμώρητα, «ναι, σε όλα». Ατιμώρητα, από τους ψηφοφόρους τους. Δεν τους ελέγχει, πια, κανείς άλλος πλην του αρχηγού τους.

– Ο Πρόεδρος της Βουλής διεξάγει την ψηφοφορία με τρόπο φανερά εξοργιστικό, τους συγκυβερνώντες βουλευτές να κοιτάζουν, τους αντιπολιτευτικούς να φωνάζουν «όχι», και να νομοσχέδια να περνάνε δια βοής, και κατά πλειοψηφία. Ντροπή, αλλά, είναι «η διαδικασία».

– Τίποτα απολύτως δεν γίνεται για τα κανάλια. Κόσμος διαμαρτύρεται, η βουλή συνεδριάζει για πολύ σοβαρά και σημαντικά νομοσχέδια, το CSI Miami ή το Απαγορευμένοι Καρποί στην Άνω Μπραζίλια δεν σταματούν πάρα μόνο για διαφημίσεις. Μην ανησυχείς για τίποτα, ξέρουν αυτοί, δες την σειρά σου.

Συνεπώς: Εμείς, δεν φωνάζουμε αρκετά. Αυτοί, δεν μας ακούνε καν. Τα κανάλια δεν μας ενημέρωνουν για τίποτα που «δεν συμφέρει». Οι πολιτικοί, δεν πληρώνουν τα ψέματά τους.

Αν δεν φωνάξουμε δυνατά εμείς «όχι!», όταν υπάρχει σιωπή, τότε πολύ λογικά και «συνεπώς, τα άρθρα θα γίνονται δεκτά κατά πλειοψηφία».

Μόνο έτσι πάει, αδέλφια.

Έχεις λοιπόν μία εταιρία, κρατική – ας την πούμε ΕΡΤ. Για χρόνια τώρα, αυτή η εταιρία υπάρχει, δυναμώνει, περνάει δύσκολες και ευχάριστες στιγμές, επιβιώνει.

Τα έσοδά της, δεν είναι σαφή. Κάποια από αυτά, τα παράγει μόνη της, από διαφημίσεις. Τα περισσότερα, τα παίρνει από τον κόσμο, που ενοχλείται να πληρώνει, αλλά όταν βλέπει πχ Champions League (ή εκπομπές ποίησης) σταματά να γκρινιάζει, και απολαμβάνει το θέαμα.

Σίγουρα πάντως, δεν βγάζει όσα σπαταλά. Και αυτό, φαίνεται.

Στα σπλάχνα της, δουλεύουν όλοι οι πιθανοί συνδυασμοί που μπορεί να φανταστεί κανείς. Καταπληκτικοί επαγγελματίες που πασχίζουν να δείξουν την δουλειά τους, χαραμοφάηδες που ψάχνουν πως να λουφάρουν, ταλέντα που δεν θα τους δινόταν με άλλον τρόπο τέτοια ευκαιρία, ικανοί που χάλασαν, ανίκανοι που τελικά βρήκαν κάτι καλό στην ζωή τους να κάνουν αξιόλογα. Άλλοι μπήκαν μέσα με ιδρώτα, άλλοι έγλειψαν και καναδύο κώλους σιχαμένων για να μπουν, άλλοι, απλώς βρέθηκαν, κάποια στιγμή στην ζωή τους, να δουλεύουν για την μεγάλη εταιρία. Και φυσικά, παχυλοί μισθοί σε ανύπαρκτης ουσίας θέσεις δίνονταν, και ιστορικά αλλά εμφανώς και απ’ αυτήν την κυβέρνηση, σε ανθρώπους για πολιτικούς λόγους σκορπίζοντας αλόγιστα ζεστό, και ιδιαίτερα χρήσιμο αυτήν την εποχή, χρήμα.

Μαζί μ’ αυτούς, όλοι οι ιδιωτικοί. Άλλοι με βύσμα, άλλοι με ευκαιρία, προσκολήθηκαν έστω και μία στιγμή στο όχημα, παρήγαγαν αξιοπρεπές έργο – ή, απλώς, ξέπλυναν χρήματα με αηδίες. Κρατικό χρήμα πάντως, στην ιδιωτική αγορά, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, πήγε.

Κάποια στιγμή, όμως, στην μακρόχρονη ιστορία της, έπεσε το σύνθημα. Κάτι πρέπει να αλλάξει. Και αυτό που αποφασίσανε να αλλάξει, είναι η ΕΡΤ.

Μέχρι στιγμής, έχουν ακουστεί πάμπολλοι λόγοι για τους οποίους πάρθηκε αυτή η απόφαση. Σύμβουλοι παρά τω πρωθυπουργό, πολιτικά παιχνίδια, κυβερνητικοί συσχετισμοί, ειλικρινές ξεκαθάρισμα ενός απίστευτου εσωτερικού γραφειοκρατικού μπάχαλου που κόστιζε πολλά, ευκαιρία για αλλαγή πλεύσης καθώς δεν «έδειχνε» κατάλληλα την φωνή της κυβέρνησης, ακόμα μεγαλύτερη ευκαιρία πρόσληψης ημετέρων, για όποιον λόγο και αν αποφασίστηκε, αποφασίστηκε:

Αλλάζουμε.

Η απόφαση πάρθηκε άμεσα. Με τον φόβο των αντιδράσεων, επιχειρήθηκε μία κίνηση σοκ, σε λίγες ώρες έκλεισε, η εξήγηση ήταν αν όχι παράλογη, τουλάχιστον άδικη, όλοι στον ντορβά, καλοί, κακοί, το κουβάρι αφού δεν ξετυλίγεται κόβεται, και αν χαθούν και μερικοί, λίγοι ή πλειοψηφία, αξιόλογοι, το γενικότερο καλό θα το αξίζει.

Και πέφτει μαύρο.

Τα ΜΑΤ κατεβάζουν σταθμούς, οι υπάλληλοι συνεχίζουν να εκπέμπουν κάνοντας καταλήψεις και αντιδρώντας όπως μπορούν, αλληλέγγυοι που πριν τους έβριζαν στέκονται στον αγώνα τους είτε για ψηφοθηρικούς λόγους, είτε γιατί βλέπουν δίκαια τα αιτήματά τους, ή απλώς άδικη την στάση της κυβέρνησης, το internet αντικαθιστά την απόλυτη απουσία των άλλων μέσων ενημέρωσης που αγνοούν οτιδήποτε δεν πρέπει να ακουστεί, τα φύλλα των εφημερίδων είτε δείχνουν την κυβερνητική αδιαλλαξία, είτε υπερπαρουσιάζουν την διεφθαρμένη πλευρά της Μεσογείων.

Μαζί με το σκοτάδι όμως, ταυτόχρονα, φωτίζεται και όλη η ανυπαρξία σχεδίου.

Κανένα απολύτως σχέδιο για το μετά. Η «επόμενη μέρα» βασίζεται σε ένα παλαιότερο σχέδιο που οι ίδιοι που στελεχώνουν την κυβέρνηση έχουν καταδικάσει όταν εμφανίστηκε, λέξεις αλλάζουν σε ένα word αποτυχημένα για να δείξουν πρόγραμμα δράσης, οι εργαζόμενοι μαθαίνουν ότι αν δεν εγκαταλείψουν δεν θα αποζημιωθούν για την απόλυσή τους(!) από την αστυνομία(!!), το σήμα εκπέμπεται ψηφιακά, το 902 προσπαθεί να μεταφέρει το σήμα στους τηλεοπτικούς δέκτες – και η Digea των ιδιωτικών σταθμών εντελώς παράνομα την κόβει (με το έτσι θέλω κάνοντας κρίση του τι επιτρέπεται και τι όχι να παίζει ένα κανάλι) ξεκινώντας ένα απίστευτο γαϊτανάκι 20 δευτερολέπτων μετάδοσης, λογότυπα που δεν κατοχυρώνονται δικτυακά κλέβονται από αυτούς που έχουν την προνοητικότητα να τα κλείσουν, οι εργαζόμενοι παρουσιάζουν δεδομένα που μιλούν για απίστευτη οικονομική καταστροφή από αυτήν την απόφαση – και οι καταγγελίες τους παραμένουν αναπάντητες, η ανυπαρξία πλάνου περνά ξεκάθαρα και στην Ευρώπη, προγράμματα χαρίζονται σε ιδιωτικούς σταθμούς αδιαφανώς, και με πιθανότητα να αυξήσουν την οικονομική ζημιά για το δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία μιλούν ξεκάθαρα για οικονομική καταστροφή που θα τα οδηγήσει σε κίνδυνο, και, σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, δύο χιλιάδες από τους δύο χιλιάδες εξακόσιους «τεμπλεχανάδες που απομυζούσαν το δημόσιο» θα μοριοδοτηθούν για να το …ξανακάνουν στην επόμενη ΕΡΤ.

Το απόλυτο μπάχαλο.

Η μία παρανομία διαδέχεται, για να καλύψει, την προηγούμενη. Ακόμα και το ΣτΕ θέτει σοβαρούς περιορισμούς στην απόφαση, που οδηγεί στην απόφαση να εκπέμψει παράνομα στην ουσία σήμα, από ιδιωτικούς χωρίς ούτε καν επίφαση νομιμότητας ή διαφάνειας στην επιλογή, με πρόγραμμα φτιαγμένο από καναδύο ανθρώπους, εθελοντές, για να καλυφθεί το κενό και ο αρμόδιος υπουργός τονίζει στους υπαλλήλους ότι πρέπει ταυτόχρονα, και να αδειάσουν άμεσα το κτίριο, και να εγγυηθούν πως, ότι έχουν χρεωμένο, θα παραδοθεί σωστά – ενώ δεν υπάρχει κανείς να παραλάβει.

Αυτά έγιναν, ή αυτά κατάλαβα εγώ τουλάχιστον ότι έγιναν.

Πανικόβλητες αποφάσεις, χωρίς σχέδιο, που στην συνέχεια η μία απόφαση που παίρνουμε, είναι κατά τι χειρότερη από την άλλη, για να διορθώσουμε κάτι που, όντως ήταν χαλασμένο, αλλά τώρα έγινε πολύ-πολύ χειρότερο, είτε γιατί αυτοί οι ίδιοι ανίκανοι άνθρωποι που το κατέστρεψαν κατ’ αρχάς, προσπαθούν να το διορθώσουν, είτε γιατί θέλουμε απλώς να μασκαρέψουμε και όχι να διορθώσουμε, είτε γιατί, βρε αδελφέ, (εμένα μου φαίνεται προφανές), όλο αυτό γίνεται για λάθος λόγους.

Και θες να μου πεις, σοβαρά μιλώντας, ότι δεν βλέπεις πω αυτή η ιστορία, είναι η απόλυτη απεικόνιση αυτού που γίνεται στην ίδια την Ελλάδα τουλάχιστον από το 2009 και μετά.

Ξαναδιάβασέ το. Και όπου ΕΡΤ, βάλε Ελλάδα.

Λοιπόν, άκου μία αστεία ιστορία, να γελάσεις – εμένα σήμερα με βαράνε στο μυαλό.

Είναι φορές που είσαι εγκλωβισμένος, που γύρω σου σφυρίζουν μπουνιές, όλες στοχεύουν στο μυαλό σου, να σε χτυπήσουν, να σε ζαλίσουν, να σε αποβλακώσουν – να πεις φτάνει ρε φίλε, φτάνει, ο,τι θες, θα υπογράψω ο,τι θες, θα παραδεχθώ ο,τι θες, δεν θα σκέφτομαι άλλο, θα ακούω, μόνο, και θα συμφωνώ, μόνο, χωρίς second guessing και πρωτοβουλίες, τέρμα οι πρωτοβουλίες, τέρμα η επανάσταση, θα συμμορφωθώ, μόνο σταμάτα λίγο να χτυπάς, γιατί θέλω λίγο να ονειρευτώ, ξέρω γω, το ξέρω βέβαια ότι απαγορεύεται, αλλά λιγουλάκι μόνο, ένα λεπτό, μην βαράς, γιατί θα χαλάσει το μυαλό μου, και δεν θα μπορεί να ονειρευτεί ξανά, δεν θα μπορώ να εκφράσω τι με ενοχλεί, τι σιχαίνομαι, και τι θέλω να πω εγώ, και όχι τι θέλεις να πεις εσύ τι θέλω να πω εγώ, λοιπόν, σήμερα είναι μία τέτοια ημέρα.

Δεν με βαράνε σήμερα, βέβαια, στο μυαλό.

Με βαράνε καιρό τώρα.

Αλλά σήμερα το ντάπα-ντούπα, οι επίμονες, σταθερές, χωρίς ίχνος φανερής οργής μπουνιές – να, έγιναν λίγο κατανοητές. Ή δεν απέφυγα καναδύο από αυτές, και ξέρεις πως πάει, αν φας την πρώτη και λυγίσεις, μετά ζαλίζεσαι, και οι άλλες πέφτουνε βροχή, είναι να μη σε δουν κάτω, να λυγίσεις.

Αποφασίσανε σήμερα να αφήσουν ελεύθερο τον Σακκά.

Έχω φαει ογδόνταχιλιάδεςμπουνιές που λέγανε μέχρι τώρα «να φάει σουβλάκια», «κάνει δίαιτα», «η νηστεία κάνει καλό». Είναι μία αναμενόμενη μάχη, που δεν με αφορά άμεσα, ψόφος δεν έχω πει πουθενά, και για κανέναν, ούτε για αστείο, ίσως θες γιατί θα πω μία φορά και θα το εννοώ, ή δεν θα ξεστομίσω ποτέ, που είναι και το πιο πιθανό, γιατί είμαι τέτοιος άνθρωπος και τον ντρέπομαι τον άλλον να του πω ψόφος, τεσπά, διακόσιεςπενήνταδύοχλιάδεςτετρακόσιεςείκοσιοκτώμπουνιές μέχρι τώρα, εγώ να φωνάζω «είναι παράνομο, και συναινούμε εμείς με την σιωπή μας» και ο διπλανός μου, που συναινεί και αυτός, με περισσότερο ίσως από την σιωπή του, με πράξεις, λόγια και επιδοκιμασίες, με μία αγοραστή και αρκετά εύπλαστη έννοια του κοινωνικού χούλιγκαν, που καμιά φορά το τσεκ του βγαίνει από αυτούς, τους ίδιους που παρανόμησαν, θα φωνάξει «Να φάει κάτι σουβλάκια που έχω και μπαγιατέψανε», μπαμ, μπουνιά, στην λογική μου και στο μυαλό μου, αλλά θα το προσπεράσω, είπαμε, δεν είναι δικός μου αγώνας, δεν μίλησα σε κανέναν έτσι, δεν μου μιλάει κανείς.

Και αποφασίζουν να τον αφήσουν ελεύθερο.

Εκεί το μυαλό σου σταματάει, γιατί, κοίτα, υπάρχει μία στιγμή στις ταινίες, που όλη την ώρα έλεγες «αυτός είναι ο δολοφόνος, να το δεις» και ωπ, αποκαλύπτεται ποιος είναι, και τα χάνεις λίγο, αδειάζει το μυαλό σου, ε, φαντάσου το προς επτάδισεκατομμύριαφορές τόταλ μπλανκ, να σου λένε έτσι είναι, βγαίνει.

Γιατί αρχίζεις να σκέφτεσαι, και να λες για κάτσε ρε φίλε, για κάτσε λίγο γιατί θα τρελαθώ:

Γιατί βγαίνει έξω;

Τι άλλαξε;

Είναι προφυλακισμένος από τον δεκέμβρη του ’10, ναι; Και έχουμε ιούλιο του ’13, ναι; Και παρήλθε το δεκαοκτάμηνο, και δίκη δεν είχε ακόμα ξεκινήσει, και του φορτώσανε και άλλο, να μείνει μέσα, να μείνει να σαπίσει – ναι;

ΝΑΙ;

Γιατί βγαίνει έξω τώρα;

Τι ήταν πριν, λάθος;

Μία ατυχής στιγμή; Μια παρανόηση; Τι άλλαξε και το άκαμπτο κράτος που τον κράτησε από τον δεκέμβρη του ’10 φυλακισμένο, τον αφήνει τώρα; Ήταν άποψη και άλλαξε; ήταν μία θέση και μετακινήθηκε; Γιατί είναι έξω; Γιατί εγώ ξέρω ότι τα δικαστήρια είναι σαφή. Βγάζουν μία σαφή απόφαση. Δίκαιη, και ξεκάθαρη. Έχουν ληφθεί όλες οι παράμετροι, και έχουν αξιολογηθεί όλες οι θέσεις. Εγώ ξέρω ότι ήταν μέσα ο άνθρωπος, γιατί υπήρχε κάποιος λόγος που ήταν μέσα. Ποιος λόγος ήταν αυτός; Πως γίνεται όταν ρωτάμε πολλοί ποιος λόγος ήταν αυτός, το σύστημα να λέει «έξω»; Επειδή ρωτήσαμε βγήκε έξω;

Δηλαδή, αν δεν ρωτήσουμε, δεν θα έβγαινε;

Έπρεπε να κάνει απεργία πείνας για να βγει; Αυτό είναι το σύστημα τώρα; Θα σε στριμώξουμε στο σκοτεινότερο κελί, και αν κάνεις απεργία πείνας, και συγκινήσεις κανέναν, σε βγάζουμε γιατί δεν ξέρουμε τι να απαντήσουμε όταν μας ρωτήσουν;

Γιατί εγώ ρωτάω. Και ξέρεις γιατί ρωτάω; Γιατι όταν βγει ο Σακκάς έξω, και με πετύχει στον δρόμο, θα μου πει «για έλα εδώ ρε φιλαράκι, που ψηφίζεις, και πληρώνεις τους φόρους σου, και καταδικάζεις και την βια, και είσαι και κύριος, και σου ανοίγουν και την πόρτα στην τράπεζα, και σε λένε Έλληνα πολίτη, και θες και δημοκρατία, για έλα να σε ρωτήσω κάτι:»

«Γιατί με προφυλάκισες τόσο;»

Τι θα του πω; Θα περιμένει κάτι να του πω. Εγώ τον προφυλάκισα. Εγώ. Εγώ ο ίδιος, είναι ξεκάθαρο. Τι θα του πω; Να του πω, «λοιπόν, άκου, έκανες και δεύτερο έγκλημα, και λυπάμαι γι’ αυτό, αλλά έτσι είναι ο νόμος, και γι’ αυτό. Λυπάμαι, αλλά έτσι είναι ο νόμος».

Εντάξει.

Και θα με ρωτήσει λοιπόν, ο αδύνατος, ο αδύναμος Σακκάς, ο μετά από 38 ημέρες απεργίας πείνας Κώστας Σακκάς, θα με ρωτήσει λοιπόν, σιγά, ψιθυριστά, κοιτώντας με στα μάτια, λέξη-λέξη –

«Και τότε γιατί με έβγαλες; Αφού ήσουν τόσο σίγουρος, γιατί με έβγαλες;»

Μπαμ.

Και παραδίπλα ακριβώς, ζαλισμένος και πεσμένος, με κενά μνήμης και συνείδησης και ευθιξίας και αξιοπρέπειας, διαβάζω:

«Οι αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, οι οποίες λαμβάνονται στο πλαίσιο του παρόντος νόμου και του εκάστοτε ισχύοντος Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής και του εκάστοτε Μνημονίου Συνεννόησης, τεκμαίρονται σύμφωνες με τον σκοπό του Ταμείου και το δημόσιο συμφέρον και θεωρούνται επωφελείς και συμφέρουσες για το Ταμείο και το Ελληνικό Δημόσιο όσον αφορά την ευθύνη, αστική και ποινική, των μελών του Γενικού Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής καθώς και του προσωπικού του Ταμείου»

Αυτό, θα ψηφιστεί σε λίγες ημέρες. Από μένα. Για να σωθεί η χώρα, αλλιώς θα γίνουμε Αίγυπτος. Πρόσεξε τι λέει, πρόσεξε:

«[…] τεκμαίρονται σύμφωνες με τον σκοπό του Ταμείου και το δημόσιο συμφέρον και θεωρούνται επωφελείς και συμφέρουσες για το Ταμείο και το Ελληνικό Δημόσιο όσον αφορά την ευθύνη, αστική και ποινική […]»

Ετοιμάζεται να ψηφιστεί ένας νόμος, που λέει ότι τα μέλη του Συμβουλίου του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, είναι εκ προοιμίου αθώα, ο,τι και να κάνουν, όποια απόφαση και να πάρουν, διότι θεωρούνται επωφελείς και συμφέρουσες για το ταμείο και το ελληνικό δημόσιο, και είναι σύμφωνες με το δημόσιο συμφέρον.

Αναδρομικά.

Από τώρα το λέει, για το μέλλον. Για αποφάσεις που δεν έχουν ληφθεί ακόμα. Εκ προοιμίου. Δεν θα γίνει ποτέ δικαστήριο, δεν θα κληθεί ποτέ κανείς να καταθέσει, γιατί τώρα αποφασίζουμε πως ο,τι κάνει το ταμείο στο μέλλον, είναι για το δημόσιο συμφέρον.

Καταλαβαίνεις τι σου λέω τώρα; Καταλαβαίνεις; Μόλις έφαγες μία μπουνιά, την κατάλαβες; ήρθε κατευθείαν στον δικό σου εγκέφαλο, μέσα στο μυαλό σου, πέρασε από το μάτι σου και έφτασε στο κέντρο σκέψης της λογικής σου.

Μπαμ.

Πως νιώθεις;

Ετσι νιώθω και γω.

Εκεί με βαρέσανε σήμερα.

Υ.Γ.: Με περιμένει στην γωνία και ο Θοδωρής Ηλιόπουλος. Να με ρωτήσει γιατί τον φυλάκισα κοντά έναν χρόνο, ενώ όλοι μου έλεγαν ότι είναι όχι μόνο αθώος, αλλά ούτε καν ύποπτος φυγής – και μετά, απλώς, τον αθώωσα. Για να τον αποφυλακίσω, δε, από την προφυλάκιση, έκανε και αυτός απεργία πείνας. Σαρανταεννιά μέρες.

Όρια

Flickr εικόνα (μεγάλο μέγεθος)

Είχα σκοπό να γράψω για τον Σακκά – θα αναρτήσω όμως, αργότερα, έναν μονόλογο που έκανα στο twitter, και που φέρνει, πιστεύω, ένα σοβαρό μέρος του προβλήματος.

Επιστρέφοντας όμως στο σπίτι, έγινε κάτι άλλο, που νομίζω ότι αξίζει να το μοιραστώ στο blog μου – όχι τόσο για να το μάθετε εσείς, αλλά, όπως σχεδόν όλα εδώ μέσα, για να το θυμάμαι εγώ αργότερα.

~

Για να σας βάλω στο παιχνίδι: Ίσως το έχω ξαναπεί, ίσως όχι – αλλά έχω μία ιδιορρυθμία, μια παραξενιά. Όλοι πιστεύουν ότι έχουν καναδύο παραξενιές, δικές τους, που δεν τις μάθανε από αλλού, έτσι και γω, έχω τουλάχιστον μία όλοδική μου:

Αν βρω χρήματα κάτω, δεν είναι δικά μου.

Άκου να δεις τι γίνεται: εγώ μεγάλωσα χωρίς πλούτη. Αυτό δεν σημαίνει δεν έχω να φάω, σημαίνει ο,τι λεφτά είχα, ήταν αυτά που κέρδιζα από την δουλειά μου – χωρίς καβάτζα καμία. Δουλεύω από πολύ μικρός, είμαι ανεξάρτητος από ακόμα μικρότερος. Δεν έφαγα από έτοιμα, δεν είχα εναλλακτικές, δεν είχα ούτε μία μέρα στην ζωή μου να πω λοιπόν, σήμερα δεν θα δουλέψω, γιατί έχω στο συρτάρι για να περάσουν καναδύο χρόνια, δεν τρέχει μία.

Όταν δεν είχα δουλειά, όντως, δεν είχα να φάω. Όταν είχα δουλειά, αλλά πληρωνόμουνα λίγα, είχα να φάω λίγα. Όταν έπαιρνα περισσότερα, είχα περισσότερα.

Ούτε λούσα, ούτε γκρίνιες, ούτε αυτοκίνητα, ούτε σπίτια, ούτε τίποτα: Είμαι ο,τι δουλεύω.

Έτσι έμαθα να πορεύομαι.

Οπότε, όταν βρω χρήματα κάτω, δεν είναι δικά μου επειδή τα βρήκα. Τα δικά μου λεφτά, τα έχω όλα δουλεμένα. Αυτά, είναι ξένα.

Έκανα λοιπόν, από μικρό, πολύ μικρό παιδί, μία παραδοχή:

Αν βρω λεφτά κάτω, έχω δύο επιλογές: Να τα αφήσω, και να φύγω. Κάποιος άλλος θα τα μαζέψει, όλα καλά. Ή, να τα σηκώσω – αλλά αν το κάνω, είναι δάνειο. Είμαι υποχρεωμένος, κάποια στιγμή στην ζωή μου, να αφήσω, κάτω στον δρόμο, εκεί που τα βρήκα κατά προτίμηση, τα διπλά. Είναι δάνειο, και πρέπει να επιστραφεί.

Αυτοί ήταν οι κανόνες της ζωής μου. Δεν έχω βρει πολλά λεφτά κάτω, αλλά τον κανόνα αυτόν τον υπηρέτησα πιστά. Και οδυνηρά, γιατί μία μέρα βρήκα ένα πεντοχίλιαρο, και ήταν δύσκολο να αποφασίσω να αφήσω δέκα χιλιάρικα κάτι χρόνια μετά – αλλά το έκανα.

Σήμερα, επιστρέφοντας, βρήκα πενήντα ευρώ στον δρόμο. Και τα σήκωσα, για πρώτη φορά στην ζωή μου, χωρίς να είμαι σίγουρος ότι κάποια μέρα, στο ίδιο μέρος, θα αφήσω εκατό ευρώ -όπως οφείλω.

Το δάνειο έγινε κλοπή σήμερα. Και ντρέπομαι λιγάκι γι’ αυτό, ομολογώ.

~

Στις δύσκολες στιγμές φαινόμαστε τι άνθρωποι είμαστε. Όταν δεν έχεις δύο παιδιά, όταν δεν σε πήραν την ίδια ημέρα από την τράπεζα, ή δεν χρωστάς δύο μηνιάτικα στον παιδικό σταθμό, όταν είσαι μόνος σου και δεν τρέχει μία αν δεν φας – όλα είναι πιο εύκολα. Είναι οι δικοί σου κανόνες, και αξίζουν όσο οτιδήποτε είσαι διατεθειμένος να στερηθείς γι’ αυτούς.

Όταν όμως έρχονται οι ευθύνες, έχεις μία επιλογή να ακουμπήσεις κάτω τα στοιχεία που σε κάνουν αυτό που είσαι, και να βρεις ποια από αυτά μπορεί να κάνουν δύσκολη την ζωή των δικών σου ανθρώπων, αυτών που εξαρτώνται από εσένα.

Και, καμιά φορά, δεν σ’ αρέσει καθόλου που κάνεις τέτοιες επιλογές. Αλλά πρέπει τουλάχιστον να θυμάσαι ότι τις έκανες, γιατί τις έκανες, να μην τις χρεώνεις ποτέ σε κανέναν άλλον, γιατί είναι δικές σου, και να προχωράς με ο,τι σου επετράπη να πάρεις, ξανά, μαζί σου.

~

Όπως είπα, τούτο το ποστ είναι αποκλειστικά για μένα. Προς το παρόν χάθηκε μόνο η σιγουριά μου ότι θα μείνω πιστός σ’ αυτά που με καθορίζουν – μπορεί, κάλλιστα, μια μέρα να ακουμπήσω εκατό ευρώ σε έναν δρόμο και να φύγω χωρίς να κοιτάξω πίσω, χαμογελώντας ανακουφισμένος που ένα δάνειο ξεπληρώθηκε. Μπορεί επίσης, κάλλιστα, να μην επιστρέψω ποτέ αυτό το δάνειο, και να χάσω ένα μέρος του εαυτού μου, των κανόνων που με ορίζουν, για ένα μισοδιπλωμένο χαρτονόμισμα των πενήντα ευρώ, σε μία δύσκολη στιγμή.

Αυτό που δεν μπορεί να γίνει, όμως, είναι να το αφήσω να ξεχαστεί σαν να μην έγινε τίποτα: Είτε έτσι, είτε αλλιώς, ο Γιάννης άλλαξε λίγο σήμερα.

Έτσι πάει, φιλαράκι.

Επειδή οι εξελίξεις τρέχουν, και μπορεί οι θέσεις μου να συνδυαστούν με την επικαιρότητα, (κάτι που δεν με εκφράζει, δεν αλλάζω γνώμη αποκλειστικά επειδή άλλαξαν οι ισορροπίες) τις γράφω εν τάχει, για να ξέρουμε τι πιστεύει ο φίλος μας ο αρκούδος, και να του ρίξουμε καμιά μούντζα, να σκεφτούμε λίγο παραπάνω, ή να του πούμε καμία ιδέα:

Η ΕΡΤ πρέπει να αλλάξει. Υπάρχει ένα καθεστώς διαχείρισης, που είναι απαράδεκτο, ευνοεί όσους έχουν το μεγαλύτερο βύσμα, όχι πάντα τους ίδιους γιατί τα βύσματα αλλάζουν, και εν πάσει περιπτώσει, η πολιτική δεν θα έπρεπε να έχει καμία σχέση με την δουλειά σου.

Για την ΕΡΤ φταίνε «αυτοί»: Την ΕΡΤ δεν θεωρώ ότι την χάλασαν κάποιοι συγκεκριμένα. Βρήκαν ένα σκηνικό που ήταν διαλυμένο, και απλώς δούλεψαν με ότι είχαν. Κάποιοι ενδεχομένως με καλές προθέσεις και απλώς κακή διαχείριση, κάποιοι με κακές προθέσεις και ακόμα χειρότερη, ιδιοτελή διαχείριση.

Η ΕΡΤ μπαίνει μέσα: οι εργαζόμενοι λένε πως φέρνουν κέρδος, εγώ δεν απαιτώ καν να φέρνουν κέρδος – γι’ αυτό τους πληρώνω: για να παράγουν περιεχόμενο που, μπορεί η διαφημιστική αγορά να μην χρειάζεται, αλλά εγώ, ως πολίτης, να απολαμβάνω ή να χρειάζομαι.

Στην ΕΡΤ πρέπει να απολυθεί κόσμος: Προσωπικά, δεν ξέρω αν υπάρχουν ανίκανοι ή όχι στην ΕΡΤ. Προφανώς, ισχύουν τα δημοσιεύματα, και κάποιος πληρώνεται και δεν πατάει, να απολυθεί. Αν κάποιος δουλεύει με απόσπαση σε γραφείο Υπουργού, και πληρώνεται από την ΕΡΤ, να απολυθεί (και να καταργηθούν και οι αποσπάσεις, αλλά αυτό είναι άλλη κουβέντα). Αν χρειάζονται πέντε τεχνικοί όμως για να βγάλουν κάτι που βγάζει ένας τεχνικός στο ιδιωτικό, δεν είμαι σίγουρος ότι πρέπει να απολυθούν οι τέσσερις που περισσεύουν: αν οι υπόλοιποι τέσσερις μπορούν να διατεθούν σε παραγωγή ακόμα περισσότερου περιεχομένου, να μείνουν, να οργανωθεί η παραγωγή του, να είναι και χρήσιμοι, και να παράξουν έργο, άρα και διαφημιστικό ή ποιοτικό κέρδος.

Να φύγουν τα λαμόγια: Εδώ τα πράγματα είναι δύσκολα. Απολύεις τα βύσματα; Μπορεί να κάνουν καλά την δουλειά τους, να είναι ικανοί, να μην χρειάζεται να φύγουν. Απολύεις, όπως λέω πριν, τους ανίκανους, χρησιμοποιείς αυτούς που μπορεί τώρα να μην είναι χρήσιμοι.

Να συνεχιστεί το μοτίβο: Όχι. Προσλήψεις μόνο μέσω ΑΣΕΠ, σε συνεργασία με μία επιτροπή μέσα από την ΕΡΤ, που θα θέσει τα κριτήρια προσλήψεων. Απολύσεις με πρόταση από ανεξάρτητη μονάδα διαχείρισης προσωπικού, που θα προτείνει το βέλτιστο οργανόγραμμα της εταιρίας. Απαγκίστρωση του κρατικού ελέγχου, κανένας διορισμός διοίκησης από εδώ και μπρος από κυβερνήσεις.

Και ένα σημαντικό: Πλήρης εισαγγελική έρευνα, σε συνεργασία με τις οικονομικές αρχές, για τα έξοδα των σταθμών την τελευταία ΧΧετία. Όπου ΧΧ, βάλτε ο,τι θέλετε εσείς. Πλήρης λογιστικός έλεγχος, σε συνδυασμό με αποτελέσματα και παραγωγή έργου. Κάθε ευρώ, κάθε διορισμός, κάθε εργαζόμενος που δεν πάτησε το πόδι του, κάθε σπατάλη καταγεγραμμένη και μη. Πολιτικές και νομικές ευθύνες για όσους παρανόμησαν.

Συμπεριλαμβανομένων και πολιτικών που διόριζαν, διοικήσεων που έκαναν δεκτούς τους διορισμούς ή τα έργα.

Συμπεριλαμβανομένων πολιτικών υπευθύνων, Υπουργών, Πρωθυπουργών.

Τρίτη ημέρα κλειστή – ανοικτή η ΕΡΤ, και όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας, ξεπερνούν τα κωμικοτραγικά. Εκτός από τα απλά, καθημερινά σαχλαμαρίζοντα γεγονότα, χτυπάει,ύπουλα, σχεδόν αθόρυβα και πονηρά, το θέμα της Digea που κατεβάζει κανάλια – επειδή δεν της αρέσει το πρόγραμμα.

Είναι πολύ σημαντικό, αλλά περιμένω α) να δω πως θα εξελιχθεί, β) μία απάντηση στο ερώτημα «ποιες οι νομικές ευθύνες».

Στο μεταξύ, επειδή όπως πάντα οι εξελίξεις βγάζουν τον καλύτερο και τον χειρότερο εαυτό μας, παρακολουθώντας τις συζητήσεις για την ΕΡΤ, ανακάλυψα έναν τύπο ανθρώπου που δεν είχα κατηγοριοποιήσει ως τώρα.

(Θα τον περιγράψω, αλλά επειδή όλοι θα διαβάζουν κάποιον που νομίζουν ότι ήδη ξέρουν, σου ορκίζομαι, σε ότι έχω ιερό, δεν γράφω για αληθινούς ανθρώπους. Πρέπει να μοιάζουν με άνθρωποι, μόνο αυτό. Τίποτα αληθινό, καμιά ιστορικότητα, καμία βάση σε πρόσωπα, μόνο σε καταστάσεις.

Ναι; Ναι.)

Θέλω λοιπόν να σκεφτείς δύο ανθρώπους που ζουν, δίπλα δίπλα, ιστορικά γεγονότα. Τον έναν θα τον πούμε Βασίλη, τον άλλον θα τον πούμε Κώστα.

Και οι δυο, είναι κοινωνοί, όσο αυτό είναι δυνατόν καθώς έχουν επιλέξει διαφορετικό περίγυρο, περίπου των ίδιων ειδήσεων. Ας πούμε ότι είναι δημοσιογράφοι, ας πούμε ότι η σκέψη τους γίνεται τροφή για την σκέψη πολλών.

Μία είδηση, πχ, είναι ότι προσλαμβάνεται κάποιος στην ΕΡΤ, με μισθό 3.500 ευρώ μηνιαίως, για να κάνει, ας πούμε μία εκπομπή. Αυτός ο κάποιος είναι ατάλαντος, μα έχει γνωριμίες ή γνωστούς ή οικογένεια σε πολύ υψηλά ιστάμενες θέσεις.

Ο Βασίλης, σιωπά. Το βλέπει, μαθαίνει την είδηση, μα σιωπά. Δεν έχει σημασία αν αυτός που διορίζει τον ατάλαντο είναι τον ίδιων πολιτικών θέσεων με τον Βασίλη, αν κάνει το ίδιο επάγγελμα, αν απλώς τυγχάνει τώρα να συμπίπτουν, ή αν είναι υπάλληλος στην ίδια εταιρία. Σημασία έχει ότι σιωπά. Γράφει στην στήλη του για άλλα, άσχετα, κρίνει την απουσία εναλλακτικών λύσεων, το αφεντικό του του χτυπάει τον ώμο για τα στείρα, αμόλυντα άρθρα του.

Ο Κώστας, από την άλλη, γκρινιάζει. Ο Κώστας διαμαρτύρεται, αναρωτιέται, προκαλεί. Μπορεί στον εκνευρισμό του να γίνεται λαϊκιστής, και να αδικεί, μπορεί να αντιδρά υπερβολικά γρήγορα και να σκέφτεται λιγότερο – πάντως αντιδρά. Ο δικός του εργοδότης ίσως δεν τον αντέχει πια, η στήλη του μόνο γκρινιάζει και γαυγίζει. Είναι εκνευριστικός.

Αυτό, γίνεται διαρκώς. Ανα τακτά χρονικά διαστήματα, η ΕΡΤ προσλαμβάνει γραμματείς και φαρισαίους, ανθρώπους απολύτως ακατάλληλους είτε να διευθύνουν, είτε απλώς να εργάζονται, ανθρώπους που πληρώνονται από την ΕΡΤ για να δουλεύουν στο γραφείο του ανθρώπου που κάνει τις προσλήψεις, τυχαία στα λέω, πάντως πιάνεις το νόημα, δυσωδία.

Ο Βασίλης, σιωπά. Κάθεται στην γωνία του. Ο Κώστας, γκρινιάζει. Εκτίθεται.

Έρχεται η ώρα, που τα πράγματα ζορίζουν και ο αρχηγός του κράτους, αποφασίζει, για δικούς του λόγους να δείξει πυγμή. «Θα κλείσω την ΕΡΤ», κραυγάζει, και οι εντολές του γίνονται πράξη χωρίς σκέψη και λογική, καθώς το κίνητρο μοιάζει και αγνό, και η λαμογιά στο μαγαζί μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ασπίδα.

Κοίτα τώρα να δεις τι γίνεται:

Ο Κώστας, γκρινιάζει. Όπως γκρίνιαζε πριν για το άντρο ακολασίας, έτσι γκρινιάζει και τώρα για αυτό που θεωρεί αδικία, την σαλαμοποίηση, το γεγονός ότι πρόκειται για υποκρισία, κυρίως το γεγονός ότι, αν το μαγαζί είναι βρώμικο, όχι μόνο δεν βάζεις αυτόν που το λέρωνε τόσα χρόνια να απολύσει τους πάντες, μα τον απολύεις για παραδειγματισμό πρώτον-πρώτον, και δεν βάζεις την Digea να κάνει το άνομο λογοκριτή σου. Θα φύγει, θα πάει στο προαύλιο, θα γίνει ένα με τον κόσμο, θα μιλήσει για αλλαγή και για όνειρα, θα μαλώσει, θα λοιδορήσει ίσως, μπορεί να αδικήσει, να λαϊκίσει, θα εκτεθεί.

Και ο Βασίλης μιλάει. Αυτή την φορά όμως, ο Βασίλης παίρνει την πένα του, πάει στην στήλη του, την όποια στήλη, την προσωπική, την επαγγελματική – και γράφει:

«Μα είναι δυνατόν να υπερασπίζεστε τα λαμόγια; Να μην θέλετε κάθαρση; Είναι δυνατόν στην μάχη ανάμεσα στο απαραίτητο ξεβρώμισμα του οχετού, να επιλέγετε τους χείριστους συνδικαλιστές;»

Αύριο, όταν τελειώσουν όλα, ο Βασίλης που έχει επιλέξει «την σωστή πλευρά», θα λάβει μάλλον και την αντίστοιχη εύνοια. Η σιωπή του, τις σωστές στιγμές, ακόμα και αν ο ίδιος δεν την έκανε συνειδητά, θα εκτιμηθεί. Αύριο, όταν ανοίξουν οι νέες θέσεις στην γυαλισμένη ΕΡΤ, ο Βασίλης θα είναι εκεί, ως νικητής και υπερασπιστής του λογικού, της απολύτως κατανοητής θυσίας, και της αποστειρωμένης από αισθήματα κρίσης – ο,τι χρειάζεται δηλαδή για να επιλεχθεί ένας ηγέτης.

Αύριο, όταν τελειώσουν όλα, ο Κώστας θα είναι δαρμένος και ψεκασμένος, πιθανόν άνεργος να ψάχνει για μεροκάματο, ο γκρινιάρης που δεν έχει να προτείνει τίποτα για τα στραβά, και ο άπλυτος συνδικαλιστόφιλος, που, βρε αδελφέ, ας το παραδεχθούμε, του αξίζει αυτή η μοίρα – την επέλεξε.

Κάνουν όλοι τις επιλογές τους, δεν λέω. Άλλοτε γκρινιάρηδες, άλλοτε σιωπηλοί, όλοι ήμασταν και είμαστε πότε Βασίληδες, σε κάποια, πότε Κώστηδες, σε άλλα.

Απλώς, βρε Βασίλη, κάθε Βασίλη: Αν σου περισσεύει ένα δράμι ενδιαφέροντος και αντίληψης, πιάσε τον Κωστή, όχι φωναχτά, αν δεν θες, μες τον κόσμο, όχι δημόσια αν προτιμάς, μόνοι σας, σε μια γωνιά, κέρασέ τον κάτι, και πες του,

«Ρε Κωστή, ρε συ Κώστα, είχες δίκιο ρε που φώναζες. Συγνώμη»

Αυτό ζω γύρω μου, τόσες μέρες, αυτό περιγράφω. Και γω μπορεί να είμαι Βασίλης πότε πότε – προσπαθώ να μην είμαι, μα αν είναι έτσι, και σιωπώ και γω, χρωστάω σε Κωστήδες κάτι συγνώμες αντρίκιες.

Για την Digea θα τα πούμε άλλη φορά, είναι σοβαρό, το σοβαρότερο που έχω συναντήσει τόσα χρόνια, θα κάνω τον θυμό μου λέξεις, μα σας ικετεύω, μέχρι τότε, μην το προσπεράσετε έτσι.