Η «υπόθεση ταράτσα» – εφάμιλλη της παλαιότερης υπόθεσης «ζαρντινιέρα»-  έχει αναδείξει ως αφορμή ένα σωρό ζητήματα που κρατάγαμε κάτω από το χαλί με μία παράξενη, αλλά κατ’ εμέ ίσως δικαιολογημένη ηττοπάθεια.

Προσωπικά, έχω ξεκαθαρίσει υπερβολικά πολλές φορές πως έχω μόνο μία ψήφο, την δική μου, δεν ζήτησα ούτε ζητάω από κανέναν να την ακολουθήσει ή να την ενστερνιστεί και με διοικεί η ψήφος των υπολοίπων, ευχάριστη ή δυσάρεστη, όπως οφείλω σε μία δημοκρατία. Αλλά όποιος και να είναι επάνω, δεξιά ή αριστερά, Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ ή Σύριζα, η ευθύνη πέφτει στο να με διοικεί σωστά, δίκαια – όχι στο ποιος είναι επάνω. 

Αυτό δεν σημαίνει ότι μ’ αρέσει να υπουργοποιείται ο Βορίδης ή ο Γεωργιάδης, να αναλαμβάνουν ρόλο πανταχόθεν ακροδεξιοί, να νομιμοποιείται ο συντηρητικός λόγος – τουναντίον, όσο ήταν στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, υπεύθυνοι ήταν οι ψηφοφόροι τους και αν τους άρεσαν τους ψήφιζαν, αν όχι τους κατέκριναν. Αν κρίνω από το εκλογικό αποτέλεσμα ανά βουλευτή, στο μεγαλύτερο ποσοστό, η δεξιά επικρότησε τους ακραίους. 

Τώρα όμως είναι κυβέρνηση, κυβέρνηση όλων μας. Τώρα, όταν ένας υπουργός λέει «προφανώς επικροτούσαν την παρανομία, γι’ αυτό δεν άφησαν να μπει η αστυνομία χωρίς ένταλμα» είναι ένας λόγος όχι μόνο δημόσιος, αλλά έχει και την βαρύτητα της εξουσίας. Έχει επαναληφθεί πολλές φορές – στο μυαλό μου έρχεται η δήλωση Καραμανλή «να υπάρξει μία διαφημιστική καμπάνια ώστε να νιώθει ως απόβρασμα της κοινωνίας όποιος δεν χρησιμοποιεί εισιτήριο» – όμως εδώ υπάρχει μία εξαιρετικά επικίνδυνη διαδικασία:

Τρεις άνθρωποι, ένας πατέρας και οι δυο γιοί του, έχουν συλληφθεί και, κατά δήλωσή τους, υποστεί βία από την αστυνομία. Η ΕΛ.ΑΣ, προσάπτει σ’ αυτούς όχι απλώς βαριές, αλλά βαρύτατες κατηγορίες – οι δύο γιοι τραυμάτισαν πετώντας πέτρες από την ταράτσα έναν αστυνομικό, έφτιαξαν δολοφονική παγίδα με καρφιά, ενώ ο πατέρας κατηγορείται ότι πήγε να αρπάξει το όπλο του αστυνομικού(!)

Έχουμε δύο εντελώς διαφορετικές οπτικές, που όμως δεν είναι ισοδύναμες. Για τους δημοσιογράφους Κανέλλη των Νέων και Θεοδωρόπουλο της Καθημερινής «ακριβώς έτσι έγιναν τα πράγματα» υιοθετώντας την θέση της αστυνομίας, ο Δημήτρης Οικονόμου ειρωνεύεται την οικογένεια με tweet το οποίο σβήνει μετά, το ίδιο κάνει ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος του ΠΑΣΟΚ (που όμως δεν το σβήνει μετά), η huffington post γράφει άρθρο-κόλαφο με τίτλο «Καταληψίες τα δύο αδέρφια που συνελήφθησαν – Ο πατέρας προσπάθησε να πάρει όπλο αστυνομικού» – και δεν μπαίνω καν σε iefimerida και λοιπά κατ’ ευφημισμόν «φιλελεύθερα» site για να δω την δική τους αντιμετώπιση.

Απέναντί τους, μόνο οι μαρτυρίες για το ποιόν της οικογένειας και του πατέρα από τους φίλους τους που έχουν δημόσια φωνή, γιατί ο άνθρωπος τύγχανε γνωστός σκηνοθέτης, τα τραύματα στο πρόσωπο του πατέρα, και οι κάμερες που κατέγραψαν μέρος από το γεγονός.

Μπορώ (με κάποια δυσκολία βέβαια) να κατανοήσω πως κάποιος μπορεί να επιλέξει «να πάρει ένα στρατόπεδο» – είναι βέβαια …ατυχές να είσαι δημοσιογράφος και να μην αναρωτιέσαι ΜΗΠΩΣ υπάρχει έστω και ένα λάθος στην στάση της αστυνομίας – αν δεν ελέγξει η δημοσιογραφία την εξουσία ποιος θα το κάνει; – ή να είσαι πολιτικός και να μην φροντίζεις να πάρεις μία θέση που σέβεται ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ τον πολίτη πριν καταδικαστεί ως ένοχος.

Αλλά όταν είσαι εξουσία, και η στάση σου είναι «αν δεν ανοίξεις την πόρτα χωρίς ένταλμα είσαι προφανώς παράνομος«, τότε το πράγμα, επιτρέψτε μου, αγριεύει. Αγριεύει πολύ. Και αγριεύει πολύ επιπλέον γιατί λίγους μήνες πριν, οριοθέτησες την άσκηση της εξουσίας με ένα «εγώ θέλω να σπάει την πόρτα και να μπαίνει» – και αυτό ακριβώς, λίγο μετά, κατηγορείται ότι ακολουθήθηκε κατά γράμμα.

Επιτρέψτε μου μία παρένθεση: αν δεν ελέγξει η δημοσιογραφία την εξουσία ποιος θα το κάνει; Λοιπόν η κυβέρνηση (αυτή, η ίδια, δεν είναι παρακαταθήκη της αμαρτωλής προηγούμενης) βρήκε κάποιον να το κάνει, τον όρισε υπεύθυνο, αυτός ο κάποιος αντέδρασε άμεσα και έντονα – και εισέπραξε την νουθεσία του ελεγχόμενου ουσιαστικά από τον ίδιο υπουργού ο οποίος παίρνει ξεκάθαρα θέση, και του υπουργού που θεωρεί εξαρχής παράνομους όσους δεν ασκούν τα δικαιώματα που τους δίνει ο νόμος.

Αυτά, δεν είναι απλώς παραλογισμοί. Αυτές είναι σοβαρότερες, εξόχως επικίνδυνες καταστάσεις.

Ξεκίνησα το άρθρο μου τονίζοντας πως αυτή η υπόθεση ξεσκέπασε όσα κρύβαμε κάτω από το χαλί – και θέλω να κλείσω μ’ αυτό. Η μάχη που βλέπουμε τώρα, δεν είναι του αν η ταράτσα είναι δημόσιος χώρος, δεν είναι αν ο σκηνοθέτης είναι είναι δεξιός ή αριστερός, δεν είναι αν η οικογένεια ήθελε οικειοποιηθεί το καταληφθέν οίκημα ή επιτέθηκε στους αστυνομικούς, δεν είναι αν οι σφαίρες που έριξαν αλλού (εξ επαφής!) σε κοπέλα είναι σφαίρες ή …μπάλες.

Η μάχη της ταράτσας, έχει να κάνει με το αν η πολυκατοικία στην οποία μένουμε όλοι είναι δεξιά, ή ακροδεξιά. Ο Χρυσοχοΐδης δεν μετρά – είναι αναλώσιμος, αυτό δεν είναι απλώς σαφές αλλά και εξαρχής αναμενόμενο. Επιπλέον, αυτή η μάχη δεν αφορά τους αριστερούς, και το λέω τελείως σοβαρά: σε όλο αυτό που συμβαίνει φρονώ ότι ίσως για μία και μοναδική φορά, η αριστερά πρέπει να μείνει σιωπηλή. 

Η δεξιά, καθορίζει και καθορίζεται με την στάση της σ’ αυτήν την συγκεκριμένη υπόθεση με μία συγκεκριμένη γραμμή. Οι θέσεις είναι ξεκάθαρες. Νομίζω ότι φτάνει πια με τα μισόλογα, τα πότε έτσι και πότε αλλιώς. Τα γάντια έχουν βγει – δεν υπάρχουν πια κανόνες. Ας διώξει ο πιο ισχυρός τον πιο ανίσχυρο από την ταράτσα, για να ξέρουμε και εμείς με την σειρά μας, τι ακριβώς μας κυβερνά.

Αν μας κυβερνά το «προφανώς επικροτούσαν την παρανομία, γι’ αυτό δεν άφησαν να μπει η αστυνομία χωρίς ένταλμα» – ή όχι. Δεν υπάρχει εδώ «μέση λύση»: ή παίρνουμε αυτόν τον δρόμο, ή όχι. Ας το λύσουμε μία και καλή, ξεκάθαρα.

Αλλιώς, οι δύο πλευρές θα συνεχίσουν τσακώνονται αέναα μεταξύ φιλοφρονήσεων στην ταράτσα ανεχόμενη ουσιαστικά η μία την άλλη, και το ξύλο θα συνεχίσουμε να το τρώμε μάλλον εμείς οι υπόλοιποι.

Και δεν θα υπάρχουν πάντα κάμερες να μας δικαιώνουν, ούτε θα έχουμε διάσημους φίλους να ορκίζονται για μας.

Λίγες μόλις ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες, αυτές στις οποίες καταλήγει κάθε προεκλογική περίοδος που ξεκινά την αμέσως επομένη των εκλογών, νιώθω την ανάγκη να περιγράψω τις σκέψεις μου για τούτες τις εκλογές, έτσι ώστε να τα διαβάζω στο μέλλον, να μοιράζομαι λίγο πως ένοιωθα, πως σκεφτόμουν και πως ζούσα τον Ιούλη του 2019.

Κάθε απολογισμός του παρελθόντος, κάθε κατανόηση του παρόντος, κάθε ελπίδα ή στόχος για το μέλλον, ορίζεται κυρίως από το τώρα • από το πως βλέπεις τα πράγματα αυτήν την στιγμή. Αύριο η οπτική αλλάζει, χθες ήταν αλλιώς, ωριμάζουμε εμείς ή αναδιοργανώνεται η ζωή γύρω μας, οι προσλαμβάνουσες αυξάνονται, τα βλέπεις αλλιώς. Μόνο αν ξέρεις πως αισθανόσουν τώρα μπορείς να κατανοήσεις γιατί κάνεις ο,τι κάνεις τελικά, γιατί βλέπεις τα πράγματα έτσι, γιατί ορίζεις αυτές τις προτεραιότητες και όχι άλλες.

Ας δούμε πρώτα το παρελθόν.

Πουλήσαμε βλήματα στην Σαουδική Αραβία, κάναμε δώρο στα κανάλια τον φόρο του 20% που τους αναλογούσε, δεν αλλάξαμε, ως οφείλαμε, την κολπική εξέταση στις κρατούμενες γυναίκες, δεν δικαιώσαμε τις Αμαλίες, αφήσαμε τους ανθρώπους να σκοτώνονται ατιμώρητα για τις ομάδες τους και τους πληρώσαμε γι’ αυτό μέσω της ΕΡΤ, αφήσαμε τα ΕΛΠΕ ατιμώρητα και ξεχάσαμε τον θάνατο τεσσάρων ατόμων (ξανά: Δευτεραίος, Delilaj, Αβράμπος, Μαγγούρας), δεν διαχωρίσαμε το κράτος από την θρησκεία, συνεχίσαμε τις απελάσεις προς την Τουρκία (ακόμα και εκτός νομίμων διαδικασιών), όχι μόνο το Mall συνεχίζει να λειτουργεί, αλλά ο πρωθυπουργός επιχαίρει πως οι δουλειές με τον άνθρωπο που το εμπνεύστηκε και το δημιούργησε έγινε ο,τι είναι δυνατόν για να συνεχιστούν απρόσκοπτα και στο Ελληνικό, κάναμε δωράκι την άρση της προστασίας από τα τυχερά παιχνίδια, το μνημόνιο ψηφίστηκε fast-track, δεν σταμάτησαν (παρότι μειώθηκαν) όπως είχε υποσχεθεί, εκατόν ένας οι νεκροί στην πυρκαγιά στο Μάτι, οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, τα πολυνομοσχέδια, και οι διατάξεις σε άσχετους νόμους, δεν προχώρησε η Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου για να δούμε πως φτάσαμε να χρωστάμε τόσα χρήματα, τα φραουλοχώραφα δεν έχουν βελτιωθεί – οι συνθήκες παραμένουν απαράδεκτες, ακόμα καίγονται άνθρωποι γιατί κρυώνουν, δεν προστατευτήκαμε από τα κάθε luxleaks και τα Paradise Papers που φοροαποφεύγουν ζημιώνοντας την οικονομία μας, τα αυθαίρετα ακόμα εξαγοράζονται με φόρους και πρόστιμα, οι τράπεζες έχουν το δικαίωμα να δεσμεύουν χρήματα από τον λογαριασμό πολιτών, και για δικές τους υποθέσεις, και για οφειλές προς το κράτος – ούτε καν υποχρεούνται να ενημερώσουν τον καταθέτη, ούτε να έχουν την σύμφωνη γνώμη του, ο ΕΝΦΙΑ παραμένει ως φόρος – ενοίκιο ιδιοκτήτη στο κράτος, τα ΜΑΤ δεν φέρουν ακόμα διακριτικό αριθμό για να εντοπίζονται τυχόν παράνομες πράξεις τους (όπως αυτές στον Μάριο Λώλο και τον Μανώλη Κυπραίο), παραμένει ως φόρος και ο φόρος επί της κινητής τηλεφωνίας, άνθρωποι πεθαίνουν ακόμα στο Κολαστήριο (ατιμώρητα) για ένα χαλασμένο δόντι, φερθήκαμε αισχρά στην Μόρια και στα άλλα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αποδεχθήκαμε τους νεκρούς της, (δεν) γίναμε σοφότεροι στην αναισθησία μας, τους αφήσαμε να παγώσουν απροστάτευτοι, τους εκδικηθήκαμε , «κρατικοποιήσαμε» το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών για χρέη που κανείς δεν έχει ελέγξει πως έγιναν, περάσαμε την δημόσια περιουσία για 99 χρόνια σε μία εταιρία εξυπηρέτησης του χρέους και όχι των πολιτών, η Αμυγδαλέζα δεν έκλεισε (και άνθρωποι ακόμα έκαναν απόπειρες αυτοκτονίας εκεί, εικοσιτέσσερις πνιγμένοι στην Μάνδρα, ακόμη πληρώνουμε για εξοπλισμούς, η Ελληνικός Χρυσός ακόμα σκάβει, χτίζει, κόβει δέντρα, και συνεχίζει το έργο της, οι άνθρωποι διαχωρίζονται ανάλογα με το με ποιο φύλο προτιμούν να ερωτεύονται για το αν θα αναθρέψουν παιδιά, το Μαξίμου παρέμεινε κομματικό όργανο , οι ελεύθεροι επαγγελματίες προπληρώνουν τον φόρο για την επόμενη χρονιά(!), ακόμα η φορολογία στο πετρέλαιο θέρμανσης είναι υψηλή, η υπόθεση Χαϊκάλη παραμένει στο συρτάρι της εισαγγελίας, η Frontex ελέγχει τα σύνορά μας, ο Οδυσσέας, το εθελοντικό σχολείο της Θεσσαλονίκης ακόμα χρωστάει το παράλογο πρόστιμο που του έχει επιβληθεί (και, αν δεν χρωστάει πια, είναι γιατί θα το έχει αποπληρώσει όλο, παρά τις αντίθετες δεσμεύσεις), τα κανάλια δεν τιμωρήθηκαν ουσιαστικά όταν τα έπιασαν να ορίζουν την πραγματικότητα αντί να την περιγράφουν, ούτε και οι δημοσιογράφοι , ο φράκτης στα βόρεια σύνορά μας παραμένει ακόμα εκεί, οι εφοπλιστές (δεν) πληρώνουν όσα οι ίδιοι κανονίζουν ως… «φόρο», οι διευθύνσεις στα Κολαστήρια και στα ΑΤ που αποδεδειγμένα βασάνιζαν κόσμο παραμένουν ατιμώρητες….

….και τόσα πολλά άλλα, που δεν θυμάμαι καν. Μία τετραετία πλήρης, με οφειλές για το μέλλον, με υποσχέσεις που δεν ολοκληρώθηκαν, με όνειρα που δεν έγιναν πράξη.

~

Ας δούμε όμως και το παρόν.

Ζούμε (για εμένα), στο κατώφλι των χειρότερων εκλογών που έχω βιώσει. Ξέρω καλά ότι τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα όταν ο Παπανδρέου και ο Μητσοτάκης ήταν αντίπαλοι, μα τότε τα ζούσα ως έφηβος, πιο αποστασιοποιημένα, πιο ονειρικά: Τώρα, τίποτα ονειρικό δεν έχει μία μιντιακή υστερία να ψηφιστεί ο εκλεκτός της καρδιάς τους, να βάζουν υποψηφιότητα άνθρωποι που ελέγχονται από την δικαιοσύνη – και στο ευρωκοινοβούλιο να εκλέγονται κιόλας, τίποτα αθώο δεν έχει η απόλυτη συντηρητικοποίηση του πολιτικού και κοινωνικού λόγου, η επιστροφή στο παρελθόν του «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια», με δόσεις «Μαδούρων», «ακροαριστερών φίλων της τρομοκρατίας» και «έκφυλων».

Μπορεί, δεν ξέρω, όλο αυτό να έχει ξεκινήσει πιο νωρίς – μπορεί. Μα μετά από δέκα χρόνια απόλυτης εξαθλίωσης, δημοκρατικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το να υπερασπιζόμαστε ακόμα τον διαχωρισμό της ευθύνης της πράξης απέναντι στην ευθύνη της φυλής, το δικαίωμα στην σεξουαλική αυτοδιάθεση, το να μην θεωρούμε όποιον διαφωνεί μαζί μας «εχθρό της πατρίδας» – είναι μία μάχη που δυσκολεύομαι πολύ να βρω τις αντοχές να την δώσω.

Ο πολιτικός χάρτης, μοιάζει μάλλον ζαλισμένος:

Στα δεξιά, ο συντηρητισμός πλέον υψώνει την φωνή του, με όλα τα νέα στελέχη που τον εφοδιάζει: Είτε πρόκειται για alt-right ανερχόμενες προσωπικότητες, όπως ο Μπογδάνος, είτε πρόκειται για καινούργιους προέδρους κομμάτων όπως ο Βελόπουλος, από την νέα βουλή όχι μόνο δεν θα λείψει η συντηρητική ατζέντα, μα θα έχει κυρίαρχο λόγο. Αν βγει κυβέρνηση η Νέα Δημοκρατία, που στα ψηφοδέλτιά της ο συντηρητισμός έχει βροντερή φωνή, τότε να περιμένουμε και αντίστοιχη πολιτική ως κυβέρνηση.

Οι ναζί όχι μόνο -ανεξαρτήτως του εκλογικού ποσοστού που θα πάρουν στις εκλογές που έρχονται- ενσωματώθηκαν πάλι στην καθημερινότητά μας από την κερκόπορτα του Μακεδονικού θέματος αλλά έγιναν και όχημα και για τις δύο πλευρές της υπόθεσης: οι κατά της συμφωνίας χρειάζονταν στρατιώτες, οι υπερ έναν φρικτό εχθρό. Οι πεντακόσιες χιλιάδες ψήφοι που συγκέντρωσε στο παρελθόν, ακόμα και αν δεν πάνε εκεί, θα μοιραστούν στα υπόλοιπα συντηρητικά κόμματα.

Στο λεγόμενο κέντρο, μάχονται ΚΙΝΑΛ και Λεβέντης, αν και η μάχη είναι μάλλον άνιση. Ο Λεβέντης έδειξε ο,τι είχε να δείξει – και φαίνεται πως δεν θα πείσει άλλους ψηφοφόρους. Το ΚΙΝΑΛ (ας το λέμε ΠΑΣΟΚ για να μην κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας) έπαιξε καλά το χαρτί «υπάρχουμε» -κυρίως με την αποπομπή Βενιζέλου- το χαρτί «θα μας χρειαστείτε», καθώς προσβλέπει σε μία μη αυτοδύναμη κυβέρνηση στις 8 του Ιούλη όπου η παρουσία του θα είναι αναγκαία, και τραβάει από τους παλιούς χωρίς απαραίτητα να μπορεί να δημιουργήσει καινούργιους ψηφοφόρους.

Οι αριστερές εναλλακτικές από την άλλη μοιάζουν αδύναμες. Η ΛΑΕ και η Πλεύση δεν έχουν αρθρώσει πειστικό λόγο στους πολλούς, λειτουργούν κυρίως με αρχηγικές δομές, έχουν μεν πλάνο, δεν ξέρω όμως κατά πόσο είναι εφικτό ή/και ξεκάθαρο – και χάνουν τους λιγότερο σκληρούς αριστερούς με την στάση τους σε θέματα όπως πχ στο Μακεδονικό. Το ΜέΡΑ25, the new kid on the town, μοιάζει να κερδίζει με ένα πιο ανοικτό πρόγραμμα, αλλά φαίνεται πως τον διακατέχει η ίδια ασθένεια με τους άλλους, καθώς έχει ιδιαιτέρως προσωποκεντρική δομή, προχειρότητα στις επιλογές προσώπων λόγω της πίεσης του χρόνου, και η οικονομική του πολιτική φαίνεται πως δεν κατάφερε να είναι αρκετά απλή ώστε να την κατανοήσουν πλήρως όλοι.

Το ΚΚΕ …παραμένει το ΚΚΕ, ό,τι και αν συνεπάγεται αυτό. Εξίσου συντηρητικό με το πρόσφατο παρελθόν του -για άλλους καλό αυτό, για άλλους κακό- έχει μία γραμμή, την κρατάει, και μένει να φανεί αν θα το εισπράξει σε επιπλέον ψήφους ή όχι.

Ποτάμι και ΑνΕλ δεν κατεβαίνουν σ’ αυτές τις εκλογές, καθώς η προηγούμενη τετραετία τα πλήγωσε βαθιά δημοσκοπικά, θα έλεγα για τελείως διαφορετικούς λόγους.

Αυτή η πολιτική εικόνα για μένα είναι ιδιαιτέρως απογοητευτική. Υπήρξε μία έντονη μεν, πλήρης δε τετραετία, χρόνος ικανός για να δομηθεί ένας νέος πολιτικός λόγος, μία πολιτική πρόταση που θα μπορούσε να αναλύσει ήρεμα τι έγινε, γιατί έγινε, και να καταθέσει προτάσεις για να μην ξαναγίνει. Να συγκεντρώσει ανθρώπους που έμειναν έξω (κυρίως για πολιτικούς λόγους) από την διαδικασία, να τους πείσει να συμμετάσχουν, να τους δώσει βήμα να μιλήσουν αυτοί που δεν ακούστηκαν ως τώρα – αν υπάρχουν, και όσοι υπάρχουν. Αυτό βέβαια, ως προϋπόθεση, θα είχε και το να μπορούμε και εμείς ως ψηφοφόροι να καταλάβουμε ΤΙ έγινε, ΓΙΑΤΙ έγινε, και κυρίως πως δεν θα ξαναγίνει, και, φυσικά, την ξέρετε την άποψή μου, ήταν άλλη μία χαμένη τετραετία καθώς δεν φαίνεται πως μάθαμε τίποτα.

Η δικαιοσύνη δεν βρίσκεται στις καλύτερες ημέρες της και η δημοκρατία λιώνει από το ίδιο της το οξύ των πολιτικών της.

Και όλα αυτά, κυρίως επειδή ο μεγάλος χαμένος παραμένει η δημοσιογραφία.

Μονοπώλια μιντιακής επικοινωνίας, που συνήθως εξυπηρετούν τους δικούς τους σκοπούς, θάβουν όποια είδηση δεν θέλουν να ακουστεί, αναγάγουν σε πρώτο θέμα όποια είδηση εξυπηρετεί τα πλάνα τους, δημιουργούν ειδήσεις αν χρειαστεί να ενισχύσουν την άποψή τους. Εδώ και πολλά χρόνια, δεν εξυπηρετείται η αλήθεια – και, όσο γίνεται αυτό, ούτε η δικαιοσύνη, ούτε η δημοκρατία έχουν καμία τύχη.

Παρότι αυτό παλιότερα θα έμοιαζε απίθανο, είμαι πεπεισμένος ότι σήμερα η δημοσιογραφία είναι στο χειρότερό της σημείο, και δυστυχώς χωρίς κανένα φανερό σημάδι ανάκαμψης από αυτήν την απογοητευτική θέση. Αντιθέτως.

~

Να δούμε όμως: τι αύριο θέλουμε;

Αντί να μου πουν οι άλλοι τι αύριο μου προτείνουν, οφείλω, μετά από τόσα χρόνια, να το ζητήσω εγώ. Ξέρω τι θέλω, ξέρω και από ποιον μπορώ να το ζητήσω και από ποιον όχι. Ξέρω πως κάπου συμφωνώ με τους άλλους, και κάπου διαφωνώ. Και όπως κάνω σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, το καταθέτω για να είμαι τίμιος και αύριο με όσα ζητάω:

Θέλω όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως κάθε φυσικού ή τεχνητού διαχωρισμού να έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις και τα ίδια δικαιώματα. Θέλω να έχουν το δικαίωμα να σκέπτονται ελεύθερα, να τιμούν τους θεούς τους και να οργανώνουν πολιτικά τα θέλω τους, να αγαπούν όποιον θέλουν και να μην υφίστανται διαχωρισμούς γι’ αυτό. Θέλω να έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις απέναντι στον νόμο, όπως θα έχω και εγώ ως κράτος απέναντι στ’ αυτούς. Θέλω η κυβέρνησή μου να τους παρέχει υγεία, παιδεία, στέγη και φαγητό ως οφείλει, ανεξαρτήτως της οικονομικής και νομικής τους κατάστασης και να μην καταστέλλει τις αντιδράσεις τους όταν τους στερούνται αυτά τα βασικά, ανθρώπινα δικαιώματα.

Θέλω μια οικονομία που να προστατεύει τον αδύναμο, συγκεντρώνοντας από τον πιο ισχυρό, αλλά ταυτόχρονα να επιτρέπει σε όλους να κερδίσουν από τις ιδέες τους. Θέλω να προστατεύει τον εργαζόμενο αλλά ταυτόχρονα να επιτρέπει στον εργοδότη να λειτουργεί με νόμους προκαθορισμένους, που δεν αλλάζουν κάθε χρόνο. Θέλω ίση επιχειρηματική μεταχείριση σε όλους, χωρίς χάρες σε ημέτερους και φίλους. Θέλω βασικές δομές, όπως η υγεία, η παιδεία, η ενέργεια, το νερό να καλύπτουν κρατικά και αξιοπρεπώς τις βασικές ανάγκες όλων με την οικονομική στήριξη όλων των πολιτών.

Θέλω ο πολίτης να μπορεί να διαμαρτύρεται, χωρίς να φοβάται για την σωματική του ακεραιότητα. Θέλω οι ενστάσεις του όχι απλώς να επιτρέπονται, αλλά να προστατεύονται και να δίνεται η δυνατότητα να εκφράζονται όσο πιο ξεκάθαρα και δυνατά γίνεται.

Θέλω η κρατική βία να ελέγχεται πλήρως, και πιο αυστηρά από κάθε άλλη βία, και οι τιμωρία όσων εκμεταλλεύονται την δυνατότητα για να ασκείται κρατική βία, να είναι παραδειγματική. Θέλω οι κρατικές αρχές να είναι υπεύθυνες και υπόλογες για την ασφάλεια και την ισονομία για κάθε πολίτη που έχει στερηθεί για οποιονδήποτε λόγο τα δικαιώματά του.

Θέλω να διαχωριστεί το κράτος από την θρησκεία. Οι πολίτες (να) έχουν δικαίωμα στον/στους θεούς τους, χωρίς αυτό να αποτελεί κρατική υποχρέωση και/ή δέσμευση.

Θέλω οι τραπεζικές δομές να ελέγχονται πλήρως. Θέλω η πρόσβαση στο χρήμα να είναι εφικτή για όλους με τους ίδιους όρους και τους ίδιους κανόνες. Θέλω ξεκάθαρες και διαφανείς διαδικασίες ελέγχου και λειτουργίας.

Θέλω η πολιτική ζωή του τόπου να ελέγχεται πιο δίκαια. Θέλω να υπάρξουν επιτροπές δικαστών, και όχι πολιτικών φίλων που θα καθορίζουν αν μία παράβαση βουλευτή είναι ή δεν είναι πολιτική δίωξη.

Θέλω κάθε άνθρωπος που γεννήθηκε εδώ, να έχει τα ίδια δικαιώματα με όλους εμάς. Να μπορεί να ψηφίζει, να έχει πατρίδα και τους ίδιους κανόνες και δικαιώματα όπως όλοι οι υπόλοιποι από εμάς. Θέλω κάθε άνθρωπος που φτάνει ως εδώ, να αντιμετωπίζεται με σεβασμό. Να έχει εγγυημένο ένα επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης και δικαιωμάτων, να του δίνεται ελευθερία και η ευκαιρία αν θέλει να ταξιδέψει αλλού, ή να διεκδικήσει άσυλο με την ελάχιστη ταλαιπωρία και να το παίρνει όσο πιο εύκολα είναι δυνατόν αν το δικαιούται.

Θέλω κάθε κρατική δαπάνη να είναι διαφανής, δημόσια, δικαιολογημένη και ελεγχόμενη.

Θέλω ο κάθε άνθρωπος να έχει το αυτονόητο δικαίωμα στην αυτοδιαχείριση. Το κράτος να τον προστατεύει όταν το ζητά, αλλά να μην τον τιμωρεί για πρακτικές και τρόπους ζωής όταν κάνουν κακό μόνο στον ίδιο, και όχι στους ανθρώπους γύρω του.

Θέλω σεβασμό στο κοινοβούλιο. Θέλω να μην έρχονται νομοσχέδια από το παράθυρο, να δίνεται αρκετός χρόνος στους πολίτες να μελετήσουν αν θέλουν τους νόμους και η δυνατότητα να εκφέρουν απόψεις, αντιρρήσεις και προτάσεις.

Θέλω να μπορούν να ψηφίζουν όλοι, όπου και αν βρίσκονται στον κόσμο, εφόσον έχουν τα εκλογικά τους δικαιώματα, με τον πιο εύκολο, ξεκάθαρο και ιδιωτικό τρόπο.

Θέλω να μάθω πως φτάσαμε εδώ. Θέλω να ξέρω τις ευθύνες του κράτους, να αποδοθούν και να τιμωρηθεί κάθε παρανομία και αβλεψία στον βαθμό που πρέπει, και να επισημανθεί για να διορθωθεί κάθε αστοχία.

Θέλω το κράτος μου να αποσυνδέσει το κόμμα από την εξουσία. Θέλω οι κυβερνήσεις μου να αντιμετωπίζουν τον πολίτη ως αφεντικό και εντολοδόχο, και όχι ως ψηφοφόρο. Θέλω ένα κράτος που συμπεριφέρεται χωρίς «εμείς και αυτοί».

Αυτά θέλω εγώ. Ο καθένας μπορεί να θέλει κάτι άλλο – κάπου να συμφωνεί κάπου να διαφωνεί • όπως έχω ξαναπεί, μία ψήφο εγώ, μία ψήφο και ο καθένας από τους αναγνώστες μου. Ας διεκδικήσουμε όσα πιστεύουμε ότι μας αξίζουν, και ας σταθούμε τίμιοι στα θέλω μας, ώστε το κόμμα που θα κερδίσει την εξουσία, να το ελέγξουμε ως κόμμα όλων μας, όλων των πολιτών και όχι ως «δικό μας ή δικό τους».

Καλή ψήφο σε όλους μας.

Μετά από αρκετές ημέρες απουσίας (πάνε και τα …μεζεδάκια που ήλπιζα να συνεχίζω) και εν μέσω εσωτερικής διαπραγμάτευσης για την συμφωνία των Πρεσπών και την ψήφο εμπιστοσύνης, κάτι που έχει φύγει πλέον από την επικαιρότητα συνεχίζει να με απασχολεί:

Σε ένα από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης – κράτησης, ένας άνθρωπος από το Καμερούν, έχασε την ζωή του. Χιλιάδες άλλοι περονιάζονται από το κρύο, καθώς δεν υπάρχει θέρμανση ειδικά στις σκηνές, και άλλη μία φωτιά ξέσπασε, σαν αυτήν υποθέτω που στοίχισε την ζωή σε μία γιαγιά και το 6χρονο εγγόνι της Κουρδικής καταγωγής το 2016 καθώς προσπαθούσαν να ζεσταθούν με μία σόμπα.

Από αναθυμιάσεις από μαγκάλι πέθανε ένας άνθρωπος, πακιστανικής καταγωγής, δύο άλλοι κινδυνεύουν – φτωχοί άνθρωποι και αμάθητοι κι αυτοί στην χρήση του όπως και η μητέρα με το παιδί της που πέθαναν το 2012.

Ένας κρατούμενος πέθανε τα Χριστούγεννα (στο πειθαρχείο, και αναφέρεται ότι παρακολουθούσε πρόγραμμα του ΟΚΑΝΑ), ένας ακόμη εχθές δολοφονήθηκε με μαχαίρι στον Κορυδαλλό – ήταν κατηγορούμενος για πολύ σημαντικές δίκες, και ένας ακόμη βρέθηκε κρεμασμένος στο κελί του στα κρατητήρια του Αγίου Νικολάου Κρήτης, μόλις σήμερα.

Για όλους αυτούς, φέρουμε ευθύνη. Ως χώρα, ως πολίτες, ως κυβέρνηση. Η πρώτη και αρχική μας, είναι η αντίδρασή μας για τέτοια φαινόμενα, ώστε να μην ξανασυμβούν.

~

Για κανέναν εξ αυτών, δεν υπήρξε αξιοπρεπής αντίδραση: Ουδείς ένιωσε την ανάγκη να απολογηθεί για το γιατί άνθρωποι στερούνται θέρμανσης λόγω φτώχειας και χάνουν την ζωή τους, γιατί χιλιάδες στερούνται αξιοπρεπούς διαβίωσης στις σκηνές, γιατί κάποιοι πεθαίνουν στην βάρδια των αστυνομικών τμημάτων.

– Για τους νεκρούς των μαγκαλιών, υπάρχει μία κατάφωρη αδικία: Σε τίποτα, σε τίποτα απολύτως δεν διαφέρει ο θάνατος των πακιστανών (υπήρχε και άλλος ένας στην Καρδίτσα, πχ, το 2017), σε τίποτα απολύτως, με τον θάνατο της 13χρονης Σάρας με την μητέρα της. Φτωχοί άνθρωποι, που αναγκάστηκαν να ζεσταθούν με ο,τι είχαν, ακόμα και αν αυτό ήταν επικίνδυνο και θα τους στερούσε και την ίδια την ζωή – όπως και έγινε.

Τότε, έγινε χαμός. Τώρα;

– Για τους νεκρούς μετανάστες μέχρι το 2015, γινόταν χαμός. Τώρα, ένας (ακόμη) άνθρωπος πεθαίνει, χιλιάδες παγώνουν, οι συνθήκες είναι απαράδεκτες, οι καταγγελίες τρομαχτικές που μιλούν μέχρι και για βιασμούς ΑΝΗΛΙΚΩΝ, και το θέμα είναι ως μη-υπάρχον.

Τότε έγινε χαμός. Τώρα;

– Για τους νεκρούς στις φυλακές, έγιναν τόσα, ειπώθηκαν άλλα τόσα. Η αντίδραση έφερε ΤΟΤΕ, ακόμα και επι ΝΔ, καλύτερες συνθήκες, κρεβάτια για όλους, απεντομώσεις. Αντίδραση από ανθρώπους που δεν ψήφιζαν ΝΔ, σε μία κυβέρνηση ΝΔ. Τώρα, άνθρωποι πεθαίνουν από μόλυνση δοντιών, βρίσκονται κρεμασμένοι, άλλοι βασανισμένοι, άλλοι δολοφονούνται ενώ τους περιμένουν σημαντικές δίκες – και υπάρχει απόλυτη σιωπή για τις συνθήκες και τις ευθύνες.

Τότε, έγινε χαμός. Τώρα;

…τώρα;

Αυτή η σιωπή, βαρύνει πρώτα εμάς. Αρνούμαι εκ πεποιθήσεως το «δεν δικαιούστε να ομιλείτε» – γιατί όλοι δικαιούνται να ομιλούν, όταν αυτό που δείχνουν είναι σωστό. Κάθε κατηγορία από όπου και αν έρχεται, αριστερά, κέντρο, ή δεξιά, αν αναφέρεται στον Κορυδαλλό και τα κρατητήρια, αν αναφέρεται στην κόλαση της Μόριας (και στην Σάμο ισχύουν μαθαίνω ίδια και χειρότερα), αν αναφέρεται σε ανθρώπους που χάνουν την ζωή τους το 2019 γιατί πασχίζουν να ζεσταθούν – κάθε καταγγελία αξίζει να ειπωθεί, και αξίζει να προσεχθεί.

Είτε λέγεται μέχρι το 2015, είτε μετά.

Γιατί κάθε νεκρός, λέει – παραδόξως – και μία ιστορία.

Για όσους μιλήσανε, και, κυρίως, για όσους επέλεξαν να μείνουν σιωπηλοί. Για όσους μπορούσαν ΤΩΡΑ να αλλάξουν τα πράγματα, αλλά είναι «οι δικοί μας» επάνω, και δεν τόλμησαν. Για όσους μπορούσαν ΤΩΡΑ να πιέσουν καταστάσεις, και κυβερνήσεις – τις δικές τους κυβερνήσεις, αλλά «μην έρθει ο Κούλης γιατί είναι χειρότερος».

Θα σας ακούσω, και θα ενώσω τις φωνές σας, για κάθε αδικία ακόμα και μετά την όποια αλλαγή κυβέρνησης. Θα δικαιούστε να ομιλείτε όπως και πριν, έτσι και μετά – δεν θα χάσετε το δικαίωμα της καταγγελίας σας στα μάτια μου. Αλλά νιώθω, και να το ξέρετε καλά, πολύ μόνος σε όσα λέω.

Γιατί η άκρα του τάφου σιωπή, δεν μιλάει για τον τάφο των νεκρών. Για την σιωπή των ζωντανών μιλάει.

Συνηθίζεται, στην αλλαγή του χρόνου να κάνουμε απολογισμούς και ευχές. Ευχές και όνειρα για το νέο έτος, με την ελπίδα πως, αυτήν την φορά, θα μπούμε επιτέλους στον κόπο να τα πραγματοποιήσουμε.

Τα όνειρα όμως, δεν θα γίνουν μόνα τους. Το χρήμα δεν θα πέσει από τον ουρανό, η υγεία δεν είναι βέβαιη αν δεν κάνουμε και εμείς αυτό που πρέπει με την σειρά μας, η φιλία και η αγάπη μεταξύ των ανθρώπων είναι αποτέλεσμα αγώνα και αμοιβαίων υποχωρήσεων, όχι απλώς τύχης.

Το 2018, μου έδειξε πόσο γυμνοί είμαστε. Πέρσι σαν τέτοιον καιρό ονειρευτήκαμε ειρήνη, αλλά ο δολοφονηθείς Κατσίφας ηρωποιήθηκε από τα πιο επίσημα δυνατόν χείλη ως σπόρος για άλλους Κατσίφες αργότερα,

Ονειρευτήκαμε ανθρωπιά, αλλά για την Ελένη Τοπαλούδη φυλάξαμε τις χειρότερες κατάρες και κριτικές,

Ονειρευτήκαμε δικαιοσύνη, αλλά αν δεν υπήρχε μία τυχαία κάμερα, ο Κωστόπουλος θα ήταν από τις αστυνομικές πηγές «ναρκομανής κλέφτης που έπεσε επάνω του μία τζαμαρία» και από την κοινωνία μας παρέμεινε «ένας αρρωστημένος πούστης λιγότερος»,

Ονειρευτήκαμε ασφάλεια αλλά μετά τους 100 πλέον νεκρούς από την πυρκαγιά στο Μάτι, οι προσδοκίες για μία ασφαλή ρυμοτομία έγιναν η πολυφορεμένη τόσα χρόνια πολιτική με νομιμοποιήση των υπαρχόντων αυθαιρέτων,

Ονειρευτήκαμε καλύτερη οικονομία, και βρεθήκαμε αυτούς που βρίζαμε λίγα χρόνια πριν να τους θεωρούμε τώρα «σοβαρούς επενδυτές», να ξεχνάμε τα Mall και να κάνουμε τις βόμβες «εξαγώγιμη πολεμική βιομηχανία»,

Ονειρευτήκαμε το τέλος του ρατσισμού, αλλά ο Πετρίτ Ζίφλε δολοφονήθηκε και ο Εμντί Ιμάμ Ουντίλ γλύτωσε το σπασμένο κεφάλι προτάσσοντας το χέρι του για να επιβιώσει του τυφλού μίσους,

Ονειρευτήκαμε μία φιλόξενη, ανθρώπινη γη αλλά δεκάδες πνίγηκαν πάλι στα υδάτινα σύνορά μας, και όσοι γλύτωσαν βιάζονται και κάνουν απόπειρα αυτοκτονίας ψυχολογικά και σωματικά τραυματισμένοι στα φιλόξενα και γεμάτα σκουπίδια και υπερπληθυσμό στρατόπεδα συγκέντρωσής μας,

Ονειρευτήκαμε μία αξιόπιστη δημοσιογραφία αλλά τα μέσα διανύουν τις χειρότερες στιγμές τους, συγκεντρώνονται σε ελάχιστους ισχυρούς ομίλους, επιβιώνουν με σκοτεινά έσοδα και εξυπηρετούν πρωτίστως όποιον πληρώνει αγνοώντας κάθε είδηση που «δεν αρέσει» στους χρηματοδότες τους,

Ονειρευτήκαμε κράτος δικαίου, και ακόμα και τώρα άνθρωποι αυτοκτονούν και δολοφονούνται στα Κολαστήρια – φυλακές μας χωρίς ουδείς να αναλαμβάνει την ευθύνη τους,

Ονειρευτήκαμε ευημερία και κάποιοι συνάνθρωποί μας ακόμα και απόψε είναι τυχεροί αν ζεσταίνονται με σόμπες – καθώς οι περισσότεροι δεν αντέχουν να αγοράσουν τα υπερφορολογημένα καύσιμα θέρμανσης για να την βγάλουν και αυτόν τον κρύο χειμώνα.

~

Τα όνειρά μας παρέμειναν ευχές. Δεν είναι περίεργο, κάθε άλλο – όταν αναλωνόμαστε σε εσωτερικές κόντρες όπου ο ένας βρίζει τον άλλον είναι δύσκολο να δώσουμε το χέρι ο ένας στον άλλον για να βοηθήσουμε μαζί, όλοι μαζί, τα (κοινά) όνειρά μας να γίνουν κάποια στιγμή πραγματικότητα:

Ποδοσφαιροποιούμε την πολιτική, ανάγουμε τους αρχηγούς σε ηγέτες, τους ηγέτες σε βασιλιάδες, σε σύμβολα που δεν αντέχουμε να τα αγγίξει κανείς, παίρνουμε κάθε μομφή προσωπικά και μαχόμαστε αναλόγως, για κάθε κριτική υπάρχει και ένα βολικό «ναι, αλλά ο δικός σου», και αρκούμαστε ικανοποιημένοι σε μικρές ανούσιες νίκες, όταν ο κάθε Εμντί Ιμάμ Ουντίλ πασχίζει να επιβιώσει σε ένα πάρκινγκ απέναντι σε έναν δολοφόνο με ένα λοστάρι που του σημαδεύει το κεφάλι, ο κάθε ανώνυμος φυλακισμένος στα κολαστήρια αναρωτιέται αν θα καταφέρει να εκτίσει την ποινή του, η κάθε Ελένη να μην θεωρείται δεδομένη από κανέναν, ο κάθε πρόσφυγας ή μετανάστης βαστάει άλλη μία μέρα με το παιδί του με την ελπίδα να γλυτώσει από το κρύο της σκηνής, να προλάβει να του μείνει φαγητό να φάει ή να μην τον βιάσουν αύριο.

Μπορούμε έτσι να ονειρευόμαστε όσο θέλουμε, αλλά το 2019 δεν θα μας φέρει τίποτα καλύτερο.

Ο μόνος τρόπος που μπορώ να σκεφτώ εγώ, είναι να διαμαρτυρηθούμε όλοι μαζί σε όσα συμφωνούμε: Όσοι συμφωνούμε ότι η ασφάλεια των φυλακισμένων μας είναι ευθύνη πρωτίστως της κοινωνίας μας, να απαιτήσουμε να τιμωρείται όποιος και να είναι υπεύθυνος όταν διακινδυνεύεται. Όσοι συμφωνούμε ότι τα ρατσιστικά εγκλήματα δεν έχουν στόχο τον άνθρωπο αλλά την φυλή, να τα καταδικάσουμε χωρίς «ναι, μεν αλλά». Όσοι συμφωνούμε ότι το θύμα δεν προκαλεί και δικαιολογεί τον θύτη, να το ξεκαθαρίσουμε ανεξαρτήτως του ποιος είναι ο δράστης. Όσοι συμφωνούμε ότι η δικαιοσύνη οφείλει πρωτίστως να προστατέψει, να απαιτήσουμε να τιμωρηθεί παραδειγματικά κάθε ένας που παραβαίνει αυτήν την βασική αρχή. Όσοι συμφωνούμε ότι κανείς δεν πρέπει να κρυώνει τον χειμώνα, ότι όλοι πρέπει να έχουν στέγη, φαγητό, και υγεία, να το απαιτήσουμε όποιος και να είναι στην εξουσία.

Όσο τρωγόμαστε μεταξύ μας, όσο μαχόμαστε ο ένας τον άλλον με όπλο τις διαφορές μας και όχι τα κοινά μας ιδανικά, η εκάστοτε εξουσία μένει εκτός κριτικής, και ο κόσμος μας δεν έχει κανέναν-απολύτως-λόγο να παλέψει για να γίνει καλύτερος.

Μπορώ να ευχηθώ σε όλους μας ένα καλύτερο 2019 από το 2018 που πέρασε. Αλλά δεν θα έχει κανένα νόημα η ευχή μου, αν δεν κάνουμε -επιτέλους- κάτι όλοι μαζί γι’ αυτό.

Για το θέμα της ονομασίας της F.Y.R.O.M. έχω υπάρξει ιδιαιτέρως διακριτικός – κυρίως επειδή έχω μαύρα μεσάνυχτα.

Μου είναι αδύνατο να αξιολογήσω αν πράγματι, η παρούσα συμφωνία είναι ευνοϊκή για εμάς, αν είναι ευνοϊκή για τους γείτονες, αν στερεί από εμάς βασικά δικαιώματα, αν στερεί από τους γείτονες την αυτοκυριαρχία τους, ή αν τους δίνει πατήματα ώστε στο τέλος οι ακροδεξιότεροι εξ αυτών να διεκδικήσουν κάτι περισσότερο με βάση την τωρινή υπογραφή μας.

Σε γενικές γραμμές, αναγκαστικά, πατάω σε μερικούς προσωπικούς κανόνες ηθικής:

1. Δεν θέλω να αδικήσω κανέναν άλλον για λογαριασμό της πατρίδας μου.

2. Δεν θέλω να αδικήσω την πατρίδα μου για λογαριασμό κάποιου άλλου.

3. Σε κάθε είδους συμφωνία γίνονται εκατέρωθεν υποχωρήσεις, και αυτό είναι και αναμενόμενο και αποδεκτό, αρκεί να μην υπάρχει εξόφθαλμη παραβίαση των δύο πρώτων κανόνων.

Αυτά. Αυτά νομίζω ότι αρκούν, και με βάση αυτά θα πορευτώ για να καταλάβω τι συμβαίνει και αν αυτή η συμφωνία είναι κακή, ή καλή.

Αλλά χρειάζομαι και κάτι ακόμα για να καταλάβω – και αυτό είναι επιχειρήματα.

~

Εδώ, τα πράγματα είναι δύσκολα. Δύσκολα, γιατί υπάρχουν εξαιρετικά ακραίες φωνακλάδικες απόψεις, που εμποδίζουν κάθε άνθρωπο που θέλει να ακούσει και να κατανοήσει τι συμβαίνει.

Να σου δώσω ένα καλό παράδειγμα:

«Η Μακεδονία είναι μία, και Ελληνική».

Κάθε επιχείρημα που ξεκινά με αυτήν την πρόταση, αυτομάτως με δυσκολεύει να την παρακολουθήσω. Και αυτό, γιατί ξεκάθαρα, από όλες τις πλευρές, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου, δεν υπάρχει «μία μόνο Μακεδονία».

Και δεν εννοώ το ασύλληπτο(*) «Μακεδονία την λέει όλος ο πλανήτης», γιατί δεν είναι αυτό το θέμα μου:

Για όλους, ακόμα και για όσους εξ ημών θεωρούν πως οι γείτονές μας καταχρώνται ένα όνομα που δεν τους αξίζει, η χώρα ονομάζεται ΣΗΜΕΡΑ, Fyrom. Ήτοι, Former Yugoslav Republic of Macedonia.

Of Macedonia.

Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.

Το «Μακεδονίας» ΔΕΝ ΤΙΘΕΤΑΙ ΠΡΟΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ. Είναι πρώην Γιουγκοσλάβοι, ναι, με μία Δημοκρατία, και μπράβο τους, αλλά «της Μακεδονίας». Είναι ξεκάθαρο, αρκετά χρόνια τώρα, ότι έχει θεμελιωθεί καθώς και εμείς (και όχι μόνο τώρα οι …»εθνομηδενιστές του Σύριζα») ότι αποτελεί την βάση κάθε συζήτησης: «Αν δεν θέλετε άλλη ονομασία, θα συνεχίζουμε να σας λέμε FYROM».

Όταν λοιπόν στο παράδειγμά μας η συζήτηση ξεκινά με το «Η Μακεδονία είναι μία, και Ελληνική», μπορώ να απαντήσω «όχι, έχουμε όλοι (όλοι, και όσοι διαφωνούν με την πρόταση για την αλλαγή της ονομασίας) αποδεχθεί, εδώ και δεκαετίες, συντεταγμένα και νόμιμα, ότι υπάρχει και άλλο κράτος με το επίσημο όνομα Μακεδονία, άρα αυτό μπορούμε να το ξεπεράσουμε» και, αν δημιουργηθεί οποιαδήποτε σύγχυση εκεί, προφανώς δεν μπορεί να υπάρχει άξια λόγου βάση συζήτησης.

Αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα -προφανώς εκ των πιο σημαντικών- για το πως δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω της όποιες ήρεμες φωνές διαφωνίας (που θα καθόμουν ευχάριστα να ακούσω) από τις κραυγές που δεν εξυπηρετούν πουθενά.

~

Υπάρχει όμως και ένα ακόμα θέμα που με απασχολεί.

Ποιος είναι ο εχθρός εδώ για όσους διαφωνούν με την κυβερνητική πρόταση;

Αυτό με απασχόλησε από την πρώτη στιγμή που (ξανά)ετέθη το θέμα της αλλαγής της ονομασίας. Έχω καταφέρει να ξεχωρίσω τα συμφέροντα Ρωσίας, Τουρκίας και Αμερικής στα Βαλκάνια, τους Ευρωπαίους, τον Σόρρος, τους «εθνομηδενιστές» του Σύριζα, τους Βούλγαρους και τους Αλβανούς που αποσκοπούν για δικούς τους λόγους σε μία αναστάτωση που ελπίζουν ότι θα τους βγει σε καλό. Και η λίστα συνεχίζεται.

Ο μόνος εχθρός που δεν έχει αναφερθεί πουθενά, είναι η ακροδεξιά.

Εγώ είμαι απόλυτα ειλικρινής λέγοντας ότι δεν έχω θέση στο θέμα της ονομασίας, και με χαρά θα ακούσω κάθε ήρεμη, λογική διαφωνία. Αν πειστώ ότι είναι λάθος θα το πω, αν πειστώ ότι δεν είναι πάλι θα το πω.

Μπορώ ακόμα και να δεχθώ (χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία) ότι μεγαλύτερες δυνάμεις (θα αρκεστώ σε Αμερικανούς, Ρώσους, Τούρκους κλπ) παίζουν τον ρόλο τους για να γείρει η απόφαση προς το δικό τους συμφέρον. Δεν είναι ούτε πρωτότυπο, ούτε απίθανο – αν και δεν θα με «έσπρωχνε» απαραιτήτως να διαφωνήσω με την πρόταση, καθώς δεν ετεροπροσδιορίζω την γνώμη μου.

Όμως, μαζί με την αντιπολίτευση που αντιδρά στην επερχόμενη συμφωνία, λόγος και χρόνος διαφωνίας έχει δοθεί και στην ακροδεξιά. Το γεγονός ότι συμπορεύονται σ’ αυτό το θέμα δεν με απασχολεί ιδιαιτέρως (όπως είπαμε, δεν ετεροκαθορίζω την γνώμη μου), αλλά το γεγονός ότι δυσκολεύονται να αντιληφθούν ότι ο μεγαλύτερος εχθρός εδώ είναι εσωτερικός, με προβληματίζει:

Αυτή η εικόνα όμως, θα έπρεπε να τύχει καθολικής καταδίκης:

Και είναι ιδιαιτέρως εύκολο να καταδικαστεί από την πλευρά που θέλει την συμφωνία, καθώς αποτελεί (δυστυχώς) ένα εξαιρετικό εργαλείο για όσους θέλουν να πείσουν αυτούς που δεν χρειάζεται να στύψουν ιδιαιτέρως το μυαλό τους – αλλά αποδεικνύεται ολοένα και δυσκολότερο να καταδικαστεί απερίφραστα από όσους συμπορεύονται με την γενικότερη αρχή της διαφωνίας για την προτεινόμενη ονομασία.

Ο βασικότερος εχθρός όσων διαφωνούν τίμια και με αξιοπρεπή επιχειρήματα, δεν είναι ο Σόρρος, ο Σύριζα και οι εθνομηδενιστές:

Ο βασικότερος εχθρός είναι οι κραυγές, τα σηκωμένα χέρια, η «μία και μοναδική Ελληνική Μακεδονία», η ακροδεξιά.

Και το βασικότερο πρόβλημα για όσους έχουν τίμια επιχειρήματα κατά της συμφωνίας είναι πως, είτε την χάσουν την μάχη της διαφωνίας, είτε την κερδίσουν, θα είμαστε όλοι χαμένοι.

Μόλις πριν λίγες ημέρες δεν τα λέγαμε με το άρθρο «Ο χρυσός είναι σιωπή» για την ευθύνη του κράτους όχι να καταγγέλλει, αλλά να νομοθετεί και να διορθώνει τα στραβά; Μόλις πριν λίγες ημέρες δεν τα λέγαμε για την κυβέρνηση που μοιάζει να στεναχωριέται λιγότερο που «ξεπουλούσε ο κόσμος την περιουσία του» και περισσότερο που δεν …εισέπραξε τους αναλογούντες φόρους γι’ αυτό;

Διαβάζω από την Αυγή της 7/12/2018:

«Χάρη» για 40 χρόνια παίρνουν τα αυθαίρετα στα δάση και τις δασικές εκτάσεις εφόσον έχουν χτιστεί προ της ισχύος του συντάγματος του 1975, με εξαίρεση από την κατεδάφιση και των αυθαιρέτων που έχουν χτιστεί έως τον Ιούλιο του 2011 (η κόκκινη γραμμή που ισχύει και για την τακτοποίηση των υπόλοιπων αυθαιρέτων) για 25 χρόνια.

Για τη διατήρηση θα καταβληθεί ειδικό πρόστιμο σε 100 δόσεις για τις παραβάσεις της δασικής και της πολεοδομικής νομοθεσίας, το οποίο θα κατευθυνθεί σε ενέργειες για την αποκατάσταση του δασικού οικοσυστήματος αντ’ αυτού που έχει καταστραφεί (δασικό ισοζύγιο).

Βέβαια, για τα καμμένα πχ στο Μάτι, για τους τόσους καμμένους, έφταιγε η άναρχη δόμηση. Για τις πλημμύρες, για τους τόσους πνιγμένους στην Μάνδρα, έφταιγαν τα αυθαίρετα που μπλοκάριζαν την φυσική ροή του ποταμού.

Και η κυβέρνηση, πιστή στο δόγμα των προηγούμενων κυβερνήσεων, αντί κατεδαφίσεων δίνει χάρη για 25 και 40 χρόνια νέων και παλιών αυθαιρέτων, με αντάλλαγμα ειδικού προστίμου – σε εκατό δόσεις μάλιστα, γιατί είναι και …γαλαντόμα.

Έτσι, οι ιδιοκτήτες εξαγοράζουν για ακόμα 40 χρόνια παρανομία, η κυβέρνηση μαζεύει πάλι μερικές ψήφους απ αυτούς που γλυτώνουν το σπίτι τους, το κράτος εισπράττει ζεστό χρηματάκι και φόρους – και αν ξανακαεί κανείς, ή πνιγεί πάλι κανείς, ρίχνουμε πάλι στην βουλή ένα ανάθεμα στα σπίτια τα αυθαίρετα όπως ρίξαμε για τους τοκογλύφους, και καθαρίσαμε.

Μωρέ οι κυβερνήσεις καλά κάνουν την δουλειά τους.

Εμείς δεν την κάνουμε σωστά την δική μας.

Μου φαίνεται κάθε φορά λίγο περίεργο που μιλάμε για «επέτειο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου». Όχι γιατί δεν αξίζει μία τέτοια ημέρα, κάθε άλλο, αλλά γιατί νομίζω ότι χάνεται το βασικό νόημά της:

Δεν είναι ημέρα επετείου, θεωρώ: είναι μέρα ευθύνης.

Και αν το ξεχάσουμε, ξεχνάμε και το βασικό μας καθήκον: ο σκοπός μας δεν είναι (μόνο) να θυμόμαστε. Ο σκοπός (θα πρέπει να) είναι να θυμόμαστε πως φτάσαμε εκεί, και πως οφείλουμε να κάνουμε ο,τι μπορούμε για να αλλάξουμε τα πράγματα.

~

Οι ευθύνες του κράτους αναπτύχθηκαν (μέσα από την διαμαρτυρία, τις αντιδράσεις) αρκετά εκείνες τις ημέρες: Ανάμεσα στους ανθρώπους που δικαιούνται να φέρουν όπλο υπήρχαν ανεκπαίδευτοι, ψυχολογικά απροετοίμαστοι, ανίκανοι να διαχειριστούν τέτοια ευθύνη.

Σταμάτησαν να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι; Σταμάτησαν να οπλοφορούν;

Και πριν από αυτό το γεγονός αλλά και μετά, σε αναρίθμητες υποθέσεις αστυνομικής βίας ειδικά κατά την κορύφωση της μνημονιακής περιόδου, η αστυνομία συνέχισε όχι μόνο να παραβαίνει τους βασικούς κανόνες εμπλοκής κάτω από τους οποίους οφείλει να κινείται, αλλά και (μέσω των πηγών της) να ψεύδεται ασύστολα για τέτοια περιστατικά προσπαθώντας να δημιουργήσει ένα κλίμα και μία εικόνα που αποκλειστικά και μόνο κάμερες περαστικών και δημοσιογράφων μπορούσαν να διορθώσουν και να επαναφέρουν στην πραγματικότητα.

Χωρίς αυτές τις ανεξάρτητες πηγές ενημέρωσης, ο Αυγουστίνος Δημητρίου «χτύπησε σε μία ζαντρινιέρα», ο Μάριος Ζ είχε «τσάντα με μολότοφ», οι αστυνομικοί φτάνουν «αμέσως μετά» από το χτύπημα στο αυτοδιαχειριζόμενο στέκι «Συνεργείο», οι πιτσιρικάδες στα Εξάρχεια «πέταξαν μολότοφ» στους Κορκονέα Σαραλιώτη και αυτοί «αμύνθηκαν για την ζωή τους», οι αστυνομικοί φτάνουν «αμέσως μετά» το μαχαίρωμα του Παύλου Φύσσα, ο Ζακ Κωστόπουλος «μπήκε να κλέψει υπό την επήρεια ναρκωτικών και έπεσε στην τζαμαρία και σκοτώθηκε».

Ακόμα και με όλα τα στοιχεία από τις κάμερες στην διάθεσή μας, η εικόνα επιδέχεται «αλλαγών» – όπως για παράδειγμα έγινε ακριβώς στην υπόθεση Γρηγορόπουλου όπου ο τηλεοπτικός σταθμός Mega «έντυσε» το βίντεο με ήχους εκρήξεων αρχείου – και το σέρβιρε στο τηλεοπτικό του κοινό ως ενημέρωση.

Παρά την απίστευτης έντασης διαμαρτυρία εκείνης της εποχής, δεν νιώθω ότι έχουμε αλλάξει κάτι από τότε: ακόμα και τώρα, σήμερα, ο Κωστόπουλος περιγράφεται ως βίαιος, χωρίς να λαμβάνεται υπόψιν η αναίτια, ωμή βία που δέχθηκε αρχικά και που πιστεύω ότι τον ανάγκασε να αμυνθεί, ούτε η βία που ασκήθηκε μετά από αστυνομία και πιθανότατα και από ιατρικές δυνάμεις:

«Αυτή είναι η πρακτική και σε όποιον αρέσει» δήλωνε ο Πρόεδρος των αστυνομικών για τις βάρβαρες ενέργειες των αστυνομικών στον Κωστόπουλο που πιθανότατα του κόστισαν την ζωή του – και παραμένει ακόμα εκπρόσωπος και πρόεδρός τους.

Αντίστοιχα, οι νεκροί της Μόριας και του Κολαστηρίου πχ παραμένουν ανώνυμοι και αδιερεύνητοι, η αστυνομία διώχνει (υποκριτικά, για μένα) τον αστυνομικό που πιάνεται να φωνάζει «κωλόγρια» – αλλά δεν δείχνουν κανένα αποτέλεσμα σε επίσημες καταγγελίες για βιασμούς ακόμα και παιδιών ή για βασανισμούς και επαναπροωθήσεις στα σύνορα.

Το σύστημα, και με προηγούμενες κυβερνήσεις, και με την κυβέρνηση Τσίπρα (που είχε σαν σημαία της το καθολικό αίτημα για αναδιοργάνωση και έλεγχο των αστυνομικών αρχών) συνεχίζει ακάθεκτο την ανήθικη δουλειά του.

~

Ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος είναι νεκρός. Αυτό δεν είναι μία ευχάριστη υπενθύμιση – αλλά μία αναγκαία υπενθύμιση. Δεν θυσιάστηκε για να μας κάνει να ενδιαφερθούμε – βρέθηκε ατυχώς στην πορεία μίας σφαίρας ενός δολοφόνου που καταχράστηκε την εξουσία του, και αυτός ο δολοφόνος άσκησε αυτήν την εξουσία γιατί εμείς, ούτε πριν αλλά πολύ περισσότερο ούτε και μετά, δεν απαιτήσαμε αρκετά έντονα να κριθεί πριν την χρησιμοποιήσει, και να τιμωρηθεί δίκαια μετά.

Στον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο δεν οφείλουμε τιμές και επετείους.

Οφείλουμε μία δικαιοσύνη, που, από τα στενά των Εξαρχείων και τα κρατητήρια των Αστυνομικών τμημάτων και τα «νοσοκομεία» του Κορυδαλλού μέχρι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στα νησιά ανεχόμαστε (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) αμίλητοι κάποιοι να καταχρώνται την εξουσία τους.

Οφείλουμε να αλλάξουμε, με επιχειρήματα και πυγμή, αυτήν την απαράδεκτη εικόνα που έχει το κράτος, πιέζοντας καθημερινά, με όποιον τρόπο μπορεί ο καθένας την εκάστοτε κυβέρνηση να ελέγξει και να τιμωρήσει αυτούς που καταχρώνται την εξουσία που τους δίνουμε εμείς.

Οφείλουμε, όχι στο όνομα του κάθε Καλτεζά, της κάθε Γκουλιώνη, του κάθε Γρηγορόπουλου, του κάθε Κωστόπουλου – αλλά στην δική μας αξιοπρέπεια κυρίως να μην χρειαζόμαστε τον επόμενο Μιχάλη, την επόμενη Κατερίνα, τον επόμενο ανώνυμο νεκρό του Κολαστηρίου ή της Μόριας, τον επόμενο Αλέξη ή τον επόμενο Ζακ για να αντιδράσουμε.

Αυτές οι μέρες δεν είναι του Αλέξη.

Αυτές οι μέρες είναι η υπενθύμιση ότι εμείς έχουμε ιστορική ευθύνη που υπάρχει ένας Αλέξης να θυμόμαστε.

Αυτές οι μέρες είναι και η υπενθύμιση της δικής μας, διαχρονικής και αποκλειστικής ευθύνης μας να μην υπάρξει ποτέ πια άλλος Αλέξης.

Update: Εδώ ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο από το Vice για τις φορές που η αστυνομία υπερβαίνει, συνήθως ατιμώρητα, τον ρόλο της:

«Αναφέρομαι σε ένα δίκτυο ενεχυροδανειστηρίων σε όλη την Ελλάδα, το γνωστό δίκτυο “Ριχάρδος”, που είχε ξεζουμίσει, τα πρώτα χρόνια της κρίσης κυρίως, δεκάδες χιλιάδες θα έλεγε κανείς συμπολίτες μας που είδανε, εν μία νυκτί, τα εισοδήματά τους να καταρρακώνονται, να μένουν άνεργοι, να βρίσκονται στην ανέχεια, στην απελπισία, και να προσπαθήσουνε, μέσα στην απελπισία τους προσπαθήσανε πολλοί εξ αυτών να βρουν τη δυνατότητα έστω ενός πρόσκαιρου βοηθήματος, όχι εισοδήματος, βοηθήματος, ξεπουλώντας τα τιμαλφή τους σε τιμή ευκαιρίας»

Αυτό δήλωσε ο Τσίπρας για την «υπόθεση Ριχάρδου» μέσα στην Βουλή. Τρία χρόνια κυβέρνηση, το ότι καταγγέλλεται από τον πρωθυπουργό πως οι ενεχυροδανειστές έχουν ξεζουμίσει απελπισμένους πολίτες από τον πρωθυπουργό, στ’ αλήθεια με ξεπερνάει.

Δεν είναι δηλαδή ότι δεν ξέρει ότι είναι λάθος – ξέρει, και το καταγγέλλει και στην βουλή.

Θα έλεγε κανείς (λαϊκιστής, ίσως) πως, ως κυβέρνηση θα μπορούσε να γίνει κάτι γι’ αυτό, πχ να υπάρχει ένας έλεγχος, μία οριοθετημένη λειτουργία ώστε να μην ξεζουμίζονται οι άνθρωποι, πχ. Θα ήταν ασφαλώς καλύτερο από το να χρησιμοποιείται η πράξη τους ως ..καταγγελτικό πολιτικό εργαλείο, ιδιαίτερα από τους ανθρώπους που έχουν την σχεδόν απεριόριστη εξουσία να το διορθώσουν. Γιατί, επί τρία χρόνια τουλάχιστον, αυτά τα ενεχυροδανειστήρια λειτουργούν, είναι νόμιμα, διαφημίζονται – και μάλιστα πασχίζω να βρω τα δημοσιεύματα που μιλούν για ανύπαρκτες συνθήκες κρατικού ελέγχου όταν πρωτοάνθισε η λειτουργία τους, στις αρχές της κρίσης – με ο,τι αυτό συνεπάγεται.

Το αμέσως χειρότερο βέβαια, είναι πως το μόνο παράνομο (ή ανήθικο, η διαδικασία την ώρα που το γράφω είναι εν εξελίξει με πολλές ανατροπές) σ’ αυτήν την ιστορία, είναι αν …πήραμε τους φόρους από το ξεπούλημα ξεζουμισμένων απελπισμένων καταρρακωμένων οικονομικά ανθρώπων.

…και δεν ξέρω τι είναι πολιτικά ευτελέστερο, να καταγγέλλεις ότι κάποιοι κλέβουν τους συνανθρώπους μας ενώ έχεις την εξουσία να το αλλάξεις, ή να βρίσκεις ότι το μόνο παράνομο σ’ αυτήν την διαδικασία είναι ότι δεν επωφελήθηκες τελικά κι εσύ ως κράτος από αυτό…

Το Δημόσιο που ακόμα και τώρα ΑΡΝΕΙΤΑΙ να καταλάβει.

Αν όντως αυτό το χαρτί ισχύει, και δεν αλλάξει σε 10 λεπτά, είναι τα δικαιολογητικά που χρειάζονται για όποιον είχε σπίτι στα καμμένα, και χρειάζεται το επίδομα για να σταθεί στα πόδια του.

Δέχομαι απολύτως την προσπάθεια να μην «χαριστούν» επιδόματα αδικαιολόγητα όπως (πιθανώς) έγινε στο παρελθόν, και σέβομαι την προσπάθεια τα λεφτά να πάνε εκεί που πρέπει, και μόνο εκεί.

ΟΜΩΣ.

Από τα δέκα δικαιολογητικά, τα 7 τα ΕΧΕΙ ΗΔΗ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ. Ήδη. Τα έχει. Δικά του είναι. Τα φυλάει, στα συρτάρια του. Τα πρωτότυπα.

Το μόνο που θα χρειαζόταν θα ήταν μία ομάδα δημοσίων υπαλλήλων να αναλάβει, για κάθε έναν που εμφανίζεται με την ταυτότητά του εκεί (ακόμα και αυτό δεν χρειάζεται, θα μπορούσε να γίνει ΑΥΤΟΜΑΤΑ για όσους έμειναν εκεί, ή έστω αυτόματα για όσους οι ομάδες έρευνας και ελέγχου έχουν πιστοποιήσει την διεύθυνση και την κατάσταση του καμένου σπιτιού) να αναλάβει να συγκεντρώσει τα έγγραφα και τα δικαιολογητικά για λογαριασμό των δικαιούχων.

Μόνο του, το δημόσιο. Αυτόματα.

Το φαντάζεστε;

Να έρθει ένα SMS και να πει:

«Για εσάς που μένατε σ’ αυτήν την διεύθυνση, λυπούμαστε πολυ για την ζημιά σας, έχει κατατεθεί αυτόματα το ποσό του βοηθήματος στον λογαριασμό σας».

Είναι αδύνατο; Όχι, δεν είναι. Πως το ξέρω;

ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΤΑ ΕΧΕΙ ΗΔΗ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ!

Το μόνο που ζητείται από τον αιτούντα είναι να πάει ΜΟΝΟΣ του να τα ζητήσει.

Δεν λέω να γίνεται κάθε φορά (ασφαλώς και το λέω, αλλά τέλος πάντων) αλλά ειδικά τώρα, που αυτοί οι άνθρωποι έχουν ΑΛΛΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ, μια επείγουσα, πρωτότυπη, ουσιαστική βοήθεια θα ήταν καλοδεχούμενη.

Γιατί μέχρι να πηγαίνεις στο δημόσιο και να τσεκάρουν με δακτυλικά αποτυπώματα ή με τον οφθαλμό σου ότι είσαι όντως εσύ που τα αιτήσε όλα αυτά, όταν ήδη δεν έχεις ταυτότητα, το μόνο που ζητείται είναι να …τρέξεις αυτοπροσώπως από διεύθυνση σε διεύθυνση, από κτήριο σε κτήριο, και από όροφο σε όροφο.

Για καψόνι. Για κανέναν άλλον λόγο.

Μπορούμε, για μία φορά, για αλλαγή, για έκπληξη ρε αδελφέ, μπορούμε να δούμε τα πράγματα ΛΙΓΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ;

(Δεν ξέρω πολλά από δημόσιο, αν κάπου έχω λάθος, τα σχόλια ανοικτά, με διορθώνετε)

Ανεξαρτήτως ποιο κόμμα είναι στην κυβέρνηση, η κυβέρνηση είναι όλων μας. Και αυτών που την ψήφισαν, και αυτών που δεν την ψήφισαν, και αυτών που δεν ψήφισαν καν. Αυτό το λέω χρόνια, γιατί υπάρχει δυστυχώς παραμένει επίκαιρο – αν και θα έπρεπε να είναι σαφές.

Ανεξαρτήτως ομως και ποιος είναι στην κυβέρνηση, η κυβέρνηση σε μία τραγωδία οφείλει να είναι όλων μας, επίσης: Να, πχ, τώρα, οφείλει να είναι και των ιδιοκτητών που κάηκαν τα σπίτια τους, και των συγγενών ή φίλων των νεκρών, και αυτών που γλύτωσαν στο τσακ στις παρακείμενες περιοχές, και όσων είδαν το δράμα από την τηλεόραση.

Επίσης αυτονόητο, επίσης δεν είναι.

Τρεις φορές, από (τουλάχιστον) τρία κορυφαία χείλη άκουσα ότι θα δοθεί προτεραιότητα να γκρεμιστούν τα αυθαίρετα στις πληγείσες (και όχι μόνο, αλλά δεν ήταν σαφές) περιοχές. Τέσσερις ημέρες μετά την τρομερή καταστροφή. Τέσσερις ημέρες μετά.

Κατ’ αρχάς, για να είμαστε ok και να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, δεν έχω αυθαίρετο στο Μάτι. Και να είχα όμως, τα ίδια θα έλεγα.

Ας δούμε λοιπόν τι πετυχαίνει κανείς μ’ αυτήν την δήλωση: Ας πούμε, επειδή υπάρχει όντως θέμα αυθαιρεσίας, κάποιοι θα πουν σ’ αυτούς που κάηκαν τα σπίτια τους «καλά να πάθετε». Και επειδή δεν υπάρχει μέτρο, δεν θα πουν μόνο σ’ αυτούς που έχουν αυθαίρετο, θα πουν σε όλους εκεί «καλά να πάθετε». Είναι χρήσιμο αυτήν την στιγμή; Σε κανέναν. Είναι άχρηστη η πληροφορία. Γιατί; Γιατί τα αυθαίρετα δεν εξάπλωσαν την φωτιά. Το κτίσμα δεν την εξαπλώνει όταν παίρνει την θέση του δάσους (εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις, φιάλες υγραερίων κλπ), ίσως μάλιστα και να την σταματά – αν είναι αντιπυρικά χτισμένο. Το αυθαίρετο ή μη, θυμίζει λίγο μεταναστευτικό – έχει να κάνει με το αν έχεις χαρτιά, ή αν δεν έχεις χαρτιά – αλλιώς είναι ΤΟ ΙΔΙΟ ΚΤΙΣΜΑ, από ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, και έχει ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ σε μία πυρκαγιά. Η κύρια διαφορά, είναι τα ΛΕΦΤΑ. Τα λεφτά, που, εκατοντάδες χρόνια τώρα, οι κυβερνήσεις παίρνουν, για να ορίσουν ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΤΙΣΜΑΤΑ από αυθαίρετα, σε νόμιμα. Διαρκές έγκλημα που έκαναν και οι προηγούμενες, αλλά και η παρούσα που κρύβεται πίσω από τα αυθαίρετα.

Επίσης, το να έχει κανείς αυθαίρετο – δεν του στερεί την ζωή. Δεν μπορεί να κάνεις επιλογή «δεν έχεις αυθαίρετο, στην σβήνω την φωτιά» πχ, «έχεις, σβήσε την μόνος σου». Ένας επιπλέον λόγος (πλην της κοινής λογικής) είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί ΠΛΗΡΩΝΟΥΝ, κανονικά (εξ όσων γνωρίζω, όπως προείπα δεν έχω σπίτι τέτοιο) φόρους – όπως ΕΝΦΙΑ. Γιατί να πληρώνουν ΕΝΦΙΑ για ένα σπίτι που, όταν καεί, του λένε «δεν έπρεπε να το έχεις»; Τι άλλο δηλαδή καλύπτει ο φόρος τους; Το ..δικαίωμα να να τους καεί το σπίτι;

Τέλος, τα αυφαίρετα σπίτια, δεν είναι πρόβλημα που παρέλαβε η κυβέρνηση τον Ιούλιο του 2018. Αντιθέτως, όπως είδαμε, με αντίτιμο 30 αργύρια, προσπάθησε τα ΙΔΙΑ σπίτια (όπως ήταν, αντιπυρικά, επικίνδυνα, λάθος χτισμένα, με δρόμο, χωρίς, με πεζοδρόμιο, χωρίς, με δέντρα μέσα στις αυλές γιατί δεν επιτρεπόταν το κόψιμο τους – γιατί ήταν δάσος, duh) να τα νομιμοποιήσει. Αν ήταν πραγματικά θυμωμένη η κυβέρνηση με τα αυθαίρετα, θα έπρεπε, 2015 να ξεκινήσει τον έλεγχό τους:

Και όταν λέω έλεγχος, δεν εννοώ ούτε γκρέμισμα, ούτε …νομιμοποίηση μετά ποσού: λέω έ-λεγ-χος ώστε να παραμένουν αντιπυρικά, να έχουν δρόμους (και πεζοδρόμια) αρκετά για δύο, τρεις λωρίδες αυτοκινήτων, ή ο,τι άλλη διαδικασία θα έκανε την παρουσία τους εκεί ασφαλή κατά τους ειδικούς. Εγώ δεν είμαι ειδικός, αυτοί ξέρουν: Οτιδήποτε δεν θα έδινε δικαιολογία σε μία κυβέρνηση να φταίει κάποιος άλλος σε μία καταστροφή.

Και, αν χρειαζόταν γκρέμισμα, γκρέμισμα. Ούτε λόγος.

Πέραν αυτών, που όπως είπαμε είναι η κοινή λογική σε μία εντελώς παράταιρη και άστοχη χρονικά διαδικασία ανόητης απόδοσης ευθυνών υπάρχει και μία σημαντική παράμετρος:

Δεν εμπόδισαν τα αυθαίρετα να μην επικοινωνηθεί η ζημιά.

Βλέπεις, η γνώμη μου είναι ότι καταστροφές συμβαίνουν. Άλλες φορές, μπορούσαμε να τις αποφύγουμε, πχ αν δεν χτίζαμε στα ρέματα. Άλλες φορές δεν μπορούσαμε – ίσως αυτή ήταν μία από αυτές. Πολύ δυνατός άνεμος, λάθος φορά, μία φωτιά κάπου, ελάχιστος χρόνος και αδυναμία πυρόσβεσης.

Όλα αυτά όμως, είτε με αυθαίρετα είτε χωρίς, είτε με αέρα είτε χωρίς, είτε με προβλήματα είτε χωρίς, είτε με μνημόνια είτε χωρίς, δεν θα έπρεπε να εμποδίσουν έναν κρατικό, μηχανισμό να ενεργοποιηθεί και να επικοινωνήσει το πρόβλημα: «Υπάρχει φωτιά εκεί, κατευθύνεται προς τα εκεί, διόδους διαφυγής θα βρείτε εκεί, θα σας περιμένουν αστυνομικοί να σας δείξουν τον δρόμο»

Δεν λέω ότι είναι απλό, ή είναι δύσκολο: λέω ότι είναι ευθύνη, κάθε ελαχίστως οργανωμένης κοινωνίας να παρέχει στους πολίτες της την πληροφορία που χρειάζονται για να σωθούν σε μία επικείμενη καταστροφή: Έναν σεισμό, μία πλημμύρα, μία πυρκαγιά. Με SMS, με μία ντουντούκα, με ραδιόφωνο, με τηλεόραση, με internet – με οτιδήποτε χρειαστεί, ώστε να φτάσει το μήνυμα σε όλους.

Και τούτη η χώρα, και σεισμούς έχει, και πλημμύρες έχει, και φωτιές έχει. Δεν τις λείπουν λόγοι να έχει σχέδιο ενημέρωσης.

Όταν λοιπόν η κυβέρνηση δεν αντιλαμβάνεται ότι είχε ευθύνη πρωτίστως εκείνη την στιγμή, απέναντι σε ανθρώπους, απέναντι στους τουλάχιστον 87 νεκρούς, στους δεκάδες αγνοούμενους, και στους ασθενείς που ακόμα δίνουν μάχη για την ζωή τους στα νοσοκομεία να τους βοηθήσει σε μία δύσκολη στιγμή που βρέθηκαν – αλλά η πρώτη διόρθωση που προαναγγέλλει είναι απέναντι σε κτήρια, το πρόβλημα δεν θα διορθωθεί ποτέ.

Και το ζητούμενο, από οποιαδήποτε κυβέρνηση, φτιαγμένη από οποιοδήποτε κόμμα εξουσίας, είναι να διορθώσει τα προβλήματα. Είτε τα προκαλεί η ίδια, είτε τα παρέλαβε από το αμαρτωλό παρελθόν η ευθύνη της είναι να τα διορθώσει.

Αλλιώς, είναι επιζήμια. Και αν αυτό δεν το καταλαβαίνει (θα έπρεπε να) αποτελεί πρόβλημα.

Υ.Γ.: Άκουσα για πολιτικές ευθύνες. Πολιτικές ευθύνες χωρίς παραίτηση, δεν νοούνται. Αν πιστεύουν ότι σωστά έπραξαν, ότι ήταν αδύνατο να εμποδίσουν έστω και έναν θάνατο από αυτούς, ιδού πεδίο δόξης λαμπρόν: εκλογές, να αντιπαραθέσουν όλοι τα επιχειρήματά τους, και ας κρίνει ο πολίτης αν έγιναν σωστά. Όλα τα άλλα, είναι καθρεφτάκια. Και δεν χρειαζόμαστε άλλες «ξύπνιες» κυβερνήσεις που να μας βλέπουν ως ιθαγενείς σε μία ζούγκλα. Ας απολαύσουμε, έστω και μία φορά, να μας μιλήσουν με σεβασμό και αξιοπρέπεια.

Υ.Γ.: Με νεκρούς, το έχω ξαναπεί και στο παρελθόν, θα έπρεπε να ασχοληθεί η εισαγγελία. Και αν υπάρχουν ευθύνες, που πιστεύω ότι υπάρχουν, να είναι και ποινικές. Σε οποιαδήποτε κυβέρνηση, με οποιοδήποτε κόμμα, για οποιοδήποτε πρόσωπο.

Υ.Γ.: Είχα συζήτηση (εκτός δικτύου) με φίλους στους οποίους παρέθεσα τις απόψεις μου. Μου είπαν για κτισμένα και καταπατηθέντα που είναι επικίνδυνα, που κλείνουν διαδρομές εξόδου, διαδρομές προς την θάλασσα ή την παραλία – όχι μόνο για περιπτώσεις κινδύνου, όπως τώρα, αλλά και για όλες τις υπόλοιπες ημέρες, που μιλάμε για την απλή, καθημερινή, ψυχαγωγία του κόσμου. Ξαναδιάβασα μετά το κείμενό μου, και σε περίπτωση που δεν είμαι σαφής στην τοποθέτησή μου, επισημαίνω: «Και, αν χρειαζόταν γκρέμισμα, γκρέμισμα. Ούτε λόγος.» Ελπίζω να παραμένω σαφής.

«Ουδείς δύναται να παρεμβαίνει στα εσωτερικά της Ελλάδας» διαμηνύει ο Υπουργός Εξωτερικών Κοτζιάς.

Το πιο τρανταχτό παράδειγμα ότι «ουδείς δύναται», το θυμάμαι ελάχιστα χρόνια πιο πριν, από το στόμα πρώην υπουργού.

Υ.Γ.: Γούστο έχει να μας πουν ότι σήμερα δεν ισχύει κάτι τέτοιο, να γίνει ακόμα πιο τραγελαφικό όλο αυτό…

Θα σου πω κάτι, όπως το καταλαβαίνω, αλλά πρόσεξέ με γιατί (καταπωσφαίνεται, εγώ δεν το περίμενα) μοιάζει να γίνεται όλο και πιο δυσνόητο:

Η Δημοκρατία για να λειτουργήσει, χρειάζεται συμμετέχοντες.

Απίστευτο; Και όμως, αυτή είναι η βασική πηγή της. Σε μία χώρα εκατό κατοίκων, πχ, αν αποφασίζουν οι δύο, έχουμε έλλειψη δημοκρατίας, όχι περίσσευμα.

Τώρα, για να μην συμμετέχουν οι υπόλοιποι, δύο βασικοί λόγοι υπάρχουν:

Ένα, δεν συμμετέχουν ενώ έχουν το δικαίωμα να το κάνουν.

Δύο, δεν τους επιτρέπεται η συμμετοχή, παρότι οι ίδιοι το θέλουν.

Για το πρώτο, απαιτούνται ενέργειες από την πολιτεία. Ίσως οι συνθήκες συμμετοχής είναι δύσκολες; Πρέπει να διευκολυνθεί η συμμετοχή. Μήπως οι διαδικασίες είναι δυσνόητες; Πρέπει να απλοποιηθούν. Μήπως ο άλλος βαριέται; Πρέπει να δημιουργηθούν σωστά κίνητρα.

Σε κάθε περίπτωση, είναι δουλειά του κράτους να «σπρώξει» όσους περισσότερους μπορεί να συμμετάσχουν.

Για το δεύτερο, είναι δουλειά των πολιτών να πιέσουν το κράτος να επιτρέψει σε όλους τους πολίτες να συμμετάσχουν στις διαδικασίες. Συνήθως είναι αποτέλεσμα φασιστικών, χουντικών ενεργειών, και απαιτούνται κάτι περισσότερο από ένα dislike στα social media – αλλά, εν πάσει περιπτώσει, ο,τι πρέπει να γίνει.

~

Ξεκαθαρίσαμε λοιπόν την θέση μου: η Δημοκρατία υπάρχει όταν συμμετέχουν όλοι. Όταν δεν συμμετέχουν, αν δυσκολεύονται πρέπει να τους βοηθήσουμε, αν τους απαγορεύεται πρέπει να εμποδίσουμε την απαγόρευση αυτή.

Τα προηγούμενα χρόνια είχα πολλές φορές τονίσει ότι οι κάτοικοι εξωτερικού είναι εκτός ουσιαστικά της διαδικασίας των εκλογών, και αυτό ήταν άδικο για μία σημαντική μερίδα ψηφοφόρων (σημαντική όχι απαραίτητα ως μέγεθος, αλλά κυρίως ως συμβολισμό) – και δεν βλέπω γιατί θα έπρεπε να αλλάξω γνώμη τώρα.

Δεν τους απαγορεύεται να ψηφίσουν – αλλά εμποδίζονται εκ των συνθηκών.

Και αυτό πρέπει να αλλάξει.

Ο αντίλογος (τουλάχιστον αυτός που διάβασα εγώ) βρίθει θέσεων που, και θα το έλεγα κομψά αλλά δεν νομίζω ότι χρειάζεται, θα τον έθετα στην βάση της απλής ανόθευτης βλακείας – ή, ακόμα χειρότερα, μίας λογικής «εμείς ή αυτοί» που μόνο τρόμο φέρνει.

Τονίζω τα πιο σημαντικά στοιχεία:

Πρώτον, ζουν σε άλλες χώρες. Είναι δυνατόν να ψηφίζουν για τη δική μας τη ζωή και μάλιστα λόγω του εκλογικού τους βάρους να καθορίζουν κάθε εκλογικό αποτέλεσμα;

Ενδιαφέρουσα σκέψη, ας μην επιτρέπεται ούτε στους εντός Ελλάδος να μετακινούνται. Ο Αθηναίος να βγάλει βουλευτή Αθήνας, αλλά ο κάτοικος Αθήνας να του απαγορεύεται να ταξιδέψει στην ιδιαίτερη πατρίδα του να ψηφίσει τον βουλευτή της εκλογικής του περιφέρειας. Γενικά, στις εκλογές να απαγορεύονται οι μετακινήσεις. Για να δουλέψει δε σωστά αυτή η …ασπίδα προστασίας του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, να μην επιτρέπονται οι μετακινήσεις γενικώς (έτσι δεν θα ταξιδέψει ο άλλος έξι μήνες πριν τις εκλογές για να μας την φέρει. Χα)

Δεύτερον, είναι κατά μέσο όρο πολύ ευπορότεροι από τους κατοίκους της Ελλάδας και γι’ αυτό δεν είναι αντιπροσωπευτικοί. Είναι σαν να καθορίζουν το εκλογικό αποτέλεσμα τα βόρεια προάστια της Αθήνας. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η ταξική σύνθεση του εκλογικού σώματος θα αλλάξει «μονόπαντα».

Ας ψηφίζει τότε ο κόσμος με Ε1 και μέσα στην Ελλάδα. Αν είναι φτωχοί, τότε να μετράει η ψηφος τους. Αν είναι …εύποροι, τότε να μετράει για μισή. Ή, ακόμα καλύτερα καθόλου. Χμ, όμως θα έχουμε και άλλο πρόβλημα: αν ο φτωχός ψηφίζει σαν πλούσιος; Ξέρουμε πως είναι αυτά με την ταξική συνείδηση – αλλάζει, δεν λαμβάνεται πάντα υπόψιν. Πρόβλημα. Ίσως αν αφήναμε μόνο ένα ψηφοδέλτιο χωρίς επιλογές….

Τρίτον, οι απόδημοι Έλληνες έχουν μια περιορισμένη σχέση με την Ελλάδα που εξαντλείται στην αγάπη, την υπερηφάνεια και -σε κάποιες περιπτώσεις- τη νοσταλγία τους για την Πατρίδα. Όχι για μια πραγματική Πατρίδα, αλλά για τη φανταστική Πατρίδα του ένδοξου παρελθόντος, της νεότητας αυτών των ίδιων ή των γονέων τους, του αφηγήματος που τους βοηθά να έχουν (και να πουλάνε) μια σπουδαία συλλογική ταυτότητα και, φυσικά, της Ελλάδας των διακοπών τους. Αυτοί, λοιπόν, θα ψηφίζουν για μια φανταστική Ελλάδα και την εκλογική τους ετυμηγορία θα την υφιστάμεθα εμείς που ζούμε στην πραγματική Ελλάδα. Τα κόμματα θα προσπαθούν να μιλήσουν τη γλώσσα τους (κλίνοντας την πατρίδα σε όλες τις πτώσεις) και η πατριδοκαπηλία θα γίνει η μόνη νικηφόρα εκλογική στρατηγική.

Για το οικονομικό, πες το βρήκαμε, με ένα Ε1 καθαρίσαμε. Τώρα για το πόσο αγαπάει ο άλλος την πατρίδα του, θα είναι κομματάκι πιο δύσκολο. Ίσως με μία υπεύθυνη δήλωση; Και αν την αγαπάει διαφορετικά; Αν ψηφίζει την Ελλάδα που ονειρεύεται, και όχι αυτή που θέλει ο συντάκτης; Πρόβλημα. Ας ορίσουμε σαν κράτος πως πρέπει να αγαπάει ο καθένας την πατρίδα του, ποια πατρίδα πρέπει να φαντάζεται, για να έχουμε έναν μπούσουλα όλοι, και να μην οδηγούμαστε στις κάλπες άσκοπα.

Τέταρτον, δεν θα έχει κανένα νόημα η προεκλογική εκστρατεία ενημέρωσης των πολιτών, αφού τα αποτελέσματα θα καθορίζονται από εν πολλοίς ανενημέρωτους για τις πραγματικές συνθήκες, τα επίδικα και τα πολιτικά προγράμματα πολίτες που απουσιάζουν από την Ελλάδα.

Βέβαια κάποιος κακεντρεχής θα έλεγε ότι αν δεν είναι ενημερωμένοι, να τους ενημερώνουμε καλύτερα – όχι να τους στερήσουμε την ψήφο. Αλλά αυτό θέλει μάλλον πολύ κόπο, ή είναι δύσκολο – τέλος πάντων, ας μην ψηφίζουν να τελειώνουμε. Έχουμε και δουλειες.

Πέμπτον, δεν έχουμε δώσει ψήφο στους μετανάστες που ζουν και εργάζονται πολλά χρόνια στην Ελλάδα και η μοίρα τους κρίνεται από τις πολιτικές των ελληνικών κυβερνήσεων. Θα δώσουμε ψήφο σε ανθρώπους που έρχονται εδώ μόνο για τουρισμό; Θα καθορίζουν δηλαδή τις κυβερνητικές πολιτικές οι καταναλωτές τουριστικών υπηρεσιών και όχι οι εργαζόμενοι σε αυτές; Αυτό μοιάζει περισσότερο με αποικιοκρατικό όνειρο παρά με δημοκρατικό.

Α, πες το ντε, τώρα είναι σαφέστερο: ή το ένα θα έχουμε, ή το άλλο! Είναι πλεονεξία να έχουμε και μετανάστες που ζουν και εργάζονται εδώ ψηφοφόρους, και …τουρίστες. Οχι τουρίστες, να το πούμε σωστά: «καταναλωτές τουριστικών υπηρεσιών». Δεν είμαστε και τίποτις αποικιοκράτες…

(«καταναλωτές τουριστικών υπηρεσιών». Τι θράσος…)

Έκτον, τι θα εμποδίσει συν τω χρόνω τη δημιουργία ενός κόμματος των αποδήμων από πλούσιους και φιλόδοξους μεσσίες της διασποράς; Μόνο οι ψήφοι των αποδήμων και όσων πιστεύουν στους μεσσίες εντός των τειχών θα φτάνουν για να εξασφαλίσουν την πρωτιά στις εκλογές. Θα πρόκειται για ένα μείγμα αποικιοκρατίας και μπερλουσκονισμού.

Και άμα αυτοί φτιάξουν και κανα κόμμα; Είναι τόσοι πολλοί, μάλλον περισσότεροι από τα 7-8εκ ψηφοφόρων που έχουμε εδώ, που μπορεί και να κυβερνήσει! Είναι ένας σοβαρός κίνδυνος, και απορώ μ’ αυτούς που ξεκαρδίζονται με την προοπτική αυτοί. Μικρόμυαλοι. Μπερλουσκονίσκοι.

~

Πέραν της πλάκας (παρότι δεν είναι αστείο, το αντίθετο) μία τέτοια γνώμη θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί σθεναρά από την ίδια την κυβέρνηση. Κάτι που, όχι μόνο δεν έγινε, μα τουναντίον υπάρχει μία συγκαταβατική σιωπή που θα έπρεπε όλους να μας ανησυχήσει, και να μας ενεργοποιήσει.

Κλείνει ο συντάκτης το άρθρο του με το εξής:

Στο διά ταύτα: Η Ν.Δ. βλέπει ότι δεν μπορεί να εξασφαλίσει την πολιτική ηγεμονία σε αυτό τον λαό. Και, όπως θα έλεγε και ο Μπρεχτ, υπάρχει πάντα η δυνατότητα, αντί να αλλάξει η ίδια, να αλλάξει τον λαό. Με λίγη παρωχημένη εθνικοφροσύνη και κλασική πατριδοκαπηλία, με ελιτίστικη αντιμετώπιση του υπαρκτού λαού και την υπαγωγή του στο φαντασιακό Έθνος, θα προσπαθήσει να στριμώξει τον ΣΥΡΙΖΑ και να υπηρετήσει το μικροκομματικό της συμφέρον. Το ζήτημα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ τι θα κάνει: Θα δώσει ιδεολογικό αγώνα ενάντια στα αντιδημοκρατικά όνειρα της Ν.Δ. ή θα μιλήσει για «δίκαιο αίτημα των ομογενών που έχουν προσφέρει τόσα και τόσα στη μητέρα Πατρίδα»;

Λοιπόν, για να γίνει σαφές:

Τέτοιες θέσεις πρέπει να αντιμετωπίζονται εν την γενέσει τους – και όχι μόνο σε επίπεδο λέξεων, μα κυρίως σε επίπεδο πράξεων, όχι μόνο συμβολικά αλλά και πρακτικά, και όχι μόνο γιατί αυτές οι θέσεις είναι απ’ άκρη σ’ άκρη λάθος, μα κυρίως γιατί είναι ταυτόχρονα και ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ.

Γιατί λάθος; Να το πούμε απλά: οι άνθρωποι που ζουν στο εξωτερικό, ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΑΠΩΛΕΣΕΙ ΤΑ ΕΚΛΟΓΙΚΑ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Μπορούν κανονικά να έρθουν να ψηφίσουν, όπως και εμείς, ο,τι και αν ονειρεύονται, ο,τι και αν πιστεύουν, όσο ενημερωμένοι και αν είναι – ή δεν είναι, όσο ενδιαφέρον και να έχουν. Όλοι οι λόγοι που παρουσιάζονται, ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΝΕΝΑ ΝΟΗΜΑ. Αυτό που ΔΕΝ μπορούν, είναι αν δεν πρόκειται για «εύπορους» ή «τουρίστες» και «καταναλωτές τουριστικών υπηρεσιών», είναι να βρουν τα ΧΡΗΜΑΤΑ και τον ΧΡΟΝΟ να ταξιδέψουν μέχρι εδώ.

Οι άνθρωποι αυτοί, πρέπει να έχουν έναν απλό τρόπο (έχει λυθεί αυτό το πρόβλημα σε άλλες, πιο προηγμένες χώρες, ας δούμε τις πράκτικές τους) ώστε η συμμετοχή να είναι όχι μόνο η ασφαλέστερη, μα και η μεγαλύτερη δυνατόν. Είναι εφικτό, απαιτείται ένα κόστος (μικρό, μεγάλο, πάντως απαραίτητο) και κυρίως η πολιτική βούληση για να γίνει.

Γι’αυτό το απλό συζητάμε…

Εκτός και αν δεν συζητάμε μόνο γι’ αυτό, αλλά για την απαρχή ενός ακόμα χειρότερου αποκλεισμού από τον οικονομικό, οπότε τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα…

Προσπαθούσα πάντα να είμαι όσο πιο προσεκτικός δυνατόν όσο αφορά τα «μνημόνια» – με κύρια σκέψη ότι δεν είμαι per se εναντίον τους, αλλά είμαι σίγουρα εναντίον του τρόπου που αυτά έρχονται στην βουλή, την διαδικασία και τους χρόνους, και, κυρίως, τις εκβιαστικές συνθήκες που καλούνται οι βουλευτές να τα ψηφίσουν.

Πάντα πίστευα (ακόμα και τον καιρό που ήταν …όλοι αντιμνημονιακοί στην βουλή) πως κάποιες αλλαγές πρέπει να γίνουν, αλλά με μέτρο, με σύνεση, με αντίληψη των οικονομικών και κοινωνικών αναγκών της χώρας, και κυρίως με ηρεμία, και όχι υπό καθεστώς πίεσης. Αντιθέτως, αυτό ακριβώς το καθεστώς πίεσης, είναι αυτό που κάνει τα μνημόνια να ψηφίζονται χωρίς κανείς να έχει τον χρόνο καν να τα διαβάσει – πολλώ δε μάλλον να αντιληφθεί τις συνέπειες που θα έχουν σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.

Αυτό το «μεσοπρόθεσμο» όμως, έχω την αίσθηση ότι έχει μέσα τους χειρότερους όρους που έχω δει ποτέ, μαζί με την μεγαλύτερη δυνατόν πίεση για να ψηφιστεί.

Δευτέρα 11 Ιουνίου κατατέθηκε στην βουλή, Πέμπτη 14 Ιουνίου ψηφίζεται κατεπειγόντως, ενώ ένα θέμα όπως το Μακεδονικό που (ασχέτως αν συμφωνώ εγώ ή όχι) έχει ιδιαίτερους δεσμούς με την ελληνική ψυχοσύνθεση, ολοκληρώνεται ταυτόχρονα.

Όλα αυτά, υποδηλώνουν πλήρη ασέβεια προς τον κοινοβουλευτισμό, και την Δημοκρατία ευρύτερα – και, φυσικά, σηκώνουν κόκκινες ανησυχητικές σημαίες για το τι ακριβώς θα περιέχεται και επιχειρείται να συγκαλυφθεί με αυτές τις αποτρόπαιες διαδικασίες…

Διαβάζω από το thepressproject.gr:

Ανάμεσα στις σελίδες του πολυνομοσχεδίου, που αναμένεται να ψηφιστεί την ερχόμενη εβδομάδα στη Βουλή, συμπεριλαμβάνεται, (από τη σελ 73) και η τροποποίηση της δανειακής σύμβασης του 2015, μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, που κατέχει πλέον το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους. Η τροποποίηση αφορά τον ρόλο του Υπερταμείου, το οποίο, εκτός από την υποχρέωση να καταβάλλει το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων του για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέος, μπαίνει πλέον και εγγυητής, δεσμευόμενο ότι σε περίπτωση που το ελληνικό κράτος δεν μπορέσει κάποια στιγμή να αποπληρώσει μέρος του δανείου του, θα τα πληρώνει το ίδιο, μέχρι το ύψος των 25 δισ. Ευρώ.

Στο υπερταμείο, όπως είναι γνωστό, έχουν περάσει τα περισσότερα (αν όχι) πολύτιμα φιλέτα της ελληνικής περιουσίας, (μεταξύ άλλων ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ/ΕΥΑΘ, κλπ)

Τώρα, ξεκαθαρίζω ότι από οικονομικά, δεν σκαμπάζω πολλά πράγματα. Ό,τι ακολουθεί, είναι προϊόν ελλιπούς πληροφόρησης, αλλά τίμιας αγωνίας:

Όταν διαβάζει κανείς αυτό:

Ουσιαστικά, η δημόσια περιουσία παύει να είναι υπό τον έλεγχο του Δημοσίου, καθώς σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο της ΕΕΣΥΠ, αυτή «δεν ανήκει στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός εκάστοτε ορίζεται.»

Τι άλλο μπορεί να υποθέσει εκτός από το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας;

Και μάλιστα, όπως γράφει εδώ πάλι το thepressproject:

Το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019-2022 προβλέπει πολύ μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα, που ξεπερνούν κατά πολύ τον μνημονιακό στόχο για 3,5% του ΑΕΠ. Για το 2018 το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να φτάσει στο 3,56%, ενώ ο στόχος αυξάνεται για κάθε έτος, με αποτέλεσμα το υπουργείο Οικονομικών να εκτιμά πως το πρωτογενές πλεόνασμα του 2022 θα φτάσει στο 5,19% του ΑΕΠ.

Κάναμε δηλαδή δεκτές (προφανώς για να μας …εμπιστευθούν οι αγορές) δεκτές υψηλότερες προβλέψεις για πρωτογενή πλεονάσματα, και μάλιστα για χρονιές που υπάρχει η πιθανότητα (μεγάλη, λέω εγώ) να μην είναι καν κυβέρνηση ο παρών συνδυασμός Σύριζα/Ανελ!

Και, αν δεν τα πιάσουμε; Θα τα καλύψει το Υπερταμείο!

Που, ξαναλέω, τι έχει το υπερταμείο; Διαβάζω, μεταξύ άλλων:

Υπενθυμίζεται ότι στο Υπερταμείο (που ενσωματώνει, χωρίς να καταργεί, το ΤΑΙΠΕΔ) πλέον ανήκει το μεγαλύτερο μέρος της δημόσιας περιουσίας, με περίπου 70.000 ακίνητα και οι εξής ΔΕΚΟ: ΟΑΣΑ και οι θυγατρικές του (ΟΣΥ και ΣΤΑΣΥ), ΟAKA, ΕΛΤΑ, Ε.Υ.Α.Θ., Ε.ΥΔ.Α.Π, ΔΕΗ, Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών, Ελληνικές Αλυκές, ΕΤΒΑ ΒΙΠΕ, Ανώνυμη Εταιρεία Διώρυγας Κορίνθου (ΑΕΔΙΚ), Οργανισμός Κεντρικών Αγορών και Αλιείας (Ο.Κ.Α.Α. ΑΕ), Κεντρική Αγορά Θεσσαλονίκης (Κ.Α.Θ. ΑΕ), ΔΕΘ -Helexpo και Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών. Ουσιαστικά, η δημόσια περιουσία παύει να είναι υπό τον έλεγχο του Δημοσίου, καθώς σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο της ΕΕΣΥΠ, αυτή «δεν ανήκει στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός εκάστοτε ορίζεται.»

Και φυσικά, να σταματήσουμε λίγο να αναρωτηθούμε: ποια …πλεονάσματα; Απο ΠΟΥ θα έρθουν; Η υπερ-φορολόγηση έχει στερέψει ακόμα και τα στρώματα των πολιτών, νέες δουλειές ΔΕΝ υπάρχουν, τα μαγαζιά (κάντε μία βόλτα στην γειτονιά σας) ΔΕΝ ανοίγουν, για τις επιχειρήσεις ΔΕΝ υπάρχει μοντέλο ανάπτυξης, το κράτος δεν έχει ούτε για να ξεπληρώσει τις εσωτερικές οφειλές του, από ΠΟΥ θα βγουν τα λεφτά;

– Είτε από …μαγική λογιστική (αυτή που μας έφερε εδώ, μεταξύ άλλων)

– Είτε από πωλήσεις δημόσιας περιουσίας (και μάλιστα μπιρ-παρά, καθώς θα μένει για την τελευταία στιγμή η διαδικασία, και άρα χωρίς πρόγραμμα, και τουλάχιστον αξιοπρεπείς συνθήκες)

Αν αυτό δεν είναι ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας – τι είναι;

Και, φυσικά, η επόμενη κυβέρνηση (ειδικά αν δεν έχει την ίδια σύνθεση) θα τολμήσει (όπως και η παρούσα) να πει: «Τι φταίω εγώ; Οι προηγούμενοι!»

Φυσικά, η παρούσα κατάσταση (αν, εν τη αγνοία μου την έχω δυστυχώς αντιληφθεί σωστά) είναι συνεπικουρούμενη από όλα τα κόμματα, πλην του ΚΚΕ: Πασοκ, Ποτάμι και λοιπά κόμματα που αποτελούν το Κιν.Αλ δεν έχουν καμία διάθεση να σταθούν εμπόδιο – αντιθέτως, θα εφαρμόσουν πιθανότατα κατά γράμμα τα λεχθέντα αν τύχει να συγκυβερνήσουν μετά, από την Ένωση Κεντρώων δεν έχω ελπίδα ουσιαστικής σοβαρής αντίδρασης, ενώ ακόμα και η Νέα Δημοκρατία θα κάνει πρόταση δυσπιστίας εναντίον της κυβέρνησης …μετά την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, για να μην δημιουργηθεί πρόβλημα – παρότι ένα μέρος των λόγων που οδηγείται σ’ αυτήν την πράξη είναι υποτίθεται και η οικονομική διαχείριση της χώρας εκ μέρους των Σύριζα/Ανελ!

Ουδείς αντιδρά ουσιαστικά σ’ αυτήν την ζοφερή εικόνα, δηλαδή.

Και τι μένει;

Δύο κυβερνώντα κόμματα (αντιμνημονιακά, βεβαίως-βεβαίως) να …πανηγυρίζουν ότι μπορεί να βάλουν και γραβάτα, μία χώρα εντελώς διαλυμένη οικονομικά και χωρίς ορατό πρόγραμμα ανάπτυξης, και πολυνομοσχέδια που ξεπουλούν τα πάντα ..στην κολυμβύθρα του Σιλωάμ των επόμενων κυβερνήσεων, να κατατίθενται σε ελάχιστες ημέρες, και με ελλιπέστατη ενημέρωση καθώς καλύπτονται και με παράλληλες «βόμβες», και τα επόμενα στην σειρά να αναλάβουν να μην είχαν, και να μην έχουν καμία απολύτως αντίρρηση με όσα γίνονται – αντιθέτως.

Και ο πολίτης που βλέπει την δημόσια περιουσία να εξαφανίζεται, δίχως να μπορεί να αρθρώσει λέξη…

~

Υ.Γ.: Ρητορική ερώτηση: Που θα υπολόγιζε ένας σοβαρός πολιτικός αναλυτής ότι θα κατευθυνθεί αυτός ο θυμός όσων πολιτών αισθάνονται εγκλωβισμένοι από αυτήν την εικόνα; Και, κυρίως, τι αποτελέσματα περαιτέρω θα είχε όλο αυτό το σκηνικό για την Δημοκρατία μας;

Στις 22 Απριλίου δένει στην επισκευαστική ζώνη Περάματος το Asterion II, πλοίο υπό Κυπριακή σημαία για λογαριασμό της ΑΝΕΚ.

Φυσικά, όπως λέει και το ρεπορτάζ, οι ιδιοκτήτες θέλουν «το συντομότερο δυνατόν να αρχίσει δρομολόγια στη γραμμή Πάτρα – Βενετία»

Το μεσημέρι της Παρασκευής, εργαζόμενος σε ιδιωτικό συνεργείο, τραυματίστηκε καθώς έκανε εργασίες στο καράβι.

Σήμερα, Δευτέρα, λίγο μετά τις 8 άλλος ένας εργαζόμενος τραυματίστηκε στο καράβι – χτύπησε στον αυχένα – και διακομίστηκε στο νοσοκομείο. Οι εργαζόμενοι κατέβηκαν σε στάση, μέχρι να ελεγχθεί ότι έχουν παρθεί τα δέοντα μέτρα ασφαλείας. Το Υπουργείο, σταμάτησε τις εργασίες, μέχρι να ελέγξει αν οι συνθήκες είναι κατάλληλες.

Φυσικά, το ερώτημα προκύπτει αβίαστα: Γιατί έπρεπε οι εργαζόμενοι να κατέβουν σε στάση για να γίνει ο αυτονόητος έλεγχος του Υπουργείου;

Καταγγελίες υπήρχαν, δύο τραυματίες υπήρχαν, τι άλλο χρειαζόταν, νεκρός; Οι εργαζόμενοι πρέπει να τσακώνονται με τους υπευθύνους τους για το αυτονόητο;

Επιπλέον: μήπως δεν ήταν μόνο δύο οι τραυματίες; Ο Ριζοσπάστης αναφέρει ότι είναι όχι δύο, αλλά τρία τα ατυχήματα – ένας ακόμα εργαζόμενος τραυματίστηκε στο γόνατο, αλλά ο εργολάβος το κράτησε μυστικό.

Επίσης, ισχύει η καταγγελία του Ριζοσπάστη ότι άργησε ο απεγκλωβισμός του τραυματία γιατί ο εργολάβος, η πλοιοκτήτρια εταιρία και/ή η Cosco δεν έχουν λάβει σχετικά μέτρα;

Επιστρέφουμε στην αρχική είδηση: «…το συντομότερο δυνατόν να αρχίσει δρομολόγια στη γραμμή Πάτρα – Βενετία»

Με τι κόστος σε ανθρώπους; ή δεν μας νοιάζει;

θυμίζω ότι ακόμα αναμένουμε, μεταξύ των άλλων και από το ίδιο Υπουργείο, το πόρισμα για το προ τριετίας πλεον θανάσιμο δυστύχημα στα ΕΛΠΕ που κόστισε την ζωή σε τέσσερις ανθρώπους.

Και θυμίζω πως αντιλαμβάνονται κάποιοι το «εργατικό ατύχημα»

Να προσθέσουμε εδώ, και έχει και αυτό το νόημά του: Μόλις εχθές το απόγευμα στο Πέραμα έγινε μοίρασμα αντιφασιστικού περιοδικού από την Ορ.Μ.Α. (Οργάνωση μαχητικού αντιφασισμού) – όπου και Χρυσαυγίτες του «εργοδοτικού» σωματείου Αγ. Νικόλαος τους επιτέθηκαν με πέτρες και λοστάρια – ένα εκ των οποίων έσπασε ένα κράνος στην μέση(!)

Οι άνθρωποι της Ορ.Μ.Α. πήγαν στην αστυνομία να καταγγείλουν την επίθεση, όπου και βρέθηκαν …κατηγορούμενοι μετά την παρέμβαση του βουλευτή της ΧΑ Λαγού, όπου και πέτυχε την απελευθέρωση των Χρυσαυγιτών που κατηγορήθηκαν ότι συμμετείχαν στην επίθεση, και την σύλληψη των αντιφασιστών(!)

~

Update (31/5/2018): Από ότι καταγγέλλεται, η σύνδεση που έκανα ίσως είχε απόλυτο νόημα, τελικά:

Στο όργιο τρομοκρατίας που έχουν εξαπολύσει «COSCO» και εργολάβοι, έρχεται να προστεθεί η προσπάθειά τους να στήσουν απεργοσπαστικό μηχανισμό, μεταφέροντας με μικρό τουριστικό πλοίο κάποιους, ανάμεσά τους και χρυσαυγίτες, από την προβλήτα του Φαλήρου (ΣΕΦ) στις προβλήτες της «COSCO» για να δουλέψουν.

Από τον 902.gr

~

Update (1/6/2017)(2): Σε μία πολύ ενδιαφέρουσα ανακοίνωση προχώρησε εχθές ο Τομέας Εργατικής Πολιτικής του Σύριζα (θυμίζω, του κυβερνώντος κόμματος):

Οι κινητοποιήσεις των εργαζόμενων στο λιμάνι του Πειραιά αναδεικνύουν τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι καθώς εδώ και οκτώ χρόνια η COSCO και η θυγατρική της, Σταθμός Εμπορευματοκιβωτίων Πειραιά Α.Ε. (ΣΕΠ) λειτουργούν τις εγκαταστάσεις τους αποκλειστικά μέσω εργολαβικών εταιρειών και με τον τρόπο αυτό μεγιστοποιούν τα κέρδη τους, ενώ παράλληλα κρύβονται από τις ευθύνες τους σαν πραγματικοί εργοδότες. Με τις πρακτικές αυτές υπονομεύουν θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα όπως αποδεικνύεται από τη μη ύπαρξη Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, την έλλειψη Επιτροπής Υγείας & Ασφάλειας όπως και Γενικού Κανονισμού.

Προϋπόθεση για τη δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη που αποτελεί επιτακτική ανάγκη για την ελληνική οικονομία και κοινωνία είναι ο σεβασμός στα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, με μισθούς αξιοπρέπειας και εργασιακό περιβάλλον που προστατεύει την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων. Θα πρέπει να γίνει σαφές σε όλους ότι επιχειρηματικές πρακτικές που βασίζονται σε εργασιακές συνθήκες γαλέρας – όπως αυτές που ευαγγελίζεται ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης- δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτές. […]

(Δεν έχω πειράξει πουθενά το κείμενο, εκτός από τα έντονα γράμματα)

Ξαναλέω, είναι δήλωση του αντίστοιχου τμήματος του κυβερνώντος κόμματος. Είναι κυβέρνηση αυτοί, που τα γράφουν αυτά. Οι ίδιοι. Κυβέρνηση. Τώρα, που τα γράφουν; Είναι κυβέρνηση!

Δεν υπάρχει σωτηρία, καμία.

Στις 8 Μαΐου του 2015, στις 8:20 το πρωί, η περιοχή του Ασπρόπυργου ταράχτηκε από (άλλη μία, όπως θα αποδεικνυόταν αργότερα) έκρηξη. Στα Ελληνικά Πετρέλαια, τα ΕΛΠΕ, έξι άνθρωποι οδηγούνται στο νοσοκομείο – τέσσερις από τους οποίους, με ηλικίες από 27-41 χρονών, θα πεθάνουν μετά από μερικές ημέρες, υποκύπτοντας στα τραύματά τους.

Τέσσερις άνθρωποι πέθαναν από αυτήν την έκρηξη – και όμως, καμία δικαιοσύνη δεν έχει αποδοθεί για τον θάνατό τους έκτοτε. Καμία δικαιοσύνη, και, κυρίως, καμία μνήμη δεν περισσεύει γι’ αυτούς.

Η ευθύνη βαρύνει αποκλειστικά την κυβέρνηση Σύριζα / Αν. Ελ. – επί των ημερών της, και την πρώτη της θητεία έγινε η έκρηξη – επί των ημερών της, και της υπόλοιπης δεύτερης θητείας της η αποσιώπηση και η όποια κωλυσιεργία της υπόθεσης.

Οι μόνοι που αντέδρασαν επισταμένα δημοσιογραφικά, ήταν η Εφημερίδα των Συντακτών που, χάρη στα εκτεταμένα ρεπορτάζ τους, μαζί με τον Ριζοσπάστη και τοπικά site της περιοχής με βοήθησαν να συλλέξω ένα μεγάλο υλικό για την υπόθεση, και να συντάξω μία καταγραφή των γεγονότων σχεδόν μέχρι σήμερα:

Δευτεραίος, Delilaj, Αβράμπος, Μαγγούρας

Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα όμως, τρία ολόκληρα χρόνια, δεν τιμωρήθηκε κανείς.

Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, παραμένει (για όσους ακόμα ασχολούνται και θυμούνται) η ατιμωρησία, για μία εταιρία και υπευθύνους που δεν είναι μόνο οι ισχυροί ιδιώτες, αλλά και το ίδιο το κράτος.

Σε όλο αυτό το διάστημα, ουδείς επίσημος έχει τολμήσει να ψελλίσει τα τέσσερα ονόματα που παραμένουν από κάθε πλευρά ξεχασμένα:

Χαράλαμπος Δευτεραίος, 41 ετών, πατέρας δύο παιδιών.
Ραμαντάν Ντελιλάΐ, εργαζόμενος σε εργολαβική εταιρία, 32 ετών.
Αντώνης Αβράμπος, 27 ετών.
Κώστας Μαγγούρας, 31 ετών.

Πορίσματα ξεχασμένα στα συρτάρια, ελάχιστου κόστους οικονομικές ποινές που δεν ξέρω καν αν έχουν επιβληθεί, διαφήμιση στα μέσα για το φιλανθρωπικό έργο της εταιρίας, βραβεία για την εταιρική παρουσία της εταιρίας, και, πάνω από όλα, σιωπή.

Έρχονται και πωλήσεις, δεν ξέρω αν είναι καιρός για …δικαιοσύνες τώρα.

Και οι υπόλοιποι λίγοι, καταγεγραμμένοι ίσως σε μία κρυφή λίστα ενοχλητικών της εταιρίας, να πασχίζουν να θυμούνται ότι τέσσερις νέοι άνθρωποι, χωρίς να φταίνε σε τίποτα, τρέχοντας όπως λένε οι καταγγελίες να προλάβουν εξωπραγματικά χρονοδιαγράμματα με σκοπό το άγιο κέρδος της εταιρίας και των μετόχων της (μεταξύ των οποίων και το κράτος – εμείς), τέσσερις άνθρωποι που ήξεραν ότι είχαν γίνει μόλις λίγο καιρό πριν, πάλι σύμφωνα με τις καταγγελίες, και άλλα τέτοια ατυχήματα, χάνουν τις ζωές τους αφήνοντας πίσω απροστάτευτες τις οικογένειές τους.

Και εμείς, αθόρυβα, να αφήνουμε στην εταιρία την …υποχρέωση να αυτορρυθμίζεται, όπως (δεν) έκανε ούτε πριν, ούτε μετά όπως καταγγέλλεται από τους εργαζόμενους και τις ενώσεις. Δεν ξεκαθαρίσαμε τις ευθύνες, δεν τιμωρήσαμε, δεν μιλήσαμε καν.

Για άλλη μία φορά, για άλλη μία φορά, η δικαιοσύνη στο συρτάρι.

~

Με αυτά και με αυτά, βγαίνει μάλλον προφητικό το κυνικό άρθρο του Δρυμιώτη στην Καθημερινή εκείνης της εποχής, καθώς – από ότι φαίνεται – όλοι, ιδιωτικός τομέας, δημόσιος τομέας, πρωθυπουργός, κυβέρνηση, πολιτικοί, υπεύθυνοι για την ασφάλεια των εργαζομένων, υπεύθυνοι για την δικαιοσύνη, δημοσιογράφοι, όλοι μοιάζουν να ενστερνίζονται προφανώς τα σοφά λόγια του:

«[…] Ας αφήσουμε κατά μέρος την εύκολη προπαγάνδα και κριτική. Ατυχήματα συμβαίνουν και θα συμβαίνουν παντού, ανεξάρτητα από την ιδεολογία.

Είναι μέρος της ζωής μας.

Μπορούμε και πρέπει να προσπαθούμε να τα περιορίσουμε στον μέγιστο δυνατό βαθμό, αλλά όποιος ισχυρίζεται ότι μπορούμε να τα αποφύγουμε, είναι βαθιά νυχτωμένος ή σωστότερα φοράει μαύρες, κατάμαυρες παρωπίδες. Ειδικά οι εργολαβικές εταιρείες, που παρέχουν υπηρεσίες σε τρίτους, προσέχουν πολύ περισσότερο το θέμα της ασφάλειας ώστε να μην έχουν ατυχήματα, γιατί απλούστατα αν έχουν ατυχήματα θα χάσουν τους πελάτες τους.

Δεν υπάρχει στη ζωή δραστηριότητα, ακόμα και ψυχαγωγική, χωρίς τον κίνδυνο ατυχήματος.

Ολα τα άλλα είναι φτηνή προπαγάνδα!

[…]»